ΜΠΑΟΥΜΓΚΑΡΤΝΕΡ
Πώς διαχειρίζεται κανείς την απώλεια του πιο κοντινού του ανθρώπου;
Τι σημαίνει να φτάνεις στο τέλος της ζωής; Πώς μπορεί κάποιος να αποδεχτεί αυτό το τέλος;
Πως η μνήμη επηρεάζει το παρόν μας; Έχει σημασία αν είναι ακριβείς οι αναμνήσεις μας;
Μέσα από το φακό των εμπειριών του ήρωά του, με ένα λόγο λιτό, σχεδόν προφορικό, ο Όστερ μας προσκαλεί σε μια διερεύνηση της αντιμετώπισης του πόνου της απώλειας και του αδυσώπητου περάσματος του χρόνου μεταμορφώνοντας τους υπαρξιακούς προβληματισμούς του σε βελούδινες πινελιές ομορφιάς και τρυφερότητας.
![](https://passepartoutreading.gr/wp-content/uploads/2025/02/baumgartner.jpg?w=1024)
Ο ομώνυμος ήρωας του βιβλίου, ο Σάι Μπαουμγκάρτνερ, ένας εβδομηντάχρονος καθηγητής φιλοσοφίας, προσπαθεί να συμβιβαστεί με το κενό που άφησε στη ζωή του ο ξαφνικός θάνατος της συζύγου του σε ένα τραγικό ατύχημα στη θάλασσα πριν από 10 χρόνια. Τον συναντάμε για πρώτη φορά, χωμένο στο γραφείο του στο σπίτι, το λαγούμι του όπως το περιγράφει, να δουλεύει πάνω σε μια μονογραφία για τα ψευδώνυμα του Κίρκεγκορ. Κατεβαίνοντας να πάρει από το ισόγειο ένα βιβλίο, μια αλυσίδα ατυχημάτων που έρχονται σαν αποτέλεσμα της συναισθηματικής του σύγχυσης, θα τον οδηγήσουν σε μια αλυσίδα νοσταλγικών συνειρμών. Ενώ το μεγαλύτερο μέρος αυτού του κουτιού των αναμνήσεων καταλαμβάνεται από την προηγούμενη ζωή του με τη γυναίκα του, την Άννα, δεν λείπουν και οι αναμνήσεις από την παιδική του ηλικία στο εβραϊκό Νιούαρκ, όπου ο ιδεαλισμός και οι ματαιώσεις του πατέρα του διαμόρφωσαν μεγάλο μέρος της κοσμοθεωρίας του.
Η πρώτη στάση σ’ αυτό το ταξίδι είναι εκείνη η ρωγμή στο χρόνο, ο πρώτος καιρός μετά το θάνατο της Άννας, τότε που περιφερόταν μέσα στο άδειο σπίτι στο οποίο άκουγε ακόμη τον ήχο της γραφομηχανής της, τότε που δίπλωνε και ξαναδίπλωνε τα ρούχα της ψάχνοντας για ίχνη από το άρωμά της, τότε που της έγραφε ερωτικές επιστολές, που ξεχνούσε ότι εκείνη είχε φύγει για πάντα και έσπευδε να μοιραστεί μαζί της κάτι που είχε διαβάσει και είχε βρει ενδιαφέρον. Περνούσε τον καιρό του βάζοντας σε τάξη τα ημιτελή χειρόγραφά της, διαβάζοντας επιστολές και ποιήματά της. Ταξίδευε στα γραπτά της για να την ξανασυναντήσει στον πρώτο της έρωτα που τελείωσε τραγικά, στη σχέση της με τους γονείς της, στην ημέρα που αποφάσισαν να ζήσουν μαζί, στις κοινές πνευματικές τους αναζητήσεις, στη ζωή που έχτισαν.
Ο Μπαουμγκάρτνερ επεξεργάζεται σε ένα δοκίμιο την αίσθηση της απώλειας που βιώνει και την παραλληλίζει με αυτή που βιώνουν όσοι έχουν υποστεί έναν ακρωτηριασμό. ‘… γιατί το πόδι ή το χέρι που λείπει ήταν κάποτε συνδεδεμένο με ένα ζωντανό σώμα και το άτομο που λείπει ήταν κάποτε συνδεδεμένο με ένα άλλο ζωντανό άτομο, και, όταν είσαι εσύ αυτός που συνεχίζει να ζει, διαπιστώνεις ότι το ακρωτηριασμένο κομμάτι σου, το μέλος φάντασμα του εαυτού σου, μπορεί να συνεχίσει να είναι η πηγή ενός βαθύτατου, βέβηλου πόνου.’
Ζωγραφίζοντας αυτή τη οδύνη που βιώνει ο ήρωάς του αλλά και τις σκέψεις του για το τι υπάρχει μετά το θάνατο, ο Όστερ δημιουργεί ένα μοναδικό αφηγηματικό μονοπάτι, τόσο χαρακτηριστικό της γραφής του, με μια σκηνή στην οποία ένα τηλέφωνο από καιρό αποσυνδεδεμένο, κτυπά και στην άλλη άκρη ακούει τη φωνή της νεκρής γυναίκας του. Η Άννα τηλεφωνεί στον σύζυγό της από το Απέραντο Πουθενά, λέγοντάς του ότι βρίσκεται ‘σε έναν μαύρο χώρο όπου τίποτα δεν είναι ορατό, σε ένα άηχο κενό μηδενικότητας, στη λήθη της ανυπαρξίας’ πληροφορώντας τον ότι είναι αυτός με τη μνήμη του που την κρατά ‘σε ένα είδος προσωρινού λίμπο ανάμεσα στη ζωή και στη μη ζωή’, μια παράδοξη κατάσταση συνείδησης που η άλυτη νοσταλγία του δεν αφήνει να κλείσει. Μέσα από αυτό το περίπλοκο κουβάρι συναισθημάτων και προβληματισμών και οδηγημένος από το δικό του ασυνείδητο να κοιτάξει μπροστά, ο Μπαουμγκάρτνερ ξεκινά μια νέα πορεία προς την απελευθέρωση και των δύο.
Στην ιστορία του θλιμμένου Μπαουμγκάρτνερ, ο Όστερ παρεμβάλλει σημαντικές στιγμές της προσωπικής του ιστορίας δημιουργώντας ταυτόχρονα συνδέσεις με ήρωες από τα προηγούμενα βιβλία του. Όλα τα στοιχεία που συνέθεσαν το έργο του παρελαύνουν στο τελευταίο του βιβλίο σαν εικόνες που έρχονται ξαφνικά στο μυαλό του και οδηγούν συνειρμικά σε ονόματα ή περιστατικά, σαν απολογισμός ή αποχαιρετισμός. Το παράδοξο απουσίας-παρουσίας, η ρευστή ταυτότητα των ηρώων, η ημι-φανταστική αυτοβιογραφία γεμάτη με φαντάσματα και ιστορίες για την εβραϊκή κληρονομιά, τη ζωή στον ξένο τόπο, ένα σκοτεινό οικογενειακό μυστικό που φανερώνεται, οι σχέσεις με τον πατέρα, οι συμπτώσεις, ο τραγικός θάνατος ενός φίλου, δρόμοι που δεν επιλέχθηκαν και δεν περπατήθηκαν, όλα εμφανίζονται σαν εναλλακτικές εκδοχές του συγγραφέα, σαν ιστορίες που συνθέτουν την εικόνα μιας ζωής μπροστά στην τελευταία πόρτα. Κι αν κάποιες ιστορίες παρέμειναν στη μνήμη ενώ κάποιες άλλες χάθηκαν για πάντα, κι αν για όλα αυτά η μνήμη δεν είναι ακριβής, αποτελούν ωστόσο την ιστορία της ζωής του, γιατί αυτές τις ιστορίες επέλεξε να πιστέψει.
‘Πρέπει άραγε να είναι αληθινό ένα γεγονός για να γίνει αποδεκτό ως αληθινό ή η πίστη στην αλήθεια ενός γεγονότος το καθιστά αληθινό, ακόμα κι αν αυτό που υποτίθεται ότι συνέβη δεν συνέβη; Κι αν, παρά τις προσπάθειές σου να εξακριβώσεις αν το γεγονός συνέβη ή όχι, φτάσεις σε ένα αδιέξοδο αβεβαιότητας και δεν μπορείς να καταλήξεις αν η ιστορία που σου είπε κάποιος στη βεράντα ενός καφέ στην πόλη Ιβάνο-Φρανκίβσκ της δυτικής Ουκρανίας προήλθε από ένα ελάχιστα γνωστό αλλά επαληθεύσιμο ιστορικό γεγονός ή αν επρόκειτο για μύθο ή για κομπασμό ή για μια αβάσιμη φήμη που μεταφέρθηκε από έναν πατέρα σε έναν γιό; Ακόμα πιο καίριο: Αν η ιστορία είναι τόσο εκπληκτική και τόσο δυνατή, που σ’ αφήσει με το στόμα ανοιχτό και σε κάνει να νιώθεις ότι μεταβλήθηκε, ενισχύθηκε ή βάθυνε η αντίληψή σου για τον κόσμο, έχει τελικά σημασία αν η ιστορία είναι αληθινή ή όχι;’
Η απόδοση της θλίψης του ήρωα για την απώλεια της γυναίκας του, η περιγραφή του κενού που βιώνει, τα υπαρξιακά ερωτήματα για τη μνήμη, τον έρωτα και τον θάνατο, αποτυπώνονται υπέροχα από την ευαίσθητη πένα του Όστερ χωρίς μελοδραματισμούς αλλά με παρατήρηση και μεταφορές.
![](https://passepartoutreading.gr/wp-content/uploads/2024/12/paul-auster.jpg?w=793)
Ύστατο αλλά πάντα ισχυρό καταφύγιο τόσο για τον ήρωα του βιβλίου όσο και για τον συγγραφέα, η γραφή ‘η ισόβια δημιουργία προτάσεων’ στην οποία καταδικάστηκε πριν από περισσότερο από μισό αιώνα. Μια καταδίκη που όπως λέει φαντάζει μοναχική και απαιτεί τεράστια προσπάθεια και συγκέντρωση αλλά θα τη συνεχίσει για όσο μπορεί ακόμη να κρατά ένα μολύβι στο χέρι του και να βλέπει την πρόταση μπροστά του.
Το τέλος του μυθιστορήματος μένει ανοικτό. Ο Όστερ αποφεύγει, για άλλη μια φορά, να δώσει μια συγκεκριμένη κατάληξη στην ιστορία του, σχεδόν σαν να διεκδικεί την αθανασία κάθε ζωής για όσο καιρό και όπως κι αν βιώνεται. Η κατάληξη του ταξιδιού του Σάι Μπαουμγκάρτνερ παραμένει ασαφής, όπως η ίδια η ζωή – μια οδυνηρή υπενθύμιση ότι οι ιστορίες, όπως και οι άνθρωποι που τις ζουν, δεν τελειώνουν ποτέ πραγματικά.
Γραμμένο λίγους μήνες πριν από τον θάνατο του συγγραφέα, το ‘Μπαουμγκάρτνερ’ είναι η τελευταία ψηφίδα στη λογοτεχνική διαθήκη του Πωλ Όστερ με την οποία μας κληροδότησε τη δύναμη της φαντασίας, την αμίμητη ικανότητα να συλλαμβάνει την ανθρώπινη εμπειρία και τις ανεξάντλητες δυνατότητες της γλώσσας˙ ‘ένα μνημείο από σελίδες που με το τραγούδισμά τους θα νικούν τη σιωπή του τάφου του’.
Το βιβλίο του Paul Auster ‘ΜΠΑΟΥΜΓΚΑΡΤΝΕΡ’ συζητήθηκε στη Λέσχη Ανάγνωσης Passe Partout Reading και αρκετές από τις θέσεις του πιο πάνω κειμένου εκφράστηκαν από τα μέλη της Λέσχης.
https://passepartoutreading.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου