Τρίτη 28 Μαΐου 2024

Η ΚΑΜΠΑΝΑ

 Η ΚΑΜΠΑΝΑ



ΒΑΣΩ ΜΠΕΡΗ

May 27

Η σχέση της ηθικής συμπεριφοράς με τη θρησκευτική πίστη, ο τρόπος υπέρβασης του εγωισμού και του ατομικού συμφέροντος προς όφελος των άλλων, η αντιμετώπιση της διαφορετικότητας από το άτομο και την κοινωνία είναι μερικά από τα θέματα που απασχολούν, στο τέταρτο μυθιστόρημά της με τίτλο ‘Η Καμπάνα (εκδόσεις ΔΙΟΠΤΡΑ, μετάφραση Έφη Τσιρώνη), τη σημαντική Βρετανίδα συγγραφέα Άιρις Μέρντοχ (Iris Murdoch, 1919-1999).

Το βιβλίο απηχεί τις φιλοσοφικές αναζητήσεις και τους προβληματισμούς της Μέρντοχ για την κατανόηση της ανθρώπινης πολυπλοκότητας έναντι του οράματος μιας ηθικά απόλυτης ζωής, τα όρια μεταξύ ελευθερίας και ευθύνης τόσο στην πνευματική όσο και στην κοσμική ζωή. Σ’ αυτό το κείμενο μέσα από τις ζωντανές περιγραφές του εγγλέζικου τοπίου, τους προσεκτικά χτισμένους χαρακτήρες και την ενδιαφέρουσα πλοκή η συγγραφέας αναζητά όλα όσα υπερβαίνουν το εφήμερο, εκείνα που αποτελούν την ουσία της ανθρώπινης κατάστασης. Είναι όμως ‘Η Καμπάνα’ ένα μυθιστόρημα ιδεών; Την απάντηση δίνει η A.S.Byatt στην εισαγωγή της έκδοσης: «Θα ήταν λάθος να περιγράψει κανείς την Καμπάνα ως μυθιστόρημα ιδεών. Μία από τις πάγιες ενασχολήσεις της Μέρντοχ ήταν αυτή με την περίπλοκη, όχι εντελώς δυνατόν να περιγραφεί «πραγματικότητα» του φυσικού και ηθικού κόσμου, η οποία στην τέχνη μπορεί να απεικονιστεί με πιο σύνθετο τρόπο απ’ όσο μπορεί να αναλυθεί στον διάλογο. Θα ήταν καλύτερα να πούμε πως η Καμπάνα είναι ένα μυθιστόρημα για ανθρώπους που έχουν ιδέες, ανθρώπους που σκέφτονται, ανθρώπους που οι σκέψεις τους αλλάζουν τη ζωή τους όσο και οι παρορμήσεις ή τα συναισθήματά τους.»

Στην Καμπάνα υπάρχουν τα μοτίβα που συναντάμε και σε άλλα μυθιστορήματα της Μέρντοχ όπως ο περιορισμός των χαρακτήρων σε ένα απομονωμένο περιβάλλον, τα ηθικά διλήμματα, η αναζήτηση του καλού, η μάταιη προσκόλληση σε τύπους και κανόνες που αποδίδεται με χιούμορ καθώς και οι θέσεις της συγγραφέως για την ομοφυλοφιλία που αποποινικοποιήθηκε στην Μ. Βρετανία το 1954, λίγα μόλις χρόνια πριν την έκδοση του μυθιστορήματος.

Η ιστορία του βιβλίου διαδραματίζεται στο Ίμπερ Κορτ, μια παλιά έπαυλη στην νοτιοδυτική Αγγλία, δίπλα σ ένα μοναστήρι Βενεδικτίνων μοναχών, το Αβαείο Ίμπερ. Εκεί μια μικρή κοινότητα επιχειρεί να ζήσει ηθικά και δίκαια, καλλιεργώντας τη γη και μένοντας μακριά από τους πειρασμούς και τις απαιτήσεις της σύγχρονης ζωής. Επιδίωξή τους είναι να αφήσουν πίσω τους την κοσμική ζωή και να αφοσιωθούν στην επιζήτηση του καλού. Όσοι μετέχουν σ’ αυτή την κοινότητα ζουν με τους κανόνες του μοναχισμού αλλά δεν είναι εντελώς αποκομμένοι από την υπόλοιπη κοινωνία. Αντίθετα οι μοναχές στο διπλανό μοναστήρι από τη στιγμή που περνούν την πόρτα του δεν ξαναβγαίνουν ποτέ από αυτό. Το μοναστήρι έχει μείνει για αιώνες χωρίς καμπάνα αφού η περίτεχνη καμπάνα του, σύμφωνα με το θρύλο, βυθίστηκε στη λίμνη σαν συνέπεια ενός μεγάλου ηθικού παραπτώματος μιας μοναχής. Τώρα τα μέλη της κοινότητας και οι μοναχές προετοιμάζονται να υποδεχτούν στο μοναστήρι μια νέα καμπάνα.

Το Ίμπερ Κορτ περιγράφεται με μεγάλη λεπτομέρεια και η φροντίδα που δίνει η Μέρντοχ στο σκηνικό της ιστορίας σίγουρα δεν είναι τυχαία. Ποτάμια, λίμνες και κήποι, ζώα και πουλιά, περιβάλλουν την έπαυλη και το μοναστήρι και η συγγραφέας μοιάζει να επιδιώκει να περιορίσει τους χαρακτήρες της σ’ αυτό το απόμερο, σχεδόν απομονωμένο, περιβάλλον που μοιάζει με Παράδεισο ίσως για να μπορέσουν απρόσκοπτα να εξετάσουν και να επανεκτιμήσουν τις ζωές τους και  τις αξίες, τις απορρίψεις, τις αγωνίες και τους φόβους τους.

Η κοινότητα αποτελείται από λίγα άτομα, άντρες και γυναίκες, ο καθένας με τη δική του ιστορία, τις αρχές και τα μυστικά ενώ όλοι τους βρίσκονται στο Ίμπερ Κορτ αρνούμενοι κάποια πτυχή της ζωής του και αναζητώντας σκοπό και νόημα. Μια χούφτα διαφορετικών ανθρώπων που αυτό που τους ενώνει είναι η κοινή τους επιθυμία να ξεφύγουν από τον κόσμο. Η Μέρντοχ στέκεται προσεκτικά σε κάθε έναν από τους σύνθετους, και γι’ αυτό τόσο αληθινούς χαρακτήρες της, στοχάζεται για τους λόγους που τους οδήγησαν εκεί και ξετυλίγει το κουβάρι των σκέψεων, των πεποιθήσεων και των επιθυμιών τους μέσω των ηθικών διλημμάτων με τα οποία τους φέρνει αντιμέτωπους.

Ο Μάικλ Μιντ, ο αρχηγός της ομάδας, εγκατέλειψε μια ακαδημαϊκή καριέρα και το όνειρό του να γίνει ιερέας υπό την απειλή της αποκάλυψης της ομοφυλοφιλικής του ταυτότητας. Κατέφυγε τότε στο Ίμπερ Κορτ που ανήκε στην οικογένειά του και δημιούργησε την κοινότητα αυτή, διατηρώντας και τον αμφισβητούμενο, ακόμη κι από τον ίδιο, τίτλο του αρχηγού της. Ενώ το παρελθόν του Μάικλ είναι άγνωστο στα υπόλοιπα μέλη της κοινότητας ο ίδιος καταπνίγει τις σεξουαλικές του επιθυμίες και αναζητά τη γαλήνη στις πνευματικές ασχολίες της κοινότητας. Η ιστορία του Μάικλ έχει μια τραγικότητα που είναι δύσκολο να προσπεράσει κανείς και  η Μέρντοχ τον αντιμετωπίζει με κατανόηση και συμπόνια.

Ο δεύτερος στην τάξη του Ίμπερ Κορτ είναι ο Τζέιμς Τέιπερ Πέις που για λόγους υγείας αποφάσισε να εγκαταλείψει μια άλλη θρησκευτική δομή στο Λονδίνο και φαίνεται να είναι ο καταλληλότερος για να προσφέρει συμβουλές και καθοδήγηση.  Ο Τζέιμς είναι το αντίθετο του Μάικλ, ένας άνθρωπος άτεγκτος και πειθαρχημένος με μια φιλοσοφία για τη φύση της αγάπης, ‘το βασικό προαπαιτούμενο της καλής ζωής’, διαφορετική από αυτή του Μάικλ. Ο Τζέιμς πιστεύει ότι ‘Η πίστη μας στο προπατορικό αμάρτημα δεν θα πρέπει να μας οδηγεί στην αναμόχλευση της ρυπαρότητας του μυαλού μας ούτε να μας κάνει να αισθανόμαστε ξεχωριστοί, μοναδικοί και ενδιαφέροντες αμαρτωλοί. Ως αμαρτωλοί, είμαστε όλοι ίδιοι και, ουσιαστικά, το αμάρτημά μας είναι κάτι κοινότοπο, κάτι που θα πρέπει να αποκλείσουμε και όχι να ερευνήσουμε. Καλύτερα να δουλέψουμε από έξω προς τα μέσα. Να σκεφτούμε τις πράξεις μας και να κοιτάξουμε τον Θεό και τον Νόμο Του. Ηθικά μιλώντας, δεν θα έπρεπε να εξετάζουμε τι μας ευχαριστεί ή τι μας αηδιάζει αλλά τι εντέλλεται και τι απαγορεύεται.’  Ο Μάικλ δεν μπορεί να δει τον κόσμο με ηθικά απόλυτους όρους και απαντώντας στον Τζέιμς με το δικό του κήρυγμα λέει ότι ‘Πρέπει να δουλέψουμε από μέσα προς τα έξω, μέσω της δύναμής μας, και, κατανοώντας και χρησιμοποιώντας την ενέργεια που διαθέτουμε, να αποκτήσουμε περισσότερη. Αυτή είναι η σύνεση του ερπετού. Αυτός είναι ο αγώνας, σίγουρα πολύτιμος ενώπιον του Κυρίου, για να γίνουμε ακόμα πιο ολοκληρωμένα και πιο ουσιαστικά οι άνθρωποι που είμαστε και, εξερευνώντας και καθαγιάζοντας κάθε γωνιά της ύπαρξής μας, να πραγματώσουμε αυτό το ένα, τέλειο άτομο που εμπιστεύτηκε στη φροντίδα μας ο Θεός, δημιουργώντας μας.’ Οι διαφορετικές θέσεις των δύο αντρών που αποτυπώνονται στα δύο κηρύγματά τους συμπληρώνονται από τις θέσεις της ηγουμένης του μοναστηριού που φαίνεται να απηχούν και τις θέσεις της συγγραφέως.  ‘μόνο αγαπώντας μπορούμε να μάθουμε να αγαπάμε. Να θυμάσαι  πως όλες οι αποτυχίες μας είναι ουσιαστικά αποτυχίες στο στοίχημα της αγάπης. Η ατελής αγάπη δεν πρέπει να καταδικάζεται και να απορρίπτεται, αλλά να τελειοποιείται. Ο δρόμος είναι πάντοτε μπροστά, ποτέ πίσω.’ συμβουλεύει τον Μάικλ.

Άλλα μέλη της κοινότητας είναι η Κάθριν Φόλι, που απόμακρη και μελαγχολική προετοιμάζεται να ενταχθεί στο τάγμα των μοναχών του Αβαείου, ο αδελφός της, ο Νικ, που υπήρξε στο παρελθόν μαθητής του Μάικλ αλλά και η αιτία για την αποπομπή του από τα εκπαιδευτικά καθήκοντα. Στην κοινότητα βρίσκεται ως επισκέπτης, ο Πολ Γκρίνφιλντ, ένας ιστορικός τέχνης που μελετά κάποια σπάνια χειρόγραφα. Ο Πολ είναι ένας ευερέθιστος άνθρωπος που η δεσποτική του συμπεριφορά οδήγησε τη Ντόρα, τη νεαρή σύζυγό του να τον εγκαταλείψει. Μετά από έξι μήνες χωρισμού, η Ντόρα αποφασίζει να έρθει να τον βρει,  για να δώσει μια ακόμη ευκαιρία στο γάμο τους. Μαζί της στο τρένο προς το Ίμπερ Κορτ ταξιδεύει και ο δεκαοχτάχρονος Τόμπι που αναζητά ένα πνευματικό καταφύγιο πριν ξεκινήσει τις σπουδές του στο πανεπιστήμιο.  

Η ζωή στο Ίμπερ Κορτ με τους κανόνες, την οργάνωση της κοινότητας, τις καθημερινές τελετουργίες και τα καθήκοντα των μελών, περιγράφεται εντυπωσιακά ήρεμη και γαλήνια, εντούτοις τα μέλη της κοινότητας φαίνεται να βρίσκονται σε μια ατέρμονη και κάποιες φορές εναγώνια αναζήτηση σκοπού και πνευματικής φώτισης. Μια αναζήτηση που παίρνει τέλος μόνον όταν κληθούν να αποδεχτούν ότι η μερική τους απόσυρση από τα εγκόσμια, είναι στην ουσία απόδραση από την πραγματικότητα και η αποφυγή αντιμετώπισης των αιτίων δεν μπορεί να διαρκέσει για πάντα, αφού απ΄ όλα μπορεί κανείς να δραπετεύσει αλλά όχι από τον ίδιο του τον εαυτό.

‘Όσοι ελπίζουν ότι αποσυρόμενοι από τον κόσμο θα κερδίσουν παρατεταμένες διακοπές από την ανθρώπινη αδυναμία, τόσο τη δική τους όσο και των άλλων, συνήθως απογοητεύονται οικτρά.’

Με την άφιξη της Ντόρας και του Τόμπι πυροδοτούνται και οι ανατροπές στο μυθιστόρημα. Ο Τόμπι ανακαλύπτει τυχαία την παλιά καμπάνα βυθισμένη στη λίμνη και μαζί με την ενθουσιώδη Ντόρα αποφασίζουν να την αλλάξουν με την καινούργια σκηνοθετώντας ένα θαύμα. Το σχέδιό τους δεν εξελίσσεται όπως το σχεδίασαν αρχικά και οι συνέπειες επιδρούν σε όλα τα μέλη της κοινότητας.  Όπως η θαμμένη καμπάνα αναδύεται από τα σκοτάδια της λίμνης και διεκδικεί τη θέση της έτσι και τα θαμμένα μυστικά των ηρώων της ιστορίας βγαίνουν ένα ένα στη επιφάνεια και διεκδικούν τη λύση τους. Η καμπάνα εμφανίζεται σαν σύμβολο ενοχής, λόγω της ιστορίας της εξαφάνισής της αλλά και λύτρωσης με την επανεμφάνισή της και δικαιοσύνης με τη διεκδίκηση της θέσης της. Είναι η αυθεντική καμπάνα, αυτή που θα μπει τελικά στο μοναστήρι και θα αποκατασταθεί στη θέση της όπως και η αληθινή ζωή θα κερδίσει τη θέση της διαταράσσοντας τις ψευδαισθήσεις των χαρακτήρων της κοινότητας.

https://passepartoutreading.gr/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

H ελληνική υπερτροφή που έχει τριπλάσιο ασβέστιο από το γάλα

  H ελληνική υπερτροφή που έχει τριπλάσιο ασβέστιο από το γάλα H ελληνική  υπερτροφή : Τις δύσκολες εποχές από τις αρχές του προηγούμενου αι...