Δευτέρα 26 Δεκεμβρίου 2016

ΜΙΑ ΒΟΛΤΑ ΣΤΗ ΜΝΗΜΗ του ΓΙΩΡΓΟΥ ΧΑΤΖΗΚΥΠΡΑΙΟΥ

Γιώργος Χατζηκυπραίος

Κοινόχρηστο δημόσια  -  5:41 μ.μ.
 
Καλησπέρα σας
Ανάγνωσμα συγκινητικό και νοσταλγικό για το απόγευμα των γιορτών 


Μια βόλτα στην μνήμη

Νωρίς το πρωί είχε βρέξει και τα νεαρά φύλλα ανέδιδαν το άρωμα της εποχιακής νιότης τους. 
Με αργό βήμα στηριγμένος στο μακρύ του ραβδί ένας οδοιπόρος ανηφόριζε το χωματοβούνι με τα κεδράκια και τις βελανιδιές. Άπλωσε ένα γύρο το βλέμμα για να μαζέψει όση από τούτην την ομορφιά μπορούσε να χωρέσει η ψυχή του. Πουλιά, πολλών λογιών, συνόδευαν με το τραγούδι τους το βουητό του ορεινού μικρόκοσμου. Δυο ερωτευμένα σκιουράκια έπαιζαν το παιχνίδι του ζευγαρώματος πάνω στα κλαδιά μιας γέρικης βελανιδιάς. Δεν τα ενόχλησε το βήμα του καθώς το έπνιγε το νοτισμένο χώμα και τα περσινά φύλλα που έκαναν στρώμα πάνω στη γη. 


Χαμογέλασε με τα καμώματά τους και προχώρησε στην γωνιά που είχε ξεχωρίσει για να ξαποσταίνει. 

Ένας μεγάλος βράχος γυμνός από λειχήνες, μιας και ήταν στραμμένος στον βοριά. 
Έστρωσε το πανωφόρι του και κάθισε, διπλώνοντας τα πόδια του γύρω απ΄ το ραβδί του. 
Ήταν καλά εκεί. Έβλεπε μακριά, ίσαμε τις απότομες πλαγιές που ανηφόριζαν προς την κορφή και πέρα, προς τις σκήτες της μονής που άγιαζε το βουνό. 
Έβγαλε την πίπα του και την γέμισε αργά, τελετουργικά. 


Άναψε και ξανά προσήλωσε το βλέμμα στις απότομες πλαγιές που κρατούσαν όλο το φορτίο από το χειμωνιάτικο χιόνι. Κάποια συννεφάκια στεφάνωναν την κορυφή, κρύβοντας τους κοφτερούς βράχους της. Όμως αυτοί ήταν εκεί. Απότομοι, αιώνιοι που καθώς κοιτούσες ένιωθες το πολύ άγριο της όψης τους. 

Ανάσανε τον ελαφρύ αέρα, μαζί με τον καπνό απ’ την πίπα του και χάθηκε στις σκέψεις του. 
Το βουνό, δεν υπήρχε πια κι οι πεταλούδες που τριγύριζαν τα λουλούδια είχαν γίνει θαμπά χρώματα σ΄ ένα παλιό σκηνικό που ξαναζούσε στην σκέψη του.
Χρώματα από νέον που πετάριζαν μπροστά από κινηματογράφους και άνθρωποι που περνούσαν δίπλα του περιδιαβαίνοντας στον δρόμο με τις βιτρίνες. Σχεδόν ένοιωσε το χέρι της στο μπράτσο του και την φωνή της να διαπερνάει την βουή του πλήθους. 
Δεν θυμόταν πια τα λόγια. Μόνο κάποια αδιόρατη θύμηση και πολλή αίσθηση πληρότητας. 
Που να είναι τώρα;
Δεν έχει σημασία. Είναι στη σκέψη του κι αυτό που μετράει πιο πολύ απ’ όλα είναι ότι την έχει φέρει μαζί του σαν το πολύτιμο φορτίο του πρόσφυγα, που φυλάει τα θυμήματα του τόπου του περισσότερο κι απ’ την ζωή του. 
Ακούμπησε στην άκρη του ραβδιού του και στύλωσε το βλέμμα στα συννεφάκια που άρχισαν να πυκνώνουν. 
Συνάμα δυνάμωσε κι ο αέρας, φέρνοντας ριπές που τάραζαν τα κλαδιά στα γύρω δέντρα. 
Στο νου του ήρθαν μαρσαρίσματα ανυπόμονων οδηγών στο φανάρι.
-Έλα βιάσου να περάσουμε απέναντι!
-Όχι στάσου. Άσε να περάσουν οι άλλοι που βιάζονται. Μείνε μαζί μου. Δώσε μου ένα φιλάκι.


Του τράβηξε την προσοχή μια χελωνίτσα που αργοσάλεψε μπροστά στα πόδια του. 

Κατέβηκε απ΄ το βράχο και της γρατζούνισε το καβούκι. 
Αυτή χώθηκε μέσα του λίγο φοβισμένη, λίγο παιχνιδιάρα. 
Κοίταξε γύρω του. Τα πουλιά είχαν σωπάσει καθώς τα σύννεφα πύκνωσαν περισσότερο. 
Ο αέρας δυνάμωσε και οι πρώτες χοντρές στάλες έπεσαν προοιωνίζοντας την ανοιξιάτικη μπόρα που θ’ ακολουθούσε. 
Τυλίχτηκε το πανωφόρι του με πείσμα. 
-Δεν φεύγω από δω! Δεν φεύγω, αν δεν θυμηθώ το φιλί της! 

Γ. Χ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Τσιπούρα σοτέ με ψητό παντζάρι και πουρέ σελινόριζας

  Τσιπούρα σοτέ με ψητό παντζάρι και πουρέ σελινόριζας Δημοσιεύτηκε   04 Σεπ, 2024 |   In  Διεθνής  |  από   Γιώργος Αναστόπουλος  | Χρόνος ...