ΩΡΑΙΟ ΜΟΥ ΠΛΥΝΤΗΡΙΟ
Από το ιστολόγιο του Ν. Σαραντάκου " Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία "
O τίτλος είναι από μια παλιά (1985) ταινία του Στίβεν Φρίαρς, όπου όμως δεν γίνεται λόγος για συσκευή, όπως στην εικόνα που συνοδεύει το άρθρο (την πήρα από τη Βικιπαίδεια, δεν κάνω γκρίζα διαφήμιση) αλλά για επιχείρηση, κατάστημα με πολλά πλυντήρια, όπου πηγαίνουν όσοι δεν έχουν πλυντήριο στο σπίτι τους, και πλένουν τα ρούχα τους.
Τον καιρό που βγήκε η ταινία δεν υπήρχαν πολλά τέτοια καταστήματα στην Ελλάδα, ενώ στην Αγγλία ήταν κοινός τόπος. Στα αγγλικά, η συσκευή είναι washing machine ενώ το κατάστημα είναι laundrette. My beautiful laundrette ήταν ο τίτλος της ταινίας τού Φρίαρς.
Φυσικά, υπάρχουν και πλυντήρια πιάτων. Στο σημερινό άρθρο όμως δεν θα συζητήσουμε ούτε για αυτά, ούτε για τα άλλα των ρούχων, ούτε καν για την ταινία του Φρίαρς, ο (ελληνικός) τίτλος της οποίας έχει γίνει παροιμιώδης, αφού θα τον βρείτε να χρησιμοποιείται συχνά ως τίτλος άρθρων. Θα πούμε για το ξέπλυμα.
Το ρήμα «ξεπλένω», σύμφωνα με το Χρηστικό Λεξικό, σημαίνει: 1. πλένω κάτι, συνήθ. πρόχειρα και επιφανειακά: ~ τον νεροχύτη/την πληγή (= καθαρίζω). ~ το στόμα μου.|| Η βροχή ~νε τους δρόμους. 2. (ειδικότ.) αφαιρώ τη σαπουνάδα, κυρ. με νερό: ~ τα πιάτα/τα ποτήρια/το πρόσωπό μου/τα ρούχα/τα χέρια μου. ΣΥΝ. ξεβγάζω (1) 3. (μτφ.) απαλλάσσω από ντροπή, συναισθηματικό βάρος, αποκαθιστώ ηθικά: Για να ~νει τις αμαρτίες/την προσβολή … 4. (μτφ.) διοχετεύω χρήματα που αποκτήθηκαν παράνομα σε μεσάζοντα, ξένη χώρα ή εταιρεία, ώστε να φαίνονται νόμιμα.
Οι δυο πρώτες σημασίες είναι κυριολεκτικές. Στο άρθρο θα εστιαστούμε στην τρίτη και στην τέταρτη σημασία, τις μεταφορικές. Η τρίτη σημασία στο λεξικό έχει χροιά ουδέτερη ή θετική, όμως τα τελευταία ιδίως χρόνια έχει κάπως επεκταθεί και χρησιμοποιείται επικριτικά, όταν κάποιος προσπαθεί να αθωώσει ή να κάνει πιο παρουσιάσιμο κάποιον ή κάτι.
Κατά κόρον χρησιμοποιήθηκε το ρήμα με αυτή τη σημασία σε σχέση με τη Χρυσή Αυγή, όπως θυμίζει σε άρθρο του ο Γιάννης Ανδρουλιδάκης, άρθρο που έχει, ακριβώς, τον τίτλο Ωραίο μου πλυντήριο: Τα χρόνια της ακμής του τέρατος, η ναζιστική συμμορία της Χρυσής Αυγής δεν απολάμβανε απλώς ασυλία από το πολιτικό σύστημα και τα ΜΜΕ, αλλά είχε έναν ολόκληρο στρατό δίπλα της που προσπαθούσε να την ξεπλύνει. Από τον Ανδρέα Λοβέρδο, που τη χαρακτήριζε «το μόνο αυθεντικό κίνημα της μεταπολίτευσης», μέχρι τον Βύρωνα Πολύδωρα, που καλούσε σε «συνεννόηση» μαζί της.
Στην αργκό των σόσιαλ εμφανίστηκε και ο όρος «ξεπλένης», που είναι βέβαια αυτός που ξεπλένει, και χρησιμοποιείται συχνά για δημοσιογράφους. Ο Σταύρος Θεοδωράκης, ας πούμε, είχε χαρακτηριστεί «ξεπλένης του Μιχαλολιάκου» ύστερα από εκείνη τη διαβόητη συνέντευξη το 2012, αλλά ο όρος χρησιμοποιείται συνεχώς και αδιαλείπτως, δίκαια και άδικα. «Πόσο ξεπλένης θα γίνεις ρε Χ, πια;» αναρωτιέται αγανακτισμένα σχολιαστής σε σχέση με την υπόθεση της 12χρονης στον Κολωνό (όπου Χ γνωστός τηλεδημοσιογράφος). Μάλιστα, στα σόσιαλ, όταν θεωρούν ότι κάποιος ξεπλένει, συχνά βάζουν φωτογραφίες πλυντηρίου ή λένε ότι «ξεπλένει στους 90 βαθμούς» ή «τον ξεπλένει στο πρόγραμμα για τα χρωματιστά» (ή, πολύ πετυχημένα, «στο πρόγραμμα για τα αναίσθητα»).
Και βέβαια έχουμε και το ξέπλυμα χρημάτων, όταν χρήματα που έχουν αποκτηθεί με παράνομο τρόπο, ας πούμε από ναρκωτικά, και που είναι σε μετρητά, πρέπει με κάποιο τρόπο να νομιμοποιηθούν ώστε να μπορούν να χρησιμοποιηθούν για φανερούς σκοπούς. Ο όρος μάς ήρθε από τα αγγλικά, όπου είναι money laundering, και είναι πολύ πετυχημένος, αφού τα «βρόμικα» χρήματα, με διάφορους απλούς ή περίπλοκους τρόπους, καθαρίζονται και παραδίδονται άσπιλα σε κυκλοφορία. Αν θέλετε μπορείτε στα σχόλια να αναφέρετε τρόπους ξεπλύματος χρημάτων, πάντως σε κάθε περίπτωση αυτός που δίνει τα χρήματά του να ξεπλυθούν ξέρει ότι δεν θα τα πάρει όλα, ότι ένα ποσοστό θα χαθεί κατά τις ενδιάμεσες συναλλαγές -αλλά, μικρό το κακό.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει εκδώσει σειρά από οδηγίες και κανονισμούς για την καταπολέμηση του ξεπλύματος χρημάτων. Και εδώ έχουμε ένα μεταφραστικό πρόβλημα, που ίσως είναι και πρόβλημα νοοτροπίας. Στα αγγλικά, όπως είπα, ο όρος είναι money laundering και έτσι χρησιμοποιείται στις σχετικές νομοθετικές πράξεις. Στα ελληνικά όμως οι συνάδελφοί μου αποφάσισαν να αποφύγουν τον ισοδύναμο όρο «ξέπλυμα χρημάτων» και χρησιμοποιούν το μακρινάρι: «νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες».
Διαφωνώ κατηγορηματικά με την απόδοση. Καταρχάς, αλλά όχι μόνο, επειδή είναι μακρινάρι. Αυτό δεν είναι όρος, είναι ορισμός. Διότι, πράγματι, αν ρωτήσεις «τι είναι ξέπλυμα χρημάτων;» θα σου απαντήσουν «Είναι η νομιμοποίηση εσόδων που προέρχονται από παράνομες δραστηριότητες». Αλλά είναι σφάλμα να δίνουμε ορισμό αντί για όρο, σφάλμα που οφείλεται σε αυτό που λέω «ορολογική ανασφάλεια». Αυτός που πλάθει τον όρο, εν προκειμένω ο Άγγλος, αισθάνεται ασφαλής με το money laundering, ξέρει ότι θα τον καταλάβουν και δεν θα σκεφτούν, ας πούμε, χαρτονομίσματα ξεχασμένα σε τσέπη ρούχου που μπαίνει στο πλυντήριο. Αυτός που δανείζεται τον όρο δεν έχει την ίδια αυτοπεποίθηση, ίσως και για ψυχολογικούς μόνο λόγους.
Το δεύτερο που παίζει ρόλο εδώ είναι ο ευπρεπισμός. Ο Άγγλος δεν έχει πρόβλημα να χρησιμοποιεί τη λαϊκή λέξη laundering στα νομοθετικά του κειμενα. Ο Έλληνας έχει, κι έτσι ενώ λέει και γράφει για ξέπλυμα, όταν έρθει η ώρα να νομοθετήσει το ευπρεπίζει χρησιμοποιώντας το μακρινάρι. Η απέχθεια ή έστω η συστολή προς λαϊκούς όρους είναι μάλλον κατάλοιπο της διγλωσσίας.
Τέτοιες μακροσκελείς αποδόσεις όρων τις κοροϊδεύαμε παλιότερα στη Λεξιλογία και είχαμε επινοήσει τον «δείκτη μπλα μπλα» -πόσες φορές μακρύτερος είναι ο ελληνικός όρος. Ας πούμε το Anti-money laundering directive έχει 28 χαρακτήρες ενώ το «Οδηγία για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες» έχει 55, σχεδόν το διπλάσιο. Χαριτολογώντας έχω πει ότι οι ορολόγοι μας προτιμούν αποδόσεις που έχουν περισσότερες λέξεις απ’ όσες συλλαβές έχει ο αγγλικός όρος. Για να είμαστε δίκαιοι, βέβαια, η ελληνική μετάφραση ενός αγγλικού κειμένου έχει έτσι κι αλλιώς περισσότερες λέξεις και χαρακτήρες, αφενός επειδή η νέα ελληνική είναι πιο αναλυτική γλώσσα και αφετέρου επειδή οι ελληνικές λέξεις είναι μεγαλύτερες κατά μέσον όρο.
Εδώ μπορείτε να δείτε, αντικριστά, σε αγγλικά και ελληνικά, έναν κανονισμό της ΕΕ. Ο αγγλικός τίτλος είναι on the prevention of the use of the financial system for the purposes of money laundering or terrorist financing, ενώ ο ελληνικός, σαφώς μακρύτερος «σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας».
Παρόλο όμως που εμείς οι μεταφραστές της ΕΕ αποφεύγουμε (κακώς κατά τη γνώμη μου, όπως είπα) τον όρο «ξέπλυμα χρημάτων», τον έχουμε αποδεχτεί σιωπηρά από το παράθυρο. Διότι ένα από τα ακρώνυμα που τόσο αγαπά η ευρωπαϊκή δημόσια διοίκηση είναι και το AML για το Anti-Money Laundering, πχ AML Directive. Εδώ, η λογική διεκδίκησε ξανά τα δικαιώματά της κι έτσι η ελληνική απόδοση του ακρωνύμου είναι ΚΞΧ, που σημαίνει «καταπολέμηση του ξεπλύματος χρημάτων» και όχι βέβαια ΚΝΕΠΔ (καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες)! Συνήθως το ακρώνυμο είναι σύνθετο, αφού μπαίνει μαζί και η χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, οπότε στα αγγλικά είναι AML/CFT και στα ελληνικά ΚΞΧ/ΧΤ.
Βέβαια, ο απλός πολίτης ούτε το ΚΞΧ καταλαβαίνει. Αλλά για την κατάχρηση των ακρωνύμων θα συζητήσουμε άλλη φορά.
Από το ιστολόγιο του Ν. Σαραντάκου " Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία "
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου