Το έλλειμμα γέννησης και η οικονομική ανάπτυξη
Φωτεινή Μαστρογιάννη
Το έλλειμμα γέννησης αφορά τόσο τους δημογράφους όσο και τους οικονομολόγους. Στη χώρα μου (Ελλάδα) και υποθέτω και σε άλλες χώρες, το έλλειμμα γεννήσεων αντιμετωπίζεται κυρίως με συνθήματα και παραλογισμούς, αποφεύγοντας μια βαθύτερη ανάλυση του θέματος και τον συσχετισμό του με την οικονομική ανάπτυξη παρά το γεγονός ότι η ηλικιακή δομή του πληθυσμού επηρεάζει η οικονομία.
Δεδομένου ότι το έλλειμμα γεννήσεων ορίζεται ως η γέννηση λιγότερων από 2,1 παιδιών ανά οικογένεια. Πρέπει να σημειωθεί ότι τουλάχιστον ένα από αυτά τα παιδιά πρέπει να είναι ένα κορίτσι για να αντισταθμίσει την αναπαραγωγική ικανότητα της μητέρας.
Παρόλο που πολλοί υπογραμμίζουν ότι το έλλειμμα γέννησης στην Ελλάδα είναι ιδιαίτερα έντονο κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης, αυτό δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Ήδη από τη δεκαετία του 1950 παρατηρήθηκε πτωτική τάση στις γεννήσεις (2,3 παιδιά ανά οικογένεια), το 1981 έφτασε ακριβώς στα όρια αναπαραγωγής (2,1 παιδιά ανά οικογένεια) και έκτοτε μειώνεται με μικρές περιόδους ανάπτυξης λόγω της επιστροφής Έλληνες μετανάστες και επαναπατριζόμενους και η είσοδος οικονομικών μεταναστών. Η Ελλάδα μπορεί να είναι τυπικό παράδειγμα και άλλων ευρωπαϊκών χωρών.
Παρόλο που πολλοί υπογραμμίζουν ότι το έλλειμμα γέννησης στην Ελλάδα είναι ιδιαίτερα έντονο κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης, αυτό δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Ήδη από τη δεκαετία του 1950 παρατηρήθηκε πτωτική τάση στις γεννήσεις (2,3 παιδιά ανά οικογένεια), το 1981 έφτασε ακριβώς στα όρια αναπαραγωγής (2,1 παιδιά ανά οικογένεια) και έκτοτε μειώνεται με μικρές περιόδους ανάπτυξης λόγω της επιστροφής Έλληνες μετανάστες και επαναπατριζόμενους και η είσοδος οικονομικών μεταναστών. Η Ελλάδα μπορεί να είναι τυπικό παράδειγμα και άλλων ευρωπαϊκών χωρών.
Ένας σημαντικός παράγοντας για το έλλειμμα γεννήσεων ήταν η εσωτερική μετανάστευση από αγροτικές σε αστικές περιοχές και η μετάβαση της κοινωνίας από την αγροτική στη μεταβιομηχανική. Στις παραδοσιακές αγροτικές κοινωνίες, η χαμηλή κατάσταση των γονέων, η έλλειψη εκπαίδευσης, το κλειστό κοινωνικό περιβάλλον, η μεγαλύτερη κατοικημένη περιοχή (σπίτια με αυλή) προκαλούν υψηλά ποσοστά γεννήσεων, ενώ στις μεταβιομηχανικές κοινωνίες η βελτίωση της θέσης των γυναικών και των εκπαιδευτικών τους η συχνότερη συμμετοχή τους σε κοινωνικές και οικονομικές δραστηριότητες, οι μέθοδοι αντισύλληψης, η βελτίωση του εισοδήματος, η αύξηση της επαγγελματικής σταδιοδρομίας παρά η οικογενειακή ζωή, μειώνουν τα ποσοστά γεννήσεων. Σε αστικά περιβάλλοντα, η έλλειψη χώρου διαβίωσης (βλέπε διαμερίσματα) έχει αρνητικό αντίκτυπο στη δημιουργία μιας οικογένειας.
Σύμφωνα με τον Schultz (1973), καθώς το γονικό εισόδημα αυξάνεται, η ζήτηση για περισσότερα παιδιά μειώνεται. Ταυτόχρονα, η μετάβαση στη μεταβιομηχανική κοινωνία συνοδεύεται από μείωση της θνησιμότητας και επομένως τη γήρανση του πληθυσμού και την αλλαγή στις κοινωνικές τάσεις. Η απόκτηση απόγονοι για κοινωνική αναγνώριση και αυτοεκτίμηση δεν είναι πλέον παρούσα, ενώ οι μονογονεϊκές οικογένειες και οι μονάδες αυξάνονται και μειώνονται οι παραδοσιακές οικογένειες.
Ένας βασικός λόγος για το έλλειμμα γεννήσεων στην Ελλάδα και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες που βρίσκονται σε κρίση είναι η ελάχιστη έως ανύπαρκτη υποστήριξη από το κράτος πρόνοιας. Η πλήρης κατάρρευση της κατά τα έτη της κρίσης έχει επιδεινώσει το πρόβλημα. Οι νέοι δεν υποστηρίζονται από το κράτος για να δημιουργήσουν μια οικογένεια επειδή δεν υπάρχουν μέτρα που να τους βοηθούν να συνδυάσουν την εκπαίδευση ή την επαγγελματική τους ζωή με την οικογένεια. Η οικογένεια των νέων έχει αναλάβει ό, τι πρέπει να είναι κρατική φροντίδα και τους βοηθά οικονομικά όταν μπορεί, διότι στη μεγάλη κρίση που βιώνουμε οι οικογένειες δεν μπορούν πλέον να στηρίξουν τους νέους.
Η Ελλάδα δεν ήταν εξαίρεση, αλλά συνέπεσε με το χαμηλό ποσοστό γεννήσεων στη Δυτική Ευρώπη.
Το υψηλό ποσοστό γεννήσεων σύμφωνα με σχετικές μελέτες (Li & Zhang 2007, Li 2015) έχει αρνητικό αντίκτυπο στην οικονομική ανάπτυξη μιας χώρας, ιδιαίτερα στις φτωχές χώρες, σε σύγκριση με τους πλούσιους. Από την άλλη πλευρά, υποστηρίζεται ότι όταν μια χώρα έχει ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού της σε παραγωγική ηλικία, ο υψηλότερος βαθμός παραγωγικότητας θα προκαλέσει οικονομική ανάπτυξη. Εάν ο πληθυσμός είναι ηλικιωμένος, τότε οι υπάρχοντες πόροι χρησιμοποιούνται με λιγότερο παραγωγικό τρόπο και ως εκ τούτου επιβραδύνεται η οικονομική ανάπτυξη.
Το υψηλό ποσοστό γεννήσεων σύμφωνα με σχετικές μελέτες (Li & Zhang 2007, Li 2015) έχει αρνητικό αντίκτυπο στην οικονομική ανάπτυξη μιας χώρας, ιδιαίτερα στις φτωχές χώρες, σε σύγκριση με τους πλούσιους. Από την άλλη πλευρά, υποστηρίζεται ότι όταν μια χώρα έχει ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού της σε παραγωγική ηλικία, ο υψηλότερος βαθμός παραγωγικότητας θα προκαλέσει οικονομική ανάπτυξη. Εάν ο πληθυσμός είναι ηλικιωμένος, τότε οι υπάρχοντες πόροι χρησιμοποιούνται με λιγότερο παραγωγικό τρόπο και ως εκ τούτου επιβραδύνεται η οικονομική ανάπτυξη.
Αυτό που αλλάζει την οικονομική ανάπτυξη είναι η διαφορετική συμπεριφορά των ηλικιακών τμημάτων του πληθυσμού, δηλαδή οι νέοι επενδύουν περισσότερο στην εκπαίδευση και την ικανότητα, ενώ οι ηλικιωμένοι σώζουν και φροντίζουν για καλύτερη υγειονομική περίθαλψη. Ο πληθυσμός σε παραγωγική ηλικία διαφέρει από τους νέους και τους ηλικιωμένους με την έννοια ότι καταναλώνουν περισσότερο από ό, τι παράγουν (Bloom et al., 2001).
Με βάση τα παραπάνω, η έλλειψη στρατηγικής για την αύξηση των γεννήσεων των ελληνικών κυβερνήσεων και άλλων χωρών της Νότιας Ευρώπης, ευθυγραμμίζεται σε μεγάλο βαθμό με τις απαιτήσεις της ΕΕ. Αφενός, ενώ υπάρχει έλλειμμα γεννήσεων και έλλειψη πληθυσμού σε ηλικία εργασίας, ο υφιστάμενος παραγωγικός πληθυσμός προωθεί τη μετανάστευση. Δεδομένου ότι αυτός ο παραγωγικός πληθυσμός έχει επίσης υψηλό μορφωτικό επίπεδο, η μετανάστευση τους ενισχύει άλλες οικονομίες όπως η γερμανική οικονομία και άλλες, ενώ από τις νότιες ευρωπαϊκές χώρες γίνονται δεκτές μαζικές μάζες νέων μεταναστών (κυρίως ανδρών) των μεταναστών.
Το γεγονός αυτό έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την οικονομική θεωρία της οικονομικής ανάπτυξης. Από τη μία πλευρά, υπάρχει μαζική μετανάστευση από άλλες χώρες, ενώ ο εγχώριος παραγωγικός πληθυσμός που θα βοηθούσε την τοπική οικονομική ανάπτυξη ωθείται στη μετανάστευση. Η πολιτική αυτή είναι περίεργη και σίγουρα δεν συμβάλλει στην οικονομική ανάπτυξη των χωρών που αντιμετωπίζουν κρίση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου