4 Ο ΒΑΣΙΛΑΚΗΣ
Του ΓΙΩΡΓΟΥ ΧΑΤΖΗΚΥΠΡΑΙΟΥ
4 ] Το παραμύθι
-Άκου με μεγάλη προσοχή και μου απαντάς στο τέλος.
-Λέγε.
-Όπως είπες και συ, η αγορά θέλει ανθρώπους της πιάτσας. Επαγγελματίες δηλαδή που να ξέρουν να παζαρέψουν, να παραλάβουν εμπορεύματα, ποια πράγματα έχουν ζήτηση. Γενικά, τι θέλει μια δουλειά για να έρθει βόλτα.
-Σωστά τα λες. Πάμε πάρα κάτω.
-Όπως ξέρεις οι στρατιωτικοί μπορεί να είναι ικανοί σε άλλα πράγματα, αλλά με το εμπόριο, τα παζάρια και τα μπακαλίκια έχουν μαύρα μεσάνυχτα.
-Εμ.. ο καθ’ ένας εφ’ ο ετάχθει.
-Εδώ βρίσκεται το θέμα! Εσύ, απ’ τη μια μεριά, είσαι άνθρωπος της αγοράς, απ’ την άλλη φαίνεσαι να εκτιμάς την εθνική κυβέρνηση και τον πρόεδρό μας!
-Και δεν είμαι στρατιωτικός να τα κάνω μούσκεμα.. (έβγαλε το άχτι του)
-Δεν έχεις άδικο.. Γι’ αυτό, το γενικό επιτελείο αποφάσισε να αναθέσει τις προμήθειες ειδών Κ Ψ Μ* σε ιδιώτες. Αρκεί να είναι της δουλειάς και να μπορούν να τα βγάλουν πέρα με τις παραλαβές ειδών, την αποθήκευση και τις διανομές των παραγγελιών στις μονάδες.
-Στάσου! Όταν λες μονάδες τι ακριβώς εννοείς;
-Εννοώ όλες τις στρατιωτικές μονάδες που έχουν Κ Ψ Μ !
-Και ποιος λες να το κάνει αυτό Νίκο μου; Έχεις κάποιον μεγαλοεπιχειρηματία κατά νου;
Το ‘χε πιάσει το μήνυμα, αλλά έκανε και τον κουφό και τον βλάκα! Καλά σοβαρολογούσε αυτός ο θεομπαίχτης; Σκόπευε να γίνει μεγαλοεπιχειρηματίας με δανεικά; Όχι τίποτ’ άλλο.. ήθελε να τον βάλει κι αυτόν στο κόλπο! Που πάει να πει: Να φαίνεται μπροστά ο Βασίλης. Δηλαδή χρέη, δάνεια, καραβανάδες πάνω απ’ το κεφάλι του. Ο άλλος να κάθεται από πίσω και να κονομάει και στο τέλος να βρεθεί ο καλός σου ο Βασιλάκης στην ψειρού και να του κατασχέσουν μέχρι και το σώβρακο!
« Τι λες καλώσ’ τονε! Είχε κι άλλον τέτοιον έξυπνο το σόι τους ή μετά τον ¨μεγάλο¨ χάλασε η μηχανή;»
-Δεν χρειάζεται μεγαλοεπιχειρηματίας! Έναν άνθρωπο της εμπιστοσύνης μου θέλω που να ξέρει καλά τη δουλειά. Γι’ αυτό και απευθύνομαι σε σένα. Σ’ ενδιαφέρει ν’ ακούσεις πάρα κάτω ή να βρω κάναν άλλον που να θέλει να βγάλει χρήμα;
Λοιπόν η όλη υπόθεση έζεχνε από μακριά! Αλλά αυτός ο ρουφιάνος, είπε τη μαγική λέξη: (¨χρήμα¨) Και ποιος δε θέλει χρήμα σε τούτον τον κόσμο;
«Ας τον αφήσω να πει τι έχει στο νου του και μετά βλέπουμε. Πάντως μια κουβέντα που έχει μέσα της χρήμα, δεν την αφήνεις να πέσει χάμω!»
-Καλά – καλά, δώσε μου πρώτα να καταλάβω για τι περίπου μιλάμε και πόσο μεγάλη είναι η δουλειά. Να μπορέσω κι εγώ να σχηματίσω μια γνώμη. Έτσι κι αλλιώς, εσύ το είπες, είμαι άνθρωπος της δουλειάς και μπορώ να καταλάβω πως έχει, περίπου, το πράγμα.
-Κοίτα να δεις. Εμπόρευμα υπάρχει πολύ. Είναι στις αποθήκες του στρατού και περιμένει για διανομή. Εμείς δεν έχουμε να κάνουμε και πολλά πράγματα. Θα κάνουμε τη διανομή και απ’ ό,τι χρειαστεί να επιστρέψουμε –και πίστεψέ με είναι τεράστιες η ποσότητες- θα σχηματίσουμε ένα καλό κεφάλαιο και θα ξεκινήσουμε με τις επόμενες παραγγελίες στ’ όνομά μας. Αποθηκευτικούς χώρους έχει ο στρατός τεράστιους. Σ’ εμάς μένει να ξεχωρίζουμε τις ποσότητες που ζητάει η κάθε μονάδα και την μεταφορά των εμπορευμάτων θα μας την κάνει το ΣΕΜ.
-Έτσι εύκολα;
-Όπως τ’ ακούς! Καταλαβαίνω είσαι δισταχτικός, γιατί απ’ έξω σου φαίνεται βουνό. Αν ήξερες όμως όσα ξέρω εγώ δεν θα δίσταζες στιγμή. Εγώ απλά θέλω έναν άνθρωπο της εμπιστοσύνης μου και όλα τα υπόλοιπα άσ’ τα πάνω μου. Έτσι κι αλλιώς αν δε θέλεις δεν θα φαίνεσαι πουθενά.
«Αυτό μάλιστα! είχε ενδιαφέρον. Στο κάτω-κάτω το μέτρημα για όλα τα πράγματα είναι το ίδιο. Αντί να μετράς καφάσια με πορτοκαλάδες, μετράς ντάνες με καφάσια. Αντί να τρέχεις για παραγγελίες με το δίσκο, σου τρέχει τις παραγγελίες το ΣΕΜ. Απ’ την άλλη ανταγωνισμός μηδέν! Δυσαρεστημένοι πελάτες μηδέν! Κέρδος κατά βούλησην! ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ!!»
-Είμαι απόλυτα σύμφωνος! Ένα πράγμα μόνο..(δισταχτικά)..
-Τι πες μου. Γι’ αυτό κουβεντιάζουμε! Για να τα βάλουμε όλα κάτω.
-Τι θα γίνει με τούτο το μαγαζί βρε αδερφέ..
-Αμάν ρε Βασίλη! Δεν έχεις το θεό σου! Εδώ συζητάμε για εκατομμύρια και συ λογαριάζεις τις πενταροδεκάρες;
«Να ‘τες πάλι οι πενταροδεκάρες!»
Σα ν’ άκουγε την Τούλα να τον γκρινιάζει πως δεν του αξίζει τέτοια δουλειά. Να σκοτώνεται όλη μέρα για πενταροδεκάρες!
«Αμ θα τη στρώσω εγώ, την κωλοδουλειά, και θα τους δείξω πως είμαι για πολλά, όχι μόνο για πενταροδεκάρες!»
-Καλά, καλά μην αρπάζεσαι.. μια κουβέντα είπαμε. Το πολύ-πολύ αφήνω στο πόδι μου τον μπάρμπα-Κώτσο κι ό,τι καταφέρει. Ίσα για να μη χαθεί το πόστο κατάλαβες; Να έχει κι αυτός μια ασχολία, να περνάει η ώρα του. Έτσι κι αλλιώς όλη μέρα είναι στο σπίτι και ζαλίζει την Τούλα. Άγαλμα θα μου κάνει άμα δεν τον έχει όλη μέρα να μπλέκεται στα ποδάρια της.
-Λοιπόν ξέρεις τι σκέφτηκα; Θα πάμε παρέα στο σπίτι μου να φάμε. Να σε γνωρίσω και στην Τούλα. Άσε που σήμερα έκανε ιμάμ, την σπεσιαλιτέ της, και δεν είναι να πάει χαμένο.
-Εε… όχι μη φέρουμε και αναστάτωση!
-Α μη το συζητάς. Η Τούλα είναι χρυσός άνθρωπος. Έπειτα το σπίτι μου είναι πάντα ανοιχτό για τους καλούς φίλους.
Ξέχασε και τα δανεικά και το πείσμα που είχε με τον ¨γάιδαρο¨. Η προσδοκία του ¨μεγάλου χρήματος¨, οι ανοιχτές πόρτες στα κοσμικά σαλόνια και μια ολοκαίνουρια εικόνα του Βασίλη: κουστουμιά με μεταξωτή γραβάτα, χρυσό δαχτυλίδι με πέτρα την Αθηνά, πανάκριβο στυλό στο τσεπάκι, χρυσός αναπτήρας και φιλίες με τους προϊστάμενους του βεληγκέκα….
«Άιντε να τον δω τότε, αν θα θέλει να μου κάνει το βαρύ πεπόνι. Ας πάρει τα μούτρα του… ας πάρει τα μούτρα του!!»
Α!! Κι ένα αμάξι!
Αυτό ήταν από παλιά τ’ όνειρό του. Μια μερσεντές, μαύρη με δερμάτινα καθίσματα και την Τούλα δίπλα μεγαλοκυρά, όπως την φαντάζονταν ο μπάρμπα-Κώτσος. Μακάρι να ζούσε κι η μάνα της να δούμε τι θα ‘λεγε,.. Η φώκια!!!
Η Τούλα είχε αρχίσει ν’ αδημονεί καθώς περνούσε η ώρα και δεν φαίνονταν ο Βασίλης, περισσότερο παραξενεύτηκε που τον είδε να κουβαλάει μουσαφίρη. Δεν τα συνήθιζε κάτι τέτοια. Ήθελε να τρώει και να ξαπλώνει το κάτι τις του πριν ξαναπάει στο μαγαζί. Τώρα ξαφνικά φέρνει ξένον άνθρωπο. Έτσι απροειδοποίητα! Αλλά κι αυτός. Α! όλα κι όλα. Άρχοντας… όλο τρόπους!
-Πως είστε μαντάμ; ( χαμόγελο με ελαφριά υπόκλιση) Χάρηκα πολύ δια την γνωριμίαν σας. Είναι πάντοτε ευχαρίστησίς μου να ευρίσκομαι μεταξύ εγκαρδίων φίλων.
Η Τούλα μπορεί να φορούσε τη ρόμπα, αλλά με τις υποκλίσεις και τις ρεβεράντζες, της φαίνονταν πως ήταν ντυμένη με οργάντζα, καλεσμένη για απογευματινό, στ’ ανάκτορα του Τατοϊου. Ήταν βλέπεις και τα κατάλοιπα απ’ το φούσκωμα που έκανε η μάνα της στα μυαλά της. Ακόμα είχε ένα μπαούλο γεμάτο ¨ρομάντζα¨ με φωτογραφίες από δεξιώσεις, τίγκα στους φλώρους.
-Μα που σας είχε κρυμμένο ο άντρας μου; Θα καθίσετε βέβαια να φάμε; Δεν πιστεύω να μας στεναχωρήσετε;
-Μα που σας είχε κρυμμένο ο άντρας μου; Θα καθίσετε βέβαια να φάμε; Δεν πιστεύω να μας στεναχωρήσετε;
Πανηγύρι! Η Τούλα είχε μπει για τα καλά στο ρόλο της. Ξάφνου η Τούλα συννεφιάζει.
-Να.. μόνο.. δεν ξέρω. Το φαγητό μας είναι κάπως..
-Τι εννοείτε κυρία Τούλα;
-Δεν ξέρω αν σας αρέσει.. το ιμάμ..
-Μα τι λέτε τώρα; Αυτό το φαγητό στα χέρια μιας καλής μαγείρισσας, είναι ποίημα. Θα μου πείτε είναι και η οσμή του σκόρδου! Μα για όλα υπάρχει αντίδοτο. Ένας Γάλλος σεφ μου έχει συστήσει κάποια αρωματικά χορταρικά που εξαφανίζουν τελείως το σκόρδο. Και ξέρετε τι λένε για την Γαλλική κουζίνα; Οι Γάλλοι πριν ξεκινήσουν να μαγειρεύουν κόβουν ένα σκόρδο… χα χα χα.
Να και ο Γάλλος σεφ! Να και τα χουχούγελα. Μύρισε ο τόπος ιμάμ με Γαλλική φινέτσα.
Καλά πήγε και το φαγητό. Και γιατί να μην πάει; Η Τούλα στο ιμάμ ήταν ό,τι καλύτερο είχε να επιδείξει η Νοτιοανατολική Μεσόγειος. Έφερε ο Βασίλης και την ρετσίνα που είχαν από ένα φίλο του μπάρμπα-Κώτσου απ’ το Κορωπί (νέκταρ των θεών) και το πράγμα πήγε ρολόϊ.
-Να γνωρίσει ο κύριος Νίκος και τα παιδιά.
Βέβαια! Έπρεπε κάποτε να βγάλουν και τα παιδιά (πριν ο Αλέκος προλάβει να πνίξει την Λέλα).
- Ζωηρό.. πολύ ζωηρό παιδί! Αλλά πανέξυπνος ο άτιμος. Στη ¨Θύελλα Νικαίας¨ τον έχουν για τη μεγάλη φίρμα! Στο.. σχολειό κουτσαίνει λίγο, αλλά με λίγο διάβασμα πάρα πάνω θα γίνει πρώτος στην τάξη του! (Ματιά αυστηρή) Έ Αλέκο;
Ο μικρός κούνησε το κεφάλι με τα μάτια του να πηγαινοέρχονται όλο σκανταλιά.
-Για τη Λέλα δεν λέω τίποτα. Καλή μαθήτρια! Με τρόπους! Υπόδειγμα!!
-Συγχαρητήρια Βασίλη μου. Σε χαίρομαι και σένα και την οικογένειά σου! Να ξέρεις γι’ αυτό αποφάσισα να σ’ εμπιστευτώ. Έναν τέτοιον άνθρωπο χρειάζομαι, νοικοκύρη και δουλευταρά. Έτσι πάνε οι δουλειές μπροστά! Και να ξέρεις εμείς θα γίνουμε νούμερο ένα.
-Μακάρι. Νικολάκη μου.. μακάρι. Κι από μέσα του: ¨ Νούμερο στη φυλακή μη γίνουμε…¨
Τ’ απόγευμα δεν άνοιξε το μαγαζί. Είχε πολλά στο νου του. Έπρεπε να λογαριάσει καλά την καινούρια δουλειά, να προσπαθήσει να μαντέψει τι θα βρουν μπροστά τους. Είπε και στην Τούλα να βγάλει το καλό του κουστούμι να το αερίσει και να πατήσει το παντελόνι λίγο στα γόνατα. Ο Νικολάκης πήγαινε το πράγμα τρέχοντας. Είχε κλείσει ραντεβού με κάποιους τρανούς για το πρωί της επομένης κι έπρεπε να πάνε στο πεντάγωνο. Γυάλισε και τα σκαρπίνια, καλοσιδερωμένη κι η ριγέ γραβάτα. Φιγουρίνι!
Συναντήθηκαν στο Σύνταγμα. Ο Νίκος ήρθε με μαύρο Εγγλέζικο αμάξι. Ο Βασίλης εντυπωσιάστηκε αλλά δεν έδειξε τίποτα. Μπήκε μέσα με άνεση σα να ήταν μέρος της καθημερινότητάς του και έκατσε καμαρωτός, μια και τον έσφιγγε το σακάκι στις πλάτες.
Ο Νίκος έδειχνε κάπως νευρικός και άρχισε να ¨ενημερώνει¨ το Βασίλη, αλλά με καθαρό ύφος νουθεσίας.
-Πρόσεξε μη σου ξεφύγει τίποτα για καφενείο και τα ρέστα! Εσύ είσαι επιχειρηματίας και μέγας υποστηρικτής της επαναστάσεως. Εμένα με ξέρουν και δεν χρειάζεται να με συστήσει κανένας! Σε όποιον σου κλείνω το μάτι θα κάνεις κοπλιμέντα. Τρελαίνονται για γλείψιμο, τους κάνει να αισθάνονται σπουδαίοι! Στο κάτω-κάτω θα πάμε μέσα στην έδρα τους και θα τους ζητήσουμε να μας κάνουν αφεντικά. Γι’ αυτό το νου σου, χαμόγελο και ¨ό,τι πείτε εσείς κύριε¨.
-Μόνο αυτό ή έχουμε και πάρα πίσω πλάτες;!
-Αυτό άσ’ το σε μένα. Όλο και κάτι υπάρχει..
Αυτή η απάντηση μπέρδεψε αρκετά τον Βασίλη.
«Μήπως δεν του είπε τίποτα ο βεληγκέκας; Λες να ήρθε στο μαγαζί κατά σύμπτωση; Αλλά πάλι πως έγινε και με εντόπισαν που παρακολουθούσα το σπίτι του; Αν δεν τους είπε αυτός (που σίγουρα το τέρας με είδε από κάπου και τους ειδοποίησε) τότε πως είναι δυνατόν να κάνει σα να μη ξέρω ότι είναι ανίψι του ¨μεγάλου¨»
Εδώ κάτι συνέβαινε και έπρεπε να το ανακαλύψει!
« Όχι τίποτ’ άλλο, μη τυχόν μας έρθει τίποτα ξαφνικό αργότερα και τότε τι κάνουμε;» Αποφάσισε να τα παίξει όλα για όλα!
-Νίκο.. Είπαμε να γίνουμε συνεταιράκια.. σύμφωνοι;
-Βεβαίως!
-Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να παίζουμε με ανοιχτά χαρτιά….
-Πολύ σωστά τα λες.
-Εγώ, μη με ρωτάς από πού, συμβαίνει να γνωρίζω ότι έχεις συγγένεια με τον πρόεδρό μας!
Τόνισε το ¨πρόεδρό μας¨ για να υποδηλώσει την εκτίμησή του στο νούμερο ένα, πρόσωπο της ¨εθνοσωτηρίου επαναστάσεως¨, αλλά να δώσει και το τράτο στον άλλο να καταλάβει ότι το θεωρούσε κάτι πολύ σημαντικό, για να του ανοιχτεί.
Ο άλλος χαμογέλασε αινιγματικά, και του ‘ριξε ένα λοξό βλέμμα.
-Μα ασφαλώς! Μόνο που δεν είναι και τόσο κοντινή όσο νομίζουν κάποιοι. Εγώ φυσικά δεν προτίθεμαι να ενημερώσω κανέναν για το ποιον, ακριβώς, βαθμό συγγενείας έχω με τον πρόεδρο. Ασ’ τους να νομίζουν ό,τι θέλουν! Το θέμα μας είναι να χάψουν το παραμύθι για να γίνει η δουλειά μας.
-Το παραμύθι;!! Μα δεν θα ψάξουν να δουν τι συμβαίνει;
-Δε μου λες; Εσύ θα τολμούσες να ψάξεις ποιος ακριβώς είναι ο βαθμός συγγενείας μου με τον πρόεδρο;
-Όχι βέβαια! Αλλά εγώ.. είμαι εγώ. Αυτοί όμως έχουν όλες τις υπηρεσίες στα χέρια τους και μπορούν να μάθουν ό,τι θέλουν. Αν ανακαλύψουν κάτι..
-Ν’ ανακαλύψουν τι; Ότι δεν είμαι συγγενής του προέδρου; Αφού είμαι! Το ότι δεν έχω πρώτο ή δεύτερο βαθμό συγγενείας δεν παίζει κανένα ρόλο! Για δες εδώ!!
Έχωσε το χέρι στην τσέπη του σακακιού του και τράβηξε δυο φωτογραφίες. Στη μια ο Νικολάκης πιτσιρίκος να κρατάει το χέρι του ¨μεγάλου¨ ο οποίος ήταν εμφανώς νεότερος. Στην άλλη ο Νικολάκης, σε μεγαλύτερη ηλικία, να του τσιμπάει χαϊδευτικά το μάγουλο ο αρχηγός της εθνοσωτηρίου επαναστάσεως.
-Όπως καταλαβαίνεις δεν θα ήθελε, κάποιος να δυσαρεστήσει το αγαπημένο ανιψάκι του προέδρου!!
Ε ρε γλέντια.. ο μπαγάσας την είχε στημένη τη δουλειά από παντού και δούλευε το παραμύθι επ’ αγαθό της τσεπούλας του, και όπως φαίνονταν είχε βάλει πλώρη για το μεγάλο χρήμα με διαβατήριο τις φωτογραφίες του, με τον ¨μεγάλο¨.
«Μπράβο! Αυτή είναι μηχανή. Όχι με το σταυρό στο ένα χέρι και στ’ άλλο το δίσκο με τους καφέδες… Έτσι βγαίνει μόνο ένα μεροκάματο. Το πολύ το χρήμα βγαίνει όταν τους φέρνεις το σταυρό στο κεφάλι!»
Με την κουβέντα έφτασαν στο πεντάγωνο και προχώρησαν στην είσοδο. Ο αλφαμίτης στην είσοδο τους ρώτησε το σκοπό της επίσκεψής τους. Ο Νικολάκης άνετος..
-Θέλουμε τον ταξίαρχο κύριο Ευαγγέλου.
Προχώρησαν στο εσωτερικό του κτιρίου. Ο Βασίλης πήγαινε μισό βήμα πιο πίσω του και τον χάζευε που χαιρετούσε ένα σωρό καραβανάδες λες και βρίσκονταν στο σπίτι του παππού του. Εκείνο όμως που του έκανε μεγαλύτερη εντύπωση ήταν ο τρόπος που τον χαιρετούσαν αυτοί! Όλο δουλικότητα και ρεβεράντζες!
«Γεια σου ρε ανίψι του μεγάλου!!»
Τέλος έφτασαν στο γραφείο του ταξίαρχου. Σύντομο χτύπημα στην πόρτα.
-Εμπρός
Να την πάλι η ίδια στρατιωτική φωνή. Τον βλέπεις δεν τον βλέπεις τον καραβανά τον προδίδει η φωνή.
-Καλημέρα κύριε ταξίαρχε. Τι κάνετε; Σας έφερα τον κύριο Τσιμπλιάκο, όπως σας υποσχέθηκα, επιχειρηματίας του χώρου..
-Καλημέρα σας κύριε.. ασχολείστε πολλά χρόνια με αυτό το είδος εργασίας;
-Δεκαπέντε και πλέον έτη κύριε ταξίαρχε. Αλλά δεν είναι μόνο αυτό και ο πατέρας μου ήταν στο ίδιο είδος εργασίας. Έχουμε παράδοση..
-Α ευτυχώς! Αυτό διευκολύνει και ‘μένα. Θα είμαι ήσυχος ότι αυτή η υπόθεση θα πάει καλά και δεν θα χρειαστεί ν’ ασχοληθώ ξανά. Δεν είναι αυτά τα πράγματα για μας τους στρατιωτικούς, βρε παιδί μου.
-Πράγματι, στρατηγέ μου, (πετάχτηκε κολακεύοντάς τον ο Νικολάκης) αυτές είναι υποθέσεις επιχειρηματιών και όπως σας είπα την, προηγούμενη εβδομάδα που συναντηθήκαμε, ο κύριος Τσιμπλιάκος είναι ένας καθ’ όλα έντιμος επιχειρηματίας, έμπειρος και σαφώς ένα άτομο που εκτιμάει βαθύτατα την προσφορά της εθνικής μας επαναστάσεως και μέγας οπαδός του θείου μου. Συγγνώμη!! Του Γεωργίου Παπαδοπούλου ήθελα να πω.
-Ελάτε τώρα κύριε Παπαδόπουλε, το ξέρω δα πως είστε συγγενής του Γιώργη, συμμαθητές ήμασταν στη σχολή και πολύ φίλοι.
-Ναι αλλά ξέρετε τώρα, τις αρχές του θείου. Δεν θέλει να φανεί ότι υποστηρίζει κάποιον. Είναι άμεμπτος ο θείος. Αδαμάντινος χαρακτήρας! Αλλά και πώς να το κάνουμε οι συμπάθειες είναι.. συμπάθειες! Με αγαπούσε από μικρό σα δικό του παιδί.. (και τσουπ ξεφουρνίζει τις φωτογραφίες).
-Για να δω. Α! εδώ είναι πολύ νεότερος. Και σεις πάντα στρουμπουλός..(χαμόγελο) βρε πως αλλάξαμε.. Αλλά μη βλέπεις, έπεσαν στις πλάτες μας πολλές ευθύνες.
-Ας ελπίσουμε ότι εμείς θα καταφέρουμε να πάρουμε αυτή τη σκοτούρα απ’ τις πλάτες σας, να αισθάνεστε και σεις ήσυχος αλλά και ικανοποιημένος για την καλή σας επιλογή. Αν ξέρατε πόσο έψαξα μεταξύ των επιχειρηματιών του χώρου, για να καταλήξω στον κύριο Τσιμπλιάκο..! Έναν άνθρωπο δραστήριο, γνώστη των πραγμάτων της αγοράς, αλλά προ πάντων έντιμο και από παράδοση εθνικόφρονα!
Να τος ¨από παράδοση εθνικόφρονας¨ να κουβεντιάζει με τα ¨ψηλά καπέλα¨.
«Δίκιο έχει αυτός ο άτιμος. Ένα πασαπόρτι χρειάζεσαι για να μπεις στο χορό και τούτος το βρήκε με την πόρτα που του ανοίγει το σόϊ του με τον ¨τρανό¨. Τι πειράζει αν κρατάω και ΄γω το μαντήλι από δίπλα; Στο κάτω – κάτω εγώ δεν πρόκειται να κλέψω κανέναν.
Αν τούτος κάνει την πονηριά, αυτός θα φαίνεται.. κακό του κεφαλιού του. Εγώ θα παριστάνω τον εργοδηγό! Στην πορεία.. βλέπουμε.»
-Μάλιστα κύριε ταξίαρχε. Εγώ, όπως σας είπε ο κύριος Παπαδόπουλος, έχω δουλειά στρωμένη και μάλιστα από τον πατέρα μου, γι’ αυτό στην αρχή είχα ένα σωρό αντιρρήσεις. Γιατί, μη βλέπετε, αυτά τα πράγματα έχουν κόπο, σκοτούρα ευθύνες. Αλλά όταν έμαθα ότι θα πρέπει να εξυπηρετήσουμε τον εθνικόν μας στρατόν και ότι πάνω απ’ όλα είναι χρέος προς την πατρίδα, δεν χρειάστηκα ούτε δευτερόλεπτο σκέψης. Είπα στο φίλο μου το Νίκο: Εδώ είμαι εγώ. Για την πατρίδα τα πάντα!
Ο Νίκος του ‘ριξε ένα παραξενεμένο βλέμμα. Φαίνεται απόρησε κι αυτός, πόσο γρήγορα μπήκε στο ρόλο του. Ο Βασίλης τον κατάλαβε και χαμογέλασε.
«Αμ τι νόμιζε, ο τραχανάς, ότι μόνο αυτός μπορεί να πουλάει παραμύθι; Τώρα που το ‘πιασα το κόλπο; Τώρα να δεις παραμύθι.. τώρα να δεις παραμύθι!!»
-Να μη σας κρατούμε κύριε ταξίαρχε.( Είπε γαλίφικα ο Νίκος) Σίγουρα θα ‘χετε μεγάλο φόρτο δουλειάς και ‘μείς σας τρώμε αδίκως την ώρα. Το μόνο που θα θέλαμε, από σας είναι μια άδεια εισόδου στις αποθήκες υλικού για να δούμε τι υπάρχει. Να κάνουμε μια απογραφή και πιστεύω συντομότατα θα είμαστε σε θέση να σας δώσουμε πλήρη αναφορά.
-Πολύ σωστά. Γιατί φοβάμαι ότι δεν είμαστε καλοί ψιλικατζήδες! ( Είπε, γελώντας, ο ταξίαρχος.)
Αυτό βέβαια για τους άλλους, ήταν το σύνθημα ότι ξεκινάει το πανηγύρι.
Με την άδεια εισόδου που είχαν εξασφαλίσει μπήκαν ανενόχλητοι σ’ όλες τις αποθήκες. Με την πρώτη ματιά, ο Νικολάκης δικαιώθηκε απόλυτα! Τεράστιες ποσότητες από υλικά που συσσορεύονταν, χωρίς να τα έχει παραγγείλει κανένας. Απ’ την άλλη, μια στοίβα παραγγελίες που δεν υπήρχε τίποτα να στείλουν. Αλλά τα πάντα ήταν τακτικά γραμμένα και καταχωρημένα.
Για μια βδομάδα πήγαιναν από αποθήκη σε αποθήκη, καταγράφοντας υλικά. Μαζί όμως με τις καταγραφές κρατούσαν κι ένα δικό τους κιτάπι από πλεονασματικά είδη και προμηθεύτριες εταιρείες.
Αυτά ήταν για μετά... Για το φαγοπότι ντε!!
*ΚΨΜ, είδη κυλικείου που πωλούνται μέσα στις στρατιωτικές μονάδες.
Σ Υ Ν Ε Χ Ι Ζ Ε Τ Α Ι......
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου