Το απόσπασμα της Πέμπτης: Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά
“Είδες ποτέ σου λαό να ζουρλαίνεται όλος μαζί, γιατί είδε τη λευτεριά του; Όχι; Έ, τότε, κακομοίρη μου αφεντικό, στραβός γεννήθηκες, στραβός θα πεθάνεις. Εγώ και χίλια χρόνια να ζήσω και μιαν μπουκιά μονάχα κρέας να μου μένει ζωντανό, αυτό το πράγμα που είδα εκείνη τη μέρα δε θα το ξεχάσω.. Κι αν ήταν κάθε άνθρωπος να διαλέει την Παράδεισο του στον ουρανό, σύμφωνα με τα γούστα του -έτσι πρέπει! αυτό θα πει Παράδεισο!- εγώ θα ‘λεγα του Θεού: “Θεέ μου, να ‘ναι η Παράδεισο μου μια Κρήτη γεμάτη μερτιές και σημαίες, και να βαστά αιώνια η στιγμή που πατάει ο πρίγκηπας Γεώργιος το πόδι του στην Κρήτη… Τίποτα άλλο δε θέλω!”
Σώπασε πάλι ο Ζορμπάς. Έστριψε το μουστάκι του, ξεχείλισε ένα ποτήρι παγωμένο νερό, το ΄πιε μονορούφι.
-Τι έγινε Ζορμπά, στην Kρήτη; Λέγε!
-Λόγια θα λέμε; έκαμε ο Ζορμπάς κι αγρίεψε πάλι. Μωρέ, εγώ σου λέω πως ο κόσμος ετούτος είναι μυστήριο κι ο άνθρωπος είναι χτήνος μεγάλο. Χτήνος μεγάλο και μεγάλος θεός. Ένας κακούργος κομιτατζής, που είχε κατέβει κι αυτός μαζί μου απο τη Μακεδονία, ο Γιώργαρος με τ’ όνομα, κι είχε κάμει τέρατα και σημεία, ένας βρωμερός χοίρος, έκλαιγε. “Τι κλαίς, μωρέ Γιώργαρε;” του κάνω, κι έτρεχαν και μένα βρύσες τα μάτια μου. “Τι κλαίς, βρε γουρούνι;”. Μα αυτός έπεσε απάνω μου και δώστου να με φιλάει και να κλαίει σα μωρό παιδί. Κι ύστερα έβγαλε, αυτός ο τσιγκούναρος, το κεμέρι του, φκαίρεσε στην ποδιά του τις χρυσές λίρες, που είχε κουρσέψει απο τους Τούρκους που σκότωσε κι από τα σπίτια που πάτησε, και τις πετούσε φούχτες φούχτες στον αγέρα. Κατάλαβες, αφεντικό; Αυτό θα πει ελευτερία!
Σηκώθηκα, ανέβηκα στη γέφυρα να με χτυπήσει ο καθαρός αγέρας.
Αυτό θα πει ελευτερία, συλλογιζόμουν. Να ‘χεις ένα πάθος, να μαζεύεις χρυσές λίρες, και ξαφνικά να νικάς το πάθος και να σκορπάς όλο το έχει σου στον αγέρα!
Να λευτερωθείς από ένα πάθος, υπακούοντας σ’ ένα άλλο υψηλότερο… Μα μήπως κι αυτό δεν είναι σκλαβιά; Να θυσιάζεσαι για μιαν ιδέα, για τη ράτσα σου, για το Θεό; ‘Η μήπως όσο πιο αψηλά στέκεται ο αφέντης τόσο και πιο μακραίνει το σκοινί της σκλαβιάς μας, πηδούμε τοτε και παίζουμε σε πολύ πλατύχωρο αλώνι, πεθαίνουμε χωρίς να βρούμε την άκρα του, κι αυτό το λέμε ελευτερία;
Νίκος Καζαντζάκης, Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά, Εκδ. Ελ. Καζαντζάκη, σελ. 35
Ο Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά είναι μυθιστόρημα του Νίκου Καζαντζάκη, που κυκλοφόρησε για πρώτη φορά στην Αθήνα το 1946. Το μυθιστόρημα βασίζεται στη ζωή του Γεωργίου Ζορμπά, φίλου και επιχειρηματικού συνεργάτη του συγγραφέα. Γνώρισε παγκόσμια εκδοτική επιτυχία και το 1964 μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο από το σκηνοθέτη Μιχάλη Κακογιάννη με τίτλο Αλέξης Ζορμπάς (Zorba the Greek).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου