Το αρνί ...αλλιώς στα νησιά του Αιγαίου, λόγω παράδοσης και όχι λόγω κορωνοϊού
Σε όλα τα νησιά της Δωδεκανήσου σε αντίθεση με τις περισσότερες περιοχές της Ελλάδας στο πασχαλινό τραπέζι δεν περιλαμβάνονταν στο μενού ο οβελίας, τα κοκορέτσια και τα συναφή εδέσματα
Στα νησιά της Δωδεκανήσου, δεν θα χρειαστεί να ισχύσουν μέτρα αστυνόμευσης για τους οβελίες, διότι δεν αποτελούν μέρος του παραδοσιακού πασχαλινού τραπεζιού.
Σε όλα τα νησιά της Δωδεκανήσου σε αντίθεση με τις περισσότερες περιοχές της Ελλάδας στο πασχαλινό τραπέζι δεν περιλαμβάνονταν στο μενού ο οβελίας, τα κοκορέτσια και τα συναφή εδέσματα.
Το παραδοσιακό τραπέζι της Ανάστασης περιλαμβάνει μαγειρίτσα (το βράδυ του Μεγάλου Σαββάτου μετά το Χριστός Ανέστη) και την Κυριακή μεσημέρι τον «Λαμπριάτη», που είναι αρνί ή κατσίκι στο φούρνο γεμιστό με ρύζι και εντόσθια, που στα χωριά της Ρόδου ονομάζεται «καππαμάς». (σ.σ. προτιμούνται για το ψήσιμο οι παραδοσιακοί θολωτοί φούρνοι όπου υπάρχουν).
Στο νησί της Καλύμνου το γεμιστό αρνί ονομάζεται «μουούρι» και στην Όλυμπο της Καρπάθου (στο πιο παραδοσιακό χωριό της Δωδεκανήσου) ονομάζεται «βυζάντι» έχοντας σαφή αναφορά στην γαστρονομία του Βυζαντίου.
Στο νησί της Καρπάθου, αλλά και στο νησί της Χάλκης, το αρνάκι ή το κατσικάκι στον φούρνο, ονομάζεται «οφτό» και στο νησί της Αστυπάλαιας «λαμπριανός».
Στο νησί της Καλύμνου «Μουούρι» ονομάζεται τόσο η διαδικασία, η οποία ακολουθείται για να ετοιμαστεί το πασχαλινό φαγητό, όσο και το ίδιο το φαγητό, που είναι ένα γεμιστό αρνί ψημένο σε φούρνο που σφραγίζεται με λάσπη. Οι ρίζες του, σύμφωνα με την παράδοση, βρίσκονται στην εποχή των πειρατών, αλλά και της τουρκοκρατίας, αφού με αυτό τον τρόπο δεν φαίνονταν τα σημάδια του καπνού, ενώ η μυρωδιά του φαγητού δεν μαρτυρούσε ότι γιόρταζαν το Πάσχα. Η προετοιμασία ξεκινάει το πρωί του Μεγάλου Σαββάτου. Αφού τοποθετηθεί μέσα στο φούρνο το μουούρι, σφραγίζεται ο φούρνος με λάσπη.
Στην Όλυμπο της Καρπάθου, ετοιμάζουν αρνί ή κατσίκι, γεμιστό με μυρωδικά και ρύζι ψημένο μέσα σε πήλινο σκεύος στον σφραγισμένο με λάσπη ξυλόφουρνο. Το φαγητό που ονομάζεται «βυζάντι» σιγοψήνεται στο φούρνο όλη τη νύχτα και είναι έτοιμο τις πρωινές ώρες της Κυριακής του Πάσχα. Αφού ανοιχτεί, στήνεται γλέντι με καρπάθιο κρασί και παραδοσιακούς χορούς.
Για το «Μουούρι» της Καλύμνου μια παραδοσιακή συνταγή είναι να αλειφθεί το αρνάκι εξωτερικά και εσωτερικά με ένα μείγμα από τη σάλτσα πελτέ, το βούτυρο, το αλάτι και το πιπέρι. Τα εντόσθια βράζονται λίγο και ψιλοκόβονται, ενώ σε τηγάνι τσιγαρίζονται για λίγο με ελαιόλαδο τα κρεμμύδια. Οι μαγείρισσες προσθέτουν λίγη ντομάτα πελτέ, αλάτι, πιπέρι και ρίχνουν τα εντόσθια ψιλοκομμένα που τα αφήνουν να ψηθούν για λίγο, ανακατεύοντας συνεχώς με ξύλινη κουτάλα. Μετά ρίχνουν το ρύζι στο μείγμα της γέμισης και προσθέτουν νερό και ανακατεύοντας συνεχώς, αλλά δεν πρέπει να βράσουν εντελώς. Με τρυπητή κουτάλα γεμίζουν το αρνί και το ράβουν και μετά βάζουν το αρνάκι στο μουούρι (πήλινο σκεπαστό σκεύος) ή σε βαθιά γάστρα με σκέπασμα. Το καλύπτουν με αλουμινόχαρτο και το ψήνουν σε παραδοσιακό φούρνο με ξύλα από το απόγευμα της προηγούμενης μέρας μέχρι το επόμενο πρωί (περίπου 12 ώρες).
Στην Αστυπάλαια τη Μεγάλη Εβδομάδα μυρίζει κανέλα και σαφράν. Τα γαλατοκούλουρα, με κατσικίσιο γάλα, κανέλα και ζάχαρη, και τα κίτρινα κουλούρια, με το χλωρό ανθότυρο και το περίφημο ντόπιο σαφράν, έχουν την τιμητική τους, αλλά ιδιαίτερα είναι και τα λαζαράκια, που είναι ψωμάκια σε σχήμα ανθρώπου. Στο νησί τρώνε επίσης ψάρι με ζαφορά και πιλάφι, φτιάχνουν λαμπρόπιτες (πιτάκια με χλωρή και σαφράν), γιαπράκια και αυγότες (πλεκτή κοτσίδα με κόκκινα αυγά και μαύρο σουσάμι). Πρωταγωνιστής είναι ο λαμπριανός: το κατσίκι με ρύζι και συκωτάκια που ψήνεται σε πήλινη γάστρα όλη τη νύχτα.
Πασχαλιάτικα αρνιά στο βόρειο Αιγαίο
Με τη βοήθεια των μέτρων που λήφθηκαν για την αντιμετώπιση της διασποράς του κορωνοϊού τις μέρες του Πάσχα, το βόρειο Αιγαίο ανακαλύπτει ξανά τις παραδοσιακές συνταγές που τα τελευταία χρόνια είχαν απωθηθεί από το πασχαλιάτικο τραπέζι.
Το εμβληματικό αρνάκι ή κατσικάκι στο φούρνο, επιστρέφει στον προγραμματισμό του οικογενειακού τραπεζιού της γιορτής για τη μέρα της Λαμπρής. Απωθώντας το εισαγόμενο ξένο για τα νησιά έθιμο του σουβλιστού αρνιού. Το έθιμο που κυριολεκτικά οι νησιώτες έμαθαν ότι υπήρχε στα μεταπολιτευτικά χρόνια όταν ο ψητός στη σούβλα οβελίας «εισέβαλε» στα νησιώτικα σπίτι μέσω της τηλεόρασης και των γνωστών «Πάσχα στα στρατόπεδα»!
Στη Λήμνο βασιλιάς της παραδοσιακής πασχαλινής κουζίνας είναι το «Κασπακ'νό» αρνί ή κατσίκι στο φούρνο με ρύζι και λιωμένο φρέσκο λημνιό τυρί «καλαθάκι» από πάνω. Καταγωγή του όπως μαρτυρά και το όνομά του, από το χωριό Κάσπακας
Το ρύζι βράζει με το ζωμό του ψημένου κρέατος το οποίο τοποθετείται πάνω στο ρύζι. Το μαγείρεμα ολοκληρώνεται με το ξαναψήσιμο με το τυρί σε ροδέλες κομμένο να το σκεπάζει μέχρι να ροδίσουν.
Στη Λήμνο επίσης ψήνουν στο φούρνο αρνιά γεμιστά με ρύζι σταφίδες, μάραθο, φρέσκα κρεμμυδάκια, αλατοπίπερο ,λάδι και άλλα μυρωδικά.
Το απόλυτο πασχαλινό φαγητό στη Λέσβο είναι το γεμιστό αρνάκι ή κατσικάκι! Συκωτάκια ανακατεμένα με ρύζι και μπόλικα φρέσκα μυρωδικά. Μυστικό της επιτυχίας του το πολύωρο ψήσιμο σε χαμηλή θερμοκρασία για να απελευθερωθούν και να ανακατευτούν τα αρώματα. Συνοδεύεται αποκλειστικά από σαλάτες εποχής. Σε κάποια μικρασιάτικα σπίτια στη Λέσβο το αρνί κυρίως μαγειρεύεται και «φρικασέ» με μαρούλια και αυγολέμονο.
Στη Χίο το Πασχαλινό αρνί ψήνεται στο φούρνο πάνω σε ένα στρώμα από κληματόβεργες.
Τέλος στη Σάμο το αρνί ή το κατσίκι είναι και εκεί γεμιστό με ρύζι, φρέσκα και ξερά κρεμμυδάκια, άνηθο και τη συκωταριά του ζώου ψιλοκομμένη. Στη σαμιώτικη γέμιση χρησιμοποιείται και το πνευμόνι του ζώου αφού προηγουμένων βράσει. Σαμιώτικο μυστικό το ψιλοκομμένο ξινό μήλο και η λίγη κανέλα στη γέμιση.
Μπορεί να μην τρώμε πολλές φορές τον χρόνο μαγειρίτσα αλλά είναι μια από τις αγαπημένες συνταγές των περισσότερων Ελλήνων. Μια φορά το χρόνο τρώμε την κλασσική και εθιμοτυπική μαγειρίτσα και για την ακρίβεια την ημέρα της Ανάστασης . Παραδοσιακά καταναλώνουμε κρέας για πρώτη φορά κρέας μετά την σαρακοστή εφόσον έχει προηγηθεί η νηστεία. Σήμερα θα μάθουμε πως ακριβώς γίνεται η παραδοσιακή και ιδιαίτερη μαγειρίτσα!
ΥΛΙΚΑ
Την τρώμε το βράδυ της Ανάστασης, αλλά πολλές φορές αναρωτιέμαι γιατί ένα τόσο ωραίο φαγητό πρέπει να το τρώμε μόνο μια φορά το χρόνο. Στην Αγγλία έφτιαχνα ελαφριά μαγειρίτσα με κοτόπουλο αντί για συκωταριά που δε βρίσκεις τόσο εύκολα όσο στην Ελλάδα.
Μία αρνίσια ή κατσικίσια συκωταριά Φρέσκα κρεμμυδάκια (περίπου 1½ κιλό ή πέντε ματσάκια του μανάβη) 4 κουταλιές ψιλοκομμένο άνηθο 2 κουταλιές ψιλοκομμένο μαϊντανό Μισή κούπα ξίδι και ένα κουταλάκι αλάτι για να τρίψουμε τα έντερα Μισή κούπα ελαιόλαδο 1 κουταλάκι αλάτι μία πρέζα μαύρο πιπέρι Αβγολέμονο (3 αβγά σε θερμοκρασία δωματίου, 1 ζουμερό λεμόνι) 1/2 κούπα ρύζι καρολίνα (προαιρετικά.)
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ 1. Ξεχωρίζουμε τα έντερα. Πλένουμε την υπόλοιπη συκωταριά και τη ρίχνουμε σε μία κατσαρόλα με 2 λίτρα νερό περίπου που βράζει. Την αφήνουμε να βράσει για 10 λεπτά 2. Πλένουμε τα έντερα και τα γυρίζουμε με ένα ξύλινο μολύβι, από τη μεριά που δεν έχει μύτη, ώστε να έρθει το μέσα έξω αδειάζοντας το εσωτερικό. 3. Τα πλένουμε πάλι καλά και τα αφήνουμε σε ένα μπολ με ξίδι και αλάτι για 5 λεπτά. 4. Στραγγίζουμε τη συκωταριά και την αφήνουμε να κρυώσει. 5. Ξεπλένουμε τα έντερα, τα χωρίζουμε στα τρία μέρη, τα πλέκουμε μία πλεξούδα και τα ρίχνουμε στο νερό που βράζει. 6. Τα αφήνουμε να βράσουν για 10 λεπτά. Τα βγάζουμε και τα αφήνουμε και αυτά να κρυώσουν. 7. Καθαρίζουμε και πλένουμε τα κρεμμυδάκια. Τα κόβουμε πρώτα στη μέση και κρατάμε το άσπρο μέρος που κόβουμε σε μικρά κομμάτια. Τα βάζουμε στο τρυπητό. 8. Ψιλοκόβουμε τον άνηθο και το μαϊντανό και τα βάζουμε σε ένα μπολάκι. 8. Ψιλοκόβουμε τη συκωταριά και τα έντερα. 9. Ξεπλένουμε την κατσαρόλα τη σκουπίζουμε και βάζουμε το μισό λάδι. Μόλις ζεσταθεί καλά ρίχνουμε τα κρεμμυδάκια και τα γυρίζουμε 10 λεπτά σε χαμηλή φωτιά χωρίς να τσιγαριστούν πολύ. 10. Τα βγάζουμε σε μία πιατέλα και ρίχνουμε τα συκωτάκια. Ρίχνουμε και λίγο ακόμα λάδι αν χρειαστεί. Τα γυρίζουμε και αυτά σε χαμηλή φωτιά για 10 λεπτά. 11. Ρίχνουμε 3 λίτρα βραστό νερό, τα κρεμμύδια, τον άνηθο το μαϊντανό, αλάτι, πιπέρι και το υπόλοιπο λάδι. Αφήνουμε να βράσουν 20 λεπτά. 12. Σε αυτό το σημείο, αν θέλουμε, ρίχνουμε το ρύζι. 13. Αφήνουμε να βράσει άλλα 20 λεπτά. Δοκιμάζουμε και κατεβάζουμε από τη φωτιά. 14. Χτυπάμε με ένα πιρούνι σε μεγάλο μπολ τα αβγά (δύο ολόκληρα και ένα μόνο τον κρόκο). Προσθέτουμε σιγά-σιγά το λεμόνι και ανακατεύουμε το μείγμα για 5 λεπτά. 15. Ρίχνουμε αργά αργά ζουμί από το φαγητό μέσα στο αυγολέμονο, ανακατεύοντας διαρκώς. 16. Αφού ρίξουμε τη μισή ποσότητα του ζωμού στο μπολ, ξαναρίχνουμε το μείγμα στην κατσαρόλα. Κουνάμε κυκλικά την κατσαρόλα με γρήγορες κινήσεις. 17. Σερβίρουμε με φρεσκοτριμμένο πιπέρι και λίγο φρέσκο άνηθο. Τρώγεται σκέτη με φρέσκο ψωμί και ένα βραστό κόκκινο αβγό, το βράδυ της Ανάστασης.
Τιπς:
Αν θέλουμε προσθέτουμε και λίγα ψιλοκομμένα φυλλαράκια φρέσκο δυόσμο.
Αν θέλουμε έξτρα λεμόνι προσθέτουμε αφότου βάλουμε το αυγολέμονο και επίσης σερβίρουμε στο τραπέζι ώστε όποιος θέλει να βάλει παραπάνω.
Δες και την μαγειρίτσα που φτιάξαμε στο Καπάνι για την εκπομπή Happy Cook
Στην παρακάτω εκτέλεση ακολουθώ πιο απλή διαδικαδία και δεν βαζωβγάζω υλικά στην κατσαρόλα. Για να γίνει σωστά η σειρά που βάζω τα υλικά μέσα είναι: ελιαόλαδο, κρεμμυδάκια, συκωταριά, άνηθο, μαϊντανό, νερό, δυόσμο, ρύζι, αυγολέμονο.
Μην ξεχάσεις να αφήσεις σχόλιο, να κάνεις LIKE και να γραφτείς στο Newsletter για να τα λέμε.
Σημείωση: Οι ιδέες και πληροφορίες που παρουσιάζονται σε αυτό το site έχουν ενημερωτικό σκοπό και σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να αντικαταστήσουν τη συμβουλή κάποιου ειδικού σε θέματα διατροφής και υγείας. Προτού ξεκινήσεις κάποιο πρόγραμμα διατροφής ή άθλησης, μίλησε με έναν ειδικό, γιατρό ή διαιτολόγο.
Αν έχεις οποιαδήποτε παρατήρηση ή σχόλιο, επικοινώνησε μαζί μου. Η συμβολή σου είναι σημαντική στην προσπάθειά μου να βελτιώνομαι διαρκώς. Ευχαριστώ!
Σε «μονομαχία» στη Βουλή καλεί ο Τσίπρας τον Μητσοτάκη για το «μαξιλάρι» των 37 δισ. ευρώ
Ανεβαίνουν οι τόνοι της πολιτικής αντιπαράθεσης μεταξύ κυβέρνησης και αξιωματικής αντιπολίτευσης σχετικά με την χρήση του «μαξιλαριού» ασφαλείας, με τον ΣΥΡΙΖΑ να κατηγορεί την κυβέρνηση για αδιαφάνεια, ψέμματα και κακοδιαχείριση. Φέρνει μάλιστα το θέμα στη Βουλή αμέσως μετά το Πάσχα.
Οξύνεται μέρα με τη μέρα η πολιτική αντιπαράθεση για το κεφαλαιακό μαξιλάρι ασφαλείας και τη χρήση του, με την αξιωματική αντιπολίτευση να φέρνει το θέμα στη Βουλή αμέσως μετά το Πάσχα.
Ο ΣΥΡΙΖΑ που πλήρωσε ακριβά τη δημιουργία αυτού του ταμειακού αποθέματος -δεν είναι λίγοι όσοι πιστεύουν ότι η εκλογική ήττα του οφείλεται σε μεγάλο βαθμό ακριβώς στις ενίοτε αντιλαϊκές πολιτικές που ακολούθησε ή συντήρησε προκειμένου να το δημιουργήσει- εμφανίζεται αποφασισμένος να δώσει τη μάχη μέχρι τέλους.
Εγκαλώντας την κυβέρνηση για ψέμματα σε ότι αφορά τη χρήση ή μη κεφαλαίων του «μαξιλαριού» – του οποίου την ύπαρξη μέχρι πρότινος αμφισβητούσε, όπως τονίζει η Κουμουνδούρου- αλλά και για αδιαφάνεια ως προς το ποιες δαπάνες καλύπτουν τα χρήματα αυτά ανεβάζει το θέμα πολύ ψηλά ζητώντας στον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη να «λογοδοτήσει».
«Παίρνοντας το αίμα του πίσω» ο πρώην υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος, που έχει κατηγορηθεί συχνά και από συντρόφους του για την «εμμονή» του στη δημιουργία και διατήρηση αυτού του «μαξιλαριού», θέτει συγκεκριμένα ερωτήματα και ζητά σαφείς απαντήσεις για τη χρήση των κεφαλαίων του μαξιλαριού, αλλά και για το γιατί αφού «σπάει ο κουμπαράς» δεν ακολουθούνται τα μέτρα στήριξης της κοινωνίας και της οικονομίας που προτείνει ο ΣΥΡΙΖΑ.
Δεν παραλείπει δε να επισημάνει ότι στον συμπληρωματικό προϋπολογισμό που κατατέθηκε στην Βουλή η κυβέρνηση δεν ενημέρωσε ότι θα χρησιμοποιήσει το μαξιλάρι ασφαλείας.
Ως βούτυρο δε στο ψωμί της αξιωματικής Αντιπολίτευσης, αλλά και του ΚΙΝΑΛ που διεκδικεί μερίδιο σε αυτήν την αντιπαράθεση και τον «έλεγχο» της κυβέρνησης, λειτουργούν και οι συχνά αντιφατικές μεταξύ τους δηλώσεις κυβερνητικών στελεχών σχετικά με το αν έχουν ήδη χρησιμοποιηθεί ή όχι κεφάλαια του «μαξιλαριού», χρησιμοποιώντας μάλιστα όρους -όπως το «μαλακό μαξιλάρι» που το διαφοροποιούν από το πυρήνα του «μαξιλαριού»;- που μάλλον δημιουργούν σύγχυση ως προς τι πραγματικά συμβαίνει.
Χαρίτσης: Τι συμβαίνει με τα δημόσια οικονομικά κύριε Μητσοτάκη;
Στο πλαίσιο αυτό ο εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξη Χαρίτσης με σημερινή δήλωσή του καλεί τον πρωθυπουργό «να ξεκαθαρίσει άμεσα στον ελληνικό λαό τι ακριβώς συμβαίνει με τα δημόσια οικονομικά», στηλιτεύοντας την «εικόνα ασυναρτησίας και χάους που αναδεικνύουν κορυφαίοι υπουργοί της κυβέρνησης», η οποία «ούτε σύνεση δείχνει, ούτε σχέδιο, αλλά ούτε και στοιχειώδη σοβαρότητα για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης».
Ο Αλέξης Χαρίτσης ζητά από τον πρωθυπουργό να απαντήσει αν «έχει χρησιμοποιήσει χρήματα από τα 37 δισ. ευρώ που άφησε ο ΣΥΡΙΖΑ παρακαταθήκη στη χώρα για μία δύσκολη στιγμή», και αν ναι, «πόσα και πού έχουν διοχετευθεί, αφού τα μέτρα στήριξης που έχει πάρει μέχρι στιγμής, είναι τόσο αποσπασματικά και ανεπαρκή για τις επιχειρήσεις και για τους εργαζόμενους, που σε καμία περίπτωση δεν δικαιολογούν χρήση του μαξιλαριού».
«Εκτός και αν ήδη, με την ευθύνη της δικής τους οκτάμηνης διαχείρισης πριν τον κορονοϊό, η οικονομία έχει καταρρεύσει και δε τολμούν να μας το πουν», δηλώνει χαρακτηριστικά ο κ. Χαρίτσης.
Εξηγήσεις ζητά και το ΚΙΝΑΛ, με πυρά και προς τον ΣΥΡΙΖΑ
Παλινωδίες και αλληλοαναιρούμενες δηλώσεις ανάμεσα σε κυβερνητικά στελέχη για το ύψος και τη χρήση των ταμειακών αποθεμάτων του Δημοσίου, το λεγόμενο «μαξιλάρι» καταλογίζει και το ΚΙΝΑΛ.
Σε ανακοίνωση του γραφείου Τύπου του κόμματος επισημαίνεται πως τα δημόσια οικονομικά είναι σοβαρό ζήτημα, για να γίνονται μικροκομματικά παιχνίδια και τίθενται σειρά από ερωτήματα για τα οποία το Κίνημα Αλλαγής δηλώνει ότι περιμένει άμεσα απαντήσεις από την κυβέρνηση:
Συγκεκριμένα το Κίνημα Αλλαγής ζητάει απαντήσεις σχετικά με:
1) Ποσά χρήματα ξοδεύτηκαν για την αντιμετώπιση των συνεπειών της κρίσης έως τώρα και σε ποιους τομείς; Από πού αντλήθηκαν τα σχετικά ποσά;
2) Σε τι ποσό ανέρχεται το αποθεματικό που υπάρχει σήμερα στα ταμεία του κράτους;
3) Ποιο ήταν το υπόλοιπο του αποθεματικού τον Δεκέμβριο του 2019;
Ταυτόχρονα επικρίνει έντονα τον ΣΥΡΙΖΑ υπενθυμίζοντας ότι το αποθεματικό προέρχεται «από την υπερφορολόγηση των πολιτών και από δάνεια που θα πληρώσουν πάλι οι πολίτες».
«Κεντρικό θέμα για τη χώρα μας παραμένει το αν μπορούμε να δανειστούμε από τις αγορές με καλά επιτόκια ή όχι. Χθες δανειστήκαμε με 2%. Θετικό. Αλλά οφείλεται στην παρέμβαση της ΕΚΤ. Όταν αυτή σταματήσει θα αντιμετωπίσουμε τελείως διαφορετικά δεδομένα», αναφέρει το Κίνημα Αλλαγής τονίζοντας παράλληλα ότι «είναι επιτακτική ανάγκη να κερδηθεί η μάχη στην Ευρώπη, για νέο χρήμα, χωρίς μνημόνια, χωρίς νέες δεσμεύσεις και να συγκροτηθεί ένα αξιόπιστο πρόγραμμα για την επανεκκίνηση της οικονομίας μας, με κοινωνική συμφωνία».
Προ ημερήσιας συζήτηση στη Βουλή
Tη διεξαγωγή προ ημερησίας διατάξεως συζήτησης, με αντικείμενο τη διάθεση των κεφαλαίων του «μαξιλαριού», θα ζητήσει ο ΣΥΡΙΖΑ, μετά το Πάσχα.
Την πρωτοβουλία που θα αναλάβει η αξιωματική αντιπολίτευση για συζήτηση πολιτικών αρχηγών στη Βουλή, προανήγγειλε ο Αλέξης Τσίπρας στη συνέντευξη που παραχώρησε το βράδυ της Μ.Τετάρτης σε τηλεοπτικό σταθμό (kontra).
Νωρίτερα σήμερα, η βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Χαρά Καφαντάρη, κατά τη διάρκεια συνέντευξης που παραχώρησε στον ραδιοσταθμό «στο Κόκκινο», εξήγησε ότι στόχος είναι οι κ.κ. Μητσοτάκης και Σταϊκούρας να δώσουν στοιχεία για τη διάθεση του μαξιλαριού.
«Πρέπει να λένε την αλήθεια στον ελληνικό λαό. Πριν λίγες ημέρες δεν… υπήρχε «μαξιλάρι», όλα αυτά ήταν δήθεν «απόψεις του ΣΥΡΙΖΑ». Μετά είπε ο κ. Γεωργιάδης ότι αν το χρησιμοποιήσουμε θα τρομάξουν οι αγορές. Χθες ακούστηκε, από κύκλους του ΥΠΟΙΚ, ότι άρχισαν να διατίθενται κεφάλαια. Δεν είναι αυτό υπεύθυνη, σοβαρή πολιτική κυβέρνησης που πρέπει να λογοδοτεί στον λαό.»
» Μετά το Πάσχα θα ζητήσουμε προ ημερησίας διάταξης συζήτηση στη Βουλή, να ενημερωθεί ο κόσμος. Περιμένουμε διευκρινίσεις από τον πρωθυπουργό κ. Μητσοτάκη και τον αρμόδιο υπουργό Οικονομικών Χρήστο Σταϊκούρα, για το τι χρήση έχει γίνει από τις αρχές του Απριλίου. Και αν δίνονται χρήματα, πού δίνονται, αν πραγματικά δίνονται εκεί που υπάρχει ανάγκη: στην κοινωνία, τους εργαζόμενους, τους άνεργους, με οριζόντια μέτρα στήριξης, όπως σε άλλες χώρες της ΕΕ, στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις που στενάζουν;», δήλωσε η βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ.
Σκιαγραφώντας το περιεχόμενο της πρότασης για συζήτηση πολιτικών αρχηγών στη Βουλή, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ είπε: «Θα καταθέσω πρόταση για προ ημερησίας συζήτηση στην Βουλή για την οικονομία, ώστε να δώσει εξηγήσεις ο κ. Μητσοτάκης για το τι σχέδιο έχει και για το που θα πάνε τα χρήματα, που αντί για την εργασία φαίνεται να ενισχύονται μονοδιάστατα συγκεκριμένες επιχειρήσεις, όπως έγινε στο παρελθόν με τις Τράπεζες.»
Την Τετάρτη 22 Απριλίου, οι διαρκείς επιτροπές κοινωνικών και οικονομικών υποθέσεων έχουν ορίσει συνεδρίαση με αντικείμενο τη συζήτηση της 5ης Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου με τα κατεπείγοντα μέτρα αντιμετώπισης της πανδημίας του κορονοϊού.
Πηγές της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ δεν απέκλειαν το ενδεχόμενο, το αίτημα του Αλέξη Τσίπρα για τη διεξαγωγή της συζήτησης των πολιτικών αρχηγών να υποβληθεί ακόμη και μέσα στην επόμενη εβδομάδα.
Λουίς Σεπούλβεδα: 5 πράγματα που πρέπει να ξέρεις για τον συγγραφέα της ανυπακοής
Πολιτικός και οικολογικός ακτιβιστής, ο Χιλιανός Λουίς Σεπούλβεδα μας αφήνει παρακαταθήκη το πλούσιο έργο του για να θυμόμαστε πως καμία ελεύθερία δε μας έχει χαριστεί.
Αντικαπιταλιστής, αγωνιστής της ελευθερίας και οικολογικός ακτιβιστής, ο Σεπούλβεδα συνδέθηκε με τη δημοκρατική επανάσταση του Αλιέντε και σε όλη του τη ζωή παρέμεινε πνεύμα ανυπακοής.
Πέραν από την προάσπιση της δημοκρατίας στη χώρα του, έδωσε μάχη για τα δικαιώματα των αυτόχθονων πληθυσμών. Γι΄αυτό άλλωστε έλαβε μέρος σε εκστρατεία της UNESCO για την αξιολόγηση του αντίκτυπου του αποικισμού στους Ινδιάνους Σουάρ.
Κατά τη διάρκεια της εκστρατείας μοιράστηκε τη ζωή των Σουάρ για επτά μήνες και κατανόησε τη Λατινική Αμερική ως μια πολυπολιτισμική και πολυγλωσσική ήπειρο. Εργάστηκε σε στενή επαφή με τις ινδιάνικες οργανώσεις και συνέταξε το πρώτο σχέδιο διδασκαλίας γραμματισμού για την ομοσπονδία των αγροτών Ιμπαμπούρα (Imbabura) των Άνδεων. Μέσα από αυτά τα χρόνια ξεπήδησε το εμβληματικό του έργο, "Ένας γέρος που διάβαζε ιστορίες αγάπης".
Ο Σεπούλβεδα συχνά αναφερόταν στην αγάπη του για τον Νίκο Καζαντζάκη και το πρώτο του μυθιστόρημα, τον "Βίο και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά". Όπως είχε δηλώσει σε συνέντευξή του, κατά τα χρόνια της εξορίας του στο Αμβούργο όπου έκανε και τρία από τα έξι παιδιά του, είχε δύο γάτες που τις αποκαλούσε Ζορμπά και Μπουμπουλίνα. "Πολλές φορές πριν κοιμηθούν τα παιδιά μου, μου ζητούσαν να τους διαβάσω την ιστορία του Ζορμά. Αυτό το βιβλίο ήταν ο δικός μου τρόπος για να ευχαριστήσω το Αμβούργο για τα υπέροχα δέκα χρόνια που πέρασε εκεί και για την αλληλεγγύη που βίωσα", είχε δηλώσει ο χιλιανός συγγραφέας.
2. Η Ιστορία του Γάτου που Έμαθε Σ' ένα Γλάρο να Πετάει
"Είναι εύκολο να αποδεχόμαστε και να αγαπάμε ανθρώπους που μας μοιάζουν. Το δύσκολο είναι να αγαπάμε εκείνους που είναι διαφορετικοί". Το "Historia de una gaviota y del gato que le enseñó a volar" είναι το πιο τρυφερό κι ευαίσθητο βιβλίο του Σεπούλβεδα, για μικρούς και μεγάλους. Στην ιστορία, μια γλαροπούλα πέφτει θύμα της θαλάσσιας ρύπανσης. Πριν ξεψυχήσει, εμπιστεύεται το αβγό της στον καλό γάτο Ζορμπά και του ζητά το λόγο του, ότι θα κλωσήσει το αβγό, δεν θα φάει το γλαρόπουλο, και θα του μάθει να πετά. Ο Ζορμπάς δίνει τον λόγο του, μα αναρωτιέται. Είναι ποτέ δυνατόν ένας γάτος να μάθει σ' ένα γλάρο να πετάει;
Το μήνυμα στο έργο είναι η αποδοχή της διαφορετικότητας και η δύναμη της αλληλεγγύης που μπορεί να γκρεμίσει κάθε εμπόδιο, φυσικό και αφύσικο.
"Η Καλότυχη πετούσε ολομόναχη μέσα στη νύχτα του Αμβούργου. Απομακρύνθηκε, φτερουγίζοντας με δύναμη, ώσπου σηκώθηκε πιο ψηλά από τους γερανούς του λιμανιού, κι ύστερα γύρισε πλανάροντας κι έπιασε να γυροφέρνει το καμπαναριό της εκκλησίας.
"Πετάω Ζορμπά! Μπορώ και πετάω!" έκρωζε τρισευτυχισμένη από την απεραντοσύνη του γκρίζου ουρανού.
Ο άνθρωπος χάιδεψε το σβέρκο του γάτου.
"Εντάξει γάτε. Τα καταφέραμε" είπε αναστενάζοντας.
"Ναι" νιαούρισε ο Ζορμπάς. "Στο χείλος του κενού κατάλαβα το πιο σημαντικό."
"Α, ναι; Και τι είναι πιο σημαντικό" ρώτησε ο άνθρωπος.
"Πως πετάει μόνο αυτός που τολμάει να πετάξει" νιαούρισε ο Ζορμπάς.
3. "Όταν ο Σαλβαδόρ Αλιέντε μας είπε πως η ευτυχία είναι Ανθρώπινο Δικαίωμα"
Τον Σεπτέμβριο του 1973 η CIA και ο Νίξον εγκαθίδρυσαν στη Χιλή μία από τις πιο βίαιες στρατιωτικές δικτατορίες που περασμένου αιώνα. Ο Πινοτσέτ ανέτρεπε τον Αλιέντε και κάθε μορφής ελευθερία στη χώρα. Στο πλευρό της κυβέρνησης Αλιέντε ήταν ταγμένος και ο Λουίς Σεπούλβεδα. Μετά την ανάληψη της εξουσίας, ο Αλιέντε είχε δώσει συνέντευξη στον Le Nouvel Observateur την οποία και είχε ανακαλέσει ο Σεπούλβεδα που ήταν παρών στη συνομιλία του Χιλιανού προέδρου με τον δημοσιογράφο Régis Debray.
Κατά τη συζήτηση ο γάλλος ανταποκριτής είχε κατηγορήσει τον Αλιέντε για τις μαρξιστικές του ιδέες. Στο κλείσιμο της συζήτησης, ο Αλιέντε του είχε κάνει την εξής ερώτηση, για να απαντήσει ο ίδιος: "Τώρα θα ήθελα να θέσω εγώ μια ερώτηση. Ξέρεις πιο είναι το προσδόκιμο ζωής για έναν Γάλλο; Για έναν Γερμανό; Για έναν Σκανδιναβό; Και πόσο είναι για έναν Χιλιανό; Σήμερα, Γάλλοι και Γερμανοί ζουν κατά μέσο όρο 68 χρόνια και οι Σκανδιναβοί 70. Οι Χιλιανοί φτάνουμε στα 52 χρόνια. Κάνουμε αυτή την κυβέρνηση για να μπορέσουμε να ζούμε μέχρι τα 70 μας. Ο στόχος είναι να ζήσουμε περισσότερο, αλλά και να ζούμε με ένα εκ των βασικότερων ανθρωπίνων δικαιωμάτων, το οποίο λέγεται ευτυχία".
Επί κυβέρνησης Σαλβαδόρ Αλιέντε ο Σεπούλβεδα υπήρξε στέλεχος στο τμήμα των πολιτιστικών θεμάτων, όπου ήταν υπεύθυνος για μια σειρά από φθηνές εκδόσεις για το ευρύ κοινό. Επίσης ενήργησε ως μεσολαβητής της κυβέρνησης και των επιχειρήσεων της Χιλής.
4. Τα βασανιστήρια και ο έρωτας με τη Κάρμεν Γιάνιες
"Αγωνίζομαι για να μην ξεχάσω ότι είμαι ελεύθερος". Αυτή ήταν η ατάκα που επαναλάμβανε συχνά στις συνεντεύξεις του. Ο Λουίς Σεπούλβεδα και η γυναίκα του, η ποιήτρια Κάρμεν Γιάνιες, πέρασαν χρόνια στη φυλακή επί Πινοτσέτ. Όταν τους ρωτούσαν γιατί δε μιλούσαν για τα βασανιστήρια που πέρασαν, έλεγαν "από σεβασμό για τους συντρόφους που πέθαναν". "Δεν είμαι επιδειξίας να δείχνω τις πληγές μου. Υπάρχει αυτό που λέμε ηθική του συγγραφέα" είχε δηλώσει ο συγγραφέας στην Εφημερίδα των Συντακτών.
Ο Σεπούλβεδα απελευθερώθηκε χάρη στην παρέμβαση της Διεθνούς Αμνηστίας, οδηγήθηκε στην εξορία και δραπέτευσε για να ενταχθεί στην Ταξιαρχία Σιμόν Μπολίβαρ και να πολεμήσει για την ελευθερία στη Νικαράγουα. Το ζευγάρι είχε χωρίσει αναγκαστικά για είκοσι χρόνια.
Η Γιάνιες φυλακίστηκε και βασανίστηκε στον περιώνυμο τόπο μαρτυρίου της Βίγια Γκριμάλντι, για να βρεθεί ημιθανής σε μια χωματερή του Σαντιάγκο. Έζησε στην παρανομία μέχρι το 1981 και σώθηκε χάρη στην παρέμβαση του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών που τη φυγάδευσε μαζί με το γιο τους στη Σουηδία. Εκείνος έκανε ζωή αντάρτη μέχρι τα 30 του, έπειτα αφοσιώθηκε στον οικολογικό ακτιβισμό και στην αρθρογραφία, και στα 37 του, το 1986, ξεκίνησε τη συγγραφική διαδρομή που τον έκανε διάσημο. Εκαναν άλλες οικογένειες στην Ευρώπη, όμως το 1997 αποφάσισαν να ζήσουν μαζί στη Χιχόν της Ισπανίας.
5. "Να μάθουμε να ζούμε με τις απουσίες"
Τα πιο γνωστά βιβλία του είναι: «Ο κόσμος του τέλους του κόσμου» (1989), «Όνομα ταυρομάχου» (1994), «Patagonia express» (1995), «Η ιστορία του γάτου που έμαθε σ' ένα γλάρο να πετάει» (1996), «Το ημερολόγιο ενός ευαίσθητου killer» (1996), «Hot Line, Γιακαρέ» (1997), «Η τρέλα του Πινοσέτ» (2002), «Τα χειρότερα παραμύθια των αδελφών Γκριμ» (2004), «Η δύναμη των ονείρων» (2006).
"Απ'όλους όσοι μας λείπουν, μένουν κάτι λίγες φωτογραφίες, φέτες ζωής που καταψύχονται τη στιγμή του «κλικ», ενώ η ζωή συνεχίζεται, η ίδια ζωή που μας μάζευε όλους στον κήπο του σπιτιού, δίπλα στην ψησταριά, με την αυλόπορτα ανοιγμένη διάπλατα· σ'ένα πάρκο με το παιδί καθισμένο στα πόδια μας, το ίδιο αυτό το παιδί που ψάχνει σήμερα· σε μια συγκέντρωση αναγκαία όσο η χαρά, και μαζί με άλλους που επίσης μας λείπουν. Είναι επικίνδυνες αυτές οι φωτογραφίες, ανατρεπτικές όπως καθετί ανησυχητικό, διαπεραστικές όπως η δίψα για ζωή, βλάσφημες όπως κάθε πίστη σε οτιδήποτε· κυρίως, όμως, είναι φωτογραφίες ανδρών και γυναικών που κρατούν αποφασιστικά τη μοίρα τους στα χέρια τους, περήφανα ένοιχοι για τα νιάτα τους και για τη λαχτάρα τους για δικαιοσύνη.
Αυτοί που μας λείπουν, συνήθιζαν να μαζεύονται για να παίξουν μία παρτίδα τρούκο και γελούσαν τρανταχτά, χωρίς σεμνοτυφίες, την ίδια ώρα που κάποιοι άλλοι προπαγάνδιζαν τα καλά της σιωπής. Καμιά φορά, σε κάποια αυλή, έτρεχαν πίσω από ένα τόπι, τάχα σπουδαίοι μπαλαδόροι, κι όταν έβαζαν γκολ το υπέγραφαν φωνάζοντας τ'όνομά τους, την ίδια ώρα που κάποιοι άλλοι είχαν αποφασίσει πως δεν υπάρχει τίποτα καλύτερο απ'το να ζεις στην ανωνυμία. Αυτοί που μας λείπουν, μαγείρευαν τα σαββατοκύριακα, οδηγούσαν λεωφορείο, σπούδαζαν κοινωνιολογία, νομικά ή γεωπονία, έγραφαν μυθιστορήματα, ήταν ηθοποιοί, ποιητές, ή πυγμάχοι, ήταν γιατροί σε κάτι άθλιες κλινικές, μάθαιναν ένα ένα τα πάρκα της πόλης, μέσα στα οποία αντάλασσαν ρούχα, δίσκους, βιβλία και εμπιστοσύνη. Τα δειλινά της Κυριακής αυτοί που μας λείπουν, έλεγαν: «Τι λέτε; Πίνουμε κάνα μάτε;», και τότε, με την οικόγενειακή κούπα που μοσχοβολούσε το καλύτερο χόρτο («αυτό με τα κοτσανάκια» έλεγαν αυτοί που λείπουν), κοιτάζονταν στα μάτια με τρυφερή περηφάνεια, με βίαιη στοργή, με πάθος οπλισμένο με μέλλον, γιατί αυτοί που μας λείπουν ήταν αγωνιστές.
Κι αν μας λείπουν, δεν είναι επειδή έτσι το θέλησε η τύχη ή τα καμώματα ενός θιγμένου θεού. Μας λείπουν γιατί τόλμησαν να προτείνουν μια ζωή καλύτερη απ'την αγελαία. Μας λείπουν γιατί είπαν πως ψωμί θα υπάρχει για όλους ή για κανέναν. Μας λείπουν γιατί άναψαν ένα φως μες στο σκοτάδι -έντονο ή χλωμό, δεν έχει σημασία γιατί η λάμψη του μας οδηγεί. Μας λείπουν γιατί στο μισοσκότεινο δωμάτιο ζύγωσαν το κρεβάτι του παιδιού, το χάιδεψαν, άφησαν στο μέτωπό του το αστεράκι του ήσυχου ύπνου, κι όταν βγήκαν από κει πέρασαν στη δράση, το έκαναν ξέροντας πόσο πολλά είχαν να χάσουν, και το έκαναν με την αποφασιστικότητα αυτού που ξέρει ότι έχει δίκιο.
Οταν τους έπιασαν, όταν άρχισαν να μας λείπουν, οι μάρτυρες που δεν είχαν δει τίποτα, ψιθύρισαν: «Κάτι θα 'χουν κάνει για να τους πιάσουν έτσι», κι είχαν δίκιο, γιατί δεν έκαναν απλώς κάτι αλλά πολλά: ονειρεύτηκαν πως μπορεί να ζήσει κανείς ο όρθιος, ονειρεύτηκαν πως η μοίρα του ανθρώπου δεν μπορεί να είναι πάντα κάτεργο, ονειρεύτηκαν πως μπορεί να γίνουν ευτυχισμένοι όλοι οι άνθρωποι, ονειρεύτηκαν να θεσπίσουν έναν δίκαιο νόμο, μπροστά στον οποίο είμαστε όλοι ίσοι. Και τόλμησαν να θελήσουν να πραγματώσουν τα όνειρά τους, γιατί αυτοί που μας λείπουν, χωρίς τυμπανοκρουσίες ή ματαιοδοξίες, άγγιξαν την υπέρτατη διάσταση στην οποία μπορεί να φτάσει ένας άνθρωπος, και γι'αυτό ακριβώς μας λείπουν: γιατί ήταν επαναστάτες.
Ανδρώθηκαν τη χειρότερη εποχή κι έκαναν ό,τι μπορούσαν για να την κάνουν να είναι η καλύτερη. Ανακάλυψαν ότι η Ιστορία ήταν μία απάτη, κι έγιναν σοφοί για να την ξαναγράψουν με την καλλιγραφία της αξιοπρέπειας. Ηταν προορισμένοι να θριαμβεύσουν, και προτίμησαν να είναι μοναχικοί. Πέταξαν από πάνω τους το πετσί της πατρίδας κι έγιναν μέλη της μεγάλης ανθρώπινης οικογένειας.
Αυτοί που μας λείπουν, δεν έχουν αγάλματα στα πάρκα, αλλά ζουν ακέραιοι στη μνήμη μας. Είχαν μακριά μαλλιά, φορούσαν παντελόνια «καμπάνα», γερά παπούτσια για μεγάλες πορείες και μάλλινα πουλόβερ για τις νύχτες δράσης και προπαγάνδας, κάπνιζαν βαριά τσιγάρα, έπιναν κόκκινο κρασί, τραγουδούσαν τραγούδια του Λέο Δαν και των Ιρακούντος, οι άνδρες αγαπούσαν -δίκην κοινού μυστικού- την Τζάνις Τσόπλιν και οι γυναίκες ανακήρυσσαν τον Σάντρο ως το πιο αρσενικό των αρσενικών. Κάπου κάπου κάπνιζαν κανένα πουράκι, κάπου κάπου τους καιγόταν το ψητό. Μιλούσαν για τα πάντα για να ανακαλύψουν ξανά την αξία των λέξεων, κι όταν άρχισαν να μας λείπουν, η σιωπή τους μπροστά στους δήμιους ήταν τα λόγια τους που μας κληροδότησαν.
Από αυτούς τους ανθρώπους μας έχουν μείνει κάποιες φωτογραφίες που δεν θέλουν να είναι αντικείμενα μας θρηνωδίας. Αυτό που θέλουν, είναι να τις πάει κανείς στην αυλή του σπιτιού, κι εκεί, τη στιγμή που κάποιος ή κάποια πει: «Τι λέτε; Πίνουμε κάνα μάτε;» και τα βλέμματα αρχίσουν να ψάχνονται μέσα στη γλυκιά και σιωπηρή συνεννόηση των δικαίων, εκείνες κι εκείνοι, αυτοί που τόσο μας λείπουν, θα βγουν απ'την εικόνα τους και θα υψωθούν στην υπέρτερη των συνωμοσιών, στη θεμελιώδη συνομωσία κατά του ψεύδους που επιχειρεί να διαγράψει το παρελθόν με χρηματισμούς.
Ας μάθουμε να ζούμε μ'αυτούς που μας λείπουν, επειδή αποτελούν κομμάτι μας, επειδή ξέρουμε γιατί μας λείπουν , κι επειδή την απουσία τους την αναπληρώνουμε με καμάρι".
Αυτές τις μέρες, που συζητείται η ιδιαιτερότητα του σκανδιναβικού μοντέλου στην αντιμετώπιση του κοροναϊού, το βιβλίο αυτό αποκτά ένα είδος επικαιρότητας. Γραμμένο πριν το 1994, δεν έχει φυσικά καμία σχέση με την πανδημία του 2020. Έχει όμως σχέση με τη ψυχοσύνθεση και τη συμπεριφορά των Σκανδιναβών, μέσα και έξω από τα τείχη του σπιτιού, της πόλης ή και της χώρας τους.
Ο Dag Solstad (Νταγκ Σούλστα), γεννημένος το 1941 στη Νορβηγία, πολυγραφότατος και πολυβραβευμένος, προταθείς επί σειρά ετών για το βραβείο Νόμπελ, κομμουνιστής και ποδοσφαιρόφιλος, συνεχίζει την γνώριμή μας από την λογοτεχνία και τον κινηματογράφο παράδοση των Σκανδιναβών να αποδίδουν μοναδικά τις ύπουλα απόμακρες και σιωπηλά σπαρασσόμενες ανθρώπινες σχέσεις. Μια αίσθηση ψυχρότητας, που συχνά αγγίζει την σκληρότητα, αλλά και βιωμένης ντροπής και αξιοπρέπειας, οδηγεί αργά αλλά σταθερά στην τραγωδία και στην διαπίστωση: ό,τι μας συμβαίνει «είναι απαίσιο αλλά τίποτα δεν μπορεί να γίνει».
Αυτή είναι και η κατάληξη του ήρωα του βιβλίου, φιλόλογου σε ένα Λύκειο στο Όσλο, την πρωτεύουσα της Νορβηγίας. Λίγο αλκοολικός, πολύ μεσοαστός, γύρω στα πενήντα, με μια γυναίκα «εξωπραγματικά όμορφη» κάποτε, «που οι δεκαετίες είχαν προσθέσει πάνω της πολλά κιλά».
Το βιβλίο έχει μια ασυνήθιστη δομή. Στις πρώτες 53 σελίδες έχουν συμβεί όλα. Η τραγωδία έχει συντελεστεί. Όργανο της μοίρας είναι η ομπρέλα του εξωφύλλου.
Στις υπόλοιπες 110 περίπου σελίδες, με έναν τρόπο κυκλικής επαναφοράς, ο συγγραφέας αφηγείται τη ζωή του ήρωά του, του Ελίας Ρούκλα. Την ζωή του ως φοιτητή στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου του Όσλο γύρω στο 1966, τις φιλοσοφικές του αναζητήσεις, και κυρίως την στενή φιλία του με έναν εκκολαπτόμενο λαμπρό φιλόσοφο, μελετητή του Κάντ, αστέρι της Σχολής και αγαπημένο των φοιτητριών. Η στενή φιλία τους θα συνεχισθεί και μετά το γάμο του τελευταίου με μια εκθαμβωτικά όμορφη κοπέλα και τη γέννηση της κόρης τους. Η ανατροπή θα συμβεί όταν ο φίλος τού ήρωά μας, ο χαρισματικός και αφοσιωμένος μαρξιστής, θα φύγει ξαφνικά για την Αμερική, για να «μπει στην υπηρεσία του μαρξισμού» αφήνοντας συγχρόνως πίσω του σύζυγο και κόρη. Με πικρή ειρωνεία σχολιάζει ο συγγραφέας: «Δεν παραξενεύτηκε ο Ελίας, ο Γιόχαν ήταν αφοσιωμένος μαρξιστής. Ο μαρξισμός τού πρόσφερε έναν έξοχο οδηγό ερμηνείας των ονείρων τού λαού, μεγάλο πλεονέκτημα αυτό, αν λάβεις υπόψη τη δομή της κοινωνίας μας… Κι όταν ρώτησε για την Εύα (και την Καμίλα), και κατάλαβε ότι εκείνες δεν είχαν θέση στη ζωή του φιλοσοφικού συμβούλου και εξηγητή ονείρων στις ΗΠΑ, έπαθε σόκ, αλλά τη φράση «αυτές τις αφήνω στην επιμέλειά σου», την αντιμετώπισε ως έναν μεγάλο σαρκασμό. Αισθάνθηκε πόνο και διανοητική σύγχυση». Η προδοσία της φιλίας και των πολιτικών απόψεων της νιότης, η ξαφνική ανάληψη ενός καθήκοντος, της προστασίας της εγκαταλελειμμένης συζύγου, για την οποία τον έτρωγε μια χρόνια κρυμμένη επιθυμία, καθόρισαν την ενήλικη ζωή του Ελίας Ρούκλα. Και στη συνέχεια «ήταν ένας συνηθισμένος, κοινωνικά ευαίσθητος νορβηγός πολίτης, που διάβαζε εφημερίδες, έβλεπε τηλεόραση χαμένος στις σκέψεις του και πήγαινε στη δουλειά του καθημερινά στο Λύκειο Φάγκερμποργκ. Το μόνο εντυπωσιακό πράγμα στη ζωή του ήταν ο γάμος του με μια τόσο όμορφη γυναίκα…». Ο παράξενος αυτός γάμος όμως απέτυχε, καθόσον «ζούσε ο καθένας στον κόσμο του, στο ίδιο διαμέρισμα». Η δημοκρατία τον απογοήτευσε, οι εφημερίδες και η τηλεόραση είχαν πάψει να απευθύνονται σ΄αυτόν, ακόμη και οι υψηλού πολιτισμικού επιπέδου συνάδελφοί του ασχολούνταν μόνο με την αύξηση των μισθών ή τις δόσεις από τα δάνειά τους. «Όλα τα είχαμε αυτό μας έλειπε! Να μη νιώθει πια βαθιά δημοκρατικός μέσα του! Τι θα ακολουθούσε; Έφταιγε η εποχή του που τον είχε ξεπεράσει;». Αυτή η προσωπική ήττα θα διαρκούσε για πάντα.
Όλα τα παραπάνω έπονται του αριστουργηματικού πρώτου μέρους του βιβλίου. Σ’αυτό ο Solstad διεισδύει στην Αγριόπαπια του Ίψεν, στην ψυχολογία των βαριεστημένων εφήβων, που ακούν την ανάλυσή της εν ώρα μαθήματος, και κυρίως στον ψυχικό δυϊσμό του ήρωα, του καθηγητή, που ενώ αντιλαμβάνεται ότι «οι μαθητές αδιαφορούσαν αραχτοί στα θρανία», παρασύρεται από την έμπνευσή του στην ανάλυση του ιψενικού έργου.
Όποιος διαβάσει το βιβλίο του Solstad είναι βέβαιο ότι θα ξαναγυρίσει στην Αγριόπαπια, αυτό το αλλόκοτο έργο του Ίψεν, με τα μυστικά και τα ψέματα μεταξύ συγγενών και φίλων, και την τραγική κατάληξη. Στη ζωή του ήρωα του βιβλίου, αμέσως μετά το τέλος του αποτυχημένου μαθήματος, έρχεται μια στιγμή υπαρξιακής κρίσης και εκτόνωσης συσσωρευμένου θυμού, η οποία θα τον «θέσει εκτός δουλειάς και εκτός κοινωνίας».
Η αφήγηση του Solstad πλησιάζει αργά τον στόχο της, και όταν τον χτυπάει, απομακρύνεται με τον ίδιο αργό ρυθμό. Με άλλα λόγια, ο συγγραφέας οργανώνει μια απλή φαινομενικά διήγηση, παρεμβάλλει μια φράση στοχαστική, αινιγματική ή και προκλητική ξαφνιάζοντας τον αναγνώστη και επανέρχεται σε μια καθημερινή περιγραφή.
Η εύστοχη μετάφραση αυτού του βιβλίου, αλλά και όσων πρόκειται άμεσα να κυκλοφορήσουν στα ελληνικά, του σπουδαίου και πολυμεταφρασμένου νορβηγού συγγραφέα, επιδοτήθηκε από τον Οργανισμό Norwegian Literature Abroad, του Νορβηγικού Υπουργείου Πολιτισμού. Η έστω και με πολλά χρόνια καθυστέρηση στη μετάφραση του Solstad στη γλώσσα μας φέρνει σε επαφή το αναγνωστικό κοινό με έναν άξιο συνεχιστή των μεγάλων συγγραφέων και ανατόμων των ανθρώπινων σχέσεων από τις Σκανδιναβικές χώρες.