Το ναζιστικό πλιάτσικο στην πολιτισιτκή κληρονομιά του ελληνικού λαού
Γράφει ο Γρηγόρης Τραγγανίδας
Η πραγματικότητα είναι πολύ επίμονη. ‘Εχει μνήμη ελέφαντα και υπομονή γαϊδουριού. Δεν εξαπατάται. Και «επιστρέφει» ως επιβεβαίωση… ή ως μπούμερανγκ. Αυτό συμβαίνει με ένα σωρό πράγματα, ανάμεσά τους και πολύ σημαντικά. Οπως η ανεκπλήρωτη, ιστορική απαίτηση για διεκδίκηση της επιστροφής του κλεμμένου πολιτιστικού πλούτου του ελληνικού λαού από τους ναζί. Αλλά ποιο υπουργείο Πολιτισμού να ενδιαφερθεί γι’ αυτό, στην μετα – «Γκόου μπακ μαντάμ Μέρκελ» εποχή του τρίτου μνημονίου, του «υπο – κατώτατου» μισθού, των κομμένων συντάξεων (που «δεν κόβονται» κατά Κατρούγκαλον), της φτώχειας, της απελπισίας και των αποκλεισμένων – όταν δεν πνίγονται – προσφυγόπουλων…
Ενδιαφέρονται όμως οι άνθρωποι της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας. Οι αρχαιολόγοι και το προσωπικό των Εφορειών Αρχαιοτήτων και των μουσείων. Αυτοί οι «φρουροί» της πολιτιστικής κληρονομιάς, οι οποίοι γνωρίζουν πολύ καλά, πως δεν διαφυλάσσουν μόνο τα σπαράγματα του παρελθόντος, αλλά τα υλικά τεκμήρια της συλλογικής ιστορικής μνήμης. Μια καλή αρχή για να γνωρίσουμε και να εκτιμήσουμε αυτήν την προσφορά είναι η επίσκεψη στην φωτογραφική έκθεση που διοργανώνει το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, μέχρι τις 8 Δεκέμβρη, στο εσωτερικό Αίθριο – Καφέ του, με τίτλο «Από την κατάχωση των μνημείων στην ανάδυση της μνήμης» και υλικό από το πλούσιο Φωτογραφικό Αρχείο του Μουσείου.
Πρόκειται για την αποτύπωση του άθλου της αποθήκευσης και φύλαξης των αρχαιοτήτων του μουσείου σε ασφαλείς χώρους του ίδιου του κτηρίου, της Τραπέζης της Ελλάδος και σε φυσικά κρησφύγετα, λίγο πριν εισβάλλουν οι ναζί στην χώρα. Και με αφορμή αυτή την συγκλονιστική στιγμή ας θυμηθούμε κάποιες πλευρές του φασιστικού εγκλήματος που ακολούθησε και εναντίον του πολιτιστικού πλούτου του ελληνικού λαού.
Η επιστροφή στην «σιωπή»…
Το πλιάτσικο της πολιτιστικής μας κληρονομιάς από τους ναζί κατά την περίοδο της κατοχής μετριέται ήδη σε πολλές χιλιάδες αρχαιότητες. Ακόμα όμως δεν ξέρουμε τον ακριβή αριθμό… και αυτό δεν είναι το χειρότερο νέο. Ανεκτίμητη βέβαια είναι η μη αναστρέψιμη απώλεια από την καταστροφή αρχαίων μνημείων την ίδια περίοδο. Το ζήτημα αυτό, λοιπόν, παραμένει ανοιχτό, όπως ακριβώς και οι γερμανικές αποζημιώσεις. Το θέμα είναι ότι το ελληνικό αστικό κράτος εξακολουθεί να μην κάνει τίποτα και στις δύο περιπτώσεις.
Ακόμη και η επιστροφή στην Ελλάδα, τον Ιούλιο του 2014, από το μουσείο «Πφάλμπαουτεν» της Γερμανίας, 10.000 αρχαίων αντικείμενων, κυρίως όστρακα και κομμάτια από αγγεία της νεολιθικής περιόδου, που είχαν ανασκαφεί και κλαπεί το 1941 από την Θεσσαλία, ήταν αποτέλεσμα προσωπικού αγώνα και ενδιαφέροντος μιας Ελληνίδας αρχαιολόγου, παρά οργανωμένης διεκδίκησης εκ μέρος του ελληνικού κράτους.
Παρά την σημασία του θέματος, το υπουργείο Πολιτισμού «βγήκε» από την «σιωπή» του μόλις το 2013, για να απαντήσει σε ισχυρισμούς περί πώλησης, λεηλατημένων από τους ναζί, αρχαιοτήτων, στο διαδίκτυο. Ακόμη όμως και εκείνη η θέση που πήρε, προκάλεσε περισσότερα ερωτήματα από αυτά που υποτίθεται ότι απάντησε. Μετά, επέστρεψε στην «σιωπή»…
Το 2013 λοιπόν, το υπουργείο ανακοίνωνε τα εξής:
«α) Από την έρευνα στο αρχείο κλαπέντων πολιτιστικών αγαθών, το οποίο τηρείται στην αρμόδια Διεύθυνση της Γενικής Γραμματείας Πολιτισμού, δεν προκύπτει ότι τα συγκεκριμένα αρχαία έχουν κλαπεί από ελληνικά μουσεία ή αρχαιολογικές αποθήκες.
β) Για τον ισχυρισμό ότι τα συγκεκριμένα αρχαία εξήχθησαν από την Ελλάδα στη διάρκεια της Κατοχής 1940 – 1945, σημειώνεται ότι οι παράνομες ανασκαφές και οι κάθε είδους καταστροφές πολιτιστικών αγαθών, κατά την περίοδο 1941 – 1945, έχουν καταγραφεί σε ειδικό τόμο, με τον τίτλο «Ζημίαι των αρχαιοτήτων εκ του πολέμου και των στρατών κατοχής » (Αθήνα 1946). Για την επιστροφή τους μετέβησαν στην αλλοδαπή (Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, Ιταλία, Αυστρία), μεταπολεμικώς, πολλοί Ελληνες αρχαιολόγοι .
Η Διεύθυνση Τεκμηρίωσης και Προστασίας Πολιτιστικών Αγαθών ολοκληρώνει τις διαδικασίες επαναπατρισμού αρχαιολογικού υλικού (δεκάδων χιλιάδων οστράκων νεολιθικής περιόδου), τα οποία εξήχθησαν παρανόμως από την Ελλάδα στην διάρκεια της Κατοχής . Επιπροσθέτως με εγκύκλιο, ήδη από τον Φεβρουάριο του 2013, ζητήθηκε από όλες τις Υπηρεσίες της Γενικής Διεύθυνσης Αρχαιοτήτων, να καταγράψουν ποιες αρχαιότητες εξήχθησαν από την Ελλάδα στη διάρκεια της Κατοχής και ποιες εξ αυτών έχουν επαναπατρισθεί.
Προκειμένου να τεκμηριωθεί το αίτημα επιστροφής τους ζητήθηκε να υπάρξει εξονυχιστική έρευνα του αρχείου των Υπηρεσιών και να αποσταλούν οι περιγραφές, οι φωτογραφίες ή και σχέδιά τους. Μάλιστα, για πρώτη φορά καταγράφηκαν οι καταστροφές και αρπαγές βυζαντινών και μεταβυζαντινών αντικειμένων. Τέλος, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Εθνικού Αρχείου Μνημείων ερευνάται το σύνολο του αρχειακού υλικού του Ιστορικού Αρχείου της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας και εντός των επομένων μηνών θα εξαχθούν οριστικά και επιστημονικώς τεκμηριωμένα συμπεράσματα για το θέμα των αρπαγέντων ελληνικών πολιτιστικών θησαυρών, στη διάρκεια της Κατοχής .
Σημειώνεται για μία ακόμη φορά ότι η διαδικασία διεκδίκησης αρχαιοτήτων περιγράφεται και βασίζεται σε συγκεκριμένους κανόνες, που διέπουν το διεθνές δίκαιο και απαιτείται επαρκής τεκμηρίωση, προσοχή και περίσκεψη, ενώ τα τελευταία χρόνια έχουν πραγματοποιηθεί επαναπατρισμοί πολιτιστικών αγαθών από πολλά και σημαντικά μουσεία της αλλοδαπής».
Ακόμη καταγράφουμε..;
Ξεκινώντας από την τελευταία παράγραφο και με δεδομένο ότι ο πόλεμος τελείωσε το 1945 (ένα χρόνο πριν απελευθερώθηκε η Αθήνα), αναρωτιέται κανείς πόσο καιρό χρειάζεται το ελληνικό κράτος να μάθει πόσες (άρα και ποιες) αρχαιότητες αρπάχτηκαν από τους κατακτητές. Αυτό πια δεν το λες «προσοχή και περίσκεψη»…
Από εκείνη την απάντηση, λοιπόν, του υπουργείου προκύπτει ότι τουλάχιστον μέχρι τότε, δεν ξέραμε τι χάσαμε. Δεδομένης μάλιστα της «σιωπής» που απλώθηκε έκτοτε για το ζήτημα, είναι ασφαλές να υποθέσει κανείς πως ακόμη δεν γνωρίζουμε…
Αλλωστε, δεν είναι η πρώτη φορά. Αν και πολύ μικρότερης κλίμακας ζήτημα, ακόμη δεν ξέρουμε και τι έβγαλε από στοιχεία της πολιτιστικής κληρονομιάς μας η πρώην βασιλική οικογένεια φεύγοντας από το Τατόι.
Το γεγονός ότι δεν ξέρουμε τι χάσαμε αποτελεί ντροπή για όλες τις μεταπολεμικές κυβερνήσεις. Το υπουργείο, στην απάντησή του, επικαλέστηκε τον πρώτο κατάλογο που επιχειρήθηκε να συνταχθεί μέσα στην κατοχή από την Αρχαιολογική Υπηρεσία, ο οποίος εκδόθηκε το 1946 με τίτλο «Ζημίαι των αρχαιοτήτων εκ του πολέμου και των στρατών κατοχής».
Οπως διαβάζουμε στον πρόλογο του τόμου, αυτή η πρώτη απόπειρα καταγραφής της λεηλασίας της πολιτιστικής μας κληρονομιάς ξεκίνησε το 1943. Το κύριο βάρος έπεσε στους αρχαιολόγους Χρήστο Καρούζοκαι Μαρίνο Καλλιγά οι οποίοι, όπως μας πληροφορεί ο Κωνσταντίνος Τουμασάτος (Ριζοσπάστης «7 Μέρες», σελ.4, 29/1/2006), ανήκαν σε επιτροπή του ΕΑΜ Αρχαιολόγων . Ο ίδιος σημειώνει ότι ο Χ. Καρούζος ήταν ακαδημαϊκός και διευθυντής του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, ενώ ο Μ. Καλλιγάς ήταν έφορος Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, κατόπιν διευθυντής της Εθνικής Πινακοθήκης.
Στον πρόλογο σημειώνεται ότι «το έργον τούτο δεν είναι πλήρες, διότι καθ’ εκάστην σχεδόν φθάνουν εις το Υπουργείον (σσ. Θρησκευμάτων και Εθνικής Παιδείας στο οποίο τότε υπαγόταν η Διεύθυνση Αρχαιοτήτων και Ιστορικών Μνημείων) ειδήσεις περί ζημιών, ών δεν είχομεν γνώσιν, πλείσται δε επαρχίαι ακόμη δεν εξητάσθησαν υπό ουδενός αρχαιολογικού υπαλλήλου, επειδή το αρχαιολογικόν προσωπικόν είναι ελλιπέστατον (εξ 20 εφόρων, εις όσους περιωρίσθησαν διά του τελευταίου Νόμου, υπάρχουν μόνον 16, εκ δε 31 επιμελητών υπάρχουν μόνον 11) και δεν κατορθώθη ακόμη να συμπληρωθή».
Εξαρχής, λοιπόν, ήταν σαφές ότι η καταγραφή κάθε άλλο παρά είχε ολοκληρωθεί.
Πάντα από τον πρόλογο μαθαίνουμε τι σημαίνει φασισμός για τον πολιτισμό: «Αι γερμανικαί αρχαί διά του αρχαιολόγου Dr von Schonebeck, πρώτον, είτα δε διά του καθ. Kraiker επίεζον και συνέθλιβον την αρχαιολογικήν υπηρεσίαν του ελληνικού κράτους, άλλοτε μεν ίνα προστατεύωσιν αρχαιοκαπήλους, άλλοτε δε ίνα συγκαλύψωσι καταστροφάς υπό στρατιωτικών ομάδων προξενηθείσας, άλλοτε ίνα μη δυνηθή το κράτος να παρακολουθήση τυχαίαν ανεύρεσιν αρχαίων και την ενέργειαν στρατιωτικών έργων και άλλοτε ίνα αρνηθώσιν εις το κράτος το δικαίωμα της ασκήσεως κυριότητος επί των ανεσκαμμένων αρχαιοτήτων».
«Ενα ενθύμιο ήθελαν»… οι «μορφωμένοι»
Μπορεί εκείνος ο τόμος να μην είναι πλήρης, αλλά αρκεί για ανατριχιάσει ο αναγνώστης μπροστά στον κυνισμό των ναζί έναντι της πολιτιστικής κληρονομιάς. Η απαρίθμηση και μόνο των εγκλημάτων τους δεν χρειάζεται κανέναν άλλο σχολιασμό. Μερικά χαρακτηριστικά παραδείγματα:
Κεραμεικός, 1941: Ο Γερμανός αρχαιολόγος Getauer κλέβει μαλανόμορφο γραπτό πίνακα «εξαιρετικής τέχνης μετά παραστάσεως προθέσεως νεκρού».
Βούλα: Κατά την εκτέλεση στρατιωτικών έργων οι Γερμανοί βρίσκουν αρχαιότητες που δεν παραδίδουν στην Αρχαιολογική Υπηρεσία. Το ίδιο γίνεται και στη Βάρη με την αναφορά ότι οι αρχαιότητες «μετεφέρθησαν εις το γερμανικόν αρχαιολογικόν Ινστιτούτον».
Ελευσίνα: Γερμανοί στρατιώτες σπάνε ένα παράθυρο της αποθήκης του μουσείου και αρπάζουν αγγεία και ειδώλια. Μόλις γίνονται αντιληπτοί το σκάνε με μοτοσικλέτα. «Αναιδής και αχαρακτήριστος» γράφουν οι συγγραφείς του τόμου «είναι επίσης η δικαιολογία, την οποίαν έδωσεν η γερμανική υπηρεσία προστασίας καλλιτεχνημάτων (…) όπερ έχει επί λέξει ως εξής: «Η προκειμένη περίπτωσις δέον να μη θεωρηθή ως κλοπή, δι ής θα επλούτιζον οι δράσται. Τούτο συνάγεται εκ του γεγονότος ότι πρόκειται περί μορφωμένων ανθρώπων οίτινες έχουν ενδιαφέρον διά την ελληνικήν αρχαιότητα, όπερ συνάγεται εκ του ότι εγνώριζον την Αγγλικήν και έκανον χρήσιν του αγγλιστί γεγραμμένου οδηγού. Οι αποκομίσαντες θα είχον προφανώς την πρόθεσιν ν’ αποκτήσουν ενδεχομένως διά του τρόπου τούτου εν ενθύμιον»»!!!
Προκύπτει επίσης ότι οι Γερμανοί βρήκαν την ευκαιρία στην κατοχή να συνεχίσουν με άλλο τρόπο τις προπολεμικές ανασκαφές τους. Ετσι, ο Γερμανός αρχαιολόγος G. Welter καταγγέλλεται ότι το Σεπτέμβρη ή τον Αύγουστο του 1941 «εξήγαγε τέσσαρα ή πέντε πλήρη κιβώτια αρχαιοτήτων» από την Αίγινα. Η Αρχαιολογική Υπηρεσία φυσικά δεν ήξερε τι περιείχαν τα κιβώτια, «επειδή ο ως άνω αρχαιολόγος διεξήγεν ενταύθα από πολλών ετών ανασκαφάς».
Ευρείας κλίμακας πλιάτσικο αλλά και καταστροφές έγιναν τον Απρίλιο του 1941 στο Αρχαιολογικό Μουσείοτης Θήβας. Ο τόμος περιγράφει αναλυτικά κλεμμένες αρχαιότητες από τις ανασκαφές της Ανω Αγόριανης, της Λιβαδειάς, του Ευπάλιου, της Θήβας και του Γαλαξειδιού.
Ανάλογο πλιάτσικο έγινε και στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Χαιρώνειας, με τους ναζί να σπάνε το λουκέτο της εισόδου, να σπάνε τις γυάλινες προθήκες και να αρπάζουν ό,τι βρουν. Μάλιστα προχώρησαν και σε «τρομοκρατικές ανακρίσεις» (όπως αναφέρεται στον τόμο) μαρτύρων… ώστε να τους αναγκάσουν να «βεβαιώσουν την αθωότητα των Γερμανών».
Οι ναζί αξιωματικοί χρησιμοποιούσαν τις αρχαιότητες και ως δώρα μεταξύ τους! Αυτό έγινε για παράδειγμα στη Μήλο, όπου κατά την εκτέλεση οχυρωματικών έργων στην Φυλακωπή (σσ. από τις σημαντικότερες πόλεις του προϊστορικού Αιγαίου) βρέθηκαν 20 άθικτοι τάφοι, «πλούσιοι εις λίθινα και πήλινα κτερίσματα ποικίλως διακοσμημένα». Ο λοχαγός Βόλνχαλς Ρούντολφ «εχάρισεν εις τον επισκεφθέντα την Μήλον στρατηγόν Speidel τινά των ευρημάτων, κατά σύστασιν του συνοδεύοντος τον στρατηγόν αρχαιολόγου Kraiker Wilhelm». Και οι συγγραφείς του τόμου συμπληρώνουν: «Συμπληρωματικώς προς τα κλοπάς του Γερμανού αξιωματικού Vollnhals σημειούται ότι ούτος ανεύρε και απεκόμισε «λίθινον αγαλμάτιον καθημένου παιδός, αρίστης διατηρήσεως»».
Στην Αθήνα, «Γερμανοί αξιωματικοί επρομήθευσαν αρίστην αρχαίαν κεφαλήν γυναικός (του 4ου π.Χ. αιώνος) ην εχάρισαν εις τον Στρατάρχην List, όστις την έλαβε μεθ’ εαυτού (…)».
Γερό πλιάτσικο έγινε και στην αρχαιολογική συλλογή στο Καστέλλι Κισσάμου στην Κρήτη ενώ στην Κνωσσό, ο στρατηγός Ringel βούτηξε τρία κιβώτια γεμάτα αρχαιότητες από το στρωματογραφικό μουσείο . Ανάμεσά τους υπήρχαν αγάλματα, αγγεία, ειδώλια, ξίφη κ.ά.
Η Ολυμπία ως γκαράζ στρατιωτικών οχημάτων
Το φασιστικό μένος δεν «χόρταινε» με το πλιάτσικο. Ηθελε και να καταστρέψει. Ο κατάλογος των καταστροφών που περιέχει ο τόμος πονάει ακόμη περισσότερο τον αναγνώστη. Τι άλλο εκτός από πόνο και οργή μπορούν να προκαλέσουν οι αναφορές, ότι Γερμανοί στρατιώτες, είτε μεμονωμένα είτε σε ομάδες με αξιωματικούς, αποκολλούσαν μαρμάρινα τμήματα από την Ακρόπολη, χρησιμοποιώντας ακόμη και τις ξιφολόγχες τους; «Κατέστρεφον ούτω τα εν τη Ακροπόλει κατακείμενα μάρμαρα ενίοτε φθάνοντες μέχρι πλήρους καταστροφής αρχιτεκτονικών μελών ως κιονοκράνων κ.λπ. Αλλά και επί των ορθίων μνημείων έθετον χείρα μη ορρωδούντες και προ αυτού έτι του Παρθενώνος».
Την τελευταία μέρα της αποχώρησής τους από την Ελλάδα, οι ναζί πυροβολούν το ανάγλυφο του Χάρωνα στον Κεραμεικό, ενώ προκάλεσαν ανατινάξεις(!) γύρω από τον αρχαίο ναό στο Σούνιο, καταστρέφοντας ένα επιστύλιο της ανατολικής πλευράς του μνημείου.
Στην Ελευσίνα έριξαν κίονες που στέκονταν επί χιλιετίες όρθιοι και προκάλεσαν διάφορες καταστροφές μέσα στον αρχαιολογικό χώρο. Εισέβαλαν και στις αποθήκες του μουσείου σπάζοντας αγάλματα.
Βανδαλισμούς υπέστησαν οι αρχαιότητες στην Κόρινθο, στις Μυκήνες (όπου, εκτός των άλλων, οι Γερμανοί στρατιώτες είχαν μετατρέψει σε στόχο τους λέοντες της Πύλης των Λεόντων πυροβολώντας τους), την Τίρυνθα (όπου το καλοκαίρι του 1944 «οι Γερμανοί επροκάλεσαν μεγάλας και ουσιώδεις καταστροφάς εις την Ακρόπολιν της Τίρυνθος»), την Νικόπολη και σε πολλές ακόμη αρχαιολογικές περιοχές της χώρας.
Ο αρχαιολογικός χώρος της Ολυμπίας είχε μετατραπεί σε χώρο στάθμευσης «μηχανοκινήτων φαλαγγών»**. Η καταγραφή των καταστροφών είναι λεπτομερής. Γι’ αυτό και θα άξιζε έστω μιας μικρής αναφοράς από την τότε πολιτική ηγεσία του υπουργείου Πολιτισμού (Κ. Τζαβάρας), τον Αύγουστο του 2012 όταν εγκαινιάστηκε«με μεγάλη λαμπρότητα και με την παρουσία πλήθους κόσμου» η μεγάλη έκθεση «Ολυμπία: Λατρεία, Μύθος, Αγώνες» στο Μουσείο Martin Gropius Bau, στο Βερολίνο, πολύ περισσότερο που το Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο ανασκάπτει στην Αρχαία Ολυμπία. Οχι για να ταυτίσει τη μεταπολεμική γερμανική αρχαιολογία με την κατοχική, αλλά για να υπενθυμίσει και το πολιτιστικό χρέος της Γερμανίας προς τον ελληνικό λαό για τις καταστροφές των αρχαιοτήτων στην κατοχή.
Ούτε λέξη όμως δεν ειπώθηκε…
*Χωρίς να διστάσουν ακόμη και μπροστά στον Παρθενώνα.
**Πολλές δεκαετίες αργότερα, ακριβώς το ίδιο έκαναν οι Αμερικανοί ιμπεριαλιστές και οι σύμμαχοί τους κατά την εισβολή στο Ιράκ, όπου, εκτός των άλλων καταστροφών, μετέτρεψαν σε «γκαράζ» τεθωρακισμένων την αρχαία Βαβυλώνα.
πηγή:
Δημοσιεύτηκε just now από τον χρήστη selana
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου