Κυριακή 15 Μαρτίου 2020

“Κυρία Μαρέβα Μητσοτάκη, μην με χειροκροτήσετε. Δεν σας το επιτρέπω”

“Κυρία Μαρέβα Μητσοτάκη, μην με χειροκροτήσετε. Δεν σας το επιτρέπω”


Όλγα Κοσμοπούλου, παθολόγος – λοιμωξιολόγος στο Γενικό Κρατικό Νίκαιας

Όλγα Κοσμοπούλου, Γενικό Κρατικό Νίκαιας, μέλος ΕΓ ΟΕΝΓΕ

Αγαπητή κυρία Μαρέβα Μητσοτάκη, σύζυγε του πρωθυπουργού και επιχειρηματία.
Διαβάζω ότι καλείτε τους πολίτες και προφανώς προτίθεσθε και η ίδια να βγείτε το βράδυ στο μπαλκόνι σας να μας χειροκροτήσετε.
Απορώ με το θράσος σας.
Επειδή εμείς δεν μπορούμε να ξεχάσουμε την ατζέντα της κυβέρνησης του συζύγου σας για τα Δημόσια Νοσοκομεία, την πιο αντιλαϊκή που θα μπορούσε να γίνει.
Επειδή εμείς δεν μπορούμε να ξεχάσουμε ότι ο σύζυγός σας, εκτός από σημερινός πρωθυπουργός και υπέρμαχος των ιδιωτικοποιήσεων, των ΣΔΙΤ και των περικοπών στο χώρο της Δημόσιας Υγείας, υπήρξε επί σειρά ετών στέλεχος κυβερνήσεων που κουτσούρεψαν το δημόσιο τομέα υγείας και έπληξαν σοβαρά τα δικαιώματά μας ως πολιτών αυτής της χώρας, ημών των ιδίων αλλά και των ασθενών μας.
Επειδή εμείς δεν μπορούμε να ξεχάσουμε την προσπάθεια του συζύγου σας να μας “αξιολογήσει” και να μας κατατάξει σε “αρίστους, μετρίους και κακούς”.
Επειδή μας χωρίζουν έτη φωτός, εμάς τις μαχόμενες γυναίκες υγειονομικούς, γιατρίνες, νοσηλεύτριες, βοηθούς θαλάμου, τραυματιοφορείς, τεχνολόγους, καθαρίστριες, διοικητικούς από εσάς, και κυρίως μας χωρίζει το γεγονός ότι εμείς επιλέξαμε να ΥΠΗΡΕΤΟΥΜΕ και να ΘΕΡΑΠΕΥΟΥΜΕ τους συνανθρώπους μας για το μεράκι μας και για το ψωμάκι μας, από εσάς που επιλέξατε μια καριέρα για το παντεσπάνι σας (ουδείς ψόγος), πραγματικά μη μας δουλεύετε κυρία Μητσοτάκη!
Αν, πραγματικά, και εν μέσω επιδημίας, κατά τη διάρκεια της οποίας μερικές από εμάς μπορεί και να μολυνθούμε και να πεθάνουμε, όλες όμως θα λείψουμε για άπειρες εργατοώρες από τις οικογένειες και τους αγαπημένους μας ανθρώπους, θέλετε να ζητήσετε έμπρακτα συγγνώμη για την πολιτική που υπηρέτησε και υπηρετεί ο σύζυγός σας, βαδίστε μέχρι ένα δημόσιο νοσοκομείο να βοηθήσετε Η ΙΔΙΑ για έστω μια βάρδια, όπου μπορείτε. Το καθάρισμα ασθενών, το καθάρισμα θαλάμων, το στρώσιμο σεντονιών (που δεν έχουμε αρκετά) δεν είναι ντροπή κυρία Μητσοτάκη. Είναι τιμή για αυτές που το κάνουν!
Αφήστε λοιπόν τα υποκριτικά χειροκροτήματα κυρία Μητσοτάκη! Διακρίνετε από πίσω η πραγματική σας έκφραση (ίου, βρωμερός δημόσιος υπάλληλος τολμάει και μου απευθύνει το λόγο).
Αφήστε τα χειροκροτήματα και θυμίστε στο σύζυγό σας ότι μας χρωστάει και κάποια αναδρομικά, εδώ και κάτι χρόνια. Από τις περικοπές των μνημονίων που ψήφισε.
Όπως και να έχει, φροντίστε να ντυθείτε καλά το βράδυ που θα βγείτε στο μπαλκόνι (ω, συγγνώμη, βεράντα). Θα έχει ψύχρα.
Μια υγειονομικός από το πεδίο της μάχης (δεν ξέρω αν είμαι άριστη, καλή, μέτρια ή κακή με τα κριτήρια του συζύγου σας, αλλά είμαι εκεί).
Καθίστε εσείς στη βεράντα σας. Αλλά μην με χειροκροτήσετε. Δεν σας το επιτρέπω.
Ανάρτηση της Όλγας Κοσμοπούλου στον προσωπικό της λογαριασμό στο facebook

http://pandiera.gr/

Γαλλία: 70στή Εβδομάδα – Τα Κίτρινα Γιλέκα Στο Παρίσι, Αψηφούν Τον Κορονοϊό…! (Videos)

Γαλλία: 70στή Εβδομάδα – Τα Κίτρινα 

Γιλέκα Στο Παρίσι, Αψηφούν Τον 

Κορονοϊό…! (Videos)



Οι διαδηλωτές των «κίτρινων γιλέκων» διαδηλώνουν στους δρόμους της γαλλικής πρωτεύουσας μια ημέρα πριν από τον πρώτο γύρο των δημοτικών εκλογών της Γαλλίας.

Παιχνίδια συνόρων – Παιχνίδια υποδούλωσης


Παιχνίδια συνόρων – Παιχνίδια υποδούλωσης

Αμέσως μετά την συμφωνία Πούτιν-Ερντογάν για κατάπαυση του πυρός στο Ιντλίπ, βγαίνει ανακοίνωση της τουρκικής ακτοφυλακής που απαγορεύει την μετακίνηση μεταναστών και προσφύγων στο Αιγαίο με την πρόφαση επικίνδυνων πρακτικών επαναπροώθησης απ’ την ελληνική πλευρά. Η ανακοίνωση μεταξύ άλλων αναφέρει: «Μετά από εντολή του προέδρου μας Ταγίπ Ερντογάν και του Υπ. Εσωτερικών, Σουλεϊμάν Σοϊλού δεν επιτρέπεται η μετακίνηση παράνομων μεταναστών στο Αιγαίο λόγω κινδύνων. Ως γνωστόν εφαρμόζεται η αρχή να μην παρεμποδίζονται οι παράνομοι μετανάστες προκειμένου να περάσουν τα σύνορα της Τουρκίας προς την Ε.Ε., όμως αυτή η αρχή δεν αφορά τη μετακίνηση δια θαλάσσης. Η ακτοφυλακή, η στρατοχωροφυλακή και οι Υπηρεσίες Ασφαλείας καταβάλλουν προσπάθειες για να ελέγξουν τις προσβάσεις των παράνομων μεταναστών από την ξηρά προς τη θάλασσα, ώστε να παρεμποδίζεται η πρόσβαση σε αυτούς σε θαλάσσιες μετακινήσεις».

«Η ελληνική ακτοφυλακή όταν εισέρχονται παράνομοι μετανάστες τους επαναπροωθεί προς τα τουρκικά ύδατα και τους παρεμποδίζει, προκαλώντας βλάβες στις μηχανές των σκαφών τους και προκαλώντας ζημιές στα ίδια τα σκάφη και τους αφήνει αβοήθητους στη θάλασσα. Αυτή η συμπεριφορά παραβιάζει τα ανθρώπινα δικαιώματα».

Όχι, δεν έπαθε κρίση ανθρωπισμού το τουρκικό κράτος, απλά συνεχίζει να χρησιμοποιεί χιλιάδες μετανάστες και πρόσφυγες στην σκακιέρα των κυριαρχικών σχεδίων του ώστε να κάνει πολιτική. Συνεχίζει να είναι απάνθρωπο και να χρησιμοποιεί χιλιάδες ανθρώπους, έχοντας μεγάλο μερίδιο ευθύνης της δυστυχίας τους. Ενώ, λοιπόν, από θαλάσσης υπάρχει απαγορευτικό απ’ το τουρκικό κράτος, δεν ισχύει το ίδιο και για την περιοχή του Έβρου, όπου σαφώς ο Ερντογάν επιθυμεί μια ένταση μακράς διάρκειας στην περιοχή, με την ελάχιστη επιδίωξη μιας νέας συμφωνίας η οποία να αφορά αυτήν την φορά τα χερσαία σύνορα διέλευσης μεταναστών.

Αν το τουρκικό κράτος ενδιαφερόταν πραγματικά για την ασφάλεια των προσφύγων και μεταναστών θα απαγόρευε την διέλευσή τους και απ’ τον Έβρο, ειδικότερα ύστερα απ’ τις καταγγελίες του για ξυλοδαρμούς, ξεγυμνώματα, καθώς και τις διαχεόμενες από αυτό πληροφορίες για δύο νεκρούς και αρκετούς τραυματίες από πυροβολισμούς της ελληνικής πλευράς. Αν προσθέσουμε και την μάζωξη κάποιων νεοναζιστικών και ακροδεξιών ομάδων στην περιοχή, πού συνδράμουν τις περιπολίες των οπλισμένων ελληνικών ομάδων, τότε ο Έβρος είναι επίσης ένα επικίνδυνο μέρος διέλευσης, όπου πλέον μπορεί να σουλατσάρει οπλισμένο ή μη το κάθε λογής μπουμπούκι! Παρ’ όλα αυτά, όχι μόνο δεν υπάρχει τέτοια απαγορευτική ανακοίνωση διέλευσης, αλλά φαίνεται πως ο Ερντογάν επιθυμεί μια μακράς διάρκειας ένταση στον Έβρο με το να υποκινεί και να υποθάλπει τα «ντου» των μεταναστών στα σύνορα και δεν φαίνεται να το κουνάει από εκεί, μέχρι να πάρει τα κατάλληλα ανταλλάγματα από την Ε.Ε. Το απαγορευτικό, λοιπόν, στο θαλάσσιο πέρασμα του Αιγαίου συνδέεται με την συμφωνία της Τουρκία με την Ε.Ε, ενώ ο Έβρος είναι εκτός συμφωνίας οπότε το πεδίο είναι καθαρό, μέχρι και εκεί να δημιουργηθεί μια συμφέρουσα συμφωνία για τον Ερντογάν.

Επίσης, απατώμεθα οικτρά εάν θεωρήσουμε ότι η κατάσταση στον Έβρο δεν συμφέρει την κυβέρνηση Μητσοτάκη. Εξ αιτίας των επικίνδυνων παιχνιδιών στον Έβρο και στα νησιά, το ελληνικό κράτος τσιμπά 700 εκατομμύρια για στήριξη στο μεταναστευτικό. Επίσης, μετά την πανωλεθρία που έπαθαν οι μπάτσοι στα νησιά και απ’ τους ψηφοφόρους της Νέας Δημοκρατίας καθώς έγραψαν τον Κούλη εκεί όπου δεν πιάνει το μελάνι, το παιχνίδι γύρισε και πλέον οι μπάτσοι και ο Κούλης φαίνεται να προασπίζονται την πατρίδα και ας πέρασε το νομοσχέδιο για σύνταξη στα 72. Το μόνο που μένει να ακούσουμε πλέον είναι ότι το κράτος μέχρι τα 72 θα έχει βρει τρόπο να ταχυδρομεί την σύνταξη στον άλλο κόσμο ή, ακόμα καλύτερα, να μας πει ότι, εμείς σας δίνουμε σύνταξη αλλά εσείς πάτε και πεθαίνετε!

Με τα παραπάνω, λοιπόν, γίνεται σαφές ότι στα πλαίσια των κυριαρχικών σχεδιασμών, τα ανοικτά και τα κλειστά σύνορα εναλλάσσονται, ανάλογα με τα συμφέροντα και ουσιαστικά είναι διαφορετικές όψεις του ίδιου νομίσματος. Κατηργημένα σύνορα στον κόσμο που ζούμε, προκαλούν οι εξουσιαστές τύπου Πούτιν-Ερντογάν, που την μια στιγμή εμφανίζονται αντίπαλοι και την άλλη «εταίροι» που δήθεν ενδιαφέρονται για την ειρήνη. Τα σύνορα ανοίγονται και κλείνονται με εξουσιαστικές συμφωνίες και σε καμμία περίπτωση απ’ τις δύο δεν έχουν να κάνουν με απελευθερωτικές διεργασίες, καθώς το πλαίσιο μέσα στο οποίο συμβαίνουν δεν είναι αποτέλεσμα της βούλησης ελεύθερων ανθρώπων, αλλά εξαναγκαστικών εξουσιαστικών διαδικασιών που σκοπό έχουν σαφώς την περαιτέρω υποδούλωση των ανθρώπων και την ανάπτυξη της κυριαρχίας.

Τί και αν 60 τούρκοι στρατιώτες γύρισαν με φέρετρα στην Τουρκία απ’ το Ιντλίπ; Τί και αν 34 εξ αυτών σκοτώθηκαν σε ένα και μόνο αεροπορικό πλήγμα της συριακής αεροπορίας, υποστηριζόμενης απ’ την Ρωσσία; Τί και αν ο Ερντογάν χρησιμοποίησε αυτούς τους νεκρούς για εθνικιστικό σόου; Δημόσια αυτοί οι θάνατοι σβήστηκαν με ένα λυπάμαι, οι αεροπορικές δυνάμεις δεν γνώριζαν τις θέσεις τους απ’ τον Πούτιν και μια χειραψία στον Ερντογάν.

Και η ζωή συνεχίζεται;

Ελευθερόκοκκος

https://anarchypress.wordpress.com

Το δέντρο, το δάσος και ένας ιός ανάμεσά τους


Το δέντρο, το δάσος και ένας ιός ανάμεσά τους

Η δύστοπία είναι παρούσα
Του Κώστα Σβόλη
 
Αναρτήθηκε από 
 

   Θα μπορούσε να είναι σειρά επιστημονικής φαντασίας Netflix, αλλά τυχαίνει να είναι μια παγκόσμια πραγματικότητα με πολλαπλές συνέπειες, που θα βάλει τη σφραγίδα της στον κόσμο που ζούμε.

  Παράλληλα με την επέκταση του ιού επεκτείνεται και γενικεύεται η σύγχυση και ο αποπροσανατολισμός των κοινωνιών. Παραπαίουμε ανάμεσα στη φοβική ψύχωση και στη συνωμοσιολογία. Κοιτάμε το δέντρο και χάνουμε το δάσος, και μαζί με το δάσος χάνουμε και τη δυνατότητα να βρούμε τρόπους και περάσματα προς μια κοινωνική συνθήκη που θα ξεπεράσει τη νοσογόνο φύση του Καπιταλισμού.

   Ο κορονοϊός δεν είναι μια κατασκευή στο πλαίσιο ενός εμπορικού πολέμου ή της επιβολής μιας παγκόσμιας κυριαρχίας όπως φαντάζονται διάφοροι συνωμοσιολόγοι παντός καιρού και ευρέος ιδεολογικού φάσματος. Ο κορονοϊός, όπως και οι υπόλοιπες πανδημίες που έχουν εμφανιστεί τις τελευταίες δεκαετίες, είναι αποτέλεσμα ενός συγκεκριμένου τρόπου παραγωγής, κατανάλωσης και ζωής στα πλαίσια του Παγκόσμιου Καπιταλισμού. Τεράστιες μεγαλουπόλεις πολλών εκατομμυρίων στις οποίες οι άνθρωποι συνωστίζονται ο ένας πάνω στον άλλο στην κατοικία, στη δουλειά, στη μετακίνηση, στην κατανάλωση κλπ. Ουδείς αγνοεί την κυρίαρχη συνθήκη της υπέρμετρης χρήσης φαρμάκων, αντιβιοτικών, χημικών ουσιών, που μεταλλάσσει τους ιούς σε ακόμα ανθεκτικότερους και κάνει ακόμα πλουσιότερο το βιοτεχνολογικό λόμπυ. Η διατροφή μας βασίζεται όλο και περισσότερο σε έναν βιομηχανικό τρόπο παραγωγής ασύλληπτου όγκου σκουπιδιών, είναι απτή πραγματικότητα η μόλυνση και η εξάντληση του περιβάλλοντος από τη ληστρική επιδρομή των ορδών που εκκινούν από την ακόρεστη δίψα για παραγωγή-κατανάλωση-κέρδος. Ο τομέας του τουρισμού, υδροκεφαλισμένος ως βαριά βιομηχανία, έχει απίστευτες συνέπειες τόσο στο περιβάλλον όσο και στην καθημερινότητα των τοπικών κοινωνιών, στην κουλτούρα τους και φυσικά στις εργασιακές συνθήκες- όλα όψεις της βάρβαρης καπιταλιστικής επέκτασης. Παρακολουθούμε την άνευ όρων απαξίωση της δημόσιας υγείας και τη μετατροπή της σε εμπόρευμα. Σ’ αυτές τις παραμέτρους, στη νοσογόνο φύση του ίδιου του καπιταλισμού, πρέπει να αναζητήσουμε τις αιτίες κάθε είδους πανδημίας (πρότερης, τωρινής και μελλοντικής) και όχι σε ειδεχθή σενάρια που απεργάζονται «σκοτεινά κέντρα» σε κάποιες μυστικές υπηρεσίες ή κονκλάβια.

   Η πανδημία είναι υπαρκτή μαζί με τους κινδύνους που εγκυμονεί για τις κοινωνίες και ιδιαίτερα για τις ευπαθείς ομάδες. Η αναγκαιότητα για τη δημιουργία τρόπων κοινωνικής αυτοάμυνας μέσα από την ενσυναίσθηση, τη σύνεση, την αλληλεγγύη είναι προφανής. Τα σωστά μέτρα για να ξεπεραστεί αυτό που ζούμε είναι στα χέρια των ίδιων των κοινωνιών με τις μορφές αυτοοργάνωσης και αυτενέργειας που οφείλουν να ανακαλύψουν, όχι στην υπεράνω οποιασδήποτε αμφισβήτησης και εν λευκώ ευχέρεια ενός Κράτους-Πανοπτικού, ενός κράτους του φόβου και ελέγχου. Ας βρούμε τους τρόπους να προστατέψουμε τους εαυτούς μας και τους δίπλα μας. Ας νοιαστούμε για αυτούς που έχουν μεγαλύτερη ανάγκη και ας αναπτύξουμε δίκτυα οργάνωσης της καθημερινής μας άμυνας απέναντι στη νόσο. Πέρα όμως από τις όποιες άμεσες ενέργειες μας ήρθε η ώρα να ξανασκεφτούμε σε ποιον κόσμο θέλουμε να ζούμε και να τον αλλάξουμε αλλάζοντας οι ίδιοι τον τρόπο αντίληψης και τις πρακτικές μας, όχι βέβαια ως ένα ατομικό life style αλλά ως συλλογικοποιημένες δράσεις για την ανάκτηση της ίδιας μας της ζωής.

   Ο καπιταλισμός κινείται πάντα εντός των αντιφάσεών του, τρέφεται από την καταστροφή του, έως ότου καταρρεύσει παρασύροντας και εμάς μαζί του στη δυστοπία ενός αβίωτου κόσμου. Το οικονομικό κόστος της πανδημίας είναι τεράστιο και θα γίνει ακόμα μεγαλύτερο το επόμενο διάστημα – ειδικά για χώρες που βασίζονται στον τουρισμό όπως ή Ελλάδα. Ήρθε λοιπόν η ώρα να ανοίξουμε και πάλι τη συζήτηση μέσα στην κοινωνία, για ένα άλλο κοινωνικό παράδειγμα που δεν θα κουβαλάει τις νοσογόνους παραμέτρους του καπιταλισμού.

   Ο καπιταλισμός χάνει από την καταστροφή των οικονομικών του δραστηριοτήτων, αλλά πάντα (κι αυτό αποδεικνύει η ίδια η ιστορική του διαδρομή) προσβλέπει στα κέρδη της μελλοντικής ανοικοδόμησης – και η ανοικοδόμηση θα πατήσει στα χνάρια που πάταγε ως τώρα και θα είναι το ίδιο καταστροφική και νοσογόνα με αυτήν που ζούμε σήμερα. Κάθε κρίση είναι και μια ευκαιρία. Κάθε ευκαιρία ανοίγει τον δρόμο σε μια νέα κρίση…

   Όσο νεοφιλελεύθερη, δηλαδή ακραία καπιταλιστική, είναι η οικονομία του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού, τόσο στηρίζεται σε ένα αυταρχικό κράτος κεντρικού ελέγχου και επιτήρησης που αντιμετωπίζει τις κοινωνίες ως εσωτερικό εχθρό. Το μόνο που έχει να αντιτάξει απέναντι στην πανδημία είναι μια κοινωνία-φυλακή με μηχανισμούς επιτήρησης και εσωτερικευμένου φόβου, πριμοδοτεί την παραίτηση από οποιαδήποτε κοινωνική αυτενέργεια και προωθεί την εμπέδωση του δόγματος ότι τα μόνα νομιμοποιημένα δρώντα υποκείμενα είναι το Κράτος και οι Επιχειρήσεις.

  Κατά την άποψη του γράφοντα αυτό δεν απορρέει από ένα συνειδητό σχέδιο, αλλά από την ίδια τη δομική σύσταση του κράτους ως εξουσιαστικού μηχανισμού, από την ίδια την αντίληψη που έχει ο καπιταλισμός –και άρα οι φυσικοί φορείς της ιδεολογίας του– για το πώς οργανώνεται και λειτουργεί η ανθρώπινη κοινωνία. Ας μην προσπαθούμε λοιπόν να βρούμε κρυμμένα σχέδια και επιτελεία συνωμοσιών και ας χτυπήσουμε κατευθείαν στην καρδιά του κτήνους, στη φύση του Καπιταλισμού, θέτοντας το πρακτικό ζήτημα της ανατροπής του.

 Ο Όργουελ και ο Ζαμιάτιν θα χαμογελούσαν πικρά, βλέποντας την εποχή μας.

  Να αμυνθούμε συλλογικά τόσο απέναντι στη νόσο όσο και απέναντι στον φόβο, να ξαναβρούμε τα μονοπάτια που μας φέρνουν κοντά και μας οδηγούν πέρα από την καπιταλιστική δυστοπία του παρόντος και του μέλλοντος.

Υγ. Ψύχραιμη και εύλογη προσέγγιση του Κώστα για τη πανδημία. Το μόνο που τού ξεφεύγει κατά τη δική μου γνώμη είναι η ατελείωτη λούπα της διαδοχής μεταξύ  ευκαιρίας  και κρίσης.  Ο καπιταλισμός πεθαίνει αργά και σταθερά. Δεν υπάρχει και δεν θα υπάρξει στο μέλλον καμία επανεκκίνηση. Η μετανεωτερικότητα είναι η τελική κρίση του συστήματος – η κοινωνική κατάρρευσή του (όπως υπανίσσεται και η εικόνα που συνοδεύει το ποστ). Με ό,τι συνεπάγεται για τις δυνάμεις της συλλογικής ζωής που θέλουν να το ανατρέψουν.

Η χολεριασμένη (διήγημα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη)

Η χολεριασμένη (διήγημα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη)



Posted by sarant στο 15 Μαρτίου, 2020

Τις Κυριακές βάζουμε λογοτεχνικό θέμα, και σήμερα αποφάσισα να βάλω κάτι επίκαιρο, σχετικό με τους καιρούς πανδημίας που περνάμε. Μου το θύμισε μια ανάρτηση του ποιητή Κώστα Κουτσουρέλη, ο οποίος αναφέρθηκε σε λογοτεχνικά έργα που έχουν γραφτεί με αφορμή επιδημίες του παρελθόντος. Ο Κουτσουρέλης μάλιστα επισήμανε ότι μια επιδημία, η επιδημία πανούκλας του 1348 στάθηκε «η γενέθλια ώρα της ευρωπαϊκής πεζογραφίας» καθώς έδωσε στον Βοκκάκιο το σκηνικό για το Δεκαήμερο.
Τον Βοκκάκιο θα τον θυμηθούμε μιαν άλλη φορά. Σήμερα θα δημοσιεύσουμε ένα διήγημα του Παπαδιαμάντη, που το είχα βάλει στον παλιό μου ιστότοπο, τη Χολεριασμένη και αφορά την επιδημία που έπληξε την Αθήνα το 1854, όπως τη διηγήθηκε στον Παπαδιαμάντη μια «σεβάσμια γερόντισσα Αθηναία».
Το διήγημα δημοσιευτηκε στο περιοδικό Παναθήναια τον Οκτώβριο του 1901. Στο ίδιο περιοδικό είχε προηγουμένως δημοσιευτεί και το συγγενικό διήγημα Το θαύμα της Καισαριανής.
Παραθέτω μονοτονισμένα (αν θέλετε πολυτονικό, εδώ).
Η ΧΟΛΕΡΙΑΣΜΕΝΗ
Την κατωτέρω διήγησιν, καθώς και την άλλην, την επιγραφομένην «Το Θαύμα της Καισαριανής», ήκουσα εκ στόματος της παθούσης, ήτις είναι η κυρα-Ρήνη Ελευθέραινα, του ποτέ Ροδίτη, σεβάσμια γερόντισσα Αθηναία.
«Με είχαν παραιτήσει όλοι οι δικοί μου, ο άνδρας μου, όπως κι ο αδερφός μου… Είχα πανδρευθεί μικρή, μ’ αυτόν τον μπάρμπα-Λευθέρη, που βλέπεις, που κοντεύει τώρα τα ογδονταπέντε. Θα ήτον ως είκοσι χρόνια μεγαλύτερος από μένα.
Τόσο μικρή και τόσο άκακη και άγνωστη ήμουν, κορίτσι δεκατριών χρονών. Εκείνος μ’ έπαιρνε στα γόνατα του, και μ’ εφίλευε καραμέλες. Θα ήτον τριαντάρης τότε. Εγώ ούτε ιδέαν είχα απ’ αυτά τα πράγματα.
Σαν ήρθε η φοβερή χρονιά, που έφερε την κατοχή των Αγγλογάλλων και την χολέρα· που βάσταξε τρεις μήνες, κι έπαψε την ημέρα του Αγίου Φιλίππου, ύστερα από μεγάλη λιτανεία και δέηση που έκαμε ο λαός με τους παπάδες, με τα εικονίσματα, με Σταυρούς και με ξεφτέρια· κι οι Αγγλογάλλοι φοβέριζαν τον βασιλιά μας, τον Όθωνα, κι εκείνος ήτον κλεισμένος στο Παλάτι, μόνο για να παρηγορεί τον λαό έβγαινε, και δεν το κούνησε από την Αθήνα, μ’ όλη την χολέρα και το θανατικό. Κι έβγαιναν τον ανήφορο οι Αγγλογάλλοι, πλήθος πολύ, καβαλαρία, Δραγώνοι τους λέγανε, και φαντάροι, που φορούσαν κάτι πουτούρια, και τους λέγανε Ζουάβους· κι άλλοι με κατακόκκινες γιακέτες, κάτι φοβεροί, θεόρατοι, άνδρες ως κει πάνω, με άντζες γυμνές, που φορούσαν κάτι σα φουστανέλες· κι έβγαιναν κατά την πλατέα, κι εφοβέριζαν τον Όθωνα. Κι όσο τον εφοβέριζαν οι Αγγλογάλλοι τόσο τον αγαπούσε ο λαός. Κι ο βασιλιάς επονούσε τον λαό, κι εσκορπούσε ελέη και ψυχικά πολλά απ’ το Παλάτι.
Σαν ήρθε η χρονιά εκείνη, εμείς είμαστε παντρεμένοι τρία χρόνια  μπροστά. Ο μπαρμπα-Λευθέρης με τις καραμέλες με είχε καταφέρει. Θα ήμουν δεκαπέντε, ας ήμουν, το πολύ, δεκάξι χρονών, όταν έγινε η στεφάνωση. Εκείνος θα ήτον παραπάνω από τριάντα.
Τότε, σαν ήρθε το κακό, χολεριάστηκα κι εγώ. Είχα γεννήσει ολίγους μήνες μπροστά την μοναχοκόρη, την Κατίγκω μου, αυτή που βλέπεις. Σαν μ’ έπιασαν οι εμετοί, και τ’ άλλα τα συμπτώματα, Θεός να φυλάει — μακριά από σας — ο Λευθέρης, αυτός που βλέπεις, μ’ απαράτησε κι έγινε άφαντος. Πέρασαν πολλές ώρες και δεν εφάνη. Ο αδερφός μου ο Θύμιος, κι αυτός, ούτε θέλησε να με ζυγώσει.
Εκαθόμουν στην ενορία των Αγίων Αποστόλων, σ’ ένα στενό σοκάκι, στην Ακρόπολη από κάτω. Είχα το παιδί στην κούνια, κι έκλαιε. Εγώ υπόφερνα απ’ τους πόνους της αρρώστιας, κι εδίψαγα φοβερά. Εφώναζα να ’ρθει κανένας. Εζητούσα ένα ποτήρι νερό για έλεος. Κανένας δεν ήρχετο. Οι γειτόνισσες, άλλες είχαν φύγει, με την ώρα τους, στην εξοχή, κι άλλες έκαναν τον κουφό και δεν άκουαν.
Μόνον ένας γείτονας, ο κυρ Μικέλης ο Φουλδάκης, πέρασε το χέρι του απ’ το παραθυράκι, και μου έριξε ένδεκα σβάντζικα. Εγώ του φώναζα να μου φέρει νερό. Αλλά, μου είπε, δεν είχε, κι έφυγε. ΄Η δεν είχε αληθινά, ή φόβος τον έπιασε, και δεν ήθελε ν’ αργοπορήσει  σιμά μου, μην κολλήσει.
Καλά και τα δέκα σβάντζικα. Λεφτό δεν είχα. Μα ευχαρίστως θα έδιδα τα δέκα σβάντζικα, για να μου έφερνε κανείς ένα ποτήρι νερό.
Μια αρμάθα κυδώνια είχα κρεμασμένη στον τοίχο από έν’ αραφάκι. Σηκώθηκα, επήρα ένα, και το μάσησα, για να ξεδιψάσω. Ύστερα, σαν κα­λύτερα μου φάνηκε να ήταν ψημένα. Έκαμα κουράγιο, άναψα φωτιά, κι έ­ψησα δυο-τρία και τα ’φαγα.
Είχα κουράγιο. Η καρδιά μου γερή. Ο εμετός μού είχε πάψει από ώρα.
Σαν είχα φάγει τα κυδώνια, μου φάνηκε πως μου εκόπη κάπως η δίψα. Ύστερα πάλι εδίψασα χειρότερα.
Σηκώθηκα, κι εβγήκα έξω. Έκαμα ολίγα βήματα στο σοκάκι. Η γειτονιά έρημη. Ο κόσμος είχε φύγει. Αυλόπορτες κλεισμένες. Παράθυ­ρα κλειδομανταλωμένα. Ψυχή δεν εφαίνετο πουθενά.
Επήγα παραπέρα ακόμα. Ήξευρα πως ήτον μια βρύση κάπου εκεί. Έφτασα, με μεγάλη αδυναμία, με κομμένα γόνατα. Ξέστριψα με κόπο την κάνουλα της βρύσης. Ώ, συφορά μου! Το νερό είχε κοπεί.
Σηκώνομαι, σέρνουμαι ακόμα παραπέρα… Δεν θυμάμαι αν είχα πά­ρει μαζί μου το κορίτσι μου απ’ την κούνια…»
Εδώ η αφηγούμενη διεκόπη, και προσεπάθει ν’ αναπολήσει. Είτα επα­νέλαβε:
«Ναι… όχι, δεν το πήρα μαζί μου. Είχα βγει έξω για προσωρινά. Το ένα πρώτο για να βρω νερό, κι έπειτα με την ελπίδα ν’ απαντήσω κανένα γνώριμο… να τον ερωτήσω αν είδε τον άνδρα μου πουθενά. Χωρίς άλλο, είχα σκοπό να γυρίσω γρήγορα πίσω, στο σπιτάκι μου.
Επήγα παραπέρα απ’ τη βρύση, που δεν είχε νερό. Εκεί ακούω σαν μουρμουρητό, σαν σιγανή ψαλμωδία. Έφτασα απ’ έξω απ’ τους Αγίους Αποστόλους. Βλέπω μια μικρή καρότσα με τ’ αλογάκια της που έστεκε παρέκει, σε μια γωνιά του δρόμου.
Η πόρτα της εκκλησιάς ήτον ανοικτή. Βλέπω μια γριά. Ήτον η κλησιάρισσα. Σαν με είδε, φοβήθηκε, κι ηθέλησε να κλείσει την πόρτα από μέσα. Θα κατάλαβε απ’ την όψη μου πως ήμουν μολεμένη. Σπρώχνω την πόρτα, φωνάζω.
—  Λίγο νερό!.. δεν είστε χριστιανοί;
Είδα που είχε δυο στάμνες ακουμπισμένες από μέσ’ απ’ την πόρτα, σιμά στο παγκάρι. Η γριά μ’ ελυπήθηκε, εσήκωσε τη μια στάμνα, που φαίνεται να είχε λίγο νερό, κάτω απ’ τη μέση, και μου είπε:
—  Κάμε τις χούφτες σου.
Έκαμα τις χούφτες μου, τις παλάμες μου, βαθουλές, έσκυψα, αυτή μου έριχνε απ’ ολίγ’ ολίγο νερό μες στις χούφτες, κι εγώ έπινα. Μου φάνηκε σαν αγιασμός. Αναστήθηκ’ ή ψυχή μου. Ύστερα η γριά, σαν ετράβηξε τη στάμνα μέσα, έκαμε πάλι να σπρώξει την πόρτα, για να με κλείσει απ’ έξω. Εγώ έπιασα με τα δυο χέρια το φύλλο της πόρτας κι είπα:
—    Τι κάνουν μέσα;
Άκουσα σιγανή ψαλμωδία και διάβασμα παπά.
— Βαφτίζουν, μου είπε η καλόγρια, με τρόπον που έδειχνε πως ήτον στενοχωρεμένη που δεν μπορούσε να με απομακρύνει.
Επέρασα το κεφάλι στο άνοιγμα της πόρτας. Ξαφνίστηκα. Έβαλα μια φωνή. Εκεί μέσα, στην εκκλησιά, γνώρισα δικούς μου ανθρώπους. Ήτον ο Λευθέρης, ο άνδρας μου, ο Στάθης, ο γαμβρός του, κι η Στάθαινα, η ανδραδέλφη μου, που είχε πάρει ευχή, καθώς φαίνεται, πριν σαραντίσει, κι εβάφτιζαν το μικρό τους, την πρώτη κόρη που του είχε κάμει η γυναίκα του η νιόνυφη.
Ένας άλλος άνθρωπος ήτον μαζί τους. Αυτός ήτον ο αμαξάς εκείνης της καρότσας, που είχα ιδεί να στέκει απ’ έξω εκεί.
Κατάλαβα τι έτρεχε. Είχαν σκοπό να φύγουν όλοι τους μαζί, για κανένα περιβόλι, κι είχαν έτοιμο και τον αμαξά με την καρότσα, κι ο άνδρας μου που έκανε και το νουνό, θα πήγαινε, καθώς φαίνεται, μαζί τους. Πριν φύγουν, ηθέλησαν, σαν καλοί χριστιανοί, να βαφτίσουν το μωρό τους.
—Πώς ήρθες; μου εφώναξε ο άνδρας μου σαν με είδε· πού άφησες το παιδί;
—Εσύ, πώς μ’ άφησες εμένα; του λέω.
Εκείνη τη στιγμή είχε τελειώσει η βάφτιση. Εγώ τους έγινα κουνούπι και δεν έφευγα από κοντά τους. Ο άνδρας μου ήτον συλλογισμένος.
Μ’ έβλεπαν πως μου είχε πάψει ο εμετός, κι εβαστούσα καλά στα πόδια μου. Ετοιμάζοντο για να φύγουν.
—  Θά ‘ρθω κι εγώ μαζί σας όπου πάτε! είπα εγώ χτυπώντας το κοφτερό του χεριού επάνω στην παλάμη μου.
—  Σύρε να φέρεις το παιδί, μου λέει ο άνδρας μου.
—  Πάμε μαζί, του λέω.
Ο Λευθέρης άρχισε να ξύνεται. Ό αμαξάς, χωρίς να του προτείνει κανείς τίποτε, άρχισε να φέρνει δυσκολίες.
— Συφωνήσαμε για τρεις νοματαίους, και το μωρό τέσσεροι, και μου δώσατε τι μου δώσατε, τον άκουσα να λέει στον ανδράδελφό μου. Τώρα οι τέσσεροι θα γίνουν έξι. Δεν μας παίρν’ ή καρότσα.
Ο ανδράδελφός μου, τον είδα που του έγνεψε με τρόπο, σαν να ήθελε να του πει: «Ησύχασε, και μη σε μέλει… θα είμαστε όσοι είμαστε…»
Τότ’ εγώ έβγαλα τα ένδεκα σβάντζικα, που μου είχε ρίψει ο γείτονας ο κυρ Μικέλης, και δεν είχα ξεχάσει να τα δέσω καλά στο κλωνί της μανδήλας μου. Σαν άκουσε τον κουδουνισμό ο καροτσέρης, εγύρισε κατά μένα.
— Να, έχω ένδεκα σβάντζικα, είπα. Σου τα δίνω όλα να με πάρεις κι εμένα μαζί.
Ο καροτσιέρης εζύγωσε προς το μέρος μου. Ξέχασε πως ήμουν χολεριασμένη.
Έβγαλα τα σβάντζικα και τα μετρούσα.
—  Να, πάρε τα και τα δέκα, είπα, και να με πάρεις μαζί.
Την πρώτη φορά είχα ειπεί ένδεκα· ύστερα, στη στιγμή, το μετάνοιωσα, κι είπα με τον εαυτό μου: «ας κρατήσω κι ένα σβάντζικο, δεν ξέρω τι γίνεται». Μα ο αμαξάς είχεν ακούσει τα ένδεκα. Επάσκισα εγώ να το κρύψω, το ένα, μες στην παλάμη μου, μα εκείνος το είδε.
—  Είπες ένδεκα, είπεν ο αμαξάς. Φέρ’ τα εδώ, και θα σε πάρω.
—  Δέκα, είπα εγώ.
—  Φέρ’ το και τ’ άλλο, επέμεινεν ο αμαξάς.
Μου τα πήρε και τα ένδεκα. Ο ανδράδελφός μου γύρισε και του είπε:
—  Τώρα δεν έλεγες πώς θα πέσουμε πολλοί;
—  Μα, αφού μας παίρν’ ή βάρκα! απηλογήθη ο αμαξάς· ή βάρκα χωρεί, εσάς τι σας μέλει;
Είχαν ιδεί πώς δεν είχα πλέον άσκημα συπτώματα, η όψη μου φαίνε­ται να είχε σιάξει, και δεν έδειχναν μεγάλο φόβο. Η ανδραδέλφη μου μού έριξε μια ματιά, σαν να μ’ ελυπήθη.
—Ας έρθει κι αυτή, η καημένη, Στάθη, είπε του ανδρός της.
Κοντολογίς, ο άντρας μου, ο Λευθέρης, έκαμε κουράγιο, επήγε μόνος του ως το σπίτι, ηύρε το παιδί μας που έκλαιε, το επήρε και μου το έφερε, κι ολίγα ρουχικά μαζί.
Μπαρκάραμε όλοι αντάμα στην καρότσα.
Εμείναμε δυο-τρεις μήνες, με τον άνδρα μου, σ’ ένα περιβόλι μιανής  συγγένισσάς μας, κοντά στον Αι-Γιάννη του Ρέντη.
Εκεί ήρχοντο συχνά Αγγλογάλλοι. Είχαν σταθμούς εκεί κοντά. Τους έπλυνα τα ρούχα, και μου έδιναν ασημένια φράγκα. Έβλεπαν το κορίτσι μου, την Κατίγκω μου, που μεγάλωνε σιγά-σιγά, κι εκόντευε να χρονίσει. Την εχάιδευαν κι έλεγαν: «Πίκκολο! πίκκολο!».
Ως τόσο, όταν ήταν όλοι τους μαζί, καβαλαρία, με τις περικεφαλαίες τους, εφαίνονταν φοβεροί· χωριστά κι ολίγοι-ολίγοι, εφαίνονταν κι αυτοί καλοί άνθρωποι.
Περάσαμε καλά, Η χολέρα έφυγε σε λίγο. Κοντά στα Χριστούγεννα, ήρθαμε στο σπίτι μας, στους Αγίους Αποστόλους, το ηύραμε απείραχτο, κι εκαθίσαμε με αγάπη και ειρήνη.
Όχι μόνον είχαμε περάσει καλά, αλλά και κάτι λεφτά μού περίσσεψαν από τις υπηρεσίες που έκανα στους Αγγλογάλλους. Όταν εγυρίσαμε στην Αθήνα, μέσα, είχα σωστά εκατόν δέκα φράγκα ασημένια.
Μου φάνηκε, τα ένδεκα σβάντζικα, που είχα δώσει τρεις μήνες μπροστά στον καροτσιέρη, πως τα είχα σπείρει στη γης κι εκαρποφόρησαν το δεκαπλάσιο.»
(1901)
Σημείωση
Τα σβάντζικα ή σφάντζικα ήταν παλιό αυστριακό νόμισμα των 20 κρόιτσερ (zwanzig = 20) που είχε μεγάλη πέραση στην Ελλάδα σε όλον τον 19ο αιώνα. Κάποτε και σε θηλυκό, η σφάντζικα. Τον καιρόν εκείνο, κυκλοφορούσαν πολλά νομίσματα παράλληλα με τις δραχμές. Αν δείτε την αλληλογραφία του Παπαδιαμάντη, ο πατέρας του συχνά συμπλήρωνε τα τάλιρα που του έστελνε με σφάντζικα.
Τα ποτούρια ή πουτούρια είναι είδος παντελόνι, συχνά μάλλινο ή τσόχινο, συνήθως φαρδύ επάνω και στενό κάτω.
https://sarantakos.wordpress.com/

Nazim Hikmet & Ρίτσος

Nazim Hikmet & Ρίτσος



«Living is no laughing matter:
you must live with great seriousness like a squirrel, for example—
I mean without looking for something beyond and above living,
I mean living must be your whole occupation.»
«Ἡ ζωὴ δὲν εἶναι παῖξε-γέλασε
Πρέπει νὰ τήνε πάρεις σοβαρά,
Ὅπως, νὰ ποῦμε, κάνει ὁ σκίουρος,
Δίχως ἀπ᾿ ὄξω ἢ ἀπὸ πέρα νὰ προσμένεις τίποτα.
Δὲ θά ῾χεις ἄλλο πάρεξ μονάχα νὰ ζεῖς.»
Γιάννης Ρίτσος
Yiannis Ritsos
.
On Living
«Living is no laughing matter:
you must live with great seriousness
like a squirrel, for example–
I mean without looking for something beyond and above living,
I mean living must be your whole occupation.
Living is no laughing matter:
you must take it seriously,
so much so and to such a degree
that, for example, your hands tied behind your back,
your back to the wall,
or else in a laboratory
in your white coat and safety glasses,
you can die for people–
even for people whose faces you’ve never seen,
even though you know living
is the most real, the most beautiful thing.

I mean, you must take living so seriously
that even at seventy, for example, you’ll plant olive trees–
and not for your children, either,
but because although you fear death you don’t believe it,
because living,
I mean, weighs heavier.
«

Γιὰ τὴ ζωή

«Ἡ ζωὴ δὲν εἶναι παῖξε-γέλασε
Πρέπει νὰ τήνε πάρεις σοβαρά,
Ὅπως, νὰ ποῦμε, κάνει ὁ σκίουρος,
Δίχως ἀπ᾿ ὄξω ἢ ἀπὸ πέρα νὰ προσμένεις τίποτα.
Δὲ θά ῾χεις ἄλλο πάρεξ μονάχα νὰ ζεῖς.
Ἡ ζωὴ δὲν εἶναι παῖξε-γέλασε
Πρέπει νὰ τήνε πάρεις σοβαρὰ
Τόσο μὰ τόσο σοβαρὰ
Ποὺ ἔτσι, νὰ ποῦμε, ἀκουμπισμένος σ᾿ ἕναν τοῖχο
μὲ τὰ χέρια σου δεμένα
Ἢ μέσα στ᾿ ἀργαστήρι
Μὲ λευκὴ μπλούζα καὶ μεγάλα ματογυάλια
Θὲ νὰ πεθάνεις, γιὰ νὰ ζήσουνε οἱ ἄνθρωποι,
Οἱ ἄνθρωποι ποὺ ποτὲ δὲ θά ῾χεις δεῖ τὸ πρόσωπό τους
καὶ θὰ πεθάνεις ξέροντας καλὰ
Πὼς τίποτα πιὸ ὡραῖο, πὼς τίποτα πιὸ ἀληθινὸ
ἀπ᾿ τὴ ζωὴ δὲν εἶναι.
Πρέπει νὰ τηνε πάρεις σοβαρὰ
Τόσο μὰ τόσο σοβαρὰ
Ποὺ θὰ φυτεύεις, σὰ νὰ ποῦμε,
ἐλιὲς ἀκόμα στὰ ἑβδομῆντα σου
Ὄχι καθόλου γιὰ νὰ μείνουν στὰ παιδιά σου
Μὰ ἔτσι γιατὶ τὸ θάνατο δὲ θὰ τόνε πιστεύεις
Ὅσο κι ἂν τὸν φοβᾶσαι
Μὰ ἔτσι γιατί ἡ ζωὴ θὲ νὰ βαραίνει
     πιότερο στὴ ζυγαριά.
«
Μετάφραση
Γιάννης Ρίτσος

«Κάθε μέρα και πιο κοντά στην αναχώρηση
Χαίρε Γη αγαπημένη
Καλημέρα ΣΥΜΠΑΝ
«
Ναζίμ Χικμέτ
https://ainafetst.wordpress.com/

Κορωνοϊός: «Πόλεμος» εκατομμυρίων ΗΠΑ-Γερμανίας για την αποκλειστικότητα ενός εμβολίου

Κορωνοϊός: 

«Πόλεμος» εκατομμυρίων ΗΠΑ-Γερμανίας για την αποκλειστικότητα ενός εμβολίου


Ανοιχτή σύγκρουση εξελίσσεται ανάμεσα στην Γερμανία και τις Ηνωμένες Πολιτείες για την διασφάλιση της αποκλειστικότητας ενός εμβολίου κατά του νέου κορωνοϊού που αναπτύσσεται σε γερμανικό εργαστήριο, αποκαλύπτει σήμερα η Die Welt.
Σύμφωνα με την γερμανική εφημερίδα, ο αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ προσπαθεί να προσελκύσει με την βοήθεια μεγάλων χρηματικών πόρων γερμανούς επιστήμονες που εργάζονται για την παρασκευή εμβολίου κατά του νέου ιού, εξασφαλίζοντας έτσι την αποκλειστικότητα για τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Στην περίπτωση αυτή, το εμβόλιο «θα ήταν αποκλειστικά για τις Ηνωμένες Πολιτείες», δήλωσε πηγή της γερμανικής κυβέρνησης.
Από την πλευρά του το Βερολίνο προσπαθεί να διατηρήσει τον έλεγχο επί της εταιρείας αυτής, προτείνοντας με την σειρά του προνομιακούς οικονομικούς όρους.
Ο ανταγωνισμός αυτός αφορά την εταιρεία βιοτεχνολογίας CureVac, με έδρα το Τούμπινγκεν στην Βάδη-Βιρτεμβέργη. Διαθέτει επίσης παραρτήματα στην Φρανκφούρτη και στην Βοστώνη.
Η εταιρεία ιδρύθηκε το 2000 και εμφανίζεται ως επιχείρηση που ειδικεύεται στην «ανάπτυξη θεραπειών κατά του καρκίνου, θεραπειών με βάση τα αντισώματα, αγωγών για σπάνιες νόσους και εμβολίων».
Το εργαστήριο αυτό εργάζεται σήμερα σε σύμπραξη με το Institut Paul-Ehrlich, που ειδικεύεται στην έρευνα για τα εμβόλια και αναφέρεται στο γερμανικό υπουργείο Υγείας, για την παρασκευή εμβολίου κατά του Covid-19.
«Η γερμανική κυβέρνηση ενδιαφέρεται πολύ η ανάπτυξη εμβολίων και ενεργών φαρμακευτικών συστατικών κατά του νέου κορονοϊού να πραγματοποιηθεί στην Γερμανία και την Ευρώπη», επιβεβαίωσε εκπρόσωπος του υπουργείου Υγείας της Γερμανίας στην die Welt. Ως προς αυτό, «η κυβέρνηση βρίσκεται σε εντατικές διαβουλεύσεις με την CureVac», πρόσθεσε η ίδια πηγή.
Ο επικεφαλής της CureVac Daniel Menichella προσεκλήθη στις 2 Μαρτίου στον Λευκό Οίκο για να συναντηθεί με τον Ντόναλντ Τραμπ, τον αντιπρόεδρο Μάικ Πενς και εκπροσώπους φαρμακευτικών εταιρειών που ασχολούνται με την αντιμετώπιση της επιδημίας Covid-19, ανακοίνωσε στην ιστοσελίδα της η εταιρεία, χωρίς να αποκαλύψει τις οικονομικές προσφορές που της έγιναν.
«Είμαστε πολύ σίγουροι για την ικανότητά μας να αναπτύξουμε ένα ισχυρό εμβόλιο σε διάστημα λίγων μηνών», είχε δηλώσει τότε ο Daniel Menichella σε ανακοίνωση Τύπου που εκδόθηκε από την εταιρεία του.
Στην ανακοίνωση αναφερόταν ότι η CureVac προσβλέπει στην εκκίνηση των κλινικών δοκιμών «στις αρχές του καλοκαιριού 2020».
Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ
https://www.imerodromos.gr/

Πόνος ψηλά στο στομάχι: Αιτίες και πότε να αναζητήσετε βοήθεια

Πόνος ψηλά στο στομάχι: Αιτίες κα ι πότε να αναζητήσετε βοήθεια Bigstock Μιχάλης Θερμόπουλος Τρίτη, 05 Νοεμβρίου 2024 17:00 Ο πόνος στην άνω...