Δευτέρα 22 Απριλίου 2024

ΜΕΡΑ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗΣ

 ΜΕΡΑ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗΣ


Στην συλλογή διηγημάτων  με τίτλο ‘Μέρα Απελευθέρωσης’, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΙΚΑΡΟΣ σε μετάφραση Γ.Ι. Μπαμπασάκη, ο  Αμερικανός συγγραφέας Τζώρτζ Σώντερς (George Saunders, 1958 -) διερευνά, τις έννοιες της εξουσίας, της ατομικής ή της συλλογικής ηθικής και της κοινωνικής αδικίας, επισημαίνοντας τις στάσεις υπεκφυγής, εξορθολογισμού, συνενοχής ή ξεκάθαρης δειλίας που μας κρατούν έγκλειστους στο σκοτάδι του φόβου, της ανασφάλειας και της υποταγής.

Οι χαρακτήρες των εννέα ιστοριών του βιβλίου βρίσκονται σε συνθήκες κοινωνικής ανασφάλειας, οικονομικής ανισότητας, εσωτερικής αναζήτησης ή οικογενειακών προβλημάτων και παλεύουν άλλοι να βρουν τον εαυτό τους και άλλοι να ξεφύγουν από αυτόν. Ανάμεσά τους υπάρχουν αυτοί που σέβονται το δίκιο και τους κανόνες όσο και αυτοί που αγνοούν τα όρια της δικαιοσύνης, εκείνοι που αφήνουν τον θυμό ή τον εγωισμό να τους καθηλώσει κι εκείνοι που αναλαμβάνουν δράση χωρίς δεύτερη σκέψη, αυτοί που προσπαθούν να είναι καλοί και αυτοί που παραμένουν για πάντα αδρανείς. Σε κάθε μια από αυτές τις ιστορίες ο Σώντερς τοποθετεί ένα χαρακτήρα που με κάποιο τρόπο αφήνεται να φυλακιστεί οικονομικά, σωματικά ή πνευματικά, να εξαπατηθεί, να υποταχθεί,  τορπιλίζοντας την ανάγκη ή την ευκαιρία του για ελευθερία, τακτοποιώντας τις ενοχές του, τη δυσκολία συγχώρεσης, την ενσυναίσθηση και την ανάληψη των ευθυνών του.

Τα διηγήματα του βιβλίου αυτού κινούνται πολύ φυσικά από την καθαρή μυθοπλασία στο ρεαλισμό της καθημερινότητας που κατά τόπους μοιάζει με επιστημονική φαντασία. Στην πρώτη και αρκετά εκτεταμένη ιστορία, που έχει δώσει και τον τίτλο της συλλογής, οι μη προνομιούχοι της κοινωνίας έχουν μετατραπεί σε Ομιλητές, ζωντανά αντικείμενα ψυχαγωγίας, που όταν βιδωθούν στον τοίχο και συνδεθούν με έναν κεντρικό υπολογιστή, διασκεδάζουν τον οικοδεσπότη του σπιτιού και τους πλούσιους καλεσμένους τους με δραματοποιημένες αφηγήσεις. Οι αναμνήσεις τους, όλο τους το παρελθόν και οι προσωπικές τους εμπειρίες έχουν διαγραφεί και βρίσκονται υποταγμένοι, σαν ακριβά παιχνίδια, σε ένα περιβάλλον που τους επιδεικνύει, τους χρησιμοποιεί και τους τιμωρεί κατά βούληση.  Σε μια από τις παραστάσεις που έχει οργανώσει ο οικοδεσπότης, οι Ομιλητές αποδίδουν μια αιματηρή μάχη της Αμερικανικής ιστορίας στο νόημα της οποίας υπάρχει μια υπόσχεση ελευθερίας που σχεδόν παρασύρει τους Ομιλητές. Εγκιβωτίζοντας μια δεύτερη ιστορία μέσα στο διήγημα και χρησιμοποιώντας το γλυκόπικρο χιούμορ για να ελαφρύνει το συναίσθημα, ο Σώντερς γράφει για τους καταπιεστές και τους καταπιεζόμενους, για την ανθρώπινη αξιοπρέπεια αλλά και για τον φόβο της διεκδίκησης της ελευθερίας.

Η σκέψη για τον εξαναγκασμό σε μια ιδιαίτερη φυλακή όσο και η ατολμία στη επιδίωξη της απελευθέρωσης διατρέχει και τις ιστορίες ‘Βρικόλακας’ και ‘Έλιοτ Σπένσερ’. Οι ήρωες των ιστοριών αυτών παρουσιάζονται δέσμιοι ενός απάνθρωπου περιβάλλοντος αλλά ακόμη κι όταν διαφαίνεται κάποιο φως λύτρωσης, εκείνοι δυσκολεύονται τόσο να αναγνωρίσουν την καταπίεση όσο και να αντισταθούν σ’ αυτή. Προσπαθούν απεγνωσμένα να βρουν κάποιο νόημα στον εγκλωβισμό τους, κρύβοντας τόσο από τον εαυτό τους όσο και από τους άλλους, την κατάστασή τους και αποφεύγοντας να αναλάβουν το κόστος, κυρίως το ηθικό, που συνεπάγεται η αντίστασή τους.

Στον ‘Βρικόλακα’ ο Σώντερς έχει δημιουργήσει ένα απόκοσμο σκηνικό με την όψη ενός υπόγειου θεματικού πάρκου που δεν έχει ποτέ επισκέπτες. Εκεί, ένα ολοκληρωτικό καθεστώς επιβάλλεται με ωμή βία σε όποιον τολμήσει να αμφισβητήσει την επίσημη γραμμή. Μια βία που φαίνεται να είναι ανεκτή από το σύνολο και να συντηρείται με τη συνεργασία του αλλά αμφισβητείται από κάποιον μόνον όταν απειληθεί η δική του ασφάλεια. Ο αφηγητής του ‘Βρικόλακα’ παρατηρεί χωρίς ειρωνεία:  «Θαρρώ κανείς ποτέ δεν συνειδητοποιεί  πόσο λίγο θέλει να τον κλοτσάνε έως θανάτου ώσπου ν’ ακούσει ένα πλήθος να κάνει ακριβώς αυτό σε κάποιον κοντά του.» Σε μια ευθεία αλληγορία της σύγχρονης ζωής, οι χαρακτήρες αυτής της ιστορίας ο ένας μετά τον άλλο διακατέχονται από καχυποψία, άγχος και κακία ενώ εμφανίζονται να έχουν απωλέσει κάθε ηθικό πρόσχημα στη συμπεριφορά τους προς τους άλλους. Ακόμα κι αυτοί όμως που ξεκινούν κάποιες δειλές, προσεκτικές προσπάθειες απεγκλωβισμού και απελευθέρωσης, καταλήγουν στην οριστική απώλεια της ελπίδας όταν σύντομα αναγκάζονται να παραδεχτούν την ματαιότητα των προσπαθειών τους.

Στο  διήγημα ‘Έλιοτ Σπένσερ’ ο ομώνυμος ήρωας ανήκει σε μια ομάδα αστέγων που έχουν υποστεί ‘απόξεση’, ένα είδος πλύσης εγκεφάλου, και αφού έχουν χάσει μνήμη, γλώσσα και ταυτότητα, χρησιμοποιούνται σαν πολιτικά εργαλεία σε διαδηλώσεις. Εδώ ο Σώντερς έχει κυριολεκτικά συνθλίψει τη γλώσσα και τη σύνταξη προκειμένου να αποδώσει την κατάσταση του χαρακτήρα του. Όπως και στον ‘Βρικόλακα’, έτσι και σ’ αυτή την ιστορία ο ήρωας αντιλαμβάνεται τη βία που υφίσταται και πρέπει να αποφασίσει αν θα παραμείνει όργανο ενός βάρβαρου συστήματος ή θα επιστρέψει σε μια ελεύθερη αλλά δύσκολη ζωή.

Ο προβληματισμός του συγγραφέα για τους τρόπους με τους οποίους οι άνθρωποι συμβάλλουν στην επιβολή καταπιεστικών συστημάτων αποτυπώνεται και στην ιστορία με τίτλο ‘Γράμμα αγάπης’. Σ’ένα πολύ κοντινό μέλλον, ένας παππούς γράφει μια κωδικοποιημένη επιστολή στον εγγονό του,  στην οποία διαφαίνεται ο φόβος του από ένα καταπιεστικό καθεστώς. Ο παππούς ξεκινά να συμβουλεύει τον εγγονό του να μην υπερασπιστεί μια φίλη του προκειμένου να μείνει ο ίδιος ασφαλής αλλά καταλήγει απολογούμενος όταν στοχάζεται τη δική του αδράνεια και τη συνενοχή του στην υποβάθμιση της ελευθερίας στη χώρα του. Το διήγημα είναι ένα πολιτικό σχόλιο που υπενθυμίζει τις υποχρεώσεις που έχουμε απέναντι στα ιδανικά μας αλλά και ο ένας στον άλλο.

Οι πολυπλοκότητες που διατρέχουν τις καθημερινές ανθρώπινες αλληλεπιδράσεις είναι εμφανείς στα περισσότερα από τα διηγήματα του βιβλίου. Ο Σώντερς παρατηρεί τους χαρακτήρες του με συμπόνια αλλά και με χιούμορ, δεν τους κρίνει αλλά προσπαθεί να κατανοήσει το κουβάρι της ψυχής τους και να εξηγήσει τις συμπεριφορές τους. Στην ιστορία ‘Η μαμά που δρα θαρραλέα’ η αφηγήτρια της ιστορίας, μετά από μία επίθεση στον γιό της από έναν άστεγο προκαλεί τον τραυματισμό του λάθος ενόχου και στην προσπάθειά της να απαλύνει τις ενοχές της φαντασιώνεται τον τραυματισμένο χαρακτήρα να της προσφέρει συγχώρεση. Ο Σώντερς αφήνει να αναδυθεί ο προβληματισμός για τη διαφορά ανάμεσα στο να είναι  κάποιος δίκαιος και στο να προσπαθεί να είναι, καθώς και για τα ψέματα που λέμε στον εαυτό μας για να ησυχάσουμε τις συνειδήσεις μας. Μια άλλη εικόνα της σύγχρονης κοινωνίας που διέπεται από ελλιπή επικοινωνία, εμμονές και ανταγωνισμό παρουσιάζεται στην ιστορία ‘Στη δουλειά’ όπου η διαμάχη δύο υπαλλήλων μιας εταιρείας και η αποστασιοποίηση του διευθυντή τους οδηγεί στην απόλυση της πιο ευάλωτης. Ανάλογο είναι και το θέμα του διηγήματος ‘Ημέρα της Μητέρας’ στο οποίο μια χήρα συναντιέται στο δρόμο με την ερωμένη του συζύγου της και οι δύο γυναίκες, χωρίς να ανταλλάξουν κουβέντα, οδηγούνται μέσα από τις σκέψεις τους σ’ ένα υπαρξιακό απολογισμό. Και στις τρεις αυτές ιστορίες, μέσα από μια σειρά γεγονότων που ξεπερνούν τις δυνατότητές τους, οι  ήρωες οδηγούνται σε αδιέξοδο και  βιώνουν την έλλειψη ελέγχου στη ζωή τους.

Στην τελευταία ιστορία του βιβλίου που έχει τον τίτλο «Το σπίτι μου» —σε μόλις οκτώ σελίδες, ο συγγραφέας καταδεικνύει τον εγκλωβισμό στον εγωισμό, τον συμβιβασμό για τα ανεκπλήρωτα όνειρα αλλά και τη συνειδητοποίηση του αναπόφευκτου της φθοράς.

«Λυπάμαι ειλικρινά, έτσι θ’ αρχίζει. Λυπάμαι για το ρόλο μου σ’ όλο αυτό. Τι μου αρνείσαι, στ’ αλήθεια, τελικά; Μια όμορφη χρονιά, πάνω κάτω, σ’ ένα όμορφο μέρος. Θα μ’ έκανε ευτυχισμένο. Αλλα τι είναι μια χρονιά μπροστά στο μεγάλο σχέδιο; Τίποτα. Τι είναι δέκα χρόνια, εκατό, χίλια; Πάω εγώ, φίλε μου, σχεδόν πάω εγώ, πιστεύω ότι είσαι ψωροπερήφανος και άδικος αλλά δεν έχω την παραμικρή επιθυμία, πλέον, να σε σώσω. Η πεποίθησή μου ήταν ότι είχες άδικο. Είμαι σχεδόν στα τελευταία μου. Αυτή την πεποίθηση θα την πάρω στον τάφο μου. Η πεποίθησή σου ήταν ότι είχες δίκιο. Θα την πάρεις στον τάφο σου. Μολαταύτα, ελπίζω να ζήσεις για πάντα, κι αν το σπίτι σου καταρρεύσει πάνω σου, όπως φαίνεται ότι κάνει, ελπίζω ακόμα κι αυτό να σου δώσει χαρά. Πάντοτε κατέρρεε πάνω σου, τα πάντα κατέρρεαν πάνω μας πάντοτε. Μόνο που ήμασταν πολύ ζωντανοί για να το πάρουμε χαμπάρι. Αισθάνομαι τούτη την αλήθεια στο κορμί μου τώρα. Πασχίζω να μην είμαι τρομοκρατημένος. Αλλά είμαι μερικές φορές, τις νύχτες. Αν είσαι άνθρωπος που προσεύχεται, προσευχήσου για μένα, φίλε. Φίλε που θα μπορούσες να είσαι. Φίλε που θα έπρεπε να είσαι.

Αυτό το γράμμα υπάρχει στο μυαλό μου. Αλλά είμαι πολύ κουρασμένος για να το γράψω. Εντάξει, δεν είν’ αλήθεια. Δεν είμαι πολύ κουρασμένος.

Απλώς δεν είμαι έτοιμος.

Το φούσκωμα της περηφάνιας και της ζωής και του εγώ μου παραμένει πολύ δυνατό μέσα μου.

Αλλά θα φτάσω εκεί. Κάποια στιγμή. Θα το γράψω.

Μόνο που δεν πρέπει να περιμένω πάρα πολύ.»

(απόσπασμα από το διήγημα "Το σπίτι μου")

Στο κέντρο αυτής της συλλογής διηγημάτων ο Σώντερς έχει εντάξει μια διαφορετική ιστορία που σε πρώτη ματιά φαίνεται να μην συνδέεται με τις υπόλοιπες. Το Σπουργίτι της ιστορίας είναι η Γκλόρια, μια ασχημούλα νέα γυναίκα, βαρετή τόσο στο πνεύμα όσο και στη ζωή της η οποία προσπερνά την καταπιεστικά επικριτική ματιά των συγχωριανών της και βρίσκει την ευτυχία κερδίζοντας την καρδιά του Ράντι. Στο ‘Σπουργίτι’ ο συγγραφέας δίνει χώρο στον αναγνώστη να σκεφτεί για τη λανθασμένη άποψη των πολλών και τον προσκαλεί να στοχαστεί για τη σημασία της υπομονής, της ανεκτικότητας, της επιπόλαια κακής κριτικής που ασκεί η κοινωνία σ’ αυτούς που φαίνονται πιο αδύναμοι ή διαφορετικοί.

Στη συναρπαστική συλλογή διηγημάτων  ‘Μέρα Απελευθέρωσης’ ο Τζωρτζ Σώντερς  με όπλα του την καυστική σάτιρα, τον υπέροχο παραλογισμό και τους άβολους δυστοπικούς κόσμους, φωτίζει αναγνωρίσιμες ηθικές συγκρούσεις όπως η ανάληψη ευθύνης, η προσκόλληση στο εγώ, η διαστρέβλωση των καλών προθέσεων και η υποταγή στην εγκατάλειψη της ιδιωτικότητας με αντάλλαγμα μια ιδιότυπη ασφάλεια.

http://passepartoutreading.gr/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Πόσα λεπτά χρειάζεται για να βράσετε σωστά ένα αυγό

  Πόσα λεπτά χρειάζεται για να βράσετε σωστά ένα αυγό Το βράσιμο ενός  αυγού  μπορεί να φαίνεται απλό, αλλά στην πραγματικότητα είναι μια δι...