Ἡ μάχη τῆς Δοϊράνης 18/9/18 -
Μία ἀκόμη ἔνδοξη σελίδα τοῦ Ἑλληνισμοῦ ποὺ «γράφτηκε» σὲ τοῦτο τὸν ἱερὸ τόπο.
Ὁ τροπαιοῦχος νομπελίστας μᾶς Γ. Σεφέρης, κατὰ τὴν παραλαβὴ τοῦ βραβείου Νόμπελ λογοτεχνίας, τὸ 1963, στὴν καθιερωμένη ὁμιλία, ἔδωσε ἕναν ἐξαίσιο ὁρισμὸ τῆς πατρίδας μας. «Ἀνήκω» ἔλεγε, «σὲ μιὰ μικρὴ χώρα. Ἕνα πέτρινο ἀκρωτήρι στὴν Μεσόγειο, ποὺ δὲν ἔχει ἄλλο ἀγαθὸ παρὰ τοὺς ἀγῶνες τοῦ λαοῦ του, τὴ θάλασσα καὶ τὸ φῶς τοῦ ἥλιου». Προτάσσει στὴν ἔξοχη αὐτὴ περιγραφή, ὄχι τυχαία, ὁ ποιητὴς τοὺς ἀγῶνες γιὰ τὴν ἀπ’ τὰ κόκαλα βγαλμένη τῶν Ἑλλήνων τὰ ἱερὰ ἐλευθερία μας.
"Τιμιώτερών ἐστι ἡ Πατρὶς” νὰ τὸ φυσικὸ λίπασμα τοῦ Ἑλληνισμοῦ, ”Την Ρωμιοσύνη μὴν τὴν κλαῖς”, τὴν Ρωμιοσύνη τὴν ἀνάστησαν οἱ ἀνδρεῖοι ”που ὁ θάνατός τους θάνατος δὲν λογιέται” ὅπως γράφει καὶ τὸ γνωστὸ ἐπίγραμμα στὸ μνῆμα τοῦ Γρηγορίου Αὐξεντίου, τοῦ ἀητοῦ τῆς Κύπρου.
Ἡ ντροπὴ καὶ ἡ δόξα
Τὸν αἰώνα ποὺ μόλις ἀφήνουμε, τὸν εἰκοστό, πολλὰ θερία πέσανε νὰ μᾶς φᾶνε. Ξεκίνησε μὲ τὴν γιγαντομαχία στὴν Μακεδονία. Εἶναι ἡ ἐποχὴ ὅπου ἡ ”μικρά καὶ ἔντιμος” Ἑλλάς, καταντροπιασμένη ἀπὸ τὸ αἶσχος τοῦ ’97, δέχεται καταιγισμοὺς ἐπεμβάσεων, ὑπονομεύσεων καὶ ἐξευτελισμῶν ἀπὸ τὶς λεγόμενες Προστάτιδες Δυνάμεις. Αἰχμάλωτη ἡ δύστυχη πατρίδα μας στὶς ραδιουργίες τῶν ξένων καὶ στὴν μικρόνοιά των τότε κυβερνώντων ἀδυνατεῖ νὰ ἐκπληρώσει τὰ ἐθνικά της ἰδανικά.
Ἀφυπνίστηκε ὅμως αὐτὸ ποὺ ὅλο καὶ σπανιότερα ἀκούγεται σήμερα, τὸ φιλότιμό του Ἕλληνα. Νέοι ἀξιωματικοί, μὲ πρωτοστάτη τὸν ἐθνομάρτυρα Π. Μελά, τὴν σύμπραξη Μακεδόνων ἀγωνιστῶν σὰν τὸν Κώττα, τὸν δυναμισμὸ λαμπρῶν ἱεραρχῶν σὰν τὸν Γερμανὸ Καραβαγγέλη, σώζουν τὴν Μακεδονία, σώζουν καὶ τὴν Ἑλλάδα κατὰ τὴν γνωστὴ ρήση τοῦ Ἴωνα Δραγούμη. Φτάνουμε στὸ 1909. 15 Αὐγούστου. Στὸ Γουδί, νέοι ἀξιωματικοὶ διαβλέποντας τὴν διεθνῆ ἀνησυχία καὶ βλέποντας τὰ χάλια τῆς σπαρασσόμενης ἀπὸ τὴν παλαιοκομματικὴ συναλλαγὴ πατρίδα μας, ἐπαναστατοῦν. Τηλεγραφοῦν στὸν θρύλο τοῦ Θερίσου, τὸν Ἐλευθέριο Βενιζέλο. Ἀπὸ ἐκείνη τὴν στιγμὴ ἡ Ἱστορία ἀλλάζει.
”Εἷς ἄνθρωπος ζήλω πεπυρωμένος ἅπαντα τὸν δῆμο δύναται διορθῶσαι”, λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ἕνας ἄνθρωπος ποὺ πυρπολεῖται ἀπὸ ζῆλο μπορεῖ νὰ διορθώσει καὶ νὰ ἐμπνεύσει ὅλο τὸν δῆμο, ὅλο τὸν λαό. Μέσα σὲ μιὰ τριετία ἡ πολιτικὴ τῆς ”ἀψόγου στάσεως”, ἡ πολιτικὴ τῶν ὑποκλίσεων, τὸ κακοφορμισμένο ἀπόστημα τῆς ἐξάρτησης καὶ τῆς ὑποτέλειας σπάει. Ὁ στρατὸς ἀναδιοργανώνεται, ὁ λαὸς ἐμπνέεται, ἡ Ἐπανάσταση τοῦ ’21, ποὺ ἔμεινε ἡμιτελής, εἶναι ἕτοιμη νὰ ὁλοκληρωθεῖ.
Εἶναι ἡ ἐποχὴ τῆς Μεγάλης Ἰδέας. Τὸ ὅραμα τοῦ δικέφαλου ἀετοῦ, τῆς Πόλης τῶν ὀνείρων μας. 6 Ὀκτωβρίου 1912, μιὰ ἡμερομηνία, ἰσάξια της 25ης Μαρτίου τοῦ ’21: Ξεκινοῦν οἱ Βαλκανικοὶ Πόλεμοι. (Παρενθετικὰ ἀναφέρω ὅτι εἶναι λυπηρὸ νὰ ἀγνοοῦμε τὴν μεγάλη αὐτὴ ἐπέτειο. Ἡ 6η Ὀκτωβρίου τοῦ 1912 εἶναι τὸ δεύτερο ’21 τοῦ Ἑλληνισμοῦ).
Ὁ ἑλληνικὸς στρατὸς κατανικᾶ στὰ πεδία τῶν μαχῶν Τούρκους καὶ Βουλγάρους. Ἡ Ἑλλάδα τῆς Μελούνας πέτυχε σ’ ἕναν χρόνο ὅ,τι δὲν εἶχε κατορθώσει σὲ ἕνα περίπου αἰώνα. Τὸ ἔδαφος καὶ ὁ πληθυσμὸς τῆς διπλασιάζονται. Τὰ σύνορα ἁπλώθηκαν μέχρι τὸν Νέστο καὶ τὴν Πρέσπα. Χάρις στὴν ἐθνικὴ ὁμοψυχία- ”Ἕλληνας ὁμοφρονέοντας ….χαλεποὺς εἶναι περιγίνεσθαι”- οἱ Ἕλληνες εἶναι ἀνίκητοι ὅταν ὁμοψυχοῦν ἔγραφε ὁ Ἡρόδοτος, χάρη, λοιπόν, στὸ ὅραμα τοῦ Βενιζέλου καὶ τὸν ἐνθουσιασμὸ τοῦ ἀρχιστρατήγου τότε καὶ μετέπειτα βασιλιὰ Κωνσταντίνου, ἡ Ἑλλάδα γίνεται σεβαστὴ στοὺς φίλους καὶ τρομερὴ στοὺς ἐχθρούς της.
Τὸ κακορίζικο κρατίδιο μεταμορφώνεται σὲ ἰσχυρὸ ἔθνος. Τὸ βιβλίο ὅμως τῆς Ἱστορίας δὲν κλείνει ποτέ. Τὸ 1914 ξεσπᾶ ὁ Ἃ’ Παγκόσμιος Πόλεμος. Λαοὶ ποὺ ὁρκίζονταν ”πόλεμο στὸν πόλεμο” ἐπιδίδονται σὲ μιὰν ἄνευ προηγουμένου ἀλληλοεξόντωση. Ἡ Γερμανία ἀκολουθώντας τὸ γαλλοβρετανικὸ παράδειγμα τῆς ὑπερπόντιας ἐπέκτασης, πρὸς ἀναζήτησιν φθηνῶν πρώτων ὑλῶν καὶ ἐξάπλωση τῶν ἀγορῶν της, ἀναζητεῖ ”μία θέση στὸν ἥλιο”. Κυριαρχεῖται ἀπὸ τὸ τόσο καταστρεπτικὸ δόγμα τοῦ ”ζωτικού χώρου”. Ὁ Πλάτων ἐπιβεβαιώνεται καὶ πάλι: ”Δια τὴν τῶν χρημάτων κτῆσιν ἅπαντες οἱ πόλεμοι γίνονται”. Ὁ πόλεμος εἶναι ἀναπόφευκτος. Ὁ πόλεμος ἀποτελεῖ συνέχεια τῆς πολιτικῆς, «μὲ ἄλλα μέσα» ἔγραφε ὁ Φὸν Κλαούζεβιτς καὶ οἱ πολιτικοὶ ρίχνουν τοὺς λαούς τους στὸ φοβερὸ αὐτὸ αἱματοκύλισμα. Ἡ Εὐρώπη χωρίζεται σὲ δύο ἀντίμαχα στρατόπεδα. Ἀπὸ τὴν μιὰ ἡ γαλλοβρετανικὴ Ἐγκάρδιος Συνεννόηση, ἡ γνωστὴ Ἀντὰντ καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη ἡ Γερμανία μὲ τὴν αὐστρρουγγρικὴ αὐτοκρατορία, γνωστὲς ὡς Κεντρικὲς Δυνάμεις. Τὰ μικρότερα εὐρωπαϊκὰ κράτη ἐξαναγκάζονται- ἡ μοίρα τῶν ἀδυνάτων- νὰ προσκολληθοῦν σὲ ἕνα ἀπὸ τὰ δύο ἀντιμαχόμενα στρατόπεδα. Ἀλυτρωτικὲς διαθέσεις, σωβινισμοί, μίση ξεχασμένα, ἀναβιώνουν.
Ὁ ἐθνικὸς διχασμὸς
Καὶ ἡ Ἑλλάδα; Ἡ Ἑλλάδα ποὺ εἶχε ἀνάγκη εἰρήνης, τίθεται ἐμπρός σε ὀξύτατο πρόβλημα. Ἐκδηλώθηκαν τότε δύο τάσεις ἐξωτερικῆς πολιτικῆς: Ἡ πρώτη, γιὰ ἄμεση συμμετοχὴ στὸν πόλεμο ἐναντίον τῶν Κεντρικῶν Αὐτοκρατοριῶν, ὑπαγορευμένη ἀπὸ τὴν συμμαχικὴ ὑποχρέωση πρὸς τὴν Σερβία ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὴν ἀσφαλῆ καὶ ὀξυδερκῆ πεποίθηση τοῦ Βενιζέλου γιὰ νίκη τῆς Ἀγγλίας καὶ Γαλλίας καὶ τὴν θετικὴ ἔτσι ἐλπίδα γιὰ ἐξασφάλιση τῶν ἐθνικῶν δικαίων. Ἡ δεύτερη, γιὰ τήρηση οὐδετερότητας, ὑπαγορευμένη ἀπὸ τὴν ἐσφαλμένη, ὅπως ἀποδείχτηκε, πρόβλεψη τοῦ βασιλιὰ γιὰ νίκη τῆς Γερμανίας καὶ ἀπὸ τὴν ἐπιθυμία γιὰ εἰρηνικὴ ἐργασία πρὸς ἀξιοποίησιν τῶν κεκτημένων ἀπὸ τοὺς δύο Βαλκανικοὺς Πολέμους. Εἶναι δυστυχῶς ἡ ἐποχὴ τῆς ἐθνοκτόνου ἐσωτερικῆς ἔριδος, ὁ ἀποτρόπαιος Ἐθνικὸς Διχασμός. (Ἡ λέξη ἀποτρόπαιος ἐδῶ κυριολεκτεῖ. Ὁ διχασμὸς στέρησε τὴν πατρίδα μας ἀπὸ -τρόπαια, ἀπὸ δόξα καὶ νίκες).
Δὲν θὰ ἐπιμείνω στὴν ἀνάλυση τοῦ θλιβεροῦ καὶ ὀλέθριου αὐτοῦ γεγονότος. Δυστυχῶς τὸ λάθος τῆς ἐμφύλιας διαμάχης τὸ ἐπαναλάβαμε καὶ ἀργότερα μὲ τραγικὲς καὶ πάλι συνέπειες. Ἡ Ἱστορία διδάσκει ὅτι κανεὶς …δὲν διδάσκεται ἀπ’ αὐτήν. Καὶ ἃς ἐπισημαίνει πρὶν ἀπὸ δυόμισι χιλιάδες χρόνια ὁ ἱστορικὸς Πολυβιός, ὅτι ἀποκλειστικὸς προορισμὸς τῆς ἱστορίας εἶναι ὁ φρονηματισμὸς ἀρχόντων καὶ ἀρχομένων, κυβερνητῶν καὶ λαοῦ ”δια τὸ μηδεμίαν ἐτοιμοτέραν εἶναι τοῖς ἀνθρώποις διόρθωσις τῆς τῶν προγεννημένων πράξεων ἐπιστήμης” τὰ σφάλματα τῶν προγόνων, δηλαδή, πρέπει νὰ διδάσκουν τοὺς ἀπογόνους.
Ἐν μέσω πολιτικῶν, ἰδεολογικῶν καὶ προσωπικῶν ἀντιθέσεων, ἐν μέσω ἀντισυνταγματικῶν βασιλικῶν πρωτοβουλιῶν, ἐν μέσω ἰταμῶν καὶ ὠμῶν ἐπεμβάσεων τῶν ξένων, ποὺ ἐντείνουν τὸν διχασμὸ τοῦ λαοῦ, καταντᾶ τὸ ἑλληνικὸ ἔθνος περιγελως τῆς Οἰκουμένης.
Ταυτοχρόνως οἱ Βούλγαροι ποὺ εἰσῆλθαν στoν πόλεμο στὶς 14 Ὀκτωβρίου τοῦ 1915 τασσόμενοι στὸ πλευρὸ τῶν Γερμανῶν, καταλαμβάνουν σχεδὸν ἀμαχητὶ τὴν Καβάλα. Τὸν Μάιο τοῦ 1916 ἡ Μακεδονία παραδίδεται στὰ γερμανοβουλγαρικὰ στρατεύματα. Τὸ Δ’ Σῶμα Στρατοῦ αἰχμαλωτίζεται χωρὶς νὰ προβάλει ἀντίσταση, καὶ μεταφέρεται ἀτιμωτικὰ στὴν Γερμανία.
Πρὶν ἀπὸ τὴν μάχη
Δίνοντας τέλος σ’ αὐτὲς τὶς ἀθλιότητες ὁ νόμιμος πρωθυπουργὸς τῆς Ἑλλάδος Ἐλευθέριος Βενιζέλος σχηματίζει στὶς 26 Σεπτεμβρίου τοῦ 1916 προσωρινὴ κυβέρνηση, τὸ γνωστὸ κίνημα Ἐθνικῆς Ἀμύνης, καὶ στὶς 13 Ἰουνίου τοῦ 1917 ἐπανέρχεται στὴν Ἀθήνα προχωρώντας ἀμέσως στὴν πολεμικὴ κινητοποίηση ὁλόκληρής της χώρας στὸ πλευρὸ τῶν Συμμάχων. Πρῶτο μέλημα τοῦ Βενιζέλου ἡ συγκρότηση ἀξιόμαχου στρατοῦ. Ἤδη ἀπὸ τὴ Θεσσαλονίκη εἶχαν σχηματισθεῖ οἱ Μεραρχίες Σερρῶν καὶ Κρήτης ποὺ πρωταγωνίστησαν στὴν Μάχη τῆς Δοϊράνης καὶ ἡ Μεραρχία Ἀρχιπελάγους (γνωστὴ ἀπὸ τὸ περίφημο ἔργο τοῦ Μυριβήλη «Ἡ ζωὴ ἐν τάφω»).
Τὸν Σεπτέμβριο τοῦ 1918 ἔναντι συνόλου 29 Μεραρχιῶν, ὑπὸ τὶς διαταγὲς τοῦ Γάλλου ἀρχιστρατήγου Φρανσαὶ Ντ’ Ἐσπεραί, ἡ Ἑλλάδα διέθετε δέκα μεραρχίες, ἡ Γαλλία ὀκτώ, ἡ Ἀγγλία τέσσερες, ἡ Σερβία ἕξι καὶ ἡ Ἰταλία μία. Οἱ ἑλληνικὲς δυνάμεις ἀποτελοῦσαν τὸ 34% τοῦ συνόλου τῶν δυνάμεων, γεγονὸς ποὺ ἀποδεικνύει τὴν σημαντικότατη συμβολὴ τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοῦ στὶς ἐπιχειρήσεις διασπάσεως τοῦ Μακεδονικοῦ Μετώπου.
Ἡ λίμνη τῆς Δοϊράνης, ἡ κατὰ τοὺς ἀρχαίους Πρασιᾶς ἢ Πρασιάδα, κατοικημένη ἀπὸ ἀρχαιοτάτων χρόνων ἀπὸ τὸ ἑλληνικὸ φύλο τῶν Παιόνων, λόγω τῆς ἐπίκαιρης στρατηγικῆς της θέσεως δέχθηκε ἀλλεπάλληλες ἐπιδρομὲς βαρβάρων. Ἡ πόλη τῆς Δοϊράνης ἀπὸ τὸν 17ο αἱ. εἶχε γίνει ἕδρα τῆς ἐπισκοπῆς Πολυανῆς καὶ ἀπὸ τὸν 19ο αἱ. ἡ περιοχὴ ἀπετέλεσε ξεχωριστὴ ὑποδιοίκηση μὲ τὴν ὀνομασία ”Καζάς Δοϊράνης”. Πὰρ’ ὅλες τὶς τουρκικὲς διώξεις ὁ Ἑλληνισμὸς τῆς περιοχῆς ἀνθεῖ, καταφέρνοντας νὰ δημιουργήσει γύρω στὰ 1900 ὀκτὼ σχολεῖα. Δύο στὴν Δοϊράνη καὶ τὰ ὑπόλοιπα στὰ χωριὰ Δροσάτο, Φούρκα, Βλάντοβο, Ἀκίντζαλη (Μουριὲς σήμερα).
Ἡ περιοχὴ ἐλευθερώθηκε στὶς 23 Ἰουνίου τοῦ 1913 γιὰ νὰ καταληφθεῖ πάλι ἀπὸ τοὺς Βούλγαρους τὸ 1915 καὶ νὰ ξανὰ ὑπομείνει ὁ πληθυσμὸς τὰ πάνδεινα. Ἀπὸ τὸ 1914 ἤδη ἡ Δοϊράνη ὑπῆρξε θέρετρο ἐπιχειρήσεων, μὲ ἰσχυρὴ ὀχύρωση βάθους τριῶν χιλιομέτρων σὲ τρεῖς διαδοχικὲς γραμμὲς ἄμυνας. Ἡ ἐχθρικὴ τοποθεσία στηριζόταν ἀνατολικά της λίμνης στὰ ὑψώματα τοῦ Μηλάνγκα Πάσινα καὶ δυτικά της λίμνης τὰ ὑψώματα 603 καὶ 669, ἐπικληθέντα Γκρὰντ Κουρονὲ καὶ Ντοὺμπ (οἱ ὀνοματοδοσίες τῶν ὑψωμάτων γίνονταν ἀπὸ τοὺς Γάλλους, ὅπως τὸ περίφημο Σκρά).
Οἱ βουλγαρικὲς θέσεις ἦταν ἰσχυρότατες καὶ ὑποστηριζόταν ἀπὸ πολυαριθμότερο πυροβολικό. Τὸν Ἰούνιο τοῦ 1918 ἀναλαμβάνει διοικητὴς τῆς Συμμαχικῆς Στρατιᾶς Ἀνατολῆς ὁ Γάλλος Φρανσαὶ ντ’ Ἐσπεραὶ μὲ τὴν διαταγὴ νὰ διασπάσει τὸ μακεδονικὸ μέτωπο. Τυχὸν νίκη θὰ ἀποθάρρυνε τοὺς Βουλγάρους, ἀφαιρώντας ἀπὸ τοὺς Γερμανοὺς ἕναν σημαντικὸ σύμμαχο. Ἤδη ἡ μεγαλειώδης νίκη στὸ Σκρὰ ἀποκατέστησε τὸ γόητρο τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοῦ, κάμπτοντας ταυτόχρονα αὐτὸ τοῦ βουλγαρικοῦ, ποὺ ὅδευε πρὸς τὴν συνθηκολόγηση. Ἡ ἐπίθεση στὴν Δοϊράνη ὁρίστηκε γιὰ τὶς 18 Σεπτεμβρίου τοῦ 1918.
Ἀντίπαλες δυνάμεις ἦταν ἡ 22η, 26η καὶ ἡ 28η ἀγγλικὲς μεραρχίες καὶ οἱ ἑλληνικὲς μεραρχίες Σερρῶν μὲ διοικητὴ τὸν ὑποστράτηγο Ἔμμ. Ζυμβρακάκη καὶ Κρήτης μὲ διοικητὴ τὸν ὑποστράτηγο Πάν. Σπηλιάδη. Διοικητὴς Στρατιᾶς ὁρίστηκε ὁ Ἄγγλος στρατηγὸς Μίλν. Ἀπέναντι ὑπῆρχε ἡ ἐπίλεκτη 9η βουλγαρικὴ μεραρχία τῆς Πλεύνας ὑπὸ τὸν ἰκανότατο στρατηγὸ Νεζερὼφ καὶ 11η ταξιαρχία τῆς 1ης βουλγαρικῆς στρατιᾶς.
Ἡ μάχη τῆς Δοϊράνης
Στὶς 3 τὸ πρωὶ τῆς 18ης Σεπτεμβρίου ἐξόρμησαν ἐν ἀπολύτω σιγῆ τὰ τμήματα τῆς μεραρχίας Κρήτης κατὰ τῆς ἀνατολικά της λίμνης ἐχθρικῆς τοποθεσίας, ἔχοντας στὴν πρώτη γραμμὴ τὸ 29ο σύνταγμα μὲ διοικητὴ τὸν ταγματάρχη Βασίλειο Τυπάλδο καὶ τὸ 9ο σύνταγμα μὲ διοικητὴ τὸν συνταγματάρχη Παναγιώτη Μίνη. Στὶς 5.30 εἶχε καταληφθεῖ ὁλόκληρη ἡ προκεχωρημένη ἀμυντικὴ τοποθεσία. Ἡ παραπέρα προώθηση ὅμως κατέστη ἀδύνατη, διότι οἱ ἀπώλειες ὑπῆρξαν τεράστιες, λόγω τῆς ἀδυναμίας τοῦ συμμαχικοῦ πυροβολικοῦ νὰ ὑποστηρίξει τὶς ἐπιθέσεις τοῦ πεζικοῦ.
Δυτικά της λίμνης ἐπιτέθηκαν ἡ μεραρχία Σερρῶν καὶ ἡ 22α καὶ 26η ἀγγλικὲς μεραρχίες. Στὶς 5 καὶ 8 ἀκριβῶς ἐξόρμησε πρῶτο το 1ο σύνταγμα μὲ διοικητὴ τὸν συνταγματάρχη Ἄθ. Μάρκου. Ὑπὸ τοὺς ἤχους τῶν σαλπίγγων ”ἐμπρὸς πρὸς ἒφοδον” καὶ τὴν γνωστὴ πολεμικὴ ἰαχὴ τῶν Ἑλλήνων ”ἀέρα” πέτυχε νὰ καταλάβει ἕως τὶς 6.30 ὁλόκληρη τὴν πρώτη γραμμὴ χαρακωμάτων καὶ τμῆμα τῆς δεύτερης. Ὁμοίως ἐξόρμησε καὶ τὸ 2ο σύνταγμα μὲ διοικητὴ τὸν συνταγματάρχη Θεόδωρο Μανωλάκη, ἡ 22α ἀγγλικὴ μεραρχία, τὸ 3ο ἑλληνικὸ σύνταγμα ὑπὸ τὸν σχὴ Λιάσκο καὶ ἡ 26η ἀγγλικὴ μεραρχία. Τὸ 2ο σύνταγμα εἰδικὰ ὑπέστη βαρύτατες ἀπώλειες καὶ μεταξύ των νεκρῶν ἦταν καὶ ὁ ἡρωικὸς συνταγματάρχης Θεόδωρος Μανωλάκης καὶ ὁ διοικητὴς τοῦ 1ου τάγματος ταγματάρχης Δημήτριος Παπαλουκᾶς.
Οἱ ἀπώλειες τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοῦ ἦταν ἀναλογικὰ τεράστιες. Ἀξιοσημείωτό το γεγονός, ὅτι ὁ Ἕλληνας ἀρχιστράτηγος Παναγιώτης Δαγκλής, σὲ ἐπιστολή του στὸν Βενιζέλο διαμαρτύρεται διότι, ὅπως γράφει ”τα ἑλληνικὰ τμήματα ἐγκαταλείφθησαν ὑπὸ τῶν Βρεττανῶν ὑποστάντα βαρυτάτας ἀπωλείας”. Η μεραρχία Σερρῶν εἶχε 359 νεκροὺς 1713 τραυματίες καὶ 615 ἀγνοουμένους. Ἡ Μεραρχία Κρήτης εἶχε 144 νεκροὺς καὶ 573 τραυματίες. Αἰώνια ἡ εὐγνωμοσύνη ποὺ χρωστᾶμε ἐμεῖς οἱ Μακεδόνες στοὺς ἥρωες τῆς Κρήτης, ποὺ πρωταγωνίστησαν σ’ ὅλους τους ἀγῶνες γιὰ τὴν ἀπελευθέρωση τῆς Μακεδονίας μας.
Τὸ σύνολο τῶν ἑλληνικῶν ἀπωλειῶν ἀνῆλθε σὲ 3.404 ἄνδρες. Τῶν βρεττανικῶν σὲ 3.115 ἄνδρες. Ὁ σκοπὸς ὅμως ἐπιτεύχθηκε. Ἡ ἐπίθεση σταμάτησε τὴν ἑπόμενη μέρα, κατόρθωσε ὅμως νὰ διασπάσει τὴν βουλγαρικὴ τοποθεσία, καθήλωσε ὅλες τὶς ἐχθρικὲς δυνάμεις τῆς περιοχῆς Ἀξιοῦ- Δοϊράνης, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ μὴν μπορέσει ἡ γερμανικὴ διοίκηση νὰ μετακινήσει ἐνισχύσεις καὶ νὰ τὶς διαθέσει στὸν τομέα Δοβρόπολεως, ὅπου ἐφαρμοζόταν ἡ κύρια συμμαχικὴ ἐπίθεση. Αὐτὸ ὁδήγησε στὴν βουλγαρικὴ ἥττα καὶ συνθηκολόγηση τῆς 30ης Σεπτεμβρίου, γεγονὸς ποὺ ἐπέδρασε ἀρνητικὰ στοὺς Γερμανούς, ὀδηγώντας τους στὴν ἄνευ ὅρων συνθηκολόγηση τῆς 11ης Νοεμβρίου τοῦ 1918, μὲ τὴν ὁποία λήγει ὁ φονικὸς πόλεμος.
Εἴμαστε στὸ ἐμεῖς
Συγκεντρωμένοι ἐδῶ σήμερα τελοῦμε τὸ μνημόσυνο τῶν ἡρώων μαχητῶν τῆς Μάχης τῆς Δοϊράνης. Προσκυνοῦμε τὴν ἱερή τους μνήμη. Προσκυνοῦμε τὶς ἱερὲς σκιές τους ποὺ λάμπρυναν τὸ εἰκονοστάσι τοῦ Γένους. Πότισαν τὸ δέντρο τῆς λευτεριᾶς καὶ αὐτὸ ἀνθεῖ. “Η Ρωμανία καὶ ἂν ἐπέρασεν ἀνθεῖ καὶ φέρει κι ἄλλο”, ἔψαλλε ὁ Ἑλληνισμὸς τοῦ Πόντου.
Σήμερα κυρίως εἶναι ἀπαραίτητη ἡ ἐθνική μας μνήμη. Ἡ Ἑλλάδα ἔζησε ἀνὰ τοὺς αἰῶνες χάρι στοὺς ἀγῶνες τῶν παιδιῶν της καὶ τὸν πολιτισμὸ ποὺ συνεχῶς ἀνέπτυσσε. Ὁ στρατηγὸς Ντ’ Ἐσπεραὶ δήλωνε στὸν Βενιζέλο στὶς 3 Δεκεμβρίου τοῦ 1918. ”Ἡ ἀνδρεία τῶν ἑλληνικῶν στρατευμάτων ἐπαξίως κατέκτησε πανταχοῦ τοὺς ἐπαίνους τῶν Συμμάχων. Τὰ τέκνα εἶναι ἀντάξια των προγόνων τους”.
Εἴμαστε κληρονόμοι μιᾶς βαριᾶς κληρονομιᾶς, οἱ ἥρωες τῆς Δοϊράνης, οἱ νεκροὶ περιμένουν….΄΄Χρωστᾶμε σ’ ὅσους πέρασαν, θὰ ‘ρθουν καὶ θὰ περάσουν, κριτὲς θὰ μᾶς δικάσουν οἱ ἀγέννητοι, οἱ νεκροὶ” διαλαλεῖ ὁ Παλαμᾶς. Ἡ ἐλευθερία εἶναι τὸ χρέος μας, αὐτὴ εἶναι ἡ νέα Μεγάλη Ἰδέα τοῦ Ἑλληνισμοῦ. ”Ἐλευθερία τὲ καὶ Δημοκρατία, ταῦτα γὰρ μόνα τα ἄξια λόγου ἐν Ἔλλησι” ἔλεγε ἕνας ἀπὸ τοὺς γονέους τῆς ἀνθρωπότητας, ὁ Σωκράτης. Ἡ εὔκολη ἀπόκτηση χρήματος καὶ τὸ μανιῶδες κυνήγι τῶν πιὸ εὐτελῶν ἀπολαύσεων εἶναι οἱ ταφόπλακες ἑνὸς ἔθνους. Τὸ ἔθνος πρέπει νὰ θεωρεῖ ἀληθινό, ὅτι εἶναι ἐθνικό, λέει ὁ Σολωμός. Ἔχουμε τέτοια ἀκαταμάχητα ἐθνικὰ ὅπλα. Εἶναι ἡ γλώσσα μας, ἡ ψυχὴ τοῦ λαοῦ μας. Εἶναι ἡ πίστη μας. Ὅπως ἔγραφε ὁ ποιητὴς μᾶς Ἄρ. Βαλαωρίτης ”ὁ πέλεκυς τῆς ξενοκρατίας οὐδέποτε κατέστρεψε τὴν ἑνότητα τῆς ἡμετέρας φυλῆς, θαυμασίως διασωθείσης τὴ παντοδυνάμω συνάρσει τῆς Ὀρθοδόξου ἠμῶν πίστεως”.
Εἶναι τὰ ἤθη καὶ τὰ ἔθιμά μας, τὸ ὁμότροπόν του Ἡροδότου. Ὅλα αὐτὰ ὅμως ἀπαιτοῦν ὁμοψυχία, ὁμόνοια, ἐθνικὴ ἑνότητα. Βροντοφωνάζει ὁ Μακρυγιάννης, ἐθνικὸ κληροδότημα ὁ λόγος του:
«Τούτη τὴν πατρίδα τὴν ἔχομεν ὅλοι μαζί, καὶ σοφοὶ καὶ ἀμαθεῖς, καὶ πλούσιοι καὶ φτωχοί, καὶ πολιτικοὶ καὶ στρατιωτικοί, καὶ οἱ πλέον μικρότεροι ἄνθρωποι. Ὅσοι ἀγωνιστήκαμεν, ἀναλόγως ὁ καθείς, ἔχομεν νὰ ζήσομεν ἐδῶ. Τὸ λοιπὸν δουλέψαμεν ὅλοι μαζί, νὰ τὴν φυλᾶμε καὶ ὅλοι μαζί, καὶ νὰ μὴν λέγει οὔτε ὁ δυνατός ἐγώ, οὔτε ὁ ἀδύνατος. Ξέρετε πότε νὰ λέγει ὁ καθεὶς ἐγώ; Ὅταν ἀγωνισθεῖ μόνος του καὶ φκειάσει ἢ χαλάσει, νὰ λέγει ἐγώ. Ὅταν ὅμως ἀγωνίζονται πολλοὶ καὶ φκειάνουν, τότε νὰ λένε ἐμεῖς. Εἴμαστε εἰς τὸ ἐμεῖς κι ὄχι εἰς τὸ ἐγώ». Σ’ αὐτὸ τὸ ἐμεῖς ἦταν οἱ ἥρωες τῆς μάχης τῆς Δοϊράνης.
Ὅπως ἔλεγε ὁ ἐπιγραμματογράφος ἀρχαῖος ποιητὴς Σιμωνίδης: «Ἄσβεστον κλέος οἶδε φίλη περὶ πατρίδι θέντες κυάνεον θανάτου ἀμφεβάλοντο νέφος. Οὐδὲ τεθνάσι θανόντες, ἐπεῖ σφ’ ἀρετὴ καθόπερθεν κυδαίνους ἀνάγει δώματος ἐξ’ Αἴδεω». Δηλαδή, αὐτοὶ ἐδῶ (οἱ ἐνταφιασμένοι νεκροί), ἀφοῦ περιέβαλαν τὴν ἀγαπημένη πατρίδα μὲ ἄσβεστη δόξα, ντύθηκαν μὲ τὸ μαῦρο σύννεφο τοῦ θανάτου. Ἀλλὰ δὲν ἔχουν πεθάνει, ἂν καὶ σκοτώθηκαν, ἐπειδὴ ἡ ἀνδρεία τους, ἀφοῦ πάνω ἀπ’ ὅλα τους δόξασε, τοὺς ὁδηγεῖ ἀπὸ τὸν Ἅδη πάνω στοὺς οὐρανούς.
* Ἐκφωνήθηκε από τον Δημήτρη Νατσιό τὴν Δευτέρα 18 Σεπτεμβρίου 2000 στὸ στρατιωτικὸ κοιμητήριο τῆς Δοϊράνης
Πηγή: Ακτίνες
το είδαμε ΕΔΩ
http://koukfamily.blogspot.gr/