Τρίτη 30 Σεπτεμβρίου 2014

ΜΥΘΟΛΟΓΙΚΑ ΕΚΤΟΠΛΑΣΜΑΤΑ ΤΟΥ ΝΟΥ...


''Η ΚΥΡΑ ΤΟΥ ΔΑΣΟΥΣ''

(Αναμνήσεις)
           
      Το χειμωνιάτικο εκείνο το απόγευμα ήταν συννεφιασμένο και μελαγχολικό όπως και η ψυχή μου. Ωστοσο όταν ανεβαίνοντας τον εξοχικό δρόμο αντίκρισα το μενεξεδένιο βουνό και την απεραντωσύνη του κάμπου,κι ο αέρας με αγγιξε με τις πνοές του δάσους,κάποιο φωςσκόρπισε τα συννεφάκια. Κι όσο προχωρουσα στη μοναξιά του εξοχικού δρόμου,το γνωστό τοπίο,μα κάθε φορά διαφορετικό,ταξίδευε τη σκεψη μου και τη διασκέδαζε. Μα δεν ήταν παρά ένα μικρό διάλειμμα. Κάθε εικόνα αυτού του τοπίου,ο δρόμος,τα δέντρα,το κάθε τι ήταν κι από μια θύμηση που έκανε τα καινούρια να χάνονται σαν σκιές και τα περασμένα να ζωντανεύουν.
  
   Ηταν κι από μια θύμηση που ζωντάνευε κάποιους καιρούς,κάποιες στιγμές πού τώρα ξεχώριζαν πίσω από το θαμπό γυαλί του χρόνου. Έτσι τα συννεφάκια που για λίγο είχαν σκορπίσει,πήραν πάλι τη θέση τους. Συννεφάκια που  έφερναν το μήνυμα μιας θύελλας συναισθημάτων,ένα ψυχικό ξέσπασμα,μα με ομορφιά κι ευγένεια,με συγκίνηση και χαρά ακόμα,όταν φέρνει τη διάθαση της δημιουργίας.
   Και το απόγευμα εκείνο στο σπίτι του δάσους με τα ψιθυρίσματα των πεύκων,θα ήταν από τα λίγα εκείνα τα περασμένα. Κάτι που θα 'μενε,και που κάποτε η παλιά του θύμηση θα το ζωντάνευε.
   Το άσπρο σπίτι ανάμεσα στα πεύκα,έκοψε τους στοχασμούς μου. Ερημικό στην άκρη του δάσους ολονυχτίς ακούει τις μυστικόπαθες συμφωνίες του,και το μονότονο τραγούδι του νερού που πέφτοντας στην στη μικρή λίμνη θαρρείς μετρά τις στιγμές του καιρού που φεύγει. Εκείνο το χειμωνιάτικο απόγευμα τα παράθυρα ήταν ανοιχτά,καθώςκι η μεγάλη πόρτα του κήπου. Προχώρησα μόνος μου και τότε μπαίνοντας στο χωλ αντίκρυσα αυτή την εικόνα. Δεν είχε αλλάξει τίποτα απ'ότι ήξερα. Μα ποτέ δε θυμόμουν τόσο φωτεινό το χωλ εκείνο,ποτέ δε μου φάνηκαν όλα εκεί μέσα τόσο χαρούμενα. Μπροστά στη θερμάστρα καθόνταν ένα κορίτσι με μαύρα,στην άκρη ο φίλος μου που με τον ερχομό μου τινάχτηκεσα να ξυπνούσε από κάποιο γλυκό όνειρο και γύρω τους σκόρπια χειρογραφα.
   Δεν ήξερα τι ένοιωθα εκείνη τη στιγμή. Για λίγο στάθηκα αβουλος από 'ο,τι εβλεπα. Εδωσα μηχανικα το χέρι μου στο χαιρερισμό εκείνο της γνωριμίας,κι έκανα να τραβηχτώ. Όμως δε μπόρεσα...
   Τα μάτια της με κράτησαν για λίγο ακίνητο. Κι όσο με κοίταγε στα μάτια,εκείνα με το ψυχικό φως,διάβαζα τους ωραίους στοχασμούς της. Ένιωθα να φωτίζουν την ψυχή και τη σκέψη μου.
   Κι από την ίδια στιγμή στον εσωτερικό μου κόσμο άρχιζε μια δυνατή,μια παθητική ανοιξιάτικη συμφωνία.
   Ίσως να ζούσα ένα όνειρο.
   Το κορίτσι εκείνο με τα μαύρα εκφραστικά μάτια,θαρρούσες πως ερχόνταν από κάποιο φανταστικό κόσμο.
   Νόμιζες πως ζωντάνευαν παραμύθια του παλιού καιρού.
 Πως από κάποιες ξεχασμένες σελίδες ξεπηδούσαν μορφές ιδανικές. Καθόμουν τώρα στο μικρό σαλόνι.
Από το παράθυρο έβλεπα στον κήπο τα δέντρα ν'ανεμοδέρνονται και νόμιζα πως εβλεπα μια χειμωνιάτικη ζωγραφιά το καλοκαίρι.
Ήταν τόσο μακρυά από το χειμώνα.
Κι όλα εκεί μέσα στο μικρό σαλόνι φαινόνταν αλλαγμένα.
Τα έπιπλα,τ'αγαλματάκια ,το μεγάλο ανθογυάλι,οι ζωγραφιές στουςτοίχους,όλα είχαν πάρει κάτι από κείνη,από το φως των ματιών της,από το χαμόγελο της.
Κι αυτή η θλιμμένη μορφή της κυρίας από το παλιό πορτραίτο πάνω από τον καναπέ ,μας κοίταζε τώρα μ'ένα πικρό χαμόγελο,σαν να ξαναζούσε καποια λησμονημένη σελίδα δική της.
Την ίδια ώρα ένα ανατολίτικο παθητικό τραγούδι σκορπούσε ερωτικό παράπονο
   Εκείνη είχε σηκωθεί κι έκανε μικρές βόλτες. Χαιρόσουνα να τη βλέπεις καθώς σιγοπερπατούσε από τη μια άκρη στην άλλη,αφήνοντας κάτι από τη χάρη της όπου στεκόνταν,ότι άγγιζε. Ο παθητικός σκοπός έφερε τότε την κουβέντα μας γύρω απο τη μουσική
   - Καθε εκδηλωση της, ελεγε, με συγκινεί,όπως και κάθε λουλούδι.
   Μιλούσε με τέτοιο τρόπο που δεν προσέχαμε παρά μόμο τη μουσική της φωνής της. Τότε τραγούδησε ένα ανατολίτικο τραγουδάκι. Η φωνή της γλυκιά ,γοητευτική,στήν αρχή, πιό δυνατή έπειτα, γέμισε το σαλονάκι και τις ψυχές μας. Κι όταν μιλούσε,κι όταν τραγουδούσε κι όταν σιωπηλή άφηνε το βλέμμα της να πλανηθεί, πάντα ήταν όμορφη.
Οι στοχασμοί σου σταματούσαν σε κείνο πουέβλεπες, σε κείνο που χαιρόσουνα.
Την κοίταζες και ξεχνούσες τ'αλλα.
   Η ΄Ώρα είχε περάσει.
μ' ένα χαμόγελο σηκώθηκε  για να φυγει. Μου φάνηκε τότε πως ξύπνησα στην καλύτερη στιγμή κάποιου ονείρου
Τινάχτηκα πάνω για να την εμποδίσω. Δε θυμάμαι τι και πόσα της είπα.
Μα της μίλησα μ' ενθουσιασμό,με πάθος με συγκίνηση ακομα.
Έμεινε. Το χαμόγελο άνθιζε παλι στο προσωπό της και το όνειρο συνεχιζόνταν. Επειτα από το τραπέζι περάσαμε στη γωνιά της θερμάστρας. Μιλούσαμε φιλικά για ένα σωρό πράγματασαν να γνωριζόμασταν από καιρό
Μας είπε για τα μαύρα που φορούσε,τα όνειρα και τις προσδοκίες της,για τη μοναξιά της στην άκρη του δάσους.
Περασμένα και τωρινά που τα'βλεπες στη μορφή της πότε φωτισμένη και άλλοτε σκοτεινη.
Τα διηγόνταν τόσο όμορφα.

Και τα λόγια της ήταν μια σιγανή υπόκρουση στον κύκλο των στοχασμών μας. Δε χρειαζόνταν να πει περισσότερα. Μιλούσε το χαμόγελο της, μιλούσαν τα μαλλιά της,τα μάτια της,οι εικόνεςπου βλέπαμε στο πρόσωπό της. Είχε πει τόσα,που από στιγμή σε στιγμή,ένιωθε και πιο έντονα τη διάθεση ν'ακουστεί εκείνο που μου είπε από την πρώτη στιγμή που την αντίκρισα.
Ν'ακουστεί αυτό που έκλεινε τον εαυτό της ,αυτό που έδινε την εικόνα της.
-Κοίταξε, είπα στο φίλο μου, αυτή τη ζωντανή ζωγραφιά.
Έτσι καθώς κάθεται στηρίζοντας στο χέρι της το ωραίο αυτό κεφάλι,με τα νοσταλγικά μάτια ,είναι η ίδια μια όμορφη και πιο δυνατή σελίδα απ' αυτή που μας διαβάζεις.
¨Ένα χαμόγελο ρόδιζε το γλυκό εκείνο πρόσωπο. Ένα χαμόγελο σκορπούσε φως.
Ένα χαμόγελο ανάλαφρη πνοή,ένα χαμόγελο χάδι.
-Κυρά του δάσους!  Ψιθύρισα. Δε ξέρω μα θαρρώ πως τα λόγια σου είναι η φωνή του εαυτού μου , είπα.
   -Σαν και να με γνωρίζεις ,σαν και ν'ακουσες κάποτε για μένα.
 -Το δάσος μου μίλησε για σένα.
Το δάσος που χρόνια τριγυρνάς.
              Τα πεύκα που άκουσαν τα όνειρα σου και τα ψιθύρισαν.
              Τα μονοπάτια του.
              Τ' αγριολούλουδα που ποτίστηκαν απ' τα δάκρυά σου.
              Κι οι πέτρες του ακόμα.
Το δάσος που τόσες φορές πήραμε τα μονοπάτια του μας μίλησε για σένα.
Οι πνοές του μας είπαν για το στολίδι του,για την κυρά του.
              Και σ΄αναζητήσαμε.
              Πόσες φορές δεν πήραμε το μονοπάτι για να σε βρούμε.
              Νιώθαμε τον εαυτό σου να βρίσκεται κοντά μας.
              Ακούγαμε τη φωνή σου ,τα λόγια σου.Δε σε βρίσκαμε.
Μα πάντα σε καρτερούσαμε.
Και να ,το δάσος που τόσο τράβηξε τη σκέψη μας,σε στέλνει τώρα κοντά μας.Θα μείνεις λίγο;
Θα φύγεις για πάντα;
Ποιος το ξερει.
Κάτι ομως θα μεινει μαζί μας.
Οι στιγμές αυτές!
Θα μείνουν αυτά τα μάτια,ο ίσκιος σου που κάποιες ώρες θα τριγυρίζει κοντά μας.
Και θα μας συντροφεύει.
Θα μας μιλά για τα καινούργια, μα πιο πολύ θα στέκεται στα παληά.
Σ'αυτά τα παληά που δε θα είναι παρά μια κιτρινισμένη σελίδα σ'ενα πολύτιμο βιβλίο......
   Με κοίταξαν και οι δύοτους στοχαστικά. Σιγά σιγά σκοτείνιαζε.
Η θερμάστρα άφηνε ένα όμορφο αντιφέγγισμα΄
Εξω ο αέρας φυσούσε δυνατά.
Εκείνη σηκώθηκε. Μου ΄δωσε το χέρι με μια υπόσχεση,κι ύστερα χάθηκε με το φίλο μου στο σκοτάδι,παίρνοντας το μονοπάτι του γυρισμού.
Στο παράθυρο ο αέρας σφύριζε τις πρώτες στροφές της θύελλας που άρχιζε.























Παρασκευή 26 Σεπτεμβρίου 2014

ΟΙ ΘΑΛΑΣΣΙΝΟΙ ΚΑΙ Η ΠΡΟΓΝΩΣΗ ΤΟΥ ΚΑΙΡΟΥ



           Στην εξέλιξη της μετεωρολογίας μεγάλη σπουδαιότητα σημείωσε η εφεύρεση του βαρόμετρου καθώς και τα άλλαμετεωρολογικά όργανα. Από τότε η μετεωρολογία πήρε άλλη μορφή,συστηματοποιήθηκε και είναι μεγάλη η ωφελιμότητα της στους περισσότερους κλάδουε της εθνικής οικονομίας και ιδιαίτερα στην ναυτιλία και αεροπλοϊα.
Μιά επίσκεψη στη Μετεωρολογική Υπηρεσία - που την διευθύνει ο πλοίαρχος κ. Χορς - μας κάνει να μείνουμε εκστατικοί μπροστά στην τόσο απλή προγνωστική εργασία των παλιών λαϊκών μετεωρολόγων και μάλιστα των ναυτικών. Τί ριζική διαφορά ! Πόσες ημερήσιες μετεωρολογικές παρατηρήσεις από τους εκατό περίπου σταθμούς, με χίλια δυό όργανα, πόσες ανταλλαγές σχετικών ραδιοτηλεγραφημάτων με το εξωτερικό και απασχόληση τόσων ειδικών επιστημόνων για την έκδοση του δελτίου ! Πώς λοιπόν, ύστερα από όλα αυτά να μην εκφράσουμε τον αμέριστο θαυμασμό μας στους εμπειρικούς θαλασσινούς, που κατόρθωναν με ατελή μέσα να προβλέπουν τον καιρό μ' επιτυχή αποτελέσματα, βασιζόμενοι στα φυσικά φαινόμενα  και τις προλήψεις τις τόσο ποιητικές ; Ήταν αρκετό στο ναυτόπουλο, ανεβαίνοντας στο κατάρτι, ν' αγναντέψει απ' το κορζέτο και ν' αντιληφθεί τον καιρό που θά 'βρισκε στο ταξίδι τους, όπως παραστατικότατα το λένε κι οι στίχοι του δημοτικού θαλασσινού τραγουδιού :
-Για σήκω βρε μουτσόπουλο, ν' ανέβεις να κατέβεις
-Να ξαγναντίσεις τον καιρό να πιάσουμε λιμνιώνα.
-Τραγούδιε κι ανέβαινε κλαίει και κατεβαίνει
-Τί έχεις βρε ναυτόπουλο, κλαίεις και κατεβαίνεις ;
-Και τί καλόν να θυμηθώ παρηγοριά να έχω ;
-Ο νότος φέρνει το νερό κι ο βοριάς το χιόνι.
-Κι σκυλοτραμουντάχειλος φέρνει τ' αδρύ χαλάζι.
    Στα παλιότερα χρόνια, που η μετεωρολογία βρισκόταν στη γέννησή της, η πρόγνωση του καιρού γινόταν επάνω σε πολύχρονες παρατηρήσεις, φυσικών φαινομένων και από το αποτέλεσμά τους ξεχώριζαν σε καλά και κακά. Σε προφορικές παραδόσεις, που διατηρήθηκαν από γενιά σε γενιά κι αναφέρονται σε διάφορα σημάδια, σε ιδιόρρυθμες φωνές ζώων, θαλασσινούς δαίμονες και στα τελώνια. Και καθώς τις συνήθειες και κοινωνικές αντιλήψεις η λαϊκή σοφία τις αποκρυστάλλωσε στις παροιμίες, έτσι και οι πολύχρονες αυτές παρατηρήσεις που αποτελούν τη θαλασσινή εμπειρική μετεωρολογία, βρίσκονται στις παροιμίες. Σ' αυτές που είναι η εκδήλωση του πρακτικού λαϊκού πνεύματος. Σχετικές με τον καιρό πήραμε από τις ανέκδοτες του θεμελιωτή της λαογραφίας Ν. Πολίτη. Ο εμπειρικός ναυτικός γνάντευε τον καιρό. Ένα χαρακτηριστικό σημάδι που έδειχνε πως ερχόταν ξαφνική θύελλα, ήταν τα σύννεφα σχήματος φρυδιού ή τόξου :
-Είδες τόξο την αυγή ;
-Καλοσύνη το βράδυ.
-Είδες τόξο το βράδυ ;
-Κακοσύνη την αυγή.
     Ο καπετάνιος ήταν ήσυχος αν έβλεπε το φεγγάρι όρθιο - ορθό φεγγάρι δίπλα ο πρωτογεμιτζής. Δίπλα το φεγγάρι ορθός ο πρωτογεμιτζής.
   Στη λαϊκή παράδοση οι άνεμοι, ο βοριάς, ο νοτιάς, ο σορόκος, ο γαρμπής, ο γρέγος, πουνέντης είναι τα στοιχεία που αναταράζουν κάθε τόσο τη θάλασσα. Τα καμώματα του γαρμπή και πουνέντη αρχίζουν σαν νυχτώσει:
- Ο πουνέντης κι ο γαρμπής να βραδιάσει και θα δεις.
  Επίσης χαρακτηριστική είναι και η παροιμία που δείχνει την αντιζηλία των ανέμων και τί λογής είναι ο καθένας :
- Ο Βοριάς κι η Τραμουντάνα είπαν τη νοτιά τσιγγάνα.
-Κι η Νοτιά τους απεκρίθη : Βρε Νοτιά καραβοπνίχτη όπου πνίγεις τα καράβια τα μικρά και τα μεγάλα.
   Συμπληρωματική κι αξιοσημείωτη είναι η παροιμία ''Γέρο βοριά  αρμένιζε και Νότο παλικάρι '', επειδή ο βοριάς ταξιδεύεται εύκολα όσο ελαττώνεται η σκληρότητά του, όσο γεράζει, κι η νοτιά όσο είναι φρέσκια, γιατί με το πέρασμα του καιρού σηκώνει φουσκοθαλασσιά, δηλαδή όσο γεράζει τόσο ξετσιπώνεται, πράγμα που το πρόσεχαν και οι αρχαίοι : ''Αρχομένου τε νότου και λήγοντος βορέου''.
  Αν βρεθεί στο καράβι σαββατογεννημένος είναι βέβαιο πως θα πιάσει δυνατός γρεγολεβάντες. Τα μηναλλάγια, οι δώδεκα ή έξη πρώτες αυγουστιάτικες μέρες, τα μερομήνια θεωρούνται η περίοδος που θα κάνουν πρόγνωση για ολόκληρο το χρόνο. Σ' αυτό έδωσε αφορμή η συχνή αλλαγή του καιρού εκείνες τις μέρες. Σύμφωνα με τις λαϊκές προβλέψεις στην περίοδο αυτή που λέγεται και Δρίμες, δεν πρέπει να πλύνουν στη θάλασσα γιατί ''τ' Αυγούστου οι δρίμες στα πανιά'' σημαίνει την καταστρεπτική επίδραση των θαλασσινών νερών.Με την παροιμία ''κυριακής βοριάς, δευτέρας γάϊδαρος'' δείχνουν πως ο δυνατός κυριακάτικος βοριάς θα πέσει τη Δευτέρα. Την πρόγνωση του χαλαζιού εκφράζει η : ''φυσάει Νοτιάς, φυσάει Βοριάς, πέφτει βαρύ χαλάζι''. Ο καλός καιρός και το σύντομο ταξίδι ''φύσηξε καιρός, χίλια μέτρα''. Πολλές φορές οι παρατηρήσεις σημειώνουν ουσιώδη διαφορά. Άλλοι υποστηρίζουν ότι ο καιρός καλμάρει την Πέμπτη και την Παρασκευή γυρίζει σε φουρτούνα κι άλλοι εντελώς τ' αντίθετα, όπως αναφέρουν κι οι παροιμίες : '' Ο καιρός την Πέφτη πέφτει και την Παρασκευή ξυπνά'' και την ''Πέφτη πέφτει ο καιρός, Παρασκευή βιδιάζει (=ευδία) και το Σαββατοκύριακο άλλο καινούριο βάζει''. Οι ανοιξιάτικοι καιροί θεωρούνται εξαιρετικά επικίνδυνοι. Τότε γίνονται τα περισσότερα ναυάγια και πυκνώνουν τα μαύρα στα νησιά και τ' ακρογιάλια : ''Των καλών ναυτών οι γυναίκες τον Απριλομάη χηρεύουν''. Την ακαταστασία του καιρού επίσης φανερώνει και η παροιμία ''ήλιος με ποδάρια, βροχές με σοροκάδα''. Άλλη πάλι εκφράζει την απελπισία τους που τις περισσότερες φορές αποτυχαίνουν τα προγνωστικά τους : ''Πάλι μας γέλασε η κυρά- Θαλασσίτσα''. Τη μεγάλη θαλασσοταραχή που αναγκάζει τα καράβια να ποδίζουν σε φυσικά λιμανάκια και ορμίσκους : ''Μήτε γεμιτζής στο πέλαγος, μήτε γάδαρος στο κάτω νησί''.
    Τ' αυγουστιάτικα αγριοκαίρια, που μοιάζουν με την ανοιξιάτικη καιρική ακαταστασία : ''Τ' αυγούστου τα βοριάσματα, τον Απρίλιονα εναθυμώνται''. Τα Νικολοβάρβαρα ήταν οι μεγάλες κακοκαιρίες στο πρώτο δεκαήμερο του Δεκέμβρη και πίστευαν πως το σαραντάμερο όλα τα δαιμονικά τάγματα των καλλικαντζάρων κατέβαιναν στη θάλασσα και προκαλούσαν τις φουρτούνες. Γι' αυτό όταν πλησίαζαν τα Νικολοβάρβαρα έβαζαν πλώρη για τις πατρίδες τους, γιόρταζαν τα Δωδεκάμερα κι ύστερα από τα Φώτα έφευγαν γιατί ''αγιάσαν τα νερά πάν τα παγανά'' και με το ακόλουθο δίστιχο του Άη Γιάννη έδειχναν πως άλλαξε η εποχή :
-Ως τ' Αη Γιαννιού τρυγόνα
-Είναι η φούρια του χειμώνα.
    Ανάμεσα στα κακά σημάδια μεγάλη σημασία έδιναν στα Τελώνια, τα πονηρά αυτά πνεύματα τ' ουρανού, που καθώς πίστευαν, καταδίωκαν και τελωνίζουν τις ψυχές. Για να διαλύσουν αυτή την ωχροκίτρινη λαμπυρίδα έκαναν θόρυβο με χάλκινα σκεύη. Αν δε διαλυόταν σήμαινε πως μεγάλο κακό τους περίμενε κι άναβαν κερί του Επιταφίου, που συνήθιζαν πάντοτε να έχουν στα καράβια τους. Το ίδιο έκαναν και στην πυκνή ομίχλη. Φυσικό ήταν στην πρόγνωση του καιρού μεγάλο ρόλο να παίζουν οι προλήψεις και δεισιδαιμονίες. Άνθρωπο που τον έδερνε κακοτυχιά δεν έπρεπε να μπει σε καράβι και μάλιστα καινούργιο. Κακοσημαδιές ήταν αν πηγαίνοντας στο καράβι αντίκριζαν κατσίκα, αν μέρα για αναχώρηση έπεφτε Τρίτη ή Παρασκευή και το σημαντικότερο απ' όλα η διεύθυνση που θ' ακολουθούσε το πουλί που θα φτερούγιζε δίπλα στο καράβι και προ πάντων κουκουβάγια. Το φτερούγισμα στα δεξιά ήταν καλό σημάδι κι αντίθετα καταστροφή. Γι' αυτό αν ήταν στα σχοινιά, ανέβαιναν στο κορζέτο και προσπαθούσαν να το χτυπήσουν αν δεν απομακρύνονταν απ' το καράβι. Μαζεμένα σύννεφα, θεοσκότεινα στη βάση τους, στο κέντρο ανοιχτότερα και ψηλά ο αποσπερίτης, ήταν από τα βέβαια σημάδια του νοτιά. Πόσο λίγες είναι οι καλοκαιριές και πώς δεν πρέπει να τις χάνουν δείχνουν οι παροιμίες ''χάρου τον καλό καιρό γιατί ο κακός δεν λείπει'' και ''αλλοί σ' τον πώβρει τουν καιρό και δεν τουν αρμενίσει''. Ύστερα από τον καραβοπνίχτη χιονιά περιμένουν νοτιά : ''από χιονιά και νότος'' και το συχνό φύσημα του νοτιά : ''Ο νοτιάς είπε γέψου και καρτέρα με ''. Πολλές παρατηρήσεις έχουν τοπικό χαρακτήρα, όπως συμβαίνει με τ' ακρωτήρια Τσικνιά, Κάβο Ντόρο και Καβομαλιά.
  Κατά το φθινόπωρο άμα δουν μαύρα σύννεφα στο βουνό της Τήνου και τον Τσικνιά σκοτεινιασμένο περιμένουν χιονιά. Κάθε καβατζάρισμα του Κάβο Ντόρο ήταν ζημιά, και τις τρικυμίες με τις ξαφνικές σπιλιάδες του Καβομαλιά τις απέδιδαν στα ξωτικά. Αξιοπαρατήρητο ήταν και το άστρο της τραμουντάνας. Για το βογγητό της θάλασσας είχαν δημιουργήσει την παράδοση, πως για ν' αποκτήσει βάθος κι ο ουρανός ύψος συμφώνησαν να κλωτσά ο ένας τον άλλον ίσαμε να το κατορθώσουν..
   Αλλ' η θάλασσα στο τέλος καταπάτησε τη συμφωνία κι ο ουρανός την έδεσε με τρίχες από ουρά αλόγου. Από τότε με τα βογγητά της φοβερίζει, αλλά δεν κατορθώνει τίποτα :
Η θάλασσα τον ουρανό πολύ τον φορίζει
Γιατί τη σφιχτόδεσε κι αυτή όλο βογγίζει.
   Η λαϊκή εμπιστοσύνη στις μετεωρολογικές παροιμίες και η προσήλωση στις σχετικές προλήψεις ήταν απεριόριστη κι ολοκληρωτική και παρόλες τις αντιγνωμίες το σύνολό τους αποτέλεσε τη Δημοτική Θαλασσινή μετεωρολογία των παλιών ναυτικών. Τα γεμάτα παραστατικότητα πορίσματα της δημοτικής θαλασσινής εμπειρίας...
(...)                                                                                                                                                  (...)
\''ΤΑ ΝΗΣΙΑ ΚΑΙ ΟΙ ΝΑΥΤΙΚΟΙ
ΣΤΑ ΠΕΡΑΣΜΕΝΑ ΧΡΟΝΙΑ ΚΑΙ ΑΛΛΑ 
ΙΣΤΟΡΗΜΑΤΑ''
ΛΥΡΙΚΑ
του ΘΕΟΔΩΡΟΥ Β. ΒΑΣΜΑΤΖΗ
ΑΘΗΝΑ ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2002



Σαρώνουν οι κομπίνες και οι «μαϊμού» αγγελίες στον Βόλο

Σαρώνουν οι κομπίνες και οι «μαϊμού» αγγελίες στον Βόλο Νεαρός επαγγελματίας παρήγγειλε και πλήρωσε κάρτα γραφικών για τον υπολογιστή του κα...