Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Κυριακή 28 Οκτωβρίου 2018

ΡΌΜ­ΠΕΡΤ ΒΆΛ­ΖΕΡ (ROBERT WALSER): Ἡ ΒΆΡΚΑ


(Der Nachen)

ΙΣΤΕΥΩ πὼς ἔ­χω ἤ­δη γρά­ψει αὐ­τὴ τὴ σκη­νή, θέ­λω ὅ­μως νὰ τὴ γρά­ψω ἄλ­λη μιὰ φο­ρά. Σὲ μιὰ βάρ­κα, στὸ μέ­σο μιᾶς λί­μνης, κά­θον­ται ἕ­νας ἄν­τρας καὶ μιὰ γυ­ναί­κα. Πά­νω ψη­λὰ στὸν σκο­τει­νὸ οὐ­ρα­νὸ βρί­σκε­ται τὸ φεγ­γά­ρι. Ἡ νύ­χτα εἶ­ναι ἥ­συ­χη καὶ ζε­στή, ὁ­λό­τε­λα ται­ρια­στὴ μὲ τὴν ὀ­νει­ρι­κὴ ἐ­ρω­τι­κὴ πε­ρι­πέ­τεια. Ἄ­ρα­γε ὁ ἄν­τρας στὴ βάρ­κα ἔ­χει κλέ­ψει τὴ γυ­ναί­κα; Εἶ­ναι ἡ γυ­ναί­κα τὸ εὐ­τυ­χι­σμέ­νο, μα­γε­μέ­νο θύ­μα τῆς ἀ­πα­γω­γῆς; Αὐ­τὸ δὲν τὸ γνω­ρί­ζου­με· βλέ­που­με μό­νο πὼς κι οἱ δυ­ὸ δί­νουν φι­λιὰ ὁ ἕ­νας στὸν ἄλ­λον. Τὸ σκο­τει­νὸ βου­νὸ στέ­κει σὰν γί­γαν­τας στὸ νε­ρὸ ποὺ λαμ­πυ­ρί­ζει. Στὴν ὄ­χθη βρί­σκε­ται κά­ποι­ο κά­στρο ἢ κά­ποι­α ἀ­γροι­κί­α μ’ ἕ­να φω­τι­σμέ­νο πα­ρά­θυ­ρο. Κα­νέ­νας θό­ρυ­βος, κα­νέ­νας ἦ­χος. Τὰ πάν­τα εἶ­ναι τυ­λιγ­μέ­να σὲ μιὰ μαύ­ρη, γλυ­κιὰ σι­ω­πή. Τὰ ἀ­στέ­ρια τρε­μο­παί­ζουν πά­νω ψη­λὰ στὸν οὐ­ρα­νό, ὅ­πως ἐ­πί­σης κι ἀ­πὸ κά­τω πρὸς τὰ πά­νω μέ­σα ἀ­πὸ τὸν ἀ­πύθ­με­νο βυ­θὸ τοῦ οὐ­ρα­νοῦ ποὺ σχη­μα­τί­ζε­ται μὲ τὸν ἀν­τι­κα­το­πτρι­σμὸ στὰ νε­ρὰ τῆς λί­μνης. Τὸ νε­ρὸ εἶ­ναι τὸ ταί­ρι τοῦ φεγ­γα­ριοῦ, τὸ ἔ­χει φέ­ρει ἐ­δῶ κά­τω στὰ μέ­τρα του, καὶ νά ποὺ τώ­ρα φι­λι­οῦν­ται τὸ νε­ρὸ καὶ τὸ φεγ­γά­ρι σὰν ἐ­ρω­τι­κὸ ζευ­γά­ρι. Τὸ ὄ­μορ­φο φεγ­γά­ρι ἔ­χει βυ­θι­στεῖ στὸ νε­ρὸ ὅ­πως κά­ποι­ος νε­α­ρὸς ρι­ψο­κίν­δυ­νος πρίγ­κη­πας σὲ πλημ­μυ­ρί­δα ἀ­πει­λῆς. Κα­θρε­φτί­ζε­ται στὸ νε­ρό, μὲ τὸν τρό­πο ἐ­κεῖ­νο ποὺ μιὰ ὄ­μορ­φη γε­μά­τη ἔ­ρω­τα καρ­διὰ ἀν­τι­κα­το­πτρί­ζε­ται σὲ μιὰν ἄλ­λη δι­ψα­σμέ­νη γιὰ ἔ­ρω­τα καρ­διά. Εἶ­ναι ὑ­πέ­ρο­χο τὸ πῶς τὸ φεγ­γά­ρι μοιά­ζει μὲ τὸν ἐ­ρω­τευ­μέ­νο, τὸν πνιγ­μέ­νο στὶς ἀ­πο­λαύ­σεις καὶ τὸ πῶς τὸ νε­ρὸ μοιά­ζει μὲ τὴν εὐ­τυ­χι­σμέ­νη ἀ­γα­πη­μέ­νη, ἔ­τσι ὅ­πως ἀγ­κα­λιά­ζει καὶ σφίγ­γει τὸν πριγ­κι­πι­κὸ ἔ­ρω­τά της. Ὁ ἄν­τρας καὶ ἡ γυ­ναί­κα στὴ βάρ­κα εἶ­ναι ἀ­πό­λυ­τα γα­λή­νιοι. Ἕ­να με­γά­λο φι­λὶ τοὺς ἔ­χει αἰχ­μα­λω­τί­σει. Τὰ κου­πιὰ εἶ­ναι ἀ­φη­μέ­να στὸ νε­ρό. Ἄ­ρα­γε εἶ­ναι εὐ­τυ­χι­σμέ­νοι, ἄ­ρα­γε θὰ εἶ­ναι εὐ­τυ­χι­σμέ­νοι οἱ δυ­ὸ αὐ­τοὶ ποὺ βρί­σκον­ται ἐ­δῶ μέ­σα στὴ βάρ­κα, οἱ δυ­ὸ ποὺ φι­λι­οῦν­ται, οἱ δυ­ὸ ποὺ τοὺς λού­ζει τὸ φεγ­γα­ρό­φω­το, οἱ δυ­ὸ ποὺ ἀ­γα­πι­οῦν­ται;


ΠΗΓΉ: ROBERT WALSER, KLEINE WANDERUNG. GE­SCHI­CHTEN, PHI­LIPP RE­CLAM JUN. STUT­TGART, 2004 [ΠΡΏ­ΤΗ ἜΚ­ΔΟ­ΣΗ: RO­BERT WAL­SER, KLEINE DICHTUNGEN, LEI­PZIG, KURT WOLFF VER­LAG, 1914].

ΡΌΜ­ΠΕΡΤ ΒΆΛ­ΖΕΡ (ROBERT WALSER) (1878, ΜΠΊ­ΕΛ – 1956 ΧΕ­ΡΙ­ΣΆ­ΟΥ). ἘΛ­ΒΕ­ΤῸΣ ΣΥΓ­ΓΡΑ­ΦΈ­ΑΣ. Ἔ­ΓΡΑ­ΨΕ ΣΤᾺ ΓΕΡ­ΜΑ­ΝΙ­ΚΆ, ΚΥ­ΡΊ­ΩΣ ΝΟΥ­ΒΈ­ΛΕΣ, ΔΟ­ΚΊ­ΜΙΑ ΚΑῚ ΜΙ­ΚΡᾺ ΠΕ­ΖΆ, ἈΛ­ΛᾺ ΚΑῚ ΠΟΙ­Ή­ΜΑ­ΤΑ ΚΑῚ ΠΑ­ΡΑ­ΜΎ­ΘΙΑ ΣῈ ΜΟΡ­ΦῊ ΘΕ­Α­ΤΡΙ­ΚΟΥ͂. Ἡ ΣΟΎ­ΖΑΝ ΣΌΝ­ΤΑΓΚ ΤῸΝ Ἔ­ΧΕΙ Ἀ­ΠΟ­ΚΑ­ΛΈ­ΣΕΙ ΜΙ­ΝΙ­Α­ΤΟΥ­ΡΊ­ΣΤΑ ΤΟΥ͂ ἈΝ­ΤΙ­Η­ΡΩ­Ι­ΚΟΥ͂, ΤΟΥ͂ ΤΑ­ΠΕΙ­ΝΟΥ͂, ΤΗ͂Σ ΜΙ­ΚΡΗ͂Σ ΚΛΊ­ΜΑ­ΚΑΣ, Ἐ­ΝΩ͂ Ὁ Ἴ­ΔΙΟΣ ΚΆ­ΠΟΥ Ἔ­ΧΕΙ ΓΡΆ­ΨΕΙ ΠῺΣ ΤᾺ ΣΎΝ­ΤΟ­ΜΑ ΠΕ­ΖΆ ΤΟΥ ΔῈΝ ΕἾ­ΝΑΙ ἌΛ­ΛΟ ΠΑ­ΡᾺ ΚΟΜ­ΜΆ­ΤΙΑ ΤΗ͂Σ Ἴ­ΔΙΑΣ ΜΑ­ΚΡΟ­ΣΚΕ­ΛΟΥ͂Σ, ΔΊ­ΧΩΣ ΠΛΟ­ΚΉ, ΡΕ­Α­ΛΙ­ΣΤΙ­ΚΗ͂Σ Ἱ

ΜΕΤΆΦΡΑΣΗ ἈΠῸ ΤᾺ ΓΕΡΜΑΝΙΚΆ:

ΓΙ­Ω͂Ρ­ΓΟΣ Ἀ­ΠΟ­ΣΚΊ­ΤΗ (1984). ΓΕΝ­ΝΉ­ΘΗ­ΚΕ ΚΑῚ ΖΕΙ͂ ΣΤῊΝ Ἀ­ΘΉ­ΝΑ. ΠΡΑΓ­ΜΑ­ΤΟ­ΠΟΊ­Η­ΣΕ ΣΠΟΥ­ΔῈΣ ΣΤῊΝ Ἀ­ΘΉ­ΝΑ ΚΑῚ ΣΤῸ Ἐ­ΔΙΜ­ΒΟΥ͂Ρ­ΓΟ. Ἔ­ΧΕΙ Ἀ­ΣΧΟ­ΛΗ­ΘΕΙ͂, ΜΕ­ΤΑ­ΞῪ ἌΛ­ΛΩΝ, ΜῈ ΤῊ ΛΕ­ΞΙ­ΚΟ­ΓΡΑ­ΦΊ­Α ΚΑῚ ΜῈ ΤᾺ ΚΙ­ΝΟΎ­ΜΕ­ΝΑ ΣΧΈ­ΔΙΑ. ΔΟΥ­ΛΕΙᾺ ΤΟΥ Ἔ­ΧΕΙ ΔΗ­ΜΟ­ΣΙ­ΕΥ­ΤΕΙ͂ ΣΤῸ ΠΕ­ΡΙ­Ο­ΔΙΣΗ­ΜΕΙ­Ώ­ΣΕΙΣ ΚΑῚ ἈΛ­ΛΟΥ͂

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Paul Auster – Ερωτευόμαστε ψυχές όχι κορμιά

Paul Auster – Ερωτευόμαστε ψυχές όχι   κορμιά   Τα κορμιά μετράνε, βέβαια – μπορεί να μετρούν περισσότερο από όσο είμαστε διατεθειμένοι να π...