Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Τετάρτη 8 Ιανουαρίου 2025

Μαρία Νταλαούτη: Ἀστεράκι στὸ μάγουλο

 Μαρία Νταλαούτη: Ἀστεράκι στὸ μάγουλο

Posted on  by planodion

Μαρία Νταλαούτη

Ἀστε­ρά­κι στὸ μά­γου­λο

ΟΥΛΕΙΕΣ ΥΠΑΡΧΟΥΝ. Ὅπως ἐκεί­νη, ποὺ πῆ­γες γιὰ συ­νέν­τευ­ξη καὶ σὲ ρώ­τη­σαν ἂν ἔχεις σκο­πὸ νὰ κά­νεις παι­δὶ μέ­σα στὰ ἑπό­με­να πέν­τε χρό­νια καὶ ὅτι ὀφεί­λεις νὰ εἶ­σαι εἰ­λι­κρι­νὴς για­τί εἶ­ναι σο­βα­ροὶ ἐπαγ­γελ­μα­τί­ες καὶ κά­νουν ἐπι­χει­ρη­μα­τι­κὸ προ­γραμ­μα­τι­σμό. Ἢ ὅπως ἡ ἄλ­λη, ποὺ σὲ ρώ­τη­σαν ἂν ἀν­τέ­χεις τὴν ὀρ­θο­στα­σία για­τί οἱ πω­λή­τριες δὲν κά­θον­ται πο­τέ, ἀκό­μη καὶ ἂν δὲν ὑπάρ­χει πε­λά­της στὸ μα­γα­ζί. Καὶ ἡ πα­ράλ­λη ὅπου ἐσὺ θὰ δού­λευες ὀκτά­ω­ρο, κι αὐ­τοὶ θὰ σὲ πλή­ρω­ναν γιὰ τε­τρά­ω­ρο, ἀλ­λὰ προ­σφέ­ρα­νε δῶ­ρο δύο μα­νι­κιοὺρ τὸ μῆ­να για­τί ἡ κο­πέ­λα στὸ τα­μεῖο πρέ­πει νὰ ἔχει πάν­τα πε­ρι­ποι­η­μέ­να ἄκρα. Ἢ σὰν τὴν τε­λευ­ταία, ὅπου κα­τὰ κύ­ριο λό­γο θὰ ἔκα­νες τὴ σερ­βι­τό­ρα, ἀλ­λὰ ἂν ἔσκα­γε μύ­τη κά­νας ξέ­μπαρ­κος κι ἔκα­νε λο­γα­ρια­σμό, θὰ ἔπρε­πε νὰ κά­τσεις στὸ τρα­πέ­ζι μα­ζί του γιὰ τοὐ­λά­χι­στον δυὸ πο­τά.

        Κά­ποια στιγ­μή, ὡστό­σο, ἡ ζωή σοῦ χα­μο­γε­λᾶ. Ἕνα ζευ­γά­ρι στὴ γει­το­νιά σου ψά­χνει κο­πέ­λα νὰ κρα­τᾶ τὴν τεσ­σά­ρων ἐτῶν κό­ρη τους. Ἀπο­γευ­μα­τι­νὲς ὧρες. Δη­μιουρ­γι­κὴ ἀπα­σχό­λη­ση τὸ λέ­νε τώ­ρα. Θὰ τῆς δια­βά­ζεις πα­ρα­μύ­θια, θὰ παί­ζε­τε ἐπι­τρα­πέ­ζια, θὰ τὴν πη­γαί­νεις βόλ­τα στὸ πάρ­κο ὅταν ὁ και­ρὸς εἶ­ναι κα­λός.

        Ἡ μι­κρὴ εἶ­ναι χα­ρι­τω­μέ­νη καὶ κα­λό­βο­λη. Σὲ ρω­τᾶ ἂν φο­ρᾶς κρα­γιὸν καὶ ἂν ἀγα­πᾶς κα­νέ­να ἀγό­ρι. Σοῦ κά­νει ἐπί­δει­ξη τὰ παι­χνί­δια της καὶ τὰ και­νού­ρια ρὸζ πα­πού­τσια της. Μιὰ μέ­ρα οἱ γο­νεῖς της σοῦ προ­τεί­νουν νὰ στο­λί­σεις μα­ζί της τὸ χρι­στου­γεν­νιά­τι­κο δέν­τρο. Κά­τι σκιρ­τᾶ μέ­σα σου. Ὅταν ἤσουν παι­δὶ στὸ σπί­τι δὲν στο­λί­ζα­τε πο­τέ. Λε­φτὰ ὑπῆρ­χαν μό­νο γιὰ τὰ βα­σι­κά. Τώ­ρα παίρ­νεις τὴ ρε­βάνς. Ἀγ­γί­ζεις τὴν κά­θε μπά­λα ἁπα­λὰ σὰν νά ‘ναι πράγ­μα­τι ἀπὸ χρυ­σά­φι. Τὴν πε­ριερ­γά­ζε­σαι, τὴ στρι­φο­γυ­ρί­ζεις πρὶν τὴν κρε­μά­σεις στὰ κλα­διά. Ἡ μι­κρὴ σοῦ ζη­τᾶ νὰ τῆς κά­νεις μιὰ χρι­στου­γεν­νιά­τι­κη ζω­γρα­φιά. Παίρ­νεις τὸ μαρ­κα­δό­ρο καὶ σχε­διά­ζεις στὸ μά­γου­λό της ἕνα ἀστε­ρά­κι. «Ἄσε με νὰ σοῦ κά­νω κι ἐγὼ ἕνα», σοῦ λέ­ει. Πο­τὲ δὲν εἶ­ναι ἀρ­γὰ νὰ ζή­σεις εὐ­τυ­χι­σμέ­να παι­δι­κὰ χρό­νια.

        Τὴν πα­ρα­μο­νὴ τῆς Πρω­το­χρο­νιᾶς, ἡ μη­τέ­ρα της ἐπι­στρέ­φει νω­ρί­τε­ρα.

        «Χρι­στί­να, μπο­ρεῖς νὰ πη­γαί­νεις. Κα­λὴ Πρω­το­χρο­νιὰ νὰ πε­ρά­σεις μὲ τοὺς δι­κούς σου. Μπο­ρεῖς νὰ πά­ρεις κα­θὼς φεύ­γεις καὶ αὐ­τὴν τὴ σα­κού­λα γιὰ τὴν ἀνα­κύ­κλω­ση; Εἶ­ναι οἱ πα­λιὲς μπάρ­μπι τῆς μι­κρῆς, δὲν τὶς θέ­λει πιά. Κά­θε μέ­ρα ζη­τᾶ καὶ και­νού­ριο παι­χνί­δι. Ἐδῶ ἀπέ­ναν­τι εἶ­ναι ὁ κά­δος».

        Παίρ­νεις τὴ νάϊ­λον σα­κού­λα, ἀν­τα­πο­δί­δεις τὶς εὐ­χὲς καὶ ἀπο­χαι­ρε­τᾶς. Ραν­τε­βοῦ με­θαύ­ριο μὲ τὸ νέο ἔτος. Κα­τε­βαί­νεις σφαῖ­ρα τὶς σκά­λες. Στὰ πέν­τε μέ­τρα ἀπὸ τὴν εἴ­σο­δο τῆς πο­λυ­κα­τοι­κί­ας βρί­σκεις τὸν κά­δο ἀνα­κύ­κλω­σης. Κον­το­στέ­κε­σαι. Ἀνοί­γεις τὴ σα­κού­λα. Με­τρᾶς τέσ­σε­ρις κοῦ­κλες. Ἡ μπάρ­μπι για­τρός. Ἡ μπάρ­μπι ἀε­ρο­συ­νο­δός. Ἡ μπάρ­μπι βα­σί­λισ­σα τοῦ χιο­νιοῦ. Ἡ μπάρ­μπι μὲ μα­γιό. Ὅλες τοῦ κου­τιοῦ. Κρῖ­μα νὰ πᾶ­νε στὴν ἀνα­κύ­κλω­ση. Κλεί­νεις τὴ σα­κού­λα καὶ κα­τευ­θύ­νε­σαι πρὸς τὸ σπί­τι. Ἡ μά­να σου σὲ πε­ρι­μέ­νει νὰ πᾶ­τε στὴν ἀδερ­φή σου γιὰ τὴν ἀλ­λα­γὴ τοῦ χρό­νου. Στὶς τη­λε­ο­ρά­σεις τὸ λέ­νε ρε­βε­γιόν. Ὅπως καὶ νὰ τὸ λέ­νε, χαί­ρε­σαι ποὺ γιὰ πρώ­τη φο­ρὰ θὰ δώ­σεις τό­σα δῶ­ρα μα­ζε­μέ­να στὴν ἀνι­ψιά σου. Ὁ Ἅγιος Βα­σί­λης φέ­τος θὰ ἔρ­θει καὶ θὰ εἶ­σαι ἐσύ.

Δυὸ μέ­ρες με­τά, ἑτοι­μά­ζε­σαι γιὰ τὴ δου­λειά. Πρὶν ξε­κι­νή­σεις, μή­νυ­μα στὸ κι­νη­τὸ ἀπὸ τὴ μά­να τῆς μι­κρῆς. «Χρι­στί­να, κα­λὴ χρο­νιά. Δὲν θὰ σὲ χρεια­στοῦ­με ξα­νά. Λυ­πᾶ­μαι ποὺ δὲν φά­νη­κες ἄξια τῆς ἐμ­πι­στο­σύ­νης μας».

        Κα­τα­ρα­μέ­νες κά­με­ρες παν­τοῦ. Τὴν παίρ­νεις ἀμέ­σως τη­λέ­φω­νο. Θὲς νὰ τῆς ἐξη­γή­σεις. Δὲν εἶ­χες σκο­πὸ νὰ κρα­τή­σεις τὶς κοῦ­κλες. Με­τὰ σοῦ ἦρ­θε ἡ ἰδέα. Θὰ τῆς τὸ ἔλε­γες, δὲν θὰ τὸ κρα­τοῦ­σες μυ­στι­κό. Ἐξάλ­λου κά­που εἶ­χες δια­βά­σει ὅτι οἱ πλα­στι­κὲς κοῦ­κλες δὲν ἀνα­κυ­κλώ­νον­ται. Ἡ κλή­ση σου προ­ω­θεῖ­ται.

Τὶς ἑπό­με­νες μέ­ρες τὶς περ­νᾶς στῆς ἀδερ­φῆς σου. Ἔξω χιο­νί­ζει. Τὸ θὲς τὸ χιό­νι. Θὲς νὰ ἐξα­πλω­θεῖ μέ­σα σου καὶ νὰ θά­ψει πο­λὺ βα­θιὰ ὅλη τὴν προ­η­γού­με­νη ζωή σου. Ἡ ἀνι­ψιά σου παί­ζει μὲ τὶς και­νού­ριες τῆς κοῦ­κλες.

        «Θεῖα, θέ­λω νὰ μοῦ πά­ρεις καὶ τὸν Κέν».

        «Ποιός εἶ­ναι αὐ­τός;»

        «Ὁ ἄν­τρας της Μπάρ­μπι. Θέ­λω τὸν Κὲν πυ­ρο­σβέ­στη καὶ τὸν Κὲν ἀστυ­νό­μο».

        Χα­μο­γε­λᾶς. Παίρ­νεις τὸ μαρ­κα­δό­ρο καὶ σχε­διά­ζεις ἕνα ἀστε­ρά­κι στὸ μά­γου­λό της.

 

Πηγή: Πρώτη δημοσίευση.

Μα­ρία Ντα­λα­ού­τη (Πρέ­βε­ζα, 1983). Ἀπό­φοι­τη Νο­μι­κῆς Ἀρι­στο­τέ­λειου Πα­νε­πι­στη­μί­ου Θεσ­σα­λο­νί­κης.


https://bonsaistoriesflashfiction.wordpress.com/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Παραδοσιακή Χοιρινή Τηγανιά

Παραδοσιακή Χοιρινή Τηγανιά  Άκης Πετρετζίκης Αρωματική, παραδοσιακή και γρήγορη χοιρινή τηγανιά! Ένας λαχταριστός μεζές που θα ξετρελαθούν ...