Το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας και η μεγάλη προίκα που έδωσε στον Βόλο
Η γνωστή και άγνωστη πορεία του
«Το ήθελε πολύ το Πανεπιστήμιο ο Βόλος. Ο αστικός χαρακτήρας του πληθυσμού και η ιστορική του συμμετοχή στο κοινωνικό, το εργατικό και το εκπαιδευτικό νεωτερικό κίνημα είχε προετοιμάσει το δρόμο. Με την ιδεολογική φόρτιση της εποχής, φυσικά, και με τους περιοριστικούς όρους που τότε ίσχυαν. Η συζήτηση όμως που κατέληξε τελικά στην ίδρυση του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας πολλά χρόνια αργότερα, ξεκίνησε ουσιαστικά από το μηδέν, αμέσως μετά την μεταπολίτευση του 1974, όταν ήδη είχε μεσολαβήσει μια νέα πραγματικότητα μετά την αναστάτωση στα Πανεπιστήμια της Αμερικής και της Ευρώπης και φυσικά ύστερα από την συνταρακτική εμπειρία του Μάη του 1968 και όσων ακολούθησαν στο κοινωνικό και πολιτικό πεδίο, ως συνέπειά του…» Ο πρώτος Πρόεδρος, αλλά και πρώτος Πρύτανης μετέπειτα του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, ο κ. Παντελής Λαζαρίδης, «άνοιξε» την καρδιά του και μίλησε στο «Volos City» για μια σειρά από θέματα και βιώματα, που σχετίζονται τόσο με την πορεία του Ιδρύματος, αλλά και την προσωπική του, όσο και για λιγότερο γνωστά, ακόμη και… άγνωστα γεγονότα που «σημάδεψαν» την πορεία της μεγάλης αυτής κληρονομιάς που χάρη στις προσπάθειες του ιδίου, αλλά και κάποιων ακόμη ανθρώπων, αποτελεί μια μεγάλη προίκα ανάπτυξης τόσο του Βόλου, όσο και της Θεσσαλίας γενικότερα.
Ο κ. Λαζαρίδης, μέσα από μια ανθρώπινη κυρίως συζήτηση, μας εκμυστηρεύεται τι είναι αυτό που του έμεινε «χαραγμένο στο μυαλό», αλλά και το τι τον πίκρανε, «πως έγινε η επιλογή των στενών συνεργατών στην έναρξη λειτουργίας, εάν υπάρχουν άγνωστες πτυχές της ιστορίας του Θεσσαλικού Ιδρύματος που δεν είδαν ποτέ το φως της δημοσιότητας, αν υπήρξαν άνθρωποι εκτός του Ιδρύματος, που έπαιξαν ωστόσο καθοριστικό ρόλο στη δημιουργία, αλλά και στην εξέλιξη του Πανεπιστημίου, αλλά και εάν υπήρξαν απ΄ την άλλη και… «άνθρωποι εμπόδια». Μια τέτοια πολυετής δράση, που στην περίπτωση του κ. Παντελή Λαζαρίδη, πέρασε και από την πολιτική και τα κοινά, αναπόφευκτα δημιουργεί και στεναχώριες… άρα μας απαντά, εάν έχει κρατήσει για «τον εαυτό» του παράπονα, όπως και εάν υπήρξαν κάποιοι που τον πλήγωσαν… Τι έμαθε όμως ως Πρύτανης; Τι έγινε με το μεγάλο πολύτιμο αρχείο που δώρισε στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας και το οποίο αφορούσε στο Ακαδημαϊκό Ίδρυμα;
Συνέντευξη στον Ηλία Κουτσερή
Η ιστορία ίδρυσης των πανεπιστημίων
Όπως μας λέει λοιπόν, σε αυτή την συζήτηση, απ΄την οποία μάθαμε αλλά και ξαναθυμηθήκαμε πολλά στοιχεία, «Στην Ελλάδα, η αναμόρφωση της ανώτατης εκπαίδευσης, μετά την χρόνια συντηρητική ταξική της λειτουργία και την ωμή χουντική καταστολή στη διάρκεια της επταετίας, αποτέλεσε κεντρικό θέμα και θέμα προτεραιότητας της κοινωνικής και πολιτικής ζύμωσης μόλις αποκαταστάθηκε η δημοκρατία».
Ως στέλεχος της οργάνωσης Δημοκρατική Άμυνα, ιδρυτικό μέλος και μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του ΠΑΣΟΚ, αλλά και ως καθηγητής, τότε, στην Αρχιτεκτονική Σχολή του Πανεπιστημίου της Γενεύης, ο κ. Παντελής Λαζαρίδης, είχε μια έντονη συμμετοχή στη ζύμωση αυτή για την διαμόρφωση του νέου πλαισίου και των σχετικών επιλογών που θα μπορούσαν να το υλοποιήσουν.
Όπως τονίζει, «Το νέο πλαίσιο περιλάμβανε πλήθος αναδιατάξεων αλλά και νέων προσεγγίσεων, ανάμεσά τους και την ίδρυση νέων Πανεπιστημίων, με κάποιες προϋποθέσεις και θεμελιώδη χαρακτηριστικά. Έτσι σε μια πρώτη φάση και μετά τη συζήτηση για το Αττικό Πανεπιστήμιο, που δεν κατέληξε, ιδρύθηκαν το Πάντειο Πανεπιστήμιο, το Οικονομικό, το Γεωπονικό, το Πανεπιστήμιο του Πειραιά
και τέθηκαν οι βάσεις για το Χαροκόπειο και για το Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, στην Αθήνα και την Θεσσαλονίκη, πήρε χαρακτηριστικά πλήρους Πανεπιστημίου το τεχνικό ως τότε Πανεπιστήμιο της Πάτρας, το Πολυτεχνείο στην Κρήτη κλπ.»
Συζήτηση με… τις ώρες με τον Ανδρέα Παπανδρέου
Όπως μας εξηγεί ο καθηγητής και πρώτος Πρύτανης του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας κ. Παντελής Λαζαρίδης, «λίγο αργότερα από το ξεκίνημα αυτής της περιόδου, το 1975, κάτω από εντελώς απρόβλεπτες συνθήκες, που για άλλο λόγο είχαν και έντονο δραματικό στοιχείο, είχα την ευκαιρία να συζητήσω με τις ώρες για όλα αυτά σε μια κατ’ ιδίαν συνάντηση με τον Ανδρέα Παπανδρέου. Παρόλο που το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας ιδρύθηκε τελικά πολλά χρόνια αργότερα, μέσα από συντεταγμένες διαδικασίες της τότε κυβέρνησης και παρά τις αντιρρήσεις και την πολλαπλή κωλυσιεργία της προηγούμενης, αφού μεσολάβησαν χίλια δυο και σε εθνικό αλλά κυρίως σε τοπικό επίπεδο και πλήθος συναντήσεις με τους αρμόδιους Υπουργούς και τον τότε Πρωθυπουργό, μνημονεύω τη συνάντηση εκείνη, γιατί κατά την γνώμη μου λειτούργησε καταστατικά για τα θεμελιώδη χαρακτηριστικά κλίμακας, χωροθέτησης, ένταξης στον κοινωνικό ιστό, και ακαδημαϊκής οργάνωσης, αλλά και ευρύτερων στόχων, που θα είχε αργότερα και το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας. Αυτά δηλαδή τα χαρακτηριστικά που διατηρούσε ως πρόσφατα το ΠΘ.
Την μνημονεύω όμως αυτήν τη συνάντηση και για ένα πρόσθετο λόγο. Επειδή η πολιτική αλλά και η συναισθηματική υποστήριξη και η εμπιστοσύνη που οικοδομείται πάνω σ’ αυτές, είναι ο τροφοδότης και η απαραίτητη προϋπόθεση επιτυχίας για τα έργα μεγάλης κοινωνικής κλίμακας».
Οι πρωτοβουλίες για την ίδρυση Πανεπιστημίου
Σύμφωνα με τον ίδιο, «στο τοπικό επίπεδο τόσο κατά τη διάρκεια της δημαρχίας Κλαψόπουλου (που ξαναεκλέχθηκε πανηγυρικά μετά την αποπομπή του από τη χούντα), όσο ιδίως με τον Μιχάλη Κουντούρη που τον διαδέχθηκε στη δημαρχία το 1978, οι πρωτοβουλίες σχετικά με την ίδρυση Πανεπιστημίου ήταν διαρκείς και από κάποιο σημείο πολύ συγκροτημένες, έντονες και κυρίως πολιτικά εύστοχες. Βοηθούσαν βέβαια και οι καιροί. Η δική μου συμμετοχή σ’ αυτήν την προετοιμασία είχε ξεκινήσει ήδη από το 1973, σ’ ένα ταξίδι στην Ελλάδα, συζητώντας με τον Κίτσο Μακρή και τον Γιώργο Χουρμουζιάδη στο σπίτι του τελευταίου, που ήταν τότε έφορος αρχαιοτήτων. Το θέμα, δεν ήταν μόνο η αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού που βρίσκονταν στα ξένα Πανεπιστήμια (ο γνωστός καημός) αλλά και το ιστορικό και οργανωτικό υπόβαθρο που πρόσφερε η πόλη. Είχαμε κάνει μάλιστα και μια πρώτη καταγραφή, που αργότερα χρησιμοποιήθηκε στις επιλογές».
Ποιοι οι πρωτεργάτες της ίδρυσης
«Με την επάνοδό μου στην Ελλάδα και την εκλογή ως Καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης η συμμετοχή στη διαδικασία προετοιμασίας για ένα Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας έγινε συστηματική. Κυρίως στο πλαίσιο της ευρύτερης ομάδας γύρω από τον Καθηγητή Γιάννη Τριανταφυλλίδη που συνεργαζόταν με τον Δήμο και το Τεχνικό Επιμελητήριο στο οποίο Πρόεδρος ήταν ο Άρης Τσαλαπάτας. Ο Τάσος Κωτσιόπουλος, τότε Βοηθός και αργότερα Επιμελητής στην Πολυτεχνική Σχολή είχε μια πιο ειδική στενή σχέση και με το θέμα και με τις σχετικές πρωτοβουλίες. Αργότερα αποτέλεσε πολύτιμο δικό μου συνεργάτη σ’ όλη την πορεία της πρώτης περιόδου του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας. Αποφεύγω να αναφερθώ στα πολλά άλλα μέλη της ομάδας και στο προσωπικό του Κέντρου Μελετών του Δήμου Βόλου (του ΔΗΚΕΜΒ) γιατί ασφαλώς θα ξεχάσω τα ονόματα κάποιων. Πάντως στην πορεία των λίγων επόμενων χρόνων ως την ίδρυσή του, οι εκδηλώσεις και οι διάφορες επιστημονικές ερευνητικές πρωτοβουλίες της ομάδας αυτής, που κατά περίπτωση διευρυνόταν, προσδιόρισαν χοντρικά πλήθος επιδιωκτέα χαρακτηριστικά του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας στον Βόλο. Όπως πχ την ένταξή του στον αστικό ιστό, την νέα χρήση και την ανάδειξη τοπόσημων που αδρανούν εξαιτίας μεταβολών στην παραγωγική ταυτότητα, την αξιοποίηση του δημόσιου χώρου και τη δημιουργία νέου, τις προτεραιότητες στην επιλογή γνωστικών αντικειμένων που να αντιστοιχούν στο ιστορικό αλλά και στις πιθανές αναπτυξιακές προοπτικές της περιοχής και φυσικά την προσαρμογή στις εθνικές ανάγκες και τη συνεργασία με άλλους δημόσιους ή ιδιωτικούς φορείς ελεγχόμενους από το δημόσιο συμφέρον».
Συχνός συνομιλητής του Ανδρέα
Όπως τονίζει, «μια λεπτομέρεια που μπορεί εκ πρώτης όψεως να μοιάζει άσχετη έχει το νόημά της. Και ίσως απαντά, αν και έμμεσα, σε αρκετά από αυτά που θέτετε σχετικά με τον ρόλο του Πανεπιστημίου στον Βόλο. Ο Παπανδρέου μετά το ’81 παρακολουθούσε στενά την εξέλιξη των ακαδημαϊκών πραγμάτων και φυσικά είχε ενημέρωση πανταχόθεν. Ήμουν κι εγώ ένας συχνός συνομιλητής του. Κεντρικό θέμα για το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας ( που μερικοί το ήθελαν ντε και καλά «Θεσσαλικό»!), μέσα από τις τοπικές αντιδικίες κατέληξε να είναι η «έδρα» του. Χαμός και αντιπαλότητα μέχρις εσχάτων ιδίως ανάμεσα στη Λάρισα και στο Βόλο. Είχαμε συμφωνήσει σε όλα σχετικά με την ίδρυσή του, την αναγκαία προσεκτική πορεία του στην αρχική περίοδο και τον εντελώς αναγκαίο ενιαίο του χαρακτήρα, που δεν σήμαινε φυσικά διασπορά σύμφωνα με τοπικά συμφέροντα ή ιδεοληψίες».
Η πρόταση για έδρα στη Λάρισα και ο αγώνας που ακολούθησε
Ανάμεσα σ’ αυτά σιωπηρά είχε κατά κάποιο τρόπο διευκρινιστεί και ότι θα ήμουν ο Πρόεδρος της Διοικούσας Επιτροπής που θα του έδινε υπόσταση. Ήμουν τότε και εκπρόσωπος του Υπουργείου Παιδείας στην Επιτροπή Εκπαιδεύσεως της τότε ΕΟΚ, στις Βρυξέλλες. Τρώγοντας μετά από μια κοπιαστική Σύνοδο Υπουργών Παιδείας, ο Απόστολος Κακλαμάνης, φίλος και τότε Υπουργός, μου το έφερε μαλακά, καθώς είχε πάρει εντολή να ετοιμάσει το Διάταγμα για την ίδρυση του Πανεπιστημίου. Ο Παπανδρέου, μου είπε, αφού είδε κι άκουσε διάφορους, καταλήγει πως έδρα του πρέπει να είναι η Λάρισα επειδή είναι η διοικητική πρωτεύουσα της Θεσσαλίας και βρίσκεται στο κέντρο της. Είχαμε τόσες πολλές φορές συζητήσει αυτό το θέμα, ακόμα και κατ’ ιδίαν, και είχαμε τόσες πολλές φορές καταλήξει για πλήθος λόγους σε ένα διαφορετικό συμπέρασμα, που έπεσε πραγματικά ο ουρανός να με πλακώσει. Στην επιστροφή στην Αθήνα ζήτησα να τον δω. Ήταν αδύνατο και το καταλάβαινα, γιατί έφευγε την παράλλη για Βρυξέλλες μαζί με πλήθος Υπουργούς, για τα Μεσογειακά Ολοκληρωμένα Προγράμματα, τα περίφημα ΜΟΠ, που ήταν μάλιστα δικής του έμπνευσης και σωτήρια τελικά για τη χώρα. Αναζήτησα κάποιον που θα μπορούσε να ήταν στο αεροπλάνο μαζί του, για να του δώσει ένα σημείωμα που να του υπενθυμίζει τα δεδομένα. Βρέθηκε ο Γιάννης Φάτσης, που ως πολιτικός συντάκτης θα ήταν κι αυτός στο αεροπλάνο μαζί του. Δεν τον γνώριζα τότε πολύ καλά τον Γιάννη, αργότερα γίναμε κολλητοί φίλοι. Συναντηθήκαμε στο ουζερί του «Απότσου» στο Σύνταγμα. Το θυμάμαι σαν σήμερα. Του είπα τι εκδούλευση ήθελα, δέχθηκε και ζήτησε ένα ντοκουμέντο, όχι απλό σημείωμα. Έβαλα όλα τα αρχιτεκτονικά δυνατά μου στην παρουσίαση. Χάρτες, επιχειρήματα, αναπτυξιακές προοπτικές, περιβαλλοντικές ομορφιές, σχήματα, φωτογραφίες έγχρωμες, πίνακες, διαγράμματα, βιομηχανικές ζώνες και όλα τα όμορφα του Ρυθμιστικού Σχεδίου, από τη μελέτη του Θύμιου Παπαγιάννη και της Ράνιας Κλουτσινιώτη για τον ανερχόμενο τότε Βόλο. Όταν τελείωσα, μ’ ένα ντοσιέ πραγματικά μπιζού, συνειδητοποίησα ότι ακριβώς αυτά συζητούσαμε χρόνια τώρα κι ότι το όμορφο ντοσιέ δεν είχε καμιά καινούργια πληροφορία. Άρα αν είχε αλλάξει άποψη για ουσιώδεις λόγους ο Πρωθυπουργός, δεν του πρόσφερα κανένα νέο στοιχείο. Στο υπόλοιπο του χρόνου αυτοσχεδίασα ένα εντελώς λιτό, χειρόγραφο και κακοφτιαγμένο πρόχειρο φάκελο, με όλα τα αρνητικά και τις αβεβαιότητες του Βόλου. Από την σύνδεση με την Ηγουμενίτσα που εκκρεμούσε, όπως κι η σύνδεση με τη Μέση Ανατολή, ως τον περιορισμό της σημασίας του λιμανιού, τις περιβαλλοντικές ευαισθησίες και την αβεβαιότητα της βιομηχανικής ανάπτυξης – ήδη με τα πρώτα σημάδια αποβιομηχάνισης- ως τις αβεβαιότητες της πρωτογενούς παραγωγής αλλά και της τουριστικής ανάπτυξης. Και με ένα πληθυσμό που άλλαζε ραγδαία η προέλευση και το πολιτισμικό του υπόβαθρο. Υπήρχαν τα νούμερα στο Ρυθμιστικό Σχέδιο και οι απογραφές με τα δεδομένα τους.
Ήθελα να δείξω ότι κυριαρχεί συνολική αναπτυξιακή εκκρεμότητα, ότι όλες οι πιθανές προοπτικές είναι τελικά απλώς πιθανές και ότι η μόνη σταθερά για την ανάπτυξη της περιοχής θα ήταν το Πανεπιστήμιο ως παραγωγός αναγκαίας υπεραξίας. Ο Φάτσης δυσανασχέτησε με τα δύο ντοσιέ, φαίνεται όμως πως βρήκε τον τρόπο και τα έδωσε. Όταν γύρισε, μου επέστρεψε το καλό ντοσιέ μαζί με τα καλά λόγια του προσωρινού, όπως εξελίχτηκαν τα πράγματα, παραλήπτη του. Το άλλο ο παραλήπτης το κράτησε για να το μελετήσει. Η συνέχεια είναι γνωστή».
«Δεν έβαζα εύκολα νερό στο κρασί μου…»
Όπως μας εξηγεί ο κ. Λαζαρίδης, «η συγκρότηση της Διοικούσας Επιτροπής ήταν τελικά περιπετειώδης. Υπήρχαν πολλοί που αντιδρούσαν γιατί οι κυρίαρχες απόψεις ήταν γνωστές. Ήμουν κι εγώ νέος και δεν έβαζα εύκολα νερό στο κρασί μου, εκτεθειμένος καθώς ήμουν και πολιτικά από την γενικότερη δημόσια λειτουργία μου. Χρειάστηκαν δύο φάσεις, δύο Προεδρικά Διατάγματα και φυσικά δύο χρόνοι για να οριστικοποιηθεί η σύνθεσή της. Ο Υπουργός Παιδείας μου είχε δώσει βέβαια πράσινο φως με την μαγική φράση «…πες μου τη σύνθεσή της…» και είχα επιλέξει μια λειτουργική σύνθεση που επέτρεπε την διοίκηση της τόσο σύνθετης και απαιτητικής εργασίας, αλλά ως την μερική έστω υλοποίηση αυτής της επαγγελίας ο δρόμος αποδείχθηκε μακρύς και ιδίως υπονομευμένος».
«Δεν ήμουν βέβαιος ότι το κεφάλι μου θα παρέμενε στη θέση του !»
Ο κ. Λαζαρίδης, όπως συνεχίζει στην ενδιαφέρουσα συζήτηση μαζί του, «στην πολιτική τα πράγματα τελειώνουν μόνο αφού τελειώσουν και αρκετά συχνά δεν ήμουν βέβαιος ότι το κεφάλι μου θα παρέμενε στη θέση του ! Στην αρχή ήταν το θέμα του Μητροπολίτη. Μου ήταν εντελώς ακατανόητο γιατί σε ένα κατ’ εξοχήν πολιτικό θεσμό όπως το Πανεπιστήμιο έπρεπε ο Μητροπολίτης να είναι μέλος του διοικούντος οργάνου.
Ο αντίλογος ήταν πως αυτό συνέβαινε και με τα άλλα νέα Πανεπιστήμια. Πάντως αυτό μου πέρασε. Μετά ήταν η ταυτόχρονη παρουσία δύο πολιτικών προσώπων, των δύο Δημάρχων, που ο καθένας τους θα λογοδοτούσε κατά το δοκούν όχι στην Πολιτεία αλλά σε τοπικό κοινό, καθένα ασύμβατο με το άλλο, συχνά αντιφατικό. Η μεταφορά δηλαδή μέσα στην ίδια τη Διοικούσα Επιτροπή της τρέχουσας πολιτικής αντιδικίας. Αυτό δεν μπορούσε να μου περάσει και δεν μου πέρασε. Ο συμβιβασμός που βρέθηκε ήταν να υπάρξουν ακόμα δυο πολιτικά πρόσωπα, ανεξάρτητα και με επάρκεια για συγκεκριμένους τομείς δουλειάς. Πρότεινα τον Γιάννη Φάτση για τις Δημόσιες Σχέσεις κι τον Γιάννη Παπανικολάου, οικονομικό σύμβουλο του Πρωθυπουργού. Οι τρεις χειριστήκαμε τις πράγματι πολύ μεγάλες πολιτικές περιπλοκές. Είχαμε όμως από πίσω ο καθένας αντιλαμβάνεται ποιόν. Έτσι με τον Τάσο Κωτσιόπουλο για τα οργανωτικά των Πανεπιστημίων και τα χωροταξικά, την Μαρία Ηλιού για τα Εκπαιδευτικά, τον Γιάννη Κουκιάδη για νομικά και ακαδημαϊκά ζητήματα, τον Κώστα Ακριτίδη και τον Μανώλη Σταυρακάκη για τα Γεωπονικά, τον Μανώλη Τζεκάκη για τα Τεχνολογικά και οργανωτικά και τον γιατρό Κώστα Ευαγγελόπουλο, μαζί με τους δυο Δημάρχους τον Μιχάλη Κουντούρη του Βόλου και τον Αριστείδη Λαμπρούλη της Λάρισας, πορευτήκαμε όλοι μας για αρκετά χρόνια σ’ αυτήν την περιπέτεια, ως την πολιτική αλλαγή του 1990 που το ΠΘ άλλαξε για πρώτη φορά διοίκηση και οδηγήθηκε άκαιρα και άτσαλα σε οριακές αντιπαλότητες εξαιτίας διαφορετικών επιλογών και της ανώριμης διάσπασής του. Είναι βέβαια ακραίο αστείο να μιλά σήμερα κανείς για εκείνη την εξέλιξη με την διάσπαση. Την πιο πρόσφατη διάσπαση, την πιο αληθινή, αλλά και την πιο προσφιλή πια και στο εσωτερικό του, παρόλα τα εξόφθαλμα και αχρείαστα προβλήματα, την βρίσκει κανείς στο site του ίδιου του Πανεπιστημίου.
Υιοθετημένη από τις Αρχές του, που την εμπνεύστηκαν, σε ένα performing ερασιτεχνικού πάντως επιπέδου, εκείνην που μιλάει με περηφάνεια για τους πέντε ανέμους.
Άγνωστες πτυχές… παράπονα… και πληγές προσωπικές!
«Άγνωστες πτυχές…, παράπονα…, πληγές προσωπικές… Κοιτάξτε … Δέκα…τόσα χρόνια συμμετοχή στις ζυμώσεις και τις προετοιμασίες για το πανεπιστήμιο κι άλλα δέκα…τόσα ως επικεφαλής στη διοίκησή του είτε ως πρώτος ιδρυτικός πρόεδρος είτε ως πρώτος εκλεγμένος πρύτανης και μαζί μ’ αυτά και σχεδόν άλλα τόσα ως επικεφαλής νέων Τμημάτων, και βάλτε και κάμποσα για τη συμμετοχή με βαριές ευθύνες στα κοινά, κυρίως σε εθνικό αλλά και σε τοπικό επίπεδο, χωρίς πανεπιστημιακές αλλά με πολιτικές ιδιότητες, ε…αυτά είναι ακριβώς η συνταγή για να υπάρχουν …άγνωστες πτυχές…παράπονα… και πληγές προσωπικές !
Αλλά μαζί μ’ αυτά, υπάρχουν και μεγάλες χαρές και μικρές ικανοποιήσεις και ωραία αγγίγματα, μπορεί και κάποιες ελάχιστες περηφάνειες. Ξέρετε… με τα χρόνια που περνούν γίνεται κανείς, πρέπει να γίνεται, πολύ επιεικής με τους άλλους.
Μα δεν αξίζει τον κόπο να γίνεται και υπερβολικά σκληρός με τον εαυτό του και να τον κατακρίνει για όσα θα μπορούσε να κάνει και δεν έκανε. Όλοι που έχουν μια σοβαρή φιλοδοξία κάνουν αυτά που μπορούν».
Στο Αρχείο που έχω δωρίσει, είναι όλη η ιστορία
Είναι όμως, μόνο αυτά και τα όσα φαίνονται ή και άλλα άγνωστα δεδομένα; Όπως με σαφήνεια λέει, «άγνωστες πτυχές ασφαλώς υπάρχουν. Στο Αρχείο που έχω δωρίσει στο Πανεπιστήμιο είναι όλη η ιστορία. Νομίζω ότι όλη η πρώτη περίοδος αυτή που όρισε τα χαρακτηριστικά του Πανεπιστημίου που είχαμε οραματιστεί, παραμένει ή κατέληξε με το πέρασμα του χρόνου άγνωστη. Είναι αλήθεια ότι φεύγοντας για πρώτη φορά το 1990 από το Πανεπιστήμιο, εκείνο μόλις είχε αρχίσει να στελεχώνεται ακαδημαϊκά. Όσοι έρχονταν, είχαν την αίσθηση ότι το Πανεπιστήμιο ξεκινά με την δική τους προσέλευση. Κανείς δεν θα μπορούσε βέβαια τότε να φανταστεί την εξέλιξη. Ιδίως την θεαματική «επαναφορά» μετά από οχτώ χρόνια του Μιχάλη Κουντούρη ως Δήμαρχου κι εμένα ως πρώτου Πρύτανη.
Η συνύπαρξη δεν διάρκεσε πολύ.
Λύθηκαν όμως αρκετά κρίσιμα θέματα στην διάρκειά της.Κυρίως η λεγόμενη Πλατεία Πανεπιστημίου και η συναρτημμένη περιπλοκή με το συγκρότημα Ματσάγγου, αλλά και η καίρια αγορά στο Πεδίο του Άρεως για την ανάπτυξη της Πολυτεχνικής Σχολής. Αυτή ολοκληρώθηκε αργότερα με την απόκτηση από το Πανεπιστήμιο όλης της έκτασης στα Παλιά , ανατολικά του Κραυσίδωνα. Έτσι λύθηκε οριστικά και η παράλογη αμφισβήτηση της σκοπιμότητας εγκατάστασης του Πανεπιστημίου στην περιοχή αυτή.
Στην δεύτερη αυτή περίοδο, ολοκληρώθηκαν και προσδιορίστηκαν τα περισσότερα βασικά εξωτερικά χαρακτηριστικά και οι αντίστοιχες στρατηγικές επιλογές που σχετίζονταν με τον σχεδιασμό του, ενώ το Πανεπιστήμιο θέριευε με τα νέα Τμήματα και πολύ νέο κόσμο που εισέρρεε και την νέα κοινωνική συνθήκη που επέβαλε αυτή… η πόλη μέσα στην πόλη.
Η πορεία συνεχίζεται τόσο στο Βόλο όσο και με την εντυπωσιακή ανάπτυξη στα Τρίκαλα, την Καρδίτσα και στη Λάρισα όπου και το Νοσοκομείο παίζει τον καταλυτικό κεντρικό του ρόλο, τώρα πια και στη Λαμία…»
«Το πήρα πολύ βαριά. Όχι μόνο για την υπερβολική καθυστέρηση, αλλά και την έλλειψη ενδιαφέροντος για την «διαχείριση της κληρονομιάς μου»
Ο κ. Λαζαρίδης όμως, αναφέρεται και στα πρόσφατα δεδομένα του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, αλλά και την κληρονομιά- δωρεά που άφησε, μιλώντας ωστόσο με πικρία και στεναχώρια…
«Το πλήρες αρχείο από καταβολής (για να μην πω από… προκαταβολής !) του Πανεπιστημίου, που αποτελεί μέρος της Δωρεάς που έκανα, τα περιέχει φυσικά όλα αυτά τα ας πούμε άγνωστα της περιόδου.. Τέσσερα χρόνια κρατά ως τώρα η ψηφιοποίηση και θα περάσουμε φαίνεται τις 100.000 σελίδες, μαζί με τα χρόνια που είχα παράλληλες κυβερνητικές ευθύνες.
Παρόλη τη στενοχώρια μου -όχι μόνο για την υπερβολική καθυστέρηση- που καταστρατηγεί τις γραπτές προβλέψεις του συμφωνητικού της δωρεάς, σκέπτομαι ότι είναι αναγκαίο πια να περιέχει επίσης κι ένα επιπλέον πολύ πιο πρόσφατο ντοκουμέντο, ένα «απαντητικό» μαίηλ, στο οποίο το κατ’ εξοχήν αρμόδιο (ως τώρα;) πρόσωπο για το Αρχείο του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας δηλώνει με σαφήνεια την έλλειψη κάθε προσωπικού ενδιαφέροντος για την «… διαχείριση της κληρονομιάς μου στο Πανεπιστήμιο». Το πήρα πολύ βαριά. Τώρα βέβαια, με την απόλυση του μοναδικού προσώπου που «έτρεχε» την ψηφιοποίηση του ιστορικού αρχείου τα πράγματα επισημοποιήθηκαν.
Ένα άλλο μεγάλο μέρος της Δωρεάς μου στο Πανεπιστήμιο,10.000 περίπου βιβλία (το προσωπικό υπόβαθρο) που συγκροτούσαν μια ανεξάρτητη ειδική βιβλιοθήκη και αρκετά κιβώτια ιστορικών ντοκουμέντων καθώς και τα έπιπλα της ίδιας δωρεάς (γραφεία και βιβλιοστάτες κυρίως για την υποδοχή των βιβλίων), ήταν στο κτιριακό συγκρότημα Τσαλαπάτα και στο κτίριο της Βιβλιοθήκης.
Και τα δύο έχουν υποστεί ανήκεστες βλάβες και φθορές από την τελευταία θεομηνία. Άκουσα (και διάβασα) ότι ένα σοβαρό πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι πανεπιστημιακές αρχές είναι πώς θα απομακρύνουν μετά τόσον καιρό τον χαρτοπολτό από τα κτίρια αυτά χωρίς να φράξουν οι αποχετευτικοί αγωγοί.
Κανένας πάντως δεν έχει επικοινωνήσει μαζί μου σχετικά, τους τελευταίους τόσους μήνες. Κι εγώ ντρέπομαι να τους πάρω και να ρωτήσω για να μην παρεξηγηθώ».
https://magnesianews.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου