Τρίτη 10 Σεπτεμβρίου 2024

Εὐ­θύ­μιος Λέν­τζας: Γ’ κα­θέ­τως

 

Εὐ­θύ­μιος Λέν­τζας: Γ’ κα­θέ­τως 



Ἀπὸ τὸν/τὴν planodion στὶς 1 Σεπτέμβριος 2024

Εὐ­θύ­μιος Λέν­τζας

Γ’ κα­θέ­τως 

ΗΣ ΑΡΕΣΕ νὰ λύ­νει σταυ­ρό­λε­ξα. Ἔπια­νε τὴν ξα­πλώ­στρα ἀπὸ τὶς 10.00 τὸ πρωῒ καὶ μό­νο ὅταν ἔπε­φτε ὁ ἥλιος ἔφευ­γε ἀπὸ τὴν πα­ρα­λία. Ὁ γιός της ἔπαι­ζε στὴ θά­λασ­σα. Βου­τοῦ­σε τὸ κου­βα­δά­κι στὸ νε­ρὸ∙ ἔφτια­χνε κά­στρα στὴν ἄμ­μο∙ ἔκα­νε «ψα­ρά­κια» μὲ τὰ βό­τσα­λα∙ με­τροῦ­σε τὰ κύ­μα­τα. Τὰ δόν­τια του γυά­λι­ζαν μὲς στὸ νε­ρό. Ἐκεί­νη γέ­μι­ζε μὲ λέ­ξεις, με­λά­νια καὶ ἐν­θου­σια­σμό. Τὸν εἶ­χε μο­νά­κρι­βο. Ἕνα μὲ τὸ βυ­ζί της, κι ἀρ­γό­τε­ρα ἕνα μὲ τὰ χέ­ρια της.

       Ὁ ἄν­τρας της δού­λευε ὁδη­γὸς σὲ ὑπε­ρα­στι­κὸ λε­ω­φο­ρεῖο. Γλυ­κιὰ κου­βέν­τα δὲν ἔβγαι­νε ἀπὸ τὰ χεί­λια του. Δὲν ἤξε­ρε κι αὐ­τὸς ἄλ­λη ἀγά­πη, μο­νά­χα ὅταν τὴν ἔρι­χνε στὸ κρε­βά­τι – ἔτσι τὴν ἀγα­ποῦ­σε. Μὰ παι­δὶ δὲν ἐρ­χό­ταν καὶ τὰ μά­τια του ὅλο καὶ μί­κραι­ναν κά­θε φο­ρὰ ποὺ τὴν κοι­τοῦ­σε. Τὴ χρο­νιὰ ποὺ ἔκλει­σε τὰ 41 της χρό­νια, ἔγι­νε τὸ θαῦ­μα∙ ἦρ­θε ὁ πο­λυ­πό­θη­τος γιός. Μιὰ βδο­μά­δα με­τὰ ἀπὸ τὴν γέν­να, σὲ μιὰ στρο­φὴ στὰ Τέμ­πη... ἦταν πολ­λὰ τὰ χι­λιό­με­τρα... Ὁ μι­κρὸς δὲν γνώ­ρι­σε πο­τὲ τὸν πα­τέ­ρα του.

       Ὅταν, ἀρ­γό­τε­ρα, ἐπέ­στρε­φε μὲ ἄδεια ἀπὸ τὶς σπου­δές του στὸ ἐξω­τε­ρι­κό, ἔβλε­πε τὴ μη­τέ­ρα του νὰ κά­θε­ται στὸ μπαλ­κό­νι —στὴν ἴδια πάν­τα στά­ση— μὲ ἕνα σταυ­ρό­λε­ξο πλάϊ στὸ βα­σι­λι­κό. Τῆς ἔφερ­νε σο­κο­λά­τες καὶ ἀγ­γλι­κὰ με­τα­ξω­τὰ μαν­τή­λια. Ἑτοί­μα­ζε τὸ πρωι­νό∙ χτέ­νι­ζε τὰ μαλ­λιά της∙ μι­λοῦ­σε γιὰ τὶς ἐπι­δό­σεις του στὰ μα­θή­μα­τα, γιὰ τὸ κο­ρί­τσι ποὺ γνώ­ρι­σε σ’ ἕνα πάρ­τι στὸ πα­νε­πι­στή­μιο. Ἐκεί­νη σή­κω­νε τὰ μά­τια μό­νο γιὰ νὰ κοι­τά­ξει τὴ θά­λασ­σα. Δὲν τὸν ἔβλε­πε τί ὄμορ­φο παλ­λη­κά­ρι εἶ­χε γί­νει.

       Ὁ ἀέ­ρας περ­νοῦ­σε λυ­πη­μέ­νος ἀπὸ τὰ μά­γου­λά της. Τὴν ἔβα­λε νὰ ξα­πλώ­σει στὸν κα­να­πέ. Εἶ­χε κολ­λή­σει στό ‘’γ’ κα­θέ­τω­ς’’. Μό­λις τὸ ἔλυ­σε ἀπο­κοι­μή­θη­κε. Ἕνας ὕπνος βα­θύς, μὲ στρο­βι­λί­σμα­τα καὶ βρά­χια, μὲ ἀνά­σες κο­φτές, ὄνει­ρα ποὺ εἶ­χαν τὴ γεύ­ση της ἀλ­μύ­ρας. Πᾶ­νε χρό­νια ποὺ δὲν τὴν ἐπι­σκέ­πτε­ται κα­νεὶς πέ­ρα ἀπ’ τὸν μο­νά­κρι­βο γιό της. Εἶ­χε γί­νει σω­στὸς ἄν­τρας πιά, κι ὅταν θὰ τῆς χά­ρι­ζε καὶ τὸ ἐγ­γο­νά­κι, θὰ τὴν ἔκα­νε τὴν πιὸ εὐ­τυ­χι­σμέ­νη γυ­ναῖ­κα στὸν κό­σμο.

       Στὴν κη­δεία, ὅλο τὸ χω­ριὸ κα­τη­γο­ροῦ­σε τὴ μά­να: «Ἂν δὲν τὴν εἶ­χε πά­ρει ὁ ὕπνος... ἂν δὲν ἔλυ­νε ὅλη τὴν ὥρα σταυ­ρό­λε­ξα, τὸ ἀγο­ρά­κι δὲν θὰ εἶ­χε πνι­γεῖ.» Ἔτσι λέ­γα­νε μέ­χρι ποὺ ὁ μι­κρὸς μπῆ­κε στὸ χῶ­μα καὶ με­τὰ δὲν μί­λη­σε κα­νείς. Ἔπια­σε ἀπό­το­μη βρο­χὴ κι ὅλοι βιά­ζον­ταν νὰ πᾶ­νε σπί­τια τους.

Πη­γή: Ἀπὸ τὴν συλ­λο­γὴ δι­η­γή­μα­των Στὰ βρά­χια καὶ στὴ θά­λασ­σα (ἐκδ. Γρά­φη­μα, 2023).

Εὐ­θύ­μιος Λέν­τζας (Λά­ρι­σα, 1986). Ἔχει ἐκ­δώ­σει δύο ποι­η­τι­κὲς συλ­λο­γές: Οἱ γυ­ναῖ­κες ποὺ ἀγα­πᾶ­με εἶ­ναι θαμ­μέ­νες στὸν κῆ­πο (αὐ­το­έκ­δο­ση, 2020). Τὸ Με­ρί­διο (Θρά­κα, 2022) καὶ μιὰ συλ­λο­γὴ δι­η­γη­μά­των: Στὰ βρά­χια καὶ στὴ θά­λασ­σα (Γρά­φη­μα, 2023).

https://bonsaistoriesflashfiction.wordpress.com/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σπιτικό Σουβλάκι Κεμπάπ με Πατάτες

  Σπιτικό Σουβλάκι Κεμπάπ με Πατάτες ΥΛΙΚΑ   : Για το κεμπάπ 500 γρ. κιμά ανάμικτο της αρεσκείας σας 1 μεγάλο κρεμμύδι, τριμμένο 2 σκελίδες ...