ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Ο ΗΓΕΜΩΝ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ
Γράφει η Μαίρη Καρά
Η πρώτη κίνηση του Αλεξάνδρου μετά την ανάληψη της ΕΞΟΥΣΙΑΣ, ήταν να κατακτήσει και τον τίτλο του ΗΓΕΜΟΝΑ στο Νότο. Προς τούτο προσέγγισε τους Θεσσαλούς με πολύ δελεαστικές υποσχέσεις, επικαλούμενος την κοινή καταγωγή Μακεδόνων και Θεσσαλών απ' τον Ηρακλή και την ευγνωμοσύνη που όφειλαν στον πατέρα του κι έπεισε το Κοινό των Θεσσαλών να τον αναγνωρίσει ως ΗΓΕΜΟΝΑ ΤΟΥΣ.
Το επόμενο βήμα ήταν ευκολότερο, γιατί με τις δυο ψήφους που ο Φίλιππος είχε κερδίσει στον Γ΄ Ιερό Πόλεμο για τους Μακεδόνες σαν Σύνεδρος της Πυλαίας Αμφικτιονίας, συγκάλεσε το Συνέδριο των Αμφικτιόνων, όπου ομόφωνα αναγνωρίστηκε απ' τους ομοεθνείς της Αμφικτιονίας, τους Θεσσαλούς, τους Περραιβούς, του Μάγνητες, τους Φθίους, τους Βοιωτούς, τους Μαλιείς, τους Αινιάνες, τους Δόλοπες και τους Λοκρούς και ανακηρύχθηκε ΗΓΕΜΟΝΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ.
Μα τα ελληνικά κράτη ενθαρρυμένα απ' τους Αθηναίους κυρίως, έδιωχναν τις μακεδονικές φρουρές απ' τα εδάφη τους, ανακαλούσαν απ' την εξορία τους αντιμακεδόνες πολιτικούς και αποκαθιστούσαν τα πολιτεύματά τους. Οι Αθηναίοι και οι Θηβαίοι δεν είχαν ψηφίσει την παραχώρηση της Ηγεμονίας της Ελλάδος στην Μακεδονία του Αλεξάνδρου. Οι Σπαρτιάτες δεν είχαν αποδεχθεί την μακεδονική Ηγεμονία ούτε επί ΦΙΛΙΠΠΟΥ.
Ο Αλέξανδρος έχοντας ολοκληρώσει την εκστρατεία στον βορρά, κατευθύνθηκε στο Νότο για να καταστείλει την αποστασία των Θηβών και της Αθήνας, οι ηγεσίες των οποίων δεν περίμεναν μια τόσο γρήγορη επιστροφή του μακεδονικού στρατού, ειδικά απ' τη στιγμή που θεωρούσαν, πως ο Μακεδόνας βασιλιάς ήταν είτε νεκρός, είτε απλά πολύ άπειρος για να καταφέρει να τα βγάλει με τόσες ΑΠΟΣΤΑΣΙΕΣ.
Κι αυτό μπορεί να ήταν σωστή εκτίμηση για κάποιον άλλο διοικητή, αλλά όχι για τον Αλέξανδρο, που έφτασε απ' την λίμνη Οχρίδα -τα σημερινά Σκόπια- στον Ογχηστό της Βοιωτίας, έξω απ' την Θήβα. Εκεί βρισκόταν ακόμα πολιορκημένη στην Καδμεία η μακεδονική φρουρά, που είχε αφήσει ο Αλέξανδρος στην πόλη. Εφτασε στην Θήβα μέσα σε επτά (!) ημέρες, με δύναμη περίπου 30.000 πεζών και 3.000 ΙΠΠΕΩΝ.
Παρά τον αιφνιδιασμό οι Θηβαίοι απέρριψαν την πρότασή του, δηλαδή την παράδοση της πόλης και των δύο αρχηγών της αντιμακεδονικής φράξιας (Φοίνικας και Προθύτης), υποσχόμενος αμνηστία για τους Θηβαίους και τήρηση της συνθήκης της Κορίνθου. Μα τον έβρισαν απ' τα τείχη κι εκείνος ορκίστηκε να τους επιβάλει την έσχατη τιμωρία. Η κύρια θηβαϊκή δύναμη αντιμετώπισε τους Μακεδόνες μπρος απ' την πόλη, ενώ στα τείχη έμειναν απελευθερωμένοι ΔΟΥΛΟΙ.
Στην αρχή φάνηκαν να αντέχουν την μακεδονική επίθεση, αφού το μακεδονικό στράτευμα ήταν καταπονημένο απ' την μακρά πορεία. Ο Αλέξανδρος έριξε στην μάχη την εφεδρική του δύναμη. Κατά την διάρκεια της σύγκρουσης όμως, ο Μακεδόνας διοικητής έμαθε πως μια πύλη ήταν εγκαταλειμμένη απ' τους φρουρούς της κι έστειλε σε αυτήν δύναμη υπό τον ΠΕΡΔΙΚΚΑ.
Το μακεδονικό σώμα γλίστρησε μέσα στην πόλη κι οι Θηβαίοι τράπηκαν άτακτα σε φυγή, επιστρέφοντας στο εσωτερικό της πανικόβλητοι και πολλοί σκοτώθηκαν λόγω του συνωστισμού στους στενούς δρόμους. Παράλληλα, έξοδο έκανε και η μακεδονική φρουρά της Καδμείας. Ακολούθησε η ολοκληρωτική καταστροφή και λεηλασία της Θήβας απ' τον μακεδονικό στρατό και τους συμμάχους του (Φωκείς, Πλαταιείς και άλλοι Βοιωτοί, που είχαν αντιπαλότητα με την ΘΗΒΑ).
Η πόλη ισοπεδώθηκε, πλην του σπιτιού του ποιητή Πινδάρου και των Ναών και οι κάτοικοί της πουλήθηκαν ΣΑΝ δούλοι, εκτός απ' τους Ιερείς, τα μέλη της φιλομακεδονικής παράταξης και την οικογένεια του Πινδάρου. Λέγεται πως όσο βρισκόταν στην Θήβα ο Αλέξανδρος, κάποιοι στρατιώτες του έφεραν μπροστά του μια γυναίκα με το όνομα Τιμόκλεια, η οποία είχε ρίξει έναν Θράκη διοικητή σ' ένα πηγάδι, όταν της ζήτησε την περιουσία της και να πλαγιάσει μαζί του. Ο Αλέξανδρος αφού την άκουσε, θαύμασε το θάρρος της και διέταξε να αφήσουν αυτήν και την οικογένειά της ΕΛΕΥΘΕΡΗ.
Ο Αλέξανδρος χρησιμοποίησε την καταστροφή της Θήβας ως παράδειγμα, για να διασφαλιστεί η εξαφάνιση κάθε πιθανότητας νέας αποστασίας όσο αυτός θα ήταν στην Ασία. Και είχε δίκιο, γιατί η Αθήνα κι οι άλλοι αποστάτες έσπευσαν να συνθηκολογήσουν, αφού βλέποντας την καταστροφή της Θήβας, παραιτήθηκαν από κάθε περαιτέρω ΣΥΓΚΡΟΥΣΕΙΣ.
Οι επόμενοι νότιοι απ’ τους οποίους εδικαιούτο πλέον να απαιτήσει επιτακτικά την Ηγεμονία ήταν οι Αθηναίοι. Επειδή όμως είχε στείλει τον εταίρο Εκαταίο με διαταγές να συλλάβει τον Ατταλο ή να τον σκοτώσει, ο Δημοσθένης είχε πείσει τους Αθηναίους, προκειμένου να εξεγερθούν ανιχτά κατά του Αλέξανδρου, να ζητήσουν οικονομική βοήθεια απ' τον ΔΑΡΕΙΟ.
Μα ο Μέγας Βασιλεύς μετά την δολοφονία του Φιλίππου, αισθανόταν ασφαλής και δεν διέθεσε περιττά έξοδα. Ετσι οι πρέσβεις των Αθηναίων γύρισαν άπρακτοι. Κι όταν οι Αθηναίοι έμαθαν πως ο Αλέξανδρος απ' τις Θερμοπύλες έφτασε στην Καδμεία τάχιστα και με ισχυρό στράτευμα, φοβούμενοι την οργή του για την ποταπότητα, που είχαν δείξει στον πατέρα του, άρχισαν να ετοιμάζονται για πολιορκία. Εστειλαν πρεσβεία, για να ζητήσουν συγγνώμη, που δεν τον αναγνώρισαν ΗΓΕΜΟΝΑ.
Ανάμεσα στους πρέσβεις ήταν κι ο Δημοσθένης, που δεν τόλμησε να βγει απ' τα σύνορα της Αττικής κι απ' τον Κιθαιρώνα επέστρεψε πίσω. Η πατρίδα του είχε αναθέσει μία επείγουσα διπλωματική αποστολή, για να την βγάλει απ' την επικίνδυνη θέση, στην οποία την είχε οδηγήσει ο ίδιος και οι ομοϊδεάτες του, αλλά εκείνος της γύρισε την πλάτη, φοβούμενος τις συνέπειες για τον ίδιο λόγω της σφοδρής αντιμακεδονικής πολιτικής του. Ή, ακόμη χειρότερα όπως τον κατηγορούσαν οι σύγχρονοί του, «επειδή δεν ήθελε να κλονίσει την εμπιστοσύνη του Μεγάλου Βασιλέως στο πρόσωπό του».
Ο Αλέξανδρος ικανοποιήθηκε απ' την αναγνώριση των Αθηναίων και συγκάλεσε το Κοινό Συνέδριο των Ελλήνων στην Κόρινθο. Εκεί έπεισε πάλι τους συνέδρους να επαναλάβουν τις αποφάσεις που είχαν πάρει για τον Φίλιππο, δηλαδή να τον αναγορεύσουν Στρατηγό Αυτοκράτορα και να τον ακολουθήσουν σε πόλεμο κατά των Περσών, προκειμένου να τους τιμωρήσουν, για όσα είχαν προξενήσει πριν από ενάμιση περίπου αιώνα σε όλους τους ΕΛΛΗΝΕΣ.
Εδραιώνοντας την εξουσία του με τα νικηφόρα χτυπήματα, αποδυνάμωσε κάθε αντίπαλο και τον χειμώνα του 336 είχε τελειώσει με την ΕΥΡΩΠΗ και σειρά είχε η ΑΣΙΑ. Γι' αυτό αποσύρθηκε στην ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, για να προετοιμάσει την εκστρατεία, που έμελλε να κατακτήσει την Ασία με το ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΝΕΥΜΑ και να δοξάσει τον ΕΛΛΗΝΙΣΜΟ.
Μα τα ελληνικά κράτη ενθαρρυμένα απ' τους Αθηναίους κυρίως, έδιωχναν τις μακεδονικές φρουρές απ' τα εδάφη τους, ανακαλούσαν απ' την εξορία τους αντιμακεδόνες πολιτικούς και αποκαθιστούσαν τα πολιτεύματά τους. Οι Αθηναίοι και οι Θηβαίοι δεν είχαν ψηφίσει την παραχώρηση της Ηγεμονίας της Ελλάδος στην Μακεδονία του Αλεξάνδρου. Οι Σπαρτιάτες δεν είχαν αποδεχθεί την μακεδονική Ηγεμονία ούτε επί ΦΙΛΙΠΠΟΥ.
Ο Αλέξανδρος έχοντας ολοκληρώσει την εκστρατεία στον βορρά, κατευθύνθηκε στο Νότο για να καταστείλει την αποστασία των Θηβών και της Αθήνας, οι ηγεσίες των οποίων δεν περίμεναν μια τόσο γρήγορη επιστροφή του μακεδονικού στρατού, ειδικά απ' τη στιγμή που θεωρούσαν, πως ο Μακεδόνας βασιλιάς ήταν είτε νεκρός, είτε απλά πολύ άπειρος για να καταφέρει να τα βγάλει με τόσες ΑΠΟΣΤΑΣΙΕΣ.
Κι αυτό μπορεί να ήταν σωστή εκτίμηση για κάποιον άλλο διοικητή, αλλά όχι για τον Αλέξανδρο, που έφτασε απ' την λίμνη Οχρίδα -τα σημερινά Σκόπια- στον Ογχηστό της Βοιωτίας, έξω απ' την Θήβα. Εκεί βρισκόταν ακόμα πολιορκημένη στην Καδμεία η μακεδονική φρουρά, που είχε αφήσει ο Αλέξανδρος στην πόλη. Εφτασε στην Θήβα μέσα σε επτά (!) ημέρες, με δύναμη περίπου 30.000 πεζών και 3.000 ΙΠΠΕΩΝ.
Παρά τον αιφνιδιασμό οι Θηβαίοι απέρριψαν την πρότασή του, δηλαδή την παράδοση της πόλης και των δύο αρχηγών της αντιμακεδονικής φράξιας (Φοίνικας και Προθύτης), υποσχόμενος αμνηστία για τους Θηβαίους και τήρηση της συνθήκης της Κορίνθου. Μα τον έβρισαν απ' τα τείχη κι εκείνος ορκίστηκε να τους επιβάλει την έσχατη τιμωρία. Η κύρια θηβαϊκή δύναμη αντιμετώπισε τους Μακεδόνες μπρος απ' την πόλη, ενώ στα τείχη έμειναν απελευθερωμένοι ΔΟΥΛΟΙ.
Στην αρχή φάνηκαν να αντέχουν την μακεδονική επίθεση, αφού το μακεδονικό στράτευμα ήταν καταπονημένο απ' την μακρά πορεία. Ο Αλέξανδρος έριξε στην μάχη την εφεδρική του δύναμη. Κατά την διάρκεια της σύγκρουσης όμως, ο Μακεδόνας διοικητής έμαθε πως μια πύλη ήταν εγκαταλειμμένη απ' τους φρουρούς της κι έστειλε σε αυτήν δύναμη υπό τον ΠΕΡΔΙΚΚΑ.
Το μακεδονικό σώμα γλίστρησε μέσα στην πόλη κι οι Θηβαίοι τράπηκαν άτακτα σε φυγή, επιστρέφοντας στο εσωτερικό της πανικόβλητοι και πολλοί σκοτώθηκαν λόγω του συνωστισμού στους στενούς δρόμους. Παράλληλα, έξοδο έκανε και η μακεδονική φρουρά της Καδμείας. Ακολούθησε η ολοκληρωτική καταστροφή και λεηλασία της Θήβας απ' τον μακεδονικό στρατό και τους συμμάχους του (Φωκείς, Πλαταιείς και άλλοι Βοιωτοί, που είχαν αντιπαλότητα με την ΘΗΒΑ).
Η πόλη ισοπεδώθηκε, πλην του σπιτιού του ποιητή Πινδάρου και των Ναών και οι κάτοικοί της πουλήθηκαν ΣΑΝ δούλοι, εκτός απ' τους Ιερείς, τα μέλη της φιλομακεδονικής παράταξης και την οικογένεια του Πινδάρου. Λέγεται πως όσο βρισκόταν στην Θήβα ο Αλέξανδρος, κάποιοι στρατιώτες του έφεραν μπροστά του μια γυναίκα με το όνομα Τιμόκλεια, η οποία είχε ρίξει έναν Θράκη διοικητή σ' ένα πηγάδι, όταν της ζήτησε την περιουσία της και να πλαγιάσει μαζί του. Ο Αλέξανδρος αφού την άκουσε, θαύμασε το θάρρος της και διέταξε να αφήσουν αυτήν και την οικογένειά της ΕΛΕΥΘΕΡΗ.
Ο Αλέξανδρος χρησιμοποίησε την καταστροφή της Θήβας ως παράδειγμα, για να διασφαλιστεί η εξαφάνιση κάθε πιθανότητας νέας αποστασίας όσο αυτός θα ήταν στην Ασία. Και είχε δίκιο, γιατί η Αθήνα κι οι άλλοι αποστάτες έσπευσαν να συνθηκολογήσουν, αφού βλέποντας την καταστροφή της Θήβας, παραιτήθηκαν από κάθε περαιτέρω ΣΥΓΚΡΟΥΣΕΙΣ.
Οι επόμενοι νότιοι απ’ τους οποίους εδικαιούτο πλέον να απαιτήσει επιτακτικά την Ηγεμονία ήταν οι Αθηναίοι. Επειδή όμως είχε στείλει τον εταίρο Εκαταίο με διαταγές να συλλάβει τον Ατταλο ή να τον σκοτώσει, ο Δημοσθένης είχε πείσει τους Αθηναίους, προκειμένου να εξεγερθούν ανιχτά κατά του Αλέξανδρου, να ζητήσουν οικονομική βοήθεια απ' τον ΔΑΡΕΙΟ.
Μα ο Μέγας Βασιλεύς μετά την δολοφονία του Φιλίππου, αισθανόταν ασφαλής και δεν διέθεσε περιττά έξοδα. Ετσι οι πρέσβεις των Αθηναίων γύρισαν άπρακτοι. Κι όταν οι Αθηναίοι έμαθαν πως ο Αλέξανδρος απ' τις Θερμοπύλες έφτασε στην Καδμεία τάχιστα και με ισχυρό στράτευμα, φοβούμενοι την οργή του για την ποταπότητα, που είχαν δείξει στον πατέρα του, άρχισαν να ετοιμάζονται για πολιορκία. Εστειλαν πρεσβεία, για να ζητήσουν συγγνώμη, που δεν τον αναγνώρισαν ΗΓΕΜΟΝΑ.
Ανάμεσα στους πρέσβεις ήταν κι ο Δημοσθένης, που δεν τόλμησε να βγει απ' τα σύνορα της Αττικής κι απ' τον Κιθαιρώνα επέστρεψε πίσω. Η πατρίδα του είχε αναθέσει μία επείγουσα διπλωματική αποστολή, για να την βγάλει απ' την επικίνδυνη θέση, στην οποία την είχε οδηγήσει ο ίδιος και οι ομοϊδεάτες του, αλλά εκείνος της γύρισε την πλάτη, φοβούμενος τις συνέπειες για τον ίδιο λόγω της σφοδρής αντιμακεδονικής πολιτικής του. Ή, ακόμη χειρότερα όπως τον κατηγορούσαν οι σύγχρονοί του, «επειδή δεν ήθελε να κλονίσει την εμπιστοσύνη του Μεγάλου Βασιλέως στο πρόσωπό του».
Ο Αλέξανδρος ικανοποιήθηκε απ' την αναγνώριση των Αθηναίων και συγκάλεσε το Κοινό Συνέδριο των Ελλήνων στην Κόρινθο. Εκεί έπεισε πάλι τους συνέδρους να επαναλάβουν τις αποφάσεις που είχαν πάρει για τον Φίλιππο, δηλαδή να τον αναγορεύσουν Στρατηγό Αυτοκράτορα και να τον ακολουθήσουν σε πόλεμο κατά των Περσών, προκειμένου να τους τιμωρήσουν, για όσα είχαν προξενήσει πριν από ενάμιση περίπου αιώνα σε όλους τους ΕΛΛΗΝΕΣ.
Εδραιώνοντας την εξουσία του με τα νικηφόρα χτυπήματα, αποδυνάμωσε κάθε αντίπαλο και τον χειμώνα του 336 είχε τελειώσει με την ΕΥΡΩΠΗ και σειρά είχε η ΑΣΙΑ. Γι' αυτό αποσύρθηκε στην ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, για να προετοιμάσει την εκστρατεία, που έμελλε να κατακτήσει την Ασία με το ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΝΕΥΜΑ και να δοξάσει τον ΕΛΛΗΝΙΣΜΟ.
http://koukfamily.blogspot.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου