Πήρα το τρένο της ζωής. Μια διαδρομή που δεν είχε σημασία ο προορισμός. Σημασία είχε μόνο σε ποιο σταθμό θα κατέβεις και τι εμπειρίες θα προσκομίσεις.
Για να φτάσεις στο τέρμα, υπάρχουν πολλοί σταθμοί. Ίσως και να μην καταφέρεις να φτάσεις ποτέ στο τέρμα. Άλλωστε δεν είναι αυτή η ουσία. Μέσα από αυτό το ταξίδι, πρέπει να μάθεις τον εαυτό σου ακόμα περισσότερο, να δεις τις αντοχές σου, να ζήσεις στιγμές χαράς. Να μάθεις να προσφέρεις, χωρίς να ζητάς αντάλλαγμα.
Κάθε σταθμός και ένα καινούριο μάθημα ή ακόμα και πάθημα. Από τα παθήματα μαθαίνουμε. Κάθε σταθμός μια καινούρια αρχή, ένας καινούριος στόχος, ένα νέο όνειρο, μια καινούρια ευχή.
Όταν βρίσκεσαι μέσα στο βαγόνι, είναι η στιγμή του απολογισμού. Η στιγμή που πρέπει να τα βρεις με τον εαυτό σου. Να γεμίσεις τις μπαταρίες σου, να πάρεις δυνάμεις και να σκεφτείς τι θα κάνεις στον επόμενο σταθμό. Με τις νέες εμπειρίες που απέκτησες από τις προηγούμενες στάσεις, μπορείς να αντιμετωπίσεις καταστάσεις, να απαιτήσεις και να διεκδικήσεις αυτά που αξίζεις. Μια ευτυχία που θα είναι ολοκληρωτικά μόνο δική σου.
Κάθε σταθμός έχει και την δική του ξεχωριστή ομορφιά. Διαφορετικοί άνθρωποι, διάφορες καταστάσεις, καινούριες δυσκολίες. Ακόμα ένα βήμα παραπέρα. Ένα βήμα πιο κοντά στον σκοπό για τον οποίο γεννήθηκες.
Ο σταθμός που θα σε κάνει να νιώσεις πιο κοντά στην αγάπη, εκεί θα μείνεις τον περισσότερο καιρό. Εκεί θα βρεις το λιμάνι σου. Εκεί που θα μάθεις ότι η ζωή είναι ωραία, μόνο όταν έχεις κάποιον να την μοιραστείς.
Για το σιρόπι: 4 φλιτζάνια νερό 5 φλιτζάνια ζάχαρη 1 κ.σ. λεμόνι 1 φλούδα λεμόνι 2 κουταλιές γλυκόζη
Εκτέλεση
Παίρνουμε το κανταΐφι και το ανοίγουμε με τα χέρια μας πάρα πολύ, ώστε να μην είναι καθόλου κολλημένες οι ίνες του. Σε ένα μπολ βάζουμε όλα τα υλικά μας, δηλαδή το φιστίκι Αιγίνης, την φρυγανιά, την κανέλα και τα καρύδια και ανακατεύουμε για λίγο.
Παίρνουμε λίγο από το κανταΐφι που έχουμε ανοίξει τοποθετούμε στην άκρη λίγη γέμιση, το τυλίγουμε κυκλικά προσέχοντας τις άκρες, ώστε να μην βγει η γέμιση μας. Επαναλαμβάνουμε το ίδιο, μέχρι να τελειώσουμε όλο το κανταΐφι μας και τα τοποθετούμε το ένα δίπλα στο άλλο (να ακουμπάνε μεταξύ τους) σε ένα βουτυρωμένο ταψάκι.
Λιώνουμε το βούτυρο και χωρίς να είναι καυτό, αλλά ελαφρώς ζεστό, το ρίχνουμε λίγο λίγο πάνω από όλα τα κανταΐφια μας. Στην συνέχεια ψήνουμε σε προθερμασμένο φούρνο στους 160 βαθμούς για περίπου 1 ώρα, αναλόγως πάντα τον φούρνο, ώστε να πάρει χρώμα, αλλά να μην καεί. Αν δούμε να παίρνει πολύ χρώμα, το σκεπάζουμε από πάνω με ένα αλουμινόχαρτο και χαμηλώνουμε την θερμοκρασία.
Βγάζουμε το κανταΐφι από τον φούρνο και παράλληλα ετοιμάζουμε το σιρόπι μας. Συγκεκριμένα σε μία κατσαρόλα βάζουμε όλα τα υλικά μας να βράσουν για περίπου 10 λεπτά, μέχρι να δέσει.
Αφού κρυώσει το κανταΐφι μας, σιροπιάζουμε με το ζεστό σιρόπι. Με μία μεγάλη κουτάλα παίρνουμε σιρόπι και ρίχνουμε στο κάθε κανταΐφι. Το γλυκό χρειάζεται να μείνει τουλάχιστον μία νύχτα με το σιρόπι του ή αρκετές ώρες, ώστε να απορροφήσει όλο το σιρόπι του.
Σημειώσεις Μην τυλίξετε πάρα πολύ σφιχτά τα κανταΐφια, για να μπορέσει να περάσει το σιρόπι μέσα και να απορροφηθεί. Αν θέλετε να κάνετε το κανταΐφι σας νηστίσιμο, παραλείψτε το βούτυρο και χρησιμοποιήστε ελαιόλαδο.
Χανιά: Ατζαμήδες κλέφτες έσπασαν το... σύστημα πυρασφάλειας αντί για την κάμερα (εικόνες)
Χειροπέδες στους γκαφατζήδες κλέφτες πέρασαν οι αστυνομικοί, αφού η κάμερα ασφαλείας
είχε καταγράψει τα πρόσωπά τους.
Απόλυτα βέβαιοι πως δεν υπήρχε περίπτωση να τους πιάσουν ήταν ένα ζευγάρι κλεφτών στην Κίσαμο στα Χανιά. Πρόκειται για έναν άντρα από την Αθήνα και μια γυναίκα από την Κίσαμο και οι δύο νεαρής ηλικίας, οι οποίοι με έκπληξη είδαν τους αστυνομικούς να χτυπούν την πόρτα του σπιτιού στο οποίο διαμένουν.
Και αυτό γιατί όταν διέρρηξαν μια ταβέρνα στην Πλάκα Κισάμου, ήταν απόλυτα σίγουροι πως ουδείς θα τους ανακάλυπτε αφού είχαν σπάσει την καταγραφική κάμερα εσωτερικού κυκλώματος, ή τουλάχιστον έτσι νόμιζαν.
Παρά του ότι η ταβέρνα είναι κλειστή, η κάμερα ήταν σε λειτουργία και όταν το ζευγάρι των διαρρηκτών μπήκε μέσα από ένα παράθυρο φορώντας κουκούλες και μάσκες, το πρώτο που θέλησαν να κάνουν ήταν να πάρουν ένα κοντάρι για να σπάσουν την κάμερα, πριν κλέψουν περίπου 150 ευρώ σε κέρματα που είχαν απομείνει στο ταμείο, έναν ηλεκτρονικό υπολογιστή με πληκτρολόγιο, ποντίκι, οθόνη και ένα κινητό τηλέφωνο.
Μόνο που το «ματάκι» που έσπασαν δεν ήταν το καταγραφικό της κάμερας, αλλά το…..σύστημα πυρασφάλειας! Και ενώ αυτοί βέβαιοι πως είχαν σπάσει την κάμερα τριγυρνούσαν άνετοι, οι κινήσεις τους καταγράφοντο συνεχώς!
Έτσι όταν οι αστυνομικοί του Α.Τ. Κισάμου, είδαν το βίντεο, ήταν θέμα χρόνου να τους εντοπίσουν και να τους συλλάβουν, παρά του ότι - βέβαιοι πως είχαν σπάσει την κάμερα - αρχικά αρνήθηκαν και μάλιστα έντονα πως έκαναν την διάρρηξη, αλλά τελικά ομολόγησαν υπο τον βάρος του....βίντεο.
Στο σπίτι όπου διαμένουν βρέθηκε μέρος των κλοπιμαίων, ενώ τον λόγο έχει πλέον η Δικαιοσύνη.
Το μήνυμα επάνω στο χάρτινο ποτήρι του καφέ της έσωσε τη ζωή
Οι εργαζόμενοι στην καφετέρια κατάλαβαν ότι κάτι δεν πάει καλά και της έγραψαν ένα μήνυμα στο ποτήρι που της έσωσε τη ζωή.
Μια εργαζόμενη στα Starbucks στο Corpus Christi του Τέξας τωνΗΠΑ, κατάλαβε ότι η κοπέλα που καθόταν σε ένα τραπέζι αντιμετώπιζε πρόβλημα. Η παρατηρητικότητα της, της έσωσε τη ζωή.
Η 18χρονη καθόταν στο τραπέζι και ήταν φοβισμένη. Ένας άγνωστος είχε καθίσει απέναντι της στο ίδιο τραπέζι με το «έτσι θέλω» και όχι μόνο την παρενοχλούσε αλλά και ψιθυριστά την απειλούσε κιόλας.
Η εργαζόμενη που κατάλαβε ότι κάτι δεν πάει καλά, έφτιαξε αμέσως μια ζεστή σοκολάτα, την έβαλε στο χάρτινο ποτήρι και το έδωσε στην κοπέλα λέγοντας της ότι το ρόφημα είναι κερασμένο από το μαγαζί.
Στο ποτήρι επάνω η εργαζόμενη είχε γράψει: «Είσαι καλά; Θες να επέμβουμε; Αν χρειάζεσαι βοήθεια βγάλε το καπάκι από το ποτήρι». Με τον αθόρυβο τρόπο αυτό της έδωσε να καταλάβει ότι δεν είναι μόνη, ότι την προσέχουν και ότι ανά πάσα στιγμή είναι έτοιμοι (όλοι οι εργαζόμενοι της καφετέριας) να επέμβουν και να καλέσουν την αστυνομία.
«Σε προσέχουμε»
Η 18χρονη ανακουφίστηκε, χαλάρωσε συνέχισε να μην δίνει σημασία στον άγνωστο που την απειλούσε μέχρι που εκείνος σηκώθηκε και έφυγε. Η κοπέλα ευχαρίστησε όλο το προσωπικό, και κάλεσε τους γονείς της που πήγαν και την πήραν.
Κράτησε όμως και το ποτήρι το οποίο φωτογράφισε και ανέβασε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Από κάτω εξήγησε τι είχε συμβεί. Η μητέρα της κοπέλας σχολίασε το γεγονός λέγοντας: «Η 18χρονη κόρη μου ήταν στο Starbucks, μόνη εκείνο το βράδυ. Ένας άντρας πήγε κοντά της και άρχισε να της μιλά. Μία barista της έδωσε μια επιπλέον ζεστή σοκολάτα που- υποτίθεται- κάποιος ξέχασε να πάρει. Πόσο ευγνώμων είμαι για τους ανθρώπους που προσέχουν τους άλλους!»
Και συνέχισε: «Ένιωθε ασφαλής και δεν έβγαλε το καπάκι, αλλά τους ειδοποίησε. Είπε ότι μόλις σήκωσε το βλέμμα της είδε όλη την ομάδα των εργαζομένων να την έχουν υπό την επίβλεψή τους και σε ετοιμότητα να επέμβουν»
Ξενώνες που ξεφυτρώνουν ο ένας μετά τον άλλον, εστιατόρια, καφενεία – μπαρ και καταστήματα πάσης φύσεως που παρατάσσονται στα στενά δρομάκια καταλαμβάνοντας τον δημόσιο χώρο, σύγχρονες επεμβάσεις σε παραδοσιακά κτίσματα, αισθητική παραμόρφωση και ηχητική όχληση.
Όλα αυτά στην μεσαιωνική καστροπολιτεία της Μονεμβασίας, έναν από τους ωραιότερους οικισμούς της Ελλάδας με φυσικό τοπίο μοναδικού κάλλους, που πληρώνει το βαρύ τίμημα της υπερανάπτυξης, χωρίς έλεγχο και χωρίς σχέδιο.
Μια κατάσταση που γνωρίζουν όλοι όσοι την έχουν επισκεφθεί, άλλωστε η Μονεμβασία είναι τουριστικός προορισμός όλο το χρόνο, και που επιχειρείται όμως τώρα να αναστραφεί με την κατάρτιση ενός Διαχειριστικού Σχεδίου, που θα επιδιώξει να βάλει τάξη στο χάος.
Η έγκριση δόθηκε την περασμένη Τρίτη από το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο, προκειμένου να καθορισθούν οι χρήσεις γης και να ελεγχθεί η αλόγιστη επέκταση της τουριστικής δραστηριότητας, να καταγραφούν οι ακριβείς ανάγκες του οικισμού σε ειδικές κατηγορίες λειτουργιών (καταστήματα με είδη λαϊκής τέχνης, παραδοσιακά καφενεία -μπαρ κλπ.) και τέλος να ενισχυθεί η κατοικία αλλά παράλληλα να εξασφαλιστεί και η ποιότητα ζωής των κατοίκων.
Και όλα αυτά με προϋπόθεση το σεβασμό στον ιστορικό και μνημειακό χαρακτήρα της πόλης. Γιατί ο στόχος του υπουργείου Πολιτισμού είναι η διαχείριση και προβολή της Μονεμβασίας ως ενός ιδιαίτερου μνημειακού αλλά και οικιστικού συνόλου και ως κοιτίδας πολιτισμού, όπου θα συνυπάρχουν ο ενεργός οικισμός της Κάτω Πόλης με τον αρχαιολογικό χώρο της Άνω Πόλης, ώστε να προσφέρουν επισκέπτη μία μοναδική βιωματική περιήγηση στο χωροχρόνο.
Σύμφωνα λοιπόν με αυτό το Master Plan η Άνω Πόλη της Μονεμβασίας θα μετατραπεί σε χώρο πολιτισμού και εκπαίδευσης, όπου όλα τα επιμέρους στοιχεία της – τα τείχη, οι πύλες, τα σπίτια, οι ναοί, οι δεξαμενές κ.λ.π. – θα δείχνουν την οργάνωση αυτού του οχυρωματικού οικισμού, που είχε συνεχή κατοίκηση από τον 6ο ως και το 18ο αιώνα. Παράλληλα σε ορισμένα από τα κτίρια θα φιλοξενηθούν πολιτιστικές δραστηριότητες, όπως εκπαιδευτικά προγράμματα, εκθέσεις, κ.ά. απόλυτα συμβατές με το χαρακτήρα του χώρου. Όσο για την Κάτω Πόλη η επίλυση των προβλημάτων της, που απορρέουν κυρίως από την μονομερή τουριστική ανάπτυξη και τις λειτουργίες αναψυχής είναι μονόδρομος.
Υπαίθριο μουσείο
Ένα υπαίθριο διαχρονικό μουσείο με ιδιαίτερο, πολυσύνθετο χαρακτήρα αλλά και πολλές διαφορετικές ανάγκες είναι άλλωστε η Μονεμβασία – το Νησί, όπως την αποκαλούν στην περιοχή – καθώς το πλήθος των μνημείων της την κατατάσσει ολόκληρη στους αρχαιολογικούς χώρους. Κάτι που σημαίνει πολλές δεσμεύσεις, αφού προστατεύεται με μία σειρά διατάξεων που άρχισαν πριν από έναν αιώνα και φθάνουν ως σήμερα ενώ επιπλέον αποτελεί περιοχή του δικτύου NATURA 2000. Χωρίς όλα αυτά ωστόσο να έχουν λειτουργήσει αποτελεσματικά, παρά τις ενέργειες του υπουργείου Πολιτισμού και τα προγράμματά του, ανασκαφικά, καταγραφής αρχαιοτήτων, συντήρησης και αποκατάστασης μνημείων, μουσειακές παρεμβάσεις κλπ.
Συγκεκριμένα η Άνω Πόλη, που ανήκει στο Δημόσιο βρίσκεται σε κακή κατάσταση γιατί τα κτίρια είναι ερειπωμένα και επιχωμένα σ΄ έναν βαθμό, έτσι απαιτούνται άμεσες ενέργειες για την στερέωσή τους. Στην Κάτω Πόλη, που συνιστά ένα ζωντανό οικισμό με συνεχή κατοίκηση από τον 6ο μ.Χ. αιώνα, τα μνημεία δεν είναι απλώς «εκθέματα»
Aλλά το περίβλημα της καθημερινής ζωής, έτσι η αποκατάσταση και η επαναχρησιμοποίηση των κτιρίων εποπτεύεται συστηματικά από το ΥΠΠΟ προκειμένου να διαφυλαχθεί η αυθεντικότητα του οικισμού. Παρ΄όλα αυτά οι παραβάσεις δεν είναι λίγες.
Σπουδαίο βυζαντινό λιμάνι
Λιμάνι υψίστης στρατηγικής σημασίας, σπουδαίο εμπορικό κέντρο αλλά και πόλος έλξης για κατακτητές, πειρατές και κουρσάρους υπήρξε η Μονεμβασία, που συγκεντρώνει κάθε χρόνο χιλιάδες επισκέπτες απ’ όλο τον κόσμο. Η παρουσία του οικισμού σ΄αυτή τη βραχώδη και δύσβατη βραχονησίδα της Πελοποννήσου μαρτυρείται από τον 6ο αιώνα μ.Χ. ενώ η φυσική της οχύρωση και η επίκαιρη γεωγραφική της θέση στη Μεσόγειο συνέβαλαν από νωρίς στην ανάδειξή της σε σημαντικό κέντρο της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, το οποίο διαδραμάτισε σπουδαίο ρόλο στο διεθνές διαμετακομιστικό εμπόριο ανάμεσα σε Ανατολή και Δύση. Παράλληλα, υπήρξε το διοικητικό κέντρο της ευρύτερης περιοχής, ήταν έδρα κοσμικών και εκκλησιαστικών αρχών και χώρος δραστηριοποίησης ποικίλων κοινωνικών ομάδων.
Τον 13ο και 14ο αιώνα η καστροπολιτεία της Μονεμβασίας ως το σημαντικότερο λιμάνι του Δεσποτάτου του Μυστρά ευνοήθηκε και ενισχύθηκε από τους αυτοκράτορες με χρυσόβουλλα, που παραχώρησαν εμπορικά προνόμια και φοροαπαλλαγές στην πόλη, αλλά και στους πολίτες της. Οι κάτοικοί της άλλωστε ήταν έμπειροι ναυτικοί, που επάνδρωσαν το βυζαντινό στόλο και ως δραστήριοι έμποροι διακινούσαν τα περίφημα προϊόντα της ευρύτερης περιοχής, όπως το λάδι, το σιτάρι και τον ονομαστό μονεμβάσιο οίνο, στην Ανατολική Μεσόγειο και τη Μαύρη θάλασσα.
Μετά την πτώση του Βυζαντίου ακολούθησε τη μοίρα της Πελοποννήσου, έτσι για μικρό διάστημα (1460-1463) τέθηκε υπό την παπική προστασία για να ακολουθήσει στη συνέχεια η διαδοχική κυριαρχία Ενετών (1463-1540 και 1690-1715) και Οθωμανών (1540-1690 και 1715-1821). Ήταν όμως και το πρώτο κάστρο της Πελοποννήσου που απελευθερώθηκε από του Τούρκους κατά την Επανάσταση, στις 23 Ιουλίου του 1821 ενώ το 1828 εντάχθηκε στο νέο ελληνικό κράτος.
Η πόλη-κάστρο
Η Μονεμβασία, ως προς την οργάνωσή της, ακολουθεί την τριμερή διάρθρωση των βυζαντινών πόλεων-κάστρων, δηλαδή έχει την ακρόπολη στο υψηλότερο σημείο της και δύο οχυρωματικούς περιβόλους που την οριοθετούν και την διαχωρίζουν σε Άνω και Κάτω Πόλη.
Η Άνω Πόλη ήταν το διοικητικό κέντρο και οι κατοικίες των αρχόντων, που σήμερα βρίσκονται σε ερειπιώδη κατάσταση. Ανάμεσα τους και ο βυζαντινός ναός της Αγίας Σοφίας ή Παναγίας Οδηγήτριας ενώ σώζονται κι άλλοι μικρότεροι ναοί, επίσης το συγκρότημα της πύλης, ένα οθωμανικό λουτρό και ένα μαυσωλείο, τρεις μεγάλες δημόσιες δεξαμενές αλλά και πολλές ιδιωτικές.
Στην Κάτω Πόλη ήταν συγκεντρωμένο το εμπόριο, τα εργαστήρια και τα σπίτια των ναυτικών και των εμπόρων. Τα καταστήματα βρίσκονταν κατά μήκος του κεντρικού δρόμου, της «Μέσης οδού» των Βυζαντινών ενώ ένα πυκνό δίκτυο από καλντερίμια, παράλληλα και κάθετα προς αυτήν συνθέτουν ακόμη και σήμερα τον δαιδαλώδη πολεοδομικό ιστό της πόλης. Οι κάποτε ερειπωμένες οικίες πάντως, της Κάτω Πόλης έχουν σήμερα στην πλειονότητά τους αναστηλωθεί και χρησιμοποιούνται ως ξενώνες πολυτελείας.
Οι ναοί
Ο οικισμός διασώζει επίσης 27 εκκλησίες, ανάμεσα στις οποίες δεσπόζει στην κεντρική πλατεία ο ναός του Ελκομένου Χριστού. Υπάρχουν ακόμη οι ναοί της Παναγίας Μυρτιδιώτισσας, του Αγίου Νικολάου, της Παναγίας Χρυσαφίτισσας, του Αγίου Ανδρέα, της Αγίας Άννας της Καθολικής κ.ά. ενώ άλλα σημαντικά κτίρια είναι το επισκοπείο και το οθωμανικό τέμενος στην πλατεία του Ελκομένου Χριστού. Το τελευταίο σήμερα στεγάζει την Αρχαιολογική Συλλογή Μονεμβασίας, στην οποία εκτίθενται αρχιτεκτονικά γλυπτά και κεραμικά αντικείμενα καθημερινής χρήσης. Τέλος, η ανάπτυξη του οικισμού γινόταν και εκτός των τειχών, όπως φανερώνουν τα ερείπια κτισμάτων και ναών στη νοτιοδυτική πλευρά του βράχου.
Κοινά χαρακτηριστικά σε ό,τι αφορά στην ανάπτυξη και την οργάνωσής η πόλη της Μονεμβασίας έχει με άλλες ελληνικές μεσαιωνικές πολιτείες, όπως ο Μυστράς και η Ρόδος αλλά και με ευρωπαϊκές όπως το Ρέγκενσμπουργκ στη Γερμανία, τον κάστρο Μον Σαν Μισέλ στη Γαλλία, το Άουντεβατερ στην Ολλανδία, η Μάλτα κ.ά.
Να σημειωθεί εξάλλου, ότι η πρώτη κήρυξη της Μονεμβασίας από την Ελληνική Πολιτεία ως προέχον βυζαντινό μνημείο, πράξη που συνιστά την πρώτη θεσμική ρύθμιση για την προστασία του έγινε το 1921. Πηγή
Στην διάταξη μάχης οι Αθηναίοι ήταν στο ένα άκρο του σχηματισμού και οι Αιγινήτες στο άλλο. Από τη κομβική θέση που ήταν, δεν είχαν σκοπό να αφήσουν κανένα περσικό πλοίο να διαφύγει. Λέγεται δε, πως οι Αιγινήτες ήταν αυτοί που ξεκίνησαν τη ναυμαχία. Η συγκίνηση, ο θυμός και η δύναμη των κωπηλατών, σε συνδυασμό με τη σύγχυση του εχθρού, έκαναν τα περσικά πλοία να ψάχνουν τρόπο να σωθούν. Πλοία συγκρούονταν και βούλιαζαν.
Πληρώματα πάλευαν σώμα με σώμα και έδιναν τρομερή μάχη για επιβίωση. Εκατοντάδες περσικά πλοία κατάφεραν να εγκαταλείψουν τη ναυμαχία και έπλεαν προς το Φάληρο για να σωθούν, αλλά οι Αιγινήτες τα περίμεναν στα στενά της Ψυτάλλειας και αποτελείωναν όσα προλάβαιναν. Δίκαια λοιπόν το μαντείο των Δελφών τους απένειμε το “βραβείο αριστείας”.
Μετά το πέρας της ναυμαχίας, τη συλλογή των νεκρών, των ναυαγών και των λαφύρων, οι Έλληνες έσυραν στη Σαλαμίνα όσα από τα χτυπημένα πλοία μπορούσαν. Τα περισσότερα πλοία και συντρίμμια παρασύρθηκαν από τον καιρό και πήγαν στην Κωλιάδα (Άγιος Κοσμάς), εκπληρώνοντας τη προφητεία του μάντη Λυσίστρατου. Ότι δηλαδή «οι γυναίκες της Κωλιάδας θα μαγειρεύουν το φαγητό τους πάνω σε φωτιά από κουπιά».
Οι νικητές ξεχώρισαν τα “ακροθίνια” για προσφορά στους Θεούς. Διάλεξαν τρείς φοινικικές τριήρεις, μία για τον ναό του Ποσειδώνα στο Σούνιο, μία για τον Αίαντα στη Σαλαμίνα και μία για τον Ποσειδώνα του Ισθμού Κορίνθου. Από τα καλύτερα λάφυρα, έφτιαξαν ανδριάντα 12 πήχεων που κρατούσε στα χέρια του μια πλώρη πλοίου και τον έστειλαν στους Δελφούς. Οι Αιγινήτες, επί πλέον αφιέρωσαν τρεις περσικούς “χρυσούς αστέρες”, εκ των οποίων οι δυο αφιερώθηκαν στους Διόσκουρους (Κάστωρ και Πολυδεύκη), προστάτες του ναυτικού και ο τρίτος, στον Δελφίνιο Απόλλωνα, που λατρευόταν στην Αίγινα.
Αιγινήτες Σαλαμινομάχοι
Μετά την διανομή των λαφύρων, οι Σαλαμινομάχοι έπλευσαν στον Ισθμό για να αφιερώσουν στον Ποσειδώνα την φοινικική τριήρη και για να απονείμουν στους πολεμιστές τα πρωτεία και δευτερεία. Εκεί, οι περισσότεροι στρατηγοί ψήφισαν τους εαυτούς τους σαν καλύτερους, ενώ δεύτερο έβαζαν το Θεμιστοκλή. Τρία άτομα πέρασαν μπροστά από τον Θεμιστοκλή. Ο Αιγινήτης τριήραρχος Πολύκριτος και οι Αθηναίοι Ευμένης από την Αναγυρούντα και Αμεινίας από την Παλλήνη. Γι’ αυτό δεν απονεμήθηκε σε κανένα το “πρωτείο”, αλλά μόνο το “δευτερείο” στον Θεμιστοκλή. (Ηρόδοτος, Βιβλίο όγδοο (VIII) – ΟΥΡΑΝΙΑ- Παρ. 121-124)
Μετά την λήξη του πολέμου, στήθηκαν μνημεία σε ανάμνηση της νίκης, στην Ψυτάλλεια (Πλούταρχος, Αριστείδης 9.4) και στη Σαλαμίνα στο ακρωτήριο της Κυνόσουρας. (Πλάτων, Μενέξενος 245 και Παυσανίας Ι.36,2). Ο Τύμβος στη Ψυτάλλεια ήταν φτιαγμένος από πωρόλιθους και χαλίκια με ύψος 20 μέτρα, ώστε να φαίνεται από την θάλασσα (Ηρόδοτος, Ουρανία, 8.121). Πάνω του δε είχε τη φοινικική τριήρη που ήταν αφιερωμένη στον Αίαντα (Παπαχατζής σ. 460-1, σημ. 4). Λίγο βορειότερα έφτιαξαν το πολυάνδρειον (μεγάλος ομαδικός τάφος για τους πεσόντες Αθηναίους). Ο Robertson (σ. 84) πιστεύει ότι οι νεκροί της ναυμαχίας δεν ετάφησαν σε πολυάνδρειο, αλλά στις πατρίδες τους, επειδή καμία αρχαία, σύγχρονη της ναυμαχίας πηγή, δεν αναφέρεται σε πολυάνδρειο.
Μερικές μέρες μετά τη ναυμαχία, οι Αιγινήτες Σαλαμινομάχοι, με επικεφαλείς τους ήρωες: τριήραρχο Πολύκρητο, τον γιό του Κριό, τον ναύαρχο Ασωνίδη και τον Πυθέα γιό του Ιοχένοου, επέστρεψαν υπερήφανοι με τα λάφυρά τους, αλλά και λυπημένοι, γιατί έφεραν μαζί τους τριάντα νεκρούς. Οι περισσότεροι ήταν από την τριήρη που επιτέθηκε στην σαμοθρακική, όταν αυτή έπληξε μια αθηναϊκή, σύμφωνα με τον Ηρόδοτο (ΟΥΡΑΝΙΑ, 8.91). Επίσης εκτιμάται πως ενταφιάστηκαν με μεγάλες τιμές και σε όμορφη περιοχή έξω από την πόλη, ως συνηθιζόταν, κοντά στη θάλασσα που τους χάρισε τη νίκη και τους πήρε τις ζωές τους.
Οι τάφοι αυτοί λαξεύτηκαν στα βράχια της βόρειας ακτής και κατά τέτοιο τρόπο ώστε η θέση της κεφαλής να είναι πιο ψηλά από το σώμα και να ατενίζει το πεδίο της ναυμαχίας. Έχουμε δει άλλα νεκροταφεία που να είναι δίπλα στην ακτή, μερικά μέτρα από εκεί που σκάει το κύμα; Έχουμε δει άλλα νεκροταφεία να έχουν τάφους προσανατολισμένους προς τον χώρο διεξαγωγής κάποια μάχης; Νομίζω πως είναι μοναδικό.
Οι τάφοι σώζονται, αλλά επειδή έχουν συληθεί, λένε πως δεν μπορεί να ταυτοποιηθεί από το Υπουργείο Πολιτισμού και έτσι, δεν μπορεί να πει ότι εκεί είχαν ταφεί οι Αιγινήτες Σαλαμινομάχοι. Όμως, πέρασε από στόμα σε στόμα και σε όλους τους χάρτες του νησιού αναφέρεται ότι είναι το νεκροταφείο όπου θάφτηκαν οι Αιγινήτες Σαλαμινομάχοι.
Οι αρχαιότητες στην Αίγινα
Με την ανοικοδόμηση της Αίγινας αποκαλύφτηκαν αρχαία νεκροταφεία. Έξω από τα τείχη της αρχαίας πόλης, στη περιοχή “Κάμπος-Μύλων” αποκαλύφτηκε ένα νεκροταφείο της κλασσικής εποχής. Εκεί βρέθηκαν αρκετοί υπόγειοι θαλαμωτοί τάφοι (οικογενειακοί) και πολλοί απλοί ορθογώνιοι λακκοειδείς (σκαμμένοι στο χώμα). «Ευμεγέθεις, υπόγειες, λαξευμένες στον εύθρυπτο σαπιόβραχο», κατά την επικεφαλής αρχαιολόγο, Ε. Παπασταύρου.
Γειτονικά υπάρχει άλλο ένα μικρότερο ταφικό συγκρότημα με 25 περίπου δωμάτια. Επίσης κοντά, στη περιοχή “Μεριστός” έχουν αποκαλυφτεί σε ιδιωτικό οικόπεδο, 61 λακκοειδείς τάφοι που εκτιμήθηκε ότι ανήκουν στους δημοκρατικούς Αιγινήτες που επαναστάτησαν κατά των αριστοκρατών. (Ηρόδοτος 6.94). Οι χώροι ταφής την κλασική εποχή είναι σε περιοχές έξω από την πόλη και έχουν μαλακό ή σαθρό πέτρωμα ή είναι λάκκοι στο χώμα.
Περίπου 4 χλμ. από το λιμάνι, στη περιοχή Αλυ-Λιβάδι, εντοπίστηκαν αρχαία λατομεία από τα οποία οι Αιγινήτες, από την κλασική εποχή, έβγαζαν τον πωρόλιθο. Το λατομείο είναι σημαντικό γιατί οι πωρόλιθοι που εξορύχτηκαν, χρησιμοποιήθηκαν στα θεμέλια του ναού του Απόλλωνα, στην Κολώνα. Ακριβώς δίπλα στο λατομείο αυτό, που είναι απέναντι από τη Σαλαμίνα, υπάρχει λαξευμένο στους βράχους της ακρογιαλιάς, ένα ταφικό συγκρότημα που δεν περιγράφεται πουθενά, ενώ καταλαμβάνει μεγάλη έκταση.
Στον παραλιακό δρόμο που διέρχεται από την περιοχή, υπάρχουν δύο πινακίδες που ενημερώνουν ότι στην περιοχή υπάρχει “αρχαιολογικός χώρος”. Όποιος περνά από τον κεντρικό δρόμο, προσπερνά χωρίς να αντιληφθεί τίποτε. Όμως, αν την περιηγηθεί, θα μείνει έκθαμβος από τους με ζηλευτή ακρίβεια, λαξευμένους στα σκληρά βράχια τάφους πιθανότατα για να ταφούν οι Αιγινήτες Σαλαμινομάχοι.
Το θέμα ήταν γνωστό στους κατοίκους αλλά άγνωστο στις κρατικές αρχές που αναδείχτηκε για πρώτη φορά το 1978. Τότε, οι τάφοι μπαζώθηκαν από μια κατασκευαστική εταιρεία. Μια ομάδα Αιγινητών, με επικεφαλής το Δήμαρχο Χρ. Αξιώτη και τους δημοτικούς συμβούλους Πρωτονοτάριο, Μπέση, Χατζίνα, μπήκαν βιαίως στο εργοτάξιο και ξεμπάζωσαν τον χώρο όπου πιθανότατα είχαν ταφεί οι Αιγινήτες Σαλαμινομάχοι. Είχε γράψει τότε το “Βήμα της Αίγινας”: «Σταμάτησε η ανέγερση οικοδομής πάνω στους τάφους των Σαλαμινομάχων και με εντολή του υπουργού Πολιτισμού καθηγητή κ. Νιάνια, αναστέλλονται οι εργασίες οικοδομής στην περιοχή Λειβάδι της Αίγινας όπου υπάρχουν αρχαίοι τάφοι. Το θέμα της οικοδομής αυτής, θα επανεξεταστεί από το Αρχαιολογικό Συμβούλιο βάσει των νέων δεδομένων που προέκυψαν».
Υπήρξε και σχετική επερώτηση στη Βουλή και έτσι αναγκάστηκε να ενεργοποιηθεί το υπουργείο Πολιτισμού. Έκαναν αυτοψία και εξεδόθη η απόφαση χαρακτηρισμού του τόπου, σαν περιοχή με “τάφους κλασσικής περιόδου”. (ΥΑ Α1/Φ02/65627/2331/1-12-1978, ΦΕΚ 1151/Β/30-12-1978 ). Η αρχική μελέτη του χώρου φυσικά και δεν αποκάλυψε τίποτε, αφού οι τάφοι ήταν άδειοι και χωρίς ταφόπλακα. Ό,τι και να υπήρχε, μέσα ή έξω, έχει κάνει φτερά. Ίσως και οι πέτρινες πλάκες να βοήθησαν στην κατασκευή κάποιας λιθόκτιστης βίλας. Συνηθιζόταν αυτό. Ίσως πάλι τα ευρήματα που οι έρευνες δεν βρήκαν, να έχουν παρασυρθεί και να βρίσκονται δίπλα, στο βυθό της θάλασσας.
Ανάγκη αρχαιολογικής έρευνας
Είναι οι τάφοι αυτοί στο Λιβάδι, ο χώρος που τάφηκαν οι Αιγινήτες Σαλαμινομάχοι; Αν οι τάφοι δεν ήταν άδειοι και αν είχε γίνει συστηματική ανασκαφή και αρχαιολογική έρευνα, θα μπορούσε να είχε αποδειχθεί. Όμως, επειδή πρόκειται για ναυμάχους ή ναυαγούς είναι λογικό να ήταν “ακτέριστοι” νεκροί. Κανείς δεν είχε την απαίτηση ο ναυαγός να είχε μαζί του το σπαθί, το δόρυ, το ακόντιο ή το κουπί του, ώστε να το βάλουν μαζί του. Άλλωστε, η συνήθεια του να θάβονται οι πολεμιστές με τον οπλισμό τους είχε εγκαταλειφτεί από τον 7ο αιώνα π.Χ. Τα όπλα που είχαν οι πεσόντες πολεμιστές, τα έπαιρνε η πολιτεία.
Ο Polignac (σ. 180-5) αναφέρει ότι η παρουσία οπλισμού και οβελών σε τάφους του Άργους στα μέσα του 8ου αιώνα π.Χ. ήταν οι τελευταίοι. Μετά οι πολεμιστές δεν θαβόταν με τον οπλισμό τους. Αυτό επίσης αποδεικνύεται από τα πολυάνδρεια των νικητών που δεν κτερίστηκαν με όπλα, όπως είναι των Μαραθωνομάχων και των Θεσπιέων του Δηλίου. Επίσης, στη Σπάρτη δεν επιτρέπονταν οι “ταφικές προσφορές” (Πλούταρχος , Λυκούργος, 27). Για τα έθιμα της εποχής, γράφει ο Θουκυδίδης ότι: «οργανωνόταν κατά την αρχαία συνήθεια, η τελετή της δημόσιας ταφής των νεκρών του πολέμου. Ένα όμως φέρετρο το μεταφέρουν κενό. Είναι των αφανών, εκείνων που τα σώματα δεν βρέθηκαν… αποθέτουν τους νεκρούς στο δημόσιο νεκροταφείο πού βρίσκεται στο ωραιότερο προάστιο της πόλης. Εκεί θάβουν πάντα τους νεκρούς του πολέμου».
Οι τάφοι αυτοί συνεπώς θα μπορούσαν να είναι κενοτάφια των Αιγινητών Σαλαμινομάχων που σκοτώθηκαν μακριά από την πατρίδα και των οποίων τα σώματα δεν βρέθηκαν, αφού πνίγηκαν και ξεβράστηκαν αλλού. Συνηγορεί με την σκέψη αυτή η τοποθέτησή τους σε τάφους που ανοίχτηκαν σε περίοπτη θέση, απέναντι από τη Σαλαμίνα και με μια εξαίρετη τέχνη, σκαμμένα σε σκληρά βράχια, ενώ θα μπορούσαν να τους έβαζαν στο ακριβώς δίπλα αρχαίο λατομείο που το πέτρωμα είναι μαλακό.
Άλλωστε, τι λόγο θα είχαν να σκάψουν τόσους πολλούς τάφους σε βράχο και με τέτοια ακρίβεια, λες και έχουν κοπεί με λέιζερ, και να έχουν τέτοιο προσανατολισμό; Όσο τώρα για τους θαλάμους που είναι μεγάλων διαστάσεων, αυτοί θα μπορούσαν κάλλιστα να είναι κάποιο ηρώο ή βωμοί, ή χώροι λουτηρίων ή χώροι συμποσίων, αφού τότε συνηθιζόταν να κάνουν ετησίως τελετουργίες (μνημόσυνα), ακόμη και αγώνες στην περιοχή.
“Ο τάφος τους προσκυνητάρι”
Τον Σεπτέμβριο 2017, ο Δήμος Αίγινας ζήτησε η περιφέρεια Αττικής να χρηματοδοτήσει εκδηλώσεις προς τιμή των Αιγινητών Σαλαμινομάχων, αλλά η πρόταση δεν υλοποιήθηκε. Τρία χρόνια αργότερα, μετά από πρότασή μου προς το νέο τότε δήμαρχο (επιστολή 4/1/20), αποφασίστηκε ομόφωνα να δημιουργηθεί μια 7μελής επιτροπή για την ανάδειξη της περιοχής και δόθηκε σε δρόμο της περιοχής το όνομα “Αιγινητών Σαλαμινομάχων”.
Όμως, το θέμα της ανάδειξης και προβολής του τόπου δεν είναι μόνο τοπικό. Είναι μεγαλύτερο και απαιτείται να γίνουν αρχαιολογικές έρευνες. Δυστυχώς σήμερα, ο αρχαιολογικός αυτός χώρος παραμένει εγκαταλελειμμένος και άγνωστος για τους επισκέπτες του νησιού. Η μη γνώση του χώρου και των σημαντικών ιστορικών γεγονότων τον έχει οδηγήσει στην αδιαφορία και στην εγκατάλειψη. Ευτυχώς που υπάρχουν οι χάρτες, το Google και ο δήμος Αίγινας που επιμένουν.
Ακόμα κι αν δεν είναι τάφοι των Αιγινητών Σαλαμινομάχων πρέπει να δημιουργηθεί ένας χώρος μνήμης μέσα ή δίπλα στο χώρο μαζικής ταφής που να είναι αφιερωμένος στις τριήρεις που δόξασαν το νησί, στους ναυμάχους και στο ναυτικό παρελθόν του νησιού. Ας τιμήσουμε 2500 χρόνια μετά, αυτούς που έδωσαν τη ζωή τους για να μη γίνουμε ανατολίτες και ας κάνουμε κάτι για την ιστορία μας και την Αίγινα. Ποτέ δεν είναι αργά! Με την ευκαιρία ας διαβάσουν οι κυβερνώντες τον Επιτάφιο του Περικλή και ας πράξουν κατά συνείδηση!.
Θα κλείσω με το εγκώμιο που έγραψε ο Σιμωνίδης ο Κείος, για τους πολεμιστές του Λεωνίδα στις Θερμοπύλες (μτφ Γ. Δάλλα) και με την ευχή οι νεώτεροι να κάνουμε αυτό που πρέπει για τους ένδοξους “Σαλαμινομάχους”:
Γι’ αυτούς που έπεσαν στις Θερμοπύλες ένδοξη η τύχη, τιμημένη η μοίρα κι ο τάφος τους προσκυνητάρι, μην κλαίτε, μνημονέψτε τους, μην τους θρηνείτε, υμνήστε τους, γιατί ό,τι κλείνει τέτοιος τάφος μήτε η μούχλα μήτε ο χρόνος ο πανδαμάτορας, μπορεί να το αμαυρώσει.