Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Τετάρτη 1 Φεβρουαρίου 2017

Ο ΜΟΝΑΧΙΚΟΣ ΘΡΗΝΟΣ--ΤΟ ΖΕΪΜΠΕΚΙΚΟ

Ο μοναχικός θρήνος – το ζεϊμπέκικο

zemp
Το ζεϊμπέκικο δύσκολα χορεύεται. Δεν έχει βήματα· είναι ιερατικός χορός με εσωτερική ένταση και νόημα που ο χορευτής οφείλει να το γνωρίζει και να το σέβεται.
Είναι η σωματική έκφραση της ήττας. Η απελπισία της ζωής. Το ανεκπλήρωτο όνειρο. Είναι το «δεν τα βγάζω πέρα». Το κακό που βλέπεις να έρχεται. Το παράπονο των ψυχών που δεν προσαρμόστηκαν στην τάξη των άλλων.
Το ζεϊμπέκικο δεν χορεύεται ποτέ στην ψύχρα ει μη μόνον ως κούφια επίδειξη. Ο χορευτής πρέπει πρώτα «να γίνει», να φτιάξει κεφάλι με ποτά και όργανα, για να ανέβουν στην επιφάνεια αυτά που τον τρώνε. Η περιγραφή της προετοιμασίας είναι σαφής:
Παίξε, Χρήστο, το μπουζούκι,
ρίξε μια γλυκιά πενιά,
σαν γεμίσω το κεφάλι,
γύρνα το στη ζεϊμπεκιά.
(Τσέτσης)
ZEIMPEKIKO
Ο αληθινός άντρας δεν ντρέπεται να φανερώσει τον πόνο ή την αδυναμία του· αγνοεί τις κοινωνικές συμβάσεις και τον ρηχό καθωσπρεπισμό. Συμπάσχει με τον στίχο ο οποίος εκφράζει σε κάποιον βαθμό την προσωπική του περίπτωση, γι’ αυτό επιλέγει το τραγούδι που θα χορέψει και αυτοσχεδιάζει σε πολύ μικρό χώρο ταπεινά και με αξιοπρέπεια. Δεν σαλτάρει ασύστολα δεξιά κι αριστερά· βρίσκεται σε κατάνυξη. Η πιο κατάλληλη στιγμή για να φέρει μια μαύρη βόλτα είναι η στιγμή της μουσικής γέφυρας, εκεί που και ο τραγουδιστής ανασαίνει.
Ο σωστός χορεύει άπαξ· δεν μονοπωλεί την πίστα. Το ζεϊμπέκικο είναι σαν το «Πάτερ Ημών». Τα είπες όλα με τη μία.
Τα μεγάλα ζεϊμπέκικα είναι βαριά, θανατερά:
Ίσως αύριο χτυπήσει πικραμένα
του θανάτου η καμπάνα και για μένα.
(Τσιτσάνης)
*****
Τι πάθος ατελείωτο που είναι το δικό μου,
όλοι να θέλουν τη ζωή κι εγώ το θάνατό μου.
(Βαμβακάρης)
Το ζεϊμπέκικο δεν σε κάνει μάγκα*· πρέπει να είσαι για να το χορέψεις. Οι τσιχλίμαγκες με το τζελ που πατάνε ομαδικά σταφύλια στην πίστα εκφράζουν ακριβώς το χάος που διευθετεί η εσωτερική αυστηρότητα και το μέτρο του ζεϊμπέκικου.
Το ζεϊμπέκικο δεν χορεύεται σε οικογενειακές εξόδους ή γιορτές στο σπίτι· απάδει προς το πνεύμα. Πόσο μάλλον όταν υπάρχουν κουτσούβελα που κυκλοφορούν τριγύρω παντελώς αναίσθητα.
Είναι χορός μοναχικός. Όταν το μνήμα χάσκει στα πόδια σου, ο τόπος δεν σηκώνει άλλον. Είναι προσβολή να ενοχλήσει μια ξένη κι απρόσκλητη παρουσία. Γι’ αυτό κάποιοι ανίδεοι αριστεροί διανοούμενοι ερμήνευσαν την επιβεβλημένη ερημία του χορού με τα δικά τους φοβικά σύνδρομα· αποκάλεσαν το ζεϊμπέκικο «εξουσιαστικό χορό», που περιέχει, δήθεν, μια «αόρατη απειλή». Είδαν, φαίνεται, κάποιον σκυλόμαγκα να χορεύει και τρόμαξαν. Όμως, και έναν κυριούλη αν ενοχλήσεις στο βαλσάκι του, κι αυτός θα αντιδράσει.
55_Rebetiko.TIF
Το ζεϊμπέκικο δεν είναι γυναικείος χορός. Απαγορεύεται αυστηρώς σε γυναίκα να εκδηλώσει καημούς ενώπιον τρίτων· είναι προσβολή γι’ αυτόν που τη συνοδεύει. Αν δεν είναι σε θέση να ανακουφίσει τον πόνο της, αυτό τον μειώνει ως άντρα και δεν μπορεί να το δεχτεί. Και στο μάτι δεν κολλάει.
Μια γυναίκα δεν είναι μάγκας· είναι θηλυκό ή τίποτα. Κι ένας άντρας, πρώτα αρσενικό και μετά όλα τ’ άλλα. Αυτό είναι το αρχέτυπο. Κι αν το εποικοδόμημα γέρνει καμιά φορά χαρωπά, η βάση μένει ακλόνητη. Εξαιρούνται οι γυναίκες μεγάλης ηλικίας που μπορεί να έχουν προσωπικά βάσανα: χηρεία ή πένθος για παιδιά. (Κι όμως είδα σπουδαίο ζεϊμπέκικο από δύο γυναίκες· τη Λιλή Ζωγράφου, που αυτοσχεδίαζε έχοντας αγκαλιάσει τον εαυτό της από τους ώμους με τα χέρια χιαστί σαν αρχαία τραγωδός· και μια νεαρή πουτάνα σε ένα καταγώγιο των Τρικάλων, πιο αυτεξούσια απ’ όλους τους αρσενικούς εκεί μέσα.)
Η μεγάλη ταραχή είναι οι χωρικοί. Σε πλατείες χωριών, με την ευκαιρία του τοπικού πανηγυριού ή άλλης γιορτής, κάτι καραμπουζουκλήδες ετεροδημότες χορεύουνε ζεϊμπέκικο στο χώμα· προφανώς για να δείξουνε στους συγχωριανούς τους πόσο μάγκες γίνανε στην πόλη. Οι άνθρωποι της υπαίθρου δεν έχουν μπει στο νόημα κι ούτε μπορούν να εννοήσουν. Τα δικά τους ζόρια είναι κυκλικά· έρχονται, περνάνε και ξαναέρχονται σαν τις εποχές του χρόνου. Δεν είναι όλη η ζωή ρημάδι. Γι’ αυτό χορεύουν εξώστρεφα, κάνουν φούρλες, σηκώνουν το γόνατο ή όλο το πόδι, κοιτάνε τους γύρω αν τους προσέχουν, χαμογελάνε χορεύοντας. Μιλάνε με τον Θεό των βροχών και του ήλιου, όχι τον σκοτεινό Θεό του χαμόσπιτου και των καταγωγίων.
Δεν γίνεται καν λόγος για το τσίρκο που χορεύει επιδεικτικά, σηκώνει τραπέζια με τα δόντια και ισορροπεί ποτήρια στο κεφάλι του. Ή τη φρικώδη καρικατούρα ζεϊμπέκικου που παρουσιάζουν οι χορευτές στις παλιές ελληνικές ταινίες και προσφάτως στα τηλεοπτικά σόου.
Το ζεϊμπέκικο είναι κλειστός χορός, με οδύνη και εσωτερικότητα. Δεν απευθύνεται στους άλλους. Ο χορευτής δεν επικοινωνεί με το περιβάλλον. Περιστρέφεται γύρω από τον εαυτό του, τον οποίο τοποθετεί στο κέντρο του κόσμου. Για πάρτη του καίγεται, για πάρτη του πονάει και δεν επιζητεί οίκτο από τους γύρω. Τα ψαλίδια, τα τινάγματα, οι ισορροπίες στο ένα πόδι είναι για τα πανηγύρια. Το πολύ να χτυπήσει το δάπεδο με το χέρι «ν’ ανοίξει η γη να μπει». Και, όσο χορεύει, τόσο μαυρίζει. Πότε μ’ ανοιχτά τα μπράτσα μεταρσιώνεται σε αϊτό που επιπίπτει κατά παντός υπεύθυνου για τα πάθη του και πότε σκύβει τσακισμένος σε ικεσία προς τη μοίρα και το θείο.
Τα παλαμάκια που χτυπάνε οι φίλοι ή οι γκόμενες καλύτερα να λείπουν. Ο πόνος του άλλου δεν αποθεώνεται. Το πιο σωστό είναι να περιμένουν τον χορευτή να τελειώσει και να τον κεράσουν. Να πιούνε στην υγειά του· δηλαδή να του γιάνει ο καημός που τον έκανε να χορέψει.
1150
Ειπώθηκε πως το ζεϊμπέκικο σβήνει. Ο αρχαϊκός χορός της Θράκης που τον μετέφεραν οι ζεϊμπέκηδες στη Μικρά Ασία και τον επανέφεραν στην Ελλάδα οι πρόσφυγες του 1922 έχει ολοκληρώσει τον ιστορικό του κύκλο· δεν έχει θέση σε μια νέα κοινωνία με άλλα αιτήματα και άλλες προτεραιότητες. Μπορεί και να γίνει έτσι. Αν χαθούν η αδικία, ο έρωτας και ο πόνος· αν βρεθεί ένας άλλος τρόπος που οι άντρες θα μπορούν να εκφράζουν τα αισθήματά τους με τόση ομορφιά και ευγένεια, μπορεί να χαθεί και το ζεϊμπέκικο.
Όμως βλέπεις μερικές φορές κάτι παλικάρια να γεμίζουν την πίστα με ήθος και λεβεντιά που σε κάνουν να ελπίζεις όχι απλώς για τον συγκεκριμένο χορό, αλλά για τον κόσμο ολόκληρο.
———
* Ο μάγκας είναι άντρας σεμνός, καλοντυμένος και μοναχικός. Δεν είναι επιδεικτικό κουτσαβάκι και αλανιάρης. Όπως αναφέρεται και στο Μείζον Ελληνικό Λεξικό, «μάγκας: έξυπνος και με συμπεριφορά που ταιριάζει σε άντρα».
 Άρθρο του Διονύση Χαριτόπουλου στην εφημερίδα Τα Νέα, 14/9/2002. 
Αντικλείδι , http://antikleidi.com

ΤΑ ΠΤΩΜΑΤΑ ΜΕ ΤΗΝ ΠΑΛΛΟΜΕΝΗ ΚΑΡΔΙΑ

Τα πτώματα με την παλλόμενη καρδιά

HomeΠΕΡΙΕΡΓΑ-ΜΥΣΤΗΡΙΑ-ΑΝΕΞΗΓΗΤΑ

Τα πτώματα με την παλλόμενη καρδιά

 

Οι καρδιές τους χτυπάνε ακόμη. Τα σώματά τους δεν αποσυντίθεται και είναι ζεστά στην αφή.

Η παράξενη μετά θάνατον ζωή που μπορεί να διαρκέσει έως και δύο δεκαετίες


Οι καρδιές τους χτυπάνε ακόμη. Τα σώματά τους δεν αποσυντίθεται και είναι ζεστά στην αφή. Το στομάχι τους μπορεί να γουργουρίζει, οι πληγές τους επουλώνονται και δεν αποκλείεται να ανεβάσουν πυρετό.
Κοκκινίζουν και ιδρώνουν, μπορούν ακόμη και να κυοφορήσουν.

Και όμως, σύμφωνα με τους περισσότερους νομικούς ορισμούς και τη συντριπτική πλειοψηφία των γιατρών αυτοί οι ασθενείς είναι αδιαμφισβήτητα νεκροί.
Τα πτώματα με την παλλόμενη καρδιά είναι εγκεφαλικά νεκροί άνθρωποι που έχουν ακόμη παλμό και τα εσωτερικά τους όργανα συνεχίζουν και λειτουργούν.

Οι ιατρικές δαπάνες που απαιτούνται για τη διατήρησή τους είναι αστρονομικές, περίπου 204 χιλιάδες ευρώ για μόλις λίγες εβδομάδες.


Με λίγη τύχη όμως και αρκετή βοήθεια, σήμερα είναι δυνατόν ένα σώμα να επιβιώσει για μήνες - ή σε σπάνιες περιπτώσεις για δεκαετίες ακόμη κι αν είναι τεχνικά νεκρό.

Πώς μπορεί να συμβαίνει ωστόσο κάτι τέτοιο και γιατί; Και κατ’ επέκταση πώς οι γιατροί γνωρίζουν ότι είναι πραγματικά νεκροί;

Πρόωρες ταφές
Το να διαπιστώσουν αν κάποιος έχει όντως πεθάνει δεν ήταν ποτέ εύκολη υπόθεση. Τον 19ο αιώνα στη Γαλλία υπήρχαν περίπου τριάντα τρόποι για να αποφανθούν αν κάποιος ήταν νεκρός. Μερικές από τις πιο ακραίες πρακτικές ήταν να τοποθετούν τανάλιες στις θηλές ή βδέλλες στα οπίσθια.

Άλλοι προτιμούσαν να φωνάζουν τρεις φορές το όνομα του φαινομενικά νεκρού, αν δεν απαντούσε τότε πιθανότατα είχε αποδημήσει εις Κύριον. Όπως ήταν λογικό κανένας από τους παραπάνω τρόπους δεν επικροτούνταν από την ιατρική κοινότητα.

Το 1846 η Ακαδημία των Επιστημών στο Παρίσι προκήρυξε διαγωνισμό για την καλύτερη εργασία που θα αποδείκνυε τα σημάδια του θανάτου καθώς και τρόπους για την αποτροπή της ταφής ζωντανών ακόμη ανθρώπων.

Ένας νεαρός γιατρός αποφάσισε να δοκιμάσει την τύχη του. Ήταν ο Eugène Bouchut ο οποίος υποστήριξε ότι αν η καρδιά ενός ατόμου είχε σταματήσει να χτυπάει, ήταν σίγουρα νεκρός. Πρότεινε μάλιστα τη χρήση του στηθοσκοπίου -που είχε τότε μόλις ανακαλυφθεί- για δύο συνεχόμενα λεπτά. Αν δεν υπήρχε καρδιοχτύπι τότε ο ασθενής ήταν νεκρός και μπορούσε να ταφεί.

Πεθαμένοι με καρδιά που χτυπάει ακόμα και άλλα ιατρικά παράδοξα


«Κλινικός θάνατος»Ο Bouchut κέρδισε τον διαγωνισμό ενώ κατοχύρωσε και τον όρο «κλινικός θάνατος» που χρησιμοποιείται έκτοτε από το χώρο της επιστήμης μέχρι τις ταινίες και τα βιβλία.Ο Robert Veatch από το Ινστιτούτο Βιοηθικής Kennedy παραδέχεται ότι καθώς δεν υπήρχαν άλλοι τρόποι για να διαπιστωθεί αν κάποιος είναι νεκρός «αρκούσε να ελέγξει κάποιος τον καρδιακό παλμό ενός ασθενούς για να αποφασίσει αν πέθανε».

Μια τυχαία ανακάλυψη ωστόσο τη δεκαετία του ’20 θα περιέπλεκε και πάλι τα πράγματα.

Ένας ηλεκτρολόγος μηχανικός από το Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης ερευνούσε το θάνατο των ανθρώπων από ηλεκτροπληξία και το κατά πόσο αυτό θα μπορούσε να λειτουργήσει αντιστρόφως. Αν δηλαδή η σωστή τάση ρεύματος μπορούσε να επαναφέρει κάποιον που είχε πεθάνει. Ο William Kouwenhoven τα επόμενα 50 χρόνια ερευνούσε ακριβώς αυτήν την υπόθεση, η οποία τον οδήγησε στην εφεύρεση του απινιδωτή.

Αυτή ήταν και η πρώτη από μια σειρά επαναστατικών εφευρέσεων που θα ακολουθούσαν. Από τα σωληνάκια σίτισης και τους καθετήρες μέχρι τα μηχανήματα αιμοκάθαρσης. Για πρώτη φορά, μπορούσε κάποιος να παραμείνει ζωντανός ακόμη κι αν κάποια ζωτικά του όργανα υπολειτουργούσαν.

Η κατανόηση του θανάτου άρχιζε και χώλαινε. H ανακάλυψη του ηλεκτρο-εγκεφαλογράφου που χρησιμοποιούνταν για να εντοπίσουν την εγκεφαλική δραστηριότητα ανέτρεψε και πάλι τα δεδομένα.

Ανατροπή στα ιατρικά δεδομένα
Τη δεκαετία του ’50, γιατροί απ’ όλον τον κόσμο, άρχισαν να ανακαλύπτουν ότι ασθενείς που βρίσκονταν σε κώμα, δεν εμφάνιζαν καμία απολύτως εγκεφαλική δραστηριότητα. Στη Γαλλία το μυστήριο φαινόμενο ονομάστηκε «coma depasse» που περιγράφει μια κατάσταση μετά το κώμα.

Ήταν τα λεγόμενα πτώματα με παλλόμενη καρδιά, άνθρωποι των οποίων ο εγκέφαλος τους ήταν νεκρός αλλά τα σώματά τους όχι. Επρόκειτο για μία εντελώς ξεχωριστή κατηγορία ασθενών που ανέτρεπε επιστημονικά δεδομένα 5.000 ετών.

Έθετε νέα ερωτήματα σχετικά με το πώς μπορεί να προσδιοριστεί ο θάνατος και έγειρε φιλοσοφικά, ηθικά και νομικά ερωτήματα αναφορικά με την πιστοποίηση του θανάτου. «Υπάρχει μια σύγκρουση απόψεων ως προς το πώς τους αποκαλούν, αλλά νομίζω ότι ο όρος ασθενής είναι ο σωστός» λέει ο Eelco Wijdicks, νευρολόγος από το Ρότσεστερ της Μινεσότα.

Δεν πρέπει ωστόσο να τους συγχέει κανείς με οποιονδήποτε άλλο ασθενή βρίσκεται σε κωματώδη κατάσταση. Ένας ασθενής μπορεί να ξυπνήσει από το κώμα, όχι, αυτό όμως δε συμβαίνει με έναν εγκεφαλικά νεκρό ασθενή.

Πτώματα με παλλόμενη καρδιά

Πτώματα με παλλόμενη καρδιά


Ως εγκεφαλικά νεκρός ή όπως προαναφέρθηκε πτώμα με παλλόμενη καρδιά θεωρείται κάποιος του οποίου το στέλεχος του εγκεφάλου και για την ακρίβεια ο θάλαμος που ελέγχει την αναπνοή δεν λειτουργεί πια.

Ωστόσο άλλα όργανα, όπως η καρδιά δεν φαίνεται να επηρεάζονται από τον θάνατο του εγκεφάλου. Ο Alan Shewmon είναι ένας διακεκριμένος νευρολόγος του UCLA και σφοδρός επικριτής του όρου εγκεφαλικά νεκρός. Ο ίδιος εντόπισε τουλάχιστον 175 περιπτώσεις ανθρώπων όπου το σώμα τους επιβίωσε για καιρό μετά το θάνατο τους.

Σε ορισμένες περιπτώσεις η καρδιά τους χτυπάει και τα όργανά τους συνέχιζαν να λειτουργούν από μια εβδομάδα έως και 14 χρόνια. Πώς είναι όμως κάτι τέτοιο δυνατό;

Ορισμός του θανάτου
Σύμφωνα με τα επιστημονικά δεδομένα, δεν υπάρχει μια στιγμή θανάτου, αλλά πολλοί μικροί, διαδοχικοί θάνατοι, όπου κάποια λειτουργία καταρρέει κάθε φορά. «Το να επιλέξεις έναν ορισμό του θανάτου είναι στην ουσία ένα θρησκευτικό ή φιλοσοφικό ερώτημα», λέει ο Veatch.

Στο πέρασμα των αιώνων, στρατιώτες, χασάπηδες και δήμιοι παρατηρούσαν τον τρόπο που συγκεκριμένα μέλη του ανθρώπινου σώματος συνέχιζαν να κινούνται ακόμη και μετά από τον αποκεφαλισμό ή τον τεμαχισμό. Πολύ πριν ανακαλυφθεί η μηχανική υποστήριξη, οι γιατροί του 19ο αιώνα είχαν διαπιστώσει ότι η καρδιά ενός ασθενούς που είχε σταματήσει να ανασαίνει, μπορούσε να χτυπά για ώρες μετά την κατάληξη.

Μερικές φορές, αυτή η αργή πτώση των καρδιακών παλμών μπορεί να είχε ανησυχητικές συνέπειες. Το «φαινόμενο του Λαζάρου» αναφέρθηκε για πρώτη φορά το 1984. Πρόκειται για τις αντανακλαστικές λειτουργίες ενός πτώματος που το κάνει να σηκώνει τα χέρια, ή να κάνει κάποια άλλη κίνηση.

Αυτό συμβαίνει από τη διαμεσολάβηση του εγκεφάλου στα λεγόμενα «αντανακλαστικά τόξα», που στέλνουν και λαμβάνουν μηνύματα από τον εγκέφαλο μέσω της σπονδυλικής στήλης.Έχει επίσης διαπιστωθεί ότι τα εγκεφαλικά κύτταρα και τα κύτταρα του δέρματος παραμένουν ζωντανά για μέρες μετά τον θάνατο ενός ανθρώπου.

Ακόμη και τα γονίδια μας παραμένουν ζωντανά πολύ μετά την τελευταία μας ανάσα. Οι επιστήμονες ανακάλυψαν μόλις φέτος ότι τα γονίδια που σχετίζονται με την αντιμετώπιση του στρες ακόμη και με την εμβρυϊκή ανάπτυξη παραμένουν ενεργά ακόμη και μετά το θάνατο.


Ορισμός του θανάτου


Οι νευρώνες είναι κατασκευές υψηλής συντήρησης, επειδή παραμένουν ενεργοί για όλη τη διάρκεια της ζωής. Πρόκειται για μηχανές που δεν σταματούν ποτέ να δουλεύουν. Αν σταματήσει η τροφοδότηση με οξυγόνο, οι νευρώνες συνεχίζουν να κάνουν ό,τι έχουν μάθει να κάνουν. Κάτι που οδηγεί στο αρχικό ερώτημα. Αν η καρδιά εξακολουθεί να χτυπάει, πώς μπορούν να ξέρουν με σιγουριά οι γιατροί ότι κάποιος έχει πεθάνει;

Ιατρικά παράδοξα
Καταρχήν οι γιατροί εντοπίζουν αν υπάρχει ακόμη εγκεφαλική λειτουργία, σύμφωνα με το bbc. Ωστόσο κι εκεί υπάρχει πρόβλημα καθώς μπορεί το αλκοόλ, η αναισθησία, ορισμένες ασθένειες (όπως η υποθερμία) και πολλά φάρμακα συμπεριλαμβανομένου του Valium να «κλείσουν» τη δραστηριότητα του εγκεφάλου, κάνοντας τους γιατρούς να πιστέψουν ότι ο ασθενής είναι νεκρός.

Ένας από τους τρόπους να ξεκαθαριστεί κάτι τέτοιο είναι η ανάγκη μηχανικής υποστήριξης της αναπνοής που εάν δεν αποκατασταθεί σε κάποιο χρονικό διάστημα, ο ασθενής θεωρείται νεκρός. Η περίπτωση της Marlise Munoz στο Τέξας, το 2013 έγειρε πολλά ερωτήματα καθώς ήταν η πρώτη ασθενής που διαπιστώθηκε ότι ήταν έγκυος ενώ ήταν εγκεφαλικά νεκρή.

Η ίδια είχε αρνηθεί τη μηχανική υποστήριξη ωστόσο το νοσοκομείο απέρριψε το αίτημά της μετά το θάνατό της. Κι αυτό γιατί σύμφωνα με το νομικό πλαίσιο του Τέξας, μια έγκυος ασθενής χάνει τα δικαιώματα της εφόσον έχει πεθάνει. Τέτοια παραδείγματα είναι εξαιρετικά σπάνια, καθώς έχουν αναφερθεί περίπου 30 περιπτώσεις μεταξύ του 1982 και του 2010.

Η επιλογή της μητέρας και τα δικαιώματα του αγέννητου μωρού έρχονται σε ρήξη και εκεί τίθεται και το ερώτημα, κατά πόσο έχουμε δικαιώματα πάνω στο σώμα μας όταν έχουμε εγκεφαλικά πεθάνει;




Τα δικαιώματα των νεκρών
Στις ΗΠΑ ωστόσο ακόμη και ένας νεκρός ασθενής έχει δικαιώματα και πρέπει η αναπνοή, η καρδιά και ο εγκέφαλος να σταματήσουν ταυτόχρονα για να θεωρηθεί νεκρός. Η ενδιάμεση κατάσταση είναι που δημιουργεί τα σοβαρότερα προβλήματα σε ό,τι αφορά κυρίως και τη δωρεά οργάνων.

Για αυτό το λόγο προτείνεται ένας άνθρωπος να θεωρείται νεκρός όχι όταν η καρδιά του σταματάει να χτυπά ή όταν σταματάει να ανασαίνει, αλλά όταν χάνει την ιδιοκτησία της προσωπικότητάς του. Αυτό θα μπορούσε να ανοίξει και το δρόμο στις δωρεές οργάνων.

Οι γιατροί των μεταμοσχεύσεων θα μπορούν να αποκτούν πρόσβαση σε περισσότερους εν δυνάμει δότες, ενώ θα αυξάνονται και οι πιθανότητες σωτηρίας πολλών ανθρώπων που βρίσκονται σε λίστα αναμονής.

Ο θάνατος εν τέλει δεν είναι ένα γεγονός, είναι μια διαδικασία - αλλά μετά από χιλιάδες χρόνια προσπαθειών, ακόμα ψάχνουμε για κάτι πιο οριστικό.

Και από ό,τι φαίνεται η αναζήτηση δεν πρόκειται να τελειώσει σύντομα.

newsbeast.g

Το Χαμομηλάκι και το Γαϊδουράγκαθο


Μια φορά κι έναν καιρό, στην άκρη ενός πευκοδάσους, ζούσε ένα μικρό χαριτωμένο χαμηλό χαμομηλάκι. Τα φύλλα του ήταν πολλά. Δεν μπήκε ποτέ στον κόπο να τα μετρήσει. Ποιος ο λόγος άλλωστε; Ήταν οι πρώτες μέρες της άνοιξης και είχε καλύτερα πράγματα να κάνει. Παρατηρούσε τα πουλιά και τις πεταλούδες που χόρευαν γύρω του, μύριζε τα αρώματα που έρχονταν από το δάσος και χαμογελούσε με τον αέρα που έκανε τα αγριόχορτα να του γαργαλάνε τα πόδια.
Στο ίδιο μέρος, λίγα εκατοστά πιο μακριά, ζούσε ένα γαϊδουράγκαθο. Ήταν ψηλό, με δυνατό κορμό, κοφτερά αγκάθια και ένα μεγάλο μωβ λουλούδι. Η αλήθεια είναι πως έδειχνε -και ήταν- πολύ επιβλητικό. Στεκόταν αγέρωχο και έδειχνε να χαίρεται τη θέση του, ψηλότερα από όλα τα υπόλοιπα φυτά της περιοχής. Ήταν όμως ψηλομύτικο και σκληρός χαρακτήρας. Η σχέση του με τα υπόλοιπα φυτά δεν ήταν καλή. Πώς θα μπορούσαν άλλωστε να το συμπαθήσουν έτσι όπως ήταν γεμάτο σαρκασμό και έτοιμο να ειρωνευτεί οποιονδήποτε για το παραμικρό;


Μια φορά, το μικρό χαριτωμένο χαμηλό χαμομηλάκι, όταν διασταυρώθηκαν για πρώτη φορά τα βλέμματα τους, του είπε χαμογελαστά: “Καλημέρα φίλε μου…”. Αντί να απαντήσει, το γαϊδουράγκαθο τινάχτηκε επιδέξια και ...
εκτόξευσε ένα μικρό αγκάθι του προς το χαμομηλάκι, καταφέρνοντάς του ένα μικρό σκίσιμο σε ένα από τα φυλλαράκια του.
“Αααχ! Αυτό πόνεσε…” διαμαρτυρήθηκε το χαμομηλάκι.
“Ας πρόσεχες!…” του είπε αυστηρά το γαϊδουράγκαθο. “…που να σε δω έτσι όπως είσαι άσχημο και μπασμένο”. Και λύθηκε στα γέλια.
Ο καιρός περνούσε και το γαϊδουράγκαθο πείραζε συνεχώς το μικρό χαριτωμένο χαμηλό χαμομηλάκι. “Χα χα χα… Πως είσαι έτσι;”, “Πάλι θα αφήσεις να σου πάρουνε τη γύρη; Κορόιδο…”.
Καυχιόταν ακόμα για τον εαυτό του: “Εγώ είμαι ψηλό, όμορφο και δυνατό. Κανείς δεν τολμάει να τα βάλει μαζί μου. Τα δυνατά αγκάθια μου θα τον κάνουν να το μετανιώσει…”
Το μικρό χαριτωμένο χαμηλό χαμομηλάκι δεν παραπονιόταν. Η αλήθεια ήταν πως ακόμα και αυτά τα πειράγματα του γαϊδουράγκαθου ήταν η μοναδική ένδειξη πως κάποιος πρόσεχε ότι υπήρχε. Τα υπόλοιπα φυτά δεν του έδιναν σημασία και σπάνια το άκουγαν όποτε μίλαγε επειδή ήταν πολύ χαμηλό και ντροπαλό.
Τις νύχτες, το μικρό χαριτωμένο χαμηλό χαμομηλάκι σκεφτόταν τρόπους για να απαντήσει στις προσβολές του γαϊδουράγκαθου και την αδιαφορία των άλλων. Δεν το έκανε όμως ποτέ, κι ας είχε έτοιμες τις απαντήσεις. Κάποιες φορές μόνο τις συλλογιζόταν για να μη νιώθει τόσο άσχημα όταν το σχολίαζαν. Έτσι κυλούσαν οι μέρες στην άκρη του μακρινού πευκοδάσους.
Μια μέρα, τη στιγμή που το γαϊδουράγκαθο επιδιδόταν στην αγαπημένη του ασχολία, το πείραγμα των υπολοίπων, συνέβη κάτι το απρόβλεπτο. Δυο άνθρωποι, που πέρναγαν από εκεί κοντά σταμάτησαν και άρχισαν να συζητούν. Ο ένας από αυτούς ξαφνικά κοίταξε επίμονα το γαϊδουράγκαθο, λες και καταλάβαινε την οδύνη που προκαλούσε στα άλλα φυτά, και με μια γρήγορη κίνηση το ξερίζωσε επιδέξια.


“Καλά έκανες…” είπε ο άλλος άνθρωπος, “θα έβγαζε κανένα μάτι εκεί…”.
Αφού κουβέντιασαν λίγο ακόμα, οι άνθρωποι έφυγαν. Τότε έπεσε σιωπή. Κανείς δεν μπορούσε να πιστέψει αυτό που είχε συμβεί. Το άλλοτε παντοδύναμο και μισητό γαϊδουράγκαθο βρισκόταν πεταμένο και άψυχο πάνω στα αγριόχορτα.
Από εκείνη τη μέρα τα πάντα άλλαξαν. Γελιέται όμως όποιος νομίζει πως το μικρό χαριτωμένο χαμηλό χαμομηλάκι ήταν ευτυχισμένο. Αν και τα πειράγματα του γαϊδουράγκαθου το ενοχλούσαν και το έκαναν να νιώθει άσχημα, ήταν τα τελευταία λόγια που του είχε απευθύνει κανείς.
Το μικρό χαριτωμένο χαμηλό χαμομηλάκι ένιωθε μοναξιά. Σα να μη έφτανε αυτό, ο καιρός είχε περάσει και ένιωθε πως γερνούσε. Ο κορμός του πια δεν το βαστούσε με την ίδια δύναμη, τα φύλλα του είχαν αρχίσει να χάνουν την παλιά τους φρεσκάδα… Ήξερε πως το τέλος του δεν ήταν μακριά. Στενοχωριόταν. Δεν είχε κανέναν να μοιραστεί τις σκέψεις του, κανέναν να γελάσει ή έστω να καυγαδίσει. Έτσι μέρα με τη μέρα μαραινόταν ακόμα πιο πολύ.
Ο καιρός είχε πια ζεστάνει αρκετά. Ένα πρωί, το μικρό χαριτωμένο χαμηλό χαμομηλάκι ένιωθε πως εκείνο ήταν το τελευταίο του πρωινό. Ευχήθηκε λοιπόν με όλη του τη δύναμη να γίνει ένα θαύμα. Να του δοθεί η ευκαιρία να μιλήσει. Είχε κάτι σημαντικό να πει. Όμως τι; Δε θυμόταν πια. Το χαμομηλάκι κοίταξε κουρασμένα δυο μικρά παιδιά, ένα αγόρι και ένα κορίτσι που είχαν καθήσει κοντά του και απολάμβαναν τον ήλιο. Αχ, ας μπορούσε να τους μιλήσει, ας μπορούσαν να το ακούσουν…


Με αυτές τις σκέψεις πέρασε η ώρα και ήρθε το μεσημέρι… Κάποια στιγμή, το χαμομηλάκι είδε το κορίτσι που καθόταν κοντά του να δίνει ένα φιλί στο μικρό αγόρι και να φεύγει. Πριν προλάβει να σκεφτεί τίποτα, το αγοράκι γύρισε προς το μέρος του, κοίταξε το μικρό χαριτωμένο χαμηλό χαμομηλάκι και το πήρε στα χέρια του.
Λίγες στιγμές πριν παραδώσει την ψυχή του, το χαμομηλάκι ένιωσε να βγαίνουν τα φυλλαράκια του ένα – ένα και άκουσε μια αγορίστικη φωνή να λεει: “Μ’ αγαπά, δε μ’ αγαπά…μ’ αγαπά, δε μ’ αγαπά…”

(Και μια λεπτομέρεια: Τα φύλλα του ήταν επτά.)
ΑΠΟ: PAPET

ΤΙ ΝΑ ΠΟΥΜΕ ΣΤΑ ΠΑΙΔΙΑ;

Τι να πούμε στα παιδιά;

Υπάρχει μια κούραση, μία αίσθηση παραίτησης. Την πιάνεις στον αέρα, τη βλέπεις στα μάτια, την καταλαβαίνεις στον εαυτό σου. Υπάρχει μια κούραση, μια αίσθηση παραίτησης.
Μοιάζουν ατελείωτες οι ημέρες, μοιάζει να μην έχει τελειωμό όλο αυτό. Αυτό που ξεκίνησε να ακούγεται δειλά δειλά το φθινόπωρο του 2008 πως συμβαίνει στην Αμερική με την κατάρρευση των τραπεζών, αυτό που χτύπησε την ελληνική οικονομία και την ελληνική κοινωνία σαν παλιρροϊκό κύμα. Γιατί, βλέπεις, ό,τι συμβαίνει εκεί επηρεάζει τη μικρή πατρίδα μας χρόνια μετά. Όπως τώρα, που αυτά που συμβαίνουν πάλι εκεί, θα μας χτυπήσουν σε λίγο. Στην Ευρώπη και στη δική μας πατρίδα.
Να θρηνήσουμε για το επερχόμενο τέλος;
Μα ήδη θρηνούμε. Και κουραστήκαμε και παραιτηθήκαμε και ανακαλύψαμε οδηγούς επιβίωσης στα διάφορα site που προτείνουν τρόπους για να ζούμε. Να κάνουμε αυτό που θέλουμε, να λέμε αυτό που νομίζουμε, να μη λογαριάζουμε κανέναν και τίποτα παρά μόνο τον εαυτό μας, να ζούμε το τώρα γιατί αύριο ποιος ξέρει μπορεί και να αποχωρήσουμε.
Καλά όλα αυτά. Αν και εμπεριέχουν το σφάλμα της απόλυτα εγωιστικής στάσης, είναι καλά και ανακουφιστικά. Αλλά αδιέξοδα.
Γιατί, πόσο να ζήσεις για τον εαυτό σου; Πόσο να λες ό,τι σου κατέβει; Πόσο να ζήσεις το τώρα; Δεν μπορείς να το κάνεις για πάντα. Θα μείνεις μόνος/η να κοιτάς το κενό που άφησαν όσοι έδιωξες όταν έλεγες ό,τι σου κατέβει.
Ζεις με άλλους ανθρώπους. Ζεις σε μια κοινωνία. Και αυτή η κοινωνία πάει κατά διαόλου. Και όταν πάει η κοινωνία κατά διαόλου πας κι εσύ.
Πρέπει να την φτιάξουμε λοιπόν απ’ την αρχή. Μπορεί να μην προλάβουμε να δούμε τη μεγάλη αλλαγή αλλά δεν μπορούμε να σταματήσουμε να προσπαθούμε.
Άσε που είμαστε και δάσκαλοι.
Και πρέπει κάτι να πούμε στα παιδιά εκτός από τον πολλαπλασιασμό και την ορθογραφία.
Και τι να τους πούμε; Να τους πούμε να ζουν το τώρα και να μη δίνουν σημασία σε κανέναν και τίποτα; Να κοιτούν μόνο τη δουλειά τους και την οικογένειά τους; Έτσι να μεγαλώσουμε τα παιδιά μας; Αυτά που ίσως αλλάξουν τα πράγματα όταν έρθει η ώρα τους;
Αποτύχαμε. Η γενιά μας απέτυχε να σταθεί ανάχωμα σε όλους αυτούς που έσπειραν πλαστά όνειρα, πλαστές ιδέες. Ξεχαστήκαμε. Μας πήρε ο βούρκος μέσα του.
Και καθώς φτάνουμε αργά και σταθερά, στην κορύφωση των πνευματικών μας δυνατοτήτων (έτσι λένε οι παρήγορες μελέτες, που μας παρηγορούν είναι αλήθεια αλλά για λίγο) καθώς ξεπεράσαμε ήδη τον μισό αιώνα, μοιάζει να αποσυρόμαστε πριν την ώρα μας. Κουραστήκαμε και παραιτηθήκαμε. Και αφήσαμε χώρο στο κακό.
Και τελικά; Τι να πούμε στα παιδιά;
Να τους μάθουμε να αγαπούν. Τον εαυτό τους, τους δικούς τους ανθρώπους, τους ξένους. Να τους μάθουμε να είναι ελεύθεροι και αξιοπρεπείς. Να είναι δημοκράτες. Να έχουν το θάρρος της γνώμης τους. Να αποφεύγουν και να απεχθάνονται τη βία. Μα πάνω απ’ όλα να τους μάθουμε πως δεν είναι το κέντρο του κόσμου, πως δεν ήρθαν στον κόσμο για να είναι ευτυχισμένα, πως κανείς δεν τους το υπόσχεται αυτό.
Κουραστήκαμε είναι η αλήθεια. Μα επανέρχεται συνεχώς ο στίχος του Μπρεχτ “άκου λοιπόν: είτε φταις, είτε όχι σαν δεν μπορείς άλλο να παλέψεις θα πεθάνεις” αλλά και οι άλλοι στίχοι, αυτοί του Λεοντάρη “θα ‘ναι φριχτό να φύγουμε έτσι, δίχως/μια πίστη, έναν αγώνα, μια κραυγή/άνθρωποι που πεθάναν δίχως μια αμυχή… άνθρωποι που «διελύθησαν ησύχως»”
by Αντικλείδι , http://antikleidi.com

ΛΙΜΝΗ ΑΜΒΡΑΚΙΑ



Η λίμνη Αμβρακία ή λίμνη Ρίβιο ή Λιμναία όπως ονομάζονταν κατά την αρχαιότητα, βρίσκεται στο δυτικό άκρο του νομού Αιτωλοακαρνανίας, σε απόσταση περίπου 5 χλμ. από την Αμφιλοχία, ανάμεσα στα βουνά της Ακαρνανίας. Το σχήμα της κατά βάση είναι επίμηκες, όμως προς τα Βόρεια έχει μία στενή λωρίδα, που πλησιάζει στην Αμφιλοχία. Η επιφάνειά της είναι περίπου 14 τετ. χλμ., με μήκος του κυρίως σώματός της λίμνης είναι  περίπου 7 χλμ., ενώ με την προέκταση φθάνει σε μήκος τα 12 χλμ. Το πλάτος της φθάνει τα 3,5 χλμ., στο βόρειο άκρο του κυρίως σώματός της. Κοντά στις όχθες της έχουν από χρόνια χτιστεί αρκετοί οικισμοί.

πηγή  Visit Greece | Λίμνη Αμβρακία

Ο ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΛΕΣΒΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΛΗΜΝΟΥ ΑΝΑΔΕΙΚΝΥΕΤΑΙ

Ο πολιτισμός της Λέσβου και της Λήμνου αναδεικνύεται

Το αιολικό ιερό Κλοπεδής Λέσβου.Το αιολικό ιερό Κλοπεδής Λέσβου.
«Περπατώντας στον πολιτισμό μας μέσα από τους σύγχρονους δρόμους της Λέσβου και της Λήμνου» είναι ο τίτλος ημερίδας που διοργανώνει η Εφορεία Αρχαιοτήτων Λέσβου, στο πλαίσιο του εορτασμού της Διεθνούς Ημέρας Μουσείων για το έτος 2015.
Στην ημερίδα, που θα πραγματοποιηθεί το Σάββατο 16 Μαΐου, στις 10.00 το πρωί, στο αμφιθέατρο του Νέου Αρχαιολογικού Μουσείου Μυτιλήνης, θα παρουσιαστούν τα αρχαιολογικά ευρήματα και τα νέα δεδομένα που προέκυψαν από τα αρχαιολογικά υποέργα σε έργα τρίτων σε οδοποιίες και βιολογικούς καθαρισμούς της Λέσβου και της Λήμνου.
Επιπλέον, την Κυριακή 17 Μαΐου, στις 11.00 το πρωί, θα πραγματοποιηθούν από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Λέσβου τα εγκαίνια του αρχαιολογικού χώρου του αιολικού ιερού της Κλοπεδής, στην Αγία Παρασκευή. Πρόκειται για ένα έργο που ολοκληρώθηκε στο πλαίσιο του Επιχειρησιακού Προγράμματος Κρήτης και Νήσων Αιγαίου 2007-2013.
Το ιερό της Κλοπεδής
Στις αρχές του περασμένου αιώνα ο Δημήτριος Ευαγγελίδης, τότε έφορος Αρχαιοτήτων Νήσων Αιγαίου, διενεργώντας ανασκαφικές τομές στην αγροτική περιοχή Κλοπεδή, βόρεια του κόλπου της Καλλονής, πλησίον του οικισμού της Αγίας Παρασκευής, αποκάλυψε δύο σημαντικά ναϊκά οικοδομήματα των αρχαϊκών χρόνων, σπάνια δείγματα αιολικού ρυθμού, όπως μαρτυρούν τα σωζόμενα αρχιτεκτονικά στοιχεία και τα περισυλλεχθέντα από την περιοχή αιολικού τύπου κιονόκρανα.
Όπως αναφέρει η αρχαιολόγος της Εφορείας Αρχαιοτήτων Λέσβου Κοκκώνα Ρούγκου«μετά από τις πρώτες έρευνες το μνημείο ξεχάστηκε και ο χώρος παρέμεινε ερειπωμένος, έως το 1962 που περιφράχθηκε, προκειμένου να προστατευθεί από την εκτεταμένη λιθορυχία. Κατόπιν, το 1972 πραγματοποιήθηκαν στη γύρω περιοχή εργασίες περισυλλογής των πολυάριθμων διάσπαρτων αρχιτεκτονικών μελών, καθώς και περιορισμένης έκτασης ανασκαφική έρευνα. Ανασκαφές στον αρχαιολογικό χώρο του Ιερού διενεργήθηκαν από την Κ’ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων αρκετά χρόνια αργότερα, κατά τα έτη 1992-1993, και μαζί σημαντικές εργασίες συντήρησης και προστασίας των αρχιτεκτονικών μελών».
Από το 2010 έως σήμερα, χάρη στην ένταξη του έργου στο ΕΣΠΑ, οι εργασίες στους δύο ναούς και στον περιβάλλοντα χώρο συνεχίστηκαν με στόχο την ανάδειξη των μνημείων και τη διαμόρφωση ενός οργανωμένου και επισκέψιμου αρχαιολογικού χώρου. Ο περιφραγμένος αρχαιολογικός χώρος διαθέτει φυλάκιο στην είσοδο, καθώς και εκθετήριο αρχιτεκτονικών μελών. Με ειδικές διαδρομές πρόσβασης οδηγείται ο επισκέπτης από την είσοδο προς τον πυρήνα του Ιερού. Στις διαδρομές και όπου δημιουργούνται πλατώματα υπάρχουν καθιστικά και στέγαστρο. Για την ανάγνωση του μνημείου, στον χώρο υπάρχουν επεξηγηματικές πινακίδες, ενώ διατίθεται ενημερωτικό φυλλάδιο με αρχαιολογικά κείμενα, φωτογραφίες και σχέδια του μνημείου.
Η Εφορεία προγραμματίζει να διευκολύνει την πρόσβαση των επισκεπτών προς τον αρχαιολογικό χώρο με τη χρήση μικρών λεωφορείων από και προς την Αγία Παρασκευή, τα οποία διατέθηκαν από τον Δήμο Λέσβου.
Μετά τα εγκαίνια του αρχαιολογικού χώρου θα δοθούν χορωδιακές συναυλίες από τον καθηγητή μουσικής Αντώνη Βερβέρη και τις χορωδίες του. [archaiologia.gr]

ΤΟ ΑΓΝΩΣΤΟ ΚΑΒΕΙΡΙΟ ΤΩΝ ΘΗΒΩΝ

Το άγνωστο Καβείριο των Θηβών

Το ιερό των Καβείρων τοποθετείται 8 χλμ. δυτικά της Θήβας. Ηταν αφιερωμένο σε δύο θεότητες άγνωστης προέλευσης, τον Κάβειρο και τον Παίδα….
Σ’ αυτούς η Δήμητρα αποκάλυψε κάποιες μυστικές τελετές που αποσκοπούσαν την ενίσχυση της παντοειδούς γονιμότητας (καρπών, ζώων, ανθρώπων).
Οι Κάβειροι λατρεύονταν ως προστάτες του αμπελιού και της ευγονίας των ζώων, γι’ αυτό και βρέθηκαν εκεί πάνω από 1400 ζωικές απεικονίσεις ταύρων. Η λατρεία στο ιερό αρχίζει τουλάχιστον από την αρχαϊκή περίοδο (700-500 π.Χ.) και συνεχίζεται αδιάσπαστη ως τα ρωμαϊκά μεταχριστιανικά χρόνια (4ος αιώνας. μ.Χ.). Τυπική είναι ακόμη και η κεραμική του ιερού, κυρίως κάνθαροι, που διακοσμούνται με γκροτέσκες μορφές.
Η εύρεση ωστόσο λιγοστών νεολιθικών οστράκων (6000-3000 π.Χ.) κάτω από το ναό αποδεικνύει μία ακόμη πρωιμότερη κατοίκηση στο χώρο, προτού αυτός μετατραπεί σε θρησκευτικό κέντρο.
Το ιερό αποκαλύφθηκε τυχαία το 1887, όταν μολύβδινα ειδώλια ταύρων που προέρχονταν από την περιοχή βρέθηκαν να πωλούνται στην αγορά της Αθήνας. Η ανασκαφή του Καβειρίου έγινε το 1888-9 από το Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο υπό τους P. Wolters, W. Doerpfeld, W. Judeich, H. Winnefeld, F. Winter ενώ η G. Bruns συνέχισε το 1956, 1959, 1962 και 1964 – 6. Μικρή συμπληρωματική ανασκαφή έγινε το 1971.
Στο διάστημα 1993 – 94 έγιναν στερεωτικές εργασίες στον κτιστό περίβολο του θεατρικού κοίλου που κινδύνευε από κατολίσθηση από τα νερά της βροχής.
Iστορικό
Τα σημαντικότερα μνημεία του Καβειρίου είναι:
Ο Ναός, αφιερωμένος στους θεούς Κάβειρους. Πρόκειται για ορθογώνιο οικοδόμημα, του οποίου τα παλαιότερα λείψανα τοποθετούνται στον 6ο αιώνα π.Χ. Τα σημερινά σωζόμενα θεμέλια ανήκουν σε νεότερη φάση του τέλους του 4ου αιώνα π.Χ. Μεταγενέστερες ανακαινίσεις που περιλαμβάνουν προσθήκες στα δυτικά του ναού έγιναν στον 2ο και 1ο αιώνα π.Χ. Ο ναός διέθετε πρόναο και σηκό, καθώς και υπαίθρια αυλή με δύο ορθογώνιους βόθρους για θυσίες. Ολόγυρα είχε περίβολο.
Το Θέατρο, το οποίο κτίστηκε κατά την ελληνιστική περίοδο (3ος-1ος αιώνας π.Χ.) στον ίδιο άξονα με το ναό από την ανατολική του πλευρά. Δεν είχε σκηνή, διέθετε δέκα κερκίδες στο κοίλο και βωμό στο κέντρο της ορχήστρας. Εξυπηρετούσε στην παρακολούθηση των «δρωμένων» που σχετίζονταν με τη μύηση των πιστών.
Η στοά, μακρόστενο οικοδόμημα μήκους 40 μ. στα Ν.Α. του θεάτρου. Εξυπηρετούσε τις λατρευτικές ανάγκες του ιερού. Κτίστηκε περί τα μέσα του 1ου αιώνα π.Χ.
Τα κυκλικά και ελλειψοειδή κτήρια, από τα οποία βρέθηκαν αρκετά σε ολόκληρο το χώρο του ιερού. Διέθεταν βόθρους για τις αιματηρές θυσίες και τους τελετουργικούς καθαρμούς καθώς και κτιστό πάγκο στο εσωτερικό για τους μυούμενους. Το μεγαλύτερο, του τέλους του 5ου αι. π.Χ., βρίσκεται μεταξύ της στοάς και του ναού και ήταν ίσως απλός περίβολος χωρίς στέγη. Αχρηστεύτηκε στις αρχές του 1ου αιώνα π.Χ.
Ο περίβολος, κτιστός, περιέβαλε όλο τον ιερό χώρο με το ναό και την υπαίθρια αυλή μέχρι πριν το 300 π.Χ. Στον 2ο αιώνα π.Χ. επεκτάθηκε ανατολικότερα προκειμένου να συμπεριλάβει και το κοίλο του θεάτρου. [1η Πηγή. 2η Πηγή]

Στα αζήτητα κλεμμένα δίκυκλα στον Βόλο

  Στα αζήτητα κλεμμένα δίκυκλα στον Βόλο Το εικονιζόμενο κόκκινο δίκυκλο έχει εγκαταλειφθεί εδώ και περίπου δέκα ημέρες στον Περιφερειακό δρ...