Κυριακή 4 Φεβρουαρίου 2018

ΠΑΡΤΙΔΑ ΓΙΑ ΠΕΝΤΕ

ΠΑΡΤΙΔΑ ΓΙΑ ΠΕΝΤΕ

Έχω ξαναπεί πόσο μου αρέσει να καταφεύγω κάπου κάπου σε ένα καλό αστυνομικό μυθιστόρημα. Έτσι και τώρα, μετά από μια μεγάλη περίοδο κλασσικών αναγνωσμάτων, άρχισα να διαβάζω το βιβλίο του Μάρκο Μαλβάλντι, ‘Παρτίδα για Πέντε. Τον συγγραφέα δεν τον γνώριζα και στο βιβλίο με παρέσυραν αφενός ο όγκος του –καιρό είχα να πιάσω στα χέρια μου μικρό βιβλίο – αφετέρου το θέμα του και ο τόπος που διαδραματίζεται η ιστορία. Μόνιμα παθιασμένη με την Ιταλία και ιδιαίτερα την Τοσκάνη, δεν θα μπορούσα να ξεφύγω για πολύ από τα δίχτυα του επιδέξιου συγγραφέα.
Και είναι πράγματι ένα δίχτυ αυτό που απλώνει ο έξυπνος Μαλβάλντι. Δεν φτιάχνει μια απλή αστυνομική ιστορία. Φτιάχνει ένα σκηνικό που δένει τον αναγνώστη με τους ήρωες, τόσο, που είμαι σίγουρη ότι κάποιοι θα ήθελαν να αποτελούν μέρος αυτής της θεότρελης παρέας.
Ο κεντρικός ήρωας της ιστορίας είναι ο Μάσιμο ο οποίος διατηρεί το μπαρ ΜπαρΛούμε σε μια μικρή ιταλική πόλη με το όνομα Πινέτα. Ο Μαλβάλντι παίζει με την ονομασία τόσο του μπαρ όσο και της πόλης (ΜπαρΛούμε σημαίνει αμυδρό φως και μεταφορικά ίχνος ή ένδειξη ενώ Πινέτα είναι ο πευκώνας). Οι πελάτες του ΜπαρΛούμε είναι διάφοροι τουρίστες που χαλάνε την ησυχία του Μάσιμο και κάποιοι ακόμη πιο ενοχλητικοί ντόπιοι. Υπάρχει μια καταπληκτική ομάδα τεσσάρων ηλικιωμένων, οι οποίοι εκτός από κουτσομπόληδες και γκρινιάρηδες είναι και μόνιμοι θαμώνες του μπαρ.
Η μοναδική αυτή παρέα απαρτίζεται από τον ογδονταδιάχρονο Αμπέλιο, τον παπού του Μάσιμο, συνταξιούχο σιδηροδρομικό υπάλληλο και αδιαμφισβήτητο θριαμβευτή του διαγωνισμού αθυροστομίας εδώ και 26 χρόνια, τον Άλντο ιδιοκτήτη εστιατορίου, τον Τζίνο συνταξιούχο ταχυδρομικό υπάλληλο και τον ‘τρισευτυχισμένα υπέρβαρο’ Πιλάντε πρώην δημοτικό υπάλληλο.
Οι τέσσερις άντρες μάλλον είναι καλοί φίλοι, αν κρίνει κανείς από το πώς τσακώνονται: οι τρεις είναι καθισμένοι με παπική κοσμιότητα στις πλαστικές καρέκλες κι ο τέταρτος στέκεται όρθιος, κρατώντας έναν δίσκο με την τράπουλα, ένα Φερνέτ Μπράνκα, μια μπίρα και μια σαμπούκα με μερικούς κόκκους καφέ. Ένας από τους καθισμένους κουνιέται θαρρείς και τον έχει τσιμπήσει ταραντούλα.
Προφανώς κάτι λείπει.
«Πού είναι ο καφές μου;»
«Δεν μου τον έφτιαξε».
«Δε σου τον έφτιαξε; Και γιατί;»
«Λέει ότι κάνει πολλή ζέστη».
«Δικό μου πρόβλημα αν κάνει ή δεν κάνει ζέστη για να πιώ ή όχι έναν καφέ! Δε μου φτάνει ο βραχνάς της κόρης μου που μου μετράει τα τσιγάρα, τώρα έχουμε και τον μπάρμαν να ανησυχεί για την υγεία μου; Για να του πω δυό λογάκια!»
Όταν ένας μεθυσμένος νεαρός μπαίνει στο μπαρ, ισχυριζόμενος ότι εντόπισε μια νεκρή γυναίκα σε ένα κάδο σκουπιδιών, εκεί κοντά, ο Μάσιμο βρίσκεται μπλεγμένος στη διαλεύκανση μιας υπόθεσης δολοφονίας.
Ο αστυνόμος Φούσκο, που έχει αναλάβει την υπόθεση, ισχυρίζεται ότι θα λύσει την υπόθεση άμεσα αλλά κανείς δεν φαίνεται να έχει εμπιστοσύνη στις ικανότητές του. Αντίθετα ο Μάσιμο και η παρέα των τεσσάρων ηλικιωμένων αποδεικνύονται ιδιαίτερα αποτελεσματικοί. Η παρέα που λειτουργεί και σαν κανάλι πληροφοριών, φημών και κουτσομπολιών βοηθά τον Μάσιμο που προσπαθεί να αποδείξει την αθωότητα του ανθρώπου που θεωρεί ένοχο η αστυνομία.
Αυτό το σύντομο, απλό και συχνά πολύ αστείο μυθιστόρημα, εξαρτά την επιτυχία του σε κάτι περισσότερο από το ίδιο το μυστήριο. Οι ηλικιωμένοι φίλοι που  συγκεντρώνονται τακτικά στο ΜπαρΛούμε για να περάσουν την ώρα τους παίζοντας χαρτιά ενώ κουτσομπολεύουν όλους και όλα στην μικρή παραλιακή πόλη, ο ιδιόρρυθμος μπάρμαν, που ενώ δείχνει να τον ενοχλούν αυτοί οι χαρακτήρες, συμμετέχει συχνά στο παιχνίδι τους ως πέμπτος παίκτης, όταν η ώρα δεν περνάει και συζητά και μοιράζεται μαζί τους τις σκέψεις του, εκτιμώντας τα σχόλιά τους, οι έξυπνοι διάλογοι και οι ζωντανές σκηνές από τα παιχνίδια της μπρίσκολα, κρατούν αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη ο οποίος αισθάνεται ότι συμμετέχει στις έρευνες για τη διαλεύκανση του εγκλήματος αντί να διαβάζει μακροσκελείς περιγραφές ή μόνο την άποψη του αφηγητή.
Ολοκλήρωσα το διάβασμα του βιβλίου με ένα χαμόγελο και την αίσθηση ότι γνώρισα τον Μάσιμο και συμμετείχα στη ζωή του ΜπαρΛούμε.  Το βιβλίο Παρτίδα για πέντε’ που κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις ΚΑΛΕΝΤΗΣ σε μετάφραση Δήμητρας Δότση, είναι το πρώτο της σειράς επτά βιβλίων με τον τίτλο «ΜπαρΛούμε – εγκλήματα στην Τοσκάνη», που έχουν μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες.
Ήταν περίπου τρεις και μισή της προηγούμενης μέρας, το καφέ μπαρ ήταν μακάρια βυθισμένο στην ανάπαυλα του απομεσήμερου. Ο Μάσιμο, πίσω από τον πάγκο, με τα πόδια του να μουλιάζουν σε μια σκάφη γεμάτη νερό, διάβαζε (Τα απομεινάρια μιας μέρας του Καζούο Ισιγκούρο, ωραίο βιβλίο, αλλά διαβάστε το καλύτερα σε κάποια φάση που θα είστε χαρούμενοι, αλλιώς σας βλέπω να πέφτετε στις γραμμές του τραμ). Η γερουσία, έξω στη σκιά της μεγάλης φλαμουριάς, έπαιζε κανάστα κι έτσι δεν έκανε φασαρία όπως πάντα, πράγμα σπάνιο. Ένας όχι και πολύ ψηλός τύπος, με στρογγυλά μεταλλικά γυαλάκια, λιγοστά μαλλιά στο πλάι και στη μέση ένα ωραίο στιλπνό κρανίο, μόλις βγήκε από μια Ζ4, μπήκε στο καφέ μπαρ χαμογελώντας και χαιρετώντας μεγαλόφωνα :
«Καλημέρα».
«Εξαρτάται».
«Τι, συγγνώμη;»
«Εξαρτάται από τις προθέσεις σας. Αν θέλετε απλώς να πιείτε κάτι δροσερό και να απολαύσετε τη σκιά έξω, θα μπορούσα να συνεχίσω με την ησυχία μου το βιβλίο μου και θα εξακολουθούσε να είναι μια καλή μέρα, τουλάχιστον για λίγο ακόμα. Αν όμως σκοπεύετε να μιλήσουμε για το έγκλημα Κόστα, αυτό θα με ανάγκαζε να κλείσω το βιβλίο μου, πράγμα που θα το κατέτασσα, χωρίς την παραμικρή αμφιβολία, στα γεγονότα τα οποία αποκαλώ σπασαρχίδικα. Συνεπώς, ο χαιρετισμός σας θα μου φαινόταν φανερά υποκριτικός».

Εκδόσεις ΚΑΛΕΝΤΗΣ
https://passepartoutreading.wordpress.com/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Και τώρα που έμαθα να ζω χωρίς εσένα…

  Και τώρα που έμαθα να ζω χωρίς εσένα… – StavRoula – 20 Σεπτεμβρίου 2024 The Women Tώρα που έμαθα να ζω χωρίς εσένα… Ανακάλυψα μια δυνατή π...