Το 85% των βιογραφικών λένε ψέματα
Δείτε πώς εντοπίζονται…
Σύμφωνα με την έκθεση του Hire Right για τον δείκτη απασχόλησης του 2017, στο 85% των περιπτώσεων εργοδότες ‘έπιασαν’ υποψήφιους να ψεύδονται στα βιογραφικά τους ή τις αιτήσεις τους, ενώ πριν από πέντε χρόνια το ποσοστό ήταν μόλις 66%.
Δεδομένου ότι έχουμε το χαμηλότερο ποσοστό ανεργίας (στην Αμερική) μέσα στη δεκαετία, πρέπει να αναρωτιέστε γιατί οι υποψήφιοι αισθάνονται την ανάγκη να πουν ψέματα. Λοιπόν … να γιατί:
Υπάρχουν πια “Συστήματα Παρακολούθησης και Εντοπισμού Ανακριβειών - ATS” μεταξύ γραπτής πληροφορίας και πραγματικότητας που λύνουν τα χέρια των εργοδοτών στη διαχείριση των αιτήσεων.
Οι περισσότερες εταιρείες χρησιμοποιούν τέτοια “Συστήματα Παρακολούθησης” για να ανταπεξέρχονται στην πληθώρα των βιογραφικών, να διευκολύνονται στην ταξινόμησή τους και φυσικά στο ξεσκαρτάρισμά τους. Με την κάθε ανάρτηση αγγελίας να συγκεντρώνει κατά μέσο όρο περισσότερους από 100 αιτούντες, οι υπεύθυνοι προσλήψεων θέλουν να αποφύγουν τη σύγχυση κατά την επιλογή. Επομένως, αφήνουν το ATS να κάνει τη βρώμικη δουλειά, το οποίο επιλέγει αυτόματα μόνο τα βιογραφικά που ταιριάζουν στις ειδικές απαιτήσεις της δημοσιευμένης αγγελίας, όπως βαθμούς κολλεγίων, χρόνια εμπειρίας και μισθολογικές προσδοκίες. Τι σημαίνει αυτό; Ότι οι αιτούντες εργασία, γνώστες πια του τρόπου λειτουργίας της «τεχνολογίας», λένε πιο επιτηδευμένα ψέματα σε βιογραφικά και αιτήσεις με την ελπίδα να κάνουν τη διαφορά.
3 Τρόποι που οι Υπεύθυνοι Προσλήψεων εντοπίζουν έναν ‘Ψεύτη’:
Το πρόβλημα με το να ψεύδεσαι σε ένα βιογραφικό είναι ότι οι πιθανότητες να σε πιάσουν είναι υψηλές. Ιδιαίτερα, όταν απευθύνεσαι σε υπεύθυνους προσλήψεων που είναι υποψιασμένοι ότι πολλοί υποψήφιοι λένε ψέματα στις αιτήσεις τους. Πολλοί από αυτούς, μάλιστα, είναι εκπαιδευμένοι να κάνουν απλές αναζητήσεις στα κοινωνικά μέσα ενημέρωσης για να διαπιστώσουν εάν το βιογραφικό ενός υποψηφίου είναι ακριβές. Αλλά ακόμα κι αν υποψήφιοι με ψευδή στοιχεία ξεγλιστρήσουν μέσα από την αρχική διαδικασία ξεσκαρταρίσματος, να πώς γίνεται ο εντοπισμός τους πριν καν γίνει η πρόσληψη:
1. Χρησιμοποιώντας τεχνικές συνέντευξης βάσει των αρχών της ‘συμπεριφορικής ψυχολογίας’. Ζητώντας λεπτομερή στοιχεία σχετικά με την εργασιακή εμπειρία ενός υποψηφίου, οι υπεύθυνοι προσλήψεων μπορούν να καταλάβουν από το βάθος της απάντησης εάν το άτομο ψεύδεται. Για παράδειγμα, εάν ένας υποψήφιος ισχυρίζεται ότι έχει 10ετή εμπειρία ως επικεφαλής ομάδας, ο υπεύθυνος θα ζητήσει παραδείγματα για το πώς έκανε τις προσλήψεις, πώς εκπαίδευε το προσωπικό του και πώς εκτελούσε ακόμη και τις απολύσεις. Η πληρότητα των απαντήσεων θα δείξει εάν η εμπειρία είναι αληθής ή όχι.
2. Αγοράζοντας στο διαδίκτυο, από ειδικό φορέα, όλο το επαγγελματικό και πανεπιστημιακό ιστορικό κάποιου. Λεπτομερείς αναφορές μπορούν να αγοραστούν με σκοπό την επικύρωση προηγούμενης εργασιακής εμπειρίας, πτυχίων που αποκτήθηκαν, μισθών που ελήφθησαν, ποινικών μητρώων, του κατά πόσο οι πιστοποιήσεις είναι σε ισχύ, και πολλά άλλα. Οι εταιρείες προτιμούν να πληρώσουν για να μάθουν αν ένας υποψήφιος λέει ψέματα παρά να έχουν δυσάρεστες εκπλήξεις μετά την πρόσληψη.
3. Προσεγγίζοντας ανθρώπους του επαγγελματικού περιβάλλοντος του υποψηφίου, που όμως δεν έχουν συσταθεί από τον ίδιο. Μερικοί υπεύθυνοι προσλήψεων αναζητούν και μυστικά επικοινωνούν με πρώην συναδέλφους ενός υποψηφίου για να ρωτήσουν για τις επιδόσεις του. Σκοπός τους είναι να μιλήσουν με κάποιον που δεν τους συνιστά ο υποψήφιος, καθώς οι δικοί του προτεινόμενοι έχουν προειδοποιηθεί για να εκφράσουν μόνο θετικά σχόλια. Με αυτόν τον τρόπο, οι υπεύθυνοι αντλούν πληροφορίες από συναδέλφους ‘εκτός εμβέλειας’ του υποψηφίου, από τους οποίους τελικά επιβεβαιώνουν ή όχι τους ισχυρισμούς του.
Μόλις οι υπεύθυνοι προσλήψεων διαπιστώσουν ότι ένας υποψήφιος έχει πει ψέματα, ένα πράγμα είναι βέβαιο - το άτομο καταγράφεται στο ATS ως «Μη Προσλήψιμος» - και αυτό καταστρέφει τυχόν πιθανότητες αυτού του ατόμου να πάρει οποιαδήποτε δουλειά στο μέλλον στην εταιρεία ενδιαφέροντος.
Δεν υπάρχει, λοιπόν, λόγος να λες ψέματα. Απλά δικτυώσου!
Οι μελέτες δείχνουν ότι το 80% των θέσεων εργασίας αποκτάται μέσω σύστασης. Πολλές εταιρείες προσφέρουν στους υπαλλήλους τους ισχυρά μπόνους ως κίνητρο για τη σύσταση καλών υποψηφίων στις θέσεις εργασίας τους. Κάνοντας, επομένως, φιλίες με άλλους εργαζόμενους σε δικτυακούς τόπους όπως το LinkedIn, οι αιτούντες εργασία μπορούν να αποδείξουν πώς η προσωπικότητα και οι ικανότητές τους ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις κάποιου εργοδότη. Αυτό, επιπλέον, σημαίνει ότι η απόλυτη ταύτιση της ‘επαγγελματικής εμπειρίας’ κάποιου με την ‘προαπαιτούμενη εμπειρία’ για την κάλυψη μιας θέσης έρχεται σε δεύτερη μοίρα. Όταν δηλαδή ένας υπάλληλος πλησιάζει τον υπεύθυνο προσλήψεων και του λέει: "Μίλησα με αυτόν τον τύπο και μου φαίνεται πως ταιριάζει στο πόστο που θέλετε να καλύψετε", οι πιθανότητες να καλέσει ταχέως το εν λόγω άτομο είναι γιγαντιαίες. Τότε, ο υποψήφιος έχει την ευκαιρία να αναδείξει τα προσόντα του, αποδεικνύοντας πόσο κατάλληλος είναι για τη θέση, παρά το γεγονός ότι μπορεί να μην πληροί τις ακριβείς προϋποθέσεις.
Πηγή: inc.com
Δείτε τι λέει επί του θέματος ο Phil Blair, Executive officer μιας από τις μεγαλύτερες εταιρίες παροχής υπηρεσιών ανθρώπινου δυναμικού στον κόσμο, της Manpower:https://youtu.be/pWAjW1RAkYc?t=29
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου