Τετάρτη 4 Σεπτεμβρίου 2024

Για σένα που ρωτάς “γιατί δεν έφευγε;” – Η αληθινή ιστορία της Μάρθας

 Για σένα που ρωτάς “γιατί δεν έφευγε;” – 

Η αληθινή ιστορία της Μάρθας

“Γιατί δεν έφευγε;” μια απορία που (δυστυχώς) πολλοί εκφράζουν σε περιπτώσεις κακοποιητικών σχέσεων ή γάμων.
“Γιατί δεν έφευγε;” μια απορία, που σε δεύτερη ανάγνωση ρίχνει μερίδιο της ευθύνης στην κακοποιημένη γυναίκα, η οποία έχει ήδη πολλά βάρη στην πλάτη της, για να της απιθώνουμε ελαφρά τη καρδία κι άλλα.
“Γιατί δεν έφευγε;” μια απορία, που έκανε την Μάρθα(*), αναγνώστρια της σελίδας μας, να βρει το θάρρος και να μας μιλήσει, ώστε να λύσει την απορία σ’ αυτούς που τολμούν να την εκφράσουν…
Σ’ ένα χειμαρρώδες κείμενο που βρήκαμε στο mail μας, διαβάσαμε για τα πράγματα που βίωσε δίπλα στον κακοποιητικό σύντροφό της, για το “γιατί δεν έφευγε;” και το πώς κατάφερε εντέλει (ευτυχώς) να γλιτώσει.

  • Τα ονόματα της ιστορίας, έχουν αλλαχθεί για ευνόητους λόγους.
  • Το κείμενο έχουν επιμεληθεί άτομα της συντακτικής μας ομάδας, κατόπιν άδειας που μας έδωσε η αναγνώστρια του site μας, για να βοηθήσουμε στην άρτια παράθεση της ιστορίας.

Γνώρισα τον Διονύση(*) πριν περίπου 12 χρόνια. Ήμουν 25 ετών και ζούσα μόνη απ’ τα 20 μου, όπου έχασα τη μητέρα μου – ο πατέρας μου είχε πεθάνει από τότε που ήμουν σχεδόν μωρό. Ζούσα στο ενοίκιο, σ’ ένα μικρό σπίτι, είχα τη δουλειά μου, δυο τρεις καλούς φίλους και μια βαλίτσα όνειρα για το μέλλον. Μπορεί η ζωή να μου είχε στερήσει από μικρή και τους δύο γονείς μου, αλλά με είχε οπλίσει με δύναμη για να παλέψω και αισιοδοξία για να πιστεύω πως θα μπορούσα να τα καταφέρω. Κι όλα πήγαιναν καλά μέχρι που γνώρισα εκείνον…


Ήταν 28, δούλευε στην εστίαση και ζούσε με τους δικούς του. Γνωριστήκαμε σε κοινή παρέα τυχαία κάποιο βράδυ κι αμέσως φάνηκε πως κολλήσαμε. Δεν το κρύβω πως μέσα μου πίστευα πως η ζωή μου τον είχε στείλει, σε αντάλλαγμα για όσα μου είχε στερήσει. Ίσως να ήταν αυτός ο άνθρωπός μου, ο ένας μου… έλεγα. Και ήταν. Στην αρχή. Έδειχνε γλυκός, τρυφερός, προστατευτικός και ερωτευμένος, πολύ ερωτευμένος! Τον ερωτεύτηκα βαθιά κι εγώ και δεν μου φάνηκε καθόλου βιαστικό το να ζήσουμε μαζί μόλις μετά από λίγους μήνες σχέσης.

Στην αρχή όλα έμοιαζαν καλά, αν εξαιρέσεις εκείνες τις μικρές (σε μορφή παράκλησης) παρατηρήσεις για τα ρούχα που φορούσα ή για το αν ήθελα να δω κάποια φίλη μου. Δεν γίνεται έρωτας χωρίς ζήλεια, έλεγα μέσα μου και μέχρι σ’ ένα βαθμό με κολάκευε, αλλά σιγά σιγά όλο αυτό γινόταν όλο και πιο καταπιεστικό… Ίσως εκείνο το σημείο, θα ήταν το σημείο που θα έπρεπε να φύγω, μα ήμουν ερωτευμένη κι ο έρωτας λειτουργεί πολλές φορές ως παραμορφωτικός φακός. Ίσως η ανοχή μου να ήταν το πρώτο λάθος μου, μα αλήθεια -για όλους αυτούς που θα ρωτήσουν “γιατί δεν έφευγες τότε;”- μπορεί κανένας να μου εγγυηθεί με σιγουριά πως ακόμη και τότε, που ήμασταν περίπου ένα χρόνο μαζί, θα μ’ άφηνε όντως να φύγω;

Οι μικρές παρατηρήσεις, έγιναν επικριτικά σχόλια και οι μικρές ζήλιες, έγιναν εκρήξεις ζήλιας, μα όλο αυτό έγινε τόσο σταδιακά, που ειλικρινά δεν κατάλαβα πώς φτάσαμε στο πρώτο χαστούκι. Ήμασταν περίπου 2 χρόνια μαζί τότε, μια φίλη μου παντρευόταν κι είχα αγοράσει ένα φουστάνι για το γάμο. Το βρήκε πρόστυχο και υπερβολικά προκλητικό. Τον ενημέρωσα πως λίγες μέρες πριν το γάμο θα βγαίναμε κοριτσοπαρέα σ’ ένα μαγαζί, όπως είθισται. Το βρήκε ανεπίτρεπτο και αισχρό. Ύψωσα ανάστημα και στα δυο, γιατί πίστευα πως δεν ήταν τόσο φοβερό να πιω ένα ποτό με μια φίλη που θα παντρευόταν, ούτε το φουστάνι μου ήταν τόσο αποκαλυπτικό όσο έλεγε. Το χαστούκι που μου έδωσε τη στιγμή που διαφωνούσαμε (δεν ήταν καν καβγάς) μ’ έκανε να παγώσω. Όχι, δεν ήταν τόσο δυνατό. Όχι, δεν πόνεσε τόσο το μάγουλό μου. Αλλά ένιωσα να παγώνω, ένιωσα πως πόνεσε η ψυχή μου, ένιωσα πως ο άνθρωπος που είχα μπροστά μου ήταν ένας ξένος κι όχι ο άντρας που αγαπούσα. Η αντίδρασή του -γνώριμη μάλλον σ’ όσες έχουν βρεθεί στην ίδια θέση με μένα- ήταν να πέσει στα γόνατα και να μου ζητάει συγνώμη, να μου ορκίζεται πως δεν θα επαναληφθεί και πως αναγνωρίζει πως δεν θα έπρεπε ποτέ να σηκώσει το χέρι του. Μα με λύπη πια πιστεύω πως άπαξ κι ένα χέρι σηκωθεί μια φορά, δεν πρόκειται ποτέ να σταματήσει να σηκώνεται…

Τον συγχώρησα κι αυτό ίσως θα πρέπει να καταμετρηθεί σαν δεύτερο λάθος μου και μάλλον αυτή η στιγμή είναι η ώρα για ν’ ακουστεί για δεύτερη φορά η ερώτηση “γιατί δεν έφευγες;”. Η απάντησή μου τότε θα ήταν μάλλον πως ήμουν ερωτευμένη, ήταν η πρώτη φορά που τον είδα να βγαίνει εκτός εαυτού, πως πείστηκα πως όντως το είχε μετανιώσει. Η απάντησή μου σήμερα θα ήταν πως δεν μπορούσα να πιστέψω πως αυτά που έβλεπα στους τίτλους των ειδήσεων, θα μπορούσαν να συμβαίνουν σε μένα. Η απάντησή μου σήμερα θα ήταν πως ίσως δεν μπορούσα ποτέ να φανταστώ πως το τέρας μπορεί να έχει τη μορφή εκείνου που μέχρι χτες σε νανούριζε με φιλιά, που σ’ αγκάλιαζε σφιχτά βλέποντας ταινία ή που σε σκέπαζε για να μην κρυώσεις όταν σ’ έπαιρνε ο ύπνος στον καναπέ. Τώρα πια ξέρω πως αυτά τα τέρατα μπορεί να είναι μπροστά σου στην ουρά μιας δημόσιας υπηρεσίας, μπορεί να είναι εκείνοι που σου δίνουν προτεραιότητα σε μια διάβαση, μπορεί να είναι εκείνοι που κοιμούνται κάθε βράδυ δίπλα σου…

Το δεύτερο χαστούκι -και το τρίτο μου λάθος για σένα που μετράς τα “γιατί δεν έφευγες” σου- ήταν λίγους μήνες αργότερα, όταν μετά από ένα ατύχημα που είχα με το αυτοκίνητο κι αφού πέρασα μία ολόκληρη εβδομάδα στο νοσοκομείο, βγήκα σε αναρρωτική άδεια. Τότε που μέσα στους πόνους μου, δεν μαγείρεψα και γύρισε απ’ τη δουλειά πεινασμένος. Λόγο στο λόγο, του είπα να μ’ αφήσει ήσυχη ν’ αναρρώσω και έκλεισα με δύναμη την πόρτα της κρεβατοκάμαρας. Άνοιξε την πόρτα και το χαστούκι του με σώριασε στο κρεβάτι. Αυτή τη φορά δεν ζήτησε συγνώμη, δεν είπε ότι έκανε λάθος. Με κοίταξε με ένα βλοσυρό βλέμμα κι απλά έφυγε απ’ το σπίτι. Δεν ξέρω πόση ώρα έμεινα στην ίδια θέση, ακίνητη, ανήμπορη να σηκωθώ. Ξέρω μόνο πως είχα νιώσει το αίμα μου να παγώνει και την καρδιά μου να πονάει ανυπόφορα, περισσότερο απ’ την πρώτη φορά. Και τώρα, που είναι η στιγμή για το “γιατί δεν έφευγες;”, θα σου απαντήσω πως την ίδια εκείνη μέρα μάζεψα τα ρούχα του και λίγα προσωπικά του αντικείμενα σε μια βαλίτσα, πήρα τηλέφωνο ένα φίλο του να έρθει να την πάρει, του έστειλα μήνυμα πως χωρίζουμε και άλλαξα κλειδαριά στο σπίτι. Ναι, είχα πάρει την απόφαση να φύγω απ’ αυτή τη σχέση, είχα πάρει την απόφαση να σώσω τον εαυτό μου απ’ αυτόν τον άνθρωπο που με πλήγωνε ψυχή και σώμα. Είχα πάρει την απόφαση, μα ακόμη η ανόητη δεν ένιωθα βαθιά στο πετσί μου φόβο. Πίστευα πως όλα θα είναι απλά. Δεν ήταν…

Για έναν ολόκληρο μήνα παρέμεινε άφαντος. Κι εγώ που στο μεταξύ είχα αναρρώσει και είχα επιστρέψει στη δουλειά, είχα αρχίσει να πιστεύω πως η ιστορία είχε λάβει τέλος. Το μήνυμα που μου έστειλε πως με παρακαλούσε να τον ενημερώσω για το πότε θα μπορούσε να πάρει και τα υπόλοιπα πράγματά του, με βρήκε απόλυτα σίγουρη πως ήμουν δυνατή όπως μου όφειλα και πως είχα φερθεί όπως ακριβώς “έπρεπε”. Ούτε σκέψη πως θα ήμουν σαν εκείνες τις γυναίκες στους τίτλους των ειδήσεων. Τόσο σίγουρη! Μα πόσο εύκολα μπορεί η ζωή να σε κάνει να αυτοαναιρεθείς… Δεν είχε έρθει να πάρει τα πράγματά του. Είχε έρθει με μια αγκαλιά λουλούδια και μια τσάντα με όρκους, υποσχέσεις, παραδοχές και παρακλήσεις. Είχε έρθει με σκοπό να μου ζητήσει μια ακόμη ευκαιρία. Μια ευκαιρία που δεν ήμουν διατεθειμένη να δώσω και την πλήρωσα με ένα μελανιασμένο μπράτσο κι ένα σκισμένο χείλος. Γιατί -για σένα που ρωτάς με “τόσο” ενδιαφέρον “γιατί δεν έφευγες;”- είχα αποφασίσει να φύγω, είχα ήδη φύγει, μόνο που εκείνος αρνιόταν να το δεχτεί. Μέτρα εδώ το τέταρτο λάθος μου. Δεν πήγα στην αστυνομία. Δεν τον κατήγγειλα. Δεν του έκανα μήνυση. Ο γείτονας που είχε ακούσει τη φασαρία και χτυπούσε με μανία την πόρτα μου, τον έκανε να φύγει πριν τα τραύματα στο σώμα μου γίνουν επικίνδυνα. Στην ψυχή μου όμως ήταν…

Το επόμενο διάστημα ήταν εφιαλτικό. Εμφανιζόταν στη δουλειά μου, τον έβλεπα να με περιμένει κοντά στο αυτοκίνητό μου, κρυβόταν απέναντι απ’ το σπίτι μου. Τον απέφευγα. Γύρισα πολλές φορές με τα πόδια στο σπίτι μου, γιατί δεν ήθελα να πλησιάσω το αυτοκίνητό μου, αφού τον είχα δει πως ήταν εκεί. Έμεινα πολλά βράδια με τα παντζούρια και τα φώτα κλειστά στο σπίτι για να νομίζει ότι λείπω. Είχα ζητήσει αλλαγή πόστου στη δουλειά για να μην βρίσκομαι στην εξυπηρέτηση πελατών, ώστε να μπορεί να μου απευθύνει το λόγο. Η πίεση που ένιωθα ήταν αφόρητη. Είχα μιλήσει στους φίλους του, να προσπαθήσουν να τον λογικέψουν. Έφτασα στο σημείο να τηλεφωνήσω ακόμη και στη μητέρα του και να της πω ότι φοβόμουν κι ότι δεν ήθελα να καταστρέψω τη ζωή του, πηγαίνοντας στην αστυνομία. Την παρακάλεσα να του μιλήσει. Μου το ορκίστηκε κλαίγοντας με λυγμούς. Τι έφταιγε κι εκείνη αλήθεια…


Κατά διαστήματα χανόταν και με το που ένιωθα πως έπαιρνα ανάσα πια, εμφανιζόταν ξανά. Άλλοτε με λουλούδια που έστελνε στο σπίτι ή στη δουλειά μου, άλλοτε με γράμματα που άφηνε στο γραμματοκιβώτιο της πολυκατοικίας ή μικρά σημειώματα στον υαλοκαθαριστήρα του αυτοκινήτου μου κι άλλοτε με τη φυσική του παρουσία, χωρίς όμως να με πλησιάζει για να μου μιλήσει. Στεκόταν απλά και με κοίταζε με θλιμμένο βλέμμα, προσπαθώντας ίσως να δείξει πως δεν θέλει να με τρομάξει. Μάλλον δεν μπορούσε να φανταστεί πως ήταν από καιρό ο χειρότερος εφιάλτης μου. Στα γράμματά του έλεγε πόσο μ’ αγαπάει, πόσο δεν μπορεί να φανταστεί τη ζωή του χωρίς εμένα, πόσο δεν θα άντεχε το γεγονός να με δει να μοιράζομαι τη ζωή μου με κάποιον άλλον. Τη μέρα που βρήκα ένα σημείωμα στο αυτοκίνητό μου, που έλεγε πως αν δει άλλον να μ’ αγγίζει, θα τον σκοτώσει και θα σκοτωθεί, αποφάσισα πως έπρεπε να κάνω κάτι ριζικό, το καμπανάκι του κινδύνου άρχισε να χτυπά επικίνδυνα μέσα μου, το ένστικτό μου για πρώτη φορά άρχισε να μου ουρλιάζει πως έπρεπε με κάθε τρόπο να προστατευτώ. Και το άκουσα. Με πόνο ψυχής άλλαξα δουλειά και μετακόμισα (νύχτα-με τη βοήθεια φίλων) σε άλλη συνοικία. Άλλαξα αριθμό τηλεφώνου και τον έκανα απόρρητο. Έπρεπε να χάσει τα ίχνη μου. Έπρεπε να νιώσω ασφαλής. Ίσως έτσι με τον καιρό να ηρεμούσε. Κι εκείνος κι εγώ.

Του πήρε μόλις δύο μήνες να με βρει. Όταν τον είδα να στέκεται μπροστά στο αυτοκίνητό μου, ένα πρωινό που είχα βγει απ’ το σπίτι για να πάω στη δουλειά, έχασα τη γη κάτω απ’ τα πόδια μου. Τα μηνίγγιά μου άρχισαν να χτυπούν ανεξέλεγκτα. Είχα φύγει! Είχα φύγει, όπως με τόσο πάθος ακούω κάποιους να ρωτάνε. Εγώ είχα φύγει. Εκείνος όχι… Δεν κρύφτηκα, μάζεψα όσο θάρρος είχα μέσα μου και πήγα κοντά του. Κάτι πήγε να πει αλλά δεν τον άφησα. Του είπα πως αν τον ξαναδώ κοντά μου θα πήγαινα στην αστυνομία. Μπήκα στο αυτοκίνητο κι έφυγα. Έφυγα! Ακούς; Έφυγα! Έφυγα και δυο μέρες αργότερα, με μάζεψαν χτυπημένη απ’ την είσοδο της πολυκατοικίας μου. Έφυγα, μα το τέρας είχε αποφασίσει να καταπιεί κάθε μόριο της ψυχής μου, είχε αποφασίσει να με καταστρέψει. Έφυγα, μα μάλλον όχι τόσο μακριά όσο έπρεπε για να γλιτώσω.

Δεν με ξαναπλησίασε για καιρό. Δεν τον κατήγγειλα ποτέ. Ένιωθα όμως πως η μόνη σωτηρία μου θα ήταν να εξαφανιστώ. Να φύγω τόσο μακριά που να μη μπορεί να με πλησιάσει. Να αλλάξω όλη τη ζωή μου, για να μπορέσω να τη διατηρήσω. Και το έκανα. Έφυγα. Μια καλή μου φίλη, μου άπλωσε το χέρι. Έμενε στο εξωτερικό και με βοήθησε να πάω εκεί. Ήμουν τυχερή που την είχα. Αν δεν την είχα πόσο πιο δύσκολο θα ήταν; Ήμουν τυχερή που δεν είχα οικογένεια -δες κάτι παράδοξο! Ένιωθα τυχερή που δεν είχα οικογένεια και δεν θα άφηνα κανέναν πίσω για τον οποίο θα έπρεπε να φοβάμαι. Ήμουν τυχερή που δεν είχα παιδιά -δες ακόμη ένα παράξενο! Ένιωθα τυχερή που δεν είχα κάνει παιδιά μαζί του (παρότι προσπάθησε πολύ να με πείσει να κάνουμε) και δεν θα είχα κανένα νομικό ή άλλου είδους δέσιμο μαζί του! Έφυγα, αφήνοντας πίσω την πατρίδα και τους φίλους μου. Έφυγα, αφήνοντας πίσω την δουλειά μου και όλα τα όνειρα που είχα κάνει μέχρι τότε. Πρόσεξε όμως τη λεπτομέρεια… “ήμουν τυχερή!”. Ήμουν τυχερή σε συγκεκριμένα κομμάτια, ώστε να μπορώ να κάνω αυτή την κίνηση. Πόσο διαφορετικά θα ήταν όλα αν δεν “ήμουν τυχερή”;


Και τώρα, αν έχεις καταφέρει να διαβάσει όλη την ιστορία μου, πάρε ένα λεπτό σιωπής και σκέψου πόσες γυναίκες έχουν βιώσει τον εφιάλτη χωρίς να είναι τόσο “τυχερές”; Πάρε ένα λεπτό σιωπής και μέτρα ένα ένα τα λάθη που έκανα. Γι’ αυτά μου τα λάθη (ή κι άλλα 100 ακόμη), θα μου άξιζε να χάσω τη ζωή μου; Πάρε ένα λεπτό σιωπής και πες μου, αν τύχει κι ακούσεις μια άλλη ιστορία κακοποίησης, πόσο εύκολα θα ξεστομίσεις αυτό το καταραμένο “γιατί δεν έφευγε;”.


https://thewomen.gr/

ΓΡΑΜΜΗ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ SOS 15900 ΓΙΑ ΚΑΚΟΠΟΙΗΜΕΝΕΣ ΓΥΝΑΙΚΕΣ

Συντάκτης

  • TheWomen

    Γυναίκα…Σύζυγος, εργαζόμενη, μητέρα, νοικοκυρά, ερωμένη… 1000 ρόλοι να χωρέσουν ασφυκτικά σε ένα έρμο 24ώρο! Μαζί θα γελάσουμε, θα κλάψουμε, θα προβληματιστούμε, θα συζητήσουμε με & για όλα όσα απασχολούν τη σημερινή γυναίκα!

«Fake news» ότι οι καρχαρίες προσελκύονται από τα νεκρά ψάρια στον Παγασητικό

 

«Fake news» ότι οι καρχαρίες προσελκύονται από τα νεκρά ψάρια στον Παγασητικό

Θεσσαλονίκη: «Fake news» ότι οι καρχαρίες προσελκύονται από τα νεκρά ψάρια στον Παγασητικό
Φωτογραφία αρχείου - Eurokinissi

Τέλος στις φήμες που θέλουν τους καρχαρίες να προσελκύονται από τα νεκρά ψάρια στον Παγασητικό, έβαλε η περιβαλλοντική οργάνωση «iSea».

Η συγκεκριμένη οργάνωση δήλωσε πως τα δημοσιεύματα των ΜΜΕ δεν αντιπροσωπεύουν την πραγματικότητα καθώς το πρόβλημα που δημιουργήθηκε στον Παγασητικό με τα νεκρά ψάρια, δεν πρόκειται να προσελκύσει καρχαρίες.

Με δηλώσεις της στο ΑΠΕ – ΜΠΕ, η περιβαλλοντολόγος και η υπεύθυνη προγραμμάτων της iSea Ρωξάνη Ναασάν Αγά – Σπυριδοπούλου ξεκαθάρισε πως οι καρχαρίες δεν είναι πτωματοφάγα και στην Ελλάδα έχουν καταγραφεί μόνο 11 επιθέσεις σε ανθρώπους από το 1800.

Οι δηλώσεις της περιβαλλοντικής οργάνωσης για τον Παγασητικό

«Οι καρχαρίες στην πλειονότητα δεν είναι πτωματοφάγα είδη αλλά κυνηγούν ενεργά την τροφή τους, πολύ λίγα είδη έχουν εντοπιστεί να τρώνε νεκρά ζώα, συνήθως νεκρές φάλαινες και κανένα από αυτά δεν εντοπίζεται στην περιοχή.

Tα νεκρά ψάρια που έχουν καταλήξει στον Παγασητικό είναι είδη γλυκού νερού και σε καμία περίπτωση δεν αποτελούν τροφικό αντικείμενο των καρχαριών και οι θηρευτές σχεδόν ποτέ δεν προσελκύονται από νεκρά ζώα σε αποσύνθεση.

Έχουμε καταγραφές καρχαριών στον Παγασητικό όπως και σε όλες τις ελληνικές θάλασσες όπου έχουμε επιβεβαιωμένη παρουσία 35 ειδών.

Δεν συμπίπτουμε στα μέρη που διαβιούν καθώς προτιμούν βαθιά νερά και μακριά από τη στεριά, δεν αποτελούμε μέρος του… μενού τους και των διατροφικών τους συνηθειών και όσο αλλόκοτο θα είναι για μας να δούμε καρχαρία στη θάλασσα, άλλο τόσο είναι γι’ αυτούς.

Όπως ο λύκος δεν είναι “κακός”, έτσι δεν είναι και οι καρχαρίες. Είναι δε ενδεικτικό ότι στην Ελλάδα, από το 1800, υπάρχουν 11 καταγεγραμμένες επιθέσεις καρχαριών χωρίς καμία να είναι θανατηφόρα με την τελευταία να εντοπίζεται στο 1950.

‘Oσο για την εμφάνιση των καρχαριών που είναι συνηθισμένη, κυρίως στον κινηματογράφο, με κοφτερά δόντια και έντονα πτερύγια, η περιβαλλοντολόγος αναφέρει ότι λίγα είδη είναι έτσι και κυρίως τα πιο σπάνια και απειλούμενα από άλλα κοινά που είναι για παράδειγμα ο γαλέος.

Δυστυχώς, η διαιώνιση των στερεοτύπων δεν βοηθάει τον πολίτη να καταλάβει ότι και οι καρχαρίες είναι μέρος του οικοσυστήματος και στην κορυφή της τροφικής αλυσίδας ως θηρευτές», κατέληξε η Ναασάν Αγά – Σπυριδοπούλου.

https://www.newsit.gr/

Ο πανέξυπνος μαθηματικός που κέρδισε 14 φορές το Λόττο προδόθηκε απ’ την απληστία του

 Ο πανέξυπνος μαθηματικός που κέρδισε 14 φορές το Λόττο προδόθηκε απ’ την απληστία του

PressRoom Send an email20/08/2024 , 12:09

Οι πιθανότητες να χάσει κάποιος τη ζωή του από επίθεση καρχαρία έχει υπολογιστεί ότι είναι μία στις περίπου 3.750.000. Αρκετά πιο πιθανό από το να κερδίσει στη λοταρία των ΗΠΑ, το γνωστό Powerball, όταν έχει σημειωθεί τζακ ποτ. Το ενδεχόμενο αυτό συγκεντρώνει θεωρητικά πιθανότητες μία προς 175.000.000.

Για αυτό και οι Αρχές της Βιρτζίνια βρέθηκαν προ εκπλήξεως έως… παράνοιας, όταν διαπίστωσαν ότι στο τζακ ποτ των 27 εκατομμυρίων δολαρίων το 1992, ο μοναδικός νικητής είχε σαρώσει σε όλες τις κατηγορίες. Είχε κερδίσει επιπλέον 6 φορές στη δεύτερη κατηγορία νικητών, 132 στην τρίτη και 135 μικρότερης απόδοσης θέσεις, ποσά που στο σύνολό τους έφταναν τις επιπλέον 900 χιλιάδες δολάρια!

Υπερτυχερός; Όχι, σε καμία περίπτωση. Όπως αποκαλύφθηκε αργότερα, ο άνθρωπος αυτός δεν ήταν καν τζογαδόρος. Η νίκη του είχε οικοδομηθεί πάνω σε έναν μαθηματικό τύπο και σε μια πρωτόγνωρη ιστορία στα χρονικά της λοταρίας.

Ήταν ο ιθύνων νους ενός δικτύου διεθνών επενδυτών, δεκάδων ηλεκτρονικών υπολογιστών και εκτυπωτών, που είχε εγγυηθεί την επιτυχία στο εν λόγω τζακ ποτ. Πολύ απλά, διότι ο Στεφάν Μαντέλ είχε παίξει όλους τους πιθανούς συνδυασμούς…

Πρόκειται για έναν Ρουμάνο μαθηματικό, που δεν συμβιβάστηκε με τη μιζέρια και τη φτώχεια του κομμουνιστικού καθεστώτος. Ανήσυχος καθώς ήταν και με μηνιαίο μισθό 360 λέι (που αντιστοιχούν σε σημερινά 77 ευρώ) ως λογιστής σε συνεταιρισμό μεταλλείων, αναζητούσε τρόπους να αυξήσει το εισόδημα του τη δεκαετία του ’60.

Έπεσε με τα μούτρα στην έρευνα, μελετώντας την «ακολουθία Φιμπονάτσι», με ορίζοντα να τη χρησιμοποιήσει στα τυχερά παιχνίδια κλήρωσης αριθμών. Έπειτα από χρόνια προσπαθειών, κατέληξε σε έναν αλγόριθμο επιλογής αριθμών, που του επέτρεπε να «μαντέψει» τους 6 αριθμούς του λόττο, μειώνοντας κατά πολύ τους 3.838.380 συνδυασμούς, που αντιστοιχούν σε μια λοταρία 40 αριθμών.

Τη φόρμουλα δεν την αποκάλυψε ποτέ. Ήταν όμως ο λόγος που κατάφερε να μεταναστεύσει με την οικογένεια του από τη Ρουμανία. Συγκεντρώνοντας ένα μικρό κεφάλαιο μαζί με μερικούς φίλους του, πήραν το ρίσκο να παίξουν όλους τους πιθανούς συνδυασμούς που «έβγαζε» ο αλγόριθμος του. Το μίνιμουμ ήταν να πιάσουν 5 αριθμούς, με τη βοήθεια της τύχης όμως έπιασαν και τους έξι, κερδίζοντας περίπου 17.000 ευρώ.

Ο Μαντέλ πήρε το μερτικό του και δεν το σκέφτηκε στιγμή. Το μεγαλεπήβολο σχέδιο του θα μπορούσε να εφαρμοστεί με επιτυχία μόνο σε μια καπιταλιστική χώρα. Η μετεγκατάσταση στην Αυστραλία σήμαινε ότι πλέον μπορούσε να συναλλάσσεται ελεύθερα με τις χώρες της Βρετανικής Κοινοπολιτείας και να έχει πρόσβαση στο σύστημα τυχερών κληρώσεων της Μεγάλης Βρετανίας.

Ο Μαντέλ εξασφάλισε το ζην βρίσκοντας δουλειά στην Αυστραλία ως ασφαλιστής και έβαλε πλώρη για το ευ ζην. Έστησε ένα είδος επιχείρησης με αντικείμενο τις λοταρίες, βασιζόμενος στο δεδομένο ότι με τη δική του μέθοδο το κόστος του να παίξεις όλους τους συνδυασμούς ήταν σημαντικό χαμηλότερο από το πιθανό κέρδος στις περιπτώσεις κάποιων τζακ ποτ.

Δεν είχε βέβαια ούτε τα απαραίτητα κεφάλαια, ούτε το χρόνο για να συμπληρώσει και να παίξει τόσα πολλά δελτία. Και κάπως έτσι γεννήθηκε ένα είδος «συνδικάτου κληρώσεων». Κατάφερε να πείσει εκατοντάδες επενδυτές να συμμετάσχουν στο σχέδιο του και ακολούθως αυτοματοποίησε το σύστημα του, που έως τότε ήταν χειρωνακτικό και είχε σοβαρές πιθανότητες λάθους. Νοίκιασε ένα διαμέρισμα, το οποίο γέμισε με υπολογιστές και εκτυπωτές, προκειμένου να υπολογίζει και να τυπώνει όλους τους πιθανούς συνδυασμούς με ακρίβεια.

Όλα ήταν έτοιμα, το μόνο που απέμενε ήταν να δημιουργηθεί κάποιο μεγάλο τζακ ποτ. Χρειαζόταν απλώς υπομονή. Οι ευκαιρίες προέκυψαν σωρηδόν. Ο Μαντέλ και οι συνεργάτες του κέρδισαν συνολικά 12 κληρώσεις σε Αυστραλία και Μεγάλη Βρετανία!

Και αυτό παρότι από κάποιο χρονικό σημείο και έπειτα οι Αρχές προσπαθούσαν να αλλάξουν τους κανόνες του παιχνιδιού, έχοντας αντιληφθεί τι συμβαίνει: ότι πίσω απ’ όλες αυτές τις επιτυχίες κρυβόταν κάποιος που αγόραζε όλους τους πιθανούς συνδυασμούς.

Η δραστηριότητα του μέσω αυτής της ιδιότυπης «εταιρίας» ήταν απόλυτα νόμιμη και το κράτος αναγκάστηκε να νομοθετήσει μέτρα για να την καταστήσει «παράνομη». Στο νόμο που απαγόρευε σε ένα άτομο να «αγοράσει» όλες τις πιθανότητες μιας κλήρωσης, ο Μαντέλ «απάντησε» βρίσκοντας πέντε συνεταίρους.

lotto mandel

Όταν απαγορεύτηκε και σε ομάδες ατόμων να αγοράζουν όλα τα δελτία μιας κλήρωσης, ο Ρουμάνος μαθηματικός σύστησε εταιρία. Μετά τη 12η νίκη του όμως απαγορεύτηκε και η κατ’ οίκων εκτύπωση δελτίων. Έως τότε οι παίκτες μπορούσαν να τυπώνουν τα δελτία από τους υπολογιστές στο σπίτι τους. Ο Μαντέλ βεβαιώθηκε ότι δεν τον σήκωνε άλλο το… κλίμα στην Αυστραλία.

Έπρεπε να μεταφέρει το σύστημα του σε μια πιο «φιλική» για την επένδυση του χώρα. Ίσως και πιο κερδοφόρα, διότι μετά την διανομή των κερδών στους συμμετέχοντες, τους φόρους και το κόστος αγοράς των δελτίων, τα ποσά που κέρδιζε δεν ήταν υπέρογκα. Για παράδειγμα, από μία νίκη 1,3 εκατ. δολαρίων το 1987, εκείνος πήρε τελικά περί τις 100.000 δολάρια.

Επόμενος προορισμός του Μαντέλ ήταν οι ΗΠΑ. Έπρεπε όμως να βρει σε ποια πολιτεία θα μπορούσε να εγκαταστήσει τη «φάμπρικα» του με τους καλύτερους δυνατούς όρους. Μετά από ενδελεχή έρευνα κατέληξε στο ότι η λοταρία της Βιρτζίνια ήταν η ιδανική περίπτωση: δυνατότητα εκτύπωσης δελτίου από το σπίτι, μόνο 7,1 εκατομμύρια συνδυασμοί (έναντι 25 εκατομμυρίων που είχαν άλλα παιχνίδια) και χαμηλό κόστος, με μόνο ένα δολάριο ανά δελτίο.

Οι επιτυχίες του τον είχαν κάνει διάσημο στην Αυστραλία κι έτσι έπεισε μετά ευκολίας 2.500 Αυστραλούς να επενδύσουν από περίπου 4.000 δολάρια έκαστος στην εταιρία – τραστ που δημιούργησε. Ο ίδιος έμεινε στο Σίδνεϊ για να συντονίζει από εκεί την επιχείρηση.

Αφού συγκέντρωσε με συνοπτικές διαδικασίες 9 εκατομμύρια δολάρια, προσέλαβε υπαλλήλους για να χειρίζονται τους δεκάδες υπολογιστές και εκτυπωτές που αγόρασε, στην υπηρεσία του μεγάλου «κόλπου». Μέσα σε τρεις μήνες τυπώθηκαν σε δελτία όλοι οι πιθανοί συνδυασμοί της λοταρίας της Βιρτζίνια, συνολικά 7,1 εκατομμύρια δελτία! Το κόστος αποστολής τους στις ΗΠΑ έφτασε τα 60.000 δολάρια.

Τα δελτία αποθηκεύτηκαν στη Βιρτζίνια – έτοιμα να κατατεθούν σε εξουσιοδοτημένα καταστήματα για να συμμετάσχουν στην κλήρωση. Ο Μαντέλ περίμενε πια να δημιουργηθεί ένα μεγάλο τζακ ποτ για να τα «ρίξει» στη μάχη. Και αυτό συνέβη το Φεβρουάριο του 1992.

Το Powerball της Βιρτζίνια κλήρωνε 27 εκατ. δολάρια. Ο Μαντέλ έδωσε την εντολή, αλλά του είχε διαφύγει μια… λεπτομέρεια. Ο διαθέσιμος χρόνος ήταν μόνο 72 ώρες. Οι άνθρωποί του έπρεπε να καταθέσουν 7,1 εκατομμύρια δελτία, που θα πλήρωναν από τις εκατοντάδες ταχυδρομικές επιταγές που τους είχε στείλει.

mandel lotto
Οι 35 κούριερ που επιστρατεύτηκαν επισκέφθηκαν 125 βενζινάδικα και σούπερ μάρκετ, όπου κατέθεταν δελτία αξίας χιλιάδων δολαρίων τη φορά, αφήνοντας άναυδους τους υπαλλήλους. Λίγες ώρες πριν την κλήρωση, πολλά καταστήματα ξέμειναν από δελτία και έτσι περίπου ένα εκατομμύριο συνδυασμοί-δελτία του Μαντέλ έμειναν εκτός κλήρωσης.

Μικρό το κακό ωστόσο. Έστω και χωρίς αυτά, o Μαντέλ κέρδισε το Powerball. Για καλή του τύχη μάλιστα, ήταν ο μοναδικός νικητής που σημαίνει ότι δεν μοιράστηκε το ποσό. Μαζί με τις μικρότερες κατηγορίες κερδών, η «εταιρία λόττο» κέρδισε συνολικά περισσότερα από 30 εκατομμύρια δολάρια!

Το ποσό θα μοιραζόταν σε 20 ετήσιες δόσεις, αλλά οι Αρχές της Βιρτζίνια προσπάθησαν να βάλουν τρικλοποδιές στον Μαντέλ, θεωρώντας ανήθικο τον τρόπο του. O τοπικός Τύπος έγραφε τότε για το «μυστηριώδες συνδικάτο της Αυστραλίας, που επένδυσε 5 εκατ. δολάρια στο μεγάλο τζακ ποτ».

Ξεψαχνίζοντας τις διατάξεις της Κρατικής Λοταρίας της Βιρτζίνια, ανακάλυψαν ότι ένα δελτίο θεωρείται νόμιμο μόνο όταν o παίκτης πληρώσει για αυτό στο εξουσιοδοτημένο κατάστημα από το οποίο το προμηθεύτηκε. Τα δελτία του Μαντέλ είχαν φτάσει συμπληρωμένα στα καταστήματα κι έτσι τέθηκε θέμα για την εγκυρότητά τους.

Κατά την τετραετή δικαστική διαμάχη που ακολούθησε, ο Μαντέλ πέρασε από το μικροσκόπιο 14 διεθνών οργανισμών όπως η CIA και το FBI. Εν τέλει πρυτάνευσε η λογική και οι… δικηγόροι του πιο λελογισμένου «τζογαδόρου» της ιστορίας. Από τη στιγμή που τα δελτία επιτράπηκε να συμμετάσχουν, θα έπρεπε και να θεωρηθούν έγκυρα.

Ο Μαντέλ δικαιώθηκε το 1996, αλλά ήταν τότε που λοξοδρόμησε. Πούλησε τα 20 εκατομμύρια που θα έπαιρνε σε δόσεις από τη νίκη σε μια ασφαλιστική εταιρία, για 14 εκατομμύρια δολάρια, τα περισσότερα εκ των οποίων κατέληξαν σε λογαριασμό του στο Χονγκ Κονγκ.

Οι επενδυτές πήραν πίσω μόνο 1.400 δολάρια, βρέθηκαν δηλαδή και με χασούρα περίπου 2.500 δολαρίων. Το τελευταίο mail τους το είχε στείλει το 1994 και ουσιαστικά προλόγιζε τα μελλούμενα. «Αυτό που είχαμε υπολογίσει άλλαξε. Ίσως να μην είναι καλή επένδυση τώρα…».

Πριν ακόμα εισπράξει το ζεστό χρήμα, ο Μαντέλ προσπάθησε ανεπιτυχώς να στήσει μια ασφαλιστική εταιρία και μια εταιρία λόττο στο Γιβραλτάρ, με αποτέλεσμα να κυρήξει πτώχευση το 1995.
lottery

Εβραίος καθώς ήταν στην καταγωγή, επιχείρησε ακολούθως να επαναλάβει το κόλπο της Βιρτζίνια στο Ισραήλ. Φαίνεται όμως ότι κάποιοι από τους παλιούς «συνοδοιπόρους» του τού την είχαν στημένη. Καταγγέλοντάς τον για μη απόδοση πιθανοτήτων και κερδών, τον έσυραν στα δικαστήρια και ο Μαντέλ φυλακίστηκε στο Ισραήλ για 20 μήνες.

«Θύμα» της απληστίας του, αλλά διδαγμένος από το πάθημα του. Αφότου αποφυλακίστηκε, φρόντισε να μείνει μακριά από τα φώτα των επενδύσεων και κατά συνέπεια της δημοσιότητας. Φημολογείται ότι απολαμβάνει κάπου τους καρπούς της ιδιοφυΐας και των… καταθέσεων του στο Χονγκ Κονγκ.

Ο ίδιος δηλώνει πια κάτοικος του εξωτικού Βανουάτου στο νότιο Ειρηνικό, του οποίου έχει λάβει μάλιστα την υπηκοότητα!

Και μάλλον κάπως έτσι, αραχτός στη θέα του αρχιπέλαγους, δεν πρόκειται ποτέ να μας πει αν όλη αυτή, η κολοσσιαία σε χρόνο, κόπο και οργάνωση, επιχείρηση, αποσκοπούσε εξ’ αρχής στο να γίνει εκατομμυριούχος, εξαπατώντας μερικές εκατοντάδες ανυποψίαστους επενδυτές…

Πηγές: insidestory.gr, independent.co.uk, www.lotterycritic.com

menshouse.gr

https://www.agriniopress.gr/

Όχι, δεν θέλω να ξαναγυρίσεις…

 Όχι, δεν θέλω να ξαναγυρίσεις…

Πάει καιρός απ’ το δικό μας τέλος, απ’ το τέλος του “μαζί” μας, ενός “μαζί” στο οποίο πίστεψα, επένδυσα, πόνταρα τα πάντα μου. Ενός “μαζί” που εγκατέλειψες χωρίς λόγο, χωρίς αιτία, χωρίς εξηγήσεις. Πάει καιρός και ομολογώ πως δεν ήταν εύκολο να μαζέψω τα κομμάτια μου, να επουλώσω τις πληγές μου, να σταθώ στα πόδια μου, να βρω ξανά τον εαυτό μου. Δεν ήταν εύκολο, μα ήρθε η στιγμή που τα κατάφερα, που το μπόρεσα να κοιτάξω το είδωλό μου στον καθρέφτη και να χαμογελάσω.

Και τώρα… τώρα που όλα πια μοιάζουν να έχουν πάρει τη θέση τους, έρχεσαι και ξαναχτυπάς την πόρτα μου. Τώρα που όλα πια φαίνονται να έχουν μπει στη σωστή σειρά, επιστρέφεις με παραδοχές, όρκους και υποσχέσεις.
Μετάνιωσες, λες…
Κατάλαβες το λάθος σου, λες…
Μ’ αγαπάς ακόμη, λες…
Λες… λες… λες… μα, αλήθεια τώρα;

Κανένας δεν ξαναγυρνάει από έρωτα μάτια μου. Όποιος είναι ερωτευμένος δεν φεύγει έτσι, όποιος είναι ερωτευμένος δεν μπορεί να φύγει έτσι. Όποιος είναι ερωτευμένος μένει και προσπαθεί, δεν το σκάει νύχτα σαν τον κλέφτη…
Δύσκολη η μοναξιά κι απ’ ό,τι φαίνεται δεν κατάφερες να γεμίσεις τα κενά σου όπως πίστευες κι είπες να γυρίσεις στα γνώριμα. Βαρύ φορτίο η ανασφάλεια κι απ’ ό,τι φαίνεται σε λύγισε κι είπες να επιστρέψεις στα σίγουρα. Μα λάθος σου τα έμαθαν καρδιά μου, δεν υπάρχουν δεδομένοι άνευ όρων στη ζωή. Δεν υπάρχουν δεδομένοι κι αυτό είναι το μόνο αμετάκλητο δεδομένο.

Δεν υπάρχει πια ο άνθρωπος που άφησες πίσω. Γιατί πια άλλαξα, με προσέχω, με φροντίζω και μ’ αγαπάω. Γιατί πια έμαθα να με μετράω σωστά, να με εκτιμώ δίκαια και να μην ανέχομαι ό,τι δεν με γεμίζει. Γιατί πια ξέρω τι αξίζω και ξέρω πως δεν μου αξίζει το να γίνω πρόσκαιρο καταφύγιο στη μίζερη μοναξιά σου. Τζάμπα προσπαθείς, τζάμπα παλεύεις, τζάμπα χτυπάς. Όχι, δεν θέλω να ξαναγυρίσεις…



https://thewomen.gr/
Κική Γιοβανοπούλου

Συντάκτης

  • Κική Γιοβανοπούλου

    Γράφω γιατί αυτή είναι η δική μου ψυχοθεραπεία. Για μένα γράφω. Για να σκοτώνω τους προσωπικούς μου δαίμονες. Ίσως όμως, κάπου μέσα στις γραμμές μου, βρεις και τους δικούς σου…

Arthur Rimbaud – Η αλχημεία του λόγου

Arthur Rimbaud – 

Η αλχημεία του λόγου

 Και τώρα η σειρά μου. Η εξιστόρηση μιας τρέλας μου.

Για πολύ καιρό καυχήθηκα πως κάθε πιθανού τόπου ήμουν ο κυρίαρχος και ως γελοιότητες χαρακτήριζα τις διασημότητες της σύγχρονης ζωγραφικής και ποιήσεως.

Αυτά που μ΄ άρεσαν ήταν: τα παράλογα έργα ζωγραφικής, τα διακοσμητικά στις εξώπορτες, τα σκηνικά, οι μεταμφιέσεις περιπλανώμενων θιάσων, τα διαφημιστικά φυλλάδια, οι λαϊκοί διάκοσμοι, η ντεμοντέ λογοτεχνία, τα Λατινικά της εκκλησίας, τα ανορθόγραφα ερωτικά βιβλία, οι νουβέλες της γιαγιάς, τα παραμύθια, τα παιδικά βιβλιαράκια, οι παλαιές όπερες, τα ανόητα ρεφρέν και οι αφελείς ομοιοκατάληκτοι ρυθμοί.

Ονειρεύτηκα σταυροφορίες, εξερευνητικά ταξίδια που κανείς δεν είχε υπόψη του, ανιστόρητες δημοκρατίες, καταπνιγμένους θρησκευτικούς πολέμους, επαναστάσεις των ηθών, μετακινήσεις φυλών και ηπείρων. Πίστευα σ’ όλα τα μάγια.

Εφηύρα των φωνηέντων το χρωματολόγιο! Το Άλφα για το μαύρο, το Έψιλον για το λευκό, το Ιώτα για το κόκκινο, το Όμικρον για το κυανό, το Ύψιλον για το πράσινο. Οριοθέτησα τη μορφή και την κίνηση κάθε συμφώνου, και, με ενστικτώδεις ρυθμούς, κολακεύτηκα με την ανακάλυψη μιας ποιητικής γλώσσας, που σήμερα ή αύριο, όλοι θ’ αναγνώριζαν. Και κράτησα για μένα τη μετάφραση της.

Αρχικά ήταν κάτι σαν έρευνα. Έγραψα για σιωπές, για νύχτες, έδωσα λέξεις στ’ απερίγραπτο, σταμάτησα την περιδίνηση.

 

Μετάφραση: Γιάννης Αντιόχου
Καλλιτέχνης: Michael Newton

https://perithorio.com/

Μίλτος Σαχτούρης – Ὀρυχεῖο

  Μίλτος Σαχτούρης – Ὀρυχεῖο Σοῦ γράφω γεμάτη τρόμο μέσα ἀπὸ μιὰ στοὰ νυχτερινὴ φωτισμένη ἀπὸ μίαν ἐλάχιστη λάμπα σὰ δαχτυλίθρα ἕνα βαγόνι π...