Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Σάββατο 14 Νοεμβρίου 2020

"ΛΟΥΚΟΥΜΙ ΚΑΙ ΠΙΚΡΟΣ ΚΑΦΕΣ" --- ΠΑΡΑΛΛΗΛΕΣ ΕΠΟΧΕΣ Ή ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΝΟΣ ΕΦΙΑΛΤΗ

"ΛΟΥΚΟΥΜΙ ΚΑΙ ΠΙΚΡΟΣ ΚΑΦΕΣ"

ΠΑΡΑΛΛΗΛΕΣ ΕΠΟΧΕΣ Ή ΣΥΝΕΧΕΙΑ  ΕΝΟΣ ΕΦΙΑΛΤΗ

Γράφει ο bloger:

Ένας από τους αγαπημένους μου συγγραφείς είναι και ο αδερφός μου Γιώργος. Αισθάνομαι υπερήφανος όποτε  βλέπω κάποια δημοσίευση αν και ήδη την έχω διαβάσει.... Απολαύστε και δικαιώστε με.


Μιας και δεν θα γιορτάσουμε, ας θυμηθούμε. Από το μυθιστόρημα "Λουκούμι και πικρός καφές"

-----------------------------------------------------------------------
Άφησε κάπου τ’ αμάξι και μπήκε στην πολυκατοικία. Μαζί του χώθηκε κι ένας νεαρός με μακρύ μαλλί.
Θα ήταν λίγο πιο μεγάλος απ’ τον γιο του τον Αλέκο. Ο Βασίλης κράτησε την πόρτα ανοιχτή.
-Τι έγινε ρε παλικάρι; Δεν σ’ έχω ξαναδεί εδώ μέσα, για πέρνα σε παρακαλώ έξω!
Ο νεαρός τον κοίταξε ικετευτικά. Το πρόσωπό του δεν είχε χάσει ακόμη την παιδικότητά του και το τρομαγμένο βλέμμα του τον έκανε να μοιάζει με πιτσιρίκο που ετοιμάζεται η μάνα του να του τις βρέξει.
-Σας παρακαλώ κύριε, κλείστε την πόρτα! Θα μπουν μέσα κι αλίμονο και στους δυο μας.
Τον ξανακοίταξε. Ναι έμοιαζε λίγο στον Αλέκο. Χωρίς την τρομάρα…
-Έλα μαζί μου.
Μια γρήγορη απόφαση. Χωρίς σκέψη. Μπορεί και να ‘μπλεκε σε ό,τι χειρότερο του είχε συμβεί. Αλλά… δε βαριέσαι. Κάποια μάνα τον περίμενε κι αυτόν τον φουκαρά. Δεν του πήγαινε ή καρδιά να τον πετάξει στον δρόμο με τα λυσσασμένα μαντρόσκυλα. Πες πως ήταν κατοχή και τον κυνηγούσαν οι Γερμανοί. Θα τον έδινε; Όχι!
Ανέβηκαν πάνω. Ο νεαρός τον είχε καταπόδι, τόσο που φοβόνταν μην του πατήσει την ¨φτέρνα¨ απ’ το παπούτσι και τον γκρεμίσει κάτω. Άνοιξε με το κλειδί του το γραφείο, που ήταν άδειο, όπως το περίμενε. Κανείς δεν είχε έρθει.
«Α! ρε λιοντάρια» σκέφτηκε «όλοι σας για το Ελ Αλαμέιν μου είσαστε.»
Προχώρησε στο ¨μέσα¨ γραφείο κι έκατσε στην γυριστή πολυθρόνα.
Ο νεαρός δεν είχε προχωρήσει πιο μέσα.
-Ε… παλικάρι! Τι έκατσες εκεί, έλα μέσα.
Πρόβαλε στην πόρτα και με απολογητικό ύφος άρχισε τον μονόλογο.
-Δεν θα σας ενοχλήσω. Λίγο να ησυχάσουν τα πράγματα και θα φύγω.
-Τώρα που ήρθες… κάτσε. Πως σε λένε;
-Γιώργο
-Που κάθεσαι;
-Στην Καλλιθέα
-Α! είμαστε και γείτονες. Εγώ κάθομαι στην Νέα Σμύρνη. Τότε κάτσε ‘δω και περίμενε, να δω αν θα ‘ρθει κανείς κι άμα περάσει λίγο η ώρα θα σε κατεβάσω μέχρι την Καλλιθέα.
-Μη σας γίνω βάρος..
-Βάρος θα ήσουν αν σ’ είχα φορτωθεί στην πλάτη.
Τον είδε έτσι μαζεμένο στην καρέκλα σα δαρμένο σκυλί και τον πόνεσε. Μάλλον από παρεξήγηση θα είχε μπλέξει κι αυτός. Δεν φαίνονταν από ‘κείνα τα άτομα που κάνουν φασαρίες. Είχε τρόπους, φαίνονταν παιδί από σπίτι. Όχι κανένας αληταράς.
Πήρε απ’ το ντουλάπι ένα απ’ τα ¨προϊόντα¨ του Γκας. Ουίσκι πρώτης ποιότητος. Το πρότεινε στο νεαρό.
-Άντε τράβα μια- δυο, να πάει η ψυχή στον τόπο της.
Ο νεαρός ¨τράβηξε¨ μια γερή και γούρλωσε τα μάτια.
-Τι είναι αυτό; Χλωρίνη;
-Ουίσκι. Δεν έχεις ξαναπιεί;
-Έχω πιεί κουαντρώ.
-Μμμ, πρώτο ποτήρι κι εσύ.
Χλωρίνη - ξεχλωρίνη, το χρώμα ξανάρθε στο πρόσωπό του κι έπαψε να τεντώνει τ’ αυτιά σα λυκόσκυλο κάθε φορά που άκουγε στο διάδρομο την πόρτα του ασανσέρ.
Απ’ την άλλη ο Μίλτος δεν έλεγε να κάνει την εμφάνισή του. Ποιος ξέρει σε ποια τρύπα θα είχε χωθεί… ο λέων της Νεμέας. Ας είναι. Κάτι τέτοιες μέρες δεν είναι για παρεξήγηση ο φόβος. Έχει κι αυτός να σκεφτεί τη μάνα του. Ε… και την Ευτέρπη. Αυτή κι αν ήταν λιοντάρι! Δεν ξεμυτούσε απ’ το σπίτι, ούτε μέχρι το περίπτερο. Λες και οι ταραχές γίνονταν στα Πετράλωνα.
Τι να γίνει; Θα το ‘ριχνε λίγο στην κουβέντα με τον πιτσιρικά ως που να περάσει λίγο η ώρα.
-Δε μου λες… τι γίνεται τώρα με σας στο Πολυτεχνείο; Δηλαδή.. πως το βλέπετε το πράγμα, αλλιώτικα από μας; Ας πούμε.. ξέρει ο πατέρας σου ότι είσαι ανακατωμένος στις φασαρίες, δεν σου λέει τίποτα;
-Το ξέρει. (Είπε κοφτά ο νεαρός) Ήρθε κι αυτός.. περισσότερο από ανησυχία.
-Ε και το θεωρείς καλό, αυτό το πράμα, να βάζεις την οικογένειά σου σε τέτοια δοκιμασία; Σκέφτεσαι την τρομάρα της μάνας σου;
-Ναι, δίκιο έχετε, αλλά κάποιος πρέπει να κάνει την αρχή! Κι αφού δεν ξεκινήσατε εσείς οι μεγάλοι, ξεκινήσαμε εμείς.
-Στάσου ρε καπετάν-φασαρία. Τι νομίζεις ότι θα πετύχετε; (Χωρίς να περιμένει την απάντηση του άλλου προχώρησε ακάθεκτος να νουθετήσει τον.. άφρονα) Τίποτα! Στο τέλος θα σας μαυρίσουν στο ξύλο και θα σας μαντρώσουν. Το ξέρεις ότι θα σας κάνουν φάκελο; Βρε, θα χάσετε το μέλλον σας!
-Και τι μέλλον είν’ αυτό με φακέλους και φυλακές;
Τώρα, τι να του πει; Αφού κι αυτός, τα ίδια σκέφτονταν. Αλλά απόδιωχνε τις σκέψεις, γιατί τον παράσερνε η καθημερινότητα. Ύστερα, είχε μάθει να ζει μ’ αυτήν την κατάσταση.
Ήξερε… όλοι ήξεραν τον μηχανισμό που είχε στηθεί και παρακολουθούσε τις ζωές όλων και δεν ήταν μόνο από τώρα! Χρόνια ολόκληρα, πριν απ’ τον πόλεμο ακόμη, είχαν στήσει ολόκληρη φάμπρικα για να παρακολουθούν τους πάντες. Τώρα με την ¨κατάσταση¨ το είχαν κάνει ολόκληρη επιστήμη. Άσε που, όπως λένε, τους εκπαιδεύουν σ’ αυτά τα κόλπα οι Αμερικάνοι. Μια κουβέντα να σου ξεφύγει σ’ ακατάλληλο αυτί, την μαθαίνουν αμέσως και σ’ ακολουθεί μέχρι τον τάφο. Μια τέτοια ¨ενοχλητική¨ κουβέντα γίνεται αιτία να μην προσλαμβάνουν το παιδί σου ή να στέλνουν σε δυσμενή μετάθεση κάποιον στενό σου συγγενή. Άσε που αν τους κάθονταν στραβά, αυτό που είπες, σου έστηναν έξω απ’ το σπίτι τους χαφιέδες, να βλέπουν ποιος μπαινοβγαίνει. Τα ‘ξερε… όλοι τα ‘ξεραν. Αλλά και τι να έκαναν; Μπορείς να τα βάλεις με το κράτος; Θα σε διαλύσουν!
Σαν απόηχο της σκέψης του άκουσε το νεαρό να του λέει:
-Εσείς, ας πούμε, δεν θα θέλατε να λέτε τις απόψεις σας ελεύθερα;
-Γιατί, ποιος με σταματάει; Κάνω ότι θέλω, χωρίς να με ρωτάει κανείς, γιατί έκανες αυτό ή εκείνο.
-Για τις πολιτικές σας πεποιθήσεις, μιλάτε ελεύθερα;
-Α! Όλα κι όλα! Αυτά είναι επικίνδυνα πράγματα!
-Δεν θέλετε να σταματήσουν να είναι επικίνδυνα; Σ’ όλα τα πολιτισμένα κράτη ο κόσμος είναι ελεύθερος να λέει αυτό που πιστεύει και να επιλέγει αυτόν που θέλει να τον κυβερνήσει. Εμείς πότε θα γίνουμε ένα τέτοιο κράτος; Ως πότε θα παίρνουν τους φόρους μας και θα πληρώνουν την ΚΥΠ να μας κάνει την ζωή μαύρη; Ο Βασίλης είδε ότι ο μικρός έμπαινε σε πολύ γλιστερό έδαφος.
Εμ.. νεαρός είναι. Που να ξέρει πόσο μας έχουν κοστίσει όλα αυτά. Πόσοι και πόσοι δεν κατάπιαν ρετσινόλαδο με τα… καρδάρια στην δικτατορία του Μεταξά. Άσε που τους έδεναν πάνω σε κολόνες με πάγο μέχρι που να τα κακαρώσουν απ’ το πάγωμα. Αλλά και τώρα με τον Παπαδόπουλο. Λίγα έχουν ακουστεί για τα πανηγύρια στην ΕΣΑ; Ο ίδιος δεν είχε ακούσει τα ουρλιαχτά… υποδοχής, όταν είχε πάει να κάνει τον πλασιέ. Ακόμα κι ο Λευτέρης, που ήταν αξιωματικός, όταν του είχαν μιλήσει για ΕΣΑ κόντεψε να λιποθυμήσει από την τρομάρα του. Αυτό από μόνο του τα ‘λεγε όλα. Τώρα έρχονταν ένας πιτσιρίκος να του κάνει κουβέντα για… ελευθερία του λόγου. Που; Στην Ελλάδα; Δεν θα ‘μαστε με τα καλά μας! Αλλά πάλι, μικρός ήταν…
-Κοίτα… είσαι μικρός ακόμη και δεν καταλαβαίνεις. Εμείς τα ‘χουμε ζήσει από καιρό κι έχουμε μάθει να μην παίζουμε με την φωτιά. Εδώ δεν γίνεται ό,τι θέλουμε εμείς. Έχουμε άλλους μπαρμπάδες. Οι Εγγλέζοι, οι Αμερικάνοι.
-Που μεσ’ τη δική μας χώρα; Εμείς, πότε θα κάνουμε κουμάντο στο δικό μας το σπίτι;
-Ναι αλλά αν δεν ήταν κι αυτοί, τώρα θα πεινούσαμε χειρότερα κι απ’ την κατοχή. Ξέρεις πόσα λεφτά μας έδωσαν;
-Εσείς πήρατε;
-Όχι εγώ, αλλά…
-Αλλά οι δικοί τους άνθρωποι, τον έκοψε ο νεαρός
Είχε ξεθαρρέψει με την κουβέντα και δεν τον σταματούσε τίποτα.
Δηλαδή εσείς πιστεύετε ότι τα λεφτά τα έδωσαν γιατί μας αγαπούσαν; Όχι! Τα ‘δωσαν για να στηθεί η μηχανή που ελέγχει τις ζωές μας και τόσο φοβάστε! Γιατί φοβούνται μη τυχόν και ξεσηκωθούμε.
-Σώπα μωρέ τώρα! Άκου λέει.. να ξεσηκωθούμε. Τι θαρρείς ότι είμαστε; Μια κουτσουλιά στο χάρτη.
-Αν, όπως λέτε, είμαστε μια κουτσουλιά, τότε τι γυρεύουν όλοι αυτοί εδώ και τρέμουν μην τυχόν και κάνουμε το παραμικρό. Τόσο πολύ φοβούνται την… κουτσουλιά; Αλλά φαίνεται την φοβούνται! Αν το καταλάβουμε και ‘μείς θα δείτε πόσα πράγματα θ’ αλλάξουν στον τόπο μας. Μόνο την χούντα να ρίξουμε…
-Σουτ – σουτ! τι πράγματα είν’ αυτά που λες; Πρόσεχε! Και οι τοίχοι έχουν αυτιά. Αν σ’ ακούσει κανείς να τους λες χούντα αλίμονό σου.
-Αυτούς που φωνάζουν δεν τους ακούτε; Κάτω η χούντα λένε!
-Καλά, καλά.. πάμε τώρα να φύγουμε γιατί πέρασε η ώρα. Ας γλιτώσουμε απ’ τους δικούς μας μπασκίνες και θα δούμε τι θα γίνει με τους Αγγλογάλλους.
Κατέβηκαν στην είσοδο. Πριν ξεμυτίσουν, αφουγκράστηκαν καλά τον δρόμο μην τυχόν και πλησίασαν οι φασαρίες στο μέρος τους.
Τίποτα… ησυχία. Ούτε φωνές, ούτε φασαρία. Βγήκαν στον δρόμο, με βήμα ήρεμο και αδιάφορο πλησίασαν στο αμάξι.
-Μπες μέσα και βούλιαξε στο κάθισμα, μη σε δει κανένα μάτι και θα σε πάω από γύρω, να ξεφύγουμε απ’ το σαματά.
Ο νεαρός στάθηκε μετέωρος, μπροστά στ’ αμάξι και κοίταξε αριστερά – δεξιά τον έρημο δρόμο. Ύστερα είπε στον Βασίλη.
-Ευχαριστώ. Δεν θα ‘ρθω.
-Μπες μέσα που σου λέω! Δεν σκέφτεσαι τη μάνα σου;
-Θ’ αντέξει! Εγώ δεν αντέχω να παρατήσω τον αγώνα στη μέση. Είναι κι άλλοι πολλοί εκεί. Μαζί ξεκινήσαμε! Αν τώρα την κοπανάει ένας-ένας, δεν πρόκειται ν’ αλλάξει τίποτα ούτε σε είκοσι χρόνια, σαν την χούντα του Φράνκο. Τέρμα, ή τώρα ή ποτέ!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Βόλος: Υπάλληλοι πήραν στο κυνήγι κλέφτες

Βόλος: Υπάλληλοι πήραν στο κυνήγι κλέφτες Η στιγμή που υπάλληλοι καταφέρνουν να πάρουν πίσω τα παπούτσια που αφαιρέθηκαν από εμπορικό κατάστ...