Παραπληροφόρηση στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης
Γιατί τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης προσφέρουν έδαφος στην παραπληροφόρηση, την απάτη, τη δυσφήμιση και τη λασπολογία. Ποια είναι η πραγματικότητα όταν είμαστε «παραμορφωμένοι από την τρυφερή χάρη των κοινωνικών δικτύων».
Κάποια εποχή οι απεργίες των δημοσιογράφων είχαν άμεση επίδραση στους πολίτες αυτής της χώρας. Προκαλούσαν ένα αισθητό κενό στην ενημέρωση. Οι εφημερίδες που δεν έβγαιναν, οι ειδήσεις στα ραδιόφωνα και τα κανάλια που δεν μεταδίδονταν, γινόντουσαν αντιληπτές σαν μια ενοχλητική σιωπή. Τα Μέσα πληροφόρησης για το τι γίνεται στον κόσμο και στην χώρα, ήταν κλειστά. Κάθε δημόσιος διάλογος έπαυε.
Σήμερα, καμία απεργία δημοσιογράφων δεν δημιουργεί την ίδια αίσθηση. Αυτό οφείλεται εν μέρει στην απαξίωση της δημοσιογραφίας παντού, και με ιδιαίτερη ένταση (για πολλούς συγκυριακούς και συστημικούς λόγους) ειδικά στη χώρα μας. Όμως, κυρίως οφείλεται στη δραματική αλλαγή του τρόπου με τον οποίο ενημερώνεται ένα ολοένα και μεγαλύτερο μέρος των πολιτών.
Στην Ελλάδα και στον κόσμο ολόκληρο. Το διαδίκτυο ανέτρεψε το μοντέλο διάδοσης και παραγωγής της ενημέρωσης. «Εκδημοκράτισε» και κατέστησε απλή την «έκδοση» πάσης φύσεως δημοσιογραφικών ή ενημερωτικών εγχειρημάτων σε όλο το φάσμα. Από το ερασιτεχνικό και το ακτιβιστικό μέχρι τα διάφορα ενημερωτικά «μικρομάγαζα» κάθε είδους. Η κυριαρχία των social media (κοινωνικών μέσων ή μέσων κοινωνικής δικτύωσης – ΜΚΔ), στη συνέχεια, άλλαξε τελείως τους τρόπους διάχυσης της είδησης και «προσωποποίησε» τις ροές ειδήσεων και πληροφορίας.
Οι αλλαγές αυτές δεν είναι κάτι το δευτερεύον. Επηρεάζουν και μεταβάλλουν δραστικά ολόκληρο το οικοσύστημα της πληροφόρησης και της δημόσιας συζήτησης· σπάζουν μερικώς (συχνά εικονικά) την ασυμμετρία μεταξύ πομπού και δέκτη της πληροφόρησης· αλλάζουν τις πρακτικές και τις δεξιότητες που απαιτούνται από δημοσιογράφους, δημοσιολογούντες και αναγνώστες· και αυξάνουν το λόγο θορύβου προς σήμα της διαχεόμενης πληροφορίας.
Στην πορεία δημιουργούν, ή μάλλον επεκτείνουν από εκεί που την είχε αφήσει η τηλεόραση, μια έρημο του, κατά Μποντριγιάρ, «υπερπραγματικού», και αναδεικνύονται σε υπονομευτές της δυνατότητας για έλλογη συζήτηση, κάτι που επικρεμόταν πάντα σαν ένας από τους λανθάνοντες κινδύνους (ή στόχους;) της μαζικοποίησης των μέσων ενημέρωσης και της συγκεντρωτικής εμπορευματοποίησής τους.
Ας πάρουμε τα πράγματα από την ποσοτική τους αρχή: Πυλώνας πλέον της ενημέρωσης σαν μέσο είναι το διαδίκτυο. Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, στην Ελλάδα το 2014 το 68% περίπου του πληθυσμού έχει πρόσβαση στο διαδίκτυο. Το ποσοστό στους κάτω των 44 ετών είναι 83% και πάνω, σε αντίστροφη αναλογία με την ηλικία. Από αυτούς, το 85% διαβάζει ειδήσεις online. Το 65% (που γίνεται 88% στις μικρές ηλικίες) μπαίνει στις σελίδες υπηρεσιών κοινωνικής δικτύωσης (όπως facebook, twitter, instagram κτλ).
Μπορούμε λοιπόν να δούμε πως κατά μέσο όρο, ήδη στην Ελλάδα, πάνω από τους μισούς κατοίκους της χώρας ενημερώνονται από το διαδίκτυο. Αν συνυπολογιστεί και η χρήση των υπηρεσιών κοινωνικής δικτύωσης (που φιλοξενούν ενημερωτικούς συνδέσμους κάθε είδους) το ποσοστό γίνεται τεράστιο, ιδίως στις ενεργές ηλικίες. Στις ΗΠΑ, το 63% των χρηστών του facebook και του twitter δήλωναν το καλοκαίρι του 2015 στην Pew Research πως οι πλατφόρμες αυτές κοινωνικής δικτύωσης αποτελούν και τη βασική τους πηγή ειδησεογραφικής πληροφόρησης.
Συνεπώς, στο κέντρο της «κατανάλωσης περιεχομένου» γενικά και ειδησεογραφίας (και ανάλυσης) ειδικά, βρίσκονται, όλο και περισσότερο, τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης. Οι πλατφόρμες τους αποτελούν τα νέα «αμφίδρομα» κανάλια. Ήδη στους περισσότερους ειδησεογραφικούς ιστοχώρους οι παραπομπές συνδέσεων από το facebook είναι – εδώ και 3-4 χρόνια τουλάχιστον – πολύ περισσότερες από εκείνες από το Google.
Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι πλέον βασικοί κόμβοι στο δίκτυο της πολιτικής οικονομίας των (όχι πια και τόσο) «νέων» μέσων. Χαρακτηριστικά, το Βαρόμετρο Εμπιστοσύνης της Edelman για το 2016, σε 28 χώρες δείχνει πως πιο αξιόπιστες πηγές ειδήσεων θεωρούνται από τους πολίτες των χωρών αυτών οι μηχανές αναζήτησης. Η ψαλίδα μεταξύ των παραδοσιακών μέσων (στα οποία περιλαμβάνονται βέβαια και τα διαδικτυακά τους σκέλη) και των αμιγώς διαδικτυακών κλείνει – με αυξανόμενη την αξιοπιστία και των ΜΚΔ. Ειδικά στους κάτω των 33, η ψαλίδα αυτή έχει κλείσει ήδη και ως προς τα διαδικτυακά ΜΜΕ όσο και ως προς τα ΜΚΔ.
Στην Ελλάδα
Αξίζει να τονίσουμε πως στην Ελλάδα η απαξίωση της ηλεκτρονικής και έντυπης δημοσιογραφίας έχει οδηγήσει σε μια πιο «προωθημένη» αποδοχή και θετική αξιολόγηση των ΜΚΔ από ό,τι σε άλλες χώρες. Έτσι, σύμφωνα με το Ευρωβαρόμετρο του Φθινοπώρου του 2014, η Ελλάδα είναι μια από τις ελάχιστες χώρες στην ΕΕ στις οποίες το διαδίκτυο διαθέτει μεγαλύτερη αξιοπιστία από ό,τι τα ραδιοτηλεοπτικά μέσα και οι εφημερίδες. Επίσης, η Ελλάδα είναι η πρώτη χώρα στην ΕΕ ως προς τη θετική πρόσληψη της αξιοπιστίας των Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης.
Έτσι, παρά το γεγονός ότι και στην Ελλάδα, όπως παντού στη Δύση, η καθημερινή πολιτική ατζέντα κυριαρχείται ακόμα από τις επιλογές των τηλεοπτικών (βασικά) ΜΜΕ, η υποβάθμιση (στην Ελλάδα κατάρρευση) της αξιοπιστίας τους, τη δυναμιτίζει, και οδηγεί σε αρνητική αντιμετώπισή της. Η προωθούμενη εκάστοτε ατζέντα προσλαμβάνεται από την πλειονότητα, ιδίως των νέων, όλο και περισσότερο με εξαιρετικό σκεπτικισμό.
Παρότι δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί το διαδίκτυο ακόμα για να εστιάσει την κοινή γνώμη εξίσου μαζικά σε συγκεκριμένα γεγονότα όπως η τηλεόραση, μπορεί να υπονομεύει αποτελεσματικά και ποικιλοτρόπως τις αφηγήσεις των ΜΜΕ ακολουθώντας την κοινωνική διάθεση, που είναι απορριπτική σε μεγάλο βαθμό απέναντί τους. Αυτό, σύμφωνα με όλες τις μετρήσεις, είναι μια ελληνική ιδιαιτερότητα, που προκαλεί ένταση της σημασίας των ΜΚΔ και του διαδικτύου γενικότερα στην ενημέρωση σε σχέση με τις περισσότερες άλλες χώρες της ΕΕ ή τις ΗΠΑ.
Έτσι, ενώ η τηλεόραση (κυρίως) καθορίζει ακόμα το τι συζητείται ευρύτερα, δεν ελέγχει πια καθόλου τον τρόπο που συζητιέται, αλλά ούτε και τα επιμέρους θέματα και τα πληροφοριακά αντικείμενα που εξαπλώνονται ατάκτως μέσα από τις Υπηρεσίες Κοινωνικής Δικτύωσης και δρουν σωρευτικά και αποτελεσματικότατα σαν διεκδικητές της προσοχής του χρήστη στο διαδίκτυο σε σχέση με τα προωθούμενα από τα παραδοσιακά ΜΜΕ.
Ας εστιάσουμε στους μηχανισμούς διεκδίκησης της «επισκεψιμότητας». Αυτοί οι μηχανισμοί διαμορφώνουν ταυτόχρονα και ένα μέρος από τη μεθοδολογία της διαδικτυακής δημοσιογραφικής πρακτικής. (Αλλά και εκείνη κάθε διαδικτυακού περιεχομένου προς εμπορευματοποίηση).
Μια από τις βασικές στρατηγικές αύξησης της επισκεψιμότητας ενός ιστοχώρου είναι
- Να πείσει / προκαλέσει τους χρήστες των ΜΚΔ να αναπαραγάγουν / αναρτήσουν μια είδησή του και
- Να πείσει όσους τη δουν να την αξιολογήσουν θετικά και να κάνουν «κλικ» σε αυτήν.
Σε αυτό το πλαίσιο, για οικονομικούς λόγους, ένα κυρίαρχο μοντέλο παραγωγής περιεχομένου ξεκινά από τον τίτλο και φτάνει μόνο μέχρι την περιγραφή. Στα πιο ευτελή από τα «ενημερωτικά σάιτ» υψηλότερης επισκεψιμότητας («ενημερωτικά μπλογκ» είχε καθιερωθεί εσφαλμένα να ονομάζονται[1]) η ερεθιστικότητα του τίτλου, παραβαίνει κάθε δεοντολογική αρχή. Άλλες φορές ανακυκλώνονται ή παραποιούνται φωτογραφίες, βίντεο ή ειδήσεις παρελθόντων μηνών ή ετών. Άλλες φορές ο τίτλος δεν προκύπτει από το περιεχόμενο. Πιο συχνά ακόμα ο τίτλος είναι διατυπωμένος έτσι, ώστε να γαργαλάει την περιέργεια του χρήστη με διάφορα τρικ κ.ο.κ.
Στην κατώτερη στάθμη αυτής της παραδημοσιογραφίας (αλλά όχι μόνο πια εκεί), είναι η υιοθέτηση αλλά και η εφεύρεση συνωμοσιολογικών και κίτρινων τερατολογιών, φημών και λάσπης, σε συνέχεια της μεγάλης παράδοσης του σκανδαλοθηρικού και κίτρινου τύπου, αλλά σε κλίμακα και συντονισμό τάξεις μεγέθους μεγαλύτερο από οτιδήποτε μπορούσε να παραχθεί από έντυπα. Παράλληλα με το κερδώο σκέλος, ανάλογες τεχνικές χρησιμοποιούνται και στο κομμάτι της εξυπηρέτησης οικονομικών και πολιτικών συμφερόντων. Άρα, η ροή της πληροφόρησης μέσα στα ΜΚΔ είναι σε συνεχείς ρήξεις με το πραγματικό. Μάλλον, για την ακρίβεια, σε σχέση υποβολιμιαίας δημιουργικής επανερμηνείας και επαύξησής του…
Θα μπορούσε κανείς να αντείπει πως παράλληλα με τις παθολογίες αυτές, έχει δημιουργηθεί ένας ζωτικός και ευρύτατος χώρος δημόσιας συζήτησης. Πως έχει αποδοθεί σε αδρανείς μέχρι τώρα αναγνώστες / τηλεθεατές η δυνατότητα ενεργούς παρέμβασης και στη διανομή και στην παραγωγή πληροφορίας. Αν και αυτό είναι εν μέρει αλήθεια, τόσο το ιδιωτικοποιημένο περιβάλλον των υπηρεσιών κοινωνικής δικτύωσης και το ιδεολογικό πλαίσιο των συμφραζομένων τους[2], όσο και η παραμένουσα ασυμμετρία ισχύος της πληροφόρησης, αλλά και της δυνατότητας διαφημιστικής προώθησης περιεχομένου που δίνουν οι πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης, δρουν στην ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση.
Δυσλειτουργίες
Παρακάτω θα περιγράψω μερικές μόνο από τις δυσλειτουργίες / παθολογίες που γεννά η νέα κεντρικότητα των ΜΚΔ στην παραγωγή, διάχυση και πρόσληψη της πληροφόρησης.
Η δομική μη-αντιστρεψιμότητα της παραπληροφόρησης
Άπαξ και κάτι κυκλοφορήσει στο διαδίκτυο και μοιραστεί στα social media είναι αδύνατον να αποσυρθεί και δυνητικά θα κυκλοφορεί κατά κύματα αέναα, χωρίς δυνατότητα διόρθωσης, ακόμα και αν αποδειχθεί περίτρανα το αβάσιμό του, παρά μόνο για το πολύ μικρό κομμάτι εκείνων που και διαβάζουν τα σχόλια των άλλων και καταλαβαίνουν τι σημαίνει τεκμηρίωση. Οι δυνατότητες ατέρμονης παραπληροφόρησης, απάτης, λασπολογίας, δυσφήμισης και συκοφαντίας (ή προώθησης, διαφήμισης και αγιογράφησης βέβαια) που προσφέρουν τα ΜΚΔ με την αρωγή συνήθως ιστοχώρων αμφίβολης καθαρότητας και δημοσιογραφικής δεοντολογίας (αλλά όχι μόνο τέτοιων), που αναπαράγουν ό,τι θεαματική ράδιο-αρβύλα περνάει από τα αυτιά τους ή που απλά την επινοούν, είναι πρωτοφανείς στην ιστορία του ανθρώπινου πολιτισμού. Στα ΜΚΔ, με μετανεωτερικότατο τρόπο, η μυθοπλασία και η είδηση, η ιδεολογική επινόηση και η τεκμηριωμένη ιστοριογραφία, η κακόβουλη ψευδολογία και το λεπτομερές ρεπορτάζ, η επιστημονική άποψη και οι «τσαρλατανισμοί», είναι όντως επικοινωνιακά ισοδύναμα, πρακτικά.
Μια βασική δυνατότητα που έχουν δώσει στους χρήστες τα ΜΚΔ είναι εκείνη της «προσωποποίησης» της χρονογραμμής, δηλαδή το να μπορεί να επιλέγει και να διατηρεί επαφή κανείς μόνο με εκείνους τους φίλους ή τις ενημερωτικές / ειδησεογραφικές / αναλυτικές πηγές που εκείνος επιλέγει. Παρότι αυτή η δυνατότητα είναι αναμφίβολα εύχρηστη και δυνητικά χρήσιμη, δημιουργείται έτσι ένα όλο και πιο «προστατευμένο» περιβάλλον ενημέρωσης, όπου απόψεις και αντιλήψεις δεν τίθενται ποτέ υπό αμφισβήτηση και ελάχιστα νέα πλην των προκαθορισμένων φτάνουν στον εκάστοτε χρήστη. Από την τυραννία των «φρουρών» της πληροφορίας των ΜΜΕ, φτάνουμε στην αυτο-περίκλειση σε έναν θάλαμο με καθρέπτες, όπου κάθε άνθρωπος μπορεί να αυτοαποκλείεται αποτελεσματικά από την πραγματικότητα, μέσα σε μια αέναη επανάληψη του ασφαλούς για αυτόν, έχοντας ταυτόχρονα την ψευδαίσθηση της σφαιρικής ενημέρωσης.
Η υποστολή της δημοσιογραφικής δεοντολογίας στα ΜΚΔ
Σε έρευνα της ING το 2014, διαπιστώθηκε πως ένα μεγάλο τμήμα των δημοσιογράφων διεθνώς θεωρούν, αφενός, πως δεσμεύονται λιγότερο από τη δημοσιογραφική δεοντολογία στα ΜΚΔ και, αφετέρου, ελέγχουν και επιβεβαιώνουν τα όσα γράφουν στα περισσότερα Μέσα πολύ λιγότερο από ό,τι παλαιότερα και κυρίως μετά τη δημοσίευση. Αυτή η συστηματική απώλεια ελέγχου από τους (έστω και τυπικά) θεματοφύλακες της διασταύρωσης της πληροφορίας, στοιχίζει πολλαπλασιαστικά στην ακεραιότητα των όσων μεταφέρονται, ακόμα και από καθιερωμένα και με κύρος ΜΜΕ μέσα από το διαδίκτυο.
Το δίκοπο μαχαίρι της διπλής ιδιότητας παραγωγού – λήπτη περιεχομένου.
Αντίθετα με την παλιά μορφή πρόσληψης ειδήσεων ή αρθρογραφίας, σήμερα ολοένα και μεγαλύτερο τμήμα των χρηστών ΜΚΔ είναι ενεργοί συμμέτοχοι, όχι μόνο στην επιλογή και στη διάχυση του περιεχομένου που διαβάζουν. Συχνά και στην παραγωγή. Ανάλογα με τη «θεαματικότητα» όσων μεταφέρουν πολλά από τα στάτους, τις φωτογραφίες, τα βίντεο ή τα tweets που εμφανίζονται, διαχέονται και επαναλαμβάνονται σε μεγάλη κλίμακα, συχνά δε αναπαράγονται και από μαζικότερα μέσα. Αυτό έχει το πλεονέκτημα της αμεσότητας και δίνει τη δυνατότητα ταχύτατης διάχυσης επί τόπου μαρτυριών και εναλλακτικών, αντί των επισήμων, ερμηνειών. Όμως, παράλληλα είναι εξαιρετικά ευάλωτη ως διαδικασία στην εξαπάτηση, στην παραποίηση, στην παρεξήγηση, αλλά και στο τρολάρισμα. Πρόκειται για την οικοδόμηση του υπερπραγματικού με όρους crowdsourcing.
Churnalism
Η ακατάπαυστη δραστηριότητα των ΜΚΔ επιτείνει τις ανάγκες παραγωγής περιεχομένου σε μια συνεχή γραμμή παραγωγής ειδήσεων σε 24ωρους ρυθμούς, σε news room που είναι συνήθως υποστελεχωμένα. Αυτό οδηγεί, σε ακόμα μεγαλύτερο βαθμό από ό,τι στον έντυπο ή τον ραδιοτηλεοπτικό τύπο, στην εκτενή παρουσίαση αυτούσιων αποσπασμάτων από εταιρικά, πολιτικά, οικονομικά και άλλα δελτία Τύπου, μπροσούρες, και γενικά έγγραφα δημοσίων σχέσεων ή προπαγάνδας – όλο αυτό που ονομάζεται διεθνώς churnalism. Αυτό μπορεί να γίνεται εσκεμμένα σαν μέρος κάποιας ατζέντας ή απλά λόγω της πίεσης του χρόνου. Αλλά, έχει πάντα ως αποτέλεσμα τη σύγχυση μεταξύ κάλυψης ενός θέματος και προώθησης μιας πλευράς ή άποψης επ’ αυτού. Καθώς όλο και περισσότερες εταιρείες και οργανισμοί κάθε είδους γίνονται «δημοσιογράφοι του εαυτού τους» με αποτελεσματικό τρόπο, η δυσκολία ξεδιαλύματος μέσα στα ίδια τα ΜΚΔ αυξάνει, και η ήδη δυναμιτισμένη διάκριση μεταξύ κριτικού και προωθητικού υλικού, για τους περισσότερους χρήστες γίνεται αδύνατη.
Τι να κάνουμε;
Ο Βρετανός δημοσιογράφος και ντοκιμαντερίστας Άνταμ Κέρτις (Adam Curtis), στη σειρά ντοκιμαντέρ All Watched Over By Machines of Loving Grace, που προβλήθηκε στο BBC το 2011, παρουσίασε τη θέση πως η υπόσχεση των υπολογιστών ως εργαλείων για την ανθρώπινη απελευθέρωση δεν μπορεί να υποστηριχθεί πια εκ του αποτελέσματος. Οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές έχουν δράσει τελικά ως τώρα έτσι ώστε να μας παγιδεύσουν, ως ανθρωπότητα και ως πολίτες, σε μια πιο απλοϊκή και παραμορφωμένη εικόνα του τι συμβαίνει γύρω μας.
Ως παλιός και σταθερός χρήστης των ΜΚΔ, μπορώ ίσως να πω κάτι παρόμοιο για αυτά. Παρά την αρχική τεχνοφιλική προσδοκία της χρήσης των ΜΚΔ ως εργαλείων απελευθέρωσης και χειραφέτησης των αναγνωστών / χρηστών / θεατών από τη μονόπλευρη, ελεγχόμενη και μερική τροφοδοσία των μεγάλων και συστημικών ΜΜΕ, η πραγματικότητα δεν είναι ακριβώς αυτή. Τα ίδια τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ως εργαλεία μιντιακής διαμεσολάβησης, συνεισφέρουν και αυτά στη δημιουργία μιας απλοϊκότερης και παραμορφωμένης εικόνας για τον κόσμο. Εγκλωβίζουν μάλιστα τον κόσμο στην ψευδαίσθηση μιας αδιαμεσολάβητης και μη-χειραγωγήσιμης εμπειρίας. Δεν είναι ακριβώς απροσδόκητο το ότι αυτό συμβαίνει. Ζούμε μέσα σε μια συγκυρία που ηγεμονεύεται από μια οικονομικά μηχανιστική θεώρηση της ανθρώπινης φύσης. Οι μηχανισμοί που αυτή παράγει δεν θα μπορούσαν παρά να αποτυπώνουν την ηγεμονία αυτή.
Οπότε;
Ευτυχώς, κανένας μηχανισμός και κανένα εργαλείο δεν είναι στατικό. Επειδή η διαδικασία αυτή, καλώς ή κακώς, μόνο να προχωρήσει μπορεί και όχι να επιστρέψει σε μια (κάθε άλλο παρά ειδυλλιακή κι αυτή άλλωστε) προγενέστερη των ΜΚΔ εποχή, έχει νόημα να αρχίσουν να διαδίδονται και να εγκαθίστανται πρακτικές, δεξιότητες και μηχανισμοί που θα επιτρέπουν τον απεγκλωβισμό από την παραμορφωτική φούσκα των social media. Αυτό απαιτεί εκπαίδευση και των επαγγελματιών και των χρηστών / συμπαραγωγών. Απαιτεί επίσης να υπάρχει μια κριτική εμπλοκή με τα ΜΚΔ σε όλα τα επίπεδα.
Υπάρχουν αρκετές τέτοιες πρωτοβουλίες, από τη δημιουργία ανοικτών και αποκεντρωμένων εναλλακτικών πλατφορμών, μέχρι συγκροτημένες προσπάθειες υπονόμευσης του κυρίαρχου μοντέλου χρησιμοποίησης των ΜΚΔ από τους παραγωγούς της πληροφορίας ή το ζητούμενο της διάχυσης των δεξιοτήτων κριτικής ανάλυσης της διαδικτυακής πληροφορίας – από το σχολείο ήδη με την εισαγωγή και διδασκαλία του ψηφιακού αλφαβητισμού από τους ειδικούς της Επικοινωνίας και των Μέσων. Είναι μια πολλαπλή και σύνθετη μάχη για όποιους θελήσουν να τη δώσουν.
Ορολογία
Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης. Ο όρος αυτός έχει επικρατήσει στα ελληνικά αντί του ορθότερου «κοινωνικά μέσα» (Kaplan & Haenlein 2010). Τα κοινωνικά μέσα είναι ένα σύνολο διαδικτυακών εφαρμογών που είναι κτισμένα πάνω στα ιδεολογικά και τεχνικά θεμέλια του Web 2.0 και επιτρέπουν τη δημιουργία και την ανταλλαγή περιεχομένου που παράγεται από τους χρήστες τους. Οι υποκειμενικές αλληλεπιδράσεις και η επικοινωνία μέσα στα αλληλένδετα μεταξύ τους κοινωνικά δίκτυα του κάθε χρήστη παράγουν ένα συνολικό αποτέλεσμα ροής πληροφορικών αντικειμένων που συλλογικά συγκροτεί ένα «μέσο».
Κοινωνικά Δίκτυα. Δίκτυα ανθρωπίνων επαφών και σχέσεων που αποτελούνται από διμερείς σχέσεις επικοινωνίας και αλληλεπίδρασης μεταξύ των μελών τους.
Υπηρεσία Κοινωνικής Δικτύωσης. Μια συγκεκριμένη εφαρμογή των ΜΚΔ, πάνω σε συγκεκριμένη πλατφόρμα και κανόνες συμμετοχής και με συγκεκριμένες τεχνικές δυνατότητες και διεπιφάνειες χρήσης. Π.χ. το Facebook, το Twitter κτλ. Οι υπηρεσίες κοινωνικής δικτύωσης συναπαρτίζουν τα ΜΚΔ.
Πλατφόρμες Κοινωνικής Δικτύωσης. Η τεχνολογική και λογισμική υποδομή κάθε Υπηρεσίας Κοινωνικής Δικτύωσης.
Παραπομπές
[1] Το μπλογκ είναι προσωπικό ή συλλογικό, αλλά προϊόν αυτόβουλης επιθυμίας για επικοινωνία ή για συμμετοχή στον κύκλο της ενημέρωσης και κατάθεση άποψης. Τα ενημερωτικά site είναι μαγαζιά με εργαζομένους. Προωθούν για εμπορικούς ή πολιτικούς λόγους μια ατζέντα ή κάποιες ειδήσεις και απόψεις.
[2] Βλέπε την κριτική του Philip Mirowski για το facebook ως μηχανή αναπαραγωγής ενός νεοφιλελεύθερου “επιχειρηματικού εαυτού” (entrepreneurial self) στο βιβλίο του Never Let Α Good Crisis Go to Waste (Verso, 2013).
Εικ.: Sachsenhausen Concentration Camp. Oranienburg. Berlin. By Cmyk [Public domain], via Wikimedia Commons
Μιχάλης Παναγιωτάκης
αναλυτής διαδικτύου και δημοσιογράφος
Πηγή: dimosiografia
Αντικλείδι , http://antikleidi.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου