Πέμπτη 19 Μαρτίου 2020

Πανκέικ ... σπιτική για πρώτη φορά ...

Πανκέικ ... σπιτική για πρώτη φορά ...

Ναι ξέρω ότι ακούγεται λίγο περίεργο που δεν έχω φάει ποτέ τηγανίτες, αλλά στην Ελλάδα δεν είναι τόσο δημοφιλής. Έχουμε κάτι παρόμοιο, μια τηγανισμένη ζύμη που ονομάζεται τσιγγανίτες αλλά πολύ απλούστερη. Ανακατεύετε απλά αλεύρι, νερό, ξηρή μαγιά και τηγανίζετε σε λάδι. Βάζουμε μέλι ή ζάχαρη και τελειώσατε.
Χθες το πρωί αποφάσισα να δοκιμάσω τηγανίτες για πρώτη φορά. Μετά από πολλή αναζήτηση βρήκα μια συνταγή για «ποτέ δεν αποτυγχάνει τηγανίτες». Θα έπρεπε να γνωρίζω ότι δεν θα τελείωσε καλά. Αποδείχτηκαν πολύ επίπεδη, περισσότερο σαν κρέπες. Προφανώς υπήρχε πάρα πολύ αλεύρι και όχι αρκετή σκόνη ψησίματος. Έτσι, σήμερα ήρθε η ώρα για τις καλύτερες παγέτες της γιαγιάς ». Ήμουν αποφασισμένη να προσπαθήσω μέχρι να έχω τις τέλειες τηγανίτες. Η δεύτερη προσπάθειά μου ήταν μια τεράστια επιτυχία. Ανοιχτό, ελαφρύ και τόσο ωραίες τηγανίτες !!!
Επειδή το σιρόπι σφενδάμνου δεν είναι εύκολο να βρεθεί στην Ελλάδα, βάζουμε διαφορετικές γαρνιτούρες. Μέλι και κανέλα, σπιτική μαρμελάδα ροδάκινου και nutella με κάποια μπανάνα !!! Νόστιμο!!!
Εδώ είναι η συνταγή:
1 φλιτζάνι αλεύρι για όλες τις χρήσεις
2 1/2 κουταλάκια του γλυκού σκόνη ψησίματος
2 κουταλάκια του γλυκού ζάχαρη
1/2 αλάτι κουταλακιού
3/4 φλιτζάνι γάλα
1 αυγό
2 κουταλιές της σούπας λιωμένο βούτυρο
Ανακατέψτε πρώτα τα ξηρά συστατικά και στη συνέχεια προσθέστε τα υπόλοιπα. Ζεσταίνετε ένα ελαφρώς λαδωμένο τηγάνι σε μέτρια φωτιά και ρίξτε 2-3 κουταλιές της σούπας. Όταν είναι χρυσαφένες, είναι έτοιμοι. Θα έχετε 4 μεγάλες ή 8 μικρές τηγανίτες σε λιγότερο από 20 λεπτά.
Kali orexi!!!Enjoy!!!
Μην ξεχάσετε να πατήσετε like αν σας άρεσε και να ακολουθήσετε το site μας! Περιμένουμε τα σχόλιά σας όπως κάθε φορά!

Καμύ: Μόνο η αλληλεγγύη θα μας σώσει

Καμύ: Μόνο η αλληλεγγύη θα μας σώσει

«[…]Στα μέσα εκείνης της χρονιάς ήταν που έπιασε ένας δυνατός άνεμος, που φυσούσε για πολλές μέρες μέσα στη χτυπημένη από την πανούκλα πόλη. Τον άνεμο τον φοβούνται ιδιαίτερα οι κάτοικοι του Οράν, γιατί δε συναντά κανένα φυσικό εμπόδιο πάνω στο οροπέδιο που είναι χτισμένη η πόλη, κι έτσι χιμάει μ’ όλη του τη μανία μέσα στους δρόμους. Μετά απ’ αυτούς τους ατέλειωτους μήνες, που ούτε μια σταγόνα νερό δεν είχε δροσίσει την πόλη, το Οράν ήταν σκεπασμένο με μια γκρίζα σκόνη που ξεφλούδιζε στο φύσημα του ανέμου. Κι ο άνεμος σήκωνε κύματα σκόνης και χαρτιών που τυλίγονταν στα πόδια των σπάνιων πια περαστικών. Τους έβλεπες πια να διασχίζουν βιαστικοί τους δρόμους, γερμένοι μπροστά, φράζοντας μ’ ένα μαντίλι ή με το χέρι τους το στόμα. Έτσι, για μερικές μέρες, την ώρα του σούρουπου, που έπεφτε γρηγορότερα αυτή την εποχή, οι δρόμοι ήταν έρημοι και μόνος ο άνεμος θρηνολογούσε ανάμεσά τους ασταμάτητα….

Εκείνο που κάνει την πανούκλα να ξεχωρίζει ήταν πως όλος ο κόσμος, απ’ τον διευθυντή ως τον τελευταίο κρατούμενο, ήταν καταδικασμένοι και για πρώτη ίσως φορά, βασίλευε απόλυτη δικαιοσύνη στις φυλακές…

Έπαιρναν θέση στο παρόν χωρίς μνήμη και χωρίς ελπίδα. Στην πραγματικότητα, όλα είχαν γίνει πια παρόν γι’ αυτούς. Πρέπει να πούμε πως η πανούκλα είχε αφαιρέσει απ’ όλους την δύναμη της αγάπης και την δύναμη της φιλίας ακόμα. Γιατί η αγάπη χρειάζεται κάποιο μέλλον και για μας δεν υπήρχαν πια παρά μόνο στιγμές…» (Αλμπέρ Καμύ, «Η πανούκλα»)

Οι πωλήσεις της «Πανούκλας» την τελευταία εβδομάδα του Φεβρουαρίου αυξήθηκαν κατά 150% σε σχέση με την ίδια περίοδο το 2019. Το μυθιστόρημα έχει γίνει επίσης μπεστ σέλερ στην Ιταλία και οι πωλήσεις έχουν αυξηθεί στη Γαλλία.

Το βιβλίο καταγράφει την ιστορία μιας επιδημίας, τη δεκαετία του 1940, στην αλγερινή παράκτια πόλη του Οράν. Στην επιφάνεια, είναι μια ιστορία για μια αλγερινή παράκτια πόλη που μαστίζεται από μια μυστηριώδη πανούκλα. Αλλά η αλληγορία λειτουργεί σε διάφορα επίπεδα. “Είναι ταυτόχρονα μια ιστορία για μια επιδημία, ένα σύμβολο της ναζιστικής κατοχής, και, τρίτον, η συγκεκριμένη απεικόνιση ενός μεταφυσικού προβλήματος”, έγραψε ο Καμύ. Το “μεταφυσικό πρόβλημα” σχετίζεται με το βαρύ γεγονός του πόνου. Ο συγγραφέας το βλέπει ως κοινή εμπειρία που ίσως μετατρέψουμε σε κάτι καταφατικό.

Ο κοροναϊός δεν είναι τόσο καταστροφικός όσο η πανούκλα του Καμύ. Τον 14ο αιώνα, η πανούκλα, γνωστή και ως “Μαύρος Θάνατος”, σκότωσε σχεδόν το ένα τρίτο του λαού στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Όταν έφτασε στο Λονδίνο το 1656 και το 1657, σκότωσε σχεδόν το ένα τέταρτο του πληθυσμού. Η πρόθεση του Καμύ είναι μεταφορική: αντιμετωπίζει οποιαδήποτε μόλυνση, από μια ασθένεια όπως η χολέρα, η ισπανική γρίπη, το AIDS, το SARS ή τον κοροναϊό σαν μια διαβρωτική ιδεολογία, όπως ο φασισμός που μπορεί να μολύνει ολόκληρο τον πληθυσμό. Αντιμετωπίζει αυτή την καταστροφή ως συλλογική: “ένα συναίσθημα που είναι φυσιολογικά τόσο ατομικό όσο ο πόνος του χωρισμού από εκείνους που αγαπά ξαφνικά έγινε ένα συναίσθημα στο οποίο όλοι μοιράζονται”, γράφει ο Καμύ.

Ο ήρωας της πανούκλας είναι ένας αφοσιωμένος γιατρός, ο Rieux. Από την αρχή, ο Rieux αφιερώνεται στην αντίσταση στην πανούκλα και στην αλληλεγγύη προς τα θύματά της. Κάθε χαρακτήρας στην ιστορία ορίζεται από το τι κάνει όταν έρθει η μάστιγα. Οι επίσημες αρχές διστακτικές στην αρχή να λάβουν κάποια μέτρα, δεν θα αργήσουν μετά να υποκύψουν μπροστά στους αριθμούς. Ο αριθμός των θανάτων ανεβαίνει σχεδόν γεωμετρικά μέρα με τη μέρα. Ολόκληρη η πόλη μπαίνει σε καραντίνα. Οι ήρωες του Καμύ έχουν ο καθένας τους διαφορετικές αντιδράσεις απέναντι στην εξορία, την απομόνωση και τον φόβο για τον θάνατο. Οι άνθρωποι αποκλεισμένοι από τον έξω κόσμο, αποχωρισμένοι από τα αγαπημένα τους πρόσωπα, νιώθουν ότι έχουν καταδικαστεί σε μια ιδιότυπη εξορία γιατί πρόκειται για μια εξορία στον ίδιο τους τον τόπο. Η πανούκλα σκοτώνει χωρίς εξαιρέσεις γέρους και παιδιά, γυναίκες και άνδρες, πλούσιους και φτωχούς και δεν αφήνει κανένα περιθώριο ελπίδας, διεξόδου ή πιθανότητα νίκης. Απέναντι σ’ αυτήν ο άνθρωπος δεν έχει παρά να αντιτάξει τη θέληση για αντίσταση, τη θέληση για αλληλεγγύη ως ηθική στάση προς την κοινότητα. Στο τέλος της Πανούκλας, ο Καμύ τονίζει ότι αγώνας κατά του πόνου δεν τελειώνει ποτέ. Η πανούκλα θα επιστρέψει, και μόνο η αλληλεγγύη θα μας σώσει.

Μια πανδημία, αν και είναι τρομερή, υπογραμμίζει την αμοιβαία αλληλεξάρτηση μας με τρόπο που μόνο η τραγωδία μπορεί. Οι ιοί είναι περισσότερο από περιστασιακά απειλητικές εκρήξεις στους φαινομενικά ήρεμους παγκόσμιους ορίζοντες, εικόνες του σύγχρονου κοινωνικού και πολιτικού κόσμου μας. Η ομορφιά της «Πανούκλας» είναι ότι ζητά από τον αναγνώστη να χαρτογραφήσει τα διδάγματα της πανδημίας στην καθημερινή ζωή. Οι αρχές που οδηγούν τον ήρωα, Rieux, είναι οι ίδιες αρχές που κάνουν κάθε κοινωνία να ευημερεί:- ενσυναίσθηση, αγάπη και αλληλεγγύη. Όταν η επιδημία σταματήσει ο Ριέ θα περπατήσει μαζί με το πλήθος των ανθρώπων που γιορτάζουν στους δρόμους. «Μέσα στο ωραίο κι απαλό φως που ξεχύνονταν πάνω από την πόλη, έπλεαν οι παμπάλαιες μυρωδιές, κρέας ψητό και ποτά με γλυκάνισο. Γύρω του πρόσωπα εκστατικά σηκώνονταν να κοιτάξουν προς τον ουρανό. Άνδρες και γυναίκες αρπάζονταν ο ένας από τον άλλο, με πρόσωπα φλογισμένα, με κραυγές πόθου. Ναι, η πανούκλα είχε τελειώσει, και μαζί της ο τρόμος, και τα σφιχτοπλεγμένα χέρια βεβαίωναν ότι κάποτε είχε υπάρξει στ’ αλήθεια εξορία και χωρισμός, με τη βαθύτερη έννοια του όρου… κι ανάμεσα στις εκατόμβες των νεκρών, τις σειρήνες των ασθενοφόρων, τις εξαγγελίες αυτού που συνήθως ονομάζουμε πεπρωμένο, το πεισματικό ποδοβολητό του φόβου και την τρομερή επανάσταση της καρδιάς τους, δεν είχε πάψει να περνά μια πελώρια βουή, που ξυπνούσε τα τρομαγμένα πλάσματα, που τους έλεγε πως πρέπει να ξαναβρούν την αληθινή τους πατρίδα. Και θα ήταν ευτυχισμένοι, τουλάχιστον για κάποιο διάστημα. Και πια ήξεραν πως υπάρχει κάτι που πάντοτε μπορείς να λαχταράς και καμιά φορά να το κερδίζεις: η ανθρώπινη τρυφερότητα…»

 Δημοσιεύτηκε just now από τον χρήστη 

https://anhsyxia.wordpress.com/

http://artinews.gr/

Ο ιός, η αγορά και η αγέλη


Ο ιός, η αγορά και η αγέλη


από selana019

Οταν απειλείται μια ανθρώπινη ύπαρξη, συμπυκνώνεται στον σκληρό πυρήνα της: στον αγώνα της επιβίωσης. Δεν υπάρχει τίποτα παράδοξο ή ηθικά αξιολογήσιμο σ' αυτό. Είναι απλή και καθαρή ανθρώπινη φύση. Οχι πολύ διαφορετική στη χημεία της από τη φύση των περισσότερων έμβιων όντων, τουλάχιστον των ανώτερων θηλαστικών: όταν αντιλαμβανόμαστε τον κίνδυνο ή ό,τι θεωρούμε κίνδυνο -με τα μάτια, τ' αυτιά ή οποιοδήποτε άλλο όργανο- η πληροφορία φτάνει στην αμυγδαλή του εγκεφάλου, που επεξεργάζεται τα συναισθήματα. Ο εγκέφαλος απελευθερώνει γλουταμικό οξύ, που στέλνει ένα σήμα στη φαιά ουσία, το οποίο είτε μας ακινητοποιεί είτε μας κάνει να πεταχτούμε αλαφιασμένοι απ' τον φόβο. Ενα δεύτερο σήμα στέλνεται στον υποθάλαμο, ο οποίος ενεργοποιεί το συμπαθητικό νευρικό σύστημα, το οποίο με τη σειρά του «ειδοποιεί» τα επινεφρίδια που απελευθερώνουν αδρεναλίνη στο αίμα. Αυτή κάνει την υπόλοιπη δουλειά. Αυξάνει τους καρδιακούς παλμούς και την πίεση του αίματος και γενικώς μας επιτρέπει να αντιμετωπίσουμε το «θηρίο», είτε πρόκειται για ελέφαντα 4 μέτρων και 7 τόνων είτε για τον Covid-19 των 0,25 «μικρών» (μm). Η «αντιμετώπιση» περιλαμβάνει και το να τρέξουμε απλώς μακριά του. Ακόμη και μέχρι το σουπερμάρκετ. Αυτά και δεν υπεισέρχομαι σε περισσότερες λεπτομέρειες, διότι θα φάω ξύλο από τους νευροεπιστήμονες.


Λοιδορούμε και χλευάζουμε όσους εξαφάνισαν χειρουργικές μάσκες και γάντια από τα φαρμακεία κι όσους επέδραμαν στα σουπερμάρκετ για αντισηπτικά ή μακαρόνια. Ομως, η αντίδρασή τους δεν είναι ανορθολογική. Εστω και υπερβολική, πηγάζει από την ανθρώπινη φύση. Εμπεριέχει τον αδιαπραγμάτευτο ορθολογισμό του φόβου και της επιβίωσης. Το μόνο ανορθολογικό που υπάρχει στην αντίδραση είναι ενδεχομένως η επιλογή των μέσων επιβίωσης. Η οποία σίγουρα εξαρτάται από μακαρόνια, ζάχαρη ή ρύζι, πιθανότατα δεν εξαρτάται από μάσκες και αντισηπτικά και σίγουρα -μα εντελώς σίγουρα!- δεν εξαρτάται από τιμές των μετοχών, των ομολόγων ή του χρυσού.
Αν υπάρχει κάτι αληθινά ανορθολογικό και εντελώς μυστικιστικό στον τρόπο που αντιδρά η παγκοσμιοποιημένη ανθρωπότητα στην επιδημία ή στην προοπτική της πανδημίας είναι η αγελαία συμπεριφορά των αγορών. Και ίσως το «αγελαία» τις κολακεύει, οι αγέλες έχουν τουλάχιστον εσωτερική οργάνωση, ιεραρχία, έναν σκοπό. Εδώ δεν πρόκειται για αγέλες. Κοπάδια πανικόβλητα είναι, που έχασαν και τον τσοπανάκο τους και το τσοπανόσκυλό τους. Ούτε ο Τραμπ τις σώζει.
Εκ πρώτης όψεως είναι διασκεδαστικό να παρακολουθείς τον τρόπο που αποσταθεροποιούνται οι ιερείς του νεοφιλελευθερισμού, οι πιστοί του «ορθολογισμού» και της «αποτελεσματικότητας» των αγορών. Μέχρι πριν από δέκα μέρες πορεύονταν μες στην αμεριμνησία, με τη βεβαιότητα ότι, παρά τα σκαμπανεβάσματά του, ο παγκόσμιος καπιταλισμός εξελίσσεται μέσα σε μια φούσκα κανονικότητας. Ακόμη κι αν κάτι αποκλίνει -αν η Κίνα χάσει κι άλλο ταχύτητα, αν η ευρωζώνη επιβραδυνθεί, αν η ρωσοτουρκική ένταση κλιμακωθεί- έχουμε την «καβάτζα» των κεντρικών τραπεζών (αυτό το ορατό χέρι της αγοράς που αντικαθιστά το αόρατο όταν κουλαίνεται), που θα κάνουν τα μαγικά τους: ακόμη μια μείωση στα επιτόκια, ακόμη λίγη ποσοτική χαλάρωση, κάμποσο χρήμα από το ελικόπτερο, αν χρειαστεί, βρε αδερφέ. Κι αν τα μαγικά των κεντροτραπεζιτών δεν φτάνουν, θα κινητοποιήσουμε τα υπερόπλα: θα πείσουμε τις κυβερνήσεις «μας» (το «μας» είναι κυριολεκτικό, όταν μιλούν οι «αποτελεσματικές αγορές» και οι «ορθολογικοί επενδυτές») να το ρίξουν έξω. Ας ξεχαστούν οι ισοσκελισμένοι προϋπολογισμοί και τα πλεονάσματα, με λίγο παραπάνω έλλειμμα και χρέος κανείς δεν πήγε χαμένος.
Αυτό το μικροσκοπικό πραγματάκι που λέγεται κορονοϊός Covid-19 έσκασε τη φούσκα της κανονικότητας, την ψευδαίσθηση ελεγχόμενης σταθερότητας που υποτίθεται ότι μετά το «μάθημα» του 2008 είχε συνδιαμορφώσει το κουαρτέτο «αγορές-επιχειρήσεις-κυβερνήσεις-κεντρικές τράπεζες». Μπούρδες! «Τρεις σπανοί Ισπανοί, εις πανί ισπανικό, εις πανικό ιππικό εζωγράφισαν». Λύκοι την πέσαν σε ζωοπανήγυρη και οι «αποτελεσματικές» αγορές εξαέρωσαν αξία τρισεκατομμυρίων δολαρίων σε ελάχιστες μέρες. Εντάξει, είναι πολλά τα λεφτά, Γιώργο, αλλά από το κραχ του 2008 και μετά, τα μεγαλύτερα χρηματιστήρια του καπιταλιστικού σύμπαντος έχουν τριπλασιαστεί, οι επιχειρήσεις έχουν μπαζώσει ένα σωρό κέρδη, οι τράπεζες έχουν ταϊστεί πλουσιοπάροχα με τρισεκατομμύρια ποσοτικής χαλάρωσης, ε, δεν μπορεί, θα έχουν όλοι κάνει το κουμάντο τους, σωστά; Λάθος! Ο,τι χαρίστηκε στις αγορές και στους πανικόβλητους συντελεστές τους, ό,τι τους αποδόθηκε για να υπηρετήσουν την κατά Μίλτον Φρίντμαν «αποκλειστική κοινωνική ευθύνη των επιχειρήσεων: την κερδοφορία τους» θα αποδειχθούν πεταμένα λεφτά και χαμένος κόπος.
Για πολλοστή φορά, όλα τα γραφικά αξιώματα των αγορών -«αγόραζε στη φήμη, πούλα στην είδηση», «όταν δεις αίμα, αγόραζε, αγόραζε, αγόραζε…» και τα συναφή- πυροδοτούν απλώς έναν αγελαίο τρόμο. Ο οποίος όμως δεν έχει καμιά σχέση με την ανθρώπινη επιβίωση -οι μετοχές, τα ομόλογα, τα παράγωγα, τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης ούτε τρώγονται ούτε προστατεύουν από τον κορονοϊό- αλλά με την απληστία. Είναι ένας αγοραίος πανικός που λειτουργεί ως επιταχυντής και πολλαπλασιαστής της υγειονομικής κρίσης, ένας ολέθριος σύμμαχος του κορονοϊού Covid-19.
Αργά ή γρήγορα, το εμβόλιο και η θεραπεία του Covid-19 θα βρεθούν. Το άλλο, όμως, δεν είναι πια ίωση. Καρκίνος μεταστατικός κι εξαιρετικά επιθετικός είναι.
ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ
Κι ακούγοντας τις φωνές της χαράς που ανέβαιναν πάνω απ’ την πόλη, ο Ριέ θυμήθηκε πως αυτή η χαρά δεν είναι ποτέ ανέφελη. Γιατί ο Ριέ γνώριζε κάτι που το αγνοούσε το χαρούμενο πλήθος, κι ας μπορεί κανείς να το βρει στα βιβλία, πως ο βάκιλος της πανούκλας δεν πεθαίνει ούτε χάνεται ποτέ, πως μπορεί να μείνει δεκάδες χρόνια ναρκωμένος στα έπιπλα και στα ρούχα, περιμένοντας υπομονετικά μέσα στα δωμάτια, τα υπόγεια, τα σεντούκια, τα μαντίλια, τα χαρτιά, και πως θα ’ρχόταν ίσως μια μέρα που η πανούκλα, για να βασανίσει ή για να διδάξει τους ανθρώπους, θα ξυπνούσε και πάλι τα ποντίκια της και θα τα ’στελνε να ψοφήσουν μέσα σε μια ευτυχισμένη πόλη.

 

https://kibi-blog.blogspot.com/

Δημοσιεύτηκε από τον χρήστη 

Οδυσσέας Ελύτης: Σαν σήμερα έφυγε ο σπουδαίος μας ποιητής


Οδυσσέας Ελύτης: Σαν σήμερα έφυγε ο σπουδαίος μας ποιητής

Ο ποιητής Οδυσσέας Ελύτης
Ο ποιητής Οδυσσέας Ελύτης  

Σαν σήμερα, το 1996, πέθανε ο Οδυσσέας Αλεπουδέλης, ή αλλιώς, Οδυσσέας Ελύτης. Υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους ποιητές που γέννησε ποτέ η Ελλάδα. Λίγα λόγια για τη ζωή του.


Έλληνας ποιητής και ζωγράφος. Ο Οδυσσέας Ελύτης υπήρξε ένας από τους σπουδαιότερους ποιητές μας, που τιμήθηκε με βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1979. Αποτέλεσε ένα από τα επίλεκτα μέλη της λεγόμενης «γενιάς του τριάντα» στον χώρο της καλλιτεχνικής δημιουργίας.
Όπως γράφει το SanSimera.gr, ο Οδυσσέας Αλεπουδέλης, όπως ήταν το πραγματικό του όνομα γεννήθηκε στις 2 Νοεμβρίου 1911 στο Ηράκλειο της Κρήτης. Ήταν ο μικρότερος από τα έξι παιδιά του Λέσβιου επιχειρηματία Παναγιώτη Αλεπουδέλη και της συμπατριώτισσάς του Μαρίας Βρανά. Ο πατέρας του εγκαταστάθηκε το 1895 στο Ηράκλειο, όπου ίδρυσε εργοστάσιο σαπωνοποιίας και πυρηνελουργίας, και δύο χρόνια αργότερα παντρεύτηκε τη μητέρα του.

Όταν γνώρισε τον Ελ. Βενιζέλο


Ο Οδυσσέας Ελύτης παραλαμβάνει το Νόμπελ Λογοτεχνίας από τον βασιλιά της Σουηδίας τον Δεκέμβριο του 1979 στη Στοκχόλμη
Ο Οδυσσέας Ελύτης παραλαμβάνει το Νόμπελ Λογοτεχνίας από τον βασιλιά της Σουηδίας τον Δεκέμβριο του 1979 στη Στοκχόλμη  ASSOCIATED PRESS
Με την έκρηξη του Α' Παγκοσμίου Πολέμου το 1914, ο Παναγιώτης Αλεπουδέλης μεταφέρει την επιχειρηματική του δραστηριότητα στην Αθήνα και εγκαθίσταται με την οικογένειά του στην οδό Σόλωνος 98α. Σε ηλικία έξι ετών ο Οδυσσέας εγγράφεται στο ιδιωτικό Λύκειο Μακρή, που βρισκόταν τότε στην οδό Ιπποκράτους. Το 1918 πεθαίνει η μεγαλύτερη αδελφή του Μυρσίνη, σε μόλις ηλικία 20 ετών. Το 1923, ένα έτος μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, η οικογένεια Αλεπουδέλη ταξιδεύει στο εξωτερικό (Ιταλία, Ελβετία, Γερμανία, Γιουγκοσλαβία). Το 1924 θα γνωρίσει στη Λωζάνη τον Ελευθέριο Βενιζέλο, που αποτελούσε το πολιτικό ίνδαλμα της οικογένειάς του.
Το φθινόπωρο του 1924 μετεγγράφεται στο Γ' Γυμνάσιο Αρρένων Αθηνών και τον επόμενο χρόνο χάνει τον πατέρα του. Σ’ αυτή την περίοδο των μαθητικών του χρόνων εκδηλώνονται τα πρώτα πνευματικά του ενδιαφέροντα. Συνεργάζεται με το περιοδικό Διάπλασις των Παίδων, διαβάζει ελληνική και γαλλική λογοτεχνία και το 1927 έρχεται σε επαφή με την ποίηση του Καβάφη. Το 1928 παίρνει το απολυτήριο του τότε Γυμνασίου και γνωρίζει την ποίηση του Κώστα Καρυωτάκη. Όλα αυτά τα χρόνια ο Οδυσσέας επισκεπτόταν σχεδόν κάθε καλοκαίρι κάποιο από τα νησιά του Αιγαίου, γεγονός που θα επηρεάσει το λυρικό υπόστρωμα της ποίησής του.

Όταν ανακάλυψε τον σουρεαλισμό


Το 1929 αποτελεί καθοριστικό έτος για την ποιητική του διαδρομή. Ανακαλύπτει τον σουρεαλισμό και διαβάζει Λόρκα και Ελιάρ. Γράφει τα πρώτα του ποιήματα και τα στέλνει με ψευδώνυμο σε περιοδικά. Το 1930 εγγράφεται στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και η οικογένειά του μετακομίζει στην οδό Μοσχονησίων 146 (Πλατεία Αμερικής). Το 1933 γίνεται μέλος της Ιδεοκρατικής Φιλοσοφικής Ομάδας του Πανεπιστημίου και συμμετέχει σε εκδηλώσεις και συζητήσεις με τους Ιωάννη Συκουτρή, Ιωάννη Θεοδωρακόπουλο, Παναγιώτη Κανελλόπουλο και Κωνσταντίνο Τσάτσο.

Η γνωριμία του με τον Εμπειρίκο


Το 1935 θα γνωρίσει τον ποιητή και ψυχαναλυτή Ανδρέα Εμπειρίκο, που θα επηρεάσει καθοριστικά την ποίησή του, όπως και τη λαϊκή ζωγραφική του Θεόφιλου, η οποία θα ασκήσει σημαντική επίδραση στον εικονιστικό προσανατολισμό της ποίησής του. Τον ίδιο χρόνο, ο φίλος και ομότεχνός του Γιώργος Σαραντάρης τον φέρνει σε επαφή με τη λογοτεχνική συντροφιά, που εξέδιδε το πρωτοποριακό περιοδικό Νέα Γράμματα. Την αποτελούσαν, μεταξύ άλλων, οι Γιώργος Σεφέρης, Γιώργος Θεοτοκάς, Γιώργος Κατσίμπαλης και Ανδρέας Καραντώνης. Στα Νέα Γράμματα θα δημοσιευτεί το πρώτο του δόκιμο ποίημα με τίτλο Του Αγαίου, με την υπογραφή: Ελύτης.
Το 1936 γνωρίζεται με τον ποιητή Νίκο Γκάτσο και από τότε θα τους συνδέσει μια μακρόχρονη και στενή φιλία. Στην παρέα τους εντάσσονται οι ζωγράφοι Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας και Γιάννης Μόραλης, καθώς και ο ποιητής Νίκος Καρύδης, δημιουργός του εκδοτικού οίκου Ίκαρος, ο οποίος θα εκδώσει τα περισσότερα από τα βιβλία του Ελύτη. Τον ίδιο χρόνο θα διακόψει τις σπουδές του στη Νομική και θα στρατευθεί. Θα απολυθεί ως έφεδρος αξιωματικός το 1938.

Η πρώτη του ποιητική συλλογή


Τον Δεκέμβριο του 1939, όταν ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος έχει ξεσπάσει, θα εκδώσει σε 300 αντίτυπα την πρώτη ποιητική συλλογή του με τίτλο Προσανατολισμοί, μια φωτεινή αχτίδα μέσα «στη συννεφιά του κόσμου». Το 1940 η οικογένεια Αλεπουδέλη μετακομίζει στην οδό Ιθάκης 31 και την ίδια χρονιά ο Σάμουελ Μπο-Μποβί μεταφράζει τα πρώτα ποιήματα του Ελύτη στα γαλλικά.
Με την έκρηξη του ελληνοϊταλικού πολέμου (28 Οκτωβρίου 1940) επιστρατεύεται ως ανθυπολοχαγός και ο παγωμένος χειμώνας του '40, τον βρίσκει στην πρώτη γραμμή του πυρός. Στις 13 Δεκεμβρίου 1940 προωθείται με το λόχο του εντός του αλβανικού εδάφους. Στις αρχές του 1941 παθαίνει κοιλιακό τύφο και μεταφέρεται ετοιμοθάνατος στο νοσοκομείο των Ιωαννίνων. Γλυτώνει τον θάνατο ως εκ θαύματος και μεταφέρεται στην Αθήνα. Η μακριά του ανάρρωση συμπίπτει με την εισβολή των Γερμανών στην Ελλάδα και την επακολουθήσασα Κατοχή.
Ο Οδυσσέας Ελύτης το 1987
Ο Οδυσσέας Ελύτης το 1987  ASSOCIATED PRESS
Το 1943 κυκλοφορεί τη δεύτερη ποιητική του συλλογή Ήλιος ο Πρώτος μαζί με τις παραλλαγές πάνω σε μιαν αχτίδα, μια αλληγορική αντίσταση μέσα στην Κατοχή, καμουφλαρισμένη σε μια υπερρεαλιστική φόρμα, όπως η Αμοργός του Γκάτσου και ο Μπολιβάρ του Εγγονόπουλου, που κυκλοφορούν την ίδια χρονιά.
Το 1945 συνεργάζεται με το υπερρεαλιστικό περιοδικό Τετράδιο. Δημοσιεύει μεταφράσεις ποιημάτων του Λόρκα κι ένα δικό του έργο, την ελεγεία Άσμα ηρωικό και πένθιμο για τον χαμένο ανθυπολοχαγό της Αλβανίας. Την ίδια χρονιά, με εισήγηση του Γιώργου Σεφέρη, τοποθετείται διευθυντής προγράμματος του Εθνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας (ΕΙΡ), θέση από την οποία παραιτείται μετά από λίγο. Την περίοδο αυτή ασχολείται με τη ζωγραφική, που ήταν μια παλιά του απασχόληση, συμπληρωματική της ποίησης του.

Όταν έφυγε από την Ελλάδα


Το 1948 φεύγει από την Ελλάδα, που δοκιμάζεται από τον Εμφύλιο Πόλεμο, για την Ελβετία και από εκεί στο Παρίσι, όπου εγκαθίσταται. Εκεί γνωρίζεται με την πρωτοπορία της γαλλικής διανόησης (Μπρετόν, Ελιάρ, Τζαρά, Καμί) και έρχεται σε επαφή με εικαστικούς καλλιτέχνες, όπως οι Πικάσο, Ματίς, Σαγκάλ και Τζιακομέτι. Το 1950 επισκέπτεται την Ισπανία και στο τέλος του ίδιου χρόνου εγκαθίσταται στο Λονδίνο, όπου συνεργάζεται με το BBC.
Το 1952 επιστρέφει στην Ελλάδα και τον επόμενο χρόνο επανακάμπτει στο ΕΙΡ ως διευθυντής προγράμματος, θέση που θα κρατήσει για ένα μονάχα χρόνο. Το 1959 κυκλοφορεί το Άξιον Εστί, μια κορυφαία στιγμή της ελληνικής λογοτεχνίας. Ο ποιητής καταδύεται στις ρίζες του ελληνικού μύθου και αντλεί υλικό και μορφές, εικόνες και ήχους, επιτυγχάνοντας μια δραματική σύνθεση, στην οποία το λυρικό «εγώ» ταυτίζεται με το επικό «εμείς» και η σύγχρονη γραφή συνδυάζεται με μια περιουσία, αρχαία βυζαντινή και νεώτερη. Το έργο αυτό του Ελύτη θα γνωρίσει πλατιά αναγνώριση και θα γίνει «κτήμα του Λαού», όταν θα μελοποιηθεί από τον Μίκη Θεοδωράκη το 1964.

Αρνήθηκε την αναγόρευσή του ως 

Ακαδημαϊκού


Οδυσσέας Ελύτης
Οδυσσέας Ελύτης  YOUTUBE
Το 1967 το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου τον βρίσκει να μεταφράζει αποσπάσματα της Σαπφούς, στη νέα του κατοικία επί της οδού Σκουφά 23. Το 1969 φεύγει για δεύτερη φορά από την Ελλάδα και εγκαθίσταται στο Παρίσι, όπου θα παραμείνει έως το 1971, οπότε επιστρέφει οριστικά στην Ελλάδα. Μετά την πτώση της δικτατορίας, διορίζεται πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου του Ε.Ι.Ρ.Τ. και μέλος για δεύτερη φορά του Διοικητικού Συμβουλίου του Εθνικού Θεάτρου (1974 - 1977). Παρά την πρόταση της Νέας Δημοκρατίας να συμπεριληφθεί στο ψηφοδέλτιο των βουλευτών Επικρατείας, ο Ελύτης αρνείται, παραμένοντας πιστός στην αρχή του να μην αναμιγνύεται ενεργά στην πολιτική πρακτική. Το 1977 αρνείται, επίσης, την αναγόρευσή του ως Ακαδημαϊκού.



Το 1979 έρχεται η μεγάλη στιγμή για τον ποιητή. Στις 18 Οκτωβρίου η Σουηδική Ακαδημία ανακοινώνει ότι θα του απονεμηθεί το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας «για την ποίησή του, που με βάθρο την ελληνική παράδοση περιγράφει με αισθητική δύναμη και υψηλή πνευματική διακριτικότητα, τον αγώνα του σύγχρονου ανθρώπου για την ελευθερία και τη δημιουργία». Στην ανακοίνωση της Σουηδικής Ακαδημίας επισημαίνεται ότι το Άξιον Εστί αποτελεί ένα από τα αριστουργήματα της ποίησης του 20ου αιώνα. Ο Ελύτης παρέστη στην καθιερωμένη τελετή απονομής στις 10 Δεκεμβρίου 1979 στη Στοκχόλμη, παραλαμβάνοντας το βραβείο από τον βασιλιά της Σουηδίας Κάρολο Γουσταύο και γνωρίζοντας παγκόσμια δημοσιότητα.
Τα επόμενα χρόνια θα είναι αρκούντως δημιουργικά για τον Ελύτη, με σημαντικές εκδόσεις έργων του στην ποίηση, το δοκίμιο και τη μετάφραση. Οι διακρίσεις και οι τιμές για το έργο του, εντός και εκτός της Ελλάδας, θα συνεχιστούν και θα ενταθούν. Ο Οδυσσέας Αλεπουδέλης θα φύγει από τη ζωή στις 18 Μαρτίου 1996, σε ηλικία 85 ετών.
Ο Οδυσσέας Ελύτης αποτέλεσε έναν από τους τελευταίους εκπροσώπους της λογοτεχνικής γενιάς του τριάντα, ένα από τα χαρακτηριστικά της οποίας υπήρξε το ιδεολογικό δίλημμα ανάμεσα στην ελληνική παράδοση και τον ευρωπαϊκό μοντερνισμό. Ο ίδιος ο Ελύτης χαρακτήριζε τη δική του θέση στη γενιά αυτή ως παράξενη, σημειώνοντας χαρακτηριστικά: «από το ένα μέρος ήμουνα ο στερνός μιας γενιάς, που έσκυβε στις πηγές μιας ελληνικότητας, κι απ' την άλλη ήμουν ο πρώτος μιας άλλης που δέχονταν τις επαναστατικές θεωρίες ενός μοντέρνου κινήματος».
https://www.news247.gr/

H συνταγή μας Παραδοσιακοί λουκουμάδες με μέλι και κανέλα

H συνταγή μας

Παραδοσιακοί λουκουμάδες με μέλι και κανέλα
Υλικά για τους λουκουμάδες




Φαρίνα500 γρ.
Μαγιά ξηρή1 φακελάκι (9 γρ.)
Νερό χλιαρό2 κούπες
Μέλι1 κ.σ.
Ξύδι1 κ.σ.
Εκχύλισμα καραμέλα (αν θέλουμε)4-5 σταγόνες

Πώς φτιάχνουμε τους λουκουμάδες
Σε ένα μεγάλο μπωλ κοσκινίζουμε το αλεύρι και προσθέτουμε την ξηρή μαγιά και το μέλι. Η μαγιά για να φουσκώσει καλά χρειάζεται λίγη γλύκα! Προσθέτουμε σταδιακά το χλιαρό νερό, ανακατεύοντας συνεχώς με το σύρμα. Τέλος, προσθέτουμε το εκχύλισμα καραμέλας (ή βανίλιας ή βανιλίνη σκόνη αν δεν έχουμε εκχύλισμα) και το ξύδι. Η υφή του μείγματος πρέπει να είναι σχετικά πηχτή, σαν το μείγμα για κέικ.




Σε ένα μεγάλο μπωλ βάζουμε το αλεύρι, την ξηρή μαγιά και το μέλι.





Προσθέτουμε σταδιακά το χλιαρό νερό, ανακατεύοντας συνεχώς με το σύρμα.





Αν θέλουμε, προσθέτουμε μερικές σταγόνες εκχύλισμα καραμέλας ή βανίλιας.





Προσθέτουμε μια κουταλιά ξίδι.





Η υφή του τελικού μείγματος θέλουμε να μοιάζει με το μείγμα του κέικ.

Σκεπάζουμε το μπωλ με μεμβράνη και το τοποθετούμε σε ένα ζεστό μέρος του σπιτιού μας για 45-60 λεπτά.

Ένα μικρό μυστικό!

Για να δημιουργήσουμε ένα ζεστό περιβάλλον με σχετική υγρασία, ώστε να αναπτυχθεί καλύτερα η μαγιά και να φουσκώσει η ζύμη μας, βάζουμε το μπωλ με τη ζύμη σκεπασμένο με μεμβράνη μέσα σε σβηστό φούρνο, μαζί με μια κούπα με βραστό νερό. Οι υδρατμοί από το βραστό νερό θα δημιουργήσουν υγρασία στο κλειστό περιβάλλον του φούρνου και η ζύμη θα φουσκώσει πιο γρήγορα!




Σκεπάζουμε το μπωλ με μεμβράνη και το τοποθετούμε σε σβηστό φούρνο μαζί με ένα ποτήρι με βραστό νερό.

Όταν η ζύμη μας έχει διπλασιαστεί σε όγκο, έχει βγάλει φουσκάλες στην επιφάνεια και τρεμουλιάζει όταν κουνάμε το μπωλ, τότε είναι έτοιμη. Ζεσταίνουμε ηλιέλαιο σε κατσαρόλα ή στη φριτέζα αν έχουμε και «κόβουμε» λουκουμάδες με τον παραδοσιακό τρόπο, με τη χούφτα μας και ένα βρεγμένο κουτάλι ή με μια κουτάλα παγωτού. Εμείς για ακόμα περισσότερη ευκολία γεμίσαμε μια σακούλα με τη ζύμη μας και «κόψαμε» έτσι τους λουκουμάδες μας.




Όταν η ζύμη έχει διπλασιαστεί σε όγκο, έχει βγάλει φουσκάλες και τρεμουλιάζει όταν την κουνάμε, τότε είναι έτοιμη!





Για ευκολία γεμίσαμε μια σακούλα ζαχαροπλαστικής με τη ζύμη μας.





«Κόβουμε» τους λουκουμάδες μας μέσα στο καυτό λάδι και ανακατεύουμε με τρυπητή κουτάλα για να ψηθούν ομοιόμορφα.





Μόλις πάρουν ωραίο, λαχταριστό χρωματάκι είναι έτοιμοι!

Τηγανίζουμε, λοιπόν, τους λουκουμάδες μας για λίγα λεπτά μέχρι να χρυσαφίσουν, ανακατεύοντάς τους ώστε να ψηθούν ομοιόμορφα. Τους βγάζουμε με μια τρυπητή κουτάλα και τους τοποθετούμε σε χαρτί κουζίνας να στραγγίξουν. Τέλος, τους πασπαλίζουμε με κανέλα και τους περιχύνουμε με μέλι. Μιάμ!




Πασπαλίζουμε τους λουκουμάδες μας με κανέλα και περιχύνουμε με μέλι. Καλή γλυκιά απόλαυση!

Καλή γλυκιά απόλαυση, λοιπόν! Ας μείνουμε στο σπίτι, ας φτιάξουμε καμιά λιχουδιά και ας κάνουμε λίγη υπομονή… μπόρα είναι θα περάσει!

Ο Πατούχας (1972) - Ελληνική ταινία

Ο Πατούχας (1972) - Ελληνική ταινία XxKalliaXx Βασισμένο στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Ιωάννη Κονδυλάκη. Πρωταγωνιστούν: Τάσος Γιαννόπουλος,...