του ΓΙΩΡΓΟΥ ΧΑΤΖΗΚΥΠΡΑΙΟΥ
Ο ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ...."Καλό παιδί ο Λευτέρης και πράος άνθρωπος. Ποτέ δεν είχε πειράξει ούτε μερμήγκι. Άτυχος όμως, πολύ άτυχος. Ήταν παντρεμένος με την Ιουλία που οι συμμαθήτριές της την φώναζαν...Μιχάλαγα...!.."
Στον όμορφο κόσμο
του ευθυμογραφήματος
''Ο Χριστιανός Προμηθέας''
του Γιώργου
Χατζηκυπραίου
Αντάρτισσα, όλη ένα μάτσο νεύρα, ούτε κρέας δεν κόλλαγε πάνω της.
Του Λευτεράκη του άρεσαν τα ωραία και το κρασάκι του το ήθελε και καμμιά κιθαρίτσα με τους φίλους του να το συνοδεύει. Απ' την άλλη η Ιουλία δεν ήταν αυτών των εκδηλώσεων. Όταν αργούσε να γυρίσει από το μαγαζί, ο οσιομάρτυρας, το σπίτι γίνονταν πεδίο μάχης..
Άχρηστο τον ανέβαζε, ακαμάτη τον κατέβαζε. Μπεκρή τον πήγαινε, παραλυμένο τον έφερνε.
Ήταν και φορές που δεν άντεχε και της τα βροντούσε..
-Αμάν πια, κακούργα !! Μου έφαγες το σ'κώτι..!! Πώς να περάσει η ρημάδα η ζωή αν δεν πιείς κι ένα ποτήρι ;!!
- Νά' ρθεις να το πιεις στο σπίτι σου, βρε, που πας στα καπηλειά, με τους άλλους τους μεθύστακες και μουγκρίζετε σαν τα μουσκάρια..!!
Εκεί, ο Λευτέρης αγανακτούσε. Όλα κι όλα. Από μικρός είχε ωραία φωνή και μάλιστα ο παπα-Φώτης του έλεγε να πάει στην εκκλησία να τον κάνει αριστερό ψάλτη, μιάς και ήτανε μπάσος.
Δε βαρυέσαι ! Ύστερα τον πιάσανε κι αυτόν, να τα έχει κάνει πλακάκια με τον νεωκόρο και να ρημάζουν το παγκάρι..Μέχρι που να πάνε οι επίτροποι να πάρουν τα λεφτά, έριχναν μέσα στη σχισμή μιά κολλητική ταινία για μύγες και μάζευαν ό,τι κολλούσε πάνω της. Ύστερα τα πήγαιναν στο εικόνισμα της Αγίας Βαρβάρας και την ρωτούσαν αν ήθελε να πάρουν τα ''κολλημένα''..! Αν έμενε ακίνητο το εικόνισμα σήμαινε ότι η Αγία Βαρβάρα (μεγάλο τ' όνομά της !) συμφωνούσε. Τσέπωναν το χρήμα κι έκαναν το..σταυρό τους, να τους έχει ο Θεός καλά, να βουτήξουν και τα επόμενα..
Στο τέλος βούτηξαν αυτούς, γιατί το παγκάρι είχε γεμίσει κόλλες και το τριγύριζαν οι μύγες που κολλούσαν στην σχισμή, μαζί με τα χαρτονομίσματα που έριχναν οι φιλεύσπλαχνοι ενορίτες.
Μαζί με την ποινική δίωξητου παπα-Φώτη, έσβησαν και τα όνειρα του Λευτέρη να γίνει αριστερός ψάλτης για να βροντοφωνάζει το ''κύριε πρόσχωμεν'' παριστάνοντας πως κραδαίνει την ρομφαία του αρχάγγελου Γαβριήλ. Απόμεινε στο σπίτι με την Ιουλία που παρίστανε το όρνιο που έτρωγε το συκώτι του Προμηθέα !! Χριστιανός Προμηθέας ο Λευτέρης, Παγανιστικός δαίμονας η Ιουλία..!
Αλλά, είπαμε ! Υπομονή ! Μιά ζωή είναι αυτή, θα περάσει. Ξεφτίλα θα μου πεις, να περιμένεις να πάρεις το ένα επί δύο σου για να ησυχάσεις. Γιατί, μη θαρρείς κι ο Λευτεράκης είχε το μυαλό να σκεφτεί ότι η ζωή του πήγαινε στράφι. Δεν ήταν δα και βλάκας όμως. Όταν, μάλιστα, έμπαινε στο μαγαζί καμμία ζουμπουρλούδικη, πετάριζε το μάτι του και τον έπιαναν τα σορόπια και οι ευγένειες.
- Παρακαλώ, μαδάμ, πώς μπορώ να σας εξυπηρετήσω ;
Ενώ το μάτι του διέτρεχε όλες τις διαδρομές που μπορούσαν να τρέξουν πάνω στο κορμί της πελάτισσας. Οι περισσότερες έκαναν τις αδιάφορες. Κάποιες κολακεύονταν κιόλας. Ήταν και μερικές που έβλεπαν προοπτικές στο λιγωμένο βλέμμα του Λευτεράκη. Σαν την κυρία Βιβή, που πρόσεξε το ''συγκινητικό'' ενδιαφέρον του και ανταποκρίθηκε με λιγωμένα χαμόγελα και παινέματα, για το πανέμορφο κατάστημα και το λεβέντικο αφεντικό του..
Κορδώνονταν κι ο Λευτέρης, καθώς ξεχνούσε την μπάκα, που του έφτανε μέχρι τα γόνατα και παρίστανε τον Ροδόλφο Βαλεντίνο, με φαλάκρα Γιούλ Μπρύνερ..!
Δύο κι ένα τέταρτο ύφασμα πήρε η Βιβή, δύο τόνοι σιρόπι πλάκωσαν τον ερωτιδέα που απέμεινε εκστατικός απ' τη θωριά της ξανθοβαμμένης κουκλάρας.
Όλη την υπόλοιπη μέρα ήταν συλλογισμένος. Δεν έλεγε να φύγει απ' το νου του η Βιβή. Αναθυμούνταν τα μάτια της και λιγώνονταν. Σκέφτονταν το κορμί της και ζαλίζονταν. Μόνο κατά το βράδυ, που έκλεισε το μαγαζί κατάφερε να πει φωναχτά..:
- Τί άγγελος ήταν αυτός..;!!!
Ακόμα και τη νύχτα, στο σπίτι, δεν μπορούσε να κοιμηθεί. Τον πήρε ο ύπνος κατά τις τρεις το πρωί, καθώς σκέφτονταν ότι δε πρέπει να σκανδαλίζεται ένας άνθρωπος που ήθελε να γίνει ιεροψάλτης..!
Την επόμενη μέρα, άνοιξε το μαγαζί βαρύθυμος και με μαύρους κύκλους κάτω απ' τα μάτια.
Οργίστηκε, μάλιστα, με τον εαυτό του, που άφησε να τον συγκινήσει τόσο πολύ μιά περαστική πελάτισσα.
- Ωχ, αδελφέ ! Κι αν δεν έχουν περάσει θηλυκά από δω μέσα. Σε μιά Βιβή θα κολλήσουμε τώρα ;!!
Για να μη του φύγει ο νους, άρχισε να κάνει καταμέτρηση του εμπορεύματος, έτσι...για να μην πέφτουν όλα τελευταία στιγμή. Βρήκε, μάλιστα, στην αποθήκη κάτι ρετάλια από Ιταλικά υφάσματα μούρλια. Αν τά 'βαζε στη βιτρίνα για κράχτη, το μαγαζί θ' ανέβαινε δυό σκάλες πιο πάνω !
- Κοίτα, κύριε, τί σου κάνει η τεμπελιά ! Είχα μπουτίκ πολυτελείας και δεν τό' ξερα..!!
Και πάνω που παίνευε τις επιλογές του, νά την η κυρία Βιβή, ακόμη πιο εντυπωσιακή..
Ο Λευτέρης φόρεσε το πιο γλυκό του χαμόγελο και ρούφηξε την μπάκα, για ν' ανταποκριθεί στον τίτλο του λεβέντη, που του είχε απονείμει η Βιβή την προηγούμενη.
- Πώς θα μπορούσα να εξυπηρετήσω την ωραιοτάτη κυρία Βιβή ;!
- Χι-χι-χι, γέλασε σκανδαλιάρικα η κουκλίτσα, αρχίζοντας τις ντροπούλες..Καλέ, πώς τα λέτε..!
Είπε ναζιάρικα, σείοντας το κορμάκι της, με ορατό αποτέλεσμα τα γόνατα του Λευτεράκη ν' αρχίσουν να λυγίζουν..
- Τίποτα δεν είναι ικανό να περιγράψει την ομορφιά σας, κυρία Βιβή.
Είπε ο υπέρβαρος Καζανόβας και άπλωσε το ξερό του, παλαμαριάζοντας τη Βιβή απ' τη μέση. Διόλου δεν τραβήχτηκε το πονηρό θηλυκό. Ήρθε μάλιστα πιο κοντά του και τον πλημμύρισε με τ' άρωμά της. Το άγγιγμά της λειτούργησε σαν πυροκροτητής στον Λευτεράκη, που την έσφιξε πάνω του έτοιμος να της δώσει το πιο καυτό φιλί της ζωής του..!
Άρχισε μάλιστα να ονειρεύεται νύχτες μαγικές κι ονειρεμένες, κατά πως έλεγε κι ο Παπαϊωάννου. Είχε ξεχάσει τα πάντα και μαζί μ' αυτά και την Ιουλία που του μαύριζε την ζωή.
Το κακό όμως ήταν πως εκείνη δεν τον ξέχασε. Είχε κατέβει την αγορά και είπε να περάσει απ' το μαγαζί για να πει μιά καλημέρα στον αντρούλη της..
Την ώρα που περνούσε το κατώφλι του μαγαζιού, ο Λευτέρης είχε κάνει σφιχτή κατοχή στα...μαλακά της κυρα-Βιβής, λες και προσπαθούσε ν' ανακαλύψει τον όγκο του..υποδόριου λίπους της..!
Η Ιουλία έμεινε για τρία δευτερόλεπτα αποσβολωμένη, προσπαθώντας να καταλάβει αν αυτός που έβλεπε ήταν ο υποψήφιος ιεροψάλτης άντρας της..Στο τέταρτο δευτερόλεπτο της είχαν φύγει όλες οι αμφιβολίες και στο πέμπτο είχε εκβάλλει μέγιστη πολεμική κραυγή...:
- Σ α ρ δ α ν ά π α λ ε !!! Α β δ ο ύ λ Χ α μ ί τ !!!
Ο Λευτέρης πάγωσε σαν λαγούδι στην φωλιά του, ενώ η κυρία Βιβή έσπευσε να εξαφανιστεί αφήνοντάς τον μόνο του με τον Τιμωρό δαίμονα. Το θλιβερό τέλος γράφτηκε στο γραφείο του αξιωματικού υπηρεσίας του αστυνομικού τμήματος..
Η Ιουλία είχε εκσφενδονίσει ένα τόπι ύφασμα εναντίον του Λευτεράκη, ο οποίος έσκυψε για να του ξεφύγει κι αυτό βρήκε τον καφετζή που περνούσε μπροστά απ' το μαγαζί κρατώντας τον δίσκο με τους καφέδες.
Ο χριστιανός έμεινε μία βδομάδα στο νοσοκομείο με μέτρια διάσειση και έντονη κρίση του αυχενικού. Αθώο θύμα, θα μου πεις. Αλλά έτσι είναι με τις εμφύλιες διαμάχες. Την πληρώνουν πάντα οι αθώοι κι ο άμαχος πληθυσμός ! Η θυσία του φουκαρά περιέσωσε τη σωματική ακεραιτότητα του Λευτέρη που για δυό βδομάδες κοιμόταν στο σπίτι της αδελφής του, η οποία και ανέλαβε το βάρος των..ειρηνευτικών συνομιλιών..!
Τελικά το επεισόδιο έληξε σχετικά ανώδυνα, με μόνα θύματα τα βράδυα στο ταβερνάκι με την κιθάρα και το καρτούτσο. Ας είναι ! Υπάρχει καιρός μπροστά. Θ' ακολουθούσε και δεύτερος γύρος διαπραγματεύσεων. Τί ; Μόνο ο Αραφάτ ήξερε αυτά τα κόλπα ;!
- Ι ν τ ι φ ά ν τ α, κύριε. Ι ν τ ι φ ά ν τ α !!!!
τέλος ;....
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου