Δεν μετράει μόνο αν λέγεται κάτι, αλλά και ο τρόπος που αυτό λέγεται, γιατί στο ύφος, λέγονται ακόμα περισσότερα
Ένα περίεργο άρθρο της Καθημερινής, το οποίο έχει αναδημοσιευτεί και από άλλα ηλεκτρονικά ΜΜΕ, δείχνει να έχουν μπει στο στόχαστρο τα καταστήματα μικρής λιανικής από τις μεγάλες αλυσίδες.
Το άρθρο έχει τίτλο, Πού χάνουν τη μάχη οι μεγάλες αλυσίδες από τα… ψιλικατζίδικα, κι αμέσως καταλαβαίνει κανείς από αυτόν με ποιανού το μέρος είναι ο αρθρογράφος.
Η κεντρική εικόνα δείχνει πολίτες να ψωνίζουν σε σούπερ μάρκετ και η λεζάντα γράφει: Στο ενδεκάμηνο του 2019 οι πωλήσεις των σνακ διαμορφώθηκαν στη μικρή λιανική και στα σούπερ μάρκετ σε 442 εκατ. και 522 εκατ., αντιστοίχως, ενώ στα ροφήματα, τα αναψυκτικά και τα ποτά, οι πωλήσεις στα μίνι μάρκετ της γειτονιάς είναι μεγαλύτερες σε αξία από αυτές που γίνονται στα σούπερ μάρκετ: 394 εκατ. έναντι 360 εκατ. ευρώ.
Κι ενώ το άρθρο ουσιαστικά φανερώνει ότι παρά την κρίση πολλά από αυτά τα μίνι μάρκετ και ψιλικατζίδικα κατάφεραν να επιβιώσουν και να κάνουν τζίρο, στο τέλος καταλήγει ότι δεν έχουν άλλη επιλογή επιβίωσης από το απορροφηθούν από τις μεγάλες αλυσίδες ή να αλλάξουν προϊόντα και υπηρεσίες.
Με λίγα λόγια, από μικρά αφεντικά που καταφέρνουν να είναι, να γίνουν ασήμαντοι υπάλληλοι των καρχαριών που θα μπορούν πλέον και να ορίζουν τις ζωές τους. Μπορεί και να τους έρθει και κανένα μέιλ με… υποχρεωτικά χαμόγελα ή άλλες απαιτήσεις.
Δεν είναι ο καπιταλισμός, ηλίθιε, είναι ο νεοφεουδαρχισμός σε μορφή οικονομικού συστήματος, ένα απολυταρχικό σύστημα που όχι μόνο δεν δίνει τις ευκαιρίες του καπιταλισμού, αλλά αφανίζει την μεσαία τάξη, κι εξαναγκάζει άπαντες σε μια υποτέλεια στις μεγάλες επιχειρήσεις και σε ένα φορομπηχτικό κράτος το οποίο στην ουσία οι ίδιες κυβερνούν.
Το Μινιόν ξεκίνησε από περίπτερο κι έγινε πολυκατάστημα. Αυτό είναι καπιταλισμός κι ελεύθερη αγορά. Το να πρέπει να παραδώσεις τα κλειδιά του κερδοφόρου περιπτέρου σου στο οποιοδήποτε μάρκετ, γιατί αλλιώς απειλείσαι στην ψύχρα με κλείσιμο και με υπερφορολόγηση, αυτό δεν είναι καπιταλισμός, αλλά πίσω στην φεουδαρχία και στις σχέσεις υποτέλειας με τους φεουδάρχες.
Παραθέτω όλο το δημοσίευμα – λαγό της <Κ>:
Στο ενδεκάμηνο του 2019 οι πωλήσεις των σνακ διαμορφώθηκαν στη μικρή λιανική και στα σούπερ μάρκετ σε 442 εκατ. και 522 εκατ., αντιστοίχως, ενώ στα ροφήματα, τα αναψυκτικά και τα ποτά, οι πωλήσεις στα μίνι μάρκετ της γειτονιάς είναι μεγαλύτερες σε αξία από αυτές που γίνονται στα σούπερ μάρκετ: 394 εκατ. έναντι 360 εκατ. ευρώ.
Σύμφωνα με στοιχεία της εταιρείας ερευνών IRI Hellas, στο ενδεκάμηνο Ιανουαρίου – Νοεμβρίου 2019 οι πωλήσεις των 25 βασικότερων κατηγοριών προϊόντων πρώτης ανάγκης που έγιναν στο κανάλι της μικρής λιανικής διαμορφώθηκαν σε 1,06 δισ. ευρώ, αποτελώντας το 40% του συνολικού τζίρου αυτών των προϊόντων. Σε σύγκριση με το αντίστοιχο ενδεκάμηνο του 2018 έχουν χαθεί από τη μικρή λιανική, πάντα με βάση τον τζίρο στις 25 βασικές κατηγορίες, 8 εκατ. ευρώ, ενώ την ίδια στιγμή τα σούπερ μάρκετ κέρδισαν 30 εκατ. ευρώ.
Σνακ, ροφήματα και γαλακτοκομικά αποτελούν το προνομιακό πεδίο για τη μικρή λιανική, με τον τζίρο που γίνεται σε αυτές τις κατηγορίες να μην απέχει πολύ από τον αντίστοιχο στα σούπερ μάρκετ. Στο ενδεκάμηνο του 2019 οι πωλήσεις των σνακ διαμορφώθηκαν στη μικρή λιανική και στα σούπερ μάρκετ σε 442 εκατ. και 522 εκατ., αντιστοίχως, ενώ στα ροφήματα, τα αναψυκτικά και τα ποτά, οι πωλήσεις στα μίνι μάρκετ της γειτονιάς είναι μεγαλύτερες σε αξία από αυτές που γίνονται στα σούπερ μάρκετ: 394 εκατ. έναντι 360 εκατ. ευρώ. Στα γαλακτοκομικά υπερέχουν με αρκετή απόσταση τα σούπερ μάρκετ έναντι των μικρών σημείων πώλησης, καθώς ο τζίρος διαμορφώνεται σε 581 και 192 εκατ. ευρώ, αντιστοίχως.
Βεβαίως, μία βασική αιτία πίσω από τον σχετικά υψηλό τζίρο της μικρής λιανικής είναι ότι τα καταστήματα που ανήκουν σε αυτή την κατηγορία πωλούν ακριβότερα σε σύγκριση με το σούπερ μάρκετ, ειδικά στις πιο απομακρυσμένες περιοχές. Σε περίπτωση δε, που δεν αποτελούν συνεργάτες (franchisees) κάποιας μεγάλης αλυσίδας λιανικής δεν έχουν περιθώρια για την πραγματοποίηση προσφορών. Σύμφωνα με τα στοιχεία της IRI, οι τιμές στα προϊόντα τα οποία κυρίως διακινούν τα μικρά σημεία πώλησης είναι κατά μέσον όρο 20% υψηλότερες από τις αντίστοιχες στα σούπερ μάρκετ. Ο άλλος, βεβαίως, λόγος είναι ο αριθμός των μικρών σημείων πώλησης, ο οποίος παραμένει μεγάλος, παρά το κλείσιμο αρκετών καταστημάτων τα τελευταία χρόνια. Για παράδειγμα, στην Αττική αναλογεί ένα σούπερ μάρκετ ανά 3.800 κατοίκους, ενώ ένα μικρό σημείο πώλησης ανά 360 κατοίκους.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της IRI, o αριθμός των λεγόμενων «καταστημάτων ευκολίας» (μίνι μάρκετ, καταστήματα ψιλικών) το 2018 διαμορφώθηκε σε 8.036 έναντι 8.459 το 2015, ενώ το 2009 έφταναν τα 12.828. Σχεδόν στο ήμισυ έχει μειωθεί ο αριθμός των περιπτέρων στα χρόνια της κρίσης, καθώς από 8.669 το 2009 το 2018 έφτασαν να είναι 4.638. Μικρότερος σε σχέση με το 2009 είναι και ο αριθμός των σούπερ μάρκετ, όμως η μείωση είναι πολύ μικρότερη: το 2009 λειτουργούσαν 2.520 σούπερ μάρκετ, ενώ το 2018 2.462.
Δύο επιλογές έχουν, σύμφωνα με τους ειδικούς της αγοράς, τα μικρά σημεία πώλησης για να μην κλείσουν: είτε να αναζητήσουν καταφύγιο στην «αγκαλιά» μιας αλυσίδας σούπερ μάρκετ που έχει δίκτυο μικρών σημείων πώλησης με τα πλεονεκτήματα αλλά και τα μειονεκτήματα που έχει μία τέτοια συνεργασία, είτε να διαφοροποιηθούν από πλευράς παρεχόμενων υπηρεσιών και προϊόντων. Παραδοσιακά προϊόντα, παράδοση παραγγελιών κατ’ οίκον, αλλά και πώληση έτοιμων ροφημάτων ή ακόμη και γευμάτων, είναι μερικά από τα παραδείγματα του εξωτερικού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου