Κατερίνα Γώγου: [Είμαι ένας βλάκας…]
Είμαι ένας βλάκας.
Οι άνθρωποι για διάφορους λόγους
κάνουνε διάφορες κινήσεις για διάφορες πράξεις.
Εγώ λοιπόν βλέπω την καλή.
Τους δίνω τα λεφτά μου
τα ρούχα μου και τα παιχνίδια μου
εμένα δε με νοιάζει να μην έχω τίποτα
ίσα ίσα μάλιστα. Γιατί αλλιώς
θα ντρεπόμουνα κιόλας.
Προχθές το βράδυ λοιπόν που ’κανε κατακλυσμό
βγήκα στον καιρό
ήθελα να κάνω κλακέτες στην άσφαλτο
τραγουδώντας στη βροχή
το ’χα δει παλιά που οι άνθρωποι
με τις χρωματιστές ομπρέλες τους
κοντοστεκόντουσαν και κοίταζαν τον Τζιν Κέλι χαμογελαστοί.
Έτσι κι έγινε.
Ήρθε πρώτος ένας με σιδερένιο ραβδί
και με χτύπησε με φόρα από πίσω κάτω απ’ τα μαλλιά.
Μετά ο άλλος μου σήκωσε τη φούστα
και μου ’ριξε μ’ ένα μυτερό παπούτσι κλοτσιά
στη δεξιά σάλπιγγα ήμουνα έγκυος κι έπεσα κάτω.
Μετά ήρθε ο τρίτος και είπε: αφήστε ρε κάτω την κοπέλα
είναι καλό παιδί δε φταίει σε τίποτα. Να σας πάω στο σπίτι.
Του ’πα ευχαριστώ. Άνοιξα με το κλειδί
κι ανέβηκε πρώτος τη σκάλα.
Κοίταξε ποιοι άλλοι μένουνε δω
ένα παιδί και μια γιαγιά
έβγαλε το βρακί του κι είπε: θα κοιμάμαι εδώ
για να σας προστατεύω.
Αυτός ήτανε ένας άνθρωπος που δεν έπαιζε στο
τραγουδώντας στη βροχή
ήτανε που έσπρωχνε σε μια ταινία
αυτούς που πόναγε το κεφάλι τους από τα τζάμια.
Τώρα κάνει πως κοιμάται κι εγώ πως γράφω.
Και που λέω πως είμαι βλάκας
είναι γιατί κι αυτό μπορεί να το συνηθίσω
να το πάρω για καλό λυπάμαι πολύ
αγαπάω και τους δολοφόνους λέω τι είναι η ζωή
τι είναι ο θάνατος τι είναι η σχιζοφρένεια τι είναι ο δικαστής
και τι είναι ο καταδότης τι είναι έρωτας τι είναι
μια καρτούλα από ξένη χώρα τι είναι το επιχείρημα
και τι η αντοχή πρέπει ν’ αγοράσω μια μεγάλη
όλο τρύπες μπλε ομπρέλα να μας χωράει όλους.
Οι άνθρωποι για διάφορους λόγους
κάνουνε διάφορες κινήσεις για διάφορες πράξεις.
Εγώ λοιπόν βλέπω την καλή.
Τους δίνω τα λεφτά μου
τα ρούχα μου και τα παιχνίδια μου
εμένα δε με νοιάζει να μην έχω τίποτα
ίσα ίσα μάλιστα. Γιατί αλλιώς
θα ντρεπόμουνα κιόλας.
Προχθές το βράδυ λοιπόν που ’κανε κατακλυσμό
βγήκα στον καιρό
ήθελα να κάνω κλακέτες στην άσφαλτο
τραγουδώντας στη βροχή
το ’χα δει παλιά που οι άνθρωποι
με τις χρωματιστές ομπρέλες τους
κοντοστεκόντουσαν και κοίταζαν τον Τζιν Κέλι χαμογελαστοί.
Έτσι κι έγινε.
Ήρθε πρώτος ένας με σιδερένιο ραβδί
και με χτύπησε με φόρα από πίσω κάτω απ’ τα μαλλιά.
Μετά ο άλλος μου σήκωσε τη φούστα
και μου ’ριξε μ’ ένα μυτερό παπούτσι κλοτσιά
στη δεξιά σάλπιγγα ήμουνα έγκυος κι έπεσα κάτω.
Μετά ήρθε ο τρίτος και είπε: αφήστε ρε κάτω την κοπέλα
είναι καλό παιδί δε φταίει σε τίποτα. Να σας πάω στο σπίτι.
Του ’πα ευχαριστώ. Άνοιξα με το κλειδί
κι ανέβηκε πρώτος τη σκάλα.
Κοίταξε ποιοι άλλοι μένουνε δω
ένα παιδί και μια γιαγιά
έβγαλε το βρακί του κι είπε: θα κοιμάμαι εδώ
για να σας προστατεύω.
Αυτός ήτανε ένας άνθρωπος που δεν έπαιζε στο
τραγουδώντας στη βροχή
ήτανε που έσπρωχνε σε μια ταινία
αυτούς που πόναγε το κεφάλι τους από τα τζάμια.
Τώρα κάνει πως κοιμάται κι εγώ πως γράφω.
Και που λέω πως είμαι βλάκας
είναι γιατί κι αυτό μπορεί να το συνηθίσω
να το πάρω για καλό λυπάμαι πολύ
αγαπάω και τους δολοφόνους λέω τι είναι η ζωή
τι είναι ο θάνατος τι είναι η σχιζοφρένεια τι είναι ο δικαστής
και τι είναι ο καταδότης τι είναι έρωτας τι είναι
μια καρτούλα από ξένη χώρα τι είναι το επιχείρημα
και τι η αντοχή πρέπει ν’ αγοράσω μια μεγάλη
όλο τρύπες μπλε ομπρέλα να μας χωράει όλους.
Από τη συλλογή Ιδιώνυμο (1980) της Κατερίνας Γώγου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου