Η άρια της συκοφαντίας
Posted by sarant στο 4 Απρίλιος, 2017
Ο τίτλος κυριολεκτεί. Δεν έχει μεταφορική σημασία, το σημερινό άρθρο δεν είναι αφιερωμένο στη συκοφαντία γενικώς αλλά, πολύ ειδικά, σε μια άρια -μια πολύ γνωστή άρια από μια πολύ γνωστή όπερα, από τον Κουρέα της Σεβίλλης του Τζοακίνο Ροσίνι. Οι άριες συνήθως αναφέρονται με τον πρώτο στίχο τους, οπότε κι αυτή λέγεται La calunnia è un venticello, αλλά συχνά θα τη δείτε να αναφέρεται και ως «άρια της συκοφαντίας». Calunnia είναι η συκοφαντία, calumny στα αγγλικά, λατινικής αρχής. Venticello είναι υποκοριστικό του vento, ο άνεμος, άρα «η συκοφαντία είναι ένα αεράκι».
Άλλες φορές έχουμε γράψει στο ιστολόγιο άρθρα για τραγούδια, οπότε γιατί όχι και για άριες; Τραγούδι είναι και η άρια και λαϊκό είδος ήταν η όπερα στην Ιταλία στη χρυσή εποχή της -μην κοιτάτε τώρα που πηγαίνουν με φράκο, τότε οι θεατές έτρωγαν, έπιναν και συζητούσαν, κι ο κάθε συνθέτης κανόνιζε να έχει και καναδυό άριες κάπως πιο δεύτερες και τότε ήταν η ώρα που θα περνούσε ο μικρός που πουλούσε τα παγωτά -αυτές τις λέγαν aria di sorbetto.
Στην αρχή είχα σκεφτεί να παρουσιάσω μιαν ολόκληρη όπερα αλλά μου έβγαινε πολύ μεγάλο το άρθρο, οπότε περιορίζομαι προς το παρόν σε μιαν άρια. Εννοείται ότι θα λεξιλογήσουμε κιόλας.
Στον Κουρέα της Σεβίλλης, το λιμπρέτο είναι του Στερμπίνι. Τα περισσότερα λιμπρέτα θεωρούνται παρακατιανά, όμως πολλά πατάνε πάνω σε αριστουργήματα του θεάτρου κι έτσι έχουν μια στέρεη βάση. Τούτο εδώ στηρίζεται στο θεατρικό έργο του Μπομαρσέ Le barbier de Séville, που ήδη το είχε κάνει όπερα ο βετεράνος Παϊζιέλο, και όταν ο Ροσίνι ανέβασε τη δική του όπερα, το 1816, στην πρεμιέρα είχαν έρθει κλακαδόροι του πρώτου διδάξαντος και έκραζαν με αποτέλεσμα να καταλήξει η παράσταση σε παταγώδες φιάσκο. Αλλά πλατειάζω.
Στο έργο λοιπόν, ο αυστηρός ντον Μπάρτολο είναι κηδεμόνας της όμορφης ορφανής Ροζίνας που την πολιορκεί ο κόμης Αλμαβίβα μεταμφιεσμένος σε φτωχό νεαρό με το όνομα Λιντόρο. Ο Φίγκαρο, κουρέας και άνθρωπος για όλες τις δουλειές, βοηθάει τον κόμη να μπει στο σπίτι της Ροζίνας. Ο Μπάρτολο, από τη μεριά του, θέλει να παντρευτεί την όμορφη προστατευόμενή του (και να τσεπώσει την παχυλή περιουσία της) και ζητάει τη βοήθεια του Ντον Μπαζίλιο, που διδάσκει μουσική στη μικρή. Ο Μπαζίλιο τον προειδοποιεί ότι φάνηκε στην πόλη ο κόμης Αλμαβίβα και του συνιστά να τον εξουδετερώσουν με τη μέθοδο της συκοφαντίας. Ο Μπάρτολο δεν καταλαβαίνει και τότε ο Μπαζίλιο του εξηγεί τι είναι η συκοφαντία, τραγουδώντας την περίφημη άρια.
Η άρια είναι γραμμένη για μπάσο, που είναι η πιο βαριά από τις αντρικές φωνές. Οι στίχοι θεωρούνται πολύ καλογραμμένοι, επειδή κάνουν ωραίες παρηχήσεις και δείχνουν πώς η συκοφαντία ξεκινάει απαλά απαλά και όλο και δυναμώνει, μέχρι που τελικά βροντάει σαν κανονιά.
Ακούμε τον Ρουτζέρο Ραϊμόντι, να τραγουδάει την άρια σε κοντσέρτο, όχι δηλαδή μέσα σε όπερα.
Αν προτιμάτε, ιδού και η ίδια άρια παρμένη από όπερα μαζί με το ρετσιτατίβο που προηγείται, με τον Ρόμπερτ Λόιντ.
Να δούμε και τα λόγια της όπερας:
La calunnia è un venticello Un’auretta assai gentile Che insensibile, sottile, Leggermente, dolcemente, Incomincia, incomincia a sussurrar | Η συκοφαντία είναι ένα αεράκι μίαν απαλούτσικη αύρα που ανεπαίσθητα, αθόρυβα ελαφρά, σιγά-σιγά αρχινάει, αρχινάει ψιθυριστά. |
Piano, piano, terra terra, Sottovoce, sibilando, Va scorrendo, va scorrendo Va ronzando, va ronzando Nell’orecchie della gente S’introduce, s’introduce destramente E le teste ed i cervelli Fa stordire e fa gonfiar. | Λίγο λίγο, λάου λάου, χαμηλόφωνα, σφυριχτά πάει γλιστρώντας, πάει γλιστρώντας ροκανίζει, ροκανίζει μες στ’ αυτιά του κόσμου μπαίνει επιδέξια και τρυπώνει το μυαλό και το κεφάλι το θολώνει, το φουσκώνει |
Dalla bocca fuori uscendo lo schiamazzo va crescendo, Prende forza a poco a poco, Vola già di loco in loco, Sembra il tuono, la tempesta Che nel sen della foresta Va fischiando, brontolando, E ti fa d’orror gelar. | Απ’ το στόμα μέσα ως βγαίνει ο σαματάς πάει κι αβγαταίνει Λίγο-λίγο δυναμώνει και πετάει πέρα δώθε Σαν βροντή, σαν καταιγίδα που μες στην καρδιά του δάσους όλο σφυράει και μπουμπουνίζει και το αίμα σού παγώνει. |
Alla fin trabocca e scoppia, si propaga, si raddoppia, E produce un’esplosione Come un colpo di cannone, Come un colpo di cannone, Un tremuoto, un temporale, Un tumulto generale Che fa l’aria rimbombar.. | Τέλος ξεχειλίζει, σκάει, διαδίδεται, μεγαλώνει, και προκαλεί μια έκρηξη σαν κανόνι! σαν κανόνι! Έναν σεισμό, έναν χαλασμό, έναν γενικό χαμό που γεμίζει τον αέρα μπουμπουνητά. |
E il meschino calunniato, Avvilito, calpestato, Sotto il pubblico flagello, Per gran sorte va a crepar. | Και το θύμα το καημένο ταπεινωμένο, τσαλαπατημένο από το μαστίγωμα του κόσμου λίγο θέλει να κρεπάρει. |
Είπα πιο πάνω ότι η υπόθεση της όπερας είναι παρμένη από το θεατρικό του Μπομαρσέ. Στο θεατρικό έργο, ο Bazile λέει στον Μπάρτολο τα εξής:
La calomnie, Monsieur? Vous ne savez gueres ce que vous dédaignez; j’ai vu les plus honnêtes gens prêts d’en être accablés. Croyez qu’il n’y a pas de plate méchanceté, pas d’horreurs, pas de conte absurde, qu’on ne fasse adopter aux oisifs d’une grande Ville, en s’y prenant bien: et nous avons ici des gens d’une adresse!… D’abord un bruit léger, rasant le sol comme hirondelle avant l’orage, pianissimo murmure et file, et seme en courant le trait empoisonné. Telle bouche le recueille, et piano, piano vous le glisse en l’oreille adroitement. Le mal est fait, il germe, il rampe, il chemine, et rinforzando de bouche en bouche il va le diable; puis tout à coup, ne sais comment, vous voyez calomnie se dresser, sifler, s’enfler, grandir à vue d’œil; elle s’élance, étend son vol, tourbillonne, enveloppe, arrache, entraîne, éclate et tonne, et devient, grace au Ciel, un cri général, un crescendo public, un chorus universel de haine et de proscription. Qui diable y résisteroit?
Νομίζω ότι ο λιμπρετίστας δεν έκανε απλή μεταφορά.
Για την ιστορία, πάντως, παρά την αριστοτεχνική αυτή παρουσίαση, ο δον Μπάρτολο δεν πείθεται -βρίσκει ότι θα πάρει πολύ καιρό το στήσιμο της συκοφαντίας και αποφασίζει να κάνει όπως εκείνος ξέρει. Κακό του κεφαλιού του, την κοπέλα του την πήρε ο κόμης.
Να πούμε και μερικά λεξιλογικά.
- Στροφή 1, στίχος 5: incomincia a sussurrar. Από εκεί είναι και το δικό μας σούσουρο. Η σουσουράδα είναι άσχετη (*σεισούρα, σείει την ουρά της).
- Στροφή 2, στίχοι 1-2: Το piano-piano και το sotto voce είναι όροι της μουσικής. Ειδικά τον δεύτερο θα μπορούσα να τον αφήσω έτσι και στη μετάφραση. Μάλλον θα έπρεπε.
- Στροφή 3, στίχος 1: Dalla bocca fuori uscendo. Bocca είναι το στόμα (και το φαγητό saltimbocca σου πηδάει μέσα στο στόμα). Από το λατινικό bucca (στο οποίο ανάγεται το bocca) έχουμε δανειστεί κάμποσες λέξεις, τη μπουκιά, τη μπούκα με διάφορες σημασίες, τον μπουκαδόρο, το μπουκάρω, την μπουκαπόρτα κτλ. Όχι το μπουκάλι, ούτε το μπουκέτο.
- Στροφή 3, στίχος 2: lo schiamazzo va crescendo. Επίτηδες το schiamazzo το είπα σαματά, επειδή μοιάζουν ηχητικά -αλλά δεν έχουν συγγένεια, ο σαματάς είναι τούρκικος. Στον ίδιο στίχο, το κρεσέντο είναι επίσης όρος που ξεκίνησε από τη μουσική και τις οδηγίες παιξίματος (βαθμιαία αύξηση της έντασης) για να καταλήξει με μεταφορικές σημασίες π.χ. με ένα κρεσέντο λαϊκισμού απάντησε ο βουλευτής όταν… Το ιταλικό είναι γερούνδιο του ρήματος crescere, αυξάνομαι.
- Στροφή 4, τελευταίος στίχος: fa l’aria rimbombar. Aria (ελληνικό δάνειο) είναι ο αέρας, είναι όμως και η άρια, όπως ακριβώς στα τούρκικα hava είναι και ο μουσικός σκοπός (απ’ όπου πήραμε κι εμείς τον χαβά) αλλά και ο αέρας εξού και η Τουρκ Χαβά Γιολαρί.
- Στροφή 5, πρώτος στίχος. il meschino calunniato. Αυτο το μεσκίνο είναι δάνειο από τα αραβικά, που το έχουμε κι εμείς στην Κρήτη κυρίως αλλά και σε άλλες περιοχές ως μεσκίνης, μισκίνης. Εδώ σημαίνει ο κακομοιρος, ο καημένος, αλλά στα ελληνικά σήμαινε και τον λεπρό, όπως και τον ιδιότροπο στο φαγητό. Έχουμε όμως γράψει άρθρο.
- Στροφή 5, τελευταίος στίχος: per gran sorte va a crepar. Το crepar(e) είναι η αρχή του δικού μας κρεπάρω (καταρρέω, σκάω από το κακό μου). Υπάρχει και νεότερο κρεπάρω, όρος των κομμωτηρίων, που έρχεται από τα γαλλικά και δεν έχει ετυμολογική σχέση με το δικό μας. Το per gran sorte δεν σημαίνει «λίγο θέλει να…», επίτηδες δεν κράτησα ακριβώς το νόημα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου