Πριν από τέσσερα χρόνια είχα παρουσιάσει από το ιστολόγιο το περιοδικό Φραγκέλιο (με κ, εσκεμμένα) που το εξέδιδε το 1927-29 ο Νίκος Βέλμος (1890-1930).
Πρόσφατα, από τον εκδοτικό οίκο Φαρφουλάς κυκλοφόρησαν δύο εκδόσεις σχετικές με τον Βέλμο. Αφενός, σε αναστατική επανέκδοση κυκλοφόρησε ο πρώτος τόμος του "Φραγκελίου". Και παρόλο που το περιοδικό είναι σχετικά εύκολο να το βρείτε σε ηλεκτρονική μορφή, θα σας πρότεινα να δείτε και την έντυπη επανέκδοση, το χαρτί έχει άλλη χάρη ιδίως για εκδόσεις που ξεχωρίζουν από την αισθητική τους.
Αφετέρου, εκδόθηκε η μελέτη του Νίκου Λογοθέτη "Νίκος Βέλμος (1890-1930). Ο γυιος (sic) της απωλείας", που είναι μια λεπτομερέστατη βιογραφία και εργογραφία της σημαντικής αυτής μορφής του μεσοπολέμου.
Αυτή την έκδοση θα παρουσιάσω σήμερα.
Κρητικής καταγωγής αλλά γέννημα θρέμμα Πλακιώτης, ο Βέλμος γεννήθηκε το 1890 στην οδό Ναυάρχου Νικοδήμου 21. Μικρό παιδί γνωρίστηκε με τον ηλικιωμένο Εμμανουήλ Ροΐδη ενώ δωδεκάχρονος παράτησε το σχολείο, άρχισε να αλητεύει και να συναναστρέφεται ανθρώπους του υποκόσμου. Δοκίμασε το χασίς, συνελήφθη για κλοπή και φυλακίστηκε. Στα 14 εγκατέλειψε την αλήτικη ζωή και έναν χρόνο αργότερα έκανε τα πρώτα του βήματα στη σκηνή του θεάτρου. Το 1906 έγινε μαθητής του μεγάλου ηθοποιού Θωμά Οικονόμου, και με τη δική του καθοδήγηση αυτομορφώθηκε. Το 1908 παρουσίασε τα πρωτα του λογοτεχνικά έργα στο περιοδικό Ελλάς, ενώ στα επόμενα χρόνια άρχισε να συχνάζει σε λογοτεχνικές παρέες ακολουθώντας παράλληλα την καριέρα του ηθοποιού.
Στο νοεμβριανό πογκρόμ του 1916 φυλακίστηκε από τους βασιλόφρονες, ενώ από το 1919 στρέφεται προς τον αναρχισμό και τον κομμουνισμό. Συμμετέχει στον κύκλο του "Μπάγκειου", εκδίδει βιβλία, συνδέεται φιλικά με τον Στρατή Δούκα και το 1927 εκδίδει το περιοδικό Φραγκέλιο, όπου υμνούσε τους ταπεινούς και τους καταφρονεμένους και έκανε αμείλικτη επίθεση στους πλούσιους και στο κράτος τους, στους πολιτικούς και τους δεσποτάδες, στους κρατικοδίαιτους διανοούμενους, ενώ εγκωμίαζε τους «ασπούδαχτους» καλλιτέχνες και τους λογοτέχνες που πέθαναν φτωχοί ή παραγνωρισμένοι. Τακτικοί συνεργάτες του περιοδικού ήταν ο αλητογράφος Κύπριος ποιητής Τεύκρος Ανθίας, ο Αναστ. Δρίβας, ο Στρατής Δούκας.
Καθώς ο Βέλμος ήταν και σκιτσογράφος, μεγάλο μέρος της ύλης του περιοδικού ήταν στραμμένο στη ζωγραφική και τη γλυπτική. Το 1928 ίδρυσε το "Άσυλο τέχνης" στο σπίτι του, όπου διοργάνωνε εκθέσεις. Το 1928 προσβλήθηκε από δάγκειο και το 1930 πέθανε από νεφρική ανεπάρκεια.
Ο Βέλμος δεν έκρυβε την ομοφυλοφιλία του, ενώ εκτόξευε τα αναρχικά του συνθήματα κατά των πάντων, χωρίς να λογαριάζει κανέναν: "Μίσησε τους βασιλιάδες. Κι όλους μαζί να τους στίψεις δεν βγάζεις ούτε έναν ζητιάνο"
"Μίσησε τη σημερινή δικαιοσύνη, που είναι η μασκαρεμένη αδικία".
"Αγάπησε τους κλέφτες των πλουσίων, που έκαναν την κλοπή νόμο και δόξα".
"Αγάπησε όσους μισούνε τους παπάδες, όσους καίνε τις εκκλησίες, τα μπορντέλα των παπάδων· όσους φτύνουν τους σταυρούς".
"Ο κομμουνισμός είναι πάνω κάτω έναν με τον αληθινό χριστιανισμό". "Είμαι αναρχικός, δηλαδή χριστιανός".
Το βιβλίο του Λογοθέτη περιέχει, πέρα από τα βιογραφικά και τη συνοπτική έκθεση των απόψεών του, και πλήρη εργογραφία του Βέλμου, αλλά και το παραστασιολόγιό του, δηλαδή κατάλογο όλων των παραστάσεων στις οποίες συμμετείχε ο ηθοποιός Ν. Βέλμος. Υπάρχει και (κάπως συνοπτικό) επίμετρο με απάνθισμα από το έργο του Βέλμου.
Κάτι πολύ σημαντικό είναι ότι ο Λογοθέτης ανασκευάζει επίσης διάφορους μύθους που έχουν πλαστεί για τον Βέλμο, όπως π.χ. για τον θάνατό του. Αλλά θα δώσω τον λόγο στον ίδιο:
Ο θάνατος του Βέλμου
Και ενώ ο Βέλμος στην ηλικία των σαράντα χρόνων βρισκόταν σε πλήρη ακμή, πεθαίνει χωρίς κανείς να το περιμένει στις 6 Ιουλίου 1930 από ουραιμία συνεπεία υποχρονίας νεφρίτιδας. Είχε προσβληθεί από δάγγειο πυρετό στη μεγάλη επιδημία του 1928 και η νόσος τού είχε προκαλέσει μεταλοιμώδη νεφρίτιδα, που εξελίχθηκε σε υποχρονία μορφή. Στις περιπτώσεις αυτές ο θάνατος επέρχεται μετά από 2-3 χρόνια. Με άλλα λόγια, η μοίρα του Βέλμου είχε προδιαγραφεί από το 1928.
Γύρω από την αιτία του θανάτου του υπάρχει μια μικρή μυθολογία. Κατά την οικογένειά του, ο θάνατος οφειλόταν σε τροφική δηλητηρίαση. Εξήντα χρόνια μετά, ο Λεωνίδας Χρηστάκης στο βιβλίο του Ιστορία της αλητείας (1991) μυθοποίησε την εκδοχή της δηλητηρίασης, αποδίδοντας μάλιστα το προϊόν της μυθοποιίας του στον Στρατή Δούκα. Γράφει:
«[...]Ακόμη, ο Βέλμος δεν χώνευε τον Ιωάννη Μεταξά, από την εποχή που ήταν υπουργός Μεταφορών, το 1926. Έγραφε στο Φραγκέλιο ότι είναι “γαϊδούρι”, γι’ αυτό του έδωσαν αυτό το Υπουργείο! Κατά τον Στρατή Δούκα πάντα, ο Μεταξάς δεν του το συγχώρεσε ποτέ αυτό. Όταν έγινε αργότερα υπουργός Στρατιωτικών, του έστειλε έναν όμορφο παιδαρά στρατιώτη (κρυφά φυσικά) σαν επιβήτορα. Πήγανε εκδρομή στα Παλούκια της Σαλαμίνας και εκεί ο ψευτοεραστής του έριξε δηλητήριο στο φαγητό. Τον έφεραν κακήν κακώς στην Αθήνα, όπου πέθανε στο σπίτι του Δοΰκα, στην οδό Ρηγίλλης, στην αγκαλιά του[...]».
Όλα αυτά βέβαια δεν είναι σοβαρά, αφού οι ανακρίβειες που περιέχουν είναι εξώφθαλμες. Ο I. Μεταξάς ήταν μεν υπουργός Συγκοινωνιών από 4 Δεκεμβρίου 1926 έως 14 Δεκεμβρίου 1927 στην κυβέρνηση του Αλέξανδρου Ζαΐμη, όχι όμως και υπουργός Στρατιωτικών το 1930, αφού τότε κυβερνούσε ο Ελευθέριος Βενιζέλος. Ακόμη, ο Βέλμος δεν πήγε εκδρομή στη Σαλαμίνα με τον υποτιθέμενο επιβήτορά του αλλά στα Μέγαρα με τον Στρατή Δούκα· ούτε και πέθανε στο σπίτι του της οδού Ρηγίλλης, αφού ο Δούκας έμενε τότε σε άλλη συνοικία της Αθήνας. Άλλωστε, τα πράγματα τα είχε εκθέσει από το 1976 ο ίδιος ο Στρατής Δούκας στα Ενθυμήματα από δέκα φίλους μου, όπου γράφει:
"Ο θάνατός του δεν προήλθε από τροφική δηλητηρίαση, όπως ισχυρίσθηκαν οι δικοί του. Ο Βέλμος στον δάγκειο είχε χτυπηθεί στα νεφρά. Και χωρίς να το υποπτεύεται εξακολουθούσε να πίνει. Η συνεχής οινοποσία της εκδρομής, το κρύωμα μέσα στο βαπόρι, του επέφεραν την κρίση και τον θάνατό του από ουραιμία".
Στο βαπόρι, επειδή το 1930 μπορούσες να πας και ατμοπλοϊκώς από την Πάχη στον Πειραιά. Και αφού θυμώσουμε με τον προχειρογράφο Χριστάκη, που εφεύρε επιβήτορες επειδή αλλιώτικα δεν μπορούσε να διηγηθεί μια εντυπωσιακή ιστορία, ας δούμε πώς περιγράφει ο νεαρός Βέλμος τα στερνά του Εμμ. Ροΐδη, σε ένα κείμενο που έχει και μικροφιλολογικό μυστήριο, αφού η πρώτη δημοσίευση λανθάνει -ενώ έχει σωθεί μόνο αναδημοσίευση στη Βραδυνή το 1955.
ΑΠ' ΤΗ ΖΩΗ ΕΝΟΣ ΑΦΟΡΕΣΜΕΝΟΥ
Τα στερνά του Εμμανουήλ Ροΐδη
Μια μέρα στενοχωρηθήκαμε για τον αμίλητο γέρο, που αγαπούσε τα κολοκύθια ψημένα στο φαγί του, και στενάξαμεν από έκπληξη και μεις.
Είχε κάψει το παντελόνι του. Κρατούσε το τσιγάρο μέσα στο τραμ και κατά λάθος το έριξε στην ομπρέλα. Στο παντελόνι μια τρύπα μικρή άνοιξε, που ’καψε και το κρέας του μαζί.
—Τον κακομοίρη!
—Ακούς, ο Μητροπολίτης τον αφόρεσε.
—Όλα τα πληρώνει!
—Οι αμαρτίες βλέπεις.
Το φορούσε μπαλωμένο. Ένας πλούσιος, που σα στοιχειό τους δρόμους παίρνει και φοβίζει τα παιδιά. Ο Ροΐδης.
[...] Έπειτα την άλλη μέρα, με την ομπρέλα στα χέρια, αδύνατος, ωχρός, κουρασμένος, να γυρίζει στις έξι πάντοτε, την ώρα που εσήμαινε τ’ ωρολόγι της Ρωσικής Εκκλησίας, να προσπερνά σαν αφηρημένος το σπιτόθυρό του και να ξαναγυρνά, ν’ ανεβαίνει τη σκάλα χωρίς να χαιρετά κανένα γείτονα, ενώ η μητέρα του ήταν τόσο καταδεχτική.
Εμείς να φεύγουμε σαν φοβισμένα πουλιά, αφήνοντας στην είσοδο του σπιτιού του τα παιγνίδια μας, τους βώλους μας, τα πεντόβολά μας. Αυτός ν’ ανεβαίνει την πέτρινη κλίμακα της κάμαρας ήσυχος, σκεπτικός, μελαγχολικός και σε κάθε σκαλοπάτι ολόκληρα δευτερόλεπτα να σταματά. Τα παιγνίδια μας να φοβούμαστε να τα πλησιάσουμε. Να τον βρίζουμε μέσα μας, χωρίς να ξέρουμε το γιατί, ή να τρέμουμε τον άνθρωπο, επειδή τα κόκκινα κι αραιά γένια του έκαναν τη μορφή του πιο σκεπτική, με τα μεγάλα και στεφανωμένα από κούραση μάτια του. Να τον φοβούμαι και γω. Που κάθε μεσημέρι με τη σάκα στα χέρια κρατώντας δυο αυγά φρέσκα και θερμά, και...
Κτυπούσα τη θύρα. Μια σιγανή φωνή με καλούσε. Του Ροΐδη. Έμπαινα.
Καθισμένος στην πολυθρόνα, χωμένος σ’ αυτή, μ’ ένα βιβλίο στα χέρια, δετό και παλιωμένο πάντοτε. Γυρνούσε και με κοίταζε. Αισθανόμουν μια ταπείνωση, που μια ντροπή τη δημιουργούσε στην ψυχή μου.
- Έφερα τ' αυγά σας.
Δεν μ' απαντούσε. Δεν άκουγε. Του μιλούσα σιγά. Αισθανόμουν μια λύπη σ' αυτόν. Κουφός, άρρωστος, γέρος. Στ' αυτιά μου τα λόγια της γειτονιάς και προ πάντων του αδελφού μου άκουγα.
- Είναι αφορεσμένος.
- Τι αμαρτία!
[...]
Γύρισα σπίτι. Ρώτησα. Η αδελφή μου άρχισε να μου λέγει:
- Ήταν μεσημέρι του Άι Γιαννιού. Έβρεχε. Είχα ανεβεί και γω απάνω. Ο Ροΐδης ωχρός, πιο πολύ σκελετωμένος, αμίλητος σαν τάφος. Ήταν οι συγγενείς του, οι γνωστοί του. Η μητέρα του εκεί. Την καημένη! Μια θλίψη στο πρόσωπό της, το αγνότατο και αγγελικό, ήταν ζωγραφισμένη. Ήρθεν η ώρα, η στιγμή, το δευτερόλεπτο του θανάυου να τινάξει το σώμα του νεκρού. Η μητέρα του ακίνητη, μελαγχολική, θλιμμένη.
- Αμετάλαβος! Ω, Θεέ μου.
Τους ένευσε να τον πάρουν από κει. 'Εδειξε τη βιβλιοθήκη. Τον σήκωσαν από την κλίνη του θανάτου.
Προσεκτικά τον καθίσαν εμπρός στο ερημητήριό του. Ύψωσε τα μάτια του, κοίταξε πεθαμένα γύρω τα βιβλία, νεκρρά σαν κι αυτόν να στέκουν. Ένα χαμόγελο χαράχτηκε στο πρόσωπό του και έσβησε στης ζωής του τον χαρούμενο τόπο, που τόσα τραγούδια σοφά άκουσε κατά τα μακρά έτη της ζωής του
(περί το 1910)
Ο Ροΐδης πέθανε το 1904, στα 68 του χρόνια, ενώ ζούσε ακόμα υπέργηρη η μητέρα του, η κυρία Κορνηλία το γένος Ροδοκανάκη, που είχε πιαστεί σκλάβα κατά την καταστροφή της Χίου το 1822. Αλλά αυτό είναι ιστορία για άλλο άρθρο.
|
Κυριακή 18 Δεκεμβρίου 2016
Ο ΒΕΛΜΟΣ ΠΟΥ ΕΒΓΑΖΕ ΤΟ ΦΡΑΓΚΕΛΙΟ
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Ζωμός από κόκκαλα: Ποια είναι τα οφέλη του για την υγεία & πώς θα τον φτιάξετε
Ζωμός από κόκκαλα: Ποια είναι τα οφέλη του για την υγεία & πώς θα τον φτιάξετε Σινάνη Αικατερίνη Τρίτη, 26 Νοεμβρίου 2024 16:00 Ο ζωμό...
-
Ιούλιος: λαογραφία - παροιμίες- ήθη - έθιμα - τραγούδια 09:01 Σάββατο, 1 Ιουλίου 2017 ΓΙΟΡΤΕΣ ΕΛΛΑΔΑ Ιούλιος, Γιούλ...
-
Ενδιαφέρουσες πληροφορίες για τους γλάρους Οι Γλάροι είναι θαλασσοπούλια, συνήθως γκρι ή άσπρο, συχνά με μαύρα σημ...
-
Το πρώιμο κύμα ψύχους στις ΗΠΑ – Πόσο σπάνιο είναι; Μία πρώιμη γεύση χειμώνα πήραν οι κάτοικοι των κεντροδυτικών πολιτειών στις ΗΠΑ εξαιτί...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου