Σε ηλικία 72 ετών
Πέθανε η Αρλέτα
Έφυγε από τη ζωή στα 72 της χρόνια η Αρλέτα, αφήνοντας με τη φωνή της ανεξίτηλο το σημάδι της στο ελληνικό τραγούδι του Νέου Κύματος και των μπουάτ.
Η αγαπημένη τραγουδοποιός νοσηλευόταν το τελευταίο διστημα στη Μονάδα Αυξημένης Φροντίδας του νοσοκομείου Ευαγγελισμός.
Η Αρλέτα γεννήθηκε στην Αθήνα, στις 3 Μαρτίου 1945, ως Αριάδνη-Νικολέτα Τσάπρα, που ήταν το πραγματικό της όνομα. Σπούδασε ζωγραφική στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών. Παράλληλα με το τραγούδι έχει σχεδιάσει εξώφυλλα δίσκων και έχει εικονογραφήσει βιβλία, ενώ σκίτσα και πίνακές της συμμετείχαν σε δύο ατομικές εκθέσεις ζωγραφικής στην Τζιά και την Αθήνα.
Ξεκίνησε τη δισκογραφική της καριέρα τη δεκαετία του 1960, όταν ήταν σε άνθιση το «νέο κύμα» της ελληνικής μουσικής. Στα πρώτα της δισκογραφικά βήματα συνεργάστηκε με πολύ γνωστούς συνθέτες, όπως ο Γιάννης Σπανός, ο Μάνος Χατζιδάκις και ο Μίκης Θεοδωράκης.
Ο πρώτος δίσκος της το 1966 «Αρλέτα» περιελάμβανε τραγούδια των Γιάννη Σπανού, Νότη Μαυρουδή, Νίκου Χουλιάρα και Γιώργου Κοντογιώργου, από τα οποία ξεχώρισαν το «Μια φορά θυμάμαι», «Τις άδειες νύχτες», «Το πέτρινο χαμόγελο» και άλλα.
Την ίδια περίοδο εμφανίζεται σε γνωστές μπουάτ της Πλάκας, ενώ λίγο αργότερα κυκλοφορούν οι δίσκοι της «Αρλέτα 2», «Στο ρυθμό του αγέρα» (1968), «12+1 τραγούδια του Μάνου Χατζιδάκι» (1969) και «Έξι μέρες» (1970).
Λίγο μετά τη χούντα τραγούδησε, μετά από πρόσκληση του Ζωρζ Μουστακί, στο θέατρο «Bobino» στο Παρίσι. Ακολούθησαν δίσκοι όπως το «Romancero gitano» (1978) του Μίκη Θεοδωράκη (σε ποίηση Λόρκα και απόδοση Ελύτη), ενώ το 1981 ηχογραφεί το «Ένα καπέλο γεμάτο τραγούδια» (1981), τον πρώτο δίσκο με δικό της υλικό.
Το 1984 και το 1985 γνώρισε μεγάλη επιτυχία με τραγούδια που της έγραψαν ο συνθέτης Λάκης Παπαδόπουλος και η στιχουργός Μαριανίνα Κριεζή στους δίσκους «Περίπου» και «Τσάι Γιασεμιού». Σε αυτούς ξεχώρισαν τα τραγούδια, όπως «Σερενάτα», «Τσάι γιασεμιού», «Τα ήσυχα βράδια» και «Βatida de coco».
Το 1997 κυκλοφόρησε το βιβλίο της «Από που πάνε για την άνοιξη» (Εκδόσεις Καστανιώτη) με στίχους, πεζά και ζωγραφιές.
Οι δυο τελευταίοι δίσκοι της ήταν ο διπλός «Και πάλι χαίρετε» (2009) και ο αγγλόφωνος «Demo» (2010) με δέκα τραγούδια που βρέθηκαν 35 χρόνια μετά την ηχογράφησή τους στο αρχείο της «Lyra» και τα οποία δεν είχαν κυκλοφορήσει ως τότε.
Σε συνέντευξή της στο in.gr το 2016 είχε δηλώσει: «Ποτέ δεν επεδίωξα καριέρα και δεν νομίζω ότι έχω καριέρα. Ποτέ στη ζωή μου δεν επεδίωξα κασέ, αυτοπροβολή.
» Έκλεισα φέτος 50 χρόνια στο τραγούδι, μετά από τόσα χρόνια είναι λίγο δύσκολο να αλλάξω. Μπορώ να πω ότι έχω μια πορεία, η οποία ήταν παράξενη και βασίστηκε αποκλειστικά στον κόσμο.
» Οι άνθρωποι που με βοήθησαν ήταν πολύ λίγοι, μετρημένοι μπορώ να πω, και τους ευχαριστώ πολύ για αυτό. Επίσης είχα πάρα πολύ καλούς δασκάλους, πράγμα που με βοήθησε όχι τελείως άμεσα αλλά πάρα πολύ έμμεσα. Είμαι πολύ ευτυχής για αυτό».
Η αγαπημένη τραγουδοποιός νοσηλευόταν το τελευταίο διστημα στη Μονάδα Αυξημένης Φροντίδας του νοσοκομείου Ευαγγελισμός.
Η Αρλέτα γεννήθηκε στην Αθήνα, στις 3 Μαρτίου 1945, ως Αριάδνη-Νικολέτα Τσάπρα, που ήταν το πραγματικό της όνομα. Σπούδασε ζωγραφική στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών. Παράλληλα με το τραγούδι έχει σχεδιάσει εξώφυλλα δίσκων και έχει εικονογραφήσει βιβλία, ενώ σκίτσα και πίνακές της συμμετείχαν σε δύο ατομικές εκθέσεις ζωγραφικής στην Τζιά και την Αθήνα.
Ξεκίνησε τη δισκογραφική της καριέρα τη δεκαετία του 1960, όταν ήταν σε άνθιση το «νέο κύμα» της ελληνικής μουσικής. Στα πρώτα της δισκογραφικά βήματα συνεργάστηκε με πολύ γνωστούς συνθέτες, όπως ο Γιάννης Σπανός, ο Μάνος Χατζιδάκις και ο Μίκης Θεοδωράκης.
Ο πρώτος δίσκος της το 1966 «Αρλέτα» περιελάμβανε τραγούδια των Γιάννη Σπανού, Νότη Μαυρουδή, Νίκου Χουλιάρα και Γιώργου Κοντογιώργου, από τα οποία ξεχώρισαν το «Μια φορά θυμάμαι», «Τις άδειες νύχτες», «Το πέτρινο χαμόγελο» και άλλα.
Την ίδια περίοδο εμφανίζεται σε γνωστές μπουάτ της Πλάκας, ενώ λίγο αργότερα κυκλοφορούν οι δίσκοι της «Αρλέτα 2», «Στο ρυθμό του αγέρα» (1968), «12+1 τραγούδια του Μάνου Χατζιδάκι» (1969) και «Έξι μέρες» (1970).
Λίγο μετά τη χούντα τραγούδησε, μετά από πρόσκληση του Ζωρζ Μουστακί, στο θέατρο «Bobino» στο Παρίσι. Ακολούθησαν δίσκοι όπως το «Romancero gitano» (1978) του Μίκη Θεοδωράκη (σε ποίηση Λόρκα και απόδοση Ελύτη), ενώ το 1981 ηχογραφεί το «Ένα καπέλο γεμάτο τραγούδια» (1981), τον πρώτο δίσκο με δικό της υλικό.
Το 1984 και το 1985 γνώρισε μεγάλη επιτυχία με τραγούδια που της έγραψαν ο συνθέτης Λάκης Παπαδόπουλος και η στιχουργός Μαριανίνα Κριεζή στους δίσκους «Περίπου» και «Τσάι Γιασεμιού». Σε αυτούς ξεχώρισαν τα τραγούδια, όπως «Σερενάτα», «Τσάι γιασεμιού», «Τα ήσυχα βράδια» και «Βatida de coco».
Το 1997 κυκλοφόρησε το βιβλίο της «Από που πάνε για την άνοιξη» (Εκδόσεις Καστανιώτη) με στίχους, πεζά και ζωγραφιές.
Οι δυο τελευταίοι δίσκοι της ήταν ο διπλός «Και πάλι χαίρετε» (2009) και ο αγγλόφωνος «Demo» (2010) με δέκα τραγούδια που βρέθηκαν 35 χρόνια μετά την ηχογράφησή τους στο αρχείο της «Lyra» και τα οποία δεν είχαν κυκλοφορήσει ως τότε.
Σε συνέντευξή της στο in.gr το 2016 είχε δηλώσει: «Ποτέ δεν επεδίωξα καριέρα και δεν νομίζω ότι έχω καριέρα. Ποτέ στη ζωή μου δεν επεδίωξα κασέ, αυτοπροβολή.
» Έκλεισα φέτος 50 χρόνια στο τραγούδι, μετά από τόσα χρόνια είναι λίγο δύσκολο να αλλάξω. Μπορώ να πω ότι έχω μια πορεία, η οποία ήταν παράξενη και βασίστηκε αποκλειστικά στον κόσμο.
» Οι άνθρωποι που με βοήθησαν ήταν πολύ λίγοι, μετρημένοι μπορώ να πω, και τους ευχαριστώ πολύ για αυτό. Επίσης είχα πάρα πολύ καλούς δασκάλους, πράγμα που με βοήθησε όχι τελείως άμεσα αλλά πάρα πολύ έμμεσα. Είμαι πολύ ευτυχής για αυτό».
Newsroom ΔΟΛ
http://www.in.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου