George Seferis-Collected Poems, 3rd edition
George Seferis-Collected Poems, 3rd Edition
Mythistorema
XVI
όνομα δ᾿ Ορέστης
Στη σφενδόνη, πάλι στη σφενδόνη, στη σφενδόνη,
πόσοι γύροι, πόσοι αιμάτινοι κύκλοι, πόσες μαύρες
σειρές. Οι άνθρωποι που με κοιτάζουν,
που με κοιτάζαν όταν πάνω στο άρμα
σήκωσα το χέρι λαμπρός, κι αλάλαξαν.
Οι αφροὶ των αλόγων με χτυπούν, τ᾿ άλογα πότε θ᾿ αποστάσουν;
Τρίζει ο άξονας, πυρώνει ο άξονας, πότε ο άξονας θ᾿ ανάψει;
Πότε θα σπάσουν τα λουριά, πότε τα πέταλα
θα πατήσουν μ᾿ όλο το πλάτος πάνω στο χώμα
πάνω στο μαλακὸ χορτάρι, μέσα στις παπαρούνες όπου
την άνοιξη μάζεψες μία μαργαρίτα.
Ήταν ωραία τα μάτια σου μα δεν ήξερες ποὺ να κοιτάξεις
δεν ήξερα που να κοιτάξω μήτε κι εγώ, χωρὶς πατρίδα
εγὼ που μάχομαι εδώ-πέρα, πόσοι γύροι;
και νιώθω τα γόνατα να λυγίζουν πάνω στον άξονα
πάνω στις ρόδες πάνω στον άγριο στίβο,
τα γόνατα λυγίζουν εύκολα σαν το θέλουν οι θεοί,
κανεὶς δεν μπορεί να ξεφύγει, τί να την κάνεις τη δύναμη, δεν μπορείς
να ξεφύγεις τη θάλασσα που σε λίκνισε και που γυρεύεις
τούτη την ώρα της αμάχης, μέσα στην αλογίσια ανάσα,
με τα καλάμια που τραγουδούσαν το φθινόπωρο σε τρόπο λυδικό,
τη θάλασσα που δεν μπορείς να βρεις όσο κι άν τρέχεις
όσο κι αάν γυρίζεις μπροστὰ στις μαύρες Ευμενίδες που βαριούνται,
χωρὶς συχώρεση.
XVI
His name is Orestes
On the track, again on the track, on the track,
how many laps, how many blood circles, how many
black rows, the people who watch me who were watching me when in the chariot
I raised my arm glorious, and they cried joyfully.
The horses’ froth strikes me, when are the horses going to tire?
The axle creaks burns, when is the axle going to catch fire?
When are the reins going to break, when will the hooves
tread on the ground with all their breadth
on the soft grass, among the poppies wherein the spring you picked a daisy.
Your eyes were lovely though you didn’t know where to look
I didn’t know where to look either, I, without a country
I who fights over here, how many more laps?
And I feel my knees giving way over the axle
over the wheels, over the wild track
knees give way easily when the gods wish it
none can escape, what can you do with your strength, you can not
escape the sea that cradled you and that you seek
at this hour of struggle, among the horse panting
with the canes that sang in the autumn to a Lydian rhythm
the sea that you can’t find no matter how you run
how you run around before the black bored Eumenides with no forgiveness.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου