Και πάλι Λαπαθιώτης
Posted by sarant στο 8 Ιανουαρίου, 2017
1 Votes
Συμπληρώνονται σήμερα 73 χρόνια από την αυτοκτονία του αγαπημένου μου ποιητή Ναπολέοντα Λαπαθιώτη στις 8 Ιανουαρίου 1944. Κάθε χρόνο, τέτοια (περίπου) μέρα ανεβάζω στο Διαδίκτυο ένα άρθρο για τον ποιητή, συνήθως με κάποιο δυσεύρετο ή αθησαύριστο κείμενό του. Αυτό σκοπεύω να κάνω και σήμερα, οπότε ο τίτλος «Και πάλι Λαπαθιώτης» ταιριάζει. Είναι ακριβώς ο τίτλος ενός άρθρου για τον Λαπαθιώτη, που δημοσιεύτηκε πριν από 20 χρόνια στο Αθηναϊκό Ημερολόγιο 1997 των εκδόσεων Φιλιππότη.
Το άρθρο αυτό το αγνοούσα μέχρι πρόσφατα που μου το έστειλε φίλος -και, εκτός λάθους, και κανείς άλλος μελετητής του Λαπαθιώτη δεν το είχε προσέξει. Είναι σημαντικό διότι περιέχει δύο άγνωστα πρωτόλεια του Λαπαθιώτη, που δεν έχουν συμπεριληφθεί σε καμιά έκδοση ποιημάτων του, καθώς και κάποιες σημαντικές βιογραφικές του πληροφορίες. Το άρθρο το υπογράφει η κυρία Ιουλία Βαγενά, συγγενής του ποιητή από τη μεριά της μητέρας του. Τα ποιήματα καθαυτά δεν έχουν ίσως μεγάλη αξία, αλλά καλό είναι να καταγραφούν κι εδώ ώστε να συμπεριληφθούν σε μελλοντική έκδοση των Απάντων του Λαπαθιώτη. Είναι, όπως είπαμε, πρωτόλεια: το πρώτο το έγραψε ο Λαπαθιώτης στα 13 χρόνια του, ή ίσως 2-3 χρόνια αργότερα, ενώ το δεύτερο, αν κρίνω από τον γραφικό χαρακτήρα, πρέπει να έχει γραφτεί την περίοδο 1905-1907, όταν ο ποιητής (γενν. 1888) ήταν περίπου 18 χρονών.
Παραθέτω το άρθρο της Ιουλίας Βαγενά, με κάποια δικά μου σχόλια μέσα σε αγκύλες [,]
ΙΟΥΛΙΑ ΒΑΓΕΝΑ
ΚΑΙ ΠΑΛΙ ΛΑΠΑΘΙΩΤΗΣ
Αγαπητέ κ. Καιροφύλα, στο τελευταίο Ημερολόγιό σας του 1996, το οποίο διάβασα με πολύ ενδιαφέρον λόγω της εξαιρετικής όντως ύλης του και των περιόπτων επωνύμων τα οποία περικλείει, είδα κι ένα κομμάτι του Καθηγητού του Πανεπιστημίου κ. Καρόλου Μητσάκη «Μικρή Συμβολή στην ζωή και το έργο του Ναπολέοντος Λαπαθιώτη». [Tο άρθρο αυτό είναι γνωστό]
Το διάβασα με κομμένη ανάσα, διότι μ’ ενδιαφέρει αφάνταστα ό,τι γράφεται και λέγεται δι’ Αυτόν.
Είμαι στενή συγγενής του, δηλαδή η Μητέρα του Βασιλική Παπαδοπούλου (κόρη Αντωνίου Παπαδοπούλου και Καλλιρόης Ραζηκώτσικα) και μετέπειτα Λαπαθιώτη, ήτο αδελφή του πάππου μου Νικολάου Παπαδοπούλου, ανωτάτου αξιωματικού του Πυροβολικού, ως εκ τούτου έχω κι εγώ ορισμένας αναμνήσεις από τον θείο μου Ναπολέοντα.
Σχετικά με την αυτοκτονία του και το ερωτηματικό δια το όργανο που προκάλεσε την βαθιά πληγή στο στήθος, έχω ν’ αναφέρω το εξής: Πρώτον ότι στο συγγενικό του περιβάλλον τότε κυκλοφόρησε η εκδοχή της δια περιστρόφου αυτοκτονίας του. Δεύτερον επειδή έχω την τιμή να τον φιλοξενώ στον Οικογενεικό μας Τάφο στο Α’Νεκροταφείο, τμήμα Α’, τάφο της οικογένειας του πάππου μου ως αναφέρω ανωτέρω Νικολάου Παπαδοπούλου, όπου είναι χαραγμένο και το όνομα του Ναπολέοντος Λαπαθιώτη, μπορώ να επιβεβαιώσω απόλυτα την εκδοχή της διά περιστρόφου αυτοκτονίας από το εξής περιστατικό: Όταν εχρειάσθη στον ως άνω τάφο να γίνη εκταφή του ποιητού για να ταφεί ο άλλος θείος μου Ναύαρχος Ιωάννης Ραζηκώτσικας κι έγινε ανακομιδή των οστών του Ναπολέοντος, ο επιστατήσας εις την θλιβεράν αυτή διαδικασία αδελφός της μητέρας μου αξιωματικός Πυροβολικού Κωνσταντίνος Ν. Παπαδόπουλος (πρώτος εξάδελφος το Ναπολέοντος), διεπίστωσε ότι μεταξύ των οστών ευρέθη και η σφαίρα με την οποία είχε τελευτήσει ο αυτόχειρ. [Η εκδοχή της αυτοκτονίας με περίστροφο είναι και η επίσημη, αλλά ο Μάριος Βαϊάνος έχει προβάλει την εκδοχή ότι ο Λαπαθιώτης είχε χρησιμοποιήσει μαχαίρι]
Νομίζω ότι αυτή η αυθεντική πληροφορία θα είναι πολύ χρήσιμη για όποιον περαιτέρω ήθελε ασχοληθεί με την ζωή και τον θάνατο του Ναπολέοντος Λαπαθιώτου.
Κλείνοντας θα ήθελα, να δημοσιοποιήσω μέσω ημών δυό ανέκδοτα ποιήματά του, τα οποία εν πρωτοτύπω κατέχω και εν φωτοτυπία σας αποστέλλω.
Εκτιμώντας πάντοτε την μεγάλη σας συγγραφική προσφορά προς την αγαπημένη μας Αθήνα.
Διατελώ μετά τιμής
Ιουλία Γ. Βαγενά
Μάρτιος 1996
Ιουλία Γ. Βαγενά
Μάρτιος 1996
Υ.Γ. Το ποίημα που αναφέρεται στην Λίτσα μου, αφορά την Μητέρα μου Ευαγγελία Παπαδοπούλου πρώτη εξαδέλφη του ποιητού η οποία γεννήθηκε το 1900. Εφ΄ όσον ο Ναπολέων ήτο γεννημένος το 1885-6 το έχει γράψει σε ηλικία 15-16 ετών!! [Επειδή όμως ο Λαπαθιώτης γεννήθηκε το 1888, το ποίημα θα το έγραψε στα 13 του, αν βέβαια όντως το ποίημα γράφτηκε το 1901 όπως υπονοεί η συντάκτρια. Από την άλλη, διαβάζοντας το ποίημα σκέφτομαι πως ταιριάζει να γράφεται για νήπιο 3-4 ετών που έχει περάσει κάποια βαριά αρρώστια («πέρασαν χρόνια»), όχι όμως για νεογνό, άρα το ποίημα μπορεί να γράφτηκε στα 1903-1904, στις 25 Μαρτίου]
Σ’ΤΗ ΛΙΤΣΑ ΜΟΥ
… Σε μια κοιτίδα όμορφη, με ρόδα στολισμένη
Μια Μοίρα θεοπρόσωπη με λούλουδα στο χέρι,
ευχές σιγοψιθύριζε στο νεογνό γυρμένη,
παρακαλώντας τα Θεό υγεία να του φέρει…
Μια Μοίρα θεοπρόσωπη με λούλουδα στο χέρι,
ευχές σιγοψιθύριζε στο νεογνό γυρμένη,
παρακαλώντας τα Θεό υγεία να του φέρει…
Με τα μαλλιά του ξέπλεκα, με γελαστή την όψη
παρακαλούσεν ήσυχα γονατισμέν’η μοίρα…
«Για δώσε το παιδακι μας σε όλα να προκόψει…»,
τραγούδαγ’ ακατάπαυστα, με τη χρυσή της λύρα…
παρακαλούσεν ήσυχα γονατισμέν’η μοίρα…
«Για δώσε το παιδακι μας σε όλα να προκόψει…»,
τραγούδαγ’ ακατάπαυστα, με τη χρυσή της λύρα…
Και το γλυκό τραγούδι της συνώδευ’ αρμονία,
π’ απ’ τα ψηλά κατέβαινε, ουράνια και θεία…
π’ απ’ τα ψηλά κατέβαινε, ουράνια και θεία…
Και μέσα στο τραγούδι της αυτό το μαγεμένο
που έψαλλαν τα χείλη της, τα θεία ‘κείνα χείλη,
στην αγκαλιά της το μικρό με γέλια ακουμπισμμένο
στο στήθος του την έσφιγγε, στο στόμα την εφίλει…
που έψαλλαν τα χείλη της, τα θεία ‘κείνα χείλη,
στην αγκαλιά της το μικρό με γέλια ακουμπισμμένο
στο στήθος του την έσφιγγε, στο στόμα την εφίλει…
Μα ξάφνου μεσ’ στο σύμπλεγμα πετάχτηκ’ από κάτου
μια μάγισσα κατάρατη, με όψ’ αγριεμένη,
και πιάστηκε σα δαίμονας απ’τα παπλώματά του,
και στήλωσε τα μάτια της επάνω φρενιασμένη…
μια μάγισσα κατάρατη, με όψ’ αγριεμένη,
και πιάστηκε σα δαίμονας απ’τα παπλώματά του,
και στήλωσε τα μάτια της επάνω φρενιασμένη…
Εκοίταζε κατάμματα τη μοίρα… και με λύσσα
κατάρα μαύρη έβγαλε απ’ τ’ άσπλαχνο της στόμα
«να το πλακώσει το μωρό αρρώστια μαύρη, πίσσα…»
… είπε… και χάθηκε με μιας σα σύννεφο στο χώμα…
κατάρα μαύρη έβγαλε απ’ τ’ άσπλαχνο της στόμα
«να το πλακώσει το μωρό αρρώστια μαύρη, πίσσα…»
… είπε… και χάθηκε με μιας σα σύννεφο στο χώμα…
Σ’ το άκουσμα του λόγου της, με δάκρυα στα μάτια,
τινάχθηκεν η μοίρα μας, χωρίς καιρό να χάσει
και έτρεξεν εις του Θεού τα φωτεινά παλάτια,
ζητώντας την κατάρα της αυτή να μετριάσει…
τινάχθηκεν η μοίρα μας, χωρίς καιρό να χάσει
και έτρεξεν εις του Θεού τα φωτεινά παλάτια,
ζητώντας την κατάρα της αυτή να μετριάσει…
Πέρασαν χρόνια… το μικρό αδύνατο, κομμένο
χωρίς υγεία, κίτρινο, μεγάλωνε στο κλάμα…
γιατ’ η κατάρα της γριάς το είχε πλακωμένο,
καθώς πλακώνει το θεριό , ένα μικρούλι πράμμα…
χωρίς υγεία, κίτρινο, μεγάλωνε στο κλάμα…
γιατ’ η κατάρα της γριάς το είχε πλακωμένο,
καθώς πλακώνει το θεριό , ένα μικρούλι πράμμα…
Μα ο Πανάγαθος Θεός π’ απ’ τ’ αψηλά κοιτάζει
τα δίκαια και τ’αδικα, με δικαστού το μάτι,
είδε κι εκείνη την σκηνή, κι εκείνο το μαράζι,
και άρχισε το άδικο βαθειά να τον ταράττει…
τα δίκαια και τ’αδικα, με δικαστού το μάτι,
είδε κι εκείνη την σκηνή, κι εκείνο το μαράζι,
και άρχισε το άδικο βαθειά να τον ταράττει…
Και στη στιγμή ακούστηκεν ο ήχος της λαλιάς του,
προστάζοντας να διαλυθή η άδικη κατάρα…
Και αστραπές συνόδεψαν το πρόσταγμα του Πλάστου
και στα ουράνι’ ακούστηκε βουΐξιμο κι’ αντάρα…
προστάζοντας να διαλυθή η άδικη κατάρα…
Και αστραπές συνόδεψαν το πρόσταγμα του Πλάστου
και στα ουράνι’ ακούστηκε βουΐξιμο κι’ αντάρα…
Και το μικρό μας άρχισε, σα ρόδινο λουλούδι
ν’ ανοίξει τα φυλλάκια του, που χρόνια είχαν κλείσει…
γιατ’ ο Θεός μας έστειλε μικράκι αγγελούδι
μεσ’ στην καρδιά του και χαρά κ’ υγεία να φυσήσει…
ν’ ανοίξει τα φυλλάκια του, που χρόνια είχαν κλείσει…
γιατ’ ο Θεός μας έστειλε μικράκι αγγελούδι
μεσ’ στην καρδιά του και χαρά κ’ υγεία να φυσήσει…
Και το μικρό μας άρχισε, σα ρόδινο λουλούδι
ν’ανοίξει τα φυλλάκια του, που χρόνια είχαν κλείσει…
γιατ’ ο Θεός μας έστειλε μικράκι αγγελούδι
μεσ’ στην καρδιά του και χαρά κι υγεία να φυσήσει…
ν’ανοίξει τα φυλλάκια του, που χρόνια είχαν κλείσει…
γιατ’ ο Θεός μας έστειλε μικράκι αγγελούδι
μεσ’ στην καρδιά του και χαρά κι υγεία να φυσήσει…
Και τώρα που η κατάρα της εδώθεν έχει φύγει
ξανοίγει το μπουμπούκι μας το ρόδινο, ξανοίγει.
ξανοίγει το μπουμπούκι μας το ρόδινο, ξανοίγει.
Της χαϊδεμένης Λίτσας μας, βλαστάρι καλής Μοίρας
ελάτε να γιορτάσομεν με γέλια τη γιορτή της,
ευχαριστώντας το Θεό, που έτρεξε Σωτήρας,
να σώσει την υγεία της, να σώσει τη ζωή της…
ελάτε να γιορτάσομεν με γέλια τη γιορτή της,
ευχαριστώντας το Θεό, που έτρεξε Σωτήρας,
να σώσει την υγεία της, να σώσει τη ζωή της…
Το άλλο ποίημα είναι αφιερωμένο στην εξαδέλφη του Τρισεύγενη Ραζηκώτσικα, δεν μπορώ να προσδιορίσω την χρονολογία που το έγραψε, πάντως πριν από το 1920 γιατί μετά σπάνια τον βλέπαμε. Αυτό δε το ποίημα είναι γραμμένο στο Λεύκωμά της. [Όπως λέω και στο προοίμιο, κρίνοντας από τον γραφικό χαρακτήρα του ποιητή όπως εμφανίζεται στα χειρόγραφα που υπάρχουν στο Αρχείο του, το χειρόγραφο πρέπει να έχει γραφτεί γύρω στο 1906]
Η ψυχή μου
Δίδα Τρισεύγενην Ραζηκώτσικα
Δίδα Τρισεύγενην Ραζηκώτσικα
Βογγούν τα κύματα, βογγούν οι βράχοι,
βοριάς περίγυρα κι ανεμοζάλη
κι εκείνη πόθησε συντρόφους νάχει
τον ερημότοπο και τ’ ακρογιάλι!
βοριάς περίγυρα κι ανεμοζάλη
κι εκείνη πόθησε συντρόφους νάχει
τον ερημότοπο και τ’ ακρογιάλι!
Πού τρέχεις άσκοπα σα να σε διώχνει
ανέμου φύσημα, ψυχή χαμένη;
«Και ποιος το σύννεφο αγάλια σπρώχνει
που στα ουράνια σιγοδιαβαίνει;»
ανέμου φύσημα, ψυχή χαμένη;
«Και ποιος το σύννεφο αγάλια σπρώχνει
που στα ουράνια σιγοδιαβαίνει;»
«Πικρό του κόσμου σας το πανηγύρι!
Νόμους και όρια δεν υπομένω
η ορμή αδάμαστη με παρασύρει
προς το ταξίδι μου το μαγεμένο!»
Νόμους και όρια δεν υπομένω
η ορμή αδάμαστη με παρασύρει
προς το ταξίδι μου το μαγεμένο!»
«Φεύγω στο Άπειρο! Ναι! Θα πετάξω
ως τη σελήνη μου την ασημένια,
πέρα, στα σύννεφα… Κι εκεί θ’ αράξω
δίχως ανάμνηση και δίχως έννοια!……»
ως τη σελήνη μου την ασημένια,
πέρα, στα σύννεφα… Κι εκεί θ’ αράξω
δίχως ανάμνηση και δίχως έννοια!……»
Ναπολέων Λ. Λαπαθιώτης
Εσωκλείω και μια φωτογραφία από το σπίτι του ποιητή στα Εξάρχεια οδός Κουντουριώτου και Οικονόμου γωνία. Η φωτογραφία είναι τραβηγμένη πριν 10 χρόνια από εμένα.
Υπήρχε σκέψη κάποτε από τον Δήμο να κηρυχθεί διατηρητέο και να γίνει Πνευματικό Κέντρο.
[Το σπίτι έχει πια ρημάξει. Σε μια συζήτηση που έκανα τώρα στις γιορτές, μού είπαν ότι έχει πέσει και η τελευταία σκεπή που έστεκε ακόμα.]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου