ΑΝΤΙΟ FIDEL
Πέθανε σε ηλικία 90 ετών ο ηγέτης της Κούβας Φιντέλ Κάστρο. Η φυσιογνωμία του θα μείνει για πάντα χαραγμένη στη συλλογική μνήμη του αγώνα για την καταστροφή του καπιταλισμού, για τη σοσιαλιστική επανάσταση και τον κομμουνισμό. Δίπλα στους μεγάλους επαναστάτες που άλλαξαν τη ροή της ιστορίας. Που άνοιξαν το δρόμο για την απελευθέρωση της ανθρωπότητας από τα δεσμά της ταξικής κοινωνίας. Η επανάσταση της Κούβας του 1959 αποτελεί ένα ακόμα κομμάτι στο παζλ της παγκόσμιας επανάστασης. Μια ακόμα έφοδος στον ουρανό. Οι οπαδοί του τέλους της ιστορίας μπορεί να διακηρύττουν προς τους απανταχού καταπιεσμένους ότι δεν υπάρχει άλλη εναλλακτική (ΤΙΝΑ) αλλά κάθε φορά η επανάσταση θα επιστρέφει, ακόμα πιο μυαλωμένη, ακόμα πιο έτοιμη να λύσει μια και καλή τους λογαριασμούς της με την αντιδραστική και παρακμιακή καπιταλιστική αριστοκρατία. Στη διαδρομή αυτή ο Κάστρο, δίπλα στον Τσε θα αποτελούν ένα ακόμα φωτεινό παράδειγμα σε αυτόν τον αγώνα.
Ο Κάστρο ηγήθηκε μαζί με τον Τσε της κουβανέζικης επανάστασης του 1959. Τότε ήταν 32 χρονών. Αξίζει να θυμηθούμε τις καλύτερες στιγμές της επανάστασης κάτω από τη μύτη του παγκόσμιου ηγεμόνα, από ένα άρθρο που δημοσιεύτηκε το 2003 στη Εργατική Εξουσία, αποτίοντας το δικό μας φόρο τιμής στον επαναστάτη του έφυγε. Hasta la victoria siempre!
Η κουβανέζικη Επανάσταση
Αυτό το άρθρο δεν θα τοποθετηθεί πάνω στις προοπτικές που ανοίγονται σήμερα για την Κούβα, αλλά φιλοδοξεί να περιγράψει σε γενικές γραμμές την ιστορία της κουβανέζικης επανάστασης. Μια επανάσταση που αποτελεί -έτσι κι αλλιώς- κομβικό σημείο της νεότερης ιστορίας της ανθρωπότητας, πάνω στην οποία έχουν οικοδομηθεί πλήθος από μύθους. Χωρίς τη γνώση των γεγονότων στην πραγματική τους διάσταση, μια τοποθέτηση στο ερώτημα “που βαδίζει σήμερα η Κούβα” θα είναι από το ξεκίνημά της ληψή.
Κούβα 1953
Στις 26 Ιούλη 1953 μια ομάδα κυρίως φοιτητών επιτίθεται στον στρατώνα Μονκάδα. Ο δικτάτορας Μπατίστα διοικεί την Κούβα έμμεσα ή άμεσα ήδη πριν από τον πόλεμο με σκληρή καταστολή που έχει κοστίσει τη ζωή σε 20.000 κουβανούς. Τέτοιες βίαιες επιθέσεις ενάντια στο καθεστώς δεν είναι κάτι πρωτότυπο. Η επίθεση ωστόσο έχει άδοξο τέλος. Όσοι δεν σκοτώνονται συλλαμβάνονται. Στη δίκη που ακολουθεί ο Κάστρο κρατά μια γενναία στάση που θα τον κάνει σύμβολο του αντιδικτατορικού αγώνα. Από τη φυλακή βγαίνει μετά από μια γενική αμνηστία που παραχωρεί το καθεστώς. Ο Κάστρο και κάποιοι από τους φοιτητές της επίθεσης αναχωρούν για το Μεξικό. Εκεί θα γραφτεί η εισαγωγή της κουβανικής επανάστασης. Ο Κάστρο ιδρύει την οργάνωση “Κίνημα 26 Ιουλίου” (Μ26) και επιδίδεται στην προσπάθεια οργάνωσης μιας δεύτερης απόπειρας. Συγκεντρώνει άντρες πόρους και όπλα που θα του επιτρέψουν μια απόβαση στην Κούβα με στόχο τη δημιουργία αντάρτικου στρατού που θα ανατρέψει τη δικτατορία. Στο Μεξικό γνωρίζεται με τον αργεντίνο Τσε Γκεβάρα που πείθεται να ακολουθήσει τους κουβανούς στην επιχείρηση.
Το Μ26 διέθετε πάθος, αποφασιστικότητα και μια πολύ χαλαρή πολιτική συμφωνία. Σε μια συνέντευξή του ο Τσε μετά τη νίκη της επανάστασης περιγράφει το πολιτικό κλίμα στην ομάδα των κουβανών: “Θυμάμαι, σε μια συζήτηση στο Μεξικό, εισηγήθηκα την πρόταση επαναστατικού προγράμματος στον Κουβανέζικο λαό. Ποτέ δεν ξέχασα πώς ένας απ’ αυτούς που συμμετείχαν στην επίθεση της Μονκάντα απάντησε. Μου είπε : ‘Είναι απλό. Αυτό που πρέπει να κάνουμε είναι ένα πραξικόπημα. Ο Μπατίστα πήρε την εξουσία μέσα σ’ ένα βράδυ. Πρέπει να κάνουμε κι εμείς ένα πραξικόπημα και να τον διώξουμε απ’ την εξουσία’. Τότε διαφώνησα μαζί του λέγοντας ότι θα έπρεπε όχι μόνο να κάνουμε πραξικόπημα, αλλά και να σκεφτούμε τι θα κάνουμε αφού πάρουμε την εξουσία”. Μετά από μήνες γυμνασίων και προετοιμασίας, οι αντάρτες αγοράζουν ένα μισοδιαλυμένο γιοτ και ξεκινούν για την Κούβα.
Ο ανταρτοπόλεμος
Το Δεκέμβρη του 1956 αποβιβάζονται κοντά στο Μανσανίγιο οι 80 αντάρτες που θα αποτελέσουν τον αντάρτικο απελευθερωτικό στρατό. Η επιχείρηση ξεκινά αντίξοα. Το υπερφορτωμένο γιοτ σχεδόν ναυαγεί μακριά από το προκαθορισμένο σημείο απόβασης, όπου τους περίμεναν σύντροφοι τους. Ενώ προσπαθούν να συνέλθουν από το κοπιαστικό ταξίδι και να αποκτήσουν επαφή δέχονται επίθεση –η πρώτη μάχη- στην περιοχή Αλεγκρία ντελ Πίο, στην οποία αποδεκατίζεται η ομάδα των ανταρτών, πολλοί σκοτώνονται ή συλλαμβάνονται. Οι 12 που γλιτώνουν ανασυντάσσονται στη Σιέρα Μαέστρα.
Η τεράστια οροσειρά που καλύπτει την ανατολική Κούβα γίνεται το καταφύγιο και το ορμητήριο των ανταρτών. Η Σιέρα Μαέστρα ήταν το πιο καθυστερημένο τμήμα της Κούβας. Ηλεκτρισμός, σχολείο, γιατρός είναι άγνωστες λέξεις, για τους αγρότες που ζουν σε συνθήκες μεγάλης φτώχιας. Οι αντάρτες συνδυάζουν προπαγάνδα με μαθήματα γραφής και ανάγνωσης. Αυτοί οι αγρότες θα γίνουν το ισχυρό στήριγμα του Κάστρο.
Στο δύσβατο αυτό έδαφος ο στρατός δεν μπορεί να τους ξετρυπώσει και μπορούν να του προκαλούν πλήγματα χωρίς να δέχονται σοβαρή πίεση. Όλη τη χρονιά του 1957 οι πολεμικές επιχειρήσεις είναι μικρής κλίμακας, επιθέσεις σε μικρούς στρατώνες και ενέδρες σε μονάδες. Έχουν περισσότερο συμβολικό χαρακτήρα καθώς δείχνουν στον κουβανικό λαό πως υπάρχει κάπου στο νησί μια ομάδα που μάχεται με όπλα τον δικτάτορα.
Το Μ26 έχει αποκτήσει σοβαρά ερείσματα ανάμεσα στον πληθυσμό των πόλεων και οι οπαδοί του ήταν πολλοί περισσότεροι από τους λίγους αντάρτες της Σιέρα Μαέστρα, που μέχρι το τέλος δεν ξεπέρασαν τις λίγες εκατοντάδες. Επίσης, σε άλλα σημεία της Κούβας δρούσαν διάφορες μικρές αντάρτικες ομάδες. Ο Κάστρο, παράλληλα με τις στρατιωτικές επιχειρήσεις ασκεί με συνέπεια μια μεγάλη πολιτική καμπάνια με στόχο να συνενώσει τις διάφορες σκόρπιες εστίες αντιδικτατορικής αντίστασης σε έναν κορμό γύρω από το Μ26. Για αυτό το σκοπό στη Σιέρα Μαέστρα εκδίδεται εφημερίδα που βρίσκει το δρόμο να φτάνει στις πόλεις και αργότερα και ραδιοφωνικός σταθμός. Ο πολιτικός λόγος του Κάστρο και του Μ26 εξαντλείται στην ανάγκη για αγώνα ενάντια στη δικτατορία. Το κύρος του Κάστρο μετά την επίθεση στη Μονκάδα και τη στάση του στη δίκη που ακολούθησε ήταν υψηλό. Οι επιτυχίες του αντάρτικου όμως το εκτοξεύουν και ο ίδιος καθιερώνεται σαν ηγέτης της αντίστασης.
Το Μάη του 57 φοιτητικές κινητοποιήσεις συγκλονίζουν το Σαντιάγκο. Το κίνημα καταστέλλεται και δολοφονείται ο ηγέτης των φοιτητών Φράνκ Παίς, οπαδός του Μ26. Η πόλη του Σαντιάγκο νεκρώνει από τη γενική απεργία. Τα γεγονότα του Σαντιάγκο δεν απλώνονται στην υπόλοιπη Κούβα, αλλά στη ριζοσπαστικοποίηση της νεολαίας θα βρει το Μ26 το αναγκαίο έμψυχο υλικό. Λιγότερο για μαχητές που παίρνουν το δρόμο για το βουνό –και που στην πραγματικότητα δεν είναι αναγκαίοι γιατί δεν γίνονται μάχες μεγάλης κλίμακας- αλλά κυρίως με το σχηματισμό πυρήνων στις πόλεις και στην επαρχία. Αυτοί οι πυρήνες γίνονται οι προπαγανδιστές του αγώνα ενάντια στον Μπατίστα. Η απήχηση των γεγονότων του Σαντιάγκο θα επιτρέψει στο Μ26 να πιάσει γερές ρίζες στην εργατική τάξη της χώρας. Μάλιστα λίγο αργότερα επιχειρεί να οργανώσει μια γενική απεργία σε όλη την Κούβα, η οποία όμως αποτυγχάνει.
Η κλιμάκωση
Ο αντάρτικος στρατός ξεθαρρεύει και αναλαμβάνει τολμηρότερες στρατιωτικές επιχειρήσεις. Σταδιακά, η ορεινή περιοχή στα ανατολικά του νησιού αποτελεί “ελεύθερη ζώνη”. Το βασικό όμως δεν είναι η επιτυχία αυτών των επιχειρήσεων, αλλά η ανικανότητα του Μπατίστα να τους εξολοθρεύσει. Αν και κινητοποιεί δυσανάλογα μεγαλύτερη δύναμη με συχνή χρήση αεροπορίας και βομβαρδισμών, οι δυνάμεις αυτές αποδεικνύονται άχρηστες στα βουνά και τα δάση της Κούβας. Όλες οι εκκαθαριστικές επιχειρήσεις που ξεκινούσαν με τυμπανοκρουσίες από την Αβάνα μετά από λίγο επέστρεφαν άπραγες. Αυτό είναι που μεγαλώνει κατακόρυφα το γόητρο των καστρικών που πλέον θεωρούνται σαν μια δύναμη που ο Μπατίστα δεν μπορεί να καταστείλει. Ο Κάστρο πια φαντάζει όχι μόνο σαν ο αδιαμφισβήτητος ηγέτης του αντιδικτατορικού αγώνα, αλλά και σαν την δύναμη που είναι δυνατόν να ανατρέψει το δικτάτορα, σαν την εναλλακτική λύση για την επόμενη μέρα.
Αυτό που συνέβαινε στην Κούβα το 58 είναι πως εξερράγη η οργή και η λαϊκή αγανάκτηση που φούσκωνε χρόνια. Ήδη σε διάφορα σημεία της χώρας αγρότες εξεγείρονται ζητώντας γη, σε κάποιες μάλιστα περιπτώσεις επιτίθενται στις ιδιοκτησίες μεγαλοτσιφλικάδων. Στις πόλεις η οργή εκδηλώνεται με μια σειρά πράξεων σαμποτάζ που δημιουργούν σοβαρά προβλήματα στην πολεμική μηχανή του Μπατίστα.
Η χούντα του Μπατίστα επιχειρεί το καλοκαίρι του 58 να λύσει μια κι έξω το θέμα του αντάρτικου που ήδη προκαλεί την προσοχή όλου του κόσμου και οργανώνει μιας μεγάλης έκτασης επιχείρηση στη Σιέρα Μαέστρα. Μετά από σκληρές μάχες που διαρκούν πάνω από δυο μήνες ο κυβερνητικός στρατός αναγκάζεται να υποχωρήσει αφήνοντας όχι μόνο την οροσειρά, αλλά και ολόκληρη την περιοχή Οριέντε στον έλεγχο των ανταρτών.
Μετά τη νίκη της Σιέρα Μαέστρα, τον Αύγουστο του 58 αποφασίζεται η επέκταση του αντάρτικου και στην υπόλοιπη Κούβα. Ο Κάστρο παραμένει στη περιοχή με σκοπό να περικυκλώσει το Σαντιάγκο ντε Κούβα, ενώ δυο φάλαγγες ξεκινούν την πορεία προς τη δύση. Η πρώτη από βορά με διοικητή τον Σιενφουέγο και 75 μαχητές και η δεύτερη με διοικητή τον Τσε Γκεβάρα και 180 μαχητές από νότο με στόχο να δημιουργήσουν μια δεύτερη βάση στο βουνό Εσκαμπράι και στην επαρχία Λας Βίλας. Μετά από ένα μήνα εξαντλητική πορεία με συνεχείς μάχες φτάνουν στο Εσκαρμπάι. Οι αντάρτες πίστευαν πως ο δρόμος για την ανατροπή του δικτάτορα ήταν ακόμη μακρύς. Ο ίδιος ο Τσε δήλωνε τον Οκτώβρη πως “ο στρατός του Μπατίστα έφυγε με τη ραχοκοκαλιά σπασμένη, αλλά όχι νικημένος”.
Η πτώση της χούντας
Η κατάσταση όμως ήταν κιόλας πολύ ευνοϊκότερη από όσο την φαντάζονταν οι ίδιοι οι ηγέτες του αντάρτικου. Αυτό που κάνει την αλλαγή είναι ότι μπαίνει πια στον αγώνα ορμητικά ο κουβανέζικος λαός. Εκτός από τις εκκλήσεις για γενικό ξεσηκωμό, δεν υπήρχε κανένα σχέδιο για αυτό το σκοπό, αλλά καλοκαίρι του 58 φανέρωσε ότι ο εχθρός δεν είναι ανίκητος. Η απόφαση να επεκταθεί προς τα δυτικά ο αντάρτικος στρατός και η σταθεροποίησή του στα βουνά της κεντρικής Κούβας λειτούργησε σαν έναυσμα για γενική εξέγερση, με τέτοια ταχύτητα που δεν την πίστευαν ούτε οι ίδιοι οι αντάρτες. Στις 3 Νοέμβρη ο Μπατίστα επιχειρεί μια “φάρσα εκδημοκρατισμού” προκηρύσσοντας εκλογές-παρωδία. Η έκκληση του Μ26 για αποχή από τις εκλογές έχει επιτυχία και παρά τις συνθήκες αστυνομοκρατίας η αποχή ξεπερνά το 70%.
Στις 15 Δεκέμβρη η ομάδα του Τσε αναλαμβάνει να ανατινάξει μια γέφυρα κοντά στην πόλη Φαλσόν, σημαντική για τις κινήσεις και τον ανεφοδιασμό του στρατού. Στην πόλη εδρεύει ένας στρατώνας 120 ανδρών που φυλά τη γέφυρα. Στη μάχη για την κατάληψη του στρατώνα οι αντάρτες βλέπουν ξαφνικά να έρχεται στην επίθεση όλη η πόλη που καταλαμβάνει τελικά το στρατώνα με μολότωφ. Ο Μπατίστα διατάζει την επομένη την αεροπορία να βομβαρδίσει την Φαλσόν. Ο βομβαρδισμός έχει 18 άμαχους νεκρούς. Αυτή η βάρβαρη πράξη είναι η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι. Απ’ όποια πόλη πλέον περνάν οι 200 άντρες του Τσε έχουμε λαϊκό ξεσηκωμό. Την επόμενη κιόλας μέρα καταλαμβάνονται το Καμπαϊγουάν, το Γκουάγιος και μια μέρα αργότερα η Σάνκτι Σπίριτους μια πόλη με πληθυσμό 120.000 κατοίκων και μεγάλη στρατιωτική δύναμη. Η απειλή του Μπατίστα να βομβαρδίσει τις πόλεις που ξεσηκώνονται εξαγριώνει το λαό που επιτίθεται τυφλά σε κάθε κυβερνητικό κτίριο ή σύμβολο. Τρεις ώρες μόνο μετά την πτώση του Σάνκτι Σπίριτους οι αντάρτες συνεχίζουν για την Πλασέτας. Δεν προλαβαίνουν να φτάσουν και η φρουρά της έχει ήδη παραδοθεί στους κατοίκους της πόλης.
Ο Μπατίστα υπολογίζει να σταματήσει την προέλαση των ανταρτών στη Σάντα Κλάρα, την πόλη στο κέντρο του νησιού που ανοίγει το δρόμο στην Αβάνα. Για την άμυνα της πόλης έχει συγκεντρώσει 4.000 πιστούς οπαδούς του που φυλάν κάθε πρόσβαση στην πόλη. Οι αντάρτες κάνουν έναν μεγάλο κύκλο και παρακάμπτοντας το στρατό μπαίνουν στην πόλη τη νύχτα 27 Δεκέμβρη. Το πρωί όλη η πόλη είναι στα οδοφράγματα, η αεροπορία ξεκινά τους βομβαρδισμούς και ο στρατός την επίθεση. Η μάχη της Σάντα Κλάρα κρατάει τρεις μέρες. Στην 1η Γενάρη οι οδομαχίες συνεχίζονται αλλά η μάχη έχει ήδη κριθεί σε βάρος του στρατού. Σε λίγες ώρες ο Μπατίστα ακολουθώντας τη συμβουλή του αμερικάνου πρέσβη εγκαταλείπει τη χώρα. Θα βρει άσυλο κοντά στον Τρουχίλιο, τον δικτάτορα του Αγ. Δομίνικου. Αφήνει πίσω τον συνταγματάρχη Καντίγιο να υπερασπιστεί το νησί από τους αντάρτες. Το καθεστώς δεν μπορεί να προβάλει πια καμιά άμυνα. Ο Καντίγιο αμέσως μετά την αναχώρηση του δικτάτορα ανακοινώνει πως δέχεται διαταγές… μόνο από τον Φιντέλ Κάστρο. Η επανάσταση έχει τελειώσει. Σε δυο μέρες οι αντάρτες μπαίνουν θριαμβευτές στην Αβάνα σε μια κατάσταση πανηγυριού.
Οι αντάρτες στην εξουσία
Η πρώτη κυβέρνηση της μεταδικτατορικής Κούβας είναι ένας συνασπισμός των δυνάμεων που ανάτρεψαν το δικτάτορα. Ο Κάστρο αναλαμβάνει πρωθυπουργός και πρόεδρος ο άνθρωπος-σύμβολο της αντιδικτατορικής αστικής τάξης, ο Ουρούτια. Ο Ουρούτια ήταν ο δικαστής που είχε το θάρρος να ψηφίσει την αθώωση των συλληφθέντων μαχητών του Μ26 που αιχμαλωτίστηκαν στην απόβαση στην Αλεγκρία ντελ Πίο.
Χαρακτηριστική της ισορροπίας είναι η σύνθεσή της νέας κυβέρνησης: Μια αριστερή πτέρυγα με επικεφαλής τον Κάστρο, τον Τσε, τον 28χρονο Ραούλ αδερφό του Κάστρο, τον Χιμένες, και μια δεξιά πτέρυγα γύρω από τον Ουρούτια και αργότερα τον Καδρόνα με δημοκράτες αστούς πολιτικούς. Η δεξιά πτέρυγα της κυβέρνησης έχει ξεκάθαρο τι θέλει να κάνει, να εγκαθιδρύσει μια αστική δημοκρατία που θα εξασφαλίζει τα συμφέροντα της κουβανέζικης αστικής τάξης. Η αριστερή πτέρυγα δεν έχει τίποτα ξεκάθαρο. Έχουμε δει ήδη ότι το Μ26 καταρτίζει το πρόγραμμα της μετά-Μπατίστα εποχής εμπειρικά και ψαχουλευτά, περισσότερο με όραμα παρά με στόχο.
Στο πρώτο αυτό στάδιο της κουβανέζικης επανάστασης οι προθέσεις της κυβέρνησης γίνονται φανερές από την εξωτερική της πολιτική, όπου προσπαθεί να πετύχει μια σταδιακή οικονομική απεξάρτηση από τις ΗΠΑ τον πιο σημαντικό οικονομικό εταίρο της χώρας που κάλυπτε το 70% σχεδόν των εισαγωγών και των εξαγωγών του νησιού, χωρίς όμως να διακινδυνεύσει τις σχέσεις με την υπερδύναμη. Για το σκοπό αυτό ακολουθεί μια δύσκολη διπλωματική ισορροπία. Από τη μια προσπαθεί να βρει συμμάχους στο “κίνημα των αδεσμεύτων” και από την άλλη να καθησυχάζει τις ΗΠΑ. Το Κίνημα των Αδεσμεύτων είναι μια σειρά από καπιταλιστικές κυρίως χώρες, οι οποίες σπάζοντας με τον ιμπεριαλισμό και την αποικιοκρατία προσπαθούν να ελιχθούν στο περιθώριο της σύγκρουσης ΗΠΑ – ΕΣΣΔ. Ο Τσε Γκεβάρα, σε ένα είδος “επαναστατικής διπλωματίας” γυρίζει τον μισό πλανήτη, προσπαθώντας να κλείσει επωφελείς συμφωνίες για την Κούβα. Θα επισκεφτεί την Αίγυπτο του Νάσερ, την Ινδονησία του Σουκάρνο, την Γιουγκοσλαβία του Τίτο, την Ινδία του Νεχρού και πολλές άλλες χώρες. Τα αποτελέσματα είναι όμως πενιχρά. Ο Τσε μαζεύει καλά λόγια και εμπειρίες, αλλά τίποτα χειροπιαστό που θα επιτρέψει στην Κούβα να ορθοποδήσει οικονομικά και να σπάσει την οικονομική της εξάρτηση από τις ΗΠΑ.
Ιδιαίτερα προσεχτική είναι η νέα κυβέρνηση στις σχέσεις της με τις ΗΠΑ και διαβεβαιώνει από την πρώτη στιγμή πως θα σεβαστεί όλες τις συνθήκες που έχει υπογράψει η Κούβα. Οι δεσμεύσεις αυτές καθησυχάζουν προσωρινά την Ουάσιγκτον. Ο πρόεδρος Αϊζενχάουερ βλέπει την όλη διαδικασία σαν “αλλαγή φρουράς” στην κυβέρνηση, που δεν θα πειράξει τα αμερικάνικα συμφέροντα στη χώρα. Ο Lanzi στο έργο του για την Κούβα περιγράφει σε δυο γραμμές πως αντιμετώπιζαν τον Κάστρο εκείνες τις πρώτες μέρες της επανάστασης: “Ο άνθρωπος δεν ανησυχεί ακόμα υπερβολικά τους αντικομουνιστές. Λέει και ξαναλέει πως δεν είναι μαρξιστής, λες και φοβόταν ο ίδιος πως θα γινόταν μια μέρα. (…) Από το 1958, το Στέιτ Ντηπάρτμεντ είχε πάψει να στέλνει [στον Μπατίστα] τα όπλα που ζητούσε και αρκούνταν να παρακολουθεί την εξέλιξη. Την επαύριο της λαϊκής εξέγερσης, η νέα κουβανική κυβέρνηση αναγνωρίστηκε χωρίς χρονοτριβή. Μπορεί κανείς να πει πως ο Λευκός Οίκος είχε δει να μεγαλώνει το άστρο του Κάστρο χωρίς πολύ φόβο”. (Jean Lanzi, Επιδρομή στον Κόλπο των Χοίρων)
Στο πλαίσιο αυτών των σχέσεων, τέσσερις μήνες μετά, ο Κάστρο θα πραγματοποιήσει το πρώτο και τελευταίο ταξίδι του στην Ουάσιγκτον για επαφές με την αμερικάνικη κυβέρνηση. Συναντά τον αντιπρόεδρο Νίξον που στο τέλος της συνάντησης θα πει για τον Κάστρο τη μνημειώδη φράση: “Ένας άνθρωπος με απεριόριστες αρετές που τον κάνουν έναν πραγματικό ηγέτη, ένας σπουδαίος παράγοντας στην ανάπτυξη της Κούβας και, αναμφίβολα, στις υποθέσεις της Λατινικής Αμερικής γενικά”. Ο Κάστρο φεύγει από τις ΗΠΑ με μια συμφωνία για τεχνική συνεργασία και στήριξη της αγροτικής μεταρρύθμισης. Η προσεταιριστική πολιτική των ΗΠΑ είναι η επιφάνεια. Πέρα από τις δημόσιες δηλώσεις και τις βεβαιώσεις του Κάστρο στην Ουάσιγκτον καιροφυλακτούν και παρακολουθούν τις εξελίξεις.
Η επανάσταση προχωρά
Αυτό γιατί αν και η επανάσταση κάνει φανερό πως θέλει να διατηρήσει τη συμμαχία με την δημοκρατική αστική τάξη, δείχνει ταυτόχρονα πως θα είναι πολύ σκληρή με τους οπαδούς του δικτάτορα. Το πρώτο μέτρο της κυβέρνησης είναι η εκτέλεση 4.000 από τους πιο σκληρούς οπαδούς του Μπατίστα. Το δεύτερο είναι η εκδίωξη των υπόλοιπων και μαζί τους και πολλών ποινικών, που θα καταφύγουν μαζικά στο Μαϊάμι των ΗΠΑ και θα αποτελέσουν το κέντρο της αντικαστρικής δράσης. Επιπλέον απολύει ευγενικά και όλους τους αμερικάνους “στρατιωτικούς συμβούλους” που είχε προσλάβει ο Μπατίστα.
Οι πλούσιοι κουβανοί στο μεγαλύτερο μέρος είχαν εγκαταλείψει την Κούβα μόλις οι αντάρτες πλησίαζαν την Αβάνα. Τα σκληρά κατασταλτικά μέτρα ενάντια στους χουντικούς τορπίλισαν κάθε κίνηση της κυβέρνησης να καθησυχάσει την κουβανέζικη αστική τάξη. Το μόνο όμως που μπορεί να κάνει προς το παρόν όμως είναι να διαμαρτύρεται ενάντια στην “υπερβολική βαρβαρότητα” και να απαιτεί “σεβασμό στα δημοκρατικά δικαιώματα”.
Το κλίμα συνεπώς του “δημοκρατικού μεθυσιού” των πρώτων ημερών, δεν αργεί να τελειώσει. Το μέτωπο δημοκρατικής αστικής τάξης – εργατών – αγροτών, ήταν ικανό να ανατρέψει τον δικτάτορα, αλλά εκεί σταματά και η συμμαχία του. Από κει και πέρα θα πρέπει η επανάσταση να διαλέξει δρόμο: ή θα πάρει μέτρα σοσιαλιστικού μετασχηματισμού της κοινωνίας, απαλλοτριώνοντας την αστική τάξη και την ατομική ιδιοκτησία, ή θα επιστρέψει την εξουσία στην αστική τάξη η οποία θα πρέπει από δω και πέρα να κυβερνά “δημοκρατικά”. Το Μ26 και η κυβέρνηση των ανταρτών λειτουργεί σαν ισορροπιστής ανάμεσα στα αντίπαλα κοινωνικά συμφέροντα, στις δυο αντίπαλες ταξικές ιστορικές προοπτικές και βρίσκει εύκολο καταφύγιο στις ρητορείες για δημοκρατία, για δικαιοσύνη, κλπ. Και αφού η δημοκρατία δεν γέμισε ποτέ κανένα στομάχι, η επαναστατική κυβέρνηση θα πρέπει να αντιμετωπίσει τα κοινωνικά προβλήματα που γέννησαν την επανάσταση. Ήδη αισθάνεται την πίεση των εργατών και των αγροτών που απαιτούν από αυτούς που θεωρούν ηγέτες τους άμεσες λύσεις. Σε αυτή την κατεύθυνση είναι το μέτρο που θα πάρει η κυβέρνηση να μειώσει κατά 50% στις τιμές των ενοικίων ανακουφίζοντας τα χαμηλά εισοδήματα.
Το πιο επείγον ζήτημα της χώρας παραμένει πάντα η αγροτική μεταρρύθμιση. Ο ξεσηκωμός της επαρχίας είχε να κάνει με την βεβαιότητα των αγροτών για απαλλοτρίωση των τσιφλικιών μετά την πτώση του Μπατίστα. Η καλλιεργήσιμη γη στην Κούβα είναι οι τεράστιες φυτείες ζαχαροκάλαμου, που βρίσκεται στην ιδιοκτησία λίγων κουβανών και ξένων (κυρίως αμερικάνων) γαιοκτημόνων. Η εκμετάλλευση της ζάχαρης είναι μια κερδοφόρα επιχείρηση στην οποία έχει επενδύσει το μεγαλύτερο μέρος της κουβανέζικης αστικής τάξης. Είναι λοιπόν φανερό πως κάθε απόπειρα αναδασμού της γης θα θίξει τα συμφέροντα των κουβανέζων και ξένων καπιταλιστών
.
Το πρώτο πρόγραμμα αγροτικής μεταρρύθμισης που εξαγγέλλεται στις 17/5/59 είναι αρκετά δειλό. Διανέμονται τα καλλιεργήσιμα εδάφη άνω των 1.000 στρεμμάτων στους ακτήμονες και τους εργαζομένους. Η αποζημίωση στους γαιοκτήμονες χορηγείται σύμφωνα με τα ποσοστά φορολογικής αξιολόγησης, που για χρόνια κρατούνταν σε σκανδαλωδώς χαμηλό ύψος, φέρνοντας τεράστια κέρδη στους γαιοκτήμονες. Τώρα, οι ίδιοι διαμαρτύρονται ότι το κράτος τους αποζημιώνει σε πολύ χαμηλές τιμές.
Ακόμα και ο αρχικός αυτός δειλός αναδασμός φέρνει σε αντιπαράθεση την νέα κυβέρνηση με την αστική τάξη της Κούβας, προκαλώντας μια σοβαρή κυβερνητική κρίση που εκδηλώνεται σε διαμάχη ανάμεσα στον Κάστρο και τον Ουρούτια που υποστηρίζει τους καπιταλιστές-γαιοκτήμονες. Στις 17 Ιουλίου ο Κάστρο παραιτείται από πρωθυπουργός. Την επόμενη μέρα η Κούβα νεκρώνει από μια γενική απεργία διαρκείας που απαιτεί να προχωρήσει η μεταρρύθμιση, να φύγει ο Ουρούτια και να επιστρέψει ο Κάστρο. Ο πρόεδρος της δημοκρατίας αναγκάζεται να παραιτηθεί και σε λίγο εγκαταλείπει την Κούβα. Ο Κάστρο επιστρέφει στο τιμόνι της χώρας με τη δέσμευση να προχωρήσει τη μεταρρύθμιση. Νέος πρόεδρος αναλαμβάνει ο Ντορτίκος, ο Τσε αναλαμβάνει την Εθνική Τράπεζα, και το υπουργείο βιομηχανίας και οι Τάιμς εύστοχα τον βαφτίζουν “τσάρο της κουβανέζικης οικονομίας”.
Μετά την αγροτική μεταρρύθμιση και οι “δημοκράτες” καπιταλιστές αποχωρούν από την Κούβα και βρίσκουν και αυτοί καταφύγιο στο Μαϊάμι. Αργότερα, θα σχηματίσουν μια “εξόριστη κουβανική κυβέρνηση” που θα καθοδηγεί την αντεπανάσταση από το Μαϊάμι. Οι “δημοκράτες” καπιταλιστές της Κούβας πιστεύοντας περισσότερο στα μάτια τους που βλέπουν τη δυναμική της κουβανέζικης επανάστασης και λιγότερο τα αυτιά τους που ακούν τις διαβεβαιώσεις του Κάστρο, αναλαμβάνει σε συμμαχία με τους οπαδούς του Μπατίστα να παλέψει για την ανατροπή της. Η αγροτική μεταρρύθμιση ξεκαθαρίζει ταξικά την επανάσταση. Από εδώ και μετά όλα τα κομμάτια της κουβανέζικης αστικής τάξης, οι “δημοκράτες” και οι χουντικοί μαζί με τις ΗΠΑ επιδιώκουν την ανατροπή της κυβέρνησης των ανταρτών. Το αξιοσημείωτο είναι πως αυτό έγινε παρά τις διαθέσεις του Κάστρο. Όταν οι κουβανοί καπιταλιστές αναχωρούν από την Αβάνα για το Μαϊάμι, οι περιουσίες τους ακόμη στη χώρα είναι στο μεγαλύτερο μέρος απείραχτες και τους περιμένουν να επιστρέψουν.
Η Ουάσιγκτον έσπευσε φυσικά να υπερασπιστεί τους καπιταλιστές-γαιοκτήμονες. Για να πιέσει τον Κάστρο μειώνει την ποσότητα ζάχαρης που αγοράζει από την Κούβα. Η ζάχαρη είναι το μοναδικό εξαγώγιμο προϊόν του νησιού και το κτύπημα στην οικονομία είναι μεγάλο. Μετά από άκαρπες διαπραγματεύσεις, ο Κάστρο απαντά στην οικονομική πίεση των ΗΠΑ απαλλοτριώνοντας χωρίς αποζημίωση άλλα 70.000 στρέμματα που κατέχουν αμερικάνικες επιχειρήσεις ζάχαρης σε μία προσπάθεια να αποζημιωθεί η χαμηλωμένη ποσόστωση που βλάπτει την οικονομία του έθνους. Η μισή από αυτή την έκταση ανήκει στο τεράστιο τραστ της United Fruit. Από εδώ και μετά η κουβανέζικη επανάσταση θα προχωρά σταδιακά σε εθνικοποιήσεις, σαν ένα αμυντικό μέτρο για να προστατέψει τον εαυτό της. Είναι ένας δρόμος χωρίς επιστροφή που θα καταλήξει στη συνολική απαλλοτρίωση της κουβανέζικης αστικής τάξης.
Αντεπανάσταση και επανάσταση
Οι κουβανέζοι καπιταλιστές δεν κάθεται με σταυρωμένα χέρια. Ήδη έχουν γίνει δυο αποτυχημένες δολοφονικές απόπειρες ενάντια στον Κάστρο. Μετά την αγροτική μεταρρύθμιση η αντεπανάσταση κλιμακώνει τις επιθέσεις της καθώς πια ενισχύεται κρυφά αλλά σταθερά από τις ΗΠΑ. Τον Ιανουάριο και το Φεβρουάριο του 60 αεροπλάνα βομβαρδίζουν φυτείες και εγκαταστάσεις παραγωγής ζάχαρης. Τα αεροπλάνα υποτίθεται ότι είναι κουβανικά, με κουβανούς πιλότους, όλοι όμως γνωρίζουν ότι οι επιδρομές καθοδηγούνται από τις ΗΠΑ. Πραγματικά, όταν στις 18 Φεβρουαρίου καταρρίπτεται ένα αεροσκάφος που βομβάρδιζε εγκαταστάσεις παραγωγής ζάχαρης, αποκαλύπτεται ότι το οδηγούσε αμερικάνος πιλότος. Μετά την “αεροπορική προπαρασκευή” ακολουθεί η χερσαία επίθεση. Συγκροτούνται στην επαρχία ένοπλα αντεπαναστατικά αποσπάσματα που ξεκινούν περιορισμένο ανταρτοπόλεμο, ενώ στις πόλεις ξεκινά ένα μπαράζ βομβιστικών επιθέσεων και ειδικά σε συγκεντρώσεις όπου θα μιλήσουν στελέχη της κυβέρνησης. Η αντεπανάσταση στρατολογεί για το στρατό της οπαδούς της χούντας, ποινικούς και δημοκράτες αστούς, που έχουν βρει καταφύγιο στο Μαϊάμι, αυτούς που ο κουβανέζικος λαός θα ονομάσει με μια λέξη “χουσάνος” (=σκουλίκια).
Στην Ουάσιγκτον έχουν πάρει την απόφαση να τελειώνουν με την κουβανέζικη επανάσταση, μόλις αυτή άγγιξε τα αμερικάνικα συμφέροντα. Η απήχηση της κουβανέζικης επανάστασης όμως σε όλο τον κόσμο, αλλά και στις ίδιες τις ΗΠΑ, την εμποδίζουν να αναλάβει στα φανερά τη στρατιωτική δράση που επιθυμεί. Στις 17 Μαρτίου του 60 ο πρόεδρος Αϊζενχάουερ εγκρίνει ένα στρατιωτικό σχέδιο δράσης που έχει επεξεργαστεί η CIA: Μια δύναμη κουβανών αντεπαναστατών θα χρηματοδοτηθεί, θα εξοπλιστεί και θα γυμναστεί από αμερικάνους στρατιωτικούς σε ένα μυστικό στρατόπεδο στη Γουατεμάλα με σκοπό να εισβάλει στην Κούβα. Είναι το σχέδιο που κατέληξε στο φιάσκο της εισβολής στον Κόλπο των Χοίρων. Παράλληλα, κηρύσσει οικονομικό πόλεμο στην Κούβα, σταματώντας κάθε εισαγωγή ζάχαρης και παγώνοντας την εξαγωγή πετρελαίου.
Ενώ ενδεχομένως κάποιοι θα περίμεναν πως η κουβανέζικη κυβέρνηση θα υπόκυπτε στον εκβιασμό των ΗΠΑ, αυτή τράβηξε πολύ μακρύτερα από όσο θα διανοούνταν μια εθνικιστική αντιιμπεριαλιστική ηγεσία. Απαντά στο εμπάργκο δημεύοντας κάθε αμερικάνικη περιουσία στη χώρα. Το σοβαρότερο πλήγμα ωστόσο ήταν το πετρέλαιο. Οι εγκαταστάσεις διυλισμού πετρελαίου στην Κούβα είναι οι αμερικάνικες Esso και TEXACO και η βρετανική Shell. Όταν οι ΗΠΑ σταματούν την παροχή πετρελαίου, η κυβέρνηση αγοράζει πετρέλαιο από την ΕΣΣΔ και μπροστά στην άρνηση τους να διυλίσουν το ρώσικο πετρέλαιο τις κρατικοποιεί χωρίς καμιά αποζημίωση.
Στο στρατιωτικό επίπεδο, για να αντιμετωπιστούν τα ένοπλα τμήματα της αντεπανάστασης η κυβέρνηση καταφεύγει στον κουβανέζικο λαό, στον οποίο μοιράζει όπλα για να υπερασπιστεί την επανάσταση. Η ανταπόκριση είναι ακαριαία, οι εργάτες και οι αγρότες οργανώνεται μαζικά σε πολιτοφυλακές. Ο Τσε Γκεβάρα δηλώνει χαρακτηριστικά: “Πρέπει να θυμόμαστε ότι αυτή τη στιγμή είμαστε σε πόλεμο, στον ψυχρό πόλεμο όπως τον αποκαλούν, έναν πόλεμο χωρίς πρώτη γραμμή, χωρίς συνεχείς βομβαρδισμούς, αλλά όπου οι δύο εχθροί – αυτός ο μικρός πρωταθλητής της Καραϊβικής και η μεγάλη, ιμπεριαλιστική ύαινα – είναι πρόσωπο με πρόσωπο και γνωρίζουν ότι ένας απ’ τους δυο θα πεθάνει στη μάχη”.
Ο οπλισμένος λαός της Κούβας κυνηγά τους αντεπαναστάτες σε όλο το νησί. Μέχρι το Σεπτέμβριο του 60 εξαρθρώνει κάθε σοβαρή εστία της αντίδρασης. Θα μείνουν κάποια ελάχιστα αποσπάσματα που θα κρύβονται στα βουνά της κεντρικής Κούβας, οι οποίοι όμως αναγκάζονται να σταματήσουν κάθε δράση και απλώς περιμένουν να εκδηλωθεί η εισβολή που προετοιμάζει μυστικά η CIA στη Γουατεμάλα.
Κάτω από την πίεση της αντεπανάστασης και των ΗΠΑ η επανάσταση στην Κούβα προχωρά πολύ πιο πέρα από όσο φαντάζονταν οι ίδιοι οι ηγέτες της τη στιγμή που έδιωχναν τον Μπατίστα από την Αβάνα. Η στροφή γίνεται φανερή στην εξωτερική πολιτική. Τα περιθώρια για τους διπλωματικούς ελιγμούς της προηγούμενης περιόδου έχουν κλείσει. Οι “αδέσμευτοι” συνεπείς στην “ουδετερότητά” τους αρνούνται να στηρίξουν την Κούβα και η Κίνα του Μάο σφύριζε αδιάφορα όταν την επισκέφτηκε για βοήθεια ο Τσε. Η ΕΣΣΔ του Χρουτσώφ θα πάρει την Κούβα “υπό την προστασία της”. Αγοράζει όλο το απόθεμα της κουβανέζικης ζάχαρης και την προμηθεύει σε πετρέλαιο και μηχανήματα. Αλλά και σε κάτι πιο βασικό, σε όπλα. Οι αντάρτες της Αβάνας δεν εμπιστευόταν τη γραφειοκρατία της Μόσχας, αλλά δέχτηκαν με ανακούφιση τη βοήθεια της. Τα στελέχη του Κ.Κ.Κούβας, θεατές σε μεγάλο μέρος μέχρι την πτώση του Μπατίστα, παίζουν το ρόλο του μεσολαβητή και αναλαμβάνουν σημαντικά αξιώματα στην κουβανική κυβέρνηση.
Ο Κόλπος των Χοίρων
Οι ΗΠΑ κλιμακώνουν την επιθετικότητά τους. Στο τέλος του 60 ξεσπά μια στάση σε ένα τμήμα του στρατού της Γουατεμάλας. Αιτία της στάσης είναι η χρησιμοποίηση του εδάφους της χώρας για την προετοιμασία της επίθεσης ενάντια στην Κούβα. Οι ΗΠΑ καταστέλλουν τη στάση χρησιμοποιώντας αμερικάνικα βομβαρδιστικά, το στόλο του δικτάτορα της Νικαράγουα και κουβανούς αντεπαναστάτες. Το επεισόδιο ωστόσο δείχνει σε όλο τον κόσμο αυτό που προσπαθούσε η Ουάσιγκτον να κρατήσει μυστικό, την προετοιμασία της εισβολής. Ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ μετά τις εκλογές ο Κέννεντι επισπεύδει τις ετοιμασίες της εισβολής.
Η εισβολή προετοιμάζεται με μια σειρά σαμποτάζ στις αρχές του 61, με σημαντικότερη την καταστροφή του εργοστασίου ηλεκτρικής ενέργειας. Στις 15 Απριλίου αμερικάνικα βομβαρδιστικά (που έχουν μεταμφιεστεί σε κουβανέζικα) βομβαρδίζουν τα αεροδρόμια του νησιού και αχρηστεύουν ένα μεγάλο τμήμα της κουβανέζικης αεροπορίας. Κάποια βομβαρδίζουν συνοικίες της Αβάνας και από τα ερείπια ανασύρονται 8 νεκροί και 60 τραυματίες. Το πρωί της επόμενης, Κυριακή 16/4, η κηδεία των θυμάτων μετατρέπεται σε οργισμένη διαδήλωση δεκάδων χιλιάδων ανθρώπων. Την ώρα που η Αβάνα διαδηλώνει, μαθαίνεται η είδηση πως τα ξημερώματα η εισβολή έχει αρχίσει. Στον Κόλπο των Χοίρων έχει αποβιβαστεί ένα πάνοπλο σώμα 1.500 αντρών. Ο σταθμός των αντεπαναστατών έξω από το κουβανικό έδαφος εκπέμπει εκείνη τη μέρα: “Κουβανοί, η νίκη ζυγώνει! Ένας απελευθερωτικός στρατός βρίσκεται στη νήσο Κούβα για να αγωνιστεί μαζί σας ενάντια στην κομμουνιστική τυραννία του Φιντέλ Κάστρο, αυτού του ανισόρροπου! Πολεμείστε τους φιντελιστές, το γενικό ξεσήκωμα άρχισε!”
Η εισβολή βρήκε αντίσταση από την πρώτη στιγμή της απόβασης. Η αστραπιαία κινητοποίηση της πολιτοφυλακής κατάφερε να κρατήσει καθηλωμένους τους εισβολείς στην ακτή πριν μπορέσουν να διεισδύσουν στο εσωτερικό. Η μάχη κράτησε μόνο τρεις μέρες, και 1.190 εισβολείς παραδίνονται. (Αργότερα η κυβέρνηση του Κάστρο θα ζητήσει την ανταλλαγή αυτών των αιχμαλώτων με την απελευθέρωση ίσου αριθμού πολιτικών κρατουμένων από τις φυλακές των ΗΠΑ και των δικτατοριών της Νότιας Αμερικής, πρόταση που δεν έγινε δεκτή). Στις 20 Απριλίου όλα έχουν τελειώσει. Ο Κάστρο υπογράφει το ανακοινωθέν τις νίκης: “Η επανάσταση βγήκε νικήτρια, αν και πλήρωσε μεγάλο φόρο από ζωές ηρωικών αγωνιστών της επανάστασης που αντιτάχθηκαν στους εισβολείς και τους εκμηδένισαν σε λιγότερο από 72 ώρες”.
Το φιάσκο του Κόλπου των Χοίρων είναι ένα
συντριπτικό χτύπημα για τις ΗΠΑ. Καταρρίπτει το μύθο του αήττητου γίγαντα και δημιουργεί νέες ισορροπίες στη Λατινική Αμερική.
Το κουβανέζικο κράτος
Η συντριβή στον Κόλπο των Χοίρων, έσβησε προσωρινά τα όνειρα της κουβανέζικης αστικής τάξης να επιστρέψει στο νησί, αλλά με αυτό τον τρόπο έλύσε και το ζήτημα της απαλλοτρίωσης της. Οι κουβανέζοι καπιταλιστές είναι στις ΗΠΑ και οι περιουσίες τους περνάν πια στα χέρια του κράτους. Το ευρύ πρόγραμμα κρατικοποίησης που ακολουθεί περιλαμβάνει ολόκληρη την μεγάλη ατομική ιδιοκτησία. Χαρακτηριστικό των κρατικοποιήσεων, είναι πως συνοδεύονται από φιλολαϊκές παροχές. Η κρατικοποίηση της εταιρείας ηλεκτρισμού συνοδεύεται από ένα φιλόδοξο πρόγραμμα εξηλεκτρισμού με ταυτόχρονη μείωση της τιμής του ηλεκτρικού κατά 30%, ώστε να γίνει προσιτή σε όλους. Το ίδιο φιλόδοξα αλλά αποτελεσματικά είναι τα σχέδια για την εκπαιδευτική πολιτική και η πολιτική πρόνοιας. Μέσα στα δυο πρώτα χρόνια έχουν ιδρυθεί 10.000 νέα σχολεία που βασίζονται κυρίως στην εργασία εθελοντών δασκάλων. Η απουσία σοβαρών υπηρεσιών υγείας αντισταθμίστηκε με ένα πρόγραμμα μαζικών εμβολιασμών. Είναι χαρακτηριστικό πως τελικά οι αιχμάλωτοι του Κόλπου των Χοίρων θα ανταλλαχτούν με τρακτέρ και φαρμακευτικό υλικό αξίας 50 εκατ δολαρίων.
Η Κούβα έχει αλλάξει όψη σε δυο χρόνια. Οι ίδιοι οι ηγέτες της διαλαλούν πια πως οικοδομούν τον σοσιαλισμό. Αλλά τι κοινωνία οικοδομείται στην πραγματικότητα στην Κούβα;
Ο καπιταλισμός στην Κούβα έχει ανατραπεί, η αστική τάξη της χώρας έχει απαλλοτριωθεί. Η αναρχία της καπιταλιστικής αγοράς που ρυθμίζεται από τους νόμους του κέρδους έχει αντικατασταθεί από οργανωμένο σχέδιο. Από την άλλη απέχει πολύ από κάθε πραγματικότητα ο ισχυρισμός ότι στην Κούβα υπάρχει σοσιαλισμός. Η σοσιαλιστική κοινωνία, από τον ίδιο της τον ορισμό απαιτεί μια ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων πολύ μεγαλύτερη από τον καπιταλισμό. Η μικρή Κούβα της μονοκαλλιέργειας της ζάχαρης συγκαταλέγεται στα φτωχότερα κράτη του πλανήτη. Χρειάζεται τεράστια απόσταση για να φτάσει την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων που έχουν πετύχει τα ανεπτυγμένα καπιταλιστικά κράτη, ακόμη μεγαλύτερη για να τα ξεπεράσει. Η κοινωνία της Κούβας είναι μια κοινωνία μεταβατική. Η εξάπλωση της επανάστασης ανοίγει το δρόμο του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού, η απομόνωσή της στο νησί εμπεριέχει ήδη από την αρχή την εξάντληση της και την καπιταλιστική παλινόρθωση.
Το νέο κουβανέζικο κράτος είναι ένα κράτος εργατικό, ωστόσο παραμορφωμένο από τη γέννησή του. Το αστικό κράτος, ο μηχανισμός καταπίεσης και κυριαρχίας της αστικής τάξης πάνω στην υπόλοιπη κοινωνία, δεν υπάρχει πια. Στη θέση του στρατού έχουμε τον οπλισμένο κουβανέζικο λαό, οργανωμένο αρχικά στις πολιτοφυλακές και αργότερα στις Επιτροπές Σωτηρίας της Επανάστασης. Το έργο αυτού του στρατού δεν είναι να κρατά υποταγμένη την κοινωνία στην αστική εξουσία, αλλά ακριβώς το αντίθετο, να εμποδίσει την επιστροφή των καπιταλιστών στη χώρα. Στη θέση των μηχανισμών που καλλιεργούν την αστική ιδεολογία που υπνωτίζει και αλυσοδένει τις εργαζόμενες μάζες, τώρα έχουμε την προπαγάνδιση της επανάστασης και του σοσιαλισμού. Σε αυτό μάλιστα τον τομέα, η συμβολή του Τσε για τον “νέο, σοσιαλιστικό άνθρωπο” είναι συνειδητή και σημαντική. Το νέο κράτος –ως μηχανισμός εξουσίας- υπερασπίζεται τα ιστορικά συμφέροντα της εργατικής τάξης απαλλοτριώνοντας τον καπιταλισμό. Είναι συνεπώς ένα εργατικό κράτος.
Είναι όμως ένα εργατικό κράτος παραμορφωμένο. Ένα αστικό κράτος μπορεί να έχει ένα καθεστώς κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, δικτατορίας, βασιλείας, κλπ, χωρίς αυτό να αλλάζει τη “φύση” του, πως σε κάθε περίπτωση δηλαδή είναι ένας μηχανισμός εξουσίας στην υπηρεσία της αστικής τάξης. Παρόμοια και στο εργατικό κράτος. Στην Κούβα η εργατική τάξη δεν δρα πολιτικά μέσω των οργανώσεών της, των σοβιέτ, των συμβουλίων, της κινηματικής δημοκρατίας. Δρα δια μέσου της οργάνωσης των ανταρτών, που αποφασίζουν τώρα για την τύχη της χώρας. Μια ελίτ “ειδικών” αποφασίζει για το τι είναι συμφέρον και τι όχι. Στην πορεία, όσο η Κούβα απομονώνεται, η ελίτ αυτή αποκτά προνόμια που την ξεχωρίζουν από την εργατική τάξη και το λαό της Κούβας, προνόμια που τελικά υπερασπίζεται ενάντια στον κουβανέζικο λαό. Η διαδικασία γέννησης της γραφειοκρατίας στην Κούβα είναι πολύ χαρακτηριστική, ακριβώς γιατί σε αυτά τα πρώτα χρόνια της επανάστασης οι ίδιοι οι ηγέτες της ήταν πολύ αυστηροί στην ισότητα των παροχών και αρνούνταν επιδεικτικά οποιαδήποτε “ιδιαίτερη μεταχείριση”. Αλλά η γέννηση της γραφειοκρατίας δεν είναι ένα ζήτημα προθέσεων, είναι αποτέλεσμα της απομόνωση της επανάστασης.
Η ειρωνεία είναι ότι η ίδια η καστρική ηγεσία συνειδητοποιεί με έναν εμπειρικό τρόπο αυτή την απλή αλήθεια. Ότι και μόνο για να συνεχίσει να υπάρχει ο μόνος δρόμος δεν είναι η “οικοδόμηση του σοσιαλισμού σε μια και μόνη χώρα”, αλλά αντίθετα η εξάπλωση της επανάστασης. Αν η απογοήτευση από την ήττα των επαναστάσεων στην κεντρική Ευρώπη και η απομόνωση της νεαρής ΕΣΣΔ μπόρεσαν να γεννήσουν το 1923 την ουτοπική ιδέα του “σοσιαλισμού σε μια και μόνη χώρα”, αυτό δεν είναι άσχετο με την τεράστια έκταση της χώρας και τον παραγωγικό πλούτο της που προσέδιδε την αυταπάτη της αυτάρκειας. Στην περίπτωση όμως της Κούβας που παράγει μόνο ζάχαρη και χρειάζεται όλα τα υπόλοιπα ένα τέτοιο σχέδιο θα μπορούσε να το σκεφτεί μόνο ένας τρελός. Και οι ηγέτες της Κούβας δεν ήταν τρελοί. Η σύναψη οικονομικών σχέσεων με το ανατολικό μπλοκ συνοδεύεται από τη σταθερή απόφασή της να βοηθήσει στο άπλωμα της επανάστασης σε όλη την Λατινική Αμερική. Και το έδαφος για κάτι τέτοιο υπήρχε και με το παραπάνω.
Η εξάπλωση της επανάστασης
Όπως κάθε νικηφόρα επανάσταση, έτσι και η κουβανέζικη δημιουργεί ένα επαναστατικό κύμα στις γύρω χώρες, που στην πλειοψηφία τους κυβερνούνται από στυγνές δικτατορίες. Η νίκη στον Κόλπο των Χοίρων προσδίδει στους καστρικούς απεριόριστη αίγλη. Το νησί μετατρέπεται σε ένα φυτώριο και εκπαιδευτήριο των αντάρτικων που θα σαρρώσουν τη Λατινική Αμερική τα επόμενα χρόνια. Ο Τσε δηλώνει: “Όλοι γνωρίζουν τον αληθινό κίνδυνο της Κουβανέζικης Επανάστασης. Οι χώρες εκείνες που είναι πολύ εξαρτημένες και συνεπώς πολύ κυνικές μιλούν για τον κίνδυνο της κουβανέζικης ανατρεπτικής δραστηριότητας, και έχουν δίκιο. Ο μεγαλύτερος κίνδυνος από την μεριά της Κουβανέζικης Επανάστασης είναι το παράδειγμά της, είναι η επαναστατική του γεγονότος ότι η κυβέρνηση στηρίζεται στην εξουσία του λαού, καθοδηγούμενου από έναν ηγέτη παγκόσμιου κύρους, που έχει φτάσει σε ύψη που σπάνια έχουν ειδωθεί στην Ιστορία”.
Η πρώτη απόπειρα γίνεται από τον επιστήθιο φίλο του Τσε, τον Πατόχο Καθερες, ο οποίος οργανώνει ένα αντάρτικο στη Γουατεμάλα που θα σβήσει με το θάνατο του ίδιου. Στη συνέχεια στη Βενεζουέλα σε συνεργασία με τον Μπράβο, στέλεχος του ΚΚ, και στη Νικαράγουα με μια ομάδα, η οποία χρόνια αργότερα θα δημιουργήσει τον πυρήνα των Σαντινίστας. Μια ακόμη αποτυχημένη προσπάθεια γίνεται με ηγέτη τον Μανσέτι στην ορεινή Αργεντινή. Οι δυο σοβαρότερες προσπάθειες γίνονται στο Περού, που ξεκινάν διαδοχικά δυο ομάδες με στόχο να συνδράμουν στρατιωτικά την εξέγερση των εργατών γης με ηγέτη τον τροτσκιστή Ούγκο Μπλάνκο. Και οι δυο καταλήγουν σε αποτυχία. Το πρώτο κύμα ανταρτοπολέμου έσβησε άδοξα μέσα σε 4 χρόνια.
Οι ηγέτες της κουβανέζικης επανάστασης έβλεπαν πολύ σωστά ότι όχι μόνο η εδραίωση, αλλά και η επιβίωση της κουβανέζικης επανάστασης εξαρτάται από την εξάπλωσή της σε όλη τη Λατινική Αμερική. Ωστόσο, η εξαγωγή της με τη μορφή του ανταρτοπολέμου, δεν έδινε καμιά εγγύηση για τη νίκη της απλά και μόνο επειδή ένα τέτοιο εγχείρημα πέτυχε στην Κούβα. Η ανατροπή στην Κούβα επιτεύχθηκε από ένα “παλλαϊκό μέτωπο”, στο οποίο μετείχαν τμήματα της κουβανέζικης αστικής τάξης, η οποία απαλλοτριώθηκε μόνο στην εξέλιξη της επανάστασης. Μετά την τροπή των γεγονότων όμως δεν υπήρχε σε καμιά χώρα της Λατινικής Αμερικής ούτε ένα ελάχιστο τμήμα καπιταλιστών που να μην είναι απόλυτα εχθρικό προς τον καστρισμό. Τα “παλλαϊκά” λοιπόν καλέσματα των αντάρτικων, όχι μόνο δεν κατάφερναν να αποσπάσουν καμιά ενίσχυση από τα μεσοστρώματα του πληθυσμού της κάθε χώρας, αλλά ευνούχιζαν την ίδια τη δυναμική των εργατών και των φτωχών αγροτών στους οποίους απευθύνονταν. Άλλωστε, και στην ίδια την Κούβα δεν ήταν η δράση των 300-400 ανταρτών στο βουνό που έφερε τη νίκη, αλλά το γεγονός ότι βασίζονταν σε πλατιές οργανώσεις των εργατών και αγροτών στις πόλεις και τα χωριά. Το κενό αυτό δεν μπόρεσε να καλυφθεί από τις οργανώσεις των ΚΚ, όπου αυτές υπήρχαν. Η Μόσχα ήταν αρχικά δισταχτική και στην πορεία φανερά αποτρεπτική σε κάθε είδους βοήθεια προς τα αντάρτικα, που θα έβαζε σε κίνδυνο την επιλογή της “ειρηνικής συνύπαρξης με τον ιμπεριαλισμό”.
Η κρίση των πυραύλων
Στις αρχές του 62 η κυβέρνηση του Κέννεντυ ανακοινώνει πως η λύση του κουβανικού ζητήματος ανάγεται σε απόλυτη προτεραιότητα της αμερικάνικης κυβέρνησης. Για την Ουάσιγκτον είναι ξεκάθαρο ότι πρέπει να τελειώνει με αυτό το άντρο τρομοκρατών (όπως θα έλεγαν σήμερα) το συντομότερο δυνατό.
Στο διπλωματικό επίπεδο επιδιώκει την πλήρη απομόνωση του κράτους. Στο τέλος του Ιανουαρίου, η συνδιάσκεψη των Αμερικάνικων Κρατών στο Μοντεβιδέο υιοθετεί την πρόταση των ΗΠΑ για τον καθορισμό των μέτρων που αποσκοπούν στη “συλλογική υπεράσπιση των αμερικάνικων κρατών από την Κούβα”. Παράλληλα, οργανώνει στα -φανερά πια- τη δύναμη W με σκοπό μια νέα απόβαση και, όπως και πριν, ξεκινά ένας νέος γύρος δολιοφθοράς των κουβανέζικων εργοστασίων. Το σπουδαιότερο ωστόσο είναι ο οικονομικός αποκλεισμός. Λίγο επίσημα, λίγο ανεπίσημα, αναβαθμίζουν το οικονομικό εμπάργκο σε ολοκληρωτικό ναυτικό αποκλεισμό. Πειρατικά κουβανικά και αμερικάνικα πλοία σταματούν τα εμπορικά πλοία που κατευθύνονται ή επιστρέφουν από το νησί, τα ελέγχουν και συχνά τους κατάσχουν το φορτίο. Ολόκληρη η άνοιξη του 62 περνά κάτω από αυτό τον ασφυχτικό αποκλεισμό. Οι ΗΠΑ δεν κρύβουν πλέον πως ετοιμάζουν επίθεση την οποία ο Κέννεντυ αρνείται να προσδιορίσει χρονικά.
Για μια ακόμη φορά η Κούβα απαντά στον εκβιασμό ανεβάζοντας τον πήχη της αντιπαράθεσης. Ζητά και παίρνει από την ΕΣΣΔ πυρηνικούς πυραύλους τους οποίους στρέφει κατά των ΗΠΑ. Στις 30/5 μια συνεδρίαση των στελεχών της κουβανέζικης κυβέρνησης (Φιντέλ Κάστρο, Ραούλ Κάστρο, Τσε Γκεβάρα, Ντορτίκος και Ρόα) αποφασίζεται η εγκατάσταση ρώσικων πυρηνικών. Η ΕΣΣΔ δέχεται, καθώς σκέφτεται πως αυτοί οι πύραυλοι θα λειτουργήσουν αντισταθμιστικά με τα αμερικάνικα πυρηνικά που έχουν εγκατασταθεί σε Τουρκία και Ιταλία. Είκοσι πύραυλοι με πυρηνικές κεφαλές φτάνουν στην Κούβα με κάθε μυστικότητα και παρά τον αποκλεισμό, το Σεπτέμβρη του 62. Τον Οκτώβρη σε μια συνεδρίαση του ΟΗΕ, ο πρόεδρος Ντορτίκος δηλώνει από το βήμα ότι στην αναμενόμενη επίθεση των ΗΠΑ ο λαός της Κούβας θα αμυνθεί χρησιμοποιώντας όπλα “που θα είχαμε προτιμήσει να μην αποκτήσουμε και που δεν θέλουμε να χρησιμοποιήσουμε”.
Η “κρίση των πυραύλων” έχει αρχίσει. Οι ΗΠΑ αιφνιδιασμένες απειλούν με γενική σύρραξη αν δεν φύγουν αμέσως τα πυρηνικά από το νησί, η ΕΣΣΔ απειλεί και παζαρεύει. Τελικά, Κέννεντυ και Χρουτσώφ συμφωνούν σε αμοιβαία απόσυρση των πυρηνικών από Κούβα και Τουρκία αντίστοιχα με τον όρο ότι θα σταματήσει ο θαλάσσιος αποκλεισμός της Κούβας και οι επιθετικές ενέργειες της ομάδας W. Η κυβέρνηση του Κάστρο που έμεινε έξω από κάθε διαπραγμάτευση ενημερώθηκε εκ των υστέρων. Η απομάκρυνση των πυραύλων από το νησί εξόργισε τους κουβανούς, ωστόσο ο Κάστρο αναγκάστηκε να καταπιεί την διαφωνία του και να δηλώσει: “Περισσότερο από κάθε άλλη φορά, πρέπει να θυμηθούμε τη γενναιοδωρία και τη φιλία που μας έχουν δείξει οι σοβιετικοί”.
Η τελευταία απόπειρα εξάπλωσης
Η έκβαση της κρίσης των πυραύλων έδωσε ένα τέλος στον ασφυχτικό στραγγαλισμό των ΗΠΑ και μια ανάσα στην Κούβα. Ωστόσο, αφήνει και μια πικρή γεύση. Η ηγεσία της κουβανέζικης επανάστασης είχε ταυτιστεί με την εξαγωγή των αντάρτικων. Στις νέες συνθήκες είναι αναγκασμένη να ταυτίζεται, ουσιαστικά να σύρεται, πίσω από την εξωτερική πολιτική της Μόσχας στο δόγμα της “ειρηνικής συνύπαρξης”.
Αυτό το αίσθημα καθρεφτίζεται ανάγλυφα στην στάση του Τσε. Σε μια περιοδεία δύο μηνών σε διάφορες χώρες κυρίως της Αφρικής που εκείνη την εποχή σπάει με την αποικιοκρατία, θα εξετάσει διάφορες εναλλακτικές συμμαχίες. Αυτό το ταξίδι θα είναι πολύ διαφορετικό από το προηγούμενο, τώρα αναζητά στηρίγματα για επαναστατική δράση. Και σε αυτή την περιοδεία όμως τα αποτελέσματα είναι ελάχιστα. Η ΕΣΣΔ ήδη που τον θεωρεί “εξτρεμιστή” και “κινεζόφιλο” δεν θα περιληφθεί στους σταθμούς του τελευταίου αυτού ταξιδιού. Η Κίνα που την αφήνει για το τέλος του κλείνει διακριτικά την πόρτα. Χρησιμοποιεί το βήμα που του δίνει η Αλγερία του Μπεν Μπέλα για να αφήσει αιχμές για την εξωτερική πολιτική της ΕΣΣΔ: “Αν ένας τέτοιος τύπος σχέσεων εφαρμοστεί ανάμεσα στις διάφορες ομάδες κρατών, θα πρέπει να καταλήξουμε πως οι σοσιαλιστικές χώρες είναι συνένοχες στην ιμπεριαλιστική εκμετάλλευση”. Στο τέλος της περιοδείας του ο Τσε κάνει ξεκάθαρες τις προθέσεις του: “Κάθε μέρα πρέπει να παλεύουμε ώστε αυτή η αγάπη προς τη ζωντανή ανθρωπότητα να μεταμορφώνεται σε συγκεκριμένα γεγονότα, σε πράξεις που θα έχουν χαρακτήρα παραδείγματος. Η Επανάσταση, ιδεολογικός κινητήρας του επαναστατικού κόμματος,
καταναλώνεται αδιάκοπα και δεν έχει άλλο τέλος απ’ το θάνατο, εκτός κι αν η οικοδόμησή της γίνει παγκόσμια”. Η διπλωματία του Τσε των “ένα, δύο, πολλών Βιετνάμ”, φέρνει σε δύσκολο σημείο της σοβιετο-κουβανικές σχέσεις. Επιστρέφοντας στην Κούβα συνειδητοποιεί πως μια τέτοια γραμμή δεν θα μπορούσε να υιοθετηθεί επίσημα από την κουβανέζικη κυβέρνηση χωρίς να προκαλέσει ρήγμα στις σχέσεις με την ΕΣΣΔ. Σε μια τελευταία ένθερμη επιστολή προς τον Κάστρο, παραιτείται από την κυβέρνηση, την κουβανέζικη υπηκοότητα που είχε αποκτήσει μετά την επανάσταση και αποσύρεται από τη δημόσια πολιτική σκηνή. Έχουν γραφτεί κατά καιρούς πολλά για το ρήγμα ανάμεσα στις σχέσεις Κάστρο – Τσε, μια προσεχτικότερη μελέτη όμως, δεν μπορεί να αποκαλύψει με βεβαιότητα, αν πρόκειται πραγματικά για ρήγμα ή για έναν άτυπο καταμερισμό καθηκόντων. Ο Τσε δηλαδή χρησιμοποιώντας το προσωπικό του κύρος, αναλαμβάνει να κάνει ό,τι δεν μπορεί να καλέσει δημόσια η κουβανέζικη κυβέρνηση, δηλαδή μια τελευταία απόπειρα εξάπλωσης της επανάστασης.
Ο Τσε εξαφανίζεται και ο Κάστρο διαβεβαιώνει τους δημοσιογράφους ότι “βρίσκεται εκεί που τον καλεί η επανάσταση”. Στην πραγματικότητα δεν έχει φύγει από την Κούβα, όπου ετοιμάζει ένα σώμα από νέγρους κουβανούς που θα βοηθήσει τη συγκρότηση αντάρτικου στο Κογκό. Πράγματι θα φτάσει στο Κογκό μεταμφιεσμένος για να συνεργαστεί με τον Καμπιλά. Όταν η απόπειρα στις αφρικάνικες ζούγκλες αποτυγχάνει, το απόσπασμα μαζί με τον Τσε επιβιβάζονται σε ένα κουβανικό καράβι και επιστρέφουν στο νησί.
Η δεύτερη απόπειρα στην Βολιβία ήταν και η τελευταία για τον Τσε. Το σχέδιο είναι μεγαλεπίβολο. Για μια ακόμη φορά η Κούβα συγκροτεί ένα αντάρτικο απόσπασμα κουβανών και βολιβιανών που θα δράσει στην καρδιά της Βολιβίας, το οποίο αμέσως θα επιδιώξει να δημιουργήσει βάσεις σε Αργεντινή, Περού και Βραζιλία. Ο επίλογος της κουβανέζικης επανάστασης θα γραφτεί στη Βολιβία. Μετά την άρνηση του Κ.Κ. να στηρίξει το αντάρτικο, το απόσπασμα του Τσε αδυνατώντας να συνδεθεί με τους αγρότες, περιπλανιέται στα βουνά ολοένα και σε πιο δύσκολη θέση. Στο τέλος ο Τσε απομονωμένος τραυματίζεται και συλλαμβάνεται από τα αποσπάσματα του κυβερνητικού στρατού και τους ρέιντζερς της CIA. Η είδηση της δολοφονίας του νεκρώνει τον κόσμο.
Η Κούβα θα συνεχίσει την πορεία της στο φόντο της ήττας της επανάστασης στην υπόλοιπη Λατινική Αμερική και από το 90 και μετά στο τοπίο που διαμορφώνεται μετά την κατάρρευση των εκφυλισμένων εργατικών κρατών της ΕΣΣΔ και της Ανατολικής Ευρώπης. Σε αυτή την μοναχική πορεία η κουβανέζικη γραφειοκρατία επιχειρεί σταθερά πολιτικά, διπλωματικά και οικονομικά ανοίγματα στον καπιταλισμό. Όπως πάντα, ακόμη περισσότερο σήμερα, δυο δρόμοι ανοίγονται για την Κούβα: καπιταλιστική παλινόρθωση και διάλυση των κατακτήσεων της επανάστασης ή άπλωμα και νίκη της σοσιαλιστικής επανάστασης σε όλη την υπόλοιπη Λατινική Αμερική. Το πρώτο ενδεχόμενο αποτελεί επιλογή της κουβανέζικης γραφειοκρατίας. Το δεύτερο ενδεχόμενο σήμερα προβάλει ως μια ρεαλιστική ιστορική προοπτική σε μια νότια Αμερική που βράζει. Αποτελεί την επιλογή των κομμουνιστών.
Κ.Ρουσίτης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου