ΟΝΕΙΡΑ ΤΡΑΙΝΩΝ
Στη νουβέλα ‘Όνειρα τραίνων’ ο Ντένις Τζόνσον (Denis Johnson, 1949-2017), μέσα σε μόλις 120 σελίδες αφηγείται τη ζωή του Ρόμπερτ Γκρέινιερ, ενός μεροκαματιάρη από το βόρειο Αϊντάχο, ξεκινώντας από τη γέννησή του στα τέλη του 19ου αιώνα έως τον θάνατό του το 1968˙ μια ήσυχη περιήγηση στο μυαλό ενός ανθρώπου και ένα βιβλίο όπου το σκηνικό γίνεται χαρακτήρας, φίλος ή αντίπαλος αντανακλώντας τη σκέψη και καθορίζοντας τη ζωή του ήρωα.
Ο ορφανός Ρόμπερτ Γκρέινιερ μεγαλώνει με τους θείους του σε ένα χωριουδάκι του Αϊντάχο. Από τα 14 του χρόνια, εργάζεται στα μεγάλα δάση, φτιάχνοντας ράγες και γέφυρες σε απομακρυσμένες περιοχές για την κατασκευή του σιδηροδρομικού δικτύου στην Αμερική. Φιλότιμος και ήσυχος σαν άνθρωπος δεν μπλέκει ποτέ σε φασαρίες και δεν μένει ποτέ χωρίς δουλειά. Στα τριάντα του χρόνια παντρεύεται τη Γκλάντυς που γνώρισε στην εκκλησία και αποκτούν μια κόρη, την Κέιτ. Η οικογένεια ζει σε μια καλύβα που είχε φτιάξει, σχεδόν με τα χέρια του, ο Γκρέινιερ σε μια έκταση μέσα σ’ ένα δάσος με έλατα δίπλα στο ποτάμι.
Σε μια μεγάλη πυρκαγιά, που καταστρέφει ένα μεγάλο τμήμα της υπαίθρου του Αϊντάχο, αφανίζοντας κάθε ζωντανό ον στο πέρασμά της, ο Γκρέινιερ χάνει όχι μόνο το σπίτι του αλλά και τη γυναίκα του και τη μικρή του κόρη και μαζί τους κάθε ελπίδα για λίγη ευτυχία. Τότε η σκληρή δουλειά γίνεται μια απόδραση, ένας τρόπος να ξεχάσει πόσο λυπημένος είναι. Μόνο στην εκκλησία, ακούγοντας τους ψαλμούς, τον κυριεύει η θλίψη του.
Ο Γκρέινιερ μένει στο σημείο που ήταν το παλιό του σπίτι και ξαναχτίζει μια νέα καλύβα μέσα στην καμένη κοιλάδα που μοιάζει με την μαυρισμένη του ψυχή. Εκεί θα μείνει μέχρι το τέλος της ζωής του, με μοναδική παρέα ένα αδέσποτο σκυλί. Τα χρόνια περνούν, ο Γκρέινιερ δουλεύει, πότε στα τραίνα, πότε κάνοντας τον μεταφορέα με ένα κάρο που αγόρασε κάποια στιγμή, αλλά πάντα ατενίζοντας τα υπέροχα τοπία, ακούγοντας ιστορίες για ένα κορίτσι λύκο, παρακολουθώντας τραίνα που διασχίζουν γέφυρες που βοήθησε να χτιστούν. Ο Τζόνσον επισημαίνει τον σιδηρόδρομο ως μεταφορά και ως πηγή απασχόλησης. Το τραίνο δεν είναι απλώς ένα μέσο μεταφοράς αλλά το σφύριγμα του αναμειγνύεται με το ουρλιαχτό του κογιότ καθώς περνά κοντά στην κοιλάδα όπου ζει ο Γκρέινιερ.
Λίγες σελίδες πριν το τέλος της νουβέλας ο Ντένις Τζόνσον συνοψίζει τη ζωή του ήρωά του ως εξής ‘Ο ίδιος ο Γκρέινιερ έφτασε πάνω από ογδόντα χρονών, έζησε μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ’60. Στον καιρό του είχε ταξιδέψει δυτικά κι είχε φτάσει καμιά εικοσαριά χιλιόμετρα από την ακτή του Ειρηνικού, αν και δεν αντίκρισε ποτέ του τον ωκεανό, και ανατολικά είχε φτάσει μέχρι το Λίμπυ, εξήντα χιλιόμετρα πέρα από τα σύνορα με τη Μοντάνα. Πλάγιασε με μία γυναίκα μόνο – τη γυναίκα του, την Γκλάντυς – κι είχε στην ιδιοκτησία του τέσσερα στρέμματα γης, δύο άλογα, ένα κάρο. Δεν μέθυσε ποτέ του. Δεν αγόρασε ποτέ του όπλο και δεν χρησιμοποίησε ποτέ τηλέφωνο. Έμπαινε συχνά στο τραίνο, πού και πού σε αυτοκίνητο, ανέβηκε μία και μοναδική φορά σε αεροπλάνο. Τα τελευταία χρόνια στης ζωής του έβλεπε τηλεόραση όποτε τύχαινε να βρεθεί στην πόλη. Δεν έμαθε ποτέ ποιοι ήταν οι γονείς του και δεν άφησε απογόνους.’
Το βιβλίο είναι υπόδειγμα αφηγηματικής οικονομίας η οποία όμως δεν στεγνώνει την αφήγηση. Ο Τζόνσον επιλέγει μια χούφτα από δραματικά στιγμιότυπα της ζωής του ήρωά του και κυκλοφορεί ανάμεσά τους αποστάζοντας κάτι λυρικό από κάθε ένα από αυτά, δίνοντας δύναμη και βάθος στην ιστορία του και παρασύροντας τον αναγνώστη στο μυαλό και την ψυχή του χαρακτήρα του βιβλίου.
Σε αντίθεση με την ωμή, οδυνηρή και παρατεταμένη θλίψη ενός ανθρώπου που δεν είναι καλός με τα λόγια, ο Τζόνσον παρουσιάζει τη βαθιά και επίμονη βία ως θεμελιώδες γεγονός της αγροτικής δυτικής ζωής. Με υποβλητική γλώσσα περιγράφει τη βιαιότητα τόσο των φυσικών όσο και των ανθρώπινων δυνάμεων εγκιβωτίζοντας μέσα στην ιστορία του μια σειρά από ιστορίες για φρικτούς θανάτους – έναν ξυλουργό που σκοτώθηκε από ένα κλαδί δέντρου, ένα 12χρονο κορίτσι που δολοφονήθηκε από τον πατέρα της όταν ανακαλύπτει ότι είναι έγκυος, έναν ινδιάνο που τον χτύπησε το τραίνο, με τα λείψανά του σκορπισμένα σε μικροσκοπικά κομμάτια κατά μήκος της γραμμής. Στην αρχή της αφήγησης μια ομάδα αντρών προσπαθεί να λιντσάρει έναν Κινέζο εργάτη που κατηγορείται για κλοπή αλλά οι δράστες αποτρέπονται όταν το θύμα τους ‘κλότσαγε και τιναζόταν σαν νυφίτσα στο σακί, προσπαθώντας με το μοναδικό ελεύθερο χέρι του να χτυπήσει αυτόν που ήταν πίσω του και τον κρατούσε απ’ το λαιμό.’ Ο Γκρέινιερ μένει έκπληκτος με την ευκολία με την οποία αφήνει τον εαυτό του να παρασυρθεί από το πλήθος και η εικόνα του Κινέζου δεν τον εγκαταλείπει ποτέ.
Το βιβλίο «Όνειρα τραίνων» θα μπορούσε κανείς να το περιγράψει ως την απογυμνωμένη βιογραφία ενός συνηθισμένου ανθρώπου. Ωστόσο, περιέχει αρκετές αναφορές, σε παγκόσμια γεγονότα. Για παράδειγμα, μερικοί από τους συναδέλφους του Γκρέινιερ χάνονται στην επιδημία γρίπης του 1897 και, πολύ μακριά και λίγα χρόνια αργότερα, μαίνεται η βία του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Σε προχωρημένη ηλικία, ο Γκρέινιερ πληρώνει λίγα σεντς για να δει τον πιο χοντρό άνθρωπο στον κόσμο, ακολουθεί κάποιους άλλους για να ρίξει μια ματιά στον Έλβις Πρίσλεϊ καθώς περνάει από το βόρειο Αϊντάχο με το ιδιωτικό του τραίνο και προς το τέλος της ζωής του ξεκλέβει λίγο από την εμπειρία της τηλεόρασης.
Οι αναφορές στην ομορφιά της φύσης όσο και η τρυφερότητα με την οποία ο συγγραφέας κοιτάζει του ήρωά του αποτυπώνονται σαν κινηματογραφικά στιγμιότυπα στο μυαλό του αναγνώστη. Όπως όταν ο Γκρέινιερ οδηγεί μέσα στην κοιλάδα το κάρο του και βλέπει γύρω του στο καμένο δάσος ‘σμήνη από πορτοκαλί πεταλούδες να πεταρίζουν μαγικά, σαν φύλλα δίχως δέντρα’, ή όταν τη νύχτα βυθίζεται στη μοναξιά του ‘ολομόναχος στην καλύβα του μες στο δάσος, μονολογώντας, ξαφνιασμένος από τον ήχο της ίδιας του της φωνής.’
Στο τέλος, ο Γκρέινιερ πεθαίνει όπως έζησε∙ μόνος. ‘Σ΄εκείνα τα μέρη τον Ρόμπερτ Γκρέινιερ τον γνώριζαν όλοι, όταν όμως πέθανε στον ύπνο του κάποια στιγμή τον Νοέμβριο του 1968, έμεινε νεκρός στην καλύβα του όλο το φθινόπωρο και όλον τον χειμώνα, και δεν τον αναζήτησε κανείς.’ Μια ζωή χωρίς τίποτα˙ μια ζωή ντυμένη με εικόνες μαγικών τοπίων, δεισιδαιμονίες, αναμνήσεις, φαντάσματα, αποδοχή των άγριων ιδιοτροπιών της μοίρας και μοναξιά σε μια όμορφη, γενναιόδωρη και σκληρή φύση.
Το βιβλίο ‘Όνειρα τραίνων’ είναι ένα έπος σε μικρογραφία που, με μικρά ανοίγματα στο μύθο και το φανταστικό, αποτυπώνει τον αγώνα του ανθρώπου ενάντια στη φύση και τη μοίρα, αλλά και ένας στοχασμός για το πένθος, τη μοναξιά, την άγνοια, την εκμετάλλευση, τον ρατσισμό και το τίμημα της γρήγορης πολιτισμικής εξέλιξης.
Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΑΝΤΙΠΟΔΕΣ σε ωραία μετάφραση του Παναγιώτη Κεχαγιά.
https://passepartoutreading.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου