Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Σάββατο 29 Μαρτίου 2025

Εγώ;

 Εγώ;

 στις 

«Όχι εγώ, κύριοι δικαστές, ένας νεκρός είναι αυτός που σας μιλάει με το στόμα μου. Δεν είμαι εγώ που στέκομαι εδώ, δεν είναι δικό μου αυτό το χέρι που σηκώνεται, δεν είναι δικά μου τα μαλλιά αυτά που τώρα έχουν ασπρίσει, δεν είναι δική μου  πράξη αυτή, δεν είναι δική μου πράξη.»

Αυτή είναι η πρώτη παράγραφος του βιβλίου του Peter Flamm με τον περίεργο τίτλο Εγώ;’ που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ

Η ιστορία ξεκινά το 1918 με το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Οι γερμανικές δυνάμεις υποχωρούν στην πιο αιματηρή μάχη του πολέμου, τη μάχη του Βερντέν και ο φούρναρης Βίλχελμ Μπέτουχ σκοντάφτει στο πτώμα του γιατρού Χανς Στερν και χωρίς να το πολυσκεφτεί παίρνει το διαβατήριό του και ασυναίσθητα περνάει στη ζωή του. Επιστρέφοντας αντί να γυρίσει στη Φρανκφούρτη, στον φούρνο, στη μητέρα και την αδελφή του, πηγαίνει στο Βερολίνο και στο σπίτι του νεκρού γιατρού.  Το περίεργο είναι ότι όλοι – οικογένεια, γνωστοί και φίλοι – στο πρόσωπό του αναγνωρίζουν τον γιατρό και τον υποδέχονται με χαρά και συγκίνηση. Ο μόνος που δείχνει να μην έχει πειστεί για την ταυτότητα του νεοαφιχθέντος βετεράνου είναι ο σκύλος της οικογένειας ο οποίος τον αντιμετωπίζει με μια αδικαιολόγητη επιθετικότητα.  

Ο ήρωας γλιστράει χωρίς δυσκολία στην ταυτότητα του νεκρού και ανταποκρίνεται ακόμη και στις ανάγκες του επαγγέλματος του γιατρού. Η νέα ζωή όμως δεν του φέρνει γαλήνη κι εκείνος όλο και πιο αποπροσανατολισμένος και αποξενωμένος παλεύει με εφιάλτες και οράματα που θαμπώνουν όλο και πιο πολύ το γυαλί που τον χωρίζει από την πραγματικότητα. Σίγουρος ότι έχει σφετεριστεί τη ζωή ενός άλλου, διχασμένος ανάμεσα στα συναισθήματα και τη λογική, βιώνει την αντίφαση των δύο εαυτών που εισβάλει ο ένας στον άλλο αφήνοντας στο πέρασμά του μόνο χάος.  Ποιος είναι τελικά ο επιζών; Είναι ο Χάνς που γύρισε στο σπίτι του, τρελαμένος από την κόλαση των χαρακωμάτων και στην ταραγμένη μνήμη του γυρίζουν ιστορίες που είχε ακούσει από τον Βίλχελμ; Είναι ο Βίλχελμ που είδε στο θάνατο του γιατρού έναν τρόπο να αποφύγει να επιστρέψει σε μια δύσκολη ζωή; Η αντίδραση του σκύλου απηχεί την ψυχολογική σύγχυση του ήρωα ή μήπως δικαίως δεν τον αναγνωρίζει;

‘Ένα όνομα, μια λέξη: Τι σχέση έχει αυτό μ’ εμένα; Τι είναι ένας άνθρωπος και το όνομά του;’

Το ’Εγώ;’ είναι ένα μυθιστόρημα γραμμένο μ’ έναν ευρηματικό τρόπο που συγκλονίζει και μπερδεύει τον αναγνώστη αναδεικνύοντας την κόλαση των επιζώντων.  Ένας χωρίς ανάσα μονόλογος, παραληρηματικός, χαοτικός, με ένα  εξαιρετικά βιαστικό ρυθμό λες και ο ήρωας τρέχει ακόμα να ξεφύγει από τον πόλεμο, από τις βόμβες ή από τον εαυτό του και στο τέλος, σαν παράκληση, τοποθετεί τη μελλοντική του μοίρα στα χέρια φανταστικών δικαστών που δεν εμφανίζονται ποτέ.

‘Γιατί ρωτάει, δεν πρέπει να ρωτάει, κανείς δεν πρέπει να ρωτάει, θέλω επιτέλους ησυχία, θέλω να ξαπλώσω κάπου στον κόσμο ήρεμος, να κλείσω τα μάτια και να είμαι νεκρός και να είμαι κάτω από τη γη, είναι μια παράξενη μέρα, δεν έχει κλείσει χρόνος από τότε που γύρισα στο σπίτι, τι έχει συμβεί από τότε, όλα είναι εναντίον μου, όλα με πιέζουν, πάντα κάποιος είναι πίσω μου, είμαι κυνηγημένος και περικυκλωμένος, δεν μπορώ να ησυχάσω, δεν βγάζω άκρη, είμαι στάχτη στο άνεμο, είμαι φυγάς από τον ίδιο  μου τον εαυτό με άγνωστο προορισμό, έχω χάσει την ισορροπία μου, πάντα φτάνω κάπου, αλλά τα χέρια μου παραμένουν άδεια, δεν μπορώ να ριζώσω, παραμένω αβέβαιος, περνάω ανάμεσα από τους ανθρώπους και μου φαίνονται παράξενοι και ξένοι: Πού, πού είναι τα χέρια που επιτέλους θα με κρατήσουν, πού είναι το έδαφος στο οποίο θα στηρίξω τη ζωή μου, κολυμπώ στη θάλασσα, κολυμπώ στο κύμα, αλλά το αγκυροβόλι μου είναι στον βυθό, στο μπλε σκοτάδι του βρίσκω σταθερότητα, ενώ επάνω, επάνω χορεύω στο φως.’

Ο Πήτερ Φλαμ (Peter Flamm), λογοτεχνικό ψευδώνυμο του Έριχ Μόσε (Erich Mosse 1891–1963), γεννήθηκε στο Βερολίνο σε μια Εβραϊκή οικογένεια της αστικής τάξης με αρκετά επιφανή μέλη. Ο πατέρας του ήταν ο πρώτος σημαντικός Εβραίος δικηγόρος που κατείχε θέσεις κύρους στη Γερμανία και το εξωτερικό ενώ ο θείος του ήταν επικεφαλής ενός εκδοτικού κολοσσού.  Ο μεγαλύτερος αδελφός του, που ονομαζόταν Χανς, σκοτώθηκε στη μάχη του Βερντέν το 1916 και αυτός ο θάνατος, που τον επηρέασε πολύ, συνέβαλε ενδεχομένως και στη συγγραφή του Έγώ;’, του πρώτου του μυθιστορήματος που κυκλοφόρησε το 1926 και εντυπωσίασε με την ακρίβεια με την οποία απέδωσε το ταξίδι στο ασυνείδητο ενός ανθρώπου που δεν μπορεί να αποτινάξει το τραύμα του πολέμου. Μετά από αυτό έγραψε τρία ακόμη εξπρεσιονιστικά μυθιστορήματα μέχρι το 1933 όταν η λογοτεχνική του πορεία διακόπηκε. Ήταν η χρονιά που ο Χίτλερ ανέβηκε στην εξουσία και ο Φλαμμ αναγκάστηκε να δραπετεύσει αρχικά στο Παρίσι και στη συνέχεια στη Νέα Υόρκη όπου εργάστηκε ως ψυχίατρος. Διάσημες προσωπικότητες όπως ο Άλμπερτ Αϊνστάιν και ο Τσάρλι Τσάπλιν ήταν τακτικοί επισκέπτες στο σπίτι του ενώ μεταξύ των ασθενών του αναφέρεται και ο Γ. Φώκνερ.  Ο Φλάμμ  που ποτέ δεν μπόρεσε να γιατρέψει τη νοσταλγία για τη χώρα του και τη γλώσσα του Γκαίτε, επέστρεψε στη Γερμανία για λίγο, το 1959, μόλις τέσσερα χρόνια πριν από το θάνατό του, και μίλησε στο συνέδριο PEN στη Φρανκφούρτη– η ομιλία του περιλαμβάνεται στο βιβλίο με τον τίτλο «Ένας Απολογισμός».

Η φροντισμένη έκδοση του Μεταιχμίου ολοκληρώνεται με το ιδιαίτερα κατατοπιστικό επίμετρο της Μαρίας Μαντή που υπογράφει και την εξαιρετική μετάφραση.

Συναρπαστικό!

https://passepartoutreading.gr/

3 Πράγματα που πρέπει να κάνετε όταν η μικρή επιχείρησή σας δεν έχει μετρητά

3 Πράγματα που πρέπει να κάνετε όταν η μικρή επιχείρησή σας δεν έχει μετρητά

 στις 

Eάν έχετε μια μικρή επιχείρηση που προσπαθείτε να ξεκινήσετε, αλλά διαπιστώνετε ότι δυσκολεύεστε να αποκτήσετε αρκετές ταμειακές ροές για να συνεχίσετε να λειτουργούν ομαλά, θα χαρείτε να μάθετε ότι υπάρχουν ορισμένες επιλογές που μπορείτε να εξετάσετε για να βοηθήσετε σε αυτό. Ειδικά αν πιστεύετε ότι τα προβλήματα είναι απλώς το να βρίσκεστε στα αρχικά στάδια της έναρξης της επιχείρησής σας, μόλις καταφέρετε να ξεκινήσετε τα πράγματα, οι ταμειακές ροές σας θα μπορούν να διορθωθούν από μόνες τους.

Για να σας βοηθήσουμε να ξεπεράσετε αυτήν την πρώτη δύσκολη στιγμή, ακολουθούν τρία πράγματα που πρέπει να κάνετε όταν η μικρή επιχείρησή σας εξαντλείται σε μετρητά. 

Βάλτε μια στάση σε κάθε περιττή δαπάνη

Όταν συνειδητοποιήσετε για πρώτη φορά ότι δεν λαμβάνετε τα χρήματα που περιμένατε και ότι μπορεί να έχετε μια μικρή απόκλιση μεταξύ του τι πρέπει να ξοδέψετε για να εκπληρώσετε τις παραγγελίες και του ποσού που πληρώνεστε, το πρώτο πράγμα που πρέπει να κάνετε είναι να σταματήσετε τυχόν περιττές δαπάνες.

Για πολλές επιχειρήσεις, υπάρχουν δαπάνες που γίνονται είτε νωρίτερα από ό,τι πρέπει να δαπανηθούν είτε για πράγματα που θα ήταν καλό να υπάρχουν αλλά δεν είναι απαραίτητα αυτήν τη στιγμή. Επομένως, εάν δεν λαμβάνετε την ταμειακή ροή που χρειάζεστε και προσπαθείτε να βρείτε έναν τρόπο να το διορθώσετε, η διακοπή των περιττών δαπανών θα σας επιτρέψει να εξοικονομήσετε τα χρήματά σας με τρόπο που διατηρεί την επιχείρησή σας σε λειτουργία, αλλά δεν σας δημιουργεί υπερβολικό έλλειμμα. 

Προσφέρετε κίνητρα για πρόωρες πληρωμές

Ανάλογα με τον τύπο της επιχείρησης που διαχειρίζεστε, ενδέχεται να στέλνετε τιμολόγια για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες που παρέχετε, πράγμα που σημαίνει ότι δεν πληρώνεστε πριν ολοκληρωθεί η εργασία. 

Εάν η επιχείρησή σας μπορεί να το διαχειριστεί, η πληρωμή πριν από την εκπλήρωση των παραγγελιών θα είναι το καλύτερο για τη διατήρηση των ταμειακών ροών σας. Αλλά όταν αυτό δεν είναι λογικό, η προσφορά κινήτρων για πρόωρες πληρωμές τιμολογίων μπορεί να βοηθήσει τους πελάτες και τους πελάτες να στέλνουν τα χρήματά τους γρήγορα αντί να περιμένουν και να σας κρατούν σε οικονομική αδιέξοδο. 

Βρείτε τρόπους να δανειστείτε κάποια χρήματα

Μερικές φορές, η καλύτερη επιλογή όταν αντιμετωπίζετε προβλήματα ταμειακών ροών είναι απλώς να βρείτε έναν τρόπο να δανειστείτε κάποια χρήματα βραχυπρόθεσμα. Αυτό θα μπορούσε να είναι κάτι σαν προκαταβολή μετρητών από εμπόρους ή δάνειο μικρής επιχείρησης που μπορείτε να χρησιμοποιήσετε για να βοηθήσετε στη χρηματοδότηση της επιχείρησής σας μέχρι να καταλάβετε πώς να εξασφαλίσετε περισσότερες ταμειακές ροές. 

Ενώ ο δανεισμός χρημάτων σημαίνει ότι πρέπει να επιστρέψετε αυτά τα χρήματα, εάν σας κρατά στη δουλειά και επιτρέψει στα πράγματα να συνεχίσουν να λειτουργούν, θα μπορούσε να αξίζει τον κόπο.

Εάν αντιμετωπίζετε προβλήματα με τη διατήρηση μετρητών στη μικρή επιχείρησή σας, εξετάστε το ενδεχόμενο να χρησιμοποιήσετε τις συμβουλές που αναφέρονται παραπάνω για να σας βοηθήσουν να βρείτε κάποιες λύσεις που μπορεί να λειτουργήσουν για εσάς.

https://middleme.net/

Όσο όμορφα λόγια λες… τόσο όμορφες οφείλουν να είναι κι οι πράξεις σου!

Όσο όμορφα λόγια λες… τόσο όμορφες οφείλουν να είναι κι οι πράξεις σου!


Ας μην κρυβόμαστε… σε όλους μας αρέσουν όμορφα λόγια. Να έρθει κάποιος στη ζωή μας και να μας πει αυτά που έχουμε ονειρευτεί, όσα μας αξίζουν και κυρίως όλα όσα μας έχουν λείψει.
Τα όμορφα και γλυκά λόγια σε γαληνεύουν, γιατρεύουν πληγές, σου τονώνουν την αυτοπεποίθηση και σου δίνουν κουράγιο με τη μορφή φτερών, ώστε να πετάξεις. Υπάρχει όμως κάτι πολύ ουσιαστικό… ότι οι πράξεις επισφραγίζουν τα πάντα και είναι που μετράνε στην τελική. Συνεπώς, όσο όμορφα λόγια λες… τόσο όμορφες οφείλουν να είναι κι οι πράξεις σου!

Δυστυχώς όμως για λόγους που δεν καταλαβαίνουμε, αυτό δε συμβαίνει συχνά. Τις περισσότερες φορές, οι άνθρωποι μένουν στα λόγια και θαρρούν αυτό είναι αρκετό. Και αποδεικνύεται αρκετό όταν για επίσης ανεξήγητη αιτία, η άλλη πλευρά είναι ok με λόγια και δίνεται… και δίνει… και νιώθει κι όλα καλά για όλους, ώσπου φτάνεις στο τέλος του παραμυθιού, βιώνοντας στο πετσί σου ότι ο δράκος έκανε όλα τα κουμάντα. Τι να πεις… σε ποιον να παραπονεθείς; Πόσο τυχαία η παροιμία του λαού λοιπόν ότι όπου ακούς πολλά κεράσια, κράτα μικρό καλάθι; Ποιος μπορεί να μας πει τελικά υπεύθυνα, τι είναι αυτό που οδηγεί τους μεν να τάζουν λαγούς με πετραχείλια και τους δε να τα πιστεύουν; Ποιος θα μας πει αλήθεια γιατί δε μπορεί να συνοδεύει και έργο τις κουβέντες που εύκολα κανείς χαρίζει απλόχερα;


Υπάρχουν από την άλλη μεριά, άνθρωποι που νιώθουν και κάνουν πράξεις, αλλά ποτέ δε λένε λόγια. Αυτό πάλι μας κακοφαίνεται, διότι τίποτα δε χαϊδεύει τα αυτιά μας και δεν γλυκαίνει την ψυχή μας. Ωστόσο αν δεν μπορείς να έχεις το πακέτο, και πρέπει να επιλέξεις, αλήθεια πες μου… ποιον διαλέγεις;
Δε συγκρίνονται τα έργα φίλη, είναι πιο όμορφα από τα λόγια και πιο ουσιαστικά. Κάποια στιγμή πρέπει να σταματήσεις να χρειάζεσαι ωραία μεγάλα λόγια και να παρασύρεσαι από αυτά. Όσο τα λαχταράς, αυτό προφανώς με κάποιο τρόπο γίνεται αντιληπτό, συνεπώς και το παίρνεις ή στο φέρνει το σύμπαν, είτε το μυρίζουν οι ανάλογοι καρχαρίες!


Φίλε μου, από την άλλη, δε μπορείς πάντα να θεωρείς ότι αρκούν τα λόγια και θα πετυχαίνεις το στόχο έτσι. Όσο όμορφα λόγια λες… τόσο όμορφες οφείλουν να είναι κι οι πράξεις σου!


https://gynaikaeimai.gr/
Θώμη Μπαλτσαβιά

Συντάκτης

  • Μπαλτσαβιά Θώμη

    Είμαι η Θώμη, αγαπώ τους ανθρώπους και λατρεύω να γράφω καταθέτοντας την ψυχή μου… κι αν αυτό συγκινεί είμαι ευτυχής… κι αν μπορώ να βοηθώ έτσι… είμαι πιο ευτυχής!

Συνεχίζεται η διαδικασία κατάθεσης έως 31 Μαρτίου – Πάνω από 100 – 150 κλήσεις καθημερινά για τις λευκές θέσεις

 Συνεχίζεται η διαδικασία κατάθεσης έως 31 Μαρτίου – Πάνω από 100 – 150 κλήσεις καθημερινά για τις λευκές θέσεις

Προς το παρόν το Σύστημα Ελεγχόμενης Στάθμευσης εφαρμόζεται μόνο για τις λευκές εμπορικές θέσεις καθώς η κατάθεση αιτήσεων συνεχίζεται για τις θέσεις των μονίμων κατοίκων

 29 Μαρτίου 2025 - 8:30

Σε περισσότερες από 1.300 ανέρχονται οι αιτήσεις από μονίμους κατοίκους του Βόλου για την εξασφάλιση κάρτα στάθμευσης στις θέσεις με τη μπλε διαγράμμιση, που έχουν διαμορφωθεί εντός των τριών ζωνών του νέου Συστήματος Ελεγχόμενης Στάθμευσης. Η προθεσμία για την υποβολή της πρώτης φάσης των αιτήσεων εκπνέει μεθαύριο Δευτέρα 31 Μαρτίου, δεν αποκλείεται όμως να δοθεί μικρή παράταση.

Ηδη έχουν εκδοθεί οι πρώτες 500 κάρτες στάθμευσης μονίμου κατοίκου και η επεξεργασία των αιτήσεων συνεχίζεται παράλληλα με την υποβολή τους από δικαιούχους στην πλατφόρμα της Novoville αλλά και στο κτίριο Σπίρερ.

Η κάρτα αφορά μόνο μονίμους κατοίκους της περιοχής του ΣΕΣ. Ο μόνιμος κάτοικος μιας ζώνης δεν δύναται να σταθμεύει το όχημά του σε άλλη ζώνη του ΣΕΣ. Εκδίδεται μια κάρτα μόνιμου κατοίκου ανά κατοικία, η οποία έχει ισχύ έως και τέλος του ημερολογιακού έτους και στη συνέχεια ανανεώνεται.

Προς το παρόν, το νέο σύστημα ελεγχόμενης στάθμευσης εφαρμόζεται μόνο ως προς τις εμπορικές θέσεις, με τη λευκή διαγράμμιση, που είναι αριθμημένες και διαθέτουν και αισθητήρες, μέχρι να ολοκληρωθεί η διαδικασία και για τις μπλε θέσεις.

Καθημερινά γίνονται έλεγχοι σε περίπου 200 θέσεις στάθμευσης επισκεπτών και βεβαιώνεται πληθώρα παραβάσεων που ξεπερνούν τις 100 – 150 κλήσεις. Το σύστημα είναι σε λειτουργία εδώ και δύο εβδομάδες περίπου και το ποσοστό των παραβάσεων είναι υψηλό.

Χρήστες σε βάρος των οποίων βεβαιώνονται παραβάσεις διαμαρτύρονται στη δημοτική αστυνομία ότι αδυνατούν να κατεβάσουν την εφαρμογή για την αγορά χρόνου στάθμευσης ή ότι δεν είναι εύκολο να εντοπίσουν τα φυσικά σημεία αγοράς χρόνου στάθμευσης.

Όπως είναι γνωστό το νέο Σ.Ε.Σ. οριοθετείται στο νοητό τετράγωνο που περικλείεται από τις οδούς Φιλελλήνων – Κωνσταντά –54ου Συντάγματος – 28ης Οκτωβρίου – Βασσάνη – Παπαδιαμάντη – Λαμπράκη – Ιάσονος, εφαρμόζεται δηλαδή σε όλο το κέντρο της πόλης. Το σύστημα περιλαμβάνει συνολικά 1.002 θέσεις εμπορικές (άσπρες), στις οποίες μπορούν να σταθμεύουν οι επισκέπτες του κέντρου πληρώνοντας ένα ευρώ την ώρα και 1.635 μπλε θέσεις, οι οποίες προορίζονται για μονίμους κατοίκους και επαγγελματίες που δραστηριοποιούνται στη ζώνη του Σ.Ε.Σ. και οι οποίοι προμηθεύονται από την αρμόδια υπηρεσία του Δήμου Βόλου, το ειδικό σήμα, το οποίο θα ανανεώνεται κάθε χρόνο και το κόστος του θα είναι 10 ευρώ ανά έτος.

Το Σ.Ε.Σ. λειτουργεί συνεχόμενα από τις 9 το πρωί έως τις 9 το βράδυ και τα Σάββατα από τις 9 το πρωί έως τις 4 το απόγευμα. Τις Κυριακές και Αργίες η στάθμευση είναι ελεύθερη.

Επίσης ο μέγιστος χρόνος στάθμευσης θα αφορά τις τρεις ώρες με το αντίτιμο να προσδιορίζεται στο ένα ευρώ την ώρα.

ΕΛΕΝΗ ΧΑΝΟΥ

https://www.taxydromos.gr/

Pelion Homes: Η μαγεία του Πηλίου σε ένα Πάσχα που θα μείνει αξέχαστο

Pelion Homes: Η μαγεία του Πηλίου σε ένα Πάσχα που θα μείνει αξέχαστο


Ιδανικός προορισμός κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Εβδομάδας για να γιορτάσετε την άνοιξη, να επανασυνδεθείτε με τη φύση και να δημιουργήστε αξέχαστες αναμνήσεις 

Στην καρδιά του Πήλιου, οι βίλες του Pelion Homes είναι έτσι σχεδιασμένες ώστε κάθε λεπτομέρεια να αποπνέει την αίσθηση του σπιτιού. Ιδανικές για λάτρεις της φύσης και οικογένειες, διαθέτουν πισίνες, πλήρως εξοπλισμένες κουζίνες και κήπους με πανοραμική θέα στη θάλασσα, με έναν σύγχρονο ρουστίκ σχεδιασμό που ενθαρρύνει τη σύνδεση με τη φύση.

Ιδανικός προορισμός κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Εβδομάδας, όπου θα έχετε τη δυνατότητα να βιώσετε τα ελληνικά παραδοσιακά έθιμα παρέα με τους αγαπημένους σας, σε έναν αυθεντικό τόπο, με πλούσια γαστρονομία. Δοκιμάστε τοπικά πιάτα όπως τα αυγά με χόρτα, πίτες αλλά και ποικιλίες από αλοιφές ή πικάντικες σαλάτες τουρσί, με τη συνοδεία ενός εκλεκτού τοπικού κρασιού, τσίπουρου ή ούζου.

Την περίοδο του Πάσχα, καθώς η άνοιξη ξεδιπλώνεται, το Πήλιο μεταμορφώνεται και ανθίζει μπροστά στα μάτια σας, δίνοντας μια διαφορετική πινελιά στην εκδρομή σας. Για τους πιο περιπετειώδεις, το Pelion Homes προσφέρει μία ποικιλία από δραστηριότητες όπως εκδρομές με e-bike σε γραφικές διαδρομές, μαθήματα μαγειρικής, αναζωογονητικά yoga brunches στο retreat center του ή ακόμα και private yoga sessions – οι ακόμα πιο εναλλακτικοί, που αναζητούν ακόμα πιο γαλήνιες στιγμές, θα τις βρουν στη φάρμα αειφόρου γεωργίας (permaculture).

Εδώ, στη ζεστή φιλοξενία του Pelion Homes, θα ανακαλύψετε το Πήλιο όχι απλώς ως προορισμό, αλλά ως αίσθηση, και θα έχετε την ευκαιρία να γιορτάσετε την άνοιξη, να επανασυνδεθείτε με τη φύση και να δημιουργήστε αξέχαστες αναμνήσεις σε ένα μέρος όπου κάθε μέρα μοιάζει σαν μια επιστροφή στο σπίτι.

INFO
Άγιος Γεώργιος Νηλείας, Πήλιο, Μαγνησία
6983381730
pelionhomes.com
info@pelionhomes.com

Facebook pelionhomes
TikTok pelionhomes

https://www.athensvoice.gr/life/taxidia/

ΤΗΣ ΧΗΡΑΣ ΤΟ ΚΑΡΠΟΥΖΙ, 1936, ΣΤΕΛΛΑΚΗΣ ΠΕΡΠΙΝΙΑΔΗΣ



Ο ΤΣΙΤΣΑΝΗΣ ΒΑΡΚΑ ΓΙΑΛΟ ΤΟ 1946

 

Ο ΤΣΙΤΣΑΝΗΣ ΒΑΡΚΑ ΓΙΑΛΟ ΤΟ 1946



Από το ιστολόγιο του Ν. Σαραντάκου "Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία"

Πριν από καμιά δεκαπενταριά χρόνια, ο φίλος μου ο Θωμάς μου έδωσε να διαβάσω ένα βιβλίο που το είχε βρει  πολύ ενδιαφέρον, για τον Τσιτσάνη και το 1946, όπως μου είπε. Το απόθεσα κι εγώ στη στοίβα με τα αδιάβαστα, αλλά για κάποιον λόγο δεν το διάβασα -και ο Θωμάς, αφού, αισιόδοξος,  με ρώτησε καμιά δεκαριά μέρες μετά πώς μου φάνηκε,  μετά δεν μου  το θύμισε ξανά. Τόσα χρόνια, βιβλία έρχονταν στη στοίβα κι έφευγαν διαβασμένα, κι αυτό έμενε εκεί παραπονεμένο.

Προχτές, δεν ξέρω πώς, αποφάσισα να  το διαβάσω έστω και με καθυστέρηση δεκαπενταετίας -και πράγματι το βρήκα  ενδιαφέρον. Συγγραφέας είναι ο Μανόλης Αθανασάκης, και έχει τον κάπως περίεργο τίτλο «Βασίλης Τσιτσάνης – 1946». Ο τίτλος εξηγείται από το ότι ο συγγραφέας θεωρεί κομβική χρονια το 1946 και για τη χώρα και για το ρεμπέτικο-λαϊκό τραγούδι  και αναλύει τα περίπου 20 τραγούδια που ηχογράφησε ο Τσιτσάνης  εκείνη τη χρονιά σε συνάρτηση  με την  εξέλιξη του ρεμπέτικου και του ίδιου του συνθέτη.

Στον πρόλογο, ο συγγραφέας αναφέρει ότι η μελέτη του είχε  δημοσιευτεί σε μια πρώτη σύντομη μορφή το 2000 στο περιοδικό Πολίτης και η υποδοχή  της  τον παρακίνησε να  την εκδώσει αναπτυγμένη σε βιβλίο. Το βιβλίο είναι έκδοση του 2006 του  περιοδικού «Λαϊκό τραγούδι». Σε ιστοτόπους βιβλιοπωλείων βλέπω ότι χαρακτηρίζεται  «ιδιωτική έκδοση» και ότι είναι εξαντλημένο χωρίς δυνατότητα παραγγελίας.

Ο συγγραφέας αφιερώνει ένα κεφάλαιο στο τραγούδι Βάρκα γιαλό, που το δισκογράφησε δυο φορές το 1946 ο Τσιτσάνης, την πρώτη  με τραγούδι από τον Γιάννη Παπαϊωάννου, τον Μάρκο Βαμβακάρη  και τον Οδυσσέα  Μοσχονά, ενώ στη δεύτερη τραγουδάει ο ίδιος με τον  Στράτο Παγιουμτζή. Ο τίτλος του κεφαλαίου είναι «Ένα εκδρομικό τραγουδάκι των Δεκεμβριανών». Ιδού η πρώτη  εκτέλεση:

Θα  μου πείτε, ένα τραγούδι που δισκογραφείται το 1946 πώς γίνεται να ακούγεται στα Δεκεμβριανά; Ο συγγραφέας  δίνει κάποιες πιθανές εξηγήσεις, που μπορεί όλες να  στέκουν. Στο τέλος του άρθρου προσθέτω και μιαν ακόμα μαρτυρία παρώδησης του τραγουδιού, μάλιστα λίγο νωρίτερη από αυτές που επισημαίνει ο Μανόλης Αθανασάκης.


Αλλά ας του δώσω τον λόγο. Θα παραθέσω ολόκληρο το κεφάλαιο από το βιβλίο του, χωρίς όμως  τις υποσημειώσεις (εκεί όπου ήταν απαραίτητο, βάζω σε αγκύλες μια σύντομη αναφορά). Προσθέτω επίσης λινκ σε κάποια τραγούδια.

Ένα εκδρομικό τραγουδάκι των Δεκεμβριανών

Από τα πρώτα τραγούδια που ηχογραφήθηκαν το καλοκαίρι του ’46 ήταν το «Βάρκα γιαλό» και μάλιστα σε δυο εκτελέσεις με μικρή χρονική διαφορά. Στη μια τραγουδούν οι Παπαϊωάννου, Βαμβακάρης και Μοσχονάς, ενώ στη δεύτερη ο Στράτος Παγιουμτζής με τον Τσιτσάνη. Παρότι το «Βάρκα γιαλό», μουσικά και στιχουργικά, ανήκει τυπικά στον Τσιτσάνη, το πιθανότερο είναι να πρόκειται για κάποιον σκοπό που τραγουδιόταν παλιότερα. Να μην αποτελεί, δηλαδή, επώνυμη δημιουργία. Με το πρώτο κιόλας άκουσμα – αν μπορούμε να προσποιηθούμε ότι υπάρχει διαφορά μεταξύ πρώτης και εκατοστής ακρόασης για ένα τόσο απλό, αφελές τραγουδάκι – η μελωδία του μας μεταφέρει έξω από την περιοχή του ρεμπέτικου. Μάλιστα, καθώς η μελωδική του γραμμή είναι τόσο άκαμπτα προσκολλημένη στη ματζόρε κλίμακα, δεν μοιάζει να κατάγεται καν απ’ την περιοχή του Αιγαίου. Γιατί, αρκετά συχνά, η αυστηρή πρόσδεση στις δυτικές κλίμακες (καθαρές ματζόρε- μινόρε) χωρίς τα χαρακτηριστικές έλξεις των «δρόμων», τα μακάμια και τα ποικίλματα που συνηθίζονται στην περιοχή της ανατολικής Μεσογείου προδίδει κάποια ευρωπαϊκή ή ακόμη και αμερικανική προέλευση της μελωδικής γραμμής, ιδιαίτερα όταν αυτή βασίζεται στην πολυφωνία όπως εδώ. Χαρακτηριστικό τέτοιο παράδειγμα «Ο μπουφετζής» του Γιώργου Μπάτη για το οποίο ο Σπύρος Παπαϊωάννου έδειξε την αμερικανική καταγωγή της μελωδίας του.

Υπό την οπτική των στερεοτύπων που δημιουργήθηκαν γύρω από το ρεμπέτικο ίσως να προκαλεί εντύπωση, αλλά είναι γεγονός ότι παρόμοιοι εγκλιματισμοί δυτικών μελωδιών δεν ήταν καθόλου ασυνήθιστοι στη λαϊκή μουσική γενικότερα. Το ελληνικό ακροατήριο που δεν είχε την τύχη να ανατραφεί με την κουλτούρα της Δύσης, άνθρωποι των κατώτερων τάξεων, ήταν ήδη αρκετά εξοικειωμένοι με τη συγκερασμένη μουσική και την εναρμόνιση δυτικού τύπου μέσα από την επτανησιακή μουσική κουλτούρα, η οποία ήταν ευρύτατα διαδεδομένη στα αστικά κέντρα -αρκεί να αναλογιστούμε πόσα χρωστά η λεγόμενη αθηναϊκή καντάδα στο επτανησιακό μέλος. Δεν είναι, μάλιστα, καθόλου δύσκολο να αναγνωρίσουμε με βεβαιότητα στις βασικές μελωδίες κάποιων ρεμπέτικων τραγουδιών, ή ακόμη συχνότερα σε ορισμένα ρεφραίν, την πολυφωνική – χορωδιακή φόρμα των Ιονίων Νήσων. Η αντίληψη του Τσιτσάνη ωθούσε το ρεμπέτικο και προς αυτήν την κατεύθυνση.

Μια άλλη οδός μέσω της οποίας η λαϊκή μουσική μπολιάστηκε με δημοφιλείς σκοπούς της Δύσης υπήρξε η επιθεώρηση. Ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα (όπως δείχνει ο Θ. Χατζηπανταζής στο Της ασιάτιδος μούσης ερασταί) η εισβολή της ανατολίτικης μουσικής στην Αθήνα μέσω των καφέ-αμάν, συνέπεσε χρονικά με την άνθηση κάποιων κέντρων διασκέδασης με ευρωπαϊκό πρόγραμμα, των λεγάμενων καφέ-σαντάν. Επί αρκετές δεκαετίες αργότερα, στις παράλληλες πορείες τους η επιθεώρηση και το ρεμπέτικο δε συναντήθηκαν πάντα ως ανταγωνιστές, αλλά και αλληλεπέδρασαν γόνιμα. Η επιθεώρηση καθιέρωσε σταδιακά στις παραστάσεις της φιγούρες του υποκόσμου, κουτσαβάκηδες, μάγκες κλπ., ενώ αρκετοί μουσικοί των χαμαιτυπείων συμπλήρωναν το ρεπερτόριό τους με ελαφρά τραγούδια, δανεισμένα από γνωστές επιθεωρήσεις ή κωμειδύλλια. Οι δυο κόσμοι δεν είχαν διαχωρίσει τις επικράτειές τους τόσο αυστηρά, όσο υπονοεί η ταύτισή τους με την ανατολική και  τη δυτική μουσική αντίστοιχα.

Όπως ήδη αναφέραμε, ο Τσιτσάνης ήταν έντονα επηρεασμένος από  την ευρωπαϊκή μουσική. Όπως ήδη αναφέραμε, όταν ήταν ακόμη μαθητής στα Τρίκαλα, έκανε μαθήματα μουσικής στο γυμνάσιο και βιολιού στο ωδείο της πόλης με δάσκαλο κάποιον Ιταλό μαέστρο ονόματι Ραφαήλ Γιόσσα, αποκομίζοντας επαίνους και διακρίσεις για την πρόοδο και τις επιδόσεις του στην κλασική μουσική. Ήδη στα πρώτα του τραγούδια φαίνεται έκδηλα η εξοικείωσή του με τη δυτική ενορχηστρωτική αντίληψη. Η άνεση που είχε στην εναρμόνιση τον βοηθησε ώστε, στα επόμενα χρόνια, να εισαγάγει στο ρεμπέτικο αρκετούς νεωτερισμούς. Δεν θα ’ταν υπερβολικό να υποστηριχτεί ότι η απρόσμενη, πολλές φορές, επιτυχία των τραγουδιών που συνέθετε οφειλόταν, σε μεγάλο βαθμό, στον εμπλουτισμό του προπολεμικού ρεμπέτικου με τέτοια στοιχεία δυτικής προέλευσης. Σε αυτό το σημείο υπερείχε σαφώς από τους περισσότερους αυτοδίδακτους λαϊκούς μουσικούς της εποχής. Όσον αφορά τα τραγούδια που ηχογράφησε το 1946, η δυτική επιρροή φαίνεται καθαρά και σε άλλα δυο κανταδόρικου ύφους τραγούδια: το «Βράσε τη ρούμπα τα σουίνγκ» και το «Αν θα σ’ αφήσει τι θα κάνεις». Έχοντας αυτά ως δεδομένα, δεν αποκλείεται το «Βάρκα γιαλό», που σημειωτέον και στις δυο εκτελέσεις του ’46 τραγουδιέται πρίμο-σεκόντο, να βασίζεται σε κάποιον παλιό, ευρύτερα διαδεδομένο σκοπό που διασκεύασε ο Τσιτσάνης. [Ο Ντίνος Χριστιανόπουλος, στο βιβλίο του για τα πρώτα τραγούδια του Τσιτσάνη, κάνει λόγο για επτανησιακή καταγωγή].

Το τραγούδι αυτό, όμως, είτε ως αδέσποτος σκοπός είτε διασκευασμένο ήδη από τον Τσιτσάνη, συνδέεται απρόσμενα με την περίοδο της εγγλεζοκρατίας και συγκεκριμένα με τα γεγονότα του Δεκεμβρίου του ’44. Στο χρονικό διάστημα των 33 ημερών που κράτησε η υπεράσπιση της Αθήνας από τον ΕΛΑΣ απέναντι στους Εγγλέζους, χιλιάδες αιχμάλωτοι Ελασίτες, αλλά και άμαχοι, συγκεντρώθηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης στην Αττική και στη συνέχεια στάλθηκαν όμηροι στην Ελ Ντάμπα της Αιγύπτου, προκειμένου να αποδυναμωθεί η παρουσία της Αριστερός στην πρωτεύουσα, ωσότου αποκατασταθεί η πολιτική τάξη που θα προωθούσε τα συμφέροντα του αγγλικού παράγοντα. Η μαζική αυτή ομηρία κράτησε ως την υπογραφή της Συμφωνίας της Βάρκιζας, το Φλεβάρη του ’45.

Ο γνωστός ηθοποιός Μίμης Φωτόπουλος υπήρξε ένας από τους χιλιάδες όμηρους της Ελ Ντάμπα και ίσως ο πρώτος που κατέγραψε το χρονικό της αιχμαλωσίας του. Στο βιβλίο του με τίτλο Ελ Ντάμπα διηγείται πώς οι αιχμάλωτοι έσπαζαν τα νεύρα των Εγγλέζων δεσμωτών τους, τραγουδώντας ασταμάτητα μέσα από τις περιφραγμένες συστοιχίες των σκηνών τους – τα «κλουβιά» όπως τα χαρακτηρίζει ο Φωτόπουλος – στην αφρικανική έρημο. «Από τις έξι το πρωί άρχιζε το πρώτο κλουβί το τραγούδι και σιγά-σιγά ως το βράδυ συνεχιζότανε από τα διάφορα κλουβιά. Κι όχι τραγούδι δυο τριών ανθρώπων, παρά χορωδίες ολόκληρες. Δυνατές φωνές που τραντάζανε την έρημο με τα εμβατήριά τους». Ανάμεσα στα γνωστά ή αυτοσχέδια επαναστατικά τραγούδια που ακούγονταν ήταν και το «Βάρκα γιαλό» με αλλαγμένους στίχους:

«Και μας πήγαν στην Ελ Ντάμπα
Βάρκα γιαλό,

και μας πήγαν στην Ελ Ντάμπα όλο το ταξίδι… τσάμπα.
Βάρκα γιαλό.

Και μας πήγαν στην Ελ Ντάμπα και μας βάλανε μια στάμπα
Βάρκα γιαλό.

Η “στάμπα” ήτανε κάτι πουκάμισα που μας είχανε δώσει και που στην πλάτη είχανε ένα τρίγωνο από άλλο ύφασμα. Ήτανε το σήμα της δικής μας ομηρίας.Έτσι ξεχωρίζαμε από τους Γερμανούς, Ιταλούς και μαύρους…».

[Προσθέτω εδώ μια εκτέλεση του «Μας πήγαν εξορία», ηχογραφημένη στην Αμερική, με τον Γιώργο Κατσαρό:]

Ο Τσιτσάνης ισχυρίστηκε πως έγραψε το «Βάρκα γιαλό» το 1941 [Η πληροφορία στο βιβλίο του Χατζηδουλή]. Αν τον εμπιστευτούμε οδηγούμαστε στο συμπέρασμα ότι είχε καταφέρει να διαδώσει τα τραγούδια που έγραψε στην Κατοχή σε τεράστια έκταση μόνο και μόνο με την προφορική τους μετάδοση. Το γεγονός δεν είναι απίθανο, ίσα-ίσα για αρκετές κατοχικές του συνθέσεις έχουμε μαρτυρίες για την ευρεία, από στόμα σε στόμα, διάδοσή τους πριν ακόμη φωνογραφηθούν. Δεν μπορούμε όμως να αφεθούμε με εμπιστοσύνη στην ακρίβεια των λεγομένων του διότι, αφενός η συνέντευξη που αποτελεί το κεντρικό κείμενο του βιβλίου του Χατζηδουλή δόθηκε τρεις-τέσσερις δεκαετίες αργότερα και αφετέρου πρέπει να θεωρούμε δεδομένο ότι ο Τσιτσάνης δεν ήταν απόλυτα ειλικρινής και συχνά αυθαιρετούσε ως προς το παρελθόν, κατά το συμφέρον του. [Εδώ ο συγγραφέας επεξηγεί  ότι εννοεί π.χ. την πατρότητα  της Συννεφιασμένης Κυριακής. Όμως τονίζει  πως θεωρεί εμπαθή την  επίθεση του Τάσου Σχορέλη στον Τσιτσάνη, στον 4ο τόμο της Ρεμπέτικης Ανθολογίας, έστω κι αν στο συγκεκριμένο θέμα ο Σχορέλης έχει  δίκιο]

Στην περίπτωση του «Βάρκα γιαλό», βέβαια, δεν έχει ιδιαίτερη σημασία η δημιουργία του αλλά η επιλογή του. Γιατί, όποια κι αν είναι η αλήθεια για την καταγωγή και προέλευση του «Βάρκα γιαλό», είναι γεγονός ότι δεν έχουμε να κάνουμε με ένα πραγματικό τραγούδι. Δεν μπορεί κανείς να μιλήσει για «σύνθεση», αφού πρόκειται για την απλούστερη διαδοχή από νότες που μπορεί να συναντηθεί σε τραγούδι. Θα μπορούσε να ήταν μια άσκηση για αρχάριους μουσικούς. Από τη άλλη, οι υποτυπώδεις στίχοι του, επίσης, δε διαθέτουν σχεδόν κανένα περιεχόμενο, σχεδόν καμιά αναφορά, βρίσκονται κοντά στο σημείο μηδέν του λόγου. Κι όμως, η επιλογή του Τσιτσάνη να το ηχογραφήσει μεταξύ των πρώτων μεταπολεμικών του τραγουδιών ίσως κάτι μπορεί να δείξει. Γιατί, συνειδητά ή ασυνείδητα, η επιλογή αυτής της μηδενικής αναφορικότητας, σε τούτη την κρίσιμη στιγμή της Ιστορίας, μπορεί να έχει τη σημασία της.

Η μάχη της Αθήνας ήταν εξαρχής άνιση. Η πολεμική μηχανή των Βρετανών και των κυβερνητικών δυνάμεων διέθετε τεθωρακισμένα, αεροπορία, ναυτικό, αλεξιπτωτιστές, πυροβόλα και βαριά οπλισμένες μονάδες στρατού. Στις υπηρεσίες της τέθηκαν ακόμη, εκτός από την αποκαθαρμένη από κάθε δημοκρατικό στοιχείο ελληνική Ορεινή Ταξιαρχία, τα Τάγματα Ασφαλείας (με το όνομα «Εθνοφρουρά») και οι χωροφύλακες και οι αστυνομικοί του κατοχικού καθεστώτος. Ο ΕΛΑΣ δεν έστρεψε ολομέτωπα τους εμπειροπόλεμους σχηματισμούς του στη διεκδίκηση της πρωτεύουσας. Η ηγεσία του δεν θεώρησε τους Βρετανούς ως τον πραγματικό στρατιωτικό του αντίπαλο. Πίστεψε ότι εξουδετερώνοντας τους πρώην συνεργάτες των Ναζί θα διαπραγματευόταν με τους Άγγλους με ευνοϊκότερους και ειλικρινέστερους όρους. Φαινόταν αδιανόητο, εκείνη τη στιγμή, το γεγονός ότι ολόκληρη η εξωτερική πολιτική της Βρετανίας σε σχέση με το «ελληνικό ζήτημα» είχε σχεδιαστεί στη βάση της προώθησης με κάθε μέσο στην εξουσία αυτού του ετερογενούς αντικομμουνιστικού συμφυρμού. Αδιανόητο επίσης φαινόταν ότι οι Σύμμαχοι θα διεξήγαγαν σε ελληνικό έδαφος, στην ίδια την Αθήνα, μια μορφή ολοκληρωτικού πολέμου, βομβαρδίζοντας και πολυβολώντας αδιακρίτως, ένοπλους και άοπλους πολίτες, στις αθηναϊκές συνοικίες. Η αιματηρή και λυσσαλέα επέμβαση του Τσώρτσιλ, που προετοίμαζε την επιστροφή του Γεώργιου Β’, τελικά απέδωσε: Τη νύχτα της 4ης με 5η Γενάρη του 1945 οι μαχητές του ΕΛΑΣ έλαβαν τη διαταγή να εκκενώσουν την Αθήνα. Αποδείχθηκε, με τραγικό τρόπο, ότι οι Άγγλοι δεν συμμετείχαν στα ελληνικά πράγματα ως αμερόληπτοι παρατηρητές, αλλά ότι ήταν αποφασισμένοι να τσακίσουν εξ ολοκλήρου το δημοκρατικό κίνημα που ξεπήδησε στα απελευθερωμένα απ’ τους αντάρτες βουνά, έχοντας σιγουρέψει την αδιαφορία του Στάλιν για το «ελληνικό ζήτημα» και τη δέσμευση του να απέχει από τα γεγονότα, μέσα από, άγνωστες στην ηγεσία του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ, διπλωματικές διαπραγματεύσεις. Η έξοδος των ηττημένων μαχητών και γυναικόπαιδων απ’ το λεκανοπέδιο, κάτω απ’ τα πυρά της βρετανικής αεροπορίας – που κατά την υποχώρηση του γερμανικού στρατού λίγες βδομάδες πριν δεν είχε ρίξει ούτε μια σφαίρα – είναι η τραγικότερη σκηνή αυτού του δράματος.

Στα βήματα της υποχώρησης εκείνου του κόσμου από την πόλη που ο ίδιος απελευθέρωσε με τόσες θυσίες, ήρθε και προσάρμοσε τις ανάσες του το «Μας πήραν την Αθήνα», ένα τραγουδάκι αυτοσχέδιο, πάνω στη μελωδία από κάποιο αμερικανικό «κάντρυ» που είχε ήδη χρησιμοποιηθεί προπολεμικά σαν προσκοπικός σκοπός:

Μας ήλθαν οι Εγγλέζοι,
νανούμ, νανούμ, νανούμ
μας ήλθαν οι Εγγλέζοι,
τζουμ-τριαλαρό,
μα ο λαός τους χέζει,

Κόπα Κάπα Έψιλον,
γεια σου Κουκουέ.

«Αυτό το τραγουδάκι σε ρυθμό βήματος πεζοπόρου, πότε κανονικού, πότε βήματος γρήγορου κι επιταχυνόμενου, συνήθως αργόσυρτου και κουρασμένου, συνόδευε την πορεία των Ελασιτών και των αμάχων που έφευγαν από την Αθήνα μετά τα Δεκεμβριανά. Το τραγουδούσαν καθώς περνούσαν από τα Δερβενοχώρια για τη Θήβα, τα Καμένα Βούρλα για το Γαλαξίδι, για το Βόλο και ως τα Τρίκαλα, όπου συγκεντρώθηκαν, καραβοτσακισμένοι, οι πολλοί. Το τραγουδούσαν κι αργότερα σε συνάξεις χαρμολύπης, ως τα χρόνια της δικτατορίας και μετά από αυτήν, όταν πια στο στόμα των νέων τραγουδιστών δεν ήταν παρά ένα αθυρόστομο σκώμμα που ψιλοκορόιδευε την ηρωική μεγαλοστομία των αντάρτικων εμβατηρίων» [παραπομπή παρμένη από τον  Ελεφάντη]

Το τραγουδάκι αυτό δεν μοιράζεται την ίδια μελωδία με το «Βάρκα γιαλό», όμως εκείνο το τζουμ-τριαλαρό δημιουργεί την υποψία κάποιας συγγένειας, κάποιας κοινής καταγωγής των δυο τραγουδιών.

Η ασαφής και μακρινή συσχέτιση του «Βάρκα γιαλό» με το «Μας πήραν την Αθήνα», αλλά και η φόρτισή του με την αγανάκτηση των Αθηναίων που γνώρισαν τη βρετανική ομηρία στην έρημο της Αφρικής, προικίζει το σχεδόν βουβό αυτό τραγουδάκι με κάποιο περιεχόμενο και το τοποθετεί στην Ιστορία, όχι τόσο ασυνάρτητα όσο οι στίχοι του προδιαθέτουν, αλλά με έναν σημαίνοντα τρόπο. Η εστίαση σ’ αυτό και τις συνάφειές του, το σπάσιμο του κώδικά ίου, μπορούν να συνεισφέρουν στη σκιαγράφηση μιας κοινωνίας σε τεράστιο αναβρασμό, όπου οι απελευθερωμένες κοινωνικές δυνάμεις ανατινάζουν κάθε μουχλιασμένη βεβαιότητα, όπου τα πάντα τίθενται σε αναγκαστική κίνηση υπό την επίδραση μιας δίνης. Οι μέχρι χτες ανόητοι σκοποί, τα «χαζά» τραγουδάκια που διαδόθηκαν ψάξε βρες με ποιόν τρόπο (από τον κινηματογράφο; από τις εκδηλώσεις της μεταξικής ΕΟΝ; από τα εμβατήρια των στρατιωτικών αγημάτων;), δε γλιτώνουν από την πόλωση, επιστρατεύονται αναπάντεχα τη στιγμή του κινδύνου στα στόματα των αφιονισμένων ανθρώπων, στα συνθηματικά σφυρίγματα της χτεσινής «μαρίδας» που ξύπνησε με μιας και τώρα κάτι μήνες καλιγώνει τον ψύλλο και τίποτε δεν τη σταματά, καθώς φουντωμένη παρατάει το «πατάω ένα κουμπί και βγαίνει μια χοντρή» και το γυρνά απότομα στο «γαμώ το κέρατό μας, γαμώ το βασιλιά», κρατάει τσίλιες και μεταφέρει σημειώματα, οργανώνεται μαζικά στον εφεδρικό ΕΛΑΣ και ονειρεύεται τη στιγμή που θ’ αρπάξει το τουφέκι.

Αλλά όλ’ αυτά αποκαλύπτονται, αν το θελήσουμε, στα δικά μας μά­τια και δεν ταυτίζονται υποχρεωτικά με τις προθέσεις του δημιουργού. Καθώς η φορά του ανέμου το 1946 ήταν ολικά αντεστραμμένη, ο Τσιτσάνης δεν ήταν σε καμιά περίπτωση διατεθειμένος να ενεργοποιήσει παρόμοιους συνειρμούς. Αντίθετα, προτείνοντας την εκτέλεσή του από τον Γιάννη Παπαΐωάννου, ο Τσιτσάνης, άφηνε να εννοηθεί ότι πρόκειται για το πιο αθώο τραγουδάκι, έναν σκοπό που σιγανοτραγουδούσαν οι ψαράδες της Πειραϊκής, τον οποίο εξίσου αθώα οικειοποιήθηκε ο ίδιος. Τόσο αυτός, όμως, όσο και το ακροατήριό του γνώριζαν ότι ίσως αποτελούσε ένα ελάχιστο νήμα επικοινωνίας, ένα ασαφές νεύμα, μια λεπτή κλωστή τόσο αδιόρατη, ώστε θα ’ταν παράλογο να τους καταλογιστεί κάποια συνομωσία.

Όμως οι λεωφόροι που υποσχέθηκαν την ελευθερία ηλεκτρο­φωτίστηκαν ξανά. Οι δρόμοι που στολίστηκαν με τα οδοφράγματα πλημμύρισαν ξανά από διαβάτες. Τα αναποδογυρισμένα τραμ μπήκαν ξανά στις ράγες τους και οι γκρεμισμένοι σοβάδες επισκευάστηκαν.

Προσωπικά δεν  συμφωνώ με τον συγγραφέα στον απαξιωτικό τρόπο με τον οποίο χαρακτηρίζει τη μουσική και τους στίχους του τραγουδιού -η απλότητα είναι  μεγάλο προσόν κάποτε. Αλλά θα προσθέσω κάτι άλλο: όπως θα θυμούνται οι τακτικοί αναγνώστες, το θέμα του Βάρκα γιαλό το έχουμε συζητήσει ξανά σε σχόλια του ιστολογίου, με αφορμή ένα άρθρο μνήμης για τον πατέρα μου, στην επέτειο του θανάτου του τον  Δεκέμβριο του 2019. 

Στο  άρθρο εκείνο παρουσιάζω πέντε ερασιτεχνικές ηχογραφήσεις του πατέρα μου, που τραγουδάει α καπέλα πέντε σατιρικά τραγούδια που έλεγαν στη Μυτιλήνη το 1940-45 πάνω σε μελωδίες γνωστών τραγουδιών. Ένα από αυτά είναι και το «Κάτ’ αγριγιαθρώπ’ μας φέραν’, γραμμένο την εποχή του «Go Back», όταν  ο λαός της Μυτιλήνης απέκρουσε την  απόβαση των πληρωμάτων αγγλικών  πλοίων στο  νησί, τα Χριστούγεννα του 1944.

Το ακούμε από τον  πατέρα μου:

Η συγκεκριμένη παράφραση, σε στίχους είτε του Στρατή Ανεζίνου είτε του Αργύρη Αραβανόπουλου (οι πηγές δεν  ομοφωνούν) είναι λίγο παλαιότερη από αυτήν της Ελ Ντάμπα, που αναφέρει  ο Αθανασάκης στο βιβλίο του. Άραγε το τραγούδι του Τσιτσάνη μπόρεσε, μέσα στην  Κατοχή να φτάσει στη Μυτιλήνη  και να γίνει αρκετά γνωστό ώστε να παρωδηθεί τον Δεκέμβρη του 1944; Οι άλλες παρωδίες που αναφέρονται στο ίδιο άρθρο έχουν γίνει πάνω σε πασίγνωστες προπολεμικές επιτυχίες, γνωστές από τον κινηματογράφο. Αλλά το Βάρκα γιαλό του Τσιτσάνη, ενώ δεν αποκλείεται να είχε γίνει γνωστό σε κάποιους  από τις χιλιάδες εξόριστους της Ελ Ντάμπα, ως επί το πλείστον Αθηναίους,  πώς μαθεύτηκε στη  Μυτιλήνη; Δεν έχω απάντηση.  Εκτός αν υπάρχει κάποια παλιότερη  πηγή, από την  οποία να έχει αντλήσει και ο Τσιτσάνης, όχι μόνο τη μελωδία αλλά και το ρεφρέν. 

Από το ιστολόγιο του Ν. Σαραντάκου "Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία"

Αυτό το άγριο βότανο θεωρείται το πιο υγιεινό λαχανικό στον κόσμο και μεγαλώνει τώρα τον Μάρτιο -

Αυτό το άγριο βότανο θεωρείται το πιο υγιεινό λαχανικό στον κόσμο και μεγαλώνει τώρα τον Μάρτιο -   Όταν πολλά φυτά στη φύση δεν έχουν ακόμη...