Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Παρασκευή 7 Δεκεμβρίου 2018

Εγχώρια Τηλεοπτική Βιοτεχνία… …μεγέθους επαρχιακού εργαστηρίου για λουκάνικα

Εγχώρια Τηλεοπτική Βιοτεχνία…

Κεφάλι στρουθοκαμήλουμέσα μέσα στο κουτί μιας τηλεόρασης


…μεγέθους επαρχιακού εργαστηρίου για λουκάνικα
Ανέκαθεν … πρωί, μεσημέρι, βράδυ … εντός και εκτός συνόρων, η τηλεόραση αποτελούσε το απόλυτο αντ-εκπαιδευτικό μέσο που όχι μόνο δεν προσέφερε τίποτα αλλά μπορεί από ΚΑΤΙ να σε μετέτρεπε σαν άνθρωπο σε ΤΙΠΟΤΑ.
Το να μπορείς να παρακολουθείς τον παλμό του Μέσου, για να είσαι ενήμερος πως σκέφτονται ή απλά δεν σκέφτονται στα εκάστοτε εκτελεστικά αρχηγεία, είναι μεγάλη τέχνη που μόνο λίγοι και καλά θωρακισμένοι είναι σε θέση να αντιμετωπίσουν χωρίς να κιτρινίσουν ολούθε.
Βέβαια, από το ότι το φαινόμενο συνέβαινε «ανέκαθεν» και μάλιστα «εντός και εκτός συνόρων» που είναι μια αλήθεια που δεν εξαιρεί εποχές και χώρες, καταλήξαμε στο «σημερινό εγχώριο φαινόμενο» που η κατάντια του έχει χαθεί στα άδυτα του πηγαδιού, είναι μια ολοκαίνουργια πραγματικότητα.
Αυτήν, ακριβώς, τη ‘φρέσκια και ντόπια’ πραγματικότητα σχολιάζει ο Νίκος Μαστοράκης  παρακάτω:

Η εγχώρια τηλεοπτική βιοτεχνία (μεγέθους επαρχιακού εργαστηρίου για λουκάνικα) έχει μια ιδιόμορφη αποκλειστικότητα, που δεν τη συναντά κάποιος ούτε στην τηλεόραση της Ζουαζιλάνδης: Μεγάλο μέρος του προγράμματος των καναλιών δεν είναι πρωτογενές, αλλά έντεχνα (κακότεχνα) κλεμμένο, αφού πρωϊνάδικα, μεσημεριανάδικα και απογευματινάδικα, 7 μέρες την εβδομάδα μηρυκάζουν («αναμασούν», ανόητε, πάψε να ρωτάς για τις άγνωστες λέξεις) τη δική τους τροφή αλλά και την ήδη μασημένη άλλων καναλιών.
Κατσίκες και αγελάδες των τρίωρων δεν παράγουν παρά μόνο 10 λεπτά πρωτογενούς υλικού (κατά κανόνα κάποιο ανόητο και βαρύτατα μεταχειρισμένο θέμα ρεπορτάζ ή κάποια συμπτωματική συνέντευξη με δήθεν celeb στα ξεφτιλέ εγκαίνια ή επίδειξη ενός τριτοκοσμικού που πληρώνει ξεπεσμένους celeb για να έχει κάλυψη από τα εξίσου ξεφτιλέ προγράμματα) ενώ όλο το υπόλοιπο τρίωρο, με εξαίρεση τα άκρως συναρπαστικά σποτς του Ριχάρδου, του Medi Jeunesse, γιλέκων, επιδέσμων, σωβράκων ακράτειας και άλλα παρόμοια καλής αισθητικής telemarketing, συντίθεται από βαρετή φλυαρία και τα μηρυκαστικά (η παρουσιάστρια με το συμφοριασμένο πάνελ που αποτελείται από ασήμαντους ρεπόρτερ, ανεπάγγελτα αγορίτσια, παίκτες ριάλιτι, σουσούδες της σαχλής κοινωνίας και κάποιο “γνωστό” ξέκωλο) αναμασούν κλεμμένο υλικό, τόσο από συνάδελφα κανάλια που επίσης κλέβουν — άρα ο κλέφτης του κλέφτη δεν είναι κλέφτης — ή από το ένοχο λιμάνι πειρατικών αναρτήσεων, το YouTube. Από εκεί άλλωστε κλέβουν υλικό και τα κεντρικά δελτία, όταν ξεμένουν από το ελάχιστο για το οποίο έχουν πληρώσει δικαιώματα.
Πίθηκος 1Φωνάζει ο κλέφτης…
Ο κλέψας του κλέψαντος, όταν τον τραβήξεις στα δικαστήρια (αν έχεις δηλαδή αντοχή να περιμένεις οκτώ χρόνια μέχρι να τελεσιδικήσει η υπόθεσή σου) ισχυρίζεται ξεδιάντροπα μπροστά στον πρόεδρο «δεν το κλέψαμε, το κατεβάσαμε από το YouTube». Oσο για την αλληλοκλοπή, οι κατεργαραίοι μεταξύ τους συμπράττουν στην ομερτά του «δε λέω τίποτα» επειδή όλοι χρειάζονται όλους για να καλύψουν τα ημιθανή τους τρίωρα. Παράλληλα με αυτό το είδος της κλοπής, έχει εξελιχθεί και ένα άλλο: η χρήση μουσικής για υπόκρουση σε σήριαλ αλλά και για «φόντο» στα τρίωρα που έχουν και… DJ στο στούντιο. Τα κανάλια ξέρουν ότι παρανομούν και κλέβουν αλλά έχουν ένα πρόστυχο άλλοθι: «Πληρώνουμε την ΑΕΠΙ (όταν υπήρχε) και δίνουμε λίστες των συνθέσεων». Πίτσες μπλε, δηλαδή. Ο νόμος ορίζει σαφώς ότι αυτά τα ψυχία που χρέωνε τα κανάλια η ΑΕΠΙ και έμπαιναν στις τσέπες των ιδιοκτητών, είναι για «εκτελεστικά» δικαιώματα. Για χρήση μιας μουσικής σύνθεσης σε οπτικοακουστικό έργο, απαιτείται η άδεια του δημιουργού. Μ’ αυτό το φτηνό κόλπο τα κανάλια κλέβουν κάπου δέκα εκατομμύρια τον χρόνο από δικαιώματα, αν τα είχαν ποτέ ζητήσει και πληρώσει.
Μετά μουσικής…
Σε καμιά άλλη τηλεόραση, σε καμιά άλλη χώρα ένα κανάλι δεν μπορεί να παίξει απόσπασμα από εκπομπή άλλου καναλιού χωρίς άδεια. Ακόμη και το λεγόμενο fair use για μερικά δευτερόλεπτα αποσπάσματος χάριν ενημέρωσης η απαραίτητου σχολίου δεν είναι ξεκάθαρο και πολλές φορές διώκεται. Αν λοιπόν υπολογίσουμε ότι για 30 δευτερόλεπτα ενός τραγουδιού, για χρήση του σε διαφημιστικό σποτ, οι δημιουργοί απαιτούν κάπου 10,000–20,000 ευρώ, αντιλαμβανόμαστε το μέγεθος της καναλοκλοπής των μη αυθεντικών μουσικών επενδύσεων, των «γεφυρών,» και του background music.
Κατσίκες και αγελάδες, μηρυκαστικά, μιξτ γριλλ πάνελ έχουν και άλλη μια πρωτιά: τον ευτελισμό και εξευτελισμό του αξιώματος «αρχισυντάκτης.» Θυμάμαι το δέος μας, όταν αρχισυντάκτης μας ήταν ο Φιλιππόπουλος, και το συγκρίνω με τους ρεζιλέ τίτλους στο τέλος ακόμη και εκπομπών μαγειρικής, όπου υπάρχει αρχισυντάκτης για τα μπρόκολα, αρχισυντάκτης για σουτιέν, αρχισυντάκτης για τα ξέκωλα, κάθε είδους αρχισυντάκτης.
Πίθηκος 2Γλωσσοφωνιάδες
Σε όλα αυτά τα παράδοξα, ας προσθέσουμε και άλλη μια διεθνή πρωτιά: η ελληνική τηλεόραση είναι η μόνη που επιτρέπει αβασάνιστα την εκφορά δημοσίου λόγου των αγράμματων επαγγελματιών και τη στρέβλωση της γλώσσας, όταν ο θεατής (ειδικά εύπλαστων ηλικιών) ακούει από τον ματσουκοφόρο ρεπόρτερ «έτσι ούτως ώστε» «των πληγέντων περιοχών» «σε ασφαλή σημείο» και εκατοντάδες άλλα τέρατα. Έχουμε λοιπόν μια τηλεόραση συρραπτική, κλέφτρα, ανεύθυνη, ξεδιάντροπη, μια κοινωνία κλεπτών και μηρυκαστικών και με αυτή πρέπει να ζήσουμε, αν δεν έχουμε δραπετεύσει ήδη στον πλανήτη Netflixη στον πλανήτη Amazon Prime, η έστω και στους εγχωρίους του πλανητικού μας συστήματος (Nova κλπ.) που και ακριβές συνδρομές έχουν, είναι ελάχιστο το ελληνικό τους προϊόν και απλώς υποτιτλίζουν διεθνή παραγωγή.
Απ’ ολότελα….
Πηγή: Kourdisto Portkali
https://www.macroskopio.gr/el

Ο Frankenstein και η Εκμηδένιση του Κόσμου

Ο Frankenstein και η Εκμηδένιση του Κόσμου

Frankestein


Οι κοινωνικές συνέπειες μιας γραμμής πληροφοριών κακής ποιότητας
Διανύουμε μια εποχή κατά την οποία πληροφορίες αποτελούν κεφάλαιο κι εξαιρετικά πολύτιμη στρατηγική πηγή. Ασύλληπτοι όγκοι πληροφοριών παράγονται, προβάλλονται, διαχέονται κι αποθηκεύονται με ταχύτητες χωρίς προηγούμενο. Παρά την αφθονία, όμως, συναντάται το παράδοξο της απουσίας ουσιαστικής πληροφόρησης και γνώσης. Πλέουμε σε έναν ωκεανό πληροφοριών, μα διψάμε για πληροφορίες και γνώση. Κι αυτό είναι μόνο η αρχή.
Ο Levent Orman, καθηγητής του Johnson Graduate School of Management, έγραψε στο ΙΕΕΕ Technology and Society Magazine ένα άρθρο με ακριβώς αυτόν τον τίτλο: «Το Παράδοξο Της Πληροφόρησης: Πνιγόμαστε Στις Πληροφορίες, Διψάμε Για Γνώση».[1] Σε αυτό το άρθρο υποστηρίζει πως το πρόβλημα έγκειται στο ότι η ποσότητα υπερίσχυσε της ποιότητας. Πνιγόμαστε, δηλαδή, σε έναν ωκεανό από πληροφορίες κακής ποιότητας.
Εκτιμά, ακόμα, πως οι λόγοι πίσω από αυτό είναι το χαμηλό κόστος για την παραγωγή πληροφοριών κακής ποιότητας, η ταχύτητα με την οποία πληροφορίες καθίστανται απαρχαιωμένες σε κοινωνίες έντασης πληροφοριών (information intensive) και τέλος στον ανταγωνισμό που προκαλείται από τη χρήση των πληροφοριών.
Ποιές, όμως, είναι οι κοινωνικές συνέπειες μιας γραμμής παραγωγής πληροφοριών χαμηλής ποιότητας και κόστους;
Μια κοινωνία που βομβαρδίζεται από τέτοιου είδους πληροφορίες, τροφοδοτείται - αν θεωρήσουμε ότι τροφοδοτείται - με γνώση εξίσου κακής ποιότητας Ακραία πλην δυνητική συνέπεια αυτού είναι μια οργουελική δυστοπία. Μια κοινωνία της οποίας η πνευματική τροφή είναι σκοπίμως της χείριστης διατροφικής αξίας προκειμένου να αμβλυνθεί η κριτική σκέψη και να πληγεί η ελεύθερη βούληση.
Ο γράφων δεν επιζητά να ξεσκεπάσει κάποια σκοτεινή παγκόσμια συνομωσία για την έλευση του Μεγάλου Αδερφού. Επιθυμεί, ωστόσο, να εκφράσει τη βαθιά προσωπική του ανησυχία για το μεσοπρόθεσμο μέλλον της ανθρώπινης κοινωνίας, που βάλλεται από την έλλειψη ουσίας και τη χειραγώγηση των παθών της.
ΤηλεόρασηΤο τελευταίο είναι εξίσου ανησυχητικό. Η εν πολλοίς αφανής 4η εξουσία, τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, ασκούν βαθιά κοινωνική επιρροή. Κι η επιρροή αυτή είναι αποτέλεσμα της - σχεδόν τελειοποιημένης πλέον - εργαλειακής χρήσης της εμπάθειας.
Βασική αρχή της εμπάθειας είναι η δυνατότητα να μπορεί ο δέκτης της πληροφορίας (αναγνώστης/θεατής/ακροατής) να ταυτιστεί με το θύμα (identifiable victim effect). Από τη στιγμή που κάτι τέτοιο είναι εφικτό, η τραγωδία του θύματος γίνεται προσωπική του τραγωδία. Ενεργοποιούνται οι ίδιοι νευρώνες, που θα ενεργοποιούνταν αν αισθανόταν σωματικό πόνο. Αισθάνεται συμπάθεια για το θύμα κι οργή για τον θύτη.
Έχει μικρή σημασία αν το θύμα είναι ένας ή πολλοί ή αν την ίδια στιγμή λαμβάνουν χώρα άλλες τραγωδίες σε μεγαλύτερη κλίμακα. Σημασία έχει με ποιον μπορεί να ταυτιστεί ο δέκτης κι αυτό εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τον τρόπο με τον οποίον μια πληροφορία προωθείται, κοντολογίς με την επικοινωνιακή στρατηγική.
Ενδεικτικά, η αμερικανική κοινωνία ταυτίστηκε περισσότερο με την εξαφάνιση της Natalee Holloway από την Aruba το 2005, παρά με την τότε εν εξελίξει γενοκτονία στο Darfur. Ομοίως, η ελληνική κοινωνία σήμερα ταυτίζεται περισσότερο με τη νεκρή φοιτήτρια στη Ρόδο, παρά με τον εμφύλιο στην Υεμένη, που αριθμεί πάνω από 85.000 νεκρά παιδιά κάτω των 5 ετών. 
Η εμπάθεια έχει εφαρμογή και στην πολιτική. Οι πολιτικοί επενδύουν τα μέγιστα στην επικοινωνιακή τους πολιτική, επιχειρώντας να ταυτιστούν με όσον το δυνατόν μεγαλύτερο μέρος της κοινωνίας, προκειμένου να κερδίσουν τη στήριξή του.
Το 1952 ο υποψήφιος Πρόεδρος του Δημοκρατικού Κόμματος και Κυβερνήτης του IllinoisAdlai E Stevenson, εμφανίστηκε με τρύπια τη σόλα του παπουτσιού του προκειμένου να κερδίσει τη συμπάθεια των λιγότερο εύπορων κοινωνικών στρωμάτων. Το ίδιο επικοινωνιακό trick επιχειρήθηκε κι από άλλους υποψήφιους και μετέπειτα Αμερικανούς Προέδρους.
Η εργαλειακή χρήση της εμπάθειας - ειδικά στην πολιτική - σαφώς και δεν είναι σημερινό φαινόμενο. Σήμερα, όμως, η χρήση της έχει διευρυνθεί και βελτιωθεί αισθητά, γιατί είναι μεγαλύτερη η κατανόηση των μηχανισμών που την προκαλούν.
Όπως σωστά υπογραμμίζει ο ψυχίατρος Paul Bloom, στο άρθρο του με τίτλο: «Το Μωρό Στο Πηγάδι: Η Υπόθεση Κατά Της Εμπάθειας» στον New Yorker[2]“αν καταλάβουμε πως λειτουργεί η εμπάθεια, ενδεχομένως να μπορούμε να την παράγουμε σε μεγαλύτερο βαθμό”. Ή να μην την παράγουμε καθόλου, συμπληρώνει ο γράφων. 
ΜόνιτορςΜια επικοινωνιακή στρατηγική είναι ικανή να οικοδομήσει ένα αφήγημα που προκαλεί εμπάθεια (συμπάθεια προς το θύμα κι οργή προς τον θύτη). Αυτό, όμως, μπορεί να λειτουργήσει και vice versaΜια επικοινωνιακή στρατηγική είναι ικανή να οικοδομήσει ένα αφήγημα που θα αποτρέψει την εμπάθεια.
Θυμίζει έντονα την ισοπεδωτική λογική πολλών ΜΜΕ να προβάλλουν ως ίσης σημασίας όλες τις πληροφορίες, εξοικειώνοντας σταδιακά την κοινωνία με σκληρές εικόνες, προβάλλοντάς τες πλάι-πλάι με άλλες περισσότερο ανάλαφρες ή λιγότερο σημαντικές. Δεν πρόκειται για μια συστηματική εξαχρείωση της κοινωνίας;
Η μορφή του τέρατος είναι αποκρουστική. Όταν όμως το πρόσωπο του τέρατος πάψει να μας τρομάζει, τότε πρέπει να φοβόμαστε γιατί αυτό σημαίνει ότι έχουμε αρχίσει να του μοιάζουμε.” είπε ο Μάνος Χατζιδάκις στο Τρίτο Πρόγραμμα του ραδιοφώνου της EPT ήδη από το 1978.[3]
Είναι βαθιά ανησυχητικό το πώς εκούσια ή ακούσια - μικρή σημασία έχει - διευκολύνεται το να γίνει ο Frankenstein poster και να στολίζει το δωμάτιο ενός όμορφου αγοριού.
Από την ώρα που ο Frankenstein γίνεται στόλισμα νεανικού δωματίου, ο κόσμος προχωράει μαθηματικά στην εκμηδένισή του. Γιατί δεν είναι που σταμάτησε να φοβάται, αλλά γιατί συνήθισε να φοβάται.” Κι η ακραία συνέπεια του αξιώματος είναι μια κοινωνία συνηθισμένη στη φρίκη και στον φόβο, μια κοινωνία που θα μοιάζει στο πρόσωπο του τέρατος. 
Άραγε η επιδεικτικά σιωπηρή πλειοψηφία παρατηρεί την αργή αυτή μεταστροφή; Δεν ανησυχεί; Δεν οργίζεται; Κι αν ναι, η οργή αυτή έχει γίνει ήδη καθιστική, καταδικασμένη να εκτονώνεται μόνο σε οργισμένα «κατηγορώ» στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης; Ή θεωρεί πως είναι ασφαλής πίσω από την αδιαφορία;
Ίσως, ο Μεγάλος Αδερφός και το καθεστώς του να μην είναι τόσο μακριά τελικά. Άλλωστε, πόσο μεγάλη είναι η απόσταση ανάμεσα σε μια κοινωνία που βομβαρδίζεται από πληροφορίες κακής ποιότητας, εξαχρειώνεται συστηματικά, αμβλύνεται η κριτική της σκέψη κι επιτρέπει την ποδηγέτηση των παθών και των απόψεων της από το «1984»;

Μάριος-Ανέστης Καϊτάζης
Αναγνώστης του Macroskopio

[1] Orman, L. (2015) “Information Paradox: Drowning in Information, Starving for Knowledge”. IEEE Technology and Society Magazine, 34 (4), pp. 63-73
[2] Bloom, P. (2013) “The Baby In The Well: The case against empathy”. The New Yorker, 20 Μαΐου. Διαθέσιμο στο:https://www.newyorker.com/magazine/2013/05/20/the-baby-in-the-well (Ανακτήθηκε 1/12/2018)
[3] Δαβαράκης, Α. ( 2010) «Tο Πρόσωπο του Τέρατος Πηγή», Protagon, 8 Ιανουαρίου. Διαθέσιμο στο: https://www.protagon.gr/epikairotita/ellada/to-proswpo-tou-teratos-986000000 (Ανακτήθηκε 1/12/2018)
https://www.macroskopio.gr/el

Φιλόδημος περί θανάτου

Φιλόδημος περί θανάτου

Όλες οι ελληνιστικές σχολές, ως γνωστό, θεωρούσαν ότι τα συναισθήματα, οι συγκινήσεις (τα πάθη) οι επιθυμίες, οφείλονται στις πεποιθήσεις. Ότι τα ψυχολογικά προβλήματα (όχι οι ασθένειες όπως η μανιοκατάθλιψη ή η σχιζοφρένεια ή οι ψυχώσεις, δηλαδή βλάβες που τις θεωρούσαν σωματικές – αλλά ό,τι παράγει και αναπαράγει την καθημερινή ανθρώπινη μιζέρια, ό,τι στέκεται εμπόδιο στην ευδαιμονία, αυτά δηλαδή από τα οποία πάσχει η πλειονότητα των ανθρώπων) οφείλονται σε πεποιθήσεις ή τουλάχιστον δεν είναι ανεξάρτητα από τις πεποιθήσεις.
Ένα πολύ απλό παράδειγμα: αν σου κλέψουν κάτι το οποίο δεν έχει για σένα καμία αξία, δεν θα στεναχωρηθείς – ενώ αν το θεωρείς πολύτιμο θα βυθιστείς στο πένθος ή θα εξοργιστείς, θα μισήσεις τον κλέφτη κλπ. Το θέμα λοιπόν είναι πώς αξιολογείς τα πράγματα· τα αξιολογείς με βάση τις ιδέες σου, άρα τα προβλήματά σου επιδέχονται φιλοσοφική θεραπεία. Αυτά σε χοντρές γραμμές.
[Ανοίγω μια παρένθεση για να επισημάνω πως συχνά χρησιμοποιείται καθ’ υπερβολή η έκφραση «φόβος του θανάτου». Ο φόβος του θανάτου δεν είναι πάντα ο κατάλληλος όρος. Τον χρησιμοποιούμε συμβατικά, αλλά και καταχρηστικά. Δεν πρόκειται απλώς και μόνο για «φόβο», ότι δηλαδή φοβάται κανείς την ώρα εκείνη που θα έρθει ο θάνατος να τον βρει ή φοβάται για το τι μπορεί να επακολουθεί.
Ένα αρχαίο ρήμα, που το χρησιμοποιεί και ο Επίκουρος, είναι το δείδωδέδιαδεδιέναι – εξ ου και το δέος. Το δέος είναι πιο ευρεία έννοια από τον φόβο. Άλλο είναι να λέμε «σε πιάνει δέος με κάτι» και άλλο ότι απλώς το φοβάσαι. Σε κάποιο σημείο λέει ο Επίκουρος, «Ό,τι δεν σε στενοχωρεί όταν είναι παρόν, δεν υπάρχει λόγος να θλίβεσαι όταν το περιμένεις να έρθει» (προσδοκώμενον κενῶς λυπεῖ). Χρησιμοποιεί τη λέξη λυπῶ.
Ή ας πούμε, μια άλλη επικούρεια έκφραση: ἀνύποπτον ο θάνατος. Το ὕποπτον, είναι αυτό το οποίο (όπως λέει το Λεξικό Liddel-Scott) βλέπουμε κατεβάζοντας τα φρύδια ή πλαγίως: ὅν βλέπει τις καταβιβάζων τὰς ὀφρῦς ἢ πλαγίως – το ρήμα είναι ὑφοράω: στραβοκοιτάω θα λέγαμε σήμερα.
Ο Φιλόδημος στην πραγματεία του Περί Θανάτου χρησιμοποιεί πάρα πολύ συχνά τη λέξη δηγμός (πόνος οξύς, δαγκωματιά – σήμερα λέμε, αυτός κάνει δηκτικά σχόλια), καθώς και το ρήμα νύττεσθαι (τρυπώ με αιχμηρό όργανο) – δεν χρησιμοποιεί τον όρο «φόβος του θανάτου».]
Η ιδέα του θανάτου μπορεί να φοβίζει τα μικρά παιδιά και τους θρησκευόμενους που φαντάζονται τιμωρίες μετά θάνατο· στον ενήλικα όμως, εκτός από φόβο προκαλεί απελπισία, λύπη για το ότι ο ίδιος θα αφανιστεί και θα ’ναι ανύπαρκτος για πάντα, άγχος, πόθο για αθανασία και πάει λέγοντας.
Όλοι ξέρουμε τι διαδρομές, τι μονοπάτια μπορούν να ακολουθήσουν μες στο νου μας, τι διαστάσεις μπορούν να αποκτήσουν, τι εμμονές μπορούν να προκαλέσουν –που συχνά δεν βρίσκονται και λόγια να τις περιγράψουν– και πόσο δύσκολο είναι να συμφιλιωθεί κανείς με την ιδέα ότι θα τελειώσει και θα λείψει για πάντα. Και βέβαια, όλοι ξέρουμε πώς δένουν όλα αυτά με τη θρησκευτικότητα και με την ανάγκη για μεταφυσική παρηγοριά. Σε μεγάλο βαθμό οφείλονται σε ένα υπερτροφικό εγώ.
Και υπερτροφικό εγώ δεν έχουν μόνο οι αλαζόνες, οι μεγαλοσχήμονες και οι φαφλατάδες. Θα το βρεις και σε ανθρώπους σεμνούς και χαμηλών τόνων, που αδυνατούν να συμφιλιωθούν με την ιδέα ότι ο θάνατος είναι η ώρα όπου θα πρέπει να καλύψεις μια επιταγή που υπογράφηκε τη στιγμή που γεννήθηκες. Ή με την ιδέα πως δεν είσαι παρά ένα μόριο σκόνης μέσα στο σύμπαν, ένα βιολογικό συμβάν μέσα στη φύση ανάμεσα σε τρισεκατομμύρια άλλα βιολογικά συμβάντα που έχουν υπάρξει και υπάρχουν μέσα στη φύση.Ή απλά να πεις, όπως είπε ο Ιουλιανός ο αυτοκράτορας την ώρα που πέθαινε στα 31 του χρόνια,
«Ήρθε τελικά για μένα η στιγμή, φίλοι μου, ν’ αφήσω αυτή τη ζωή, την οποία επιστρέφω χαρούμενος στη Φύση, σαν τίμιος οφειλέτης».
Ο Ιουλιανός είχε μια –νεοπλατωνικού τύπου– μεταφυσική παρηγοριά. Αντίθετα οι Στωικοί και οι Επικούρειοι δεν είχαν να προσφέρουν μεταφυσική παραμυθία. Η θεραπεία έπρεπε να βασίζεται σε φιλοσοφική/ορθολογική επιχειρηματολογία. Και όφειλε να απαλλάξει το νου από όλα τα παραπάνω εμπόδια που ορθώνονται στο δρόμο για την ευδαιμονία.

Εν πάση περιπτώσει, οι Επικούρειοι αναγνωρίζοντάς τα, όλα τα παραπάνω, ως τα πιο καταστροφικά από τα αρνητικά πάθη, πάσχιζαν απ’ όλες τις μπάντες να τα εξουδετερώσουν. «Σου έχω φράξει όλες τις διόδους», λέει ο επικούρειος Μητρόδωρος. «Πᾶσαν σὴν παρείσδυσιν ἐνέφραξα … (Δηλαδή: δεν τα έχω αφήσει στην τύχη όλα αυτά, και δεν θα μπορέσουν να μπουν μέσα μου να μου φάνε την ψυχή. Δεν είμαι έρμαιο της Τύχης).
«Και σαν έρθει η ώρα να φύγω, θα φτύσω τη ζωή και όσους με ματαιοδοξία προσκολλώνται σ’ αυτήν, θα φύγω απ’ τη ζωή μ’ ένα ωραίο τραγούδι λέγοντας πόσο καλά την έζησα.»
Αυτό προσπαθεί ο Φιλόδημος στην πραγματεία του Περί Θανάτου, αυτό προσπαθεί και ο Λουκρήτιος στο ποίημά του Για τη φύση των πραγμάτων: να «φράξουν όλες τις διόδους».
Η πρωτοτυπία του Λουκρήτιου –αν και το πιο σωστό είναι να πούμε: η εντελώς πρωτοποριακή αντιμετώπιση– του θανάτου, είναι ότι δεν καταγίνεται μόνο με τις συνειδητές έγνοιες μας για το θάνατο, τις θλιβερές σκέψεις που κάνουμε, τις συνειδητές πεποιθήσεις και τις ιδέες που μας διακατέχουν. Αλλά, σε «παγκόσμια πρώτη» θα λέγαμε, άπτονται του υποσυνείδητου. Επιχειρούν να ερμηνεύσουν το «μυστικό κεντρί που κρύβεται μες στην καρδιά» (Λουκρήτιος, Για την φύση των πραγμάτων ΙΙΙ 870).
Ότι οφείλεται στο ότι, ακόμη κι αν πιστεύει κανείς πως ο θάνατος είναι ένα φυσικό γεγονός που ούτως ή άλλως θα συμβεί, και πάλι δε μπορεί να συμφιλιωθεί με την ιδέα. Σίγουρα μπορούμε να μιλάμε για «παγκόσμια πρώτη», μόνο που δεν ξέρουμε αν αυτή είναι του Επίκουρου, που έζησε 250 χρόνια πριν τον Λουκρήτιο, ή του ίδιου του Λουκρήτιου, ο οποίος ωστόσο στο ποίημά του, όπως λέει και ο ίδιος, ακολουθεί κατά πόδας τον Επίκουρο. Λέει τα εξής:
«… η πλεονεξία κι η τυφλή φιλοδοξία που εξωθούν τους δύστυχους ανθρώπους να καταπατούν το νόμο, και να πασχίζουν μέρα-νύχτα ν’ αναρριχηθούν στην κορυφή της εξουσίας – τούτες τις πληγές της ζωής, όχι λίγες φορές, τις τρέφει ο φόβος του θανάτου».
Ή πάλι:
«Σπρωγμένοι απ’ αυτόν τον αβάσιμο φόβο, αυγατίζουν το βιός τους με το αίμα των συμπολιτών τους και άπληστοι διπλασιάζουν τα πλούτη τους» (Λουκρ. ΙΙΙ 75)
Κι αυτό γιατί, όπως ακριβώς λέει ο Λουκρήτιος, η συσσώρευση πλούτου κάνει τον κάτοχό του να νιώθει πως παίρνει κάποια απόσταση από το θάνατο ενώ «η μαύρη φτώχεια, αταίριαστη με τη σίγουρη ζωή, μοιάζει να βρίσκεται πιο σιμά στο θάνατο» (ΙΙΙ.59-67). Όλα αυτά είναι ψυχολογικές ερμηνείες που αφορούν στον τρόπο που δρα το υποσυνείδητο. Ένα άλλο, πιο γνωστό απόσπασμα:
«Κάποιον που σκυλοβαριέται να μένει μες στο σπίτι τον βλέπεις να βγαίνει έξω συχνά· και ξαφνικά κάτι τον πιάνει και ξαναγυρνάει σπίτι, γιατί έξω δε νιώθει καθόλου καλύτερα. Ξεκινάει μετά για την εξοχική του βίλα, οδηγώντας ξέφρενα την άμαξα με τ’ άλογά του, θαρρείς κι έχει πιάσει φωτιά η έπαυλη και τρέχει να προλάβει». [Συχνά κι εμείς τα καλοκαίρια καθ’ οδόν προς Χαλκιδική βλέπουμε τον άλλο να γκαζώνει στα 130 χλμ την ώρα για να φτάσει στο εξοχικό του, ενώ θα μπορούσε να πηγαίνει με 80]. Και συνεχίζει ο Λ. «Με το που φτάνει στο κατώφλι, αρχίζει να βαριέται και να χασμουριέται ή πέφτει βαρύς να κοιμηθεί ζητώντας λησμονιά στον ύπνο ή πάλι ξεκινά να φύγει γιατί βιάζεται να επιστρέψει στην πόλη.
»Αν μπορούσαν οι άνθρωποι, εκεί που νιώθουν ένα βάρος να τους πλακώνει την ψυχή και να τους εξουθενώνει, να συλλάβουν τα αί­τιά του και να μάθουν από τι προέρχεται τούτος ο όγκος του κακού που τους έχει κάτσει στο στήθος, τότε δεν θα έκαναν τη ζωή που τόσο συχνά τους βλέπουμε να κάνουν τώρα, όπου δεν ξέρουν τι θέ­λουν, και διαρκώς ζητούν ν’ αλλάξουν τόπο, θαρρείς και μπορούν έ­τσι να ρίξουν χάμω το φορτίο τους.
»Έτσι προσπαθεί ο καθένας να ξεφύγει από τον εαυτό του· μα πα­ρά τις προσπάθειες, ξέρουμε ότι δεν κατορθώνει ποτέ να δραπετεύ­σει, μένει δεμένος με τον εαυτό του και τον μισεί· κι αυτό γιατί εί­ναι ένας άρρωστος που δεν ξέρει την αιτία της αρρώστιας του· γιατί αν την έβλεπε, θα παρατούσε όλα τ’ άλλα και θα φρόντιζε πάνω απ’ όλα να κατανοήσει τη φύση των πραγμάτων».
Με τέτοιες λεπτές ψυχολογικές ερμηνείες και διαγνώσεις που συσχετίζουν με την ιδέα του θανάτου ένα μεγάλο αριθμό δραστηριοτήτων, o μαθητής αποκτά μια επίγνωση, κι αυτό είναι ήδη ένα βήμα προόδου προς τη θεραπεία.
Για τη θεραπεία, οι Επικούρειοι επιστρατεύουν μια μεγάλη γκάμα επιχειρημάτων (άλλοτε η επιχειρηματολογία έχει αυστηρώς ορθολογικό χαρακτήρα, άλλοτε πάλι χρησιμοποιεί ρητορικά και λογοτεχνικά σχήματα). Δεν επιτρέπει η οικονομία αυτής της ομιλίας να τα παραθέσουμε, πόσο μάλλον να τα αναπτύξουμε.
Ενδεικτικά μόνο να αναφέρω ένα από αυτά, το λεγόμενο «επιχείρημα της συμμετρίας»:
Αιώνες, άπειρο χρόνο προτού γεννηθούμε, δεν υπήρχαμε, και δεν μας πείραζε καθόλου αυτό, ακριβώς επειδή δεν υπήρχαμε. Το ίδιο, και μετά το θάνατό μας, δεν θα υπάρχουμε και δεν θα μας πειράζει καθόλου αυτό, ακριβώς επειδή πάλι δεν θα υπάρχουμε.
 Ή πάλι, μια ρητορικού χαρακτήρα επιχειρηματολογία που μας προτρέπει να αναλογιστούμε το θάνατο τόσων και τόσων σπουδαίων ανθρώπων συγκρίνοντας τον εαυτό μας με τους ανθρώπους αυτούς. Λέει για παράδειγμα ο Λουκρήτιος:
«Ακόμη κι ο Επίκουρος, σαν έφτασε το φως της ζήσης του στο τέρμα, πέθανε κι αυτός – αυτός που με το πνεύμα του ξεπέρασε τους πάντες κι έσβησε όλους τους σοφούς, σαν ήλιος που ανατέλλει και σβήνει τ’ αστέρια. Ποιος είσαι εσύ που θ’ απορήσεις και θ’ αγα­νακτήσεις για το θάνατό σου, εσύ, ένας ζωντανός νεκρός σχεδόν, που το μεγαλύτερο κομμάτι της ζωής σου το χαράμισες στον ύπνο και ροχαλίζεις ξυπνητός και βλέπεις όνειρα διαρκώς με το νου τα­ραγμένο από αναίτιους φόβους, ανίκανος να βρεις την αιτία του κα­κού όταν οι έγνοιες σε συνθλίβουν από παντού κι εσύ παραδέρνεις μέσα στις πλάνες του μυαλού σου;»
Ο Φιλόδημος στο Περί θανάτου καταπιάνεται με λογιών-λογιών περιπτώσεις, εύκολες και δύσκολες, π.χ. την περίπτωση όπου θλίβεται κάποιος γιατί καταδικάστηκε άδικα σε θάνατο, ή τον πονάει η σκέψη ότι δεν θα τον θυμάται κανείς, ή ότι θα πεθάνει μακριά από την πατρίδα και τους αγαπημένους του, ή ότι θα πεθάνει άσημος, και πάει λέγοντας.
Λέει ακόμη, μεταξύ αστείου και σοβαρού, για την περίπτωση που κάποιος στεναχωριέται που θα πεθάνει χωρίς ν’ αφήσει απογόνους, και έτσι θα χαθεί το όνομά του (22.10).
«Κοιμήσου ήσυχος, το όνομά σου θα το έχουνε μυριάδες, για να μη πω αμέτρητοι συνονόματοί σου…» (καθεύδειν ἔξεστιν ἐπ’ ἀμφότεραμυρίων, μᾶλλον δ’ ἀπείρων τοῖς αὐτοῖς ὀνόμασιν προσαγορευθησομένων).
Ή για κάποιον που στεναχωριέται γιατί δεν έχει δικά του παιδιά να αφήσει την περιουσία του, και οι κόποι μιας ζωής θα πάνε σε κάποιους άλλους που θα την κληρονομήσουν (24.1):
«Μα τόσες και τόσες φορές, δεν συμβαίνει να είναι πιο ευχάριστο να αφήνει κάποιος την περιουσία του οπουδήποτε αλλού παρά σε συγκεκριμένα τέκνα!». (Λέει δηλαδή, πού ξέρεις ότι τα παιδιά που θα είχες θα ήταν τόσο εντάξει ώστε να τους αξίζει να σε κληρονομήσουν;). Χώρια που αυτοί οι άλλοι που θα σε κληρονομήσουν μπορεί να μην είναι ούτε φαύλοι ούτε ανάξιοι. (χωρὶς τοῦ μηδὲ φαύλους εἶναι μηδὲ ἀναξίους ἐνίοτε τοὺς κληρονομήσοντας). Αν πάλι είναι παλιάνθρωποι, μπορείς να πάρεις προφυλάξεις και να τα αφήσεις σε καλούς ανθρώπους και σε φίλους. Αν πάλι δεν έχεις τέτοιους, τότε, και μόνο γι’ αυτό το λόγο, είσαι αξιολύπητος, κι όχι επειδή…»– εδώ κόβεται το απόσπασμα, ο πάπυρος είναι κατεστραμμένος.
Μόνο σε δύο περιπτώσεις αναγνωρίζει ότι είναι φυσικό να θλίβεται κανείς που θα πεθάνει. Εδώ μάλιστα έχουμε να κάνουμε με μια εξέλιξη και εκλέπτυνση της θέσης του Επίκουρου ότι ο θάνατος δεν μας αφορά.
Αναγνωρίζει ότι το να αφήνεις πίσω σου γονείς ή παιδιά ή σύζυγο ή άλλους δικούς σου ανθρώπους που θα βρεθούν σε πολύ δύσκολη θέση (ἐν συμφοραῖς ἐσομένους) ύστερα από τον θάνατό σου ή ότι θα τους λείψουν τα αναγκαία, είναι φυσικότατο (ακριβώς αυτή τη λέξη χρησιμοποιεί, φυσικώτατον) σε κάθε λογικό άνθρωπο, περισσότερο από καθετί άλλο να φέρνει πόνο και δάκρυα. (Θέματα όπως αυτό, οι Στωικοί τα αντιμετώπιζαν διαφορετικά· η θέση τους συνοψιζόταν στο εξής: Αυτά που σου συμβαίνουν δεν εξαρτώνται από τη βούλησή σου, είναι «ἀπροαίρετα», άρα δεν φέρεις ευθύνη, επομένως δεν σε αφορούν· εφ’ όσον δεν περνάει από το χέρι σου να αλλάξεις την κατάσταση και δεν σου παρέχεται πεδίο ώστε να ασκήσεις την αρετή, δεν έχεις κανένα λόγο να θλίβεσαι…).
Η δεύτερη περίπτωση είναι το να πεθαίνει κάποιος πρόωρα, προτού προλάβει να αφομοιώσει και να ενστερνιστεί την επικούρεια φιλοσοφία. Ο Φιλόδημος παραδέχεται ότι είναι φυσικό να νιώσει κάποιος πόνο αν πρέπει να πεθάνει προτού κατακτήσει την τέλεια ευδαιμονία μέσω της φιλοσοφίας. Αλλά και αφού το πετύχει αυτό, πάλι χρειάζεται κάποιο, μικρό έστω, χρονικό διάστημα: ποσὸν χρόνον ἐπιζήσαντι.
Δεν προσδιορίζει πόσος χρόνος είναι αυτό. Κάποιοι μελετητές πάντως έχουν την άποψη ότι εδώ ο Φ. κάνει ένα είδος παραχώρησης. Φυσικά δεν παρεκκλίνει από την κύρια γραμμή. Κλείνει την πραγματεία του ως εξής:
Φιλόδημος Περί θανάτου (37.18): Το να καταλαβάνεσαι εξ απίνης και να συγκλονίζεσαι όταν ζυγώνει ο θάνατος, θαρρείς και συμβαίνει κάτι απροσδόκητο και παράδοξο, είναι ηλιθιότητα, συμβαίνει όμως έτσι με τον περισσότερο κόσμο, που δεν ξέρει πως ο καθένας άνθρωπος, ακόμα κι αν είναι πιο δυνατός κι από τους Γίγαντες, ἐφήμερός ἐστιν ως προς τη ζωή και το θάνατο, και του είναι άδηλο, όχι μόνο το αύριο αλλά και η αμέσως επόμενη στιγμή.
Γιατί σε ό,τι αφορά στο θάνατο όλοι μας ἀτείχιστον πόλιν οἰκοῦμεν και τα πάντα είναι γεμάτα από αιτίες που τον προκαλούν – τόσο επειδή τέτοια είναι η φυσική μας σύσταση έτσι αδύναμοι που είμαστε και η ψυχή εύκολα μπορεί να εκπνεύσει, όσο και επειδή το περιβάλλον μας σε συνδυασμό με την τύχη παράγει αναρίθμητα αίτια της διάλυσής μας, και μάλιστα πολύ συχνά σε χρόνο dt (differential of time). Με την ταχύτητα της σκέψης (ἅμα νοήματι).
Βάλε ακόμη και την κακία των ανθρώπων που επιφέρει ακόμη περισσότερα αίτια θανάτου, ένα σωρό, που δυσκολεύεσαι και να τα φανταστείς. Οπότε, εκτός κι αν είσαι κανένας τιποτένιος (εὐτελέστατος), θα σου φανεί παράδοξο όχι το ότι πεθαίνει κάποιος αλλά το ότι μένει ζωντανός για κάποιο χρονικό διάστημα, κι αν μάλιστα φτάσει ως τα γεράματα, θα σου φανεί και αφύσικο. Όμως υπάρχουν κάποιοι τόσο άσχετοι με την ανθρώπινη ζωή (ο Φ. τους λέει πάροικους της ζωής, δηλ. ξένους), κι όχι μόνο απλοί άνθρωποι του λαού αλλά και μεταξύ των λεγομένων φιλοσόφων.
Ο άλλος προγραμματίζει να ζήσει τόσα χρόνια στην Αθήνα για να ικανοποιήσει τη φιλομάθειά του, κι άλλα τόσα για να επισκεφτεί διάφορα μέρη της Ελλάδας και άλλων βαρβαρικών χωρών –όποια μέρη μπορεί να επισκεφθεί τελοσπάντων–, κι άλλα τόσα για διαλέξεις στην πόλη του κλπ. και για τις συναναστροφές του και πάει λέγοντας — και ξαφνικά, αόρατη, κρυμμένη η αναγκαιότητα έρχεται και του αφαιρεί τις μεγάλες ελπίδες.
Όποιος έχει μυαλό όμως, έχοντας ήδη αποκτήσει ό,τι αρκεί για να εξασφαλίζει με αυτάρκεια τον ευδαίμονα βίο, ευθύς αμέσως μετά, στην υπόλοιπη ζωή του περπατάει ἐντεταφιασμένος (ενν. προετοιμασμένος για τον τάφο) κι η κάθε μία μέρα είναι γι’ αυτόν κέρδος ίσο με μια ολόκληρη ζωή· κι όταν τούτη η ημέρα πάει να του αφαιρεθεί, αυτός ούτε εντυπωσιάζεται με τα όσα του συμβαίνουν ούτε τα ακολουθεί σαν κάποιος που υστερεί ως προς τον άριστο βίο, μόνο τραβά μπροστά, έχοντας δεχτεί τον επιπλέον χρόνο που του χαρίστηκε σαν κάποιος που του έλαχε μια σπάνια καλοτυχία και ευχαριστεί –ή ευγνωμονεί– τις περιστάσεις. [Εδώ μπορούμε να παραβάλουμε τον Επίκουρο, την Κύρια Δόξα 20: η διάνοιά μας, έχοντας εκτιμήσει σωστά τον σκοπό και τα όρια του σώματός μας και έχοντας διαλύσει τις ανησυχίες μας περί αιωνιότητας, ετοίμασε την τέλεια ζωή και δεν έχει πια ανάγκη τον άπειρο χρόνο. Δεν αποφεύγει την ηδονή αλλά ούτε, όταν οι περιστάσεις οδηγούν στην έξοδο από τη ζωή και όταν φτάνει στο τέλος της, δεν είναι λειψή ως προς τον άριστο βίο.]
Αντίθετα –συνεχίζει ο Φ.– ο κάθε κηφηνώδης (νωθρός πνευματικά) τύπος, ακόμη κι όταν γεράσει ούτε που αναλογίζεται ότι η ιδιοσυστασία μας είναι φθαρτή και θνητή και το θεωρεί εύλογο να λέμε πως είναι παράδοξο να βλέπουμε ένα γέρο καπετάνιο στα καράβια ή ένα γέροντα τύραννο αλλά όχι παράδοξο γενικά το να βλέπουμε γέρους ζωντανούς. Κι ακόμη κι όταν έχει πέσει επιδημία κι αρρωστήσει, αυτός δεν προσμένει το θάνατο αλλά μες στην γενικότερη σύγχυσή του δεν χάνει την ελπίδα της αθανασίας – και τον βλέπουμε να σκάει απ’ το κακό του για δυο χάλκινα νομίσματα, και να ρίχνει τα θεμέλια κτιρίων που δεν γίνεται να χτιστούν ούτε σε χίλια χρόνια.
Κανείς δεν θα ’λεγε πως τα πάθη αυτά διαφέρουν από το να νομίζουμε πως γυάλινα και κεραμικά σκεύη που τσουγκρίζονται συνεχώς με άλλα από σκληρό μέταλλο θα παραμένουν άθραυστα. Αλλά τέτοιοι άνθρωποι είναι φανερό πως απωθούν την ιδέα του θανάτου και πως είναι κολλημένοι στη ζωή επειδή τους πιάνει φρίκη με τον θάνατο κι όχι επειδή η ζωή τους είναι γλυκιά.
Κι όταν πια είναι ξεκάθαρη η όψη του θανάτου, τους φαίνεται σαν κάτι παράδοξο, και για το λόγο αυτό δεν αντέχουν ούτε τη διαθήκη τους να γράψουν, νιώθουν περικυκλωμένοι και πως τους βρήκε διπλή συμφορά για να χρησιμοποιήσουμε την έκφραση του Δημόκριτου. Αντίθετα, όσοι έχουν σώας τας φρένας, ακόμη κι αν για κάποια αιτία δεν βάζουν με το νου τους πως σύντομα θα φτάσουν στο τέρμα της ζωής τους, όταν τελικά βλέπουν καθαρά να ζυγώνει το τέλος, τότε αυτοί, μ’ ένα τρόπο που δεν μπορεί να περιγραφτεί στους αδαείς (ἀρρήτως τοῖς ἀγνοοῦσιν) διέρχονται –κάνουν μια βαθιά επισκόπηση (περιοδεύσαντες ὀξύτατα, ίσως μπορούμε να το μεταφράσουμε “αναλογίζονται έντονα”) το γεγονός ότι έχουν απολαύσει τα πάντα, όσο και το ότι θα έχουν πλήρη απώλεια αίσθησης με το θάνατο, κι έτσι ξεψυχούν ατρόμητοι…

***

Γιάννης Αβραμίδης –  εκδότης, επιμελητής εκδόσεων, ιδιοκτήτης του εκδοτικού οίκου “Θύραθεν“,
Πηγή: epicuros.net
Αντικλείδι , https://antikleidi.com
το βρήκα σε : Anastasia Kalantzi

COP24 : 12 χρόνια πριν την καταστροφή

COP24 : 12 χρόνια πριν την καταστροφή

Το 2018 σηματοδοτεί 30 χρόνια από τότε που η κλιματική αλλαγή για πρώτη φορά κηρύχθηκε ανθρωπογενές φαινόμενο. Δεδομένου ότι οι παγκόσμιες θερμοκρασίες βρίσκονται περίπου  1,5 ° C πάνω από τα προβιομηχανικά επίπεδα, το όριο που καθορίστηκε στη συμφωνία του Παρισιού το 2015, οι επιστήμονες ανησυχούν όλο και περισσότερο για το πώς οι αλλαγές στο περιβάλλον θα μπορούσαν να λειτουργήσουν για να επιταχύνουν τον ρυθμό με τον οποίο θερμαίνεται ολόκληρος ο πλανήτης. 

Η Αρκτική θερμαίνεται δύο φορές πιο γρήγορα από ότι ο υπόλοιπος πλανήτης και τα παράξενα πρόσφατα γεγονότα , όπως η καλοκαιρινή καταιγίδα , μπορεί να αποτελούν ένδειξη ότι τα προηγούμενα φυσικά αποθέματα άνθρακα δεν λειτουργούν σωστά.

Το 97%

Το 97,5% των επιστημόνων που δημοσίευσαν επιστημονικές έρευνες σχετικά με την κλιματική αλλαγή συμφώνησαν με τη συναίνεση ότι η υπερθέρμανση του πλανήτη προκαλείται από τον άνθρωπο ( μελέτη του 2010 από το Πανεπιστήμιο του Princeton).

Το 97,1% των σχετικών κειμένων για το κλίμα που δημοσιεύθηκαν εδώ και 21 χρόνια επιβεβαίωσαν την υπερθέρμανση του πλανήτη που προκαλείται από τον άνθρωπο ( μελέτη του 2013 που αφορά πολλαπλά ιδρύματα).

Το 97% της συναίνεσης στη δημοσιευμένη κλιματική έρευνα βρέθηκε να είναι ισχυρή και συνεπής με άλλες έρευνες των επιστημόνων του κλίματος και με επιστημολογικές μελέτες ( μελέτη 2016 που περιελάμβανε πολλά ιδρύματα).

Τι σκέφτεται το άλλο 3%;

Δεν υπάρχει συνεπές θέμα μεταξύ της συλλογιστικής του άλλου 3%. Κάποιοι λένε ότι "δεν υπάρχει υπερθέρμανση", άλλοι ρίχνουν τις ευθύνες στον ήλιο, στις κοσμικές ακτίνες ή τους ωκεανούς.

Η βιομηχανία ορυκτών καυσίμων έχει δαπανήσει πολλά εκατομμύρια δολάρια για τη σύγχυση του κοινού σχετικά με την αλλαγή του κλίματος. Αλλά ο ρόλος των ν συμφερόντων της βιομηχανίας πετρελαίων στην άρνηση της αλλαγής του κλίματος δεν είναι ο μόνος υπεύθυνος ο άλλος είναι η πολιτική . - John Cook, ερευνητής στην επικοινωνία για την κλιματική αλλαγή, Πανεπιστήμιο George Mason

Μια ανάλυση από τον Αμερικανό καθηγητή Robert Brulle διαπίστωσε ότι από το 2003 έως το 2010, οι οργανώσεις που προωθούν την παραπληροφόρηση του κλίματος έλαβαν περισσότερα από 900 εκατομμύρια δολάρια εταιρικής χρηματοδότησης το χρόνο. Από το 2008, αυξήθηκε η χρηματοδότηση μέσω δικτύων δωρητών που δεν μπορούν να εντοπιστούν (ονομάζονται "ATM σκοτεινού χρήματος"). Αυτό επέτρεψε στις εταιρείες να χρηματοδοτήσουν την άρνηση στην αλλαγή του κλίματος, κρύβοντας την υποστήριξή τους.

Το 2016, μια ανάλυση περισσότερων από 40.000 κειμένων από πηγές contrarian από τον Justin Farrell, έναν άλλο Αμερικανό καθηγητή, διαπίστωσε ότι οι οργανώσεις που έλαβαν εταιρική χρηματοδότηση δημοσίευσαν μεγαλύτερη παραπληροφόρηση σχετικά με το κλίμα.

Δεν αντιμετωπίζουμε το τέλος του κόσμου όπως προβλέπουν πολλοί οικολόγοι στα τέλη της δεκαετίας του 1980 και στις αρχές της δεκαετίας του 1990, αλλά αν δεν κάνουμε τίποτα για να μετριάσουμε την αλλαγή του κλίματος τότε θα υποφέρουν δισεκατομμύρια άνθρωποι - Mark Maslin, Λονδίνο

Πώς φτάσαμε ως εδώ; 

1997: Δημιουργία πρωτοκόλλου του Κιότο, που καθόρισε δεσμευτικούς στόχους για τις εκπομπές. Αποτυχία καθώς οι ΗΠΑ δεν την επικύρωσαν. 

2009: Η COP15 στην Κοπεγχάγη απέτυχε να επιτύχει συμφωνία σχετικά με δεσμευτικές δεσμεύσεις. 

2013: Η COP19 στη Βαρσοβία απέτυχε να οριστικοποιήσει οποιαδήποτε δεσμευτική συνθήκη. 

2015: Η COP21 στο Παρίσι δημιούργησε σημαντική αισιοδοξία με την επίτευξη συμφωνίας σχετικά με ένα νομικά δεσμευτικό σχέδιο δράσης. Ωστόσο, δύο χρόνια αργότερα, ο Αμερικανός πρόεδρος Donald Trump ανακοίνωσε την πρόθεσή του να αποσύρει τις ΗΠΑ από τη Συμφωνία των Παρισίων.

Οι φτωχότεροι και οι πλέον ευάλωτοι λαοί του κόσμου κινδυνεύουν περισσότερο από τις επιπτώσεις της αλλαγής του κλίματος, με πολλούςήδη να μεταναστεύουν από την άνοδο της στάθμης της θάλασσας, την αποτυχία των καλλιεργειών τους και τη μόλυνση.


Ποιο λίπος αυξάνει τον κίνδυνο εμφράγματος, καρδιακής ανεπάρκειας & θανάτου ανεξάρτητα από τον ΔΜΣ

  Ποιο λίπος αυξάνει τον κίνδυνο εμφράγματος, καρδιακής ανεπάρκειας & θανάτου ανεξάρτητα από τον ΔΜΣ Σινάνη Αικατερίνη Δευτέρα, 20 Ιανου...