Τελικά ίσως να μην είναι τόσο άδικη η ζωή, ίσως να υπάρχει η θεία δίκη, ίσως ο καθένας να πληρώνει τα λάθη του εν καιρώ. Ίσως…
-, -STELLAΜάνια, το ήσυχο κορίτσι του κάμπου, με εκείνο το φωτεινό και αστραφτερό χαμόγελο, που θαρρείς όταν σου χαμογελούσε, έλαμπε το σύμπαν πλάι σου. Μεγαλωμένη σε χωριό, αλλά με αέρα πόλης, οι σκέψεις της και οι πράξεις της ένα μίγμα της συγχώνευσης αυτής. Οπτικά τίποτα δεν μαρτυρούσε την καταγωγή της, μια προσεγμένη πρωτευουσιάνα. Της άρεσαν οι βόλτες, τα λούσα, η αριστοκρατία και ήταν από τις λιγοστές γυναίκες που τα υποστήριζε με όλο της το είναι. Όπως όλοι οι νέοι της εποχής και κυρίως οι γυναίκες, μιας και οι περισσότεροι άντρες ασχολιόντουσαν στα χωράφια, ήρθε στην πόλη αναζητώντας την τύχη της. Ευτυχώς συγκριτικά με άλλους, είχε μια δεμένη και ευτυχισμένη πατρική οικογένεια, που με την επικοινωνία μεταξύ τους και την αστείρευτη και επίπονη δουλειά των τόσων χρόνων, είχαν καταφέρει να έχουν ένα γερό κομπόδεμα στην άκρη, ώστε να μπορούν να βοηθούν τα παιδιά τους όποτε χρειαστεί. Σε πολύ λίγο χρονικό διάστημα, βρήκε δουλειά σε γιατρό στη θέση της γραμματέας.
Είχε την δουλίτσα της, τις παρέες της, περνούσε μια χαρά και έτσι κυλούσαν οι μέρες. Ο περίγυρος όμως του χωριού, δεν την άφηνε να ηρεμήσει, να ευχαριστηθεί την καθημερινότητά της. «Πότε θα παντρευτείς; Πότε θα κάνεις παιδιά; Τριάντα πέντε έφτασες! Εμείς σε αυτήν την ηλικία είχαμε δυο παλικάρια μέχρι εκεί, πάνω της παντρειάς!». Δεν ήταν από εκείνες που χαμπάριαζαν πολλά πολλά και ενώ τους απαντούσε και τους έβαζε στην θέση τους, ήταν και το δικό της το μαράζι και ας μην το έδειχνε ποτέ και ας μην το παραδεχόταν ποτέ.
Δεν πέρασε πολύς καιρός και γνώρισε τον Μιχάλη, είχε έρθει να του γράψει ο γιατρός εξετάσεις για το ετήσιο τσεκ-απ του. Κουβέντα στην κουβέντα βγήκαν ραντεβού, το ένα έφερε το άλλο, έκαναν σχέση, συγκατοίκησαν και μετά από λίγο καιρό αρραβωνιάστηκαν. Ο Μιχάλης, παιδί του χωριού και αυτός, κλειστός, απόμακρος, από όχι ευκατάστατη οικογένεια, να πασχίζει όλη του την ζωή για τα προς τα ζην. Τα είχαν βρει μεταξύ τους, η Μάνια τον πρόσεχε, τον φρόντιζε, του ψώνιζε και ο Μιχάλης τα δεχόταν όλα με χαρά. Λένε ότι εκμεταλλευόταν καταστάσεις, του άρεσαν τα λούσα και τα εφέ και είχε βρει τον τρόπο να τα πραγματοποιεί, μέσω της Μάνιας. Τα χρόνια κυλούσαν και η πίεση από τον περίγυρο για το παιδί καλά κρατούσε, επηρεάζοντας την Μάνια, που και αυτή με την σειρά της πίεζε τον Μιχάλη, ώσπου κάποια στιγμή ο Μιχάλης την έκανε με ελαφρά πηδηματάκια, υποστηρίζοντας ότι δεν ήταν έτοιμος για παιδί και ότι θέλει να ζήσει την ζωή του.
Την λυπήθηκε η ψυχή μου τότε, κατακρεουργήθηκε το όνειρό της, όχι μόνο το δικό της, αλλά και όλου του χωριού. Είχε τον πόνο της, είχε και τα λόγια του κόσμου, τις επικρίσεις, την συμπόνια, την λύπηση στα μάτια, για το τι θα γίνει πια αυτή η… μεγαλοκοπέλα. “Τελείωσαν τα ψωμιά της, χωρίς παιδί, χωρίς άντρα, χωρίς τίποτα!”. Έκανε καιρό να εμφανιστεί, περίμενε να περάσει ο πρώτος τυφώνας κουτσομπολιού και κριτικής και να εμφανιστεί αργότερα, όταν οι αέρηδες της λύπησης θα είχαν κοπάσει. Θα τους έβαζε στην θέση τους, όπως έκανε άλλωστε πάντα, τον δικό της αγέρα της αυτολύπησης φοβόταν, αυτόν δεν είχε δαμάσει ακόμα. Με τον χρόνο τίποτα δεν ξεχάστηκε, απλά καταλάγιασε. Είναι και εκείνες και οι πληγές που όσο και να τις γλείψουμε για να περάσει ο χρόνος, παραμένουν πληγές, ματώνουν σε κάθε ευκαιρία και με κάθε αφορμή.
Ο Μιχάλης δεν άργησε να καλύψει το κενό. Μέσα σε ένα μήνα είχε ήδη μια άλλη σχέση. Πες αντίδραση, πες αδιαφορία, πες τρόπος ζωής, σίγουρα πάντως δεν λες ότι αυτό ήταν αγάπη, σεβασμός, εκτίμηση και αφοσίωση. Η νέα σχέση ήταν καπάτσα, αυταρχική, απόλυτη και συμφεροντολόγα, έτσι τουλάχιστον φαινόταν. Η διαφορά με την Μάνια ήταν τόσο εμφανής, που δεν το άφηνε κανένας ασχολίαστο. Κανείς όμως δεν τολμούσε να του πει και τίποτα. Στον μήνα πάνω, η νέα σύντροφος του Μιχάλη έμεινε έγκυος. Παντρεύτηκαν, γεννήθηκε ένα πανέμορφο αγοράκι και μετά από ένα χρόνο άλλο ένα αγόρι για να συμπληρώσει την οικογένεια. Η ζωή τους κυλούσε με δυσκολία να το πω, με καθημερινή πάλη για επιβίωση, με μηδαμινή επικοινωνία μεταξύ τους, με τον προσωπικό αγώνα του καθενός να κρίνεται στο δευτερόλεπτο. Όλα στο χείλος του γκρεμού, βοήθεια δεν είχαν από πουθενά, μάλιστα αντί να παίρνουν, έδιναν κιόλας, σε χρωστούμενες πρώιμες καλοπεράσεις και διασκεδάσεις. Ο χωρισμός ήρθε γρήγορα, το είχαν προβλέψει πολλοί, στα μάτια τους ήταν εμφανές από την αρχή, μόνο ο Μιχάλης δεν το έβλεπε, δεν το παραδεχόταν. Έτσι δεν γίνεται άλλωστε σε αυτές τις περιπτώσεις; Πάλι μόνος, χωρισμένος, διατροφή, δύο παιδιά, απίστευτες οικονομικές υποχρεώσεις. Δύσκολες καταστάσεις… μηδενίζει η ζωή, κάποιες φορές πάει ακόμα πιο κάτω, ελπίζοντας να πάρει φόρα και να ανέβει γρήγορα. Είναι πολύ νωρίς όμως για όλα αυτά…
Η Μάνια από την άλλη πλευρά, πόνεσε, ούρλιαξε, φώναξε, έβρισε, καταράστηκε, κλείστηκε στον εαυτό της για αρκετό καιρό. Τα είχε δώσει όλα, την ψυχή της, το σώμα της, τα λεφτά της, δεν μπορούσε να δεχτεί την αχαριστία, την προδοσία. Προσπαθούσε να συνεχίσει την ζωή της κανονικά, όχι επειδή ήθελε, αλλά επειδή δεν είχε νόημα και αλλιώς, τόσος πόνος και οδυρμός δεν είχε φέρει μέχρι τώρα κάποιο αποτέλεσμα, οπότε δεν έβρισκε και άλλη λύση παρά προχωρώντας μπροστά, αναγκαστικά. Εστίαζε στο παρόν και στο μέλλον, μιας και το παρελθόν την είχε προδώσει οικτρά και ευτυχώς οι δηλώσεις της, του τύπου «δεν θέλω ξανά κανένα άντρα δίπλα μου», αποδείχθηκαν μη πραγματοποιήσιμες. Γνώρισε ένα πολύ καλό παιδί μετά από καιρό, καμπίσιος σαν αυτήν, γύρισε στην γενέτειρά της, παντρεύτηκαν και παρά την ηλικία της και τις δυσκολίες που αντιμετώπισαν, κατάφεραν να φέρουν στον κόσμο ένα παιδί που τόσο πολύ λαχταρούσαν για να συμπληρώσει την ευτυχία της οικογένειάς τους.
Τελικά ίσως να μην είναι τόσο άδικη η ζωή, ίσως να υπάρχει η θεία δίκη, ίσως ο καθένας να πληρώνει τα λάθη του εν καιρώ. Ίσως…
Ένα δευτερόλεπτο αρκεί, για να μετανιώσεις για όλη σου τη ζωή…
Ένα δευτερόλεπτο αρκεί, για να ξαναρχίσεις από την αρχή…
Stella
https://gynaikaeimai.com/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου