Εδώ και 500 χρόνια, το ξύλινο άγαλμα του Αγίου Γεωργίου που κοσμεί ένα παρεκκλήσι στην ισπανική πόλη Εστέλα δίνει μια αδιάκοπη, σιωπηλή μάχη με τον αιώνιο αντίπαλό του, τον δράκο.
Σήμερα ωστόσο το διάσημο στην περιοχή άγαλμα αντιμετωπίζει διαφορετικούς μπελάδες, αφού μετά το «λίφτινγκ» του από έναν ατζαμή ερασιτέχνη συντηρητή, θυμίζει περισσότερο τον «Τεντέν» παρά τον άγιο της χριστιανικής πίστης.
Η απόπειρα να «ανανεωθεί» το ανεκτίμητο κειμήλιο της εκκλησίας κατέληξε σε φιάσκο, και θυμίζει την αντίστοιχη καταστροφή της εικόνας «Ecce Homo», πάλι στην Ισπανία, πριν από έξι χρόνια.
Το άγαλμα και αυτή τη φορά ανέλαβε να «φρεσκάρει» ένας ερασιτέχνης συντηρητής (δάσκαλος χειροτεχνίας σε τοπικό σχολείο) με ολέθρια αποτελέσματα. Έτσι, ο Άγιος Γεώργιος του 16ου αιώνα μετατράπηκε σε έναν ροδομάγουλο νεαρό με φανταχτερή πανοπλία, που ξενίζει με την εμφάνισή του τους πιστούς.
De nuevo en España se vuelve a destrozar una obra de arte. Esta imagen es de San Jorge y del siglo XVI de San Miguel de Estella (Navarra). Curioso que los jefes contraten a semejantes restauradores, a lo mejor se tendrían que restaurar los jefes que los contratan ¿No?
Σύμφωνα με τα διεθνή ΜΜΕ, ο δήμαρχος της Εστέλα είναι εξάλλος με την καταστροφή του αγάλματος και διεξάγει έρευνα ως προς το γιατί η Εκκλησία δεν ζήτησε την έγκριση του δημοτικού συμβουλίου προτού αναθέσει το έργο της συντήρησης σε ένα άτομο που – προφανώς – είναι άσχετο με τον χώρο.
Χαρακτηριστικό είναι ότι για την αποκατάσταση του αγάλματος χρησιμοποιήθηκαν τελείως λάθος υλικά, όπως ακατάλληλες μπογιές και γύψος που το κατέστρεψαν ολοσχερώς.
Καληνύχτα σε όλο τον κόσμο, απόψε προτείνω ένα απλό και καλό ρύζι ως «ριζότο Frutti di mare» στα καστιλιάνικα μπορεί να μεταφραστεί ως ένα πιάτο ρύζι mariscos.Esto είναι ιδιαίτερα κατάλληλο για τις διακοπές διαφαινόμενη ή το exemplo για τα Χριστούγεννα, γίνεται σε σύντομο χρονικό διάστημα, έχει ένα μέτριο κόστος, το μαγείρεμα του ρυζιού γίνεται με την προσθήκη του αποθέματος των ψαριών που δαπανώνται κάθε χρόνο, σε αντίθεση με το ζωμό paella μπορεί να τεθεί σε principio.Bueno δήλωσε ότι πάμε με τη συνταγή, γιατί να πάρει πεινασμένοι.
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ:
χαμηλή μισού δυσκολία
Συνολικός χρόνος προετοιμασίας 40 λεπτά
Δόση για 6 άτομα
μέσο κόστος
ΣΥΣΤΑΤΙΚΑ:
200 gr. γαρίδα
200 gr. καλαμάρι κομμένο σε λωρίδες
100gr. Κύβους χτένια παιχνίδια
500 γρ. φρέσκα μύδια
500 γρ. ρύζι
5-6 σκελίδες ψιλοκομμένο σκόρδο
μισό ψιλοκομμένο κρεμμύδι
50 ml. έξτρα παρθένο ελαιόλαδο
50 γρ. βούτυρο
1 φλιτζάνι λευκό κρασί
50 γρ. τριμμένη παρμεζάνα
πρόστιμο αλάτι και μαύρο πιπέρι είναι απαραίτητη
λίγο μαϊντανό ψιλοκομμένο
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ:
Ξεκινάμε με καθαρό και κόψτε όλα τα ψάρια, κάνει μαγειρεμένα μύδια σε amejjas σε Sarte με ένα νήμα από έξτρα παρθένο ελαιόλαδο και λίγο ψιλοκομμένο σκόρδο, το κάλυμμα, βουτιά λίγο λευκό κρασί, από τη στιγμή που ανοίγονται , έχουμε την κατάσβεση της πυρκαγιάς μπορεί να προσθέσει κάποια ψιλοκομμένο μαϊντανό.
Τώρα προετοιμάζει τη βάση του ριζότο, μια άλλη Sarte μαγειρεύουμε το κρεμμύδι και το σκόρδο άφησε με λίγο έξτρα παρθένο ελαιόλαδο, μετά από ένα λεπτό προσθέστε όλα τα ψάρια που απομένει, συνεχίζουμε το μαγείρεμα 7-8 λεπτά σε χαμηλή φωτιά, ευθυγράμμιση λεπτό αλάτι και το μαύρο πιπέρι, συνεχίζουμε να προσθέσετε το ρύζι, τη στιγμή αυτή καυτό (μπορεί να ελεγχθεί με το χέρι), βουτιά με λευκό κρασί, αφήστε να εξατμιστεί, συνεχίζουμε το μαγείρεμα το ρύζι για 15 λεπτά, υγρό ρύζι κάθε φορά που αυτό το ξηρό με οι μύδια ζωμό κυκλοφορήσει.
Μόλις μετά από αυτό το χρονικό διάστημα θα τελειώσει το βούτυρο arroz.añadiendo, τριμμένη παρμεζάνα, ένα νήμα του παρθένου ελαιολάδου και λίγο μαϊντανό, ανακατεύουμε στη φωτιά από τη στιγμή αυτή όλα καλά συγχωνευθούν εξυπηρετούν το ρύζι με μύδια περίπου καυτό και πάνω από το μύδια.
Braves φαίνονται πιο όμορφο πιάτο που έχει βγει, φαγητό, καλή όρεξη, όπως πάντα, για τυχόν απορίες ή ανησυχίες, μπορείτε να μου στείλετε email σε αυτό το blog, ένα χαιρετισμό στην επόμενη συνταγή.
Δεν είναι η πρώτη ούτε δυστυχώς η τελευταία φορά που κάποιο βιβλίο τόσο αγαπημένο στο ευρύ αναγνωστικό κοινό εμένα με άφησε ασυγκίνητη. Με όλες αυτές τις διθυραμβικές κριτικές που διάβαζα κατά καιρούς, όταν έπιασα στα χέρια μου το βιβλίο του Τιερύ Ζονκέ, Μυγαλή, η δηλητηριώδης αράχνη, περίμενα να διαβάσω κάτι συγκλονιστικό. Αντιθέτως, διάβασα κάτι στα όρια του μέτριου, με καλή πλοκή μεν, αρκετά συμπιεσμένη δε, που θύμιζε περισσότερο ανακατεμένο κουβάρι παρά αστυνομικό. Αλλά καλύτερα ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.
Δεν συνηθίζω να γράφω αρνητικές κριτικές και σε καμία των περιπτώσεων η συγκεκριμένη ανάρτηση δεν θέλω να χαρακτηριστεί έτσι. Το βιβλίο δεν με απογοήτευσε, απλώς δεν μου άρεσε. Κάποιος άλλος αναγνώστης, μεγαλύτερος οπαδός των crime novels, έχει σαφώς περισσότερες πιθανότητες να του αρέσει. Αν αναλογιστεί κανείς μάλιστα τις μέχρι τώρα υπάρχουσες κριτικές, είναι σχεδόν βέβαιο. Απλά, ξαναλέω, εμένα δεν μου άρεσε και εν συντομία θα προσπαθήσω να εξηγήσω γιατί.
Στη Μυγαλή, ο Ζονκέ υφαίνει τρεις διαφορετικές ιστορίες που καταλήγουν όμως στον ίδιο ιστό. Ένα παράξενο ζευγάρι, ένας καταζητούμενος λωποδύτης και η αφήγηση ενός έγκλειστου που έχει φυλακιστεί και κρατείται -άγνωστο που- παρά την θέλησή του. Όλα αυτά συνδέονται σε μια και μόνο ιστορία, την αρχή της οποίας μαθαίνουμε στις τελευταίες σελίδες του βιβλίου.
Η πλοκή είναι μακράν από τα δυνατότερα σημεία της Μυγαλής. Ο Ζονκέ χρησιμοποιεί την φαντασία του σπάταλα. Βάζει συνεχώς καινούργια στοιχεία και εκπλήξεις στον αναγνώστη. Δεν τον αφήνει σε χλωρό κλαρί. Την ανατρεπτική πλοκή υποβοηθάει και η γραφή. Σχεδόν ολόκληρο το βιβλίο είναι δοσμένο σε μικροπερίοδο λόγο, σε μικρές δηλαδή προτάσεις, στοιχείο που προσθέτει έντονο ρυθμό και παραστατικότητα στην αφήγηση, αλλά η συνεχόμενη χρήση του σε εκατόν τριάντα σελίδες με κούρασε. Άλλο ένα σημείο το οποίο δεν με ενθουσίασε είναι το τέλος. Δεν μου αρέσει να «διορθώνω» τον συγγραφέα και ούτε έχω αυτή την πρόθεση, αλλά σε ένα τόσο ευφάνταστο οικοδόμιμα, αυτό το τέλος μοιάζει κάπως πρόχειρο και βιαστικό.
Η Μυγαλή μοιάζει σαν αυτούς τους εγκληματολογικούς πίνακες με τα πολλά στοιχεία που δεν ξέρεις που αρχίζουν και που τελειώνουν τα βελάκια. Είναι εντυπωσιακό θέαμα από μακριά, αλλά από κοντά είναι μάλλον δύσχρηστο. Παρόμοια αίσθηση μου άφησε και το «Το ημερολόγιο ενός ευαίσθητου killer» του Sepúlveda, ότι κάτι ήθελε να πει αλλά το έχασε στην πορεία.
Εμένα δεν μου άρεσε. Δεν ήταν κακό βιβλίο, δεν βρήκα όμως και τίποτα το ιδιαίτερο σε αυτό. Αν τύχει και πέσει στα χέρια σας, διαβάστε το. Δεν θα σας πάρει περισσότερο από μια ημέρα να το τελειώσετε και σίγουρα κάποια κομμάτια του θα τα απολαύσετε.
Η Μυγαλή, η δηλητηριώδης αράχνη κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Καστανιώτη σε μετάφραση της Μαρίνας Μέντζου.
Καλοκαιράκι, αν και δεν έχει μυρίσει... ακόμη, αλλά η διάθεση καλοκαιρινή, και το καλοκαιράκι στο μπαλκόνι θέλει... και ολίγον ουζάκι...!!! Το ούζο λόγω αρώματος θέλει αντίθετες γεύσεις για να το καταλαβαίνεις στον ουρανίσκο της γλώσσας, οπότε ένας καλός μεζές που του ταιριάζει είναι και ο παστουρμάς!!! και τον ετοιμάζουμε στο πι και φί...!!! Υλικά
1 πακέτο πίτες για σουβλάκι 150 γ. περίπου βοδινός παστουρμάς ψιλοκομμένος κασέρι αγελαδινό 4 ντομάτες
προαιρετικά... 1 μικρό κρεμμύδι λίγο μαϊντανό
Υλικά : 5 μερίδες
Εκτέλεση
Παίρνουμε ένα ορθογωνικό ταψί κουζίνας. Στρώνουμε λαδόκολλα. Βάζουμε πρώτα τις τρεις πίτες που χωράνε. Στρώνουμε στις πίτες ντομάτα, κομμένη σε στρογγυλή φέτα. Κασέρι σε μακρόστενα κομμάτια.
3 φέτες παστουρμά στην κάθε πίτα.
Ξανά κασέρι. Στρώνουμε ντομάτα.
Σκεπάζουμε τις πίτες με τη γέμιση με πίτα από πάνω.
Τις πιέζουμε με τα χέρια μας, ώστε να μπορέσουν να ομογενοποιηθούν κατά το ψήσιμο... Ψήνουμε σε προθερμασμένο φούρνο στους 190 βαθμούς για 12 λεπτά περίπου.
Τα σήματα είχαν ήδη φτάσει, λανθάνοντα κι όμως ορατά. Εντός της τελευταίας κρίσης, η οποία έλαβε χώρα το 2007/2008, ορισμένοι παρατηρητές είχαν διαβάσει σε αυτήν την κρίση του καπιταλιστικού πολιτισμού, δηλαδή ενός οικονομικού μοντέλου που είχε γίνει ηγεμονικό μετά το 1989 σε παγκόσμιο επίπεδο, αλλά δεν μπορούσε πλέον να τροφοδοτεί τον προοδευτικό του χαρακτήρα . Αντίθετα, ειδικά στις δυτικές χώρες – εκείνες με «προηγμένο καπιταλισμό» – το μοντέλο αυτό έχει αρχίσει να δείχνει δημοσίως μια οπισθοδρομική αντιστροφή παρεμποδίζοντας, μπλοκάροντας, για παράδειγμα, αυτό που ονομάστηκε «κοινωνικός ανελκυστήρας».
Όταν οι συνθήκες και οι γενικές προσδοκίες της ζωής των νέων γενεών είναι χειρότερες από την προηγούμενη, γίνεται εμφανές ότι η πρόοδος όχι μόνον έχει σταματήσει, αλλά έχει ξεκινήσει την κίνηση προς τα πίσω.
Τις συνέπειες της οπισθοδρόμησης ήταν κατά κύριο λόγο υφίστανται οι εργαζόμενοι και οι οικογένειές τους, σε ολόκληρη τη Δύση, καθιστώντας την Ευρώπη και τις ΗΠΑ αντιμέτωπες με το φάσμα της μαζικής φτώχειας και των φτωχών εργαζομένων, working poors, εκείνων που βυθίζονται στη φτώχεια κι ας έχουν μιαν εργασία, επειδή οι αποδοχές έχουν γίνει πολύ χαμηλές. Παρ ‘όλα αυτά, σπαταλούσαμε τον χρόνο μας παίζοντας με μπιχλιμπίδια, με παρηγορητικές διατριβές.
Από τη μία πλευρά, η θεωρία της «σταγόνας, της περιστροφής». Εκείνης της αφήγησης σύμφωνα με την οποία αν η κοινωνική πόλωση είναι πιο έντονη και οι πλούσιοι πλουτίσουν περισσότερο, αργά ή γρήγορα αυτή η υπεραφθονία για λίγους θα αφήσει λίγο από αυτό τον πλούτο να στάξει και προς τα κατώτερα στρώματα (η αιματηρή πονηράδα του Flat Tax είναι αποτέλεσμα αυτής της λογικής ).Da un lato, la teoria dello “sgocciolamento”.
Από την άλλη βαυκαλιζόμασταν με την θέση-ελπίδα σύμφωνα με την οποία το φιλελεύθερο μοντέλο που χαρακτήρισε τη Δύση θα μπορούσε να συνυπάρχει πολύ καλά με τη σχεδιαζόμενη μείωση-χαμήλωμα των συνθηκών διαβίωσης- ζωής και των γενικών προσδοκιών του πληθυσμού (συνεπώς των συλλογικών κοινωνικών δικαιωμάτων), αλλά ότι δεν θα αμφισβητούσε ποτέ τη σφαίρα των ατομικών δικαιωμάτων του πολίτη.
Γύρω από τις δύο αυτές θέσεις χτίστηκε, όχι μόνο μια αφήγηση, αλλά ένα πραγματικό μοντέλο πολιτισμού: καπιταλιστικό, δυτικό, πολύ συχνά ευρωκεντρικό. Μια αφήγηση από την οποία έχουν εμπνευστεί με γεμάτα τα πνευμόνια και η φιλελεύθερη αριστερά, liberal-liberista, (η οποία έθαψε εκείνη την σοσιαλδημοκρατική) και δυστυχώς τομείς της ίδιας της «ριζοσπαστικής αριστεράς» (θάβοντας εκείνη την «ταξική») .
Είναι θέσεις, σχεδόν μια θρησκεία, όπως το «αόρατο χέρι των αγορών», την οποίαν τα γεγονότα έχουν δεσμευτεί να διαψεύσουν, οδυνηρά.
Το διαπιστώνουμε-επιβεβαιώνουμε εδώ, στην καρδιά και στην περιφέρεια της Ευρώπης, αλλά και στις Ηνωμένες Πολιτείες, δηλαδή στα επίκεντρα του «καπιταλιστικού πολιτισμού», που επί δεκαετίες είχε αντιταχθεί πρώτα στον υπαρκτό σοσιαλισμό και τώρα στον «ασιατικό δεσποτισμό» που ενσαρκώνει η Ρωσία και η Κίνα, ως μέρος, στο πλαίσιο ενός νέου παγκόσμιου ανταγωνισμού.
Όταν στην κοινωνία και την ψυχολογία των μαζών βλέπουμε τις επιπτώσεις των πυροβολισμών από το στόμα του Σαλβίνι και των ούγγρων, αυστριακών, βαυαρών ομοίων του, τις ανοησίες τους (μια γεωπολιτική σύμπτωση που μας ανατριχιάζει, σχεδόν όπως η Cavalcata delle Valchirie του Woody Allen) ή εκείνων του Trump στις ΗΠΑ , είναι εύκολο να καταλάβουμε πώς έχουν πάψει να υφίστανται όλοι οι ισχυρισμοί περί «ανώτερου δυτικού πολιτισμού» σε σύγκριση με τον υπόλοιπο κόσμο, είτε πρόκειται για τον πληγωμένο πονεμένο και φτωχό των μεταναστών από την Αφρική ή τη Λατινική Αμερική, είτε για εκείνον των χωρών BRICS που περιορίζουν συμπιέζουν και συγκρατούν ΑΕΠ και αγορές στο πρώην ευρω-αμερικανικό μπλοκ, που σήμερα διαχωρίζεται και βρίσκεται σε ανταγωνισμό στο εσωτερικό του.
Ο μόνος παράγοντας που αποκλείεται από κάθε προτεραιότητα – όταν σχεδιάζονται ή επιλέγονται οι λύσεις στα προβλήματα που προκαλεί μια παγκόσμια κρίση, όχι μόνο οικονομική αλλά και περιβαλλοντική, διατροφική-τροφολογική, ενεργειακή – έχει γίνει ο ανθρώπινος παράγοντας.
Οι φωνές που επαινούν και εγκωμιάζουν τα ναυάγια και τις βυθίσεις των πλοίων και τον αποκλεισμό, το μπλοκάρισμα των αποβιβάσεων στη Μεσόγειο, ή το τείχος στα σύνορα με το Μεξικό, δεν αποκαλύπτουν μόνο την αυξημένη κοινωνική απογοήτευση, αποθάρρυνση, εξαχρείωση και ήττα και τη γενική ανασφάλεια για το μέλλον, αλλά δείχνουν και την προσπάθεια των τάξεων που διοικούν – που πλέον έχουν καταστεί μοναχά «κυρίαρχες τάξεις», χωρίς καμία ηγεμονία – να παραμείνουν στη σέλα σπέρνοντας πόλεμο και αποδιοπομπαίους τράγους.
Είχε ήδη συμβεί στη δεκαετία του ’30, και για διορθωθεί προς το λιγότερο κακό χρειάστηκε ένας καταστροφικός παγκόσμιος πόλεμος, ο μεταβολισμός της φρίκης και της κοινοτοπίας του κακού, banalità del male, α] μέχρι την πλήρη απόρριψη όλων αυτών που δημιούργησαν Συντάγματα όπως το ιταλικό.
Για να εξορκιστεί αυτό το αιματηρό παρελθόν, στην Ευρώπη χτίσαν την Ευρωπαϊκή Ένωση και στις ΗΠΑ την ακίνητη εναλλαγή μεταξύ φιλελευθέρων και συντηρητικών. Αλλά ο ταξικός χαρακτήρας αυτών των λύσεων έχει αναπαράγει – σαν από εγχειρίδιο – τους διεστραμμένους μηχανισμούς κυριαρχίας: πρώτον εναντίον της εργασίας και των εργαζομένων, μετά στον ανταγωνισμό μεταξύ όμοιων (με την επιστροφή στους δασμούς, τον εμπορικό πόλεμο, τον προστατευτισμό), τέλος με την εξολόθρευση των υψηλών ανθρώπινων αξιών, στη δυτική ρητορική, σε θεμέλιο του πολιτισμού που γνωρίζουμε σχετικά με τους άλλους, τους «βαρβάρους». Η ζωή ενός «negro, νέγρου» αξίζει εκ νέου λιγότερο, ή ακόμα και τίποτα. Όπως εκείνη ενός τσιγγάνου, ενός μουσουλμάνου, ενός άστεγου-clochard, ενός αποκλεισμένου ανθρώπινου υποκειμένου ή που μπορεί να αποκλειστεί από την ανταγωνιστική λογική.
Είναι προφανές πως αμφότερες οι λύσεις – τόσο στην Ευρώπη όσο και στις ΗΠΑ – απέτυχαν, ανοίγοντας την κρίση του πολιτισμού.
Τι να κάνουμε λοιπόν; Στο σχεδόν προφητικό σενάριο του Μαρξ, υποδεικνύεται μια πρώτη υπόθεση, «ο ταξικός αγώνας τελειώνει με τη νίκη μιας τάξης πάνω από μια άλλη». Αυτό συνεπάγεται την προσπάθεια να ανατρέψουμε τον «ανθρώπινο παράγοντα» εναντίον αυτού του πολιτισμού που πεθαίνει και ακριβώς γι ‘αυτό πιο άγριου.
Η εναλλακτική λύση, εξάλλου, δεν θα άφηνε καμία διαφυγή, θα ήταν: «η κοινή καταστροφή των τάξεων που βρίσκονται σε αγώνα μεταξύ τους«.
α] Η κοινοτοπία του κακού έχει εντείνει τη σχέση μεταξύ της ικανότητας σκέψης, της ικανότητας να γίνει διάκριση μεταξύ σωστού και λάθους, της ικανότητας της κρίσης, και των ηθικών τους επιπτώσεων. στην Hannah Arendt