Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Πέμπτη 27 Φεβρουαρίου 2025

ΟΛΑ ΟΣΑ ΘΕΛΕΤΕ ΝΑ ΜΑΘΕΤΕ ΓΙΑΒΤΗΝ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΧΑΡΤΑΕΤΟΥ ( ΜΙΑ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΤΟΥ ΜΙΧΑΛΗ ΤΖΙΩΤΗ)

 

ΟΛΑ ΟΣΑ ΘΕΛΕΤΕ ΝΑ ΜΑΘΕΤΕ ΓΙΑΒΤΗΝ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΧΑΡΤΑΕΤΟΥ ( ΜΙΑ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΤΟΥ ΜΙΧΑΛΗ ΤΖΙΩΤΗ)


Από το ιστολόγιο του Ν. Σαραντάκου "Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία"

Πριν από λίγο καιρό, ο φίλος μας ο Μιχάλης Τζιώτης μού έστειλε το κείμενο που θα διαβάσετε σήμερα,  που εξηγεί αναλυτικά τον  τρόπο για  να φτιάξετε χαρταετό -ή μάλλον χαρταετούς, διότι αναφέρει διάφορα είδη. Το δημοσιεύω σήμερα, έγκαιρα για την Καθαρή Δευτέρα, για όσους θέλουν να επιδοθούν στην τέχνη. 

Γράφει ο Μιχάλης ως εισαγωγή:

Τα έχουμε πει γι’ αυτό το ιστολόγιο. Ίσως είναι το πιο πλούσιο και δημοφιλές από όλα! Στο μέλλον θα είναι Πανδέκτης ιστορικών και πολιτισμικών απόψεων της πρώτης 35ετίας του 21ου αιώνα. Σκέφτηκα να το εμπλουτίσουμε με τους χαρταετούς και τις οδηγίες κατασκευής τους!

Κοκκινίζοντας από καμάρι για τα καλά λόγια, του δίνω  τον λόγο για να μας δώσει το πολύτιμο απόσταγμα της πείρας του,  περιμένοντας και τα δικά σας σχόλια επί του θέματος. Σημειώνω επίσης ότι στο ιστολόγιο έχουμε βάλει, πριν από μερικά χρόνια,  ένα απόσπασμα του Κοσμά Πολίτη για τα τσερκένια, τους χαρταετούς στη Σμύρνη πριν από την Καταστροφή.

Χαρταετοί! Τι μπορούμε να θυμηθούμε γι’ αυτούς; Τι χρειαζόμαστε για να φτιάξουμε έναν στο σπίτι; Στο πιο κάτω πόνημα ο Ενεστώτας μπερδεύεται με τον Αόριστο, γιατί ο ίδιος ο συντάκτης του κινείται σε δύο χρόνους, γιατί από το παρελθόν ανασύρει συναισθήματα και μνήμες… Λοιπόν:
Υπήρχαν οι εξάγωνοι, οι τετράγωνοι ή τετράπλευροι, τα φανάρια, και τα σμυρνάκια. Αυτά είναι τα βασικά σχήματα. Τα άλλα είναι παραλλαγές. Μερικοί νομίζουν πως ο χαρταετός με σκουλαρίκια είναι ξεχωριστό είδος! Αν το έλεγες στην πιτσιρικαρία της δεκαετίας του ’50 ή ’60 θα σε παίρνανε στο ψιλό. Οι τετράπλευροι που αναφέρθηκαν ήταν σχεδόν πάντα ιδιοκατασκευές των πιτσιρικάδων, αν έσπαζε μία από τις τρεις μάνες. Με τις δύο, ανάλογα με τη γωνία που τις κάρφωνες, έφτιαχνες τετράγωνους ή παραλληλόγραμμους.
Το βασικό σχήμα, το εξάγωνο, γινόταν με τρεις μάνες (από ελαφρύ ξύλο ή καλάμια, κατά προτίμηση, σχισμένα μαστορικά στη μέση). τις στερέωνες στο κέντρο (καλύτερα με βίδα λεπτή με ροδελίτσες για να μη βουλιάξει στο ξύλο, που έσφιγγε με το ανάλογο παξιμαδάκι, Το μέγεθος της βίδας και του παξιμαδιού της, ανάλογα με το μέγεθος της μάνας).

Μετά περνούσες σπάγκο περιμετρικά στο εξάγωνο. Λεπτομέρεια: Για να το πετύχεις αυτό, δηλαδή το δέσιμο του σπάγκου στην άκρη της κάθε μάνας, έκανες μια κοψιά/χαρακιά στη άκρη της μάνας κάθετη στο μέσο της άκρης της, παράλληλη στη μάνα, 5-7 χιλιοστομέτρων. Στην κοψιά αυτή έχωνες το σπάγκο μία ή δύο φορές και συνέχιζες στην άκρη της επόμενης μάνας. Όλες οι γωνίες στο κέντρο, οι επίκεντρες γωνίες, έπρεπε να είναι ακριβώς 60 μοίρες, και αυτό καθοριζόταν σε αυτή τη φάση.
Αν τώρα, αφού έδενες τον περιμετρικό σπάγκο σωστά, έβαζες έναν σπάγκο επιπλέον από το κέντρο του μέχρι τη μέση της κάθε πλευράς, και τον τέντωνες λίγο, τότε γινόταν το αστέρι ή αστράκι. Πώς γινόταν αυτό; Έδενες ένα σπάγκο στο κέντρο, τον περνούσες πάνω από την μέση μιας πλευράς και ξαναγύριζες στο κέντρο, τραβώντας τον όσο ήθελες για να πλησιάσει η μέση της πλευράς στο κέντρο, (με μέτρο, βέβαια, για να μπορέσεις να κάνεις το ίδιο και στις έξι πλευρές του εξαγώνου).  Για να βρεις ακριβώς τη μέση της πλευράς, την μετρούσες με το μέτρο και σημείωνες τη μέση με στιλό. Συνέχιζες κάνοντας το ίδιο στην επόμενη πλευρά (ή στην απέναντί της) και μετά στην επόμενη, μέχρι να γίνει η τσάκιση και στις 6 πλευρές.  Έτσι, κάθε πλευρά του εξάγωνου χωριζόταν σε δύο ίσες πλευρές του άστρου, και το ντύσιμο ήθελε μεγαλύτερη μαστοριά, έπρεπε να κόψεις την κόλλα μέχρι τις γωνίες του αστεριού, μετά να κάνεις μια τομή από το μέοο της πλευράς μέχρι  την μέσα γωνία του αστεριού. Μετά, διπλώνοντάς την για την κολλήσεις, να μπορούσε να «αγκαλιάσει» κάθε πλευρά του αστεριού. Ακούγεται δύσκολο μα, μια φορά να έβλεπες κάποιον να το κάνει έμπαινες στο νόημα, μετά ήταν εύκολο.
Μετά, άλλη παραλλαγή ήταν να βάλεις (ή όχι) σβουριχτάρια. Σβουριχτάρια, λέξη που προήλθε από τον ήχο που κάνανε, ένα σβρρ, σβρρ, κάθε φορά που τραβούσες τον σπάγκο, αλλά και συνεχώς, όταν ο άνεμος κοντραριζόταν από τον χαρταετό καθώς φυσούσε. Δεν ήταν μόνο ο ήχος που έβγαζαν, ήταν και μια αίσθηση δόνησης στην άκρη του σπάγκου που βαστούσες όταν είχες αμολύσει τον αετό. Όταν ο αετός είναι στα 100 μέτρα ύψος δεν ακούς τον ήχο, αλλά η αίσθηση είναι στα χερια σου.

Τα σβουριχτάρια μπαίνανε και στον απλό εξάγωνο και στο εξάγωνο άστρο. Για να βάλεις τα σβουριχτάρια έπρεπε να δέσεις γύρω-γύρω στον χαρταετό άλλον έναν σπάγκο, με τον ίδιο τρόπο που έδεσες τον πρώτο. Στο απλό εξάγωνο οι δύο σπάγκοι είναι πολύ κοντά ο ένας στον άλλον, στο άστρο οι δύο σπάγκοι φτιάχνουν έξι αμβλυγώνια (πρέπει να είναι ισοσκελή και ίσα) τρίγωνα. Μετά, έπαιρνες ένα μακρόστενο παραλληλόγραμμο κομμάτι χρωματιστής χαρτόκολλας, ίσο με την πλευρά στο μήκος και καμιά δεκαριά πόντους στο πλάτος. Του έκανες μερικά τσακίσματα μέσα-έξω, παράλληλα με την μεγάλη πλευρά του και μετά έκανες ψαλιδιές, ούτε πολύ μακρυά ούτε πολύ κοντά η μία στην άλλη, κάθετα στην επιμήκη χαρτόκολλα, ψαλιδιές που αφήνουν άκοπο ενάμισο περίπου πόντο. Αυτό το κομμάτι το αψαλίδιστο το δίπλωνες στον έξτρα περιφερειακό σπάγκο και το κολλούσες σε όλο του το μήκος. Άν οι ψαλιδιές ήταν η μία κοντά στην άλλη, το σβουριχτάρι ακουγόταν σαν θρόισμα (φρρρ), αν ήταν πιο μακριά η μία κοντά στην άλλη, ο ήχος ήταν πιο «βαρύς» (βρρρ).

Τον αετό τον έντυνες με χαρτόκολλες διαφορετικών χρωμάτων, εφημερίδες ή ό,τι άλλο, δηλαδή μπορεί και με κομμάτια λεπτού υφάσματος. Το κόλλημα γινόταν με αλευρόκολλα, αλευράκι και νεράκι και καλό ανακάτωμα να πάρεις κάτι σαν κρέμα. Σήμερα υπάρχουν καλές χαρτόκολλες Μετά τις κολλήσεις ο αετός ήταν έτοιμος για ζύγια και ουρά.

Οι ουρές ήταν δύο ειδών, οι Ίσιες, που θέλουν και αυτές τα ζύγια τους, και οι Κοιλιές, χωρίς ζύγια, τις δέναμε στο κάτω μέρος του αετού, στις δύο κάτω άκρες από τις μάνες. Οι πολύ μεγάλοι, για να μην έχουν Ίσια ουρά 40 μέτρων, που μπερδευόταν, και σου έσπαγαν τα νεύρα, όλοι να αμολούν τους αετούς τους και συ, γονατιστός, να ξεμπερδεύεις την ουρά, είχαν ουρές Σύνθετες, δλδ συνδυασμό και Ίσιας ουράς και Κοιλιάς ουράς, για να έχει βάρος και να τον ισορροπεί. Τα σκουλαρίκια ήταν επιπλέον, έβαζες ένα αντίθετα από κει που έγερνε για να τον ζυγίσεις (ζυγιάσεις) καλλίτερα. Αν ήσουνα φιγούρας έβαζες και δεύτερο, αφού είχες λύσει τα προβλήματα ζυγίσματος του αετού. Σε ζυγιασμένο αετό, αν, ας πούμε, είχε τρεις φούντες στα αριστερά για να ισορροπεί, έβαζες και τρεις δεξιά, οπότε χανόταν η ισορροπία, αλλά αριστερά έβαζες έξι και ήσουν εντάξει!

Τα 3 ζύγια του χαρταετού είναι λίγο σύνθετη υπόθεση. π.χ. το μεσιανό ζύγι, που ξεκινάει από το κέντρο και κανονίζει την κλίση του σπάγκου  (και θα είναι 1-1,5 μέτρο μήκους, για να το δέσεις στον μεγάλο σπάγγο, δηλαδή δεν δένεις τον μεγάλο σπάγγο πάνω στα ζύγια, αλλά ανάποδα!). Αν θέλεις τον αετό «ομπρέλα», δηλ. από πάνω σου, έπρεπε να είναι λίγο πιο κοντό, αν ήταν πιο μακρύ ο αετός κρατιόταν χαμηλότερα στον ορίζοντα, η κλίση του σπάγκου ήταν μικρότερη. Ιδανική είναι μια μέση κλίση, ας πούμε 45 μοιρών. Βασική λεπτομέρεια για το δέσιμο του χαρταετού στο μεσιανό ζύγι είναι να δεθεί στο κέντρο όπου συναντιώνται οι τρεις μάνες, και να είναι αυτό, επαναλαμβάνω, που θα δεθεί ο σπάγος ή το κορδονέτο της καλούμπας. Εννοείται ότι με όποιο είδος σπάγκου αμολύσουμε τον αετό, με τον ίδιο θα φτιάξουμε και τα ζύγια. Προσοχή! Όταν, δουλεύοντας από πίσω, δένουμε τον σπάγκο στο κέντρο του αετού, θα κάνουμε μια τρυπούλα στο κέντρο του ντυσίματός του και θα περάσουμε τον σπάγκο στο μπροστινό μέρος του ΚΑΤΩ από τις μάνες, ώστε, όταν τραβιέται, να κοντράρει στις μάνες και μην μπορεί να ανέβει προς τα πάνω και να σκίσει το ντύσιμο τού αετού. Βοηθάει αν κολλήσουμε μπροστά, στο κέντρο του χαρταετού, ένα χαρτονένιο ποίκιλμα, χρωματισμού σχετικού με τα χρώματα ή το μοτίβο του ντυσίματός του. Η κεντρική τρυπούλα στο χαρτονένιο ποίκιλμα θα κάνει δυσκολότερο το σκίσιμο του ντυσίματος.
Μετά δένουμε ένα σπάγκο στις πάνω άκρες των δύο πλάγιων μανών (φτιάχνουν ένα ισοσκελές τρίγωνο (ή ισόπλευρο;) με κορυφή το κέντρο του εξάγωνου και βάση την πάνω πλευρά του και, σε συνδυασμό με το ζύγι το δεμένο στο κέντρο να σχηματίζουν τριγωνική πυραμίδα) και κανονίζουμε να έχει μήκος (ελεύθερο μετά το δέσιμο) όσο οι δύο πλευρές του τριγώνου, ούτε μεγαλύτερο ούτε μικρότερο. Τώρα είναι το πιο δύσκολο σημείο. Να δέσουμε τον σπάγκο τον δεμένο στο κέντρο του αετού με τη μέση αυτού του σπάγκου του δεμένου στις άκρες των μανών. Πρέπει και να ισαπέχει από τις άκρες του, και να μην γλιστράει εκτός θέσης, και να εξασφαλίζει, όταν πετάει ο χαρταετός, μιαν ικανοποιητική κλίση του σπάγκου που φτάνει στον αετό. Ανακεφαλαιωτικά και επεξηγηματικά: Τα ζύγια του αετού πρέπει, αν τα τεντώσεις, να σχηματίζουν τριγωνική ισοσκελή πυραμίδα σταθερής κορυφής.

Το ίδιο κάνουμε και για τα ζύγια της ουράς. Πρέπει και εδώ η ίσια ουρά να δένεται ακριβώς στη μέση του σπάγκου που δέσαμε στις κάτω άκρες των πλάγιων μανών, ώστε το τρίγωνο που σχηματίζεται να είναι ισοσκελές. Πολύ πιο εύκολο, γιατί τώρα δουλεύουμε σε ένα επίπεδο, όχι στον χώρο.

Τώρα μένει το τελευταίο μέτρο για την προστασία του αετού ενάντια σε αβαρίες. Κολλάμε από πίσω, κάθετα στην κάθε μισή μάνα, ένα κομμάτι διάφανης αυτοκόλλητης ταινίας που να κρατάει την χρωματιστή κόλλα του ντυσίματος σταθερά σε επαφή με τη μάνα. Για μεγαλύτερους χαρταετούς θα χρειαστούν δύο τέτοιες «γέφυρες» ασφαλείας σε κάθε μισή μάνα. Για τους πολύ μεγάλους, (οι δικοί μου είχαν μάνες 236 πόντους μήκους), ήταν τρεις. Η πρώτη προς το ντύσιμο μάνα είναι σε επαφή με το ντύσιμο, η δεύτερη (όπως ο αετός είναι με το πρόσωπο στο πάτωμα) είναι λίγο πιο ψηλά και η τρίτη ακόμα ψηλότερα! Η διαφορά ορίζεται από το ύψος (πάχος) της μάνας, αν η διατομή της είναι παραλληλόγραμμο η τοποθέτησή τους γίνεται έτσι ώστε η πλατύτερη πλευρά να ακουμπάει στην επιφάνεια που ξαπλώνουμε τον αετό. Δεν αλλάζουμε αυτήν την απόσταση, απλά κρατάμε την πρόσοψη σε σταθερή απόσταση από τη μάνα. Τότε δεν υπήρχαν αυτοκόλλητες ταινίες, και τη δουλειά της «γέφυρας» την έκαναν κομμάτια ίδιου χρώματος κόλλας κολλημένα στο πίσω μέρος της πρόσοψης του ντυσίματος.

Ολοκληρώσαμε τον χαρταετό μας και μένει μόνο η κατασκευή της ουράς με πολλές φούντες. Πώς κάναμε τα σβουριχτάρια; Με τον ίδιο τρόπο κόβουμε λουρίδες χαρτόκολλας, ας είναι μικρότερου μήκους, για να κάνουμε τα κρόσια. Πιάνουμε  από την άκρη τις ψαλιδισμένες λουρίδες, σφίγγουμε το μέρος το άκοπο και το στρίβουμε λίγο γύρω από τον άξονά του για να γίνει η φούντα. Μετά φτιάχνουμε μια απλή θηλιά στο σπάγκο της ουράς, περνάμε στη θηλιά το στριμμένο κεφάλι της φούντας, τραβάμε τις άκρες του σπάγκου και το κεφάλι της φούντας παγιδεύεται (δένεται) στο σπάγκο της ουράς. Κανονίζουμε να διαδέχεται η μία φούντα την άλλη σε ίσες αποστάσεις, έτσι ώστε να μην δημιουργούνται άδεια διάκενα σκέτου γυμνού σπάγγου. Η ουρά μπορεί να είναι μονόχρωμη ή πολύχρωμη (αρκετές φούντες κάθε ξεχωριστού χρώματος πριν αλλάξουμε χρώμα) Αποφεύγουμε να είναι τα ψαλιδίσματα της κάθε φούντας μακρά, γιατί με τον άνεμο κόβονται τα κρόσια και η ουρά απογυμνώνεται. Με την ίδια τεχνική φτιάχνουμε τα σκουλαρίκια.

Για να μεταφέρουμε τον χαρταετό διπλώνουμε την ίσια ουρά γύρω από τις δύο πλάγιες κάτω μάνες. Έτσι αποφεύγουμε το μπερδεμα της ουράς!

Τώρα, τελειώσαμε αλλά δεν τελειώσαμε. Γιατί υπάρχουν λεπτομέρειες που ή ρωτάς ή περιμένεις να τις μάθεις από την πείρα σου και τα παθήματά σου. Για παράδειγμα, το βάρος της μάνας, άρα το είδος του ξύλου (βαρύ-ελαφρύ) και οι διαστάσεις του, έχουν πολλά μυστικά. Σε μεγάλο χαρταετό θέλεις αντοχή στο κέντρο της κατασκευής σου αλλά το σπάσιμο της μάνας είναι τόσο πιο απίθανο όσο απομακρύνεσαι από το κέντρο. Οπότε, κρατάμε τα ξύλα στο κέντρο στο αρχικό τους πλάτος και μειώνουμε το πλάτος τους όσο πάμε προς τις άκρες τους! Αφαιρούμε, δηλαδή, από κάθε μισή μάνα δύο ορθογώνια τρίγωνα  με κορυφή το κέντρο της μάνας και ύψος όσο το μήκος της μισής μάνας. Η βάση τους πρέπει να είναι το ένα τέταρτο του πλάτους της άκρης της μάνας, ώστε στην άκρη της η μάνα να έχει πλάτος το μισό από το πλάτος της στο κέντρο. (Μάνα κάθετης διατομής 2Χ1 cm : τελικές διαστάσεις τκς μάνας: Το ίδιο ύψος (πάχος) αλλά πλάτος 2cm στο κέντρο και 1cm) στις άκρες της.
Άλλη λεπτομέρεια: Βοηθά πολύ να έχουμε παραγγείλει δύο μεταλλικά ελάχιστου πάχους εξαρτήματα, στο σχήμα του χαρταετού αλλά με μήκος των μεταλλικών σκελών του το πολύ 2 cm, πλάτος όσο αυτό της μάνας, με τρυπούλα στο κέντρο, που θα τοποθετηθούν στις δύο όψεις, θα βιδωθούν το ένα με το άλλο, και θα ενισχύσουν το κέντρο της ξύλινης κατασκευής μας, ώστε να είναι άθραυστο, ανεξάρτητα από την ταχύτητα του ανέμου.

*

Το Σμυρνάκι είχε πραγματικά σχήμα αχλαδιού με το κοτσάνι προς τα κάτω (καλύτερα: ανάποδης νεροσταγόνας). Χρησιμοποιούσες καλάμι που το έσκιζες στη μέση και το λύγιζες και ήταν με 2 ζύγια. Μπορεί να ήθελες να στενέψεις λίγο το κάτω μέρος της «σταγόνας», να την κάνεις να φαλνεται σαν αχλάδι, οπότε έδενες με λίγο σπάγκο τις δύο πλευρές του λυγισμένου καλαμιού λίγο πιο πάνω από την κορυφή-δέσιμο των  δύο άκρων του καλαμιού. Για ζύγια, έδενες τον σπάγκο στο πάνω μέρος και το κάτω, μπόσικα, και την καλούμπα σε κάποιο σημείο αυτού του σπάγκου, πιο κάτω απ΄το δέσιμό της στην πάνω πλευρά της ανταστραμμένης «σταγόνας». Η ουρά μπορούσε να είναι δεμένη κολλητά στο σώμα του σμυρνακιού, χωρίς ζύγι. Το Σμυρνάκι πετούσε περίεργα, αθόρυβα και ταλαντευόταν συνέχεια δεξιά-αριστερά με άξονα την κεντρική ίσια μάνα του, το πρόσωπό του πετούσε με μια συνεχή ταλάντευση, που είχε πλάκα.

*

Τα φανάρια ήταν πολύ εξεζητημένες κατασκευές, με 48 μάνες διαφορετικών μηκών. Τα έντυναν πάντα με λευκή χαρτόκολλα, ή και με λευκό ελαφρύ ύφασμα. Έφτιαχνες και μία φωλιά στο κέντρο για το κεράκι, που έπρεπε να είναι αναμμένο και να μένει αναμμένο ανεξάρτητα από το πόσο δυνατά φυσούσε. (Να μην έκανε, όμως, και τον χαρταετό παρανάλωμα, επικίνδυνο αν έπαιρνε φωτιά ψηλά, γιατί καίγονταν οι σπάγκοι του και έπεφτε μακριά και έπρεπε να κάνεις τρέξιμο τρελό για να ελέγξεις την πυρκαγιά που θα ξεκινούσε!!! Τα φανάρια ήταν βαριές κατασκευές, ήθελαν δυνατό άνεμο και χοντρό σπάγκο. (Ιδού η αιτία της πυρκαγιάς!). Τα αμόλαγες βασικά τη νύχτα, για να φωτίζονται από το φως στο εσωτερικό τους, γι’ αυτό και το λευκό ντύσιμο. Τα έφτιαχναν οι μεγάλοι της γειτονιάς, από δεκάξι χρονών και πάνω. Δεν γνωρίζω αν έχουν διασωθεί σε κάποιο έντυπο τα πολύπλοκα σχέδια της κατασκευής του.

*

Οι παππάδες ήταν απλές κατασκευές, και η ουρά-ράσο έπρεπε να είναι από ύφασμα μαύρο.

Ας πάμε τώρα στην ορολογία. Ο χαρταετός ήταν αρματωμένος όταν είχε τα ζύγια του και την ουρά του έτοιμα. Ήταν οπλισμένος ή ξυραφωμένος αν στην άκρη τους ουράς είχε δεμένο ένα ξυλαράκι που είχε στερεωμένα καλά δύο μισά ξυραφάκια (παλιών ξυριστικών μηχανών) κάθετα μεταξύ τους. Αυτοί ήταν οι πειρατές των ουρανών, κανόνιζε ο χειριστής του να πλησιάσει τον δικό σου αετό, όντας χαμηλότερα, και όταν πιανόταν η ουρά του στον σπάγκο σου, τον έκοβε και έχανες τον χαρταετό σου, γιατί όταν έφτανες στο σημείο που υπολόγιζες πως είχε πέσει δεν εύρισκες τίποτα, οι φίλοι του πειρατή είχαν έγκαιρα πάρει τις κατάλληλες θέσεις και ο αετός σου έπεφτε πολύ κοντά τους και εξαφανιζόταν ώσπου να πεις κύμινο. Όταν κάποιος σου σήκωνε τον αητό σου ψηλά για να αρχίσεις να τρέχεις, ή ακόμα καλλίτερα, να τραβάς γρήγορα τον σπάγκο της καλούμπας (ήθελε μεγάλη επιδεξιότητα, αλλά αν έκανες να τρέξεις εισέπραττες την κοροϊδία των έμπειρων αετοχειριστών, οπότε μάθαινες να μην…), τότε λοιπόν «σου έκανε κεφάλι». Εμείς έφηβοι κάναμε κεφάλι αλλιώς, όπως καταλαβαίνετε. όχι με το ποτό!

Όσο ο αετός ήταν χαμηλά έπεφτε ή υψωνόταν με τον άνεμο που, όντας κοντά στο έδαφος, εμποδιζόταν από τα δέντρα και τα σπίτια και ερχόταν σε άστατες ριπές. Όταν όμως ανέβαινε σε μεγαλύτερο ύψος, τότε «έπαιρνε τον αέρα του». Όταν ο αετός έπαιρνε τον αέρα του, κρατιόταν ψηλά από ένα συνεχές ρεύμα αέρα και μπορούσες να τον δέσεις στην ταράτσα στο σύρμα που άπλωνε η μάνα σου τα ρούχα και κατέβαινες για το γιορταστικό νηστίσιμο γεύμα, αλλά έπρεπε να τσεκάρεις πότε-πότε, μην κοπεί ο άνεμος και χάσεις τον αητό σου. Το σπάγκο τον έφτιαχνες καλούμπα, γύρω από ένα ίσιο κομμάτι καθαρά γυαλοχαρταρισμένου στρογγυλής διατομής ξύλου, περίπου 20-25 πόντων μήκους, αλλά το τύλιγμα του σπάγκου γινόταν με ένα περίεργο τρόπο, κάνοντας οχτάρια γύρω από το ξύλο της καλούμπας. ΠΡΟΣΟΧΗ: Την άκρη του σπάγκου τη δέναμε καλά στο ξύλο της καλούμπας, αλλιώς, όταν ο αετός ανέβαινε και είχαμε την καλούμπα στο έδαφος για να τραβάει ανεμπόδιστα ο αετός τον σπάγκο και να ανεβαίνει (Κατάσταση «αμόλα καλούμπα»), τέλειωνε ο σπάγκος, η άκρη του γλιστρούσε αστραπιαία μέσα από τα χέρια σου και έχανες και αετό και σπάγκο «Αμόλα καλούμπα» ήταν η εντολή να την αφήσεις κάτω, ώστε ο χαρταετός να τραβήξει αρκετό σπάγκο όσο τον κρατάς λάσκα και τον αφήνεις να πέφτει, ώστε όταν διακόψεις την πτώση του και ξανατραβήξεις τον σπάγκο να πάει πιο ψηλά από πριν. Ο σπάγκος ήταν απλός, κερωμένος ή κορδονέτο, ο απλός είναι ο γνωστός γκρι-μπεζ, ο κερωμένος ήταν ιδιοκατασκευής και ήθελε χρόνο και επιδεξιότητα, το κορδονέτο είναι σε διάφορα πάχη, και πρέπει να ξέρεις να τον διαλέγεις, πολύ χοντρό για το μέγεθος του αετού και το βάρος του δεν τον αφήνει να πετάξει, πολύ λεπτό και κόβεται και χάνεις τον αητό. Και πάντα γάντια, ιδιαίτερα με μεγάλες κατασκευές, γιατί τα κοψίματα με τον σπάγκο δύσκολα θεραπεύονται, γιατί είναι συγχρόνως και καψίματα (εγκαύματα), αν ο σπάγκος τριφτεί πολύ στο χέρι καθώς ο άνεμος απομακρύνει τον αητό. Αυτοί οι παλιάς τεχνολογίας σπάγκοι πρέπει να προτιμώνται, γιατί οι συνθετικοί πλαστικοί που κυκλοφορούν σήμερα καίγονται από την ακτινοβολία του ήλιου, ή από τον χρόνο αποθήκευσης, χάνουν τους πλαστικοποιητές τους και κόβονται εύκολα!

Μια τελευταία παράμετρος είναι η διακόσμηση του αετού. Στην εποχή μου ήταν ή ελληνικές σημαίες ή σύμβολα ποδοσφαιρικών ομάδων, του ΠΟΚ στην Αθήνα, και μερικών περιφερειακών της Αθήνας ομάδων, αλλά και ομάδων της Θεσσαλονίκης. Σήματα/σύμβολα κομμάτων δεν φτιάχτηκαν ποτέ! Αυτή η διακόσμηση μπορεί να γίνει αιτία να μάθουν οι παππούδες στα παιδιά διάφορα για τις διακοσμητικές μεθόδους, χρώματα, κολάζ, κλπ. Στον δικό μου, όταν ήμουν έφηβος, έμπαινε ο Δικέφαλος Αετός της ΑΕΚ,ο πατέρας μου γεννημένος στην Πόλη. Η τεχνική της μεγέθυνσης, με τετραγωνάκια, από μια εικόνα 4Χ4 πόντους έφτιαχνα αετούς δικέφαλους 1,80Χ1,80μ, για να κολλήσω στο σώμα του χαρταετού, είναι πολύ ενδιαφέρουσα.

Στα γυμνάσια, ως δάσκαλοι, φτιάχναμε χαρταετούς με οικολογικά μηνύματα, με αντιασφυξιογόνες μάσκες κρεμασμένες στην όψη του αετού, κουτάκια κόκα-κόλα στην ουρά του, προβολή της ανάγκης για κράνη ασφαλείας, για ανακύκλωση χρήσιμων υλικών, για παράνομο λαθροκυνήγι, ό,τι φανταστείτε! Στις Θεσπιές, το 2012-13, τελευταίο έτος της θητείας μου, κρατούσαμε το κτήριο του Γυμνασίου φωταγωγημένο μέχρι τις 10 το βράδυ για να φτιάξουμε τους χαρταετούς, και τα παιδιά ήταν περήφανα που το φως του κτηρίου σηματοδοτούσε πολιτισμικές δραστηριότητες μέσα στο πυκνό σκοτάδι του σχεδόν αφώτιστου χωριού. Και ήταν πάντα αιτία μιας παράξενης ηδονής να υποχρεώνεις τους τεμπέληδες από τους συνάδελφους να ακολουθούν το σχολείο στις υπώρειες των βουνών για να αμολύσουμε τους χαρταετούς!

Αυτά από έναν βετεράνο του είδους. Και μια τελευταία λεπτομέρεια: Ο πιο μεγάλος χαρταετός που μπορείς να φτιάξεις πρέπει να έχει μήκος μάνας όσο η διαγώνιος της πόρτας ή του παράθυρου μέσα από την οποία (το οποίο) θα τον βγάλεις έξω από το σπίτι (τα 236 εκατοστόμετρα που λέγαμε!). Μια φορά, βέβαια, το κάνεις το λάθος, αλλά …τσούζει, γιατί ο αετός δεν πετάει μέσα στο δωμάτιό σου!!!  🙂

Όποιος ενδιαφέρεται μπορεί να επικοινωνήσει μαζί μου να του πω λεπτομέρειες!

Από το ιστολόγιο του Ν. Σαραντάκου "Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία"

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Μην ψάχνεις τον “άνθρωπό σου”, αν δεν έχεις βρει τον εαυτό σου…

Μην ψάχνεις τον “άνθρωπό σου”, αν δεν έχεις βρει τον εαυτό σου… -Κική Γιοβανοπούλου- GynaikaEimai 26 Φεβρουαρίου 2025 Δεν είναι betadin οι ά...