Πέμπτη 17 Οκτωβρίου 2019

8 τροφές που θα πρέπει να αποφεύγεις αν έχεις υψηλή αρτηριακή πίεση

8 τροφές που θα πρέπει να αποφεύγεις

 αν έχεις υψηλή αρτηριακή πίεση

«Έχω πίεση», είναι μια φράση που ακούγεται πολύ συχνά.

Η αρτηριακή πίεση είναι καθοριστικής σημασίας για την καλή κυκλοφορία του αίματος και γενικότερη την ομαλή λειτουργία του οργανισμού.
Η αυξημένη αρτηριακή πίεση (υπέρταση) αποτελεί έναν από τους κυριότερους παράγοντες κινδύνου για τα καρδιαγγειακά νοσήματα.
Η υψηλή αρτηριακή πίεση έχει σαν αποτέλεσμα η καρδιά να δουλεύει πιο έντονα απ΄ ότι φυσιολογικά, κάτι που την επιβαρύνει. Όταν αυτό συμβαίνει μονίμως τότε μιλάμε για υπέρταση, η οποία αυξάνει τον κίνδυνο για εγκεφαλικό, έμφραγμα, καρδιακή ανεπάρκεια, ανευρύσματα και άλλες σοβαρές καταστάσεις που μπορεί να μειώσουν το προσδόκιμο ζωής.
Αυτό που ο απλός άνθρωπος εκφράζει με τη φράση «έχω πίεση» σημαίνει ότι έχει αυξημένη αρτηριακή πίεση, πάνω από 120 mmHg- τη λεγόμενη μεγάλη- και πάνω από 80 mmHg τη λεγόμενη μικρή πίεση. Έχει δηλαδή υπέρταση. Ωστόσο στην καθημερινότητα σπανίως η ιδανική αυτή αναλογία μένει σταθερή.

Όλοι γνωρίζουμε ότι, αν η πίεσή μας είναι αυξημένη, το πρώτο πράγμα που θα πρέπει να κάνουμε για να μειωθεί είναι να περιορίσουμε σημαντικά το αλάτι στη διατροφή μας.
Η διατήρηση φυσιολογικού σωματικού βάρους, το περπάτημα και γενικότερα η άσκηση, η διακοπή του καπνίσματος, ο περιορισμός του αλκοόλ, του καφέ και του άγχους και η αύξηση των φρούτων και των λαχανικών είναι οι γενικότεροι κανόνες που πρέπει γνωρίζετε.
Ας δούμε τις τροφές που πρέπει να αποφεύγετε όταν έχετε υπέρταση:
1. Σούπες
Αποφύγετε ή καταργήστε τις σούπες σε κονσέρβα ή πακέτο. Προσπαθήστε να φτιάχνετε τις δικές σας σούπες.
2. Σως σαλάτας
Αποφύγετε διάφορες έτοιμες σάλτσες (σόγια σως, μπάρμπεκιου σως, πέστο σως μουστάρδα, κέτσαπ), μαγειρική σόδα και προϊόντα που περιέχουν νάτριο.
3. Αρτοσκευάσματα
Τα κρουασάν, τα κέικ, τα κουλουράκια, τα μάφιν και ό,τι αγοράζουμε από το φούρνο, μπορεί να είναι νόστιμα, αλλά ταυτόχρονα αποτελούν διατροφικές πηγές κορεσμένων λιπαρών, βουτύρου ζάχαρης, αλλά και νατρίου.
4. Πίτσα
Η κατεψυγμένη πίτσα είναι ιδιαίτερα επικίνδυνη για τα υπερτασικά άτομα. Το 1/6 μιας κατεψυγμένης πίτσας μπορεί να περιέχει 1.000 mg νατρίου, κάποιες φορές ίσως και περισσότερο.
5. Πίκλες
Τα λαχανικά τουρσί συντηρούνται σε νερό με ξίδι και μεγάλη ποσότητα αλατιού. Έτσι, δεν αποτελούν συνετή επιλογή για κάποιον με ανεβασμένη πίεση. Όσο περισσότερο καιρό βρίσκονται τα λαχανικά στο ζουμί τους τόσο περισσότερο αλάτι απορροφούν.
6. Φαγητό εστιατορίου
Ένοχο για την αύξηση της αρτηριακής πίεσης είναι το φαγητό των εστιατορίων αφού για να γίνει πιο νόστιμα έχει αρκετό αλάτι, ενώ χρησιμοποιείται βούτυρο αντί για ελαιόλαδο.
7. Αλλαντικά
Οποιαδήποτε μορφή επεξεργασμένου κρέατος πρέπει να αποφεύγεται, αφού το ζαμπόν, το μπέικον και όλα τα παρόμοια κρεατικά έχουν υψηλή περιεκτικότητα σε νάτριο (αλάτι).
8. Πέτσα κοτόπουλου
Οι άνθρωποι με υπέρταση πρέπει να αποφεύγουν να καταναλώνουν κορεσμένα και τρανς λιπαρά. Η πέτσα του κοτόπουλου περιέχει πολλά κορεσμένα λίπη.
https://www.pentapostagma.gr/

Ο Ερντογάν «έγραψε» τον Τραμπ: «Πέταξα στα σκουπίδια την επιστολή του!»

Ο Ερντογάν «έγραψε» τον Τραμπ: 

«Πέταξα στα σκουπίδια την επιστολή του!»

Τον έγραψε κανονικά ο Ερντογάν τον Τραμπ, λογικό βέβαια. Με απαξίωση αντέδρασε ο Τούρκος Πρόεδρος στην επιστολή του Αμερικανού Προέδρου, που είδε μέσω του Fox Business Network στη δημοσιότητα και προκάλεσε παγκόσμιο σάλο. Σε αυτή, ο πρόεδρος των ΗΠΑ καλεί τον Τούρκο ομόλογό του να μην είναι ανόητος και τον προειδοποιεί πως η ιστορία θα τον «κοιτά για πάντα σαν τον διάβολο αν δεν συμβούν καλά πράγματα«.


Η απάντηση από τον Ερντογάν ήρθε λίγες ώρες πριν ο Τούρκος πρόεδρος συναντήσει τους απεσταλμένους του Τραμπ στην Τουρκία για το ζήτημα της Συρίας, τον αντιπρόεδρο των ΗΠΑ, Μάικ Πενς και τον υπουργό Εξωτερικών Μάικ Πομπέο. Ούτε λίγο ούτε πολύ, ο «σουλτάνος» μήνυσε στον Αμερικανό πρόεδρο πως τον γράφει στα παλαιότερα των υποδημάτων του!
Πηγές της τουρκικής προεδρίας είπαν πως όταν ο Ερντογάν έλαβε την επιστολή Τραμπ, όχι μόνο την απέρριψε, αλλά την πέταξε στα σκουπίδια!
Ολόκληρη η επιστολή Τραμπ στον Ερντογάν
«Αγαπητέ κύριε πρόεδρε:
Ας βρούμε μια καλή συμφωνία! Δεν θέλετε να είστε υπεύθυνος για τον σφαγιασμό χιλιάδων ανθρώπων κι εγώ δεν θέλω να είμαι υπεύθυνος για την καταστροφή της τουρκικής οικονομίας – Και θα το κάνω. Σας έδωσα ήδη μια μικρή γεύση με την υπόθεση του πάστορα Μπράνσον.

Εργάστηκα σκληρά για να λύσω μερικά από τα προβλήματά σας. Μην απογοητεύσετε τον κόσμο. Μπορείτε να πετύχετε μια εξαιρετική συμφωνία. Ο Στρατηγός Μαζλούμ (σ.σ. ο ηγέτης των Κούρδων) είναι πρόθυμος να διαπραγματευτεί μαζί σας και να κάνει συμβιβασμούς που δεν θα έκανε ποτέ στο παρελθόν. Εμπιστευτικά σας επισυνάπτω ένα αντίγραφο της επιστολής του σε μένα, που μόλις ήρθε.
Η ιστορία θα σας έχει ψηλά αν το κάνετε αυτό με σωστό και ανθρώπινο τρόπο. Θα σε κοιτά για πάντα σαν τον διάβολο αν δεν συμβούν καλά πράγματα. Μην είσαι σκληρός τύπος. Μην είσαι ανόητος.
Θα σε καλέσω αργότερα»!
https://www.pentapostagma.gr/

Fortnite: Παράνοια και ουρλιαχτά για την επιστροφή του πιο εθιστικού game


Fortnite: Παράνοια και ουρλιαχτά για την επιστροφή του πιο εθιστικού game


fortnite-chapter-2-arthro

Κραυγές, δάκρυα χαράς και αμέτρητες ώρες gaming έφερε το δεύτερο κεφάλαιο του παιχνιδιού που άνοιξε πριν από ώρες παρασύροντας εκατομμύρια χρήστες στον κόσμο του


Τα μάτια του πιτσιρικά σε μια μικρή πόλη του Όρεγκον είχαν πρηστεί, οι κόρες τους ήταν διεσταλμένες και η οθόνη του υπολογιστή του θαρρείς τον είχε «ρουφήξει» μέσα της, μαζί με τον ήρωα του, που σκότωνε, διέλυε, ψάρευε και εξερευνούσε το νησί του Fortnite.

Η επανεκκίνηση του εθιστικού παιχνιδιού με το δεύτερο κεφάλαιο προκάλεσε φρενίτιδα και παροξυσμό σε εκατομμύρια χρήστες που βυθίστηκαν για ώρες ατέλειωτες σε ακαταύπαστο gaming.

Κλάματα χαράς από 13χρονους, κραυγές από 18χρονους, ουρλιαχτά και επιφωνήματα από μεγαλύτερους χρήστες συνόδευσαν την επιστροφή του Fortnite στις οθόνες των υπολογιστών.

Όλοι αυτοί περίμεναν εναγωνίως την επανέναρξη ενός game που προκαλεί τέτοιο εθισμό, ώστε υπάρχουν άνθρωποι που παίζουν με μικρά διαλείμματα ακόμη και τριάντα ώρες!

Είναι αυτοί που χάνουν την αίσθηση του χρόνου και της πραγματικότητας, βυθισμένοι στον ηλεκτρονικό κόσμο του Fortnite, αυτοί που χάνουν ατέλειωτες ώρες από την ζωή τους για να εξερευνήσουν το νησί του παιχνιδιού.

Στην δημιουργό εταιρία Epic Games μάλλον τρίβουν τα χέρια τους με την συνέχεια του πιο δημοφιλούς τίτλου τους, ο οποίος είναι το δημοφιλέστερο online game στον κόσμο.

Την περασμένη Κυριακή εκατομμύρια χρήστες την ώρα που έπαιζαν είδαν τους ήρωες τους να ακινητοποιούνται αρχικά και μετά να αιωρούνται στον αέρα.

Την ίδια στιγμή και μετά από εκρήξεις πυραύλων ένας τεράστιος αστεροειδής χτύπησε το νησί στο οποίο εκτυλίσσεται η δράση του Fortnite και μια τέραστια μαύρη τρύπα ρούφηξε τα πάντα μέσα της.

Ήταν το τέλος του δέκατου κύκλου, το οποίο προκάλεσε απίστευτο πανικό στους εθισμένους παίχτες, ειδικότερα στους 13χρονους και 14χρονους έφηβους.

Η οργή και οι νέες πληγές

Πολλοί από αυτούς είχαν ξεσπάσματα οργής, όταν είδαν ότι μετά την έκρηξη δεν μπορούσαν να παίξουν το παιχνίδι που προκαλεί στερητικό σύνδρομο και είναι σχεδιασμένο έτσι, ώστε να κρατάει τον παίχτη συνέχεια σε εκρήγορση.

Γονείς από τον Καναδά προχώρησαν σε μύνηση κατά της Epic Games κατηγορώντας την εταιρία ότι το παχνίδι έχει κάνει τα παιδιά τους να φέρονται σαν κοκαϊνομανείς που αναζητούν τη δόση τους.

Υπάρχουν άπειρα παραδείγματα στην Ελλάδα και το εξωτερικό όπου οργισμένοι έφηβοι είχαν φοβερά ξεσπάσματα οργής, όταν η μητέρα τους κατέβασε ακόμη και τον διακόπτη του ρεύματος, με αποτέλεσμα να χάσουν.

Η επάνοδος του Fortnite είναι μαθηματικά επιβεβαιωμένο ότι θα ανοίξει νέες πληγές σε εκατομμύρια σπίτια του πλανήτη, εκεί όπου τα παιδιά εκλιπαρούν να παίξουν λίγο ακόμη.

Τον περασμένο Μάϊο, τα επίσημα στοιχεία της εταιρίας έδιναν 250.000.000 εγγεγραμμένους παίχτες, ενώ υπήρξε ημέρα που έπαιζαν ταυτόχρονα 10.800.000 άτομα.

Yπήρξε άτομο που ανέβασε τα μεσάνυχτα εννέα ώρες συνεχούς gaming στο διαδίκτυο και ήδη το βίντεο έχει πάνω από 1.835.000 views, δείγμα της παράνοιας που ζει και βασιλεύει στον κόσμο του παιχνιδιού-ναρκωτικό.

Αυτού, που αφού στέρησε για λίγα 24ωρα τη «δόση» του gaming από τους εθισμένους παίχτες -ο λογαριασμός της εταιρίας έλαβε πάνω από 12.000 οργισμένα tweets τα οποία διέγραψε- επέστρεψε δριμύτερο.

Έτσι, ο πιτσιρικάς από το Όρεγκονη ή κάποιος συνομήλικός του από την Αθήνα μπορεί να σέρνεται στο σχολείο μετά από νύχτες αγρύπνιας μπροστά στην οθόνη, αλλά αυτό είναι κάτι που δεν τον νοιάζει.

Ξέρει ότι η «δόση» του στον βίαιο κόσμο του Fortnite τον περιμένει στην οθόνη του υπολογιστή ή της παιχνιδομηχανής του.

Δείτε το σχετικό βίντεο:


DOWNLOADS: Νεοκλής Καζάζης – Το Πανεπιστήμιον Και Η Εθνική Ιδέα, Λόγος Απαγγελθείς Τη 27 Οκτωβρίου 1902

DOWNLOADS: Νεοκλής Καζάζης – Το Πανεπιστήμιον Και Η Εθνική Ιδέα, Λόγος Απαγγελθείς Τη 27 Οκτωβρίου 1902 Εν Τη Αιθούση Των Τελετών Του Εθνικού Πανεπιστημίου Υπό Νεοκλέους Καζάζη Παραλαμβάνοντος Την Πρυτανείαν Του Ακαδημαϊκού Έτους 1902-1903…! #1.310 (PDF)

Διαβάστε το εδώ:

ΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΝ ΚΑΙ Η ΕΘΝΙΚΗ ΙΔΕΑ



https://derkamerad.com/

Posted by Der Kamerad

Γιώργος Σεφέρης 1900 – 1971 «ένας μοντερνισμός τολμηρός, αλλά που κρατούσε το νήμα της παράδοσης

Posted: 15 Oct 2019 02:41 AM PDT


Έλληνας ποιητής, δοκιμιογράφος, μεταφραστής και διπλωμάτης. Από τους σημαντικότερους Έλληνες ποιητές, τιμήθηκε με βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1963. Γραμματολογικά ανήκει στη «Γενιά του '30».

Ο Γεώργιος Σεφεριάδης, όπως ήταν το πραγματικό του όνομα, γεννήθηκε στις 29 Φεβρουαρίου του 1900 στη Σμύρνη. Ήταν το μεγαλύτερο παιδί του Στυλιανού Σεφεριάδη (1873-1951) - δικηγόρου, σημαντικού κοινωνικού παράγοντα της Σμύρνης και ανθρώπου με λογοτεχνικές ανησυχίες - και της Δέσποινας Τενεκίδη με καταγωγή από τη Νάξο. Το ζευγάρι είχε άλλα δυο παιδιά, τον Άγγελο (1905-1950) και την Ιωάννα (1902-2000), σύζυγο του φιλόσοφου και πολιτικού Κωνσταντίνου Τσάτσου.
Ο Σεφέρης ξεκίνησε τις εγκύκλιες σπουδές του το 1906 στη Σμύρνη και τις ολοκλήρωσε το 1918 στην Αθήνα, όπου είχε εγκατασταθεί η οικογένειά του από το 1914. Στη συνέχεια γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου της Σορβόνης, από την οποία αποφοίτησε με διδακτορικό το 1924. Τα χρόνια παραμονής του στο Παρίσι ήταν καθοριστικά για τη διαμόρφωση της ποιητικής του φυσιογνωμίας. Ήταν η εποχή που το κίνημα του μοντερνισμού βρισκόταν στην ακμή του.
Μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα διορίστηκε υπάλληλος του Υπουργείου Εξωτερικών (1926), αρχίζοντας έτσι μια λαμπρή καριέρα στο διπλωματικό σώμα, που κορυφώθηκε το 1957, με την τοποθέτησή του ως πρεσβευτή της Ελλάδας στη Μεγάλη Βρετανία. Παρέμεινε στο Λονδίνο έως το 1962, οπότε και συνταξιοδοτήθηκε. Στις 10 Απριλίου του 1941, μία ημέρα μετά την κατάληψη της Θεσσαλονίκης από τους Γερμανούς, είχε νυμφευτεί στην Πλάκα τη Μαρώ Ζάννου, με την οποία δεν απέκτησε παιδιά.














Στα ελληνικά γράμματα ο Γιώργος Σεφέρης εμφανίστηκε το 1931, με την ποιητική συλλογή Στροφή, η οποία από την πρώτη στιγμή της κυκλοφορίας της προκάλεσε το ενδιαφέρον της λογοτεχνικής κοινότητας της Αθήνας, με θετικές και αρνητικές αντιδράσεις. Οι θαυμαστές του -Γιώργος Θεοτοκάς, Γιώργος Κατσίμπαλης και Ανδρέας Καραντώνης- υποστήριξαν ότι η Στροφή εγκαινιάζει μια καινούργια εποχή για την ελληνική ποίηση, ενώ οι επικριτές του, όπως ο Άλκης Θρύλος και ο Τάκης Παπατσώνης, ισχυρίστηκαν ότι η ποίηση του Σεφέρη είναι σκοτεινή και εγκεφαλική, χωρίς πραγματικό συναίσθημα. Με την πάροδο του χρόνου, η Στροφή απέκτησε τεράστιο συμβολικό βάρος, επειδή θεωρήθηκε από την κριτική ότι έστρεψε την ελληνική ποίηση από την παραδοσιακή στη μοντέρνα γραφή. Ο Μοντερνισμός του Σεφέρη, παρατηρεί ο Γιώργος Θεοτοκάς, υπήρξε «ένας μοντερνισμός τολμηρός, αλλά που κρατούσε το νήμα της παράδοσης, με αίσθημα ευθύνης και με σεβασμό για τη γλώσσα».



Ο θόρυβος που δημιουργήθηκε, αλλά και το ειδικό βάρος των Κατσίμπαλη και Καραντώνη στα λογοτεχνικά πράγματα, τον βοήθησε να επιβληθεί ως ένας πολλά υποσχόμενος νέος ποιητής. Η καθιέρωση του Σεφέρη ως μείζονος ποιητή έγινε το 1935, με την ποιητική συλλογή Μυθιστόρημα. Σ’ αυτό το έργο βλέπουμε πλήρως διαμορφωμένα τα σύμβολα που συνθέτουν την ποιητική μυθολογία του Σεφέρη: το «ταξίδι», οι «πέτρες», τα «μάρμαρα», τα «αγάλματα», η «θάλασσα», ο «Οδυσσέας» κ.ά.
Εκτός από το πλούσιο ποιητικό έργο του, ο Σεφέρης διακρίθηκε και στον δοκιμιακό λόγο, με μία σειρά ρηξικέλευθων κριτικών δοκιμίων, στα οποία τόνισε τη σημασία της ελληνικής παράδοσης και ανέδειξε το έργο περιθωριακών μορφών της, όπως του Γιάννη Μακρυγιάννη και του Θεόφιλου. Το μεταφραστικό του έργο είναι μικρό σε ποσότητα, αλλά σημαντικό. Μετέφρασε δύο έργα του αμερικανού ποιητή Τ.Σ. Έλιοτ (Έρημη Χώρα και Φονικό στην Εκκλησιά), ενώ μετέφερε στη νέα ελληνική δύο έργα της Βίβλου (Άσμα Ασμάτων και Αποκάλυψη του Ιωάννη). Ο Τ.Σ. Έλιοτ, ηγετική φυσιογνωμία της μοντερνιστικής ποίησης του 20ου αιώνα, ήταν ο ποιητής που τον επηρέασε όσο κανένας άλλος.













Από τη δεκαετία του '50 το έργο του Σεφέρη μεταφράστηκε και εκτιμήθηκε στο εξωτερικό. Συνεπεία αυτού ήταν η βράβευσή του με το Νόμπελ Λογοτεχνίας τον Δεκέμβριο του 1963, «για το υπέροχο λυρικό ύφος του, που είναι εμπνευσμένο από ένα βαθύ αίσθημα για το ελληνικό πολιτιστικό ιδεώδες», όπως αναφέρεται στο σκεπτικό της Σουηδικής Ακαδημίας.


Κατά τη διάρκεια της επτάχρονης δικτατορίας, έσπασε τη σιωπή του στις 28 Μαρτίου του 1969 και στηλίτευσε τη χούντα με την περίφημη δήλωσή του στο ραδιόφωνο του BBC. «Είναι μια κατάσταση υποχρεωτικής νάρκης, όπου όσες πνευματικές αξίες κατορθώσαμε να κρατήσουμε ζωντανές, με πόνους και με κόπους, πάνε κι αυτές να καταποντισθούν μέσα στα ελώδη στεκάμενα νερά» τόνισε μεταξύ άλλων.
Στις αρχές Αυγούστου του 1971 ο Γιώργος Σεφέρης εισάγεται στον Ευαγγελισμό και εγχειρίζεται στον δωδεκαδάκτυλο. Θα πεθάνει από μετεγχειρητικές επιπλοκές τα ξημερώματα της 20ης Σεπτεμβρίου του 1971. Η κηδεία του, δύο ημέρες αργότερα, θα είναι πάνδημη και θα λάβει αντιδικτατορικό χαρακτήρα. Στη νεκρώσιμη πομπή προς το Α' Νεκροταφείο, μπροστά στην Πύλη του Αδριανού, το πλήθος σταματά την κυκλοφορία και αρχίζει να τραγουδά το απαγορευμένο τραγούδι του Μίκη Θεοδωράκη σε στίχους Σεφέρη Άρνηση (Στο περιγιάλι το κρυφό, όπως είναι πιο γνωστό). Στις 23 Σεπτεμβρίου, δημοσιεύεται στην εφημερίδα Το Βήμα, το τελευταίο ποίημα του Γιώργου Σεφέρη Επί Ασπαλάθων, που έγραψε στις 31 Μαρτίου 1971 και αποτελεί μία ακόμη καταγγελία κατά της δικτατορίας.
Αρκετοί συνθέτες έχουν ενσκήψει στο έργο του Σεφέρη και μελοποιήσει ποιήματά του, όπως οι Μίκης Θεοδωράκης, Νίκος Μαμαγκάκης, Μίλτος Πασχαλίδης, Αδελφοί Κατσιμίχα, Ηλίας Ανδριόπουλος, Δήμος Μούτσης, Αργύρης Μπακιρτζής, Δημήτρης Αγραφιώτης, Θεόδωρος Αντωνίου, Λεωνίδας Ζώρας, Θεόδωρος Καρυωτάκης, Περικλής Κούκος, Γιώργος Κουρουπός, Γεώργιος Πονηρίδης, Θάνος Μικρούτσικος και Τζον Τάβενερ.

Ἄρνηση

Στὸ περιγιάλι τὸ κρυφὸ
κι ἄσπρο σὰν περιστέρι
διψάσαμε τὸ μεσημέρι
μὰ τὸ νερὸ γλυφό.
Πάνω στὴν ἄμμο τὴν ξανθὴ
γράψαμε τ᾿ ὄνομά της
ὡραῖα ποὺ φύσηξεν ὁ μπάτης
καὶ σβήστηκε ἡ γραφή.
Μὲ τί καρδιά, μὲ τί πνοή,
τί πόθους καὶ τί πάθος
πήραμε τὴ ζωή μας· λάθος!
κι ἀλλάξαμε ζωή.

Στροφή

Στιγμή, σταλμένη ἀπὸ ἕνα χέρι
ποὺ εἶχα τόσο ἀγαπήσει
μὲ πρόφταξες ἴσια στὴ δύση
σὰ μαῦρο περιστέρι.
Ὁ δρόμος ἄσπριζε μπροστά μου,
ἁπαλὸς ἀχνὸς ὕπνου
στὸ γέρμα ἑνὸς μυστικοῦ δείπνου...
Στιγμὴ σπυρὶ τῆς ἄμμου,
ποὺ κράτησες μονάχη σου ὅλη
τὴν τραγικὴ κλεψύδρα
βουβή, σὰ νὰ εἶχε δεῖ τὴν Ὕδρα
στὸ οὐράνιο περιβόλι.
(συλλογή Στροφή, ὁμώνυμο ποίημα)

Πρωί

Ἄνοιξε τὰ μάτια καὶ ξεδίπλωσε
τὸ μαῦρο πανὶ πλατιὰ καὶ τέντωσέ το
ἄνοιξε τὰ μάτια καλὰ στύλωσε τὰ μάτια
προσηλώσου προσηλώσου τώρα ξέρεις
πὼς τὸ μαῦρο πανὶ ξεδιπλώνεται
ὄχι μέσα στὸν ὕπνο μήτε μέσα στὸ νερὸ
μήτε σὰν πέφτουνε τὰ βλέφαρα ρυτιδωμένα
καὶ βουλιάζουνε λοξὰ σὰν κοχύλια,
τώρα ξέρεις πὼς τὸ μαῦρο δέρμα τοῦ τυμπάνου
σκεπάζει ὁλόκληρο τὸν ὁρίζοντά σου
ὅταν ἀνοίξεις τὰ μάτια ξεκούραστος, ἔτσι.
Ἀνάμεσα στὴν ἰσημερία τῆς ἄνοιξης καὶ τὴν ἰσημερία
τοῦ φθινοπώρου
ἐδῶ εἶναι τὰ τρεχάμενα νερὰ ἐδῶ εἶναι ὁ κῆπος
ἐδῶ βουίζουν οἱ μέλισσες μὲς στὰ κλωνάρια
καὶ κουδουνίζουνε στ᾿ αὐτιὰ ἑνὸς βρέφους
καὶ ὁ ἥλιος νά! καὶ τὰ πουλιὰ τοῦ παραδείσου
ἕνας μεγάλος ἥλιος πιὸ μεγάλος ἀπ᾿ τὸ φῶς.

Περιστατικὰ Γ´

Χωρὶς χρῶμα, χωρὶς σῶμα
τούτη ἡ ἀγάπη ποὺ πηγαίνει
σκορπισμένη, μαζεμένη,
σκορπισμένη πάλι-πάλι,
κι ὅμως σφύζει κι ὅμως πάλλει
στὴ δαγκωματιὰ τοῦ μήλου
στὴ χαραγματιὰ τοῦ σύκου
σ᾿ ἕνα βυσσινὶ κεράσι
σὲ μιὰ ρώγα ἀπὸ ροδίτη
τόση ἀνάερη Ἀφροδίτη,
θὰ διψάσει θὰ κεράσει
ἕνα στόμα κι ἄλλο στόμα
χωρὶς χρῶμα, χωρὶς σῶμα.

Ἀφήγηση

(μελοποίηση: Μίλτος Πασχαλίδης)
Αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος πηγαίνει κλαίγοντας
Κανεὶς δὲν ξέρει νὰ πεῖ γιατί
Κάποτε νομίζουν πὼς εἶναι οἱ χαμένες ἀγάπες
Σὰν κι αὐτὲς ποὺ μᾶς βασανίζουνε τόσο
Στὴν ἀκροθαλασσιὰ τὸ καλοκαίρι μὲ τὰ γραμμόφωνα
Οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι φροντίζουν τὶς δουλειές τους
Ἀτέλειωτα χαρτιὰ παιδιὰ ποὺ μεγαλώνουν
Γυναῖκες ποὺ γερνοῦνε δύσκολα
Αὐτὸς ἔχει δυὸ μάτια σὰν παπαροῦνες
Σὰν ἀνοιξιάτικες κομμένες παπαροῦνες
Καὶ δυὸ βρυσοῦλες στὶς κόχες τῶν ματιῶν
Πηγαίνει μέσα στοὺς δρόμους ποτὲ δὲν πλαγιάζει
Δρασκελώντας μικρὰ τετράγωνα στὴ ράχη τῆς γῆς
Μηχανὴ μιᾶς ἀπέραντης ὀδύνης
Ποὺ κατάντησε νὰ μὴν ἔχει σημασία
Ἄλλοι τὸν ἄκουσαν νὰ μιλᾶ μοναχὸ καθὼς περνοῦσε
Γιὰ σπασμένους καθρέφτες πρὶν ἀπὸ χρόνια
Γιὰ σπασμένες μορφὲς μέσα στοὺς καθρέφτες
Ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ συναρμολογήσει πιὰ κανεὶς
Ἄλλοι τὸν ἄκουσαν νὰ λέει γιὰ τὸν ὕπνο
Εἰκόνες φρίκης στὸ κατώφλι τοῦ ὕπνου
Τὰ πρόσωπα ἀνυπόφορα ἀπὸ τὴ στοργή
Τὸν συνηθίσαμε εἶναι καλοβαλμένος κι ἥσυχος
Μονάχα ποὺ πηγαίνει κλαίγοντας ὁλοένα
Σὰν τὶς ἰτιὲς στὴν ἀκροποταμιὰ ποὺ βλέπεις ἀπ᾿ τὸ τρένο
Ξυπνώντας ἄσχημα κάποια συννεφιασμένη αὐγὴ
Τὸν συνηθίσαμε δὲν ἀντιπροσωπεύει τίποτα
Σὰν ὅλα τὰ πράγματα ποὺ ἔχετε συνηθίσει
Καὶ σᾶς μιλῶ γι᾿ αὐτὸν γιατὶ δὲ βρίσκω τίποτα
Ποὺ νὰ μὴν τὸ συνηθίσατε
Προσκυνῶ

Ἄνοιξη μ.Χ.

Πάλι μὲ τὴν ἄνοιξη
φόρεσε χρώματα ἀνοιχτὰ
καὶ μὲ περπάτημα ἀλαφρὺ
πάλι μὲ τὴν ἄνοιξη
πάλι τὸ καλοκαίρι
χαμογελοῦσε.
Μέσα στοὺς φρέσκους ροδαμούς
στῆθος γυμνὸ ὡς τὶς φλέβες
πέρα ἀπ᾿ τὴ νύχτα τὴ στεγνὴ
πέρα ἀπ᾿ τοὺς ἄσπρους γέροντες
ποὺ συζητοῦσαν σιγανὰ
τί θά ῾τανε καλύτερο
νὰ παραδώσουν τὰ κλειδιὰ
ἢ νὰ τραβήξουν τὸ σκοινὶ
νὰ κρεμαστοῦνε στὴ θηλιὰ
ν᾿ ἀφήσουν ἄδεια σώματα
κεῖ ποὺ οἱ ψυχὲς δὲν ἄντεχαν
ἐκεῖ ποὺ ὁ νοῦς δὲν πρόφταινε
καὶ λύγιζαν τὰ γόνατα.
Μὲ τοὺς καινούργιους ροδαμούς
οἱ γέροντες ἀστόχησαν
κι ὅλα τὰ παραδώσανε
ἀγγόνια καὶ δισέγγονα
καὶ τὰ χωράφια τὰ βαθιὰ
καὶ τὰ βουνὰ τὰ πράσινα
καὶ τὴν ἀγάπη καὶ τὸ βιός
τὴ σπλάχνιση καὶ τὴ σκεπὴ
καὶ ποταμοὺς καὶ θάλασσα
καὶ φύγαν σὰν ἀγάλματα
κι ἄφησαν πίσω τους σιγὴ
ποὺ δὲν τὴν ἔκοψε σπαθὶ
ποὺ δὲν τὴν πῆρε καλπασμός
μήτε ἡ φωνὴ τῶν ἄγουρων
κι ἦρθε ἡ μεγάλη μοναξιὰ
κι ἦρθε ἡ μεγάλη στέρηση
μαζὶ μ᾿ αὐτὴ τὴν ἄνοιξη
καὶ κάθισε κι ἀπλώθηκε
ὡσὰν τὴν πάχνη τῆς αὐγῆς
καὶ πιάστη ἀπ᾿ τ᾿ ἀψηλὰ κλαδιὰ
μέσ᾿ ἀπ᾿ τὰ δέντρα γλίστρησε
καὶ τὴν ψυχή μας τύλιξε.
Μὰ ἐκείνη χαμογέλασε
φορώντας χρώματα ἀνοιχτὰ
σὰν ἀνθισμένη ἀμυγδαλιὰ
μέσα σε φλόγες κίτρινες
καὶ περπατοῦσε ἀνάλαφρα
ἀνοίγοντας παράθυρα
στὸν οὐρανὸ ποὺ χαίρονταν
χωρὶς ἐμᾶς τοὺς ἄμοιρους.
Κι εἶδα τὸ στῆθος της γυμνὸ
τὴ μέση καὶ τὸ γόνατο
πῶς βγαίνει ἀπὸ τὴν παιδωμὴ
νὰ πάει στὰ ἐπουράνια
ὁ μάρτυρας ἀνέγγιχτος
ἀνέγγιχτος καὶ καθαρός,
ἔξω ἀπ᾿ τὰ ψιθυρίσματα
τοῦ λαοῦ τ᾿ ἀξεδιάλυτα
στὸν τσίρκο τὸν ἀπέραντο
ἔξω ἀπ᾿ τὸ μαῦρο μορφασμὸ
τὸν ἱδρωμένο τράχηλο
τοῦ δήμιου π᾿ ἀγανάχτησε
χτυπώντας ἀνωφέλευτα.
Ἔγινε λίμνη ἡ μοναξιὰ
ἔγινε λίμνη ἡ στέρηση
ἀνέγγιχτη κι ἀχάραχτη.
16 Μαρτ. ῾39

Φωτιὲς τοῦ Ἅϊ-Γιάννη

Ἡ μοίρα μας, χυμένο μολύβι, δὲν μπορεῖ ν᾿ ἀλλάξει
δὲν μπορεῖ νὰ γίνει τίποτε.
Ἔχυσαν τὸ μολύβι μέσα στὸ νερὸ κάτω ἀπὸ τ᾿ ἀστέρια κι ἂς ἀνάβουν οἱ φωτιές.
Ἂν μείνεις γυμνὴ μπροστὰ στὸν καθρέφτη τὰ μεσάνυχτα βλέπεις
βλέπεις τὸν ἄνθρωπο νὰ περνᾶ στὸ βάθος τοῦ καθρέφτη
τὸν ἄνθρωπο μέσα στὴ μοίρα σου ποὺ κυβερνᾶ τὸ κορμί σου,
μέσα στὴ μοναξιὰ καὶ στὴ σιωπὴ τὸν ἄνθρωπο
τῆς μοναξιᾶς καὶ τῆς σιωπής
κι ἂς ἀνάβουν οἱ φωτιές.
Τὴν ὥρα ποὺ τέλειωσε ἡ μέρα καὶ δὲν ἄρχισε ἡ ἄλλη
τὴν ὥρα ποὺ κόπηκε ὁ καιρός
ἐκεῖνον ποὺ ἀπὸ τώρα καὶ πρὶν ἀπὸ τὴν ἀρχὴ κυβερνοῦσε τὸ κορμί σου
πρέπει νὰ τὸν εὕρεις
πρέπει νὰ τὸν ζητήσεις γιὰ νὰ τὸν εὕρει τουλάχιστο
κάποιος ἄλλος, ὅταν θά ῾χεις πεθάνει.
Εἶναι τὰ παιδιὰ ποὺ ἀνάβουν τὶς φωτιὲς καὶ φωνάζουν μπροστὰ στὶς φλόγες μέσα στὴ ζεστὴ νύχτα
(Μήπως ἔγινε ποτὲς φωτιὰ ποὺ νὰ μὴν τὴν ἄναψε κάποιο παιδί, ὦ Ἠρόστρατε)
καὶ ρίχνουν ἁλάτι μέσα στὶς φλόγες γιὰ νὰ πλαταγίζουν
(Πόσο παράξενά μας κοιτάζουν ξαφνικὰ τὰ σπίτια, τὰ χωνευτήρια τῶν ἀνθρώπων, σὰν τὰ χαϊδέψει κάποια
ἀνταύγεια).
Μὰ ἐσὺ ποὺ γνώρισες τὴ χάρη τὶς πέτρας πάνω στὸ θαλασσόδαρτο βράχο
τὸ βράδυ ποὺ ἔπεσε ἡ γαλήνη
ἄκουσες ἀπὸ μακριὰ τὴν ἀνθρώπινη φωνὴ τῆς μοναξιᾶς καὶ τῆς σιωπῆς
μέσα στὸ κορμί σου
τὴ νύχτα ἐκείνη τοῦ Ἅι-Γιάννη
ὅταν ἔσβησαν ὅλες οἱ φωτιές
καὶ μελέτησες τὴ στάχτη κάτω ἀπὸ τ᾿ ἀστέρια.
Λονδίνο, Ἰούλιος 1932

Ἔγκωμη

Ἦταν πλατὺς ὁ κάμπος καὶ στρωτός· ἀπὸ μακριὰ φαινόνταν
τὸ γύρισμα χεριῶν ποὺ σκάβαν.
Στὸν οὐρανὸ τὰ σύννεφα πολλὲς καμπύλες, κάπου-κάπου
μιὰ σάλπιγγα χρυσὴ καὶ ρόδινη· τὸ δείλι.
Στὸ λιγοστὸ χορτάρι καὶ στ᾿ ἀγκάθια τριγυρίζαν                           5
ψιλὲς ἀποβροχάρισσες ἀνάσες· θά ῾χε βρέξει
πέρα στὶς ἄκρες τὰ βουνὰ ποὺ ἔπαιρναν χρῶμα.
Κι ἐγὼ προχώρεσα πρὸς τοὺς ἀνθρώπους ποὺ δουλεύαν,
γυναῖκες κι ἄντρες μὲ τ᾿ ἀξίνια σὲ χαντάκια.
Ἦταν μία πολιτεία παλιά· τειχιὰ δρόμοι καὶ σπίτια                      10
ξεχώριζαν σὰν πετρωμένοι μυῶνες κυκλώπων,
ἡ ἀνατομία μιᾶς ξοδεμένης δύναμης κάτω ἀπ᾿ τὸ μάτι
τοῦ ἀρχαιολόγου τοῦ ναρκοδότη ἢ τοῦ χειρούργου.
φαντάσματα καὶ ὑφάσματα, χλιδὴ καὶ χείλια, χωνεμένα
καὶ τὰ παραπετάσματα τοῦ πόνου διάπλατα ἀνοιχτά                  15
ἀφήνοντας νὰ φαίνεται γυμνὸς κι ἀδιάφορος ὁ τάφος.
Κι ἀνάβλεψα πρὸς τοὺς ἀνθρώπους ποὺ δουλεύαν
τοὺς τεντωμένους ὤμους καὶ τὰ μπράτσα ποὺ χτυποῦσαν
μ᾿ ἕνα ρυθμὸ βαρὺ καὶ γρήγορο τούτη τὴ νέκρα
σὰ νὰ περνοῦσε στὰ χαλάσματα ὁ τροχὸς τῆς μοίρας.                     20
Ἄξαφνα περπατοῦσα καὶ δὲν περπατοῦσα
κοίταζα τὰ πετούμενα πουλιά, κι εἴταν μαρμαρωμένα
κοίταζα τὸν αἰθέρα τ᾿ οὐρανοῦ, κι εἴτανε θαμπωμένος
κοίταζα τὰ κορμιὰ ποὺ πολεμοῦσαν, κι εἶχαν μείνει
κι᾿ ἀνάμεσό τους ἕνα πρόσωπο τὸ φῶς ν᾿ ἀνηφορίζει.                    25
Τὰ μαλλιὰ μαῦρα χύνουνταν στὴν τραχηλιά, τὰ φρύδια
εἴχανε τὸ φτερούγισμα τῆς χελιδόνας, τὰ ρουθούνια
καμαρωτὰ πάνω ἀπ᾿ τὰ χείλια, καὶ τὸ σῶμα
ἔβγαινε ἀπὸ τὸ χεροπάλεμα ξεγυμνωμένο
μὲ τ᾿ ἄγουρα βυζιὰ τῆς ὁδηγήτρας,                                                          30
χορὸς ἀκίνητος.
Κι ἐγὼ χαμήλωσα τὰ μάτια μου τριγύρω:
κορίτσια ζύμωναν, καὶ ζύμη δὲν ἀγγίζαν
γυναῖκες γνέθανε, τ᾿ ἀδράχτια δὲ γυρίζαν
ἀρνιὰ ποτίζουνταν, κι ἡ γλώσσα τους στεκόταν                               35
πάνω ἀπὸ πράσινα νερὰ ποὺ ἔμοιαζαν κοιμισμένα
κι ὁ ζευγᾶς ἔμενε μ᾿ ἀνάερη τὴ βουκέντρα.
Καὶ ξανακοίταξα τὸ σῶμα ἐκεῖνο ν᾿ ἀνεβαίνει·
εἴχανε μαζευτεῖ πολλοί, μερμήγκια,
καὶ τὴ χτυποῦσαν μὲ κοντάρια καὶ δὲν τὴ λαβῶναν.                      40
Τώρα ἡ κοιλιά της ἔλαμπε σὰν τὸ φεγγάρι
καὶ πίστευα πὼς ὁ οὐρανὸς ἦταν ἡ μήτρα
ποὺ τὴν ἐγέννησε καὶ τὴν ξανάπαιρνε, μάνα καὶ βρέφος.
Τὰ πόδια της μείναν ἀκόμη μαρμαρένια
καὶ χάθηκαν· μιὰ ἀνάληψη.
                        Ὁ κόσμος                                                                                     45
ξαναγινόταν ὅπως ἦταν, ὁ δικός μας
μὲ τὸν καιρὸ καὶ μὲ τὸ χῶμα.
                        Ἀρώματα ἀπὸ σκίνο
πῆραν νὰ ξεκινήσουν στὶς παλιὲς πλαγιὲς τῆς μνήμης
κόρφοι μέσα στὰ φύλλα, χείλια ὑγρά·
κι᾿ ὅλα στεγνῶσαν μονομιᾶς στὴν πλατωσιὰ τοῦ κάμπου           50
στῆς πέτρας τὴν ἀπόγνωση στὴ δύναμη τὴ φαγωμένη
στὸν ἄδειο τόπο μὲ τὸ λιγοστὸ χορτάρι καὶ τ᾿ ἀγκάθια
ὅπου γλιστροῦσε ξέγνοιαστο ἕνα φίδι,
ὅπου ξοδεύουνε πολὺ καιρὸ γιὰ νὰ πεθάνουν.

Ἐπιτύμβιο στὴ Γάτα μου τὴν Τούτη

Εἶχε τὸ χρῶμα τοῦ ἔβενου τὰ μάτια τῆς Σαλώμης
ἡ Τούτη ἡ γάτα ποὺ ἔχασα· διαβάτη, μὴ σταθεῖς.
Βγῆκε ἀπ᾿ τὸ χάσμα ποὺ ἔκοβε στῆς μέρας τὸ σεντόνι
τώρα νὰ σκίσει δὲν μπορεῖ τοῦ ζόφου τὸ πανί.
Ἄγκυρα 22. 8. 1949

Εὐριπίδης, Ἀθηναῖος

Γέρασε ἀνάμεσα στὴ φωτιὰ τῆς Τροίας
καὶ στὰ λατομεῖα τῆς Σικελίας.
Τοῦ ἄρεσαν οἱ σπηλιὲς στὴν ἀμμουδιὰ κι οἱ ζωγραφιὲς τῆς
      θάλασσας.
Εἶδε τὶς φλέβες τῶν ἀνθρώπων
σὰν ἕνα δίχτυ τῶν θεῶν, ὅπου μᾶς πιάνουν σὰν τ᾿ ἀγρίμια·       5
προσπάθησε νὰ τὸ τρυπήσει.
Ἦταν στρυφνός, οἱ φίλοι του ἦταν λίγοι·
ἦρθε ὁ καιρὸς καὶ τὸν σπαράξαν τὰ σκυλιά.

Ἡ λυπημένη

Στὴν πέτρα τῆς ὑπομονῆς
κάθισες πρὸς τὸ βράδυ
μὲ τοῦ ματιοῦ σου τὸ μαυράδι
δείχνοντας πὼς πονεῖς·
κι εἶχες στὰ χείλια τὴ γραμμὴ
ποὺ εἶναι γυμνὴ καὶ τρέμει
σὰν ἡ ψυχὴ γίνεται ἀνέμη
καὶ δέουνται οἱ λυγμοί·
κι εἶχες στὸ νοῦ σου τὸ σκοπὸ
ποὺ ξεκινᾶ τὸ δάκρυ
κι ἤσουν κορμὶ ποὺ ἀπὸ τὴν ἄκρη
γυρίζει στὸν καρπό·
μὰ τῆς καρδιᾶς σου ὁ σπαραγμὸς
δὲ βόγκηξε κι ἐγίνη
τὸ νόημα ποὺ στὸν κόσμο δίνει
ἔναστρος οὐρανός.

Ὁ γυρισμὸς τοῦ ξενιτεμένου

- Παλιέ μου φίλε τί γυρεύεις;
χρόνια ξενιτεμένος ἦρθες
μὲ εἰκόνες ποὺ ἔχεις ἀναθρέψει
κάτω ἀπὸ ξένους οὐρανοὺς
μακριὰ ἀπ᾿ τὸν τόπο τὸ δικό σου.
- Γυρεύω τὸν παλιό μου κῆπο·
τὰ δέντρα μοῦ ἔρχουνται ὡς τὴ μέση
κι οἱ λόφοι μοιάζουν μὲ πεζούλια
κι ὅμως σὰν ἤμουνα παιδὶ
ἔπαιζα πάνω στὸ χορτάρι
κάτω ἀπὸ τοὺς μεγάλους ἴσκιους
κι ἔτρεχα πάνω σὲ πλαγιὲς
ὥρα πολλὴ λαχανιασμένος.
- Παλιέ μου φίλε ξεκουράσου
σιγὰ-σιγὰ θὰ συνηθίσεις·
θ᾿ ἀνηφορίσουμε μαζὶ
στὰ γνώριμά σου μονοπάτια
θὰ ξαποστάσουμε μαζὶ
κάτω ἀπ᾿ τὸ θόλο τῶν πλατάνων
σιγὰ-σιγὰ θὰ ῾ρθοῦν κοντά σου
τὸ περιβόλι κι οἱ πλαγιές σου.
- Γυρεύω τὸ παλιό μου σπίτι
μὲ τ᾿ ἀψηλὰ τὰ παραθύρια
σκοτεινιασμένα ἀπ᾿ τὸν κισσὸ
γυρεύω τὴν ἀρχαία κολόνα
ποὺ κοίταζε ὁ θαλασσινός.
Πῶς θὲς νὰ μπῶ σ᾿ αὐτὴ τὴ στάνη;
οἱ στέγες μου ἔρχουνται ὡς τοὺς ὤμους
κι ὅσο μακριὰ καὶ νὰ κοιτάξω
βλέπω γονατιστοὺς ἀνθρώπους
λὲς κάνουνε τὴν προσευχή τους.
- Παλιέ μου φίλε δὲ μ᾿ ἀκοῦς;
σιγὰ-σιγὰ θὰ συνηθίσεις
τὸ σπίτι σου εἶναι αὐτὸ ποὺ βλέπεις
κι αὐτὴ τὴν πόρτα θὰ χτυπήσουν
σὲ λίγο οἱ φίλοι κι οἱ δικοί σου
γλυκὰ νὰ σὲ καλωσορίσουν.
- Γιατί εἶναι ἀπόμακρη ἡ φωνή σου;
σήκωσε λίγο τὸ κεφάλι
νὰ καταλάβω τί μοῦ λὲς
ὅσο μιλᾶς τ᾿ ἀνάστημά σου
ὁλοένα πάει καὶ λιγοστεύει
λὲς καὶ βυθίζεσαι στὸ χῶμα.
- Παλιέ μου φίλε συλλογίσου
σιγὰ-σιγὰ θὰ συνηθίσεις
ἡ νοσταλγία σου ἔχει πλάσει
μιὰ χώρα ἀνύπαρχτη μὲ νόμους
ἔξω ἀπ᾿ τὴ γῆς κι ἀπ᾿ τοὺς ἀνθρώπους.
- Πιὰ δὲν ἀκούω τσιμουδιὰ
βούλιαξε κι ὁ στερνός μου φίλος
παράξενο πὼς χαμηλώνουν
ὅλα τριγύρω κάθε τόσο
ἐδῶ διαβαίνουν καὶ θερίζουν
χιλιάδες ἅρματα δρεπανηφόρα.
Ἀθήνα, ἄνοιξη ῾38

Ὁ Δαίμων τῆς Πορνείας

«Nicosia e Famagosta per la lor bestia si lamenti e garra»
PARADISO

«ὡς γοιὸν ἠξεύρετε καὶ ὁ δαίμων τῆς πορνείας ὅλον τὸν κόσμον
πλημμελᾶ τὸν ἐκόμπωσε τὸν ρήγαν καὶ ἔππεσεν εἰς ἁμαρτίαν»
ΧΡΟΝΙΚΟ ΤΟΥ ΜΑΧΑΙΡΑ
Ὁ Τζουὰν Βισκούντης εἶχε γράψει τὴν ἀλήθεια.
Πῶς πλέρωσε μαυλίστρες ὁ κούντη Τερουχᾶς
πῶς βρέθηκαν ἀντάμα αὐτὸς κι ἡ ρήγαινα
πῶς ἄρχισε τὸ πράμα, πῶς ξετέλειωσε,
ὅλα τῆς Λευκωσίας τὰ κοπέλια
τὸ διαλαλοῦσαν στὰ στενὰ καὶ στὶς πλατεῖες.
Πῶς ἦταν ἡ γραφὴ σωστὴ ποὺ ἔστειλε στὴ φραγκιὰ στὸ ρήγα
τὸ ξέραν οἱ συβουλατόροι.
Ὅμως τώρα
συνάχτηκαν καὶ συντυχαῖναν γιὰ νὰ συβουλέψουν
τὴν Κορόνα τῆς Κύπρου καὶ τῶν Ἱεροσολύμων·
τώρα ἦταν διαταμένοι γιὰ νὰ κρίνουν
τὴ ρήγαινα Λινόρα ποὺ κρατοῦσε
ἀπ᾿ τὴ μεγάλη τὴ γενιὰ τῶν Καταλάνων·
κι εἶναι ἀνελέημονες οἱ Καταλάνοι
κι ἂν τύχαινε κι ὁ ρήγας ἐκδικιοῦνταν
τίποτε δὲ θὰ τό ῾χαν ν᾿ ἀρματώσουν καὶ νὰ ῾ρθοῦνε
καὶ νὰ τοὺς ξολοθρέψουν αὐτοὺς καὶ τὸ βιό τους.
Εἶχαν εὐθύνες, τρομερὲς εὐθύνες·
ἀπὸ τὴ γνώμη τους κρέμουνταν τὸ ρηγάτο.
Πὼς ὁ Βισκούντης ἦταν τίμιος καὶ πιστὸς
βέβαια τὸ ξέραν· ὅμως βιάστηκε,
φέρθηκε ἀστόχαστα ἄμοιαστα ἄτσαλα.
Ἦταν ἁψὺς ὁ ρήγας, πῶς δὲν τὸ λογάριασε;
καὶ μπρούμυτα στὸν πόθο τῆς Λινόρας.
Πάντα μαζί του στὰ ταξίδια τὸ πουκάμισό της
καὶ τό ῾παιρνε στὴν ἀγκαλιά του σὰν κοιμοῦνταν·
καὶ πῆγε νὰ τοῦ γράψει ὁ ἀθεόφοβος
πῶς βρῆκαν μὲ τὴν ἄρνα του τὸ κριάρι·
γράφουνται τέτοια λόγια σ᾿ ἕναν ἄρχοντα;
Ἦταν μωρός. Τουλάχιστο ἂς θυμοῦνταν
πὼς ἔσφαλε κι ὁ ρήγας· ἔκανε τὸ λιγωμένο
μὰ εἶχε στὸ πισωπόρτι καὶ δυὸ καῦχες.
Ἀναστατώθη τὸ νησὶ σὰν ἡ Λινόρα
πρόσταξε καὶ τῆς ἔφεραν τὴ μιά, τὴ γκαστρωμένη
κι ἄλεθαν μὲ τὸ χερομύλι πάνω στὴν κοιλιά της
πινάκι τὸ πινάκι τὸ σιτάρι.
Καὶ τὸ χειρότερο - δὲν τὸ χωράει ὁ νοῦς -
ἀφοῦ τὸ ξέρει ὁ κόσμος ὅλος πὼς ὁ ρήγας
γεννήθηκε στὸ ζώδιο τοῦ Αἰγόκερω,
πῆρε στὰ χέρια του ὁ ταλαίπωρος καλάμι
τὴ νύχτα ποὺ ἦταν στὸν Αἰγόκερω ἡ σελήνη
νὰ γράψει τί; γιὰ κέρατα καὶ κριάρια!
Ὁ φρόνιμός τη μοίρα δὲν τηνε ξαγριεύει.
Ὄχι· δὲν εἴμαστε ταγμένοι γιὰ νὰ ποῦμε
ποῦ εἶναι τὸ δίκιο. Τὸ δικό μας χρέος
εἶναι νὰ βροῦμε τὸ μικρότερο κακό.
Κάλλιο ἕνας νὰ πεθάνει ἀπὸ τὸ ριζικό του
παρὰ σὲ κίντυνο νὰ μποῦμε ἐμεῖς καὶ τὸ ρηγάτο.
Ἔτσι συβουλευόντουσαν ὅλη τὴ μέρα
καὶ κατὰ τὸ βασίλεμα πῆγαν στὸ ρήγα
προσκύνησαν καὶ τοῦ εἶπαν πὼς ὁ Τζουὰν Βισκούντης
εἶναι ἕνας διαστρεμμένος ψεματάρης.
Κι ὁ Τζουᾶν Βισκούντης πέθανε ἀπ᾿ τὴν πείνα σὲ μιὰ γούφα.
Μὰ στὴν ψυχὴ τοῦ ρήγα ὁ σπόρος τῆς ντροπῆς του
ἅπλωνε τὰ πλοκάμια του καὶ τὸν ἐκίνα
τό ῾παθε νὰ τὸ πράξει καὶ στοὺς ἄλλους.
Κερὰ δὲν ἔμεινε ποὺ νὰ μὴ βουληθεῖ νὰ τὴν πορνέψει·
τὶς ντρόπιασε ὅλες. Φόβος κι ἔχτρα ζευγαρῶναν
καὶ γέμιζαν τὴ χώρα φόβο κι ἔχτρα.
Ἔτσι, μὲ τὸ «μικρότερο κακό», βάδιζε ἡ μοίρα
ὡς τὴν αὐγὴ τ᾿ Ἁγι᾿ Ἀντωνιοῦ, μέρα Τετάρτη
ποὺ ἦρθαν οἱ καβαλάρηδες καὶ τὸν ἐσύραν
ἀπὸ τῆς καύχας του τὴν ἀγκαλιὰ καὶ τὸν ἐσφάξαν.
«Καὶ τάπισα παρὰ οὕλους ὁ τουρκοπουλιέρης
ἧβρεν τὸν τυλιμένον τὸ αἵμαν» λέει ὁ χρονογράφος
«κι ἔβγαλεν τὴν μαχαίραν του καὶ κόβγει
τὰ λυμπά του μὲ τὸν αὐλὸν καὶ τοῦ εἶπε:
Γιὰ τοῦτα ἔδωκες θάνατον!».
Αὐτὸ τὸ τέλος
ὅρισε γιὰ τὸ ρήγα Πιὲρ ὁ δαίμων τῆς πορνείας.

Ὁ τόπος μας εἶναι κλειστός

«Ὁ τόπος μας εἶναι κλειστός, ὅλο βουνὰ ποὺ ἔχουν σκεπὴ τὸ χαμηλὸ οὐρανὸ μέρα καὶ νύχτα. Δὲν ἔχουμε ποτάμια δὲν ἔχουμε πηγάδια δὲν ἔχουμε πηγὲς μονάχα λίγες στέρνες, ἄδειες κι᾿ αὐτές, ποὺ ἠχοῦν καὶ ποὺ τὶς προσκυνοῦμε. Ἦχος στεκάμενος κούφιος, ἴδιος με τὴ μοναξιά μας ἴδιος με τὴν ἀγάπη μας, ἴδιος με τὰ σώματά μας. Μᾶς φαίνεται παράξενο ποὺ κάποτε μπορέσαμε νὰ χτίσουμε τὰ σπίτια τὰ καλύβια καὶ τὶς στάνες μας. Κι᾿ οἱ γάμοι μας, τὰ δροσερὰ στεφάνια καὶ τὰ δάχτυλα γίνουνται αἰνίγματα ἀνεξήγητα γιὰ τὴ ψυχή μας. Πῶς γεννήθηκαν πῶς δυναμώσανε τὰ παιδιά μας;
Ὁ τόπος μας εἶναι κλειστός. Τὸν κλείνουν οἱ δυὸ μαῦρες Συμπληγάδες. Στὰ λιμάνια τὴν Κυριακὴ σὰν κατεβοῦμε ν᾿ ἀνασάνουμε βλέπουμε νὰ φωτίζουνται στὸ ἡλιόγερμα σπασμένα ξύλα ἀπὸ ταξίδια ποὺ δὲν τέλειωσαν σώματα ποὺ δὲν ξέρουν πιὰ πῶς ν᾿ ἀγαπήσουν».
(Α. Ἡ Πέτρα)

https://anastpoem.blogspot.com/

Για να κερδίσει το όνειρο

Για να κερδίσει το όνειρο


Χιλιάδες γυναίκες περνάνε την πόρτα μιας μαιευτικής κλινικής, η κάθε μία για τους δικούς της λόγους. Αλήθεια, πόσες γυναίκες μπαίνουν σε μια τέτοια κλινική και για πόσους διαφορετικούς λόγους;
Υπάρχουν γυναίκες, που περιμένουν με αγωνία να κρατήσουν το μωρό τους στα χέρια τους κι άλλες που φεύγουν με αδειανή την αγκαλιά, γιατί κάποιος αποφάσισε να μην γνωρίσουν ποτέ τον άγγελο που είχαν στα σπλάχνα τους.
Υπάρχουν γυναίκες, που τρυπάνε κάθε μέρα το κορμί τους, για να φέρουν στον κόσμο, το πλάσμα που ονειρεύονται.
Υπάρχουν γυναίκες, που κάνουν επεμβάσεις για να διορθώσουν τυχόν προβλήματα και συνεχίζουν με πείσμα και αγώνα, για να κερδίσουν το όνειρο.
Γυναίκες, που ζουν με την κρυφή ελπίδα πως θα γεμίσουν το σώμα τους μ’ ένα μικρό σποράκι. Που παλεύουν με νύχια και με δόντια. Που κάθονται μήνες ολόκληρους σ’ ένα κρεβάτι. Που αγωνιούν να ακούσουν τα καλά νέα απ’ το γιατρό τους.
Ο πόνος κι οι δυσκολίες, έρχονται για να μας κάνουν πιο δυνατές! Πρέπει να κοιτάμε μόνο μπροστά! Εκεί θα δούμε το θαύμα!
 Της Ευγενίας Τριανταφυλλίδου
Δημοσιεύτηκε από τον/την gynaikaeimai στις 
https://gynaikaeimai.com/

Τετάρτη 16 Οκτωβρίου 2019

Τραμπ:Οι Κουρδοι ειναι 7 χιλιαδες χιλιομετρα μακρια μας, ας πολεμησουν μονοι τους....

Τραμπ:Οι Κουρδοι ειναι 7 χιλιαδες χιλιομετρα μακρια μας, ας πολεμησουν μονοι τους....



Και οι ελληνες ειναι 6,5 χιλιαδες χιλομετρα μακρια τους....
Αυτο θα πει, οταν ελθει η σειρα μας και μας χτυπησουν οι Τουρκοι....
Δυστυχως, αυτη ειναι η αληθεια....
Και δυστυχως δυστυχως, οι κυβερνωντες μας πανηγυριζουν με κατι ψευτοδηλωσεις των υπουργων του ψευτη....
Οχι οτι δεν καταλαβαινουν αλλα το τομαρι τους, τους νοιαζει μονο, οχι η Ελλαδα....
Αφου λοιπον, εκανε την δουλεια του, τους πεταξε σαν στυμμενη λεμονοκουπα...
Το ιδιο θα κανει και με μας, μολις κανει την δουλεια του, εδω...
Και μην ξεχναμε....
Εχει και δυο ουρανοξυστες στην Κωνσταντινουπολη ο Τραμπ...
Δεν θα τους χασει αυτους, για χαρη των Κουρδων, ή της Ελλαδος...
Το ωραιο ομως, θα ειναι, οι Κουρδοι να νικησουν τους Τουρκους....
Που, δεν ειναι και απιθανο...
Αυτο δειχνουν οι μεχρι τωρα πληροφοριες...
Και τοτε κυριε δισεκατομμυριουχε να δουμε ποσα απιδια παιρνει ο σακκος...
Αναμενομεν.....



https://apagoreuetai-group.blogspot.com/

Το χωριό του Πηλίου με το ποιοτικό χωνευτικό νερό που αναβλύζει από τις βρύσες

  Το χωριό του Πηλίου με το ποιοτικό χωνευτικό νερό που αναβλύζει από τις βρύσες Δημοσιεύθηκε  03/10/2024 21:30 Τροποποιήθηκε  22:04 Τα Καλά...