Αυτή είναι μία ανοιχτή επιστολή. Όπως εκείνες που βρίσκεις κατά τύχη σε συρτάρι μαζί με κιτρινισμένα φύλλα. Μια τακτική νοικοκυρά είχε προνοήσει να προστατεύσει το πολύτιμο περιεχόμενο από το ξύλινο πάτο γεμάτο σκλήθρες. Τώρα που το σκέφτομαι ακόμα και το ξύλο μπορεί ν’ ανατριχιάζει και να σηκώνεται όρθιο. Ο παραλήπτης των επιστολών, μπορεί να είναι ο οποιοσδήποτε αδιάκριτος ή άυπνος κατοικοεδρεύων ή ευκαιριακός φιλοξενούμενος. Έχουν πια εξαφανιστεί και το απόρρητο και τα αισθήματα του αποστολέα. Έχουν πια ξεκολλήσει από τις λέξεις, όπως διπλότυπη σε καρμπόν αίτηση επιδόματος ανεργίας στα χέρια δημόσιου υπαλλήλου. Ο αιτών παίρνει στα χέρια την ελπίδα, ξεσκονίζει την ένδεια από τα δάχτυλα, ο υπεύθυνος άχρηστες λέξεις νομενκλατούρας. Τις έχει συνηθίσει και όλοι όσοι του παρουσιάζονται μοιάζουν να έχουν την ίδια σιχαμένη έκφραση. Ίδια μάνα ίδιο πατέρα. Ίδια μήτρα αιτιατού.
Ο φάκελος, λοιπόν, από την αχρησία, έχει πάρει κάτι από μελάνι τυπογραφείου από τη στρωμένη εφημερίδα. Αυτή μιλάει για μια συμφορά, ανάμεσα σε πολλές, για ένα φονικό. Δε φτάνει όμως. Δε στέκονται τα γράμματα μόνα τους σε αυτό τον φλύαρο κόσμο. Είναι άπιστοι Θωμάδες οι άνθρωποι. Δεν ακούν. Μόνο βλέπουν αυτό που θέλουν να δουν, νιώθουν αυτό που τους βολεύει ή αυτό που αντέχουν. Οτιδήποτε άλλο τους κάνει να μαζεύουν τα χέρια σαν να συνάντησαν ξυράφια. Είναι οι σκλήθρες που στέκονται απειλή στον περαστικό ιστοριοδίφη. Πόσο σου ταιριάζει αυτή η δικαιολογία! Βλέπεις, η ζωή προσφέρεται σε δυο όψεις, ντουμπλ φας, κι εσύ επιλέγεις ανάλογα των περιστάσεων, των καιρικών συνθηκών: προσφέρει και τη δικαιολογία και φοριέται ως τιμωρία. Ανάλογα επιλέγεις.
Τις λέξεις συντροφεύει μια τηλεγραφική φωτογραφία που φωνάζει. Οι κουκίδες που στοιχειολογούσαν το πτώμα έχουν αφήσει αποτυπώματα στην κιτρινιασμένη κυτταρίνη και οι τελείες στο χαρτί μοιάζουν όπως τα αριθμημένα παιχνίδια μονοκοντηλιάς σταυρολέξου: από το γκρι φόντο, ένα παράξενο ζώο ξεπηδά, ανάπηρο, δίποδο, κοντή ουρά. Τα πόδια είναι ατροφικά. Με την ουρά στέκεται όρθιο. Εγώ το βρίσκω με τον κώλο χάμω. Έμαθε σε στάση οκλαδόν να κάνει και την ανάγκη του. Λερώνει εκεί που μένει. Φτύνει εκεί που τρώει. Ο τόπος ζέγνει. Κάθομαι ακριβώς δίπλα του. Προσγειωθήκαμε κι οι δυο. Μένουμε αμίλητοι να κοιτάμε με σχετική αδιαφορία τον κόσμο. Από χαμηλά φαίνονται καλύτερα τα άδεια χέρια, οι σφιγμένες γροθιές στις τσέπες, τα φουσκωμένα καβάλα, οι πραγματικές διαθέσεις των μορίων και των αιδοίων. Είναι αντικατατροπτισμός ενός κόσμου ανάποδα.
Αυτά δεν είναι τα γράμματα του κομοδίνου. Είναι τα γράμματα της ντουλάπας. Υπάρχει μεγάλη διαφορά. Τα σημεία αρχειοθέτησης μαρτυρούν την προτεραιότητα, ποιος είναι ευπρόσδεκτος, ποιος ο παρείσακτος. Η αλλαγή της σαιζόν, η ανανέωση της ναφθαλίνης, η εξάχνωση των αδύναμων ατμών από την πολυκαιρία εγκλωβισμένη στο συρτάρι, κουφάρια κοριών και σκόρων, η φυσιολογική κατάπτωση των μυών από τη νέα ισημερία: ό,τι είχε συνηθίσει η ίριδα - φως το φθινόπωρο, σκοτάδι την άνοιξη - κουράζει, όπως μία αναπάντεχη αλλαγή που θα ήθελες να έρθει σε δόσεις, αργά, κουταλιά με την κουταλιά, αλλά εσένα σε βρήκε απροετοίμαστο. Το απότομο ξαφνιάζει, πνίγει, όπως τροφή σε λαιμό χήνας εκτροφείου, κατεβαίνει αμάσητο και βίαια. Το συκώτι μου έχει υπομείνει πολλά κι άλλο δεν μεταβολίζει.
Η χήνα σπρώχνει με τη γλώσσα το λουλά κι αναφωνεί: “Εἰ δυνατόν ἐστι, παρελθέτω ἀπ᾿ ἐμοῦ τὸν σωλῆνα τοῦτον”.
- “Όχι, καριολάκι, δε θα μας τη βγεις με δακρύβρεχτες ευαγγελικές περικοπές. Πότε πρόλαβες και τις διάβασες στο κοτέτσι μας; Φαινόταν το ποιόν σου από την αρχή. Δούλευε το μυαλό σου. Αλλά σε εμάς δεν μετράει. Ό,τι αξίζει είναι το λιπαρό σου συκώτι, κι όχι οι ιστορίες του. Να δούμε από τώρα και στο εξής, πως θα μας χωνεύσεις, σαν σου καθίσουμε στο στομάχι. Πως θα μετατρέψεις το λύκο σε αρνί. Πως θα διυλίσεις το άγευστο πίτουρο, που κόμπο - κόμπο κατηφορίζουμε από τον οισοφάγο.”
Καλή μου, είναι που εμείς, οι λίγοι από τους λίγους, πνιγόμαστε στο ίδιο μας το κορμί. Στα ίδια του υγρά, στις ίδιες του ορμόνες. Δεν φταίνε πάντα οι άλλοι. Κατάπιε καλά. Δώσε ικανοποίηση στον κτηνοτρόφο. Ό,τι καταπίνεις εσύ με ευχαρίστηση, την στερεί από τους δήμιους. Το σκούξιμο φέρνει την όρεξη, η αντίσταση δίνει τη γεύση, μόνο με τη θέα δε γεμίζει το στόμα με το σάλιο. Δεν ικανοποιούνται μόνο με τις ίνες οι κανίβαλοι. Με τα πολλά θα σε αφήσουν μισή στο πιάτο. Κι αυτό ήδη είναι κάτι.
Στην Πόπη Βαλακίτση
© Copyright 2018 Σούκουλης Δημήτρης – All Rights Reserved
https://nosensewords.wordpress.com/
|
Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου
Πέμπτη 25 Οκτωβρίου 2018
Φουά Γκρα – Δοκιμή
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Τι παραπονιέμαι περισσότερο;
Τι παραπονιέμαι περισσότερο; Από τον CF Grönroos στις 30 Ιανουαρίου 2025 Υπάρχουν δύο για τα οποία παραπονιέμαι περισσότερο Ας ξεκινήσο...
-
Ιούλιος: λαογραφία - παροιμίες- ήθη - έθιμα - τραγούδια 09:01 Σάββατο, 1 Ιουλίου 2017 ΓΙΟΡΤΕΣ ΕΛΛΑΔΑ Ιούλιος, Γιούλ...
-
►Tarot: "Οι περισσότερες σχετικές γενικότητες / Major Arcana" .- 01/15/2018 από την Aquileana Τα είκοσι δύο φύλλ...
-
Ντάβανος: Γνωριμία με το έντομο... Ντάβανος , ο (ουσιαστικό) [λατινική λέξη tabanus = οίστρος] το έντομο που κεντρίζει τα βόδια, η ...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου