Πέμπτη 29 Δεκεμβρίου 2016

Το παραμύθι που δεν είχε τέλος (του Κώστα Βάρναλη)

Ζούσε κάποτε πέρα στην Ανατολή ένας τεμπέλης βασιλιάς. Δεν έκανε καμιά δουλειά. Ολημερίς ξαπλωμένος σε ντιβάνι με πολλά μαλακά μαξιλάρια, έβαζε να του λένε παραμύθια κι αυτός άκουε μαχμουρλίδικα.
  Αμολούσε σ’ όλο του το βασίλειο πλήθος αυλικούς να μαζεύουνε και να στέλνουνε στο παλάτι όσους ξέρανε παραμύθια, άντρες ή γυναίκες, γέρους ή νέους, ντόπιους ή ξένους. Γιατί δε χόρταινε ν’ ακούει. Όταν τέλειωνε το παραμύθι, έπεφτε σε βαθιά πλήξη και δυστυχία. Γι’ αυτό ήθελε πάντα το ένα παραμύθι ν’ ακολουθάει το άλλο. Ακόμα κι όταν έτρωγε κι έπινε ή έπαιρνε το μπάνιο του στη χαβούζα* του παλατιού, ήθελε ν’ ακούει παραμύθια. Μονάχα αργά πολύ, μετά τα μεσάνυχτα, όταν τον έπαιρνε ο ύπνος, τότε σιωπούσανε κι οι παραμυθάδες και, πατώντας στα νύχια τους απάνω στα παχιά κιλίμια, φεύγανε σιγά σιγά να πάνε να ξεκουραστούνε κι αυτοί, οι βασανισμένοι!
  Όσο πιο μεγάλο και μπερδεμένο ήταν το παραμύθι, τόσο περισσότερο του άρεσε. Ήταν παραμύθια που βαστούσανε μέρες και βδομάδες ολάκερες. Μα όσο μεγάλα και να ήτανε, ερχότανε επιτέλους η ώρα τους να τελειώσουν. Ε, τότε ο βασιλιάς γινότανε τρομερά δυστυχής. Αρρωστούσε, που έλεγες πως θα πεθάνει.
  Είδε κι απόειδε αυτός, η δωδεκάδα του (το συμβούλιό του) κι ο γιατρός του, αποφασίσανε όλοι μαζί να στείλουνε τελάληδες* σ’ όλες τις επαρχίες και σε όλα τα χωριά του βασιλείου, να διαλαλήσουνε:
  – Όποιος ξέρει ένα παραμύθι που να μην τελειώνει ποτέ, ας παρουσιαστεί να το πει του πολυχρονεμένου βασιλιά, κι αυτός θα του δώσει ένα σακί φλουριά και την κόρη του για γυναίκα.
  Όσοι ακούγανε αυτά τα λόγια, αστράφτανε τα μάτια τους από τον πόθο να γίνουνε πολύ πλούσιοι και να παντρευτούν τη βασιλοπούλα. Κι όλοι νομίζανε πως θα τα καταφέρνανε να διηγηθούνε παραμύθι χωρίς τέλος. Το κάτω της γραφής, αν αποτυχαίνανε, δε θα είχανε να χάσουνε τίποτα.
  Μα οι τελάληδες προσθέτανε στο τέλος:
  – Όποιος όμως δε τα καταφέρει να διηγηθεί το ατέλειωτο παραμύθι, τότε ο βασιλιάς θα του κόψει το κεφάλι!
  Όταν ακούγανε αυτήν την ποινή, τους έπιανε τρόμος και φόβος. Τότε νιώθανε πως ο βασιλιάς δε ζητούσε εύκολο πράμα. Και λέγανε συναμεταξύ τους:
  – Αδύνατα πράγματα ζητάει.
  Ωστόσο παρουσιαστήκανε στο βασιλιά δυο τρεις αποφασισμένοι ή να κερδίσουνε το στοίχημα ή να χάσουνε το κεφάλι τους. Ο πρώτος, που δοκίμασε να πει το ατέλειωτο παραμύθι, μπόρεσε να το βαστάξει τρεις μήνες. Μα ύστερα η φαντασία του είχε στερέψει. Μασούσε τα λόγια του, δεν έβρισκε τίποτα να πει και έτσι έχασε το κεφάλι του.
  Τότε οι άλλοι δυο φοβηθήκανε κι ούτε καν τολμήσανε ν’ αρχίσουνε. Φύγανε, κι ευχαριστούσανε μάλιστα το Θεό που γλυτώσανε απ’ του Χάρου τα δόντια.
  Πέρασε πολύς, πάρα πολύς καιρός, και κανένας δεν ερχόταν στο παλάτι γι’ αυτή τη δουλειά.
  Όπου νά σου μια μέρα και παρουσιάζεται ένας ξένος –από πού ήταν, κανένας δεν ήξερε. Μα η εξυπνάδα του και το θάρρος του ήταν μεγάλα.
  – Μεγάλε βασιλιά, είπε, αφού έκανε τον απαραίτητο τεμενά.* Άκουσα πως δίνεις μεγάλη αμοιβή σε κείνον που θα σου διηγηθεί ένα παραμύθι χωρις τέλος. Του δίνεις ένα σακί φλουριά και τη βασιλοπούλα. Είναι αλήθεια;
  – Αλήθεια, απάντησε ο βασιλιάς. Αν όμως δεν πετύχει, τότε του παίρνω το κεφάλι.
  – Το ξέρω κι αυτό, είπε ο ξένος. Κι είμαι αποφασισμένος να σου διηγηθώ εγώ μια ιστορία που δεν τελειώνει.
  – Περιμένω ν’ αρχίσεις, είπε ο βασιλιάς και ξαπλώθηκε στον καναπέ απάνω στα πολλά μαξιλάρια.
  Τότε ο ξένος στρογγυλοκάθισε στο πάτωμα απάνω στο κιλίμι μπροστά στο βασιλιά κι άρχισε:
  «Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας μεγάλος βασιλιάς, που μάζεψε όλο το σιτάρι της απέναντι χώρας του και το κλείδωσε σε μιαν αποθήκη τόσο μεγάλη, που για να πας από την μιαν άκρη της έως την άλλη θα έπρεπε να περπατάς από το πρωί ίσαμε το βράδυ.
  »Μια μέρα έπεσε στην πρωτεύουσα ένα μαύρο σύννεφο ακρίδες τόσο μεγάλο, που σκοτείνιασε ο ήλιος κι όλοι νομίσανε πως ήρθε η συντέλεια του κόσμου. Γιατί γεμίσανε οι δρόμοι, τα σπίτια, ο αέρας, από ακρίδες τόσο πυκνές, που δεν μπορούσες ν ’ανασάνεις.
  »Αυτές οι αμέτρητες ακρίδες, αφού φάγανε όλα τα αμπέλια και τα δάση και δε χορτάσανε, μυριστήκανε τελευταία και την αποθήκη του σιταριού. Μα η αποθήκη ήταν πολύ καλά κλεισμένη από παντού, κι όχι μονάχα δεν είχε παράθυρα ή καμινάδες, μα ούτε και καμιά σκισμάδα για να μπορέσουνε να τρυπώσουνε μέσα και να φάνε το σιτάρι.
  »Κάμποσες μέρες φέρνανε βόλτα γύρω στην αποθήκη και κοιτάζανε με προσοχή όλες τις μεριές, μπας και βρεθεί πουθενά καμιά τρυπίτσα ή καμιά χαραμάδα. Μα επιτέλους μια τυχερή ακρίδα ανακάλυψε στην ανατολική πλευρά της αποθήκης μια μικρούλα σκισμάδα, που μόλις χωρούσε μοναχή της. Μπήκε το λοιπόν μέσα, πήρε ένα σπειρί σιτάρι και βγήκε.
  »Άμα βγήκε αυτή, μπήκε μια δεύτερη ακρίδα, πήρε κι αυτή ένα δεύτερο σπειρί σιτάρι και βγήκε. Άμα βγήκε κι αυτή, μπήκε μια τρίτη ακρίδα, πήρε κι αυτή ένα τρίτο σπειρί σιτάρι και βγήκε. Ύστερα μπήκε μια τέταρτη ακρίδα και πήρε ένα τέταρτο σπειρί σιτάρι, κι άμα βγήκε κι αυτή, μπήκε μια πέμπτη ακρίδα κτλ…»
  Περάσανε μέρες, βδομάδες, μήνες, χρόνια, κι ο ξένος αξακολουθούσε να λέει από το πρωί ώς το βράδυ το ίδιο πράμα:
  «Ύστερα μπήκε μια άλλη ακρίδα και πήρε άλλο σπειρί σιτάρι. Άμα βγήκε αυτή, μπήκε άλλη ακρίδα και πήρε ένα άλλο σπειρί σιτάρι…»
  Περάσανε έτσι δυο χρόνια κι ο ξένος έλεγε και ξανάλεγε από το πρωί ώς το βράδυ το ίδιο χαβά.* Ο βασιλιάς στενοχωριότανε πολύ, ώσπου μια μέρα τονε ρώτησε θυμωμένος:
  – Δε μου λες, πόσον καιρό αυτές οι ακρίδες θα μπαίνουνε και θα βγαίνουνε;
  – Μα, βασιλιά μου πολυχρονεμένε, ώς τώρα οι ακρίδες αδειάσανε μια πιθαμή σιτάρι από την αποθήκη. Και μένουνε ακόμα τριακόσιες πιθαμές και μιλιούνια ακρίδες. Ίσως μετά εξακόσια χρόνια θα κατορθώσουν να μπούνε στην αποθήκη όλες οι ακρίδες μια μια και ν’ αδειάσουνε το σιτάρι. Και πάλι βλέπουμε…
  Τότε πια ο βασιλιάς δε βάσταξε. Γούρλωσε τα μάτια του, τινάχτηκε από το ντιβάνι και ξεφώνισε με όλη του τη δύναμη:
  – Καταραμένε άνθρωπε. Θα με τρελάνεις! Άι στο καλό! Έχασα το στοίχημα! Πάρε το σακί τις λίρες και την κόρη μου κι άφησέ με ήσυχο.
  Έτσι ο έξυπνος αυτός ξενοτοπίτης πήρε τα χρήματα, πήρε τη βασιλοπούλα κι έγινε και διάδοχος του θρόνου.
  Ο βασιλιάς είχε γεράσει πολύ κι ευχαριστιότανε τώρα ν’ ακούει παραμύθια κι ιστορίες που είχανε τέλος. Κάθε τόσο συνήθιζε να λέει:
  – Είμαι ευχαριστημένος, που έμαθα πως μονάχα οι ιστορίες που τελειώνουν είναι όμορφες κι έχουνε ενδιαφέρον.
  Άμα πέθανε, έγινε βασιλιάς ο έξυπνος γαμπρός του. Και το κράτος ευτύχησε. Μα οι ιστορικοί δε συμφωνήσανε ακόμα από ποιον τόπο ήταν αυτός ο ξένος.



* χαβούζα: δεξαμενή.
* τελάλης: κήρυκας.
* ο τεμενάς: η υπόκλιση.
* χαβάς: τραγούδι, τα ίδια λόγια.


(Aπό το βιβλίο: Aνθολόγιο για τα παιδιά του Δημοτικού, μέρος δεύτερο, Oργανισμός Eκδόσεως Διδακτικών Bιβλίων, 1975)

ΠΟΤΕ ΔΕΝ ΕΙΣΑΙ ΥΠΕΡΒΟΛΙΚΑ ΜΙΚΡΟΣ-- (ελληνικοί υπότιτλοι)



Σας αρέσει η καλή κωμωδία....
Αν δε πάτε στα χιόνια, είναι ο,τι πρέπει για να περάσετε όμορφα στο σπίτι...
Το εκρηκτικό δίδυμο Ντιν Μάρτιν- Τζέρι Λούις εξασφαλίζει το αποτέλεσμα

  ΚΑΛΗ   ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ....!!!!!!!!!

Τετάρτη 28 Δεκεμβρίου 2016

ΤΑ ΜΕΓΑΛΑ ΩΦΕΛΗ ΤΟΥ ΝΑ ΜΗ ΚΑΝΕΙΣ ΤΙΠΟΤΑ

Τα μεγάλα οφέλη του 

να μην κάνεις “Τίποτα”!

ofeli-tou-tptΤο ήξερες πως το μυστικό της δημιουργικότητας, της έμπνευσης, της πρωτοπορίας, της καλής υγείας, τα ευτυχίας έχει να κάνει με το να μάθεις την τέχνη του να μην κάνεις τίποτα; Τέλεια νέα, έτσι;
Η νευρο-επιστήμη απέδειξε σχετικά πρόσφατα πως το «τρέξιμο» εξαντλεί το νευρολογικό μας σύστημα κι ως εκ τούτου «σκοτώνει» την ικανότητα μας να είμαστε δημιουργικοί και παραγωγικοί. Φαίνεται τελικά πως το να έχουμε μέσα στη μέρα μας ή έστω μέσα στην εβδομάδα μας, κάποια ώρα με μη-δομημένο πρόγραμμα, είναι το καλύτερο που μπορούμε να κάνουμε για να δώσουμε ώθηση στην απόδοση μας.
Ο μη-δομημένος χρόνος είναι η ώρα που θα αφεθούμε να χαλαρώσουμε χωρίς να έχουμε προγραμματίσει να κάνουμε τίποτα. Αυτό δε σημαίνει απαραίτητα πως δε θα κάνουμε τίποτα. Ίσως και να ασχοληθούμε με κάτι, αλλά αυτό το «κάτι» θα είναι δίχως το ρολόι στο χέρι και σίγουρα θα είναι μια χαλαρή- ευχάριστη δραστηριότητα. Το ιδανικό βέβαια είναι να αφεθούμε σε ονειροπόληση, πράγμα που θα επιτρέψει στον εγκέφαλο μας να ξεκουραστεί, να ανανεωθεί και να δημιουργήσει χώρο ώστε να ξεπηδήσουν νέες ιδέες, λύσεις για πράγματα που μας απασχολούν και να χτιστούν το νοερό πεδίο επιθυμίες κι όνειρα. Αυτό δηλαδή που χρειάζεται η καινοτομία και η πρωτοπορία!
impossible nothingΗ ξεκούραση, η βαθιά χαλάρωση, τα διαλείμματα, ακόμα κι αν είναι για μερικά λεπτά, έχει αποδειχθεί ξανά και ξανά μέσα από πειράματα κι έρευνες, πως βελτιώνουν την απόδοση και την παραγωγικότητα. Ίσως όμως το πιο σημαντικό κομμάτι αυτών τω ερευνών είναι πως η βαθιά χαλάρωση, η ξεκούραση, ο μη-δομημένος χρόνος, η ονειροπόληση κι ο χρόνος για τον εαυτό συμβάλουν στην καλή υγεία. Αυτό συμβαίνει διότι επεμβαίνουν στο μηχανισμό του στρες, απενεργοποιούν την ορμόνη του στρες, κορτισόλη, και μειώνουν έτσι την παραγωγή φλεγμονών στο σώμα. Η οποία παραγωγή φλεγμονών είναι η Νο1 αιτία όλων των ασθενειών.
Ποιοι είναι όμως τελικά οι πιο κατάλληλοι τρόποι για βαθιά χαλάρωση και για να αφεθούμε από τη διανοητική λειτουργία του εγκεφάλου;
  • Η τηλεόραση;
  • Η μουσική;
  • Η βόλτα;
Και ναι και όχι. Παρότι όλες αυτές οι δραστηριότητες μπορεί να είναι χαλαρές ή διασκεδαστικές, συνεχίζουν να κρατάνε το νου σε εγρήγορση. Κι εμείς αυτό που θέλουμε είναι να βάλουμε το νου σε σιωπή. Κι απλά «να είμαστε στο εδώ και το τώρα» χωρίς άλλες σκέψεις, για το παρελθόν ή το μέλλον. Απλά να βρεθούμε στο «εδώ και το τώρα». Αυτό δε σημαίνει πως πρέπει απαραιτήτως να απομονωθούμε ή να μην κάνουμε τίποτα. Αν και στην αρχή, μάλλον θα χρειαστεί να εξασκηθούμε σε απομόνωση, κάνοντας ένα μεγάλο… «τίποτα». Η πρακτική του να βρεθούμε στο εδώ και το ώρα όμως είναι μία πρακτική που εφαρμόζεται άνετα ακόμα κι αν έχουμε χιλιάδες ανθρώπους γύρω μας. Θυμάστε όταν ήσασταν έφηβοι που μπορούσατε να ονειροπολείτε κι ας έπεφταν βόμβες γύρω σας;
Για δοκιμάστε λοιπόν, τώρα, πλένοντας τα πιάτα για παράδειγμα να βρεθείτε σε αυτή την κατάσταση όπου ο νους βρίσκεται σε πλήρη απραξία. Ή όταν βρίσκεστε σε μία ουρά περιμένοντας να πληρώσετε ένα λογαριασμό, δοκιμάστε να φέρετε το νου σας σε πλήρη απραξία. Ή απλά ρίξτε μια ματιά έξω από το παράθυρο και μείνετε εκεί για 5 λεπτά αγναντεύοντας τον ορίζοντα.
Το ιδανικό εργαλείο για την εξάσκηση του «πως θα μένω στο εδώ και το τώρα» είναι ο διαλογισμός. Επισκεφτείτε το κανάλι μου στο Youtube, elenafissa και θα βρείτε δεκάδες διαλογισμούς στις playlists, αλλά και δωρεάν σειρές εκπαίδευσης στο διαλογισμό για αρχάριους, αλλά και για προχωρημένους μαθητές του διαλογισμού. Απλά επέτρεψε στον εαυτό σου και το σώμα σου να αφεθούν να απολαύσουν τα οφέλη της χαλάρωσης. Απλά επέτρεψε στο σώμα σου να αφεθεί και να σου μάθει τι σημαίνει χαλάρωση. Απλά επέτρεψε στον εαυτό σου να αφεθεί και να σου μάθει τι σημαίνει αληθινός εαυτός. Επέτρεψε στις ιδέες να αναδυθούν, επέτρεψε την ανάδυση του υψηλού σου εαυτού!
Καλή επιτυχία!

**************

Ελένη Φύσσα
Πηγήagriniovoice
Αντικλείδι , http://antikleidi.com

ΕΙΝΑΙ ΚΟΥΤΟ ΝΑ ΚΥΝΗΓΑΣ ΤΟ ΤΙΠΟΤΑ

Χριστούγεννα, Είναι Κουτό να Κυνηγάς το Τίποτα

από selana019


Γιώργος Κτενάς

«Σύρε στο σπίτι, δεν θα σε πάρω στο κατόπι ποτέ, όσο πολύ και να το πεθυμήσεις. Είναι κουτό να κυνηγάς το τίποτα»*. Με αυτό το επιχείρημα η Ηλέκτρα, στη σοφόκλεια τραγωδία, πείθει τη δειλή και αδύναμη αδερφή της, Χρυσοθέμη, να τρέξει προς την Κλυταιμνήστρα. Κι αυτό είναι το κύριο γνώρισμα της τραγωδίας, με κάθε σεβασμό στους εξειδικευμένους μελετητές των αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων: το επιχείρημα, η πειθώ. Η βάση τού διαλόγου δηλαδή, από όπου προέκυψε η άμεση δημοκρατία στην αρχαία Αθήνα και σε μία σειρά άλλων πόλεων.

Η ίδια η εξέλιξη της φύσης τού ανθρώπου έχει μέσα της το επιχείρημα. Όταν ο Κρο-Μανιόν επικράτησε του Νεάντερνταλ, το κατάφερε με επιχειρήματα: αξιοποίησε τη γλώσσα και τα σύμβολα. Εκεί που απουσιάζει ο διάλογος, άρα το επιχείρημα, κυριαρχεί η βία, που είναι η βάση τής εξουσίας και αποτελεί επινόησή της. Κι εδώ πρέπει να δούμε πως η βία έχει πολλά πρόσωπα. Η ανεργία, ο αναλφαβητισμός, η μόνιμη έλλειψη τροφής και πόσιμου νερού, είναι βία σε καιρό ειρήνης. Η κοινωνική αποξένωση, η καταναλωτική εκτόνωση και οτιδήποτε απορρέει από τον μηχανισμό τού καπιταλιστικού οικοδομήματος είναι μεταμφιεσμένη βία, παρότι κατά τεκμήριο μετονομάζεται σε κάτι άλλο.

Βία είναι η απάθεια που δημιουργούν τα σκουπίδια της τηλεόρασης. Ο υποβιβασμός τού πολίτη σε μονάδα κατανάλωσης, άρα εν δυνάμει καπιταλιστή, που υπηρετεί ένα σύστημα που βρίσκεται ενάντια στη φύση του ανθρώπου: η αξιακή κλίμακα συνθλίβεται μπροστά στην οικονομική έκφανση, προκειμένου να κορεστεί το τέρας της προπαρασκευασμένης καταναλωτικής μανίας. Και είναι ευκαιρία λόγω των ημερών, να γράψουμε δύο λόγια για τη μεταμφιεσμένη βία των Χριστουγέννων. Με τον κίνδυνο να χαρακτηριστούμε γκρινιάρηδες, θα ξεσκονίσουμε ιατρικές – ψυχολογικές έρευνες (που είχαν δημοσιευτεί παλιότερα στον Τύπο) για την περίοδο των γιορτών και αποκαλύπτουν μία εικόνα μαζικής ψυχολογικής κατάρρευσης αυτό το διάστημα.

Πρόκειται για ένα προκαθορισμένο εορταστικό ραντεβού, παγκόσμιας κλίμακας, που λειτουργεί ως προκαθορισμένο καταναλωτικό ραντεβού. Με αποδεδειγμένα δραματικές συνέπειες για την ψυχική και σωματική υγεία, αυτό το ραντεβού προκαλεί έντονη δυσφορία και μαζική κατάθλιψη την περίοδο των Χριστουγέννων. Το περίφημο «Φαινόμενο των Χριστουγέννων» («Christmas effect») όπως έχει χαρακτηριστεί από Αμερικανούς ψυχιάτρους, με κύρια γνωρίσματά του την κατάθλιψη, το έντονο άγχος, το αίσθημα δυστυχίας και ενοχής που βιώνει ένας πολύ μεγάλος αριθμός υγιών ανθρώπων. Παράλληλα, η κατάσταση ατόμων που υποφέρουν ήδη από ψυχολογικά προβλήματα, επιδεινώνεται μέσα στις γιορτές. Με βάση πολύχρονες στατιστικές μελέτες στη Βρετανία για παράδειγμα, την πρώτη μέρα τού νέου έτους υπάρχει αύξηση των αυτοκτονιών κατά 100%.

Ένα άλλο φαινόμενο παθογένεσης είναι το «Καλά Χριστούγεννα Στεφανιαία» («Merry Christmas, Coronary»), που αφορά την αύξηση καρδιακών επεισοδίων ανήμερα τα Χριστούγεννα και εντυπωσιακή άνοδο πρόωρων θανάτων. Ο Βέμπερ συνδέει σωστά την αγγλοσαξονική παράδοση των Χριστουγέννων με τον καπιταλισμό, με αποτέλεσμα οι μέρες να χάνουν τον θρησκευτικό μυστικισμό και τον λαϊκό τους χαρακτήρα (-Περιττό να πούμε ότι στην ελληνική παράδοση, η μεγάλη θρησκευτική γιορτή είναι η Ανάσταση). Οπότε μιλάμε για ένα βαθύτερο φαινόμενο παθολογίας και ξενομανίας, που υποβαθμίζει το πνεύμα των ημερών σε μία καταναλωτική εκτόνωση, ντυμένη με την κόκκινη φορεσιά τού επινοήματος της Coca Cola, του Santa Claus. Εξηγώντας με απόλυτο τρόπο τη μεταμφιεσμένη βία των Χριστουγέννων, που το μοναδικό «επιχείρημά» της είναι ένα: καταναλώστε.

*Ηλέκτρα, εκδ. Κάκτος.

- See more at: http://www.babylonia.gr/2016/12/22/christougenna-ine-kouto-na-kinigas-tipota/#sthash.0qvj2mcC.dpuf

"ΜΑΝΤΑΡΙΝΙ" ΤΟ ΦΡΟΥΤΟ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ

ΤΟ ΦΡΟΥΤΟ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ ΞΑΝΑ..."Όμορφη σα μανταρίνι, Ξεφλουδίζοντας τον καρπό σου μ' άρπαξε τ' άρωμα πριν απ' τη γεύση !..."

Το φρούτο των Χριστουγέννων ξανά

Posted by sarant στο 28 Δεκεμβρίου, 2016
Μέρες που είναι, θα μου επιτρέψετε να επαναλάβω ένα παλιότερο άρθρο, που το είχα δημοσιεύσει αρχικά πριν από πέντε σχεδόν χρόνια και στη συνέχεια το συμπεριέλαβα στο βιβλίο μου «Οπωροφόρες λέξεις«.
aa800px-Madarines_white_bgΔεν ξέρω αν υπάρχει ένα κοινώς αποδεκτό «φρούτο των Χριστουγέννων» -δεν νομίζω πάντως, εγώ θα πω για τον εαυτό μου. Για μένα, φρούτο των Χριστουγέννων είναι αυτό που βλέπετε στη φωτογραφία αριστερά: το μανταρίνι.
Η πιο καθαρή χριστουγεννιάτικη εικόνα που έχω συγκρατήσει από την παιδική μου ηλικία, εκτός από το χριστουγεννιάτικο δέντρο, είναι τα μανταρίνια στη φρουτιέρα, κι ύστερα, στο τραπέζι, ο παππούς να καθαρίζει τα μανταρίνια ώστε να διατηρηθεί το κάτω μέρος ακέραιο, σαν καλαθάκι. Βάζαμε λίγο λάδι και ανάβαμε το άσπρο στέλεχος που απέμενε στον πάτο, σαν φιτιλάκι –και μοσχοβολούσε. Και σήμερα ακόμα, έχω συνδέσει τα Χριστούγεννα μ’ αυτό το φρούτο -αν λείπουν τα μελομακάρονα, ας πούμε, μπορεί να μην το προσέξω, αλλά τα μανταρίνια στη φρουτιέρα είναι απαραίτητα.
Σε παλιότερο άρθρο είχαμε μιλήσει για τα νεράντζια και τα πορτοκάλια. Αν το νεράντζι είναι ο φτωχός συγγενής του πορτοκαλιού, ο μικρός αδελφός του ασφαλώς είναι το μανταρίνι. Μικρότερο σε μέγεθος, ήρθε αργότερα στην Ευρώπη, αλλά εγκλιματίστηκε απόλυτα και μόνο το όνομά του προδίδει τις ανατολίτικες καταβολές του.
Η μανταρινιά, με βοτανική ονομασία Citrus reticulata, έχει πατρίδα της την Κίνα. Άργησε να έρθει στα μέρη μας· μόλις το 1805 έγινε η πρώτη εισαγωγή μανταρινιών στην Αγγλία. Οι Άγγλοι τα καλλιέργησαν στη Μάλτα, που τότε ήταν κτήση τους και το κλίμα της ήταν πρόσφορο, και από εκεί ο νέος καρπός διαδόθηκε σε ολόκληρη τη Μεσόγειο. Στην Ελλάδα, μανταρινιές έφερε πρώτος από τη Μάλτα ο Ρώσος ναύαρχος Χέιδεν, που τον ξέρουμε όλοι από τη Ναυμαχία του Ναβαρίνου (αλλά ίσως δεν ξέρουν όλοι ότι ήταν Ολλανδός στην καταγωγή και ότι στα ρώσικα προφέρεται Γκέιντεν). Τις χάρισε στον Μανώλη Τομπάζη, στον Πόρο. Το 1877 εκείνες οι μανταρινιές σώζονταν ακόμα στον κήπο του πατρογονικού των Τομπάζηδων. Ωστόσο, το «μανδαρίνιον της Μάλτας», όπως αρχικά το αποκαλούσαν, δεν διαδόθηκε αμέσως· πάντως, μετά το 1850 το δέντρο καλλιεργιόταν στην Αθήνα, στην Κέρκυρα και στην Κρήτη. Σε εφημερίδα του 1917, διαβάζω ότι τα καλύτερα μανταρίνια έβγαιναν στα Σεπόλια και στην Κολοκυνθού· από τότε έχουν αλλάξει τα πράγματα!
Καθώς ήρθε αργά και μπήκε από λίγα σημεία σε όλη την Ευρώπη, δεν είναι περίεργο που το όνομά του είναι ίδιο σε όλες τις ευρωπαϊκές γλώσσες. Ονομάστηκε mandarine στα γαλλικά ή στα αγγλικά, από τους μανδαρίνους, τους Κινέζους αξιωματούχους, μάλλον επειδή οι μανδαρίνοι φορούσαν μεταξωτούς μανδύες κίτρινου χρώματος. Η ονομασία για το μανταρίνι είχε μπει στην αγγλική και τη γαλλική γλώσσα από τις αφηγήσεις ταξιδιωτών πριν έρθει ο ίδιος ο καρπός στην Ευρώπη. Στα ελληνικά μπήκε από τα ιταλικά, και –όπως συχνά συμβαίνει– ο πληθυντικός (mandarini, ο ενικός είναι mandarino) θεωρήθηκε ενικός. Να κάνουμε εδώ μια παρένθεση: η κοινή ευρωπαϊκή λέξη για τους μανδαρίνους δεν είναι κινεζικής αρχής· την οφείλουμε στο πορτογαλικό mandarim, που είναι δάνειο από το μαλαϊκό mantri (έπαιξε παρετυμολογικά ρόλο και το πορτογ. ρήμα mandar, διατάζω), κι αυτό από το ινδικό mantri, που θα πει «σύμβουλος». Η ινδική μάντρα (mantra) είναι της ίδιας ρίζας, ενώ η ελληνική μάντρα δεν έχει καμιά σχέση, είναι αρχαία.
Είπαμε πιο πάνω ότι η ονομασία είναι κοινή παντού, αλλά στα αγγλικά, και ιδίως στα αμερικάνικα, το μανταρίνι είναι γνωστό και ως tangerine. Η λέξη προέρχεται από την Ταγγέρη του Μαρόκου (Tangiers) και αρχικά λεγόταν για ένα είδος πορτοκαλιού. Σήμερα χρησιμοποιείται για ορισμένες ποικιλίες μανταρινιών με πιο βαθύ, κοκκινοπορτοκαλί χρώμα. Η αγγλική λέξη δηλώνει και το αντίστοιχο χρώμα, ενώ οι παλιοί θα θυμούνται το ροκ συγκρότημα Tangerine Dream.
Βέβαια, υπάρχουν άφθονες ποικιλίες μανταρινιών, με δικά τους ονόματα, όπως οι κλημεντίνες, που δεν έχουν κουκούτσια και που οφείλουν το όνομά τους στον Γάλλο μοναχό Clément Rodier, που τις καλλιέργησε με διασταυρώσεις σε ένα μοναστήρι στο Οράν της (γαλλικής τότε) Αλγερίας στις αρχές του 20ού αιώνα. Χωρίς κουκούτσια είναι και η ποικιλία Σατσούμα, που είναι το παλιό όνομα μιας επαρχίας στη νότια Ιαπωνία απ’ όπου στάλθηκαν τα μανταρίνια αυτά στις ΗΠΑ (στην ίδια την Ιαπωνία, η ποικιλία ονομάζεται Μικάν). Εμείς έχουμε τα Χιώτικα, που βέβαια δεν καλλιεργούνται μόνο στη Χίο, με έντονο άρωμα και φλούδα χαλαρή και παχιά –προσωπικά, τα προτιμώ· μερικές κλημεντίνες έχουν τόσο λεπτή φλούδα και τόσο σφιχτά κολλημένη στον καρπό, που θέλεις τανάλια για να τις καθαρίσεις! Ονομαστά είναι και τα μανταρίνια της Καλύμνου. Βέβαια, οι ντόπιες ποικιλίες έχουν κουκούτσια, και μάλιστα πολλά, κι αυτό θεωρείται εμπορικό μειονέκτημα -τόσα ξέρουν.
Μικρά, νόστιμα, εύκολα στο καθάρισμα, ξεχύνουν αμέσως το άρωμά τους· τα παιδιά πιέζουν το φλούδι και ραντίζουν το διπλανό τους με το αιθέριο έλαιο που πετάγεται, όπως στην οδό Αριστοτέλους του Λευτέρη Παπαδόπουλου (έβγαζα απ’ τις τσέπες μου φλούδες μανταρίνι, σου ’ριχνα στα μάτια να πονάς)· βέβαια, το μανταρίνι δεν έχει μπει στη φρασεολογία μας, πράγμα που δεν πρέπει να μας εκπλήσσει, αφού είναι νεοφερμένο (το ρολόι της γλώσσας χτυπάει τους αιώνες). Ωστόσο, υπάρχει το γνωστό νησιώτικο τραγούδι «Μήλο μου και μανταρίνι», που αυτομάτως αποκτά όριο για τη χρονολόγησή του.
Πέρα από τον θαυμάσιο στίχο του Λευτέρη Παπαδόπουλου που αναφέραμε πιο πάνω, οι ποιητές πρόσεξαν πολύ το ηδονικό ξεφλούδισμα του μανταρινιού· ο Ηλίας Λάγιος αναρωτήθηκε
Ποιός σου ’μαθε να ξεφλουδάς το χρόνο μανταρίνι,
με χίλιους δυο οδηγούς τουριστικούς στ’ ασπρούλια χέρια σας
και ο Τάσος Κόρφης έγραψε το εξής σύντομο ποίημα, που έχει τίτλο «Το μανταρίνι»:
Όμορφη σα μανταρίνι
Ξεφλουδίζοντας τον καρπό σου
μ’ άρπαξε τ’ άρωμα
πριν απ’ τη γεύση!
«Είστε γλυκιά σαν το μανταρίνι» έγραψε σε κάποιαν ο Γιώργος Σαραντάρης, ενώ η Σώτη Τριανταφύλλου έγραψε συλλογή πεζογραφημάτων με τίτλο «Μέρες που έμοιαζαν με μανταρίνι».
Ο Ιάκωβος Καμπανέλλης είχε διηγηθεί κάποτε το εξής:
«Πριν από πολλά χρόνια μαζευόμαστε στο καφενείο του Μπραζίλιαν όλη η όρθια διανόηση: Θεοδωράκης, Γκάτσος, Μόραλης, Ελύτης. Συζητούσαμε πολλά, αλλά συνήθως τα ίδια. Μια μέρα Δεκεμβρίου στην οδό Αθηνάς, η οποία ήταν γεμάτη ζαρζαβατικά, πορτοκάλια και μανταρίνια και έλαμπε μέσα στα χρώματα, συναντώ τυχαία τον Νίκο Γκάτσο. Του λέω: «Εχω μια ιδέα, δεν παίρνουμε μια σακούλα μανταρίνια να πάμε στους Αέρηδες να κάτσουμε να τα τρώμε και να πετάμε τις φλούδες στα πράσινα χόρτα;». «Δεν μπορώ, έχω μια δουλειά» μου απάντησε. Συναντάω τον Γκάτσο μερικά χρόνια αργότερα στου Ζόναρς. Είναι πολύ καταβεβλημένος και μου λέει: «Ξέρεις τι θυμάμαι; Πριν από 20 χρόνια συναντηθήκαμε στη Λαχαναγορά και μου είπες για εκείνα τα μανταρίνια και σου είπα μια άλλη φορά. Αυτή η άλλη φορά δεν ήλθε ποτέ. Τώρα δεν μπορώ, δεν έχω δυνάμεις…».
Τα μανταρίνια του Γκάτσου θα είχαν μάλλον κουκούτσια, αλλά στις μέρες μας το μανταρίνι, για να είναι εμπορικά ελκυστικό, πρέπει να μην έχει. Και οι κλημεντίνες κι οι λοιπές άσπορες ποικιλίες, αν τύχει και γονιμοποιηθούν από γύρη άλλης ποικιλίας, δίνουν καρπούς με κουκούτσια. Στην Καλιφόρνια, διαβάζω, οι παραγωγοί μανταρινιών έκαναν πριν από μερικά χρόνια μήνυση στην ένωση μελισσοκόμων, επειδή οι μέλισσές τους γονιμοποιούν άνευ αδείας τα άνθη στις μανταρινιές. Τι τα θέλετε, οι μέλισσες είναι πρωτόγονα έντομα που δεν σκαμπάζουν από καταναλωτικές προτιμήσεις…

Τρίτη 27 Δεκεμβρίου 2016

ΦΑΝΤΑΣΜΑ ΜΕ ΣΩΦΕΡ-- (ελληνικοί υπότιτλοι)



Πάμε για μια κωμωδία;
Μια πολύ καλή ταινία από το παλιό καλό κινηματογράφο που αξίζει το κόπο να την παρακολουθήσει όποιος βαρέθηκε τα γλυκανάλατα φιλμ με τις σκηνές βίας και ατέλειωτης βλακείας... 
Πρόκειται για μια  Γαλλική κωμωδία φαντασίας του Ζεράρ Ουρί με τον Φιλίπ Νουαρέ...Γυρίστηκε το 1995...

ΓΙΑ  ΤΟΥΣ  ΦΙΛΟΥΣ  ΤΟΥ  ΚΑΛΟΥ   ΣΙΝΕΜΑ!

Η ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗ ΤΩΝ ΚΩΝΟΦΟΡΩΝ----The Sex Lives of Christmas Trees | Deep Look



Πεύκα, έλατα, κυπαρίσσια και πολλά άλλα δέντρα έρχεται η εποχή πού γεμίζουν κουκουνάρες...
Η κουκουνάρα, δεν είναι ένα απλό διακοσμητικό στολίδι, αλλά κάτι πολύ πιο σπουδαίο...
Είναι μια μήτρα που μέσα της ωρίμασαν οι σπόροι για το νέο δέντρο..
Ας παρακολουθήσουμε το γνωστό μας πεύκο....
Παράγει δύο ειδών κουκουνάρια...Αρσενικά, που είναι ανοιχτά γεμάτα με γύρη, που την σκορπίζει ο άνεμος και τα θηλυκά που είναι ερμητικά κλειστά και μέσα τους έχουν το σπόρο...
Την εποχή της γονιμοποίησης, ανοίγει λίγο για να μπορέσει να περάσει η γύρη και να γονιμοποιήσει το σπόρο.... Μετά κλείνει μέχρι να ωριμάσει ο σπόρος...
Τότε ανοίγει και τα υπόλοιπα θα τα αναλάβει ο καλός ο άνεμος ή το τίναγμα από τη πτώση της κουκουνάρας στο έδαφος...
Ένα ενδιαφέρον σύντομο video, με δυνατότητα εμφάνισης Ελληνικών υποτίτλων...

                           ΔΙΚΟ   ΣΑΣ....!!!!!!!

Ντέ­νις Τζόν­σον (Denis Johnson): Ντάν­ταν

  Ντέ­νις Τζόν­σον (Denis Johnson):  Ντάν­ταν Posted on  15 Μάϊος 2024  by planodion Ντέ­νις Τζόν­σον (Denis Johnson)   Ντάν­ταν (Dundun) ΚΙ...