-ΚΙΚΗ ΓΙΟΒΑΝΟΠΟΥΛΟΥ- 

Θεός, κάρμα, σύμπαν… και πόσα ακόμη δεν “συνωμοτούν” (θεωρητικά) για να φέρουν την δικαίωση, να επαναφέρουν την ισορροπία, να αποδώσουν δικαιοσύνη; Πόσες φορές δεν εναπόθεσες τις ελπίδες σου πάνω τους, για να παρηγορήσεις την ψυχή και το μυαλό σου, όσες στιγμές αδικήθηκες, χτυπήθηκες, πόνεσες; Πόσες φορές δεν ακούμπησες πάνω τους για να ανακουφίσεις την καρδιά σου, να απαλύνεις τις πληγές σου, να ηρεμήσεις τους πόνους σου; Κι εντέλει… τα κατάφεραν;

Σ’ έναν κόσμο που η αδικία, η κακία κι η απληστία των ανθρώπων είναι ο κανόνας κι όχι η εξαίρεση, σ’ έναν κόσμο που το “εγώ” βασιλεύει καπελώνοντας όλα τα “εμείς”, σ’ έναν κόσμο που η “πάρτη μας” είναι το πιο σημαντικών όλων, πόση δικαιοσύνη δεν μαχαιρώνεται, πόση καλοσύνη δεν στραγγαλίζεται, πόση αθωότητα δεν βιάζεται; Σ’ έναν κόσμο με ψεύτικα και προσποιητά χαμόγελα, πόσες ψυχές δεν δακρύζουν; Πόσες καρδιές δεν αργοπεθαίνουν όσο περιμένουν το φιλί της ζωής από κάποιο σύμπαν που κάπου, κάπως, κάποτε θα φέρει την δικαίωση;

Ίσως όλοι έχουμε ανάγκη να πιστεύουμε πως δεν μπορεί το μαύρο να κυριαρχήσει τελικά, πως δεν μπορεί το κακό να κερδίσει στο τέλος. Ίσως όλοι έχουμε ανάγκη να πιστεύουμε σ’ αυτό το θαύμα που θα επαναφέρει την ισορροπία, αποδίδοντας “τα του Καίσαρος τω Καίσαρι”, αποδίδοντας χαμόγελα στο καλό και θλίψη στο κακό… συμβαίνει όμως πάντα; Επανέρχεται η ισορροπία με τον έναν ή τον άλλον τρόπο;

Παρέμεινα καιρό να περιμένω την δικαίωση για κάθε φορά που αδικήθηκα, χτυπήθηκα, πόνεσα. Παρέμεινα καιρό να περιμένω την απόδοση της δικαιοσύνης, εκείνη που θα έφερνε την ισορροπία και συνάμα την ηρεμία στην ψυχή μου. Παρέμεινα καιρό, μα ξέρεις… δεν ερχόταν. Όχι πάντα. Δεν ερχόταν και γέμιζε αρνητικές σκέψεις και θυμό την καρδιά μου. Δεν ερχόταν και δηλητηρίαζε σιγά σιγά την ψυχή μου. Δεν ερχόταν, μέχρι που κάποια στιγμή έπαψα να περιμένω. Και σιγά σιγά καταλάγιαζε κι ο πόνος κι η οργή κι ο θυμός κι η αγανάκτηση. Κι ήταν ο χρόνος αυτός που τελικά έφερε την ηρεμία μέσα μου. Ήταν ο χρόνος αυτός που γιάτρεψε τις πληγές, που καταλάγιασε τους πόνους, που ηρέμησε τις τρικυμίες του μυαλού. Ήταν ο χρόνος αυτός που επανάφερε την ισορροπία, όχι γύρω μου, αλλά μέσα μου.

Ίσως όλοι έχουμε ανάγκη να πιστεύουμε σ’ αυτό το θαύμα που θα αποδώσει στον καθένα αυτό που πραγματικά του αξίζει. Ίσως όμως θα έπρεπε να αντιληφθούμε εμείς τι πραγματικά αξίζουμε κι αν μας αξίζει να γεμίζουμε την ψυχή μας με θυμό, οργή και αγανάκτηση όσο είμαστε εν αναμονή ενός θαύματος από κάποιο αόρατο χέρι. Ίσως αν γνωρίζαμε τι αξίζουμε, να αφήναμε πίσω όλα τα άσχημα κι αρνητικά, να αφήναμε έξω από την ψυχή μας όλο το δηλητήριο. Ίσως αν γνωρίζαμε τι αξίζουμε, να σηκωνόμασταν και πιο δυνατοί να συνεχίζαμε, φτιάχνοντας απ’ την αρχή όλα τα μονοπάτια που κάποιοι μας κατέστρεψαν, όλους τους δρόμους που κάποιοι μας έκοψαν. Ίσως να συνεχίζαμε αφήνοντας εκείνους να παλεύουν με τους δικούς τους δαίμονες, χωρίς να τους κάνουμε την χάρη να γίνουμε όμοιοί τους. Ίσως αν γνωρίζαμε τι αξίζουμε, να γινόταν τελικά αυτό το θαύμα και να βρίσκαμε την ισορροπία μέσα μας, σ’ αυτόν τον ανισόρροπο κόσμο.

 Της Κικής Γιοβανοπούλου

https://gynaikaeimai.com/