GRAND HOTEL EUROPA
Η ευρωπαϊκή ταυτότητα, η πορεία της γηραιάς ηπείρου, η διαχείριση της ιστορικής κληρονομιάς και ο έρωτας στην εποχή του μαζικού τουρισμού, της παγκοσμιοποίησης και της μετανάστευσης είναι τα θέματα που θίγει ο βραβευμένος Ολλανδός συγγραφέας Ilja Leonard Pfeijffer (Ίλια Λέοναρντ Πφέιφερ, 1968 -) στο βιβλίο του Grand Hotel Europa (εκδόσεις ΙΚΑΡΟΣ, μετάφραση Μαργαρίτα Μπονάτσου). Το Grand Hotel Europa είναι πάνω από όλα ένα μυθιστόρημα ιδεών όπου με φόντο μια σύγχρονη ιστορία αγάπης και μέσα από συζητήσεις, διαφωνίες, ταξίδια και διακειμενικές και δοκιμιακές παρεκβάσεις, ο Πφέιφερ καταθέτει την αγωνία του για το μέλλον της Ευρώπης. Ο ήρωας του βιβλίου έχει το ίδιο όνομα με τον συγγραφέα˙ είναι ένας άνθρωπος καλλιεργημένος που του αρέσει να ζει καλά, να ντύνεται προσεγμένα, να ταξιδεύει και να φλερτάρει. Μετά από τον επώδυνο χωρισμό του με την ιστορικό τέχνης Κλίo, ο Ίλια καταφεύγει σ’ ένα παρηκμασμένο ξενοδοχείο με το όνομα Grand Hotel Europa, προκειμένου να ανασυνθέσει την ιστορία τους και να βάλει σε τάξη τις σκέψεις του. Σε μια σύγχρονη εκδοχή του Μαγικού Βουνού, όπου τη θέση του σανατορίου στις Άλπεις παίρνει το ξενοδοχείο, ο Πφέιφερ στοχάζεται πάνω στο ίδιο θέμα: το μέλλον της προσκολλημένης στις αρχαίες αξίες Ευρώπης. Ο αρχιοικονόμος του ξενοδοχείου, ο κ. Μοντεμπέλο, καθώς συνοδεύει τον νέο ένοικο στο δωμάτιό του, τον ξεναγεί στους χώρους που διασχίζουν, οι οποίοι είναι γεμάτοι με έπιπλα αντίκες, παλιούς πίνακες, καθρέφτες και πολυελαίους που μαρτυρούν την μακρά ιστορία του ξενοδοχείου˙ όλα πειστήρια ενός χαμένου μεγαλείου και μιας εποχής που είναι φανερό ότι έχει πλέον παρέλθει. Μοναδική παραφωνία σ’ αυτή την εικόνα αποτελούν τα πλαστικά λουλούδια στα βάζα αντίκες που έχει επιβάλει ο Κινέζος κ. Γουάνγκ, ο νέος ιδιοκτήτης του ξενοδοχείου. Γιατί το Grand Hotel Europa με όλη του την ιστορία, τους θησαυρούς και το κύρος του δεν μπορεί να συνεχίσει να υπάρχει χωρίς τα κεφάλαια και τις καινοτομίες του κ. Γουάνγκ που σκοπεύει να διαθέσει στην μεγάλη κινεζική αγορά ένα αναδημιουργημένο, τεχνητό ευρωπαϊκό συναίσθημα. Παράλληλα με την ιστορία του ξενοδοχείου, ο Πφέιφερ περιγράφει και την ιστορία αγάπης του ήρωά του με την Κλίο στην εξέλιξη της οποίας αντικατοπτρίζεται και το κοινό τους ενδιαφέρον για την τέχνη, την ιστορία και την Ευρώπη. Με φόντο τα διάφορα ταξίδια του ζευγαριού που αναζητά έναν χαμένο πίνακα του Καραβάτζιο και τις συζητήσεις τους για την τέχνη, την ιστορία και την τύχη της Ευρώπης σ’ αυτή τη γρήγορα μεταβαλλόμενη εποχή, προβάλλει αναπόφευκτα και η πιο σκοτεινή πλευρά της γηραιάς ηπείρου, με τον ρατσισμό, την ξενοφοβία και τον αντίκτυπο του μαζικού τουρισμού. Ο Πφέιφερ παρατηρεί ότι εκτός από τις συνέπειες του μαζικού τουρισμού, σε παρακμή βρίσκονται και ο πολιτισμός και οι ιδέες της Ευρώπης. Η κληρονομιά του Διαφωτισμού, της ελευθερίας του λόγου, τα πανεπιστήμια ως εστίες ελεύθερης σκέψης ακόμη και η θρησκεία διαπιστώνει ότι βρίσκονται υπό πίεση. Θα τα καταφέρει τελικά η Ευρώπη να επιβιώσει αν αρνηθεί τα στίφη των τουριστών που την κατακλύζουν κάθε χρόνο αλλοιώνοντας την όψη, την κουλτούρα και τα ήθη της; Πώς μπορεί να διασφαλίσει ότι θα επιβιώσει με τον πολιτισμό και τις ιδέες της ανέπαφες; Ή μήπως η υποδοχή εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων που φεύγουν κυνηγημένοι από άλλες ηπείρους είναι η λύση; Ο Πφέιφερ εκθέτει τους προβληματισμούς του μέσω αρκετών περιστατικών, στην περιγραφή των οποίων χρησιμοποιεί πότε το χιούμορ και πότε την υπερβολή. Κοιτάζοντας τη Βενετία και τα εκατομμύρια των τουριστών που την κατακλύζουν, σκέφτεται τη βύθιση της πόλης στη θάλασσα, τη συρρίκνωση του πληθυσμού των μόνιμων κατοίκων αλλά και την καταστροφή των μνημείων. Η σκηνή κατά την οποία ένας Ολλανδός τουρίστας στην προσπάθειά του να βγάλει μια φωτογραφία καταστρέφει ένα σπάνιο μνημείο, είναι από τις σκηνές που προκαλούν το γέλιο του αναγνώστη αλλά και την ευχή του η σκηνή να είναι επινοημένη. ‘Το άγαλμα φιλοτεχνήθηκε μεταξύ 1672 και 1680. Έχει αψηφήσει σχεδόν τρεισήμισι αιώνες. Οι στρατοί του Ναπολέοντα, του Αυστριακού αυτοκράτορα, του Γκαριμπάλντι, του Μουσολίνι και του Χίτλερ δεν κατάφεραν να το σπάσουν, αλλά ένας βλάκας με βερμούδα και αθλητικά παπούτσια που θέλει να βγάλει μια σέλφι αρκεί για να αφανίσει τρεισήμισι αιώνες της ιστορίας.’ Κάποια στιγμή μια ομάδα καλλιτεχνών, προτείνει στον Ίλια να συμμετάσχει σε μια σειρά που θα δείχνει τις πολλές παράδοξες πτυχές του σύγχρονου τουρισμού. Η αναζήτηση αυθεντικότητας, που είναι μία από τις κύριες απαιτήσεις του σύγχρονου τουρίστα, έχει οδηγήσει στη δημιουργία ανάλογων ταξιδιωτικών εμπειριών οι οποίες φαίνεται να προετοιμάζονται μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια και επιπλέον συμβάλλουν στην καταστροφή κάθε παρθένου μέρους. Χαρακτηριστική του τρόπου με τον οποίο οι ίδιοι οι Ευρωπαίοι αντιμετωπίζουν τους διαφορετικούς πολιτισμούς και βιώνουν τις μη τουριστικές εμπειρίες τους είναι η ιστορία ενός ζευγαριού Ολλανδών που ταξίδεψε στο Πακιστάν σε αναζήτηση αυτής της αυθεντικότητας και παρακολούθησαν έναν δημόσιο βιασμό που επέβαλε ως ποινή ένα λαϊκό δικαστήριο. Η τραγικότητα του συμβάντος διαφεύγει από τους αφηγητές οι οποίοι μένουν μόνο στην αυθεντικότητα της στιγμής και την αναπαράγουν με καμάρι σε φιλικές συντροφιές. Σχετική είναι και η εμπειρία του Ίλια από το ταξίδι του στα Σκόπια όπου διαπίστωσε ότι η πόλη είχε ανανεωθεί κατά τη δεκαετία του 2010 κατασκευάζοντας ένα επινοημένο παρελθόν με τη μορφή αγαλμάτων και νέων κτιρίων σε παραδοσιακό στυλ, ελπίζοντας να προσελκύσει τουρίστες. ‘Θέλεις να δεις τη Μόνα Λίζα εκ του φυσικού για να έχεις την εμπειρία να τη δεις εκ του φυσικού. Πρόκειται γι’ αυτό που ο Βάλτερ Μπένγιαμιν αποκάλεσε αύρα του έργου τέχνης. Αυτό που έχει σημασία δεν είναι το ίδιο το έργο τέχνης, αλλά η αίσθηση της εγγύτητας, κατά προτίμηση επισφραγισμένη με μία φωτογραφία ή μία σέλφι. Η επίσκεψη στο Λούβρο για να δεις τη Μόνα Λίζα δεν σου αποφέρει βαθιά κατανόηση, αισθητική απόλαυση ή ευχαρίστηση, κανένα συναίσθημα, αλλά μόνο ενόχληση από τους άλλους τουρίστες. Δεν πρόκειται να ξανακοιτάξεις ποτέ τη φωτογραφία που τράβηξες. Δεν ήταν αυτή ο λόγος. Το μόνο που θέλουμε είναι η ψευδαίσθηση της στιγμιαίας ιδιοποίησης του περίφημου έργου τέχνης με την παρουσία μας. Τότε μπορούμε να το αφαιρέσουμε από τον κατάλογό μας. Τότε μπορούμε να πούμε ότι το είδαμε.’ Με την ιστορία του Αμπντούλ τον γκρουμ του ξενοδοχείου, ο συγγραφέας επιχειρεί μια έμμεση αναφορά στο αποικιακό παρελθόν της Ευρώπης και τον ρόλο της στο δουλεμπόριο, για να αναρωτηθεί τελικά αν η νοσταλγία, ένα από τα κύρια ευρωπαϊκά χαρακτηριστικά - είναι και απαραίτητο στοιχείο για την επιβίωση της γηραιάς ηπείρου. Ο Αμπντούλ δεν νοσταλγεί. Γι’ αυτόν το παρελθόν είναι ο θάνατος των δικών του ανθρώπων, ο αφανισμός του τόπου του, η περιπλάνηση και ο κίνδυνος. Γι’ αυτό έχει στραμμένο το βλέμμα του στο μέλλον. ‘Ο χρόνος υπάρχει χάρη στις επιλογές. Οι επιλογές υπάρχουν χάρη στις εναλλακτικές. Οι εναλλακτικές υπάρχουν χάρη στο μέλλον. Το μέλλον υπάρχει χάρη σε ένα παρελθόν που πρέπει να ξεχαστεί, όπως στην περίπτωση του φτωχού Αμπντούλ. Αλλά αν το παρελθόν θρόιζε από φορέματα και καμπάνιζε από κοσμήματα και από πρίγκιπες, κόμισσες, πρέσβεις και βιομηχάνους, και αν η ανάμνηση του παρελθόντος είναι το όνειρο του παρόντος, το μέλλον δεν είναι παρά κάτι περιττό που απλώς προστίθεται σε όλα όσα έχουν ήδη υπάρξει. Ύστερα ο χρόνος αραιώνει, ώσπου κανείς δεν μπορεί πια να κάνει τίποτα μαζί του.’ O Πατέλσκι, ένας ηλικιωμένος λόγιος που μένει στο ξενοδοχείο, θυμίζει στον Ίλια σε μια από τις συζητήσεις τους ότι σύμφωνα με τον Τζόρτζ Στάινερ (Η ΙΔΕΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ, εκδόσεις ΔΩΜΑ), ένα από τα πέντε χαρακτηριστικά της ευρωπαϊκής ταυτότητας είναι η προσκόλληση στο παρελθόν. ‘Η Ευρώπη πνίγεται στην ιστορία της. Υπάρχει τόσο πολύ παρελθόν στην Ευρώπη, που δεν αφήνει χώρο για το μέλλον.’ λέει ο Πατέλσκι. Ο Ίλια διαπιστώνει ότι η Ευρώπη είναι κουρασμένη, έχει χάσει την ορμή της για καινοτομία, ζει μόνο στο παρελθόν και γι’ αυτό κινδυνεύει να γίνει μια μεγάλη Βενετία που ο υπερβολικός τουρισμός θα την οδηγήσει στη φθορά, την καταστροφή και τη μόλυνση όσων αποτελούν την ψυχή της. Από την άλλη βέβαια η Ευρώπη πλέον δεν παράγει τίποτα και κύρια πηγή εσόδων της τείνει να μείνει ο τουρισμός˙ να γίνει ένα πάρκο αναψυχής για τον υπόλοιπο κόσμο. Μένει να διερευνηθεί αν τελικά αυτή είναι μια θετική ή μια αρνητική εξέλιξη. Η σύγκρουση μεταξύ παράδοσης και εκσυγχρονισμού ήταν και η αιτία της διάλυσης της σχέσης του Ίλια και της Κλίο. Όταν η Κλίο δέχεται μια πρόταση για δουλειά σ’ ένα παράρτημα του Λούβρου στο Άμπου Ντάμπι, ο Ίλια αρνείται να εγκαταλείψει την Ευρώπη και να ακολουθήσει την αγαπημένη του. Παρά τα προβλήματα και τις προκλήσεις που έχει φέρει η σύγχρονη εποχή, ο Ίλια δεν μπορεί να φανταστεί τη ζωή του μακριά από την Ευρώπη. Είναι πεπεισμένος ότι η δύναμή της βρίσκεται στην ποικιλομορφία της, στην πλούσια πολιτιστική της κληρονομιά αλλά και στην ικανότητά της να προσαρμόζεται και να εξελίσσεται. Όπως και το Grand Hotel Europa. Με ένα θεαματικό κλείσιμο, μετά την ολοκλήρωση του έργου του, ο Πφέιφερ αφήνει το Grand Hotel Europa, με μια αίσθηση ελπίδας, μια πεποίθηση ότι η ιστορία της Ευρώπης απέχει πολύ από το να τελειώσει και ότι έχει ακόμα πολλά να προσφέρει στον κόσμο. https://passepartoutreading.gr/ |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου